ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Χρ. Ράμμος - υποκλοπές: «Οι εισαγγελικοί λειτουργοί δεν απαλλάσσονται»

Με αφορμή το πόρισμα του Αρείου Πάγου, ο πρόεδρος της Αρχής αναφέρεται στις διαδικασίες, που πρέπει να τηρούνται και στη διαφορά της νομότυπης, αλλά μη νόμιμης έκδοσης διάταξης.

 05/08/2024 17:14

Χρ. Ράμμος - υποκλοπές: «Οι εισαγγελικοί λειτουργοί δεν απαλλάσσονται»

Σε παρέμβασή του ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), Χρήστος Ράμμος διατυπώνει ενστάσεις σχετικά με το πόρισμα για την υπόθεση των υποκλοπών, που εξέδωσε η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.

Διευκρινίζοντας το ρόλο της Αρχής, σύμφωνα με τις συνταγματικές προβλέψεις, ο κ. Ράμμος σε άρθρο του στο syntagmawatch.gr. Παραθέτοντας σειρά νομοθετικών και συνταγματικών διατάξεων, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ σημειώνει αρχικώς πως «οι εισαγγελικές διατάξεις περί άρσεως του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας είναι άμα τη εκδόσει τους άμεσα εκτελεστές. Δεν μπορεί δηλαδή ο πάροχος τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, στον οποίο ανήκει το μέσο για το οποίο έχει διαταχθεί η άρση, να αρνηθεί να εκτελέσει την σχετική διάταξη.

Εκεί εξαντλούνται μεν οι έννομες συνέπειες των διατάξεων αυτών από την άποψη της εκτελεστότητας τους, αλλά το γεγονός της συντελεσθείσας άρσης του απορρήτου εις βάρος του θιγέντος πολίτη παραμένει και για το μέλλον ως συνέπεια μιας διάταξης».

Χρ. Ράμμος: για υποκλοπές: Άλλο νομότυπη έκδοση άρσης ή τήρηση νόμιμης διαδικασίας

Για το λόγο αυτό αναφέρει πως «κατά συνέπεια μια εισαγγελική διάταξη που έχει εκδοθεί χωρίς να έχουν τηρηθεί οι νόμιμοι όροι ή να έχει ακολουθηθεί η νόμιμη διαδικασία για την έκδοση της (όπως αυτοί/αυτή παρατέθηκαν ανωτέρω) νομοτύπως μεν εκδόθηκε, και καλώς εφαρμόσθηκε, δεν έχει όμως το γενικό τεκμήριο της νομιμότητας».

Και διευκρινίζει ότι «συγκεκριμένα ο εκδώσας αυτήν εισαγγελικός λειτουργός δεν απαλλάσσεται όμως από το να του ζητηθούν στο μέλλον με βάση καταγγελία ή ένδικο μέσο οποιουδήποτε μπορεί να θεμελιώσει σχετικό έννομο συμφέρον ευθύνες είτε πειθαρχικές, είτε αστικές, είτε ακόμη και ποινικές σε περίπτωση που διαπιστωθεί από την ΑΔΑΕ (ενεργούσα είτε κατόπιν καταγγελίας ή ερωτήματος θιγέντος πολίτη, είτε αυτεπαγγέλτως) ότι δεν τηρήθηκαν η διαδικασία ή κάποιος όρος που απαιτούνται για την έκδοση της επίμαχης διάταξης».

Σύμφωνα με τον κ. Ράμμο «σε μια τέτοια δε περίπτωση δεν θα μπορούσε ο εκδώσας την διάταξη λειτουργός να προβάλλει ένσταση ότι δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να του ζητηθούν ευθύνες, διότι η διάταξη είναι καθόλα νόμιμη και δεν μπορεί να θεμελιωθεί η όποια ευθύνη για νόμιμη πράξη».

Οι διαδικασίες που προβλέπονται

«Οι πειθαρχικές ευθύνες θα μπορούσαν να αναζητηθούν με βάση πειθαρχική διαδικασία που θα ήγειρε σε μια τέτοια περίπτωση ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Αστική ευθύνη θα ανέκυπτε σε μια τέτοια περίπτωση κατόπιν αγωγής θιγέντος από το μέτρο της άρσης του απορρήτου, που θα ασκούνταν μετά από την γνωστοποίηση σε αυτόν της λήψης του μέτρου, συντρεχουσών των προϋποθέσεων της διατάξεως της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 5002/22. Στην περίπτωση αυτή ο δικαστής της αποζημιώσεως θα έκρινε αν τηρήθηκαν οι όροι και η διαδικασία για την λήψη του μέτρου. Θα μπορούσε δε ο εν λόγω δικαστής να εκδώσει και προδικαστική απόφαση, για να ζητήσει από την ΑΔΑΕ να ελέγξει αν τηρήθηκαν οι όροι και η διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών στην συγκεκριμένη περίπτωση» λέει ο πρόεδρος της Αρχής.

Καταλήγει ότι «τέλος θα μπορούσε οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει την ποινική δίωξη εισαγγελικού λειτουργού εκδώσαντος διάταξη άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του, χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμοι όροι και οι προϋποθέσεις, επικαλούμενος την διάταξη του άρθρου 259 ΠΚ (παράβαση καθήκοντος)».

Η επιβολή επιπλέον πειθαρχικών κυρώσεων

Διευκρινίζει ότι «οι πιο πάνω συνέπειες αφορούν μόνο την προσωπική ευθύνη δικαστικού λειτουργού εκδώσαντος διάταξη άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμοι προς τούτο όροι ή να έχει τηρηθεί η νόμιμη διαδικασία για την έκδοση της, δεν αποκλείουν δε και την επιπλέον επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων εις βάρος της ΕΥΠ ή της ΔΑΕΕΒ (επί τη βάσει του άρθρου 11 του ν. 3115/2003) σε περίπτωση που θα δυστροπούσαν ή θα εμπόδιζαν την ελέγχουσα συγκεκριμένη άρση απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας ΑΔΑΕ από το να ελέγξει, όπως έχει κατά τα ανωτέρω αρμοδιότητα να πράξει, αν συνέτρεξαν στην περίπτωση αυτή οι νόμιμοι όροι και αν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία για την έκδοση της επίμαχης διάταξης».

Σε παρέμβασή του ο πρόεδρος της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ), Χρήστος Ράμμος διατυπώνει ενστάσεις σχετικά με το πόρισμα για την υπόθεση των υποκλοπών, που εξέδωσε η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.

Διευκρινίζοντας το ρόλο της Αρχής, σύμφωνα με τις συνταγματικές προβλέψεις, ο κ. Ράμμος σε άρθρο του στο syntagmawatch.gr. Παραθέτοντας σειρά νομοθετικών και συνταγματικών διατάξεων, ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ σημειώνει αρχικώς πως «οι εισαγγελικές διατάξεις περί άρσεως του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας είναι άμα τη εκδόσει τους άμεσα εκτελεστές. Δεν μπορεί δηλαδή ο πάροχος τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών, στον οποίο ανήκει το μέσο για το οποίο έχει διαταχθεί η άρση, να αρνηθεί να εκτελέσει την σχετική διάταξη.

Εκεί εξαντλούνται μεν οι έννομες συνέπειες των διατάξεων αυτών από την άποψη της εκτελεστότητας τους, αλλά το γεγονός της συντελεσθείσας άρσης του απορρήτου εις βάρος του θιγέντος πολίτη παραμένει και για το μέλλον ως συνέπεια μιας διάταξης».

Χρ. Ράμμος: για υποκλοπές: Άλλο νομότυπη έκδοση άρσης ή τήρηση νόμιμης διαδικασίας

Για το λόγο αυτό αναφέρει πως «κατά συνέπεια μια εισαγγελική διάταξη που έχει εκδοθεί χωρίς να έχουν τηρηθεί οι νόμιμοι όροι ή να έχει ακολουθηθεί η νόμιμη διαδικασία για την έκδοση της (όπως αυτοί/αυτή παρατέθηκαν ανωτέρω) νομοτύπως μεν εκδόθηκε, και καλώς εφαρμόσθηκε, δεν έχει όμως το γενικό τεκμήριο της νομιμότητας».

Και διευκρινίζει ότι «συγκεκριμένα ο εκδώσας αυτήν εισαγγελικός λειτουργός δεν απαλλάσσεται όμως από το να του ζητηθούν στο μέλλον με βάση καταγγελία ή ένδικο μέσο οποιουδήποτε μπορεί να θεμελιώσει σχετικό έννομο συμφέρον ευθύνες είτε πειθαρχικές, είτε αστικές, είτε ακόμη και ποινικές σε περίπτωση που διαπιστωθεί από την ΑΔΑΕ (ενεργούσα είτε κατόπιν καταγγελίας ή ερωτήματος θιγέντος πολίτη, είτε αυτεπαγγέλτως) ότι δεν τηρήθηκαν η διαδικασία ή κάποιος όρος που απαιτούνται για την έκδοση της επίμαχης διάταξης».

Σύμφωνα με τον κ. Ράμμο «σε μια τέτοια δε περίπτωση δεν θα μπορούσε ο εκδώσας την διάταξη λειτουργός να προβάλλει ένσταση ότι δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να του ζητηθούν ευθύνες, διότι η διάταξη είναι καθόλα νόμιμη και δεν μπορεί να θεμελιωθεί η όποια ευθύνη για νόμιμη πράξη».

Οι διαδικασίες που προβλέπονται

«Οι πειθαρχικές ευθύνες θα μπορούσαν να αναζητηθούν με βάση πειθαρχική διαδικασία που θα ήγειρε σε μια τέτοια περίπτωση ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Αστική ευθύνη θα ανέκυπτε σε μια τέτοια περίπτωση κατόπιν αγωγής θιγέντος από το μέτρο της άρσης του απορρήτου, που θα ασκούνταν μετά από την γνωστοποίηση σε αυτόν της λήψης του μέτρου, συντρεχουσών των προϋποθέσεων της διατάξεως της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 5002/22. Στην περίπτωση αυτή ο δικαστής της αποζημιώσεως θα έκρινε αν τηρήθηκαν οι όροι και η διαδικασία για την λήψη του μέτρου. Θα μπορούσε δε ο εν λόγω δικαστής να εκδώσει και προδικαστική απόφαση, για να ζητήσει από την ΑΔΑΕ να ελέγξει αν τηρήθηκαν οι όροι και η διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών στην συγκεκριμένη περίπτωση» λέει ο πρόεδρος της Αρχής.

Καταλήγει ότι «τέλος θα μπορούσε οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει την ποινική δίωξη εισαγγελικού λειτουργού εκδώσαντος διάταξη άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών του, χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμοι όροι και οι προϋποθέσεις, επικαλούμενος την διάταξη του άρθρου 259 ΠΚ (παράβαση καθήκοντος)».

Η επιβολή επιπλέον πειθαρχικών κυρώσεων

Διευκρινίζει ότι «οι πιο πάνω συνέπειες αφορούν μόνο την προσωπική ευθύνη δικαστικού λειτουργού εκδώσαντος διάταξη άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμοι προς τούτο όροι ή να έχει τηρηθεί η νόμιμη διαδικασία για την έκδοση της, δεν αποκλείουν δε και την επιπλέον επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων εις βάρος της ΕΥΠ ή της ΔΑΕΕΒ (επί τη βάσει του άρθρου 11 του ν. 3115/2003) σε περίπτωση που θα δυστροπούσαν ή θα εμπόδιζαν την ελέγχουσα συγκεκριμένη άρση απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφάλειας ΑΔΑΕ από το να ελέγξει, όπως έχει κατά τα ανωτέρω αρμοδιότητα να πράξει, αν συνέτρεξαν στην περίπτωση αυτή οι νόμιμοι όροι και αν τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία για την έκδοση της επίμαχης διάταξης».

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία