Χρονιά - μεταίχμιο για την οικονομία το 2021
29/12/2020 07:00
29/12/2020 07:00
Ισχνή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας «βλέπουν» για το 2021 οι διεθνείς οργανισμοί με τη χρονιά που μόλις μπήκε να χαρακτηρίζεται περισσότερο σαν μία χρονιά σταθεροποίησης και κάλυψης των τρομακτικών απωλειών που υπέστη η αγορά και οι οποίες δεν αποκλείεται να ξεπεράσουν το ιλιγγιώδες ποσό των 50 δισ. ευρώ!
Οι εκτιμήσεις που είχαν διατυπωθεί από οικονομολόγους για ανάκαμψη τύπου V (απότομη εκτόξευση δηλαδή της οικονομικής δραστηριότητας μετά την απότομη συρρίκνωση), δεν φαίνεται να επαληθεύονται καθώς το αποτύπωμα που αφήνει η πανδημία στον παραγωγικό ιστό δεν φαίνεται να… σβήνει εύκολα.
Όλες οι βασικές προβλέψεις του προϋπολογισμού στηρίζονται στο σενάριο ότι τα περιοριστικά μέτρα, άρα και τα μέτρα στήριξης της οικονομίας θα συνεχισθούν μέχρι και τον Απρίλιο, οπότε και αναμένεται σοβαρή υποχώρηση της πανδημίας.
Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, η ελληνική οικονομία το 2021 εκτιμάται ότι θα σημειώσει ανάπτυξη 4,8%, ενώ το πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα θα περιοριστεί στο 3,8% του ΑΕΠ. Σε διαφορετική περίπτωση, το πρωτογενές έλλειμμα του 2020 εκτιμάται ότι θα επιβαρυνθεί ως 1,5 ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ. Η ύφεση φέτος θα κυμανθεί στο 10,5%.
Το χρέος αναμένεται να αρχίσει να υποχωρεί από το 2021 προς τα επίπεδα του 199,6% του ΑΕΠ, μετά την εκτίναξη του στο 208,9% του ΑΕΠ φέτος.
Σταδιακή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το 2021 προβλέπει ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας. Η ανάκαμψη προβλέπεται να επιταχυνθεί το 2022, καθώς, όπως αναφέρει η έκθεση, ο κορονοϊός θα έχει ελεγχθεί καλύτερα με πιο γενικούς εμβολιασμούς, οι περιορισμοί θα χαλαρώνουν σε παγκόσμιο επίπεδο και η κυβέρνηση θα υλοποιεί νέα επενδυτικά προγράμματα.
Ο οργανισμός εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί φέτος κατά 10,1% για να αναπτυχθεί 0,9% το 2021 και 6,6% το 2022. Η ανεργία προβλέπεται ότι θα κινηθεί κοντά στα προ της κρίσης επίπεδα. Για το 2020 το ποσοστό ανεργίας εκτιμάται στο 16,9% από 17,3% πέρυσι, για να αυξηθεί στο 17,8% το 2021.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η πολύ αδύναμη τουριστική δραστηριότητα και τα νέα περιοριστικά μέτρα για τον έλεγχο του κορονοϊού εξασθενίζουν την ανάκαμψη.
Aμετάβλητη στο 9% το 2020, σε σχέση με τις καλοκαιρινές προβλέψεις, διατήρησε η Κομισιόν την εκτίμηση της για το ύψος της ύφεσης φέτος στη χώρα μας. Στις φθινοπωρινές προβλέψεις που δεν έλαβαν υπόψιν τις επιπτώσεις του δεύτερου lockdown, η Κομισιόν δίνει τα εύσημα στην κυβέρνηση για τα μέτρα στήριξης που έχει λάβει.
Ωστόσο αναθεώρησε προς τα κάτω τη πρόβλεψη της για το 2021, εκτιμώντας ότι η ελληνική οικονομία θα επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης 5% (από 6% που εκτιμούσε το καλοκαίρι) και 3,5% το 2022.
Το πρωτογενές έλλειμμα θα διαμορφωθεί φέτος στο 6,9% του ΑΕΠ, στο 6,3% του ΑΕΠ το 2021 και στο 3,4% του ΑΕΠ το 2022. Όσον αφορά το χρέος, θα αυξηθεί στο 207% του ΑΕΠ, για να περιοριστεί στο 200,7% και στο 194,8% του ΑΕΠ το 2022.
Δυσμενείς είναι οι προβλέψεις του ΔΝΤ, το οποίο δεν… φημίζεται για την ακρίβεια των εκτιμήσεών του, σχετικά με τις αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδας, καθώς κινούνται σε άλλο μήκος κύματος αν συγκριθούν με τις προβλέψεις της κυβέρνησης.
Για την Ελλάδα, το Ταμείο στην έκθεσή του, εκτιμά ότι φέτος η συρρίκνωση του ΑΕΠ θα είναι 9,5%, λίγο μικρότερη από τις αρχικές προβλέψεις για ύφεση 10%. Για το 2021, δεν φαίνεται να συμμερίζεται τις εκτιμήσεις που περιλήφθηκαν στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για άνοδο του ΑΕΠ κατά 7,5% (ή 4,5% στο χειρότερο σενάριο), καθώς εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι μόλις 4,1%.
Οι εκτιμήσεις για το ΑΕΠ
Η ελληνική οικονομία θα έχει, σύμφωνα με το Ταμείο, αισθητά χειρότερες επιδόσεις από την οικονομία της ευρωζώνης, όπου το ΑΕΠ φέτος προβλέπεται να μειωθεί κατά 8,3%, ενώ το 2021 αναμένεται αύξηση κατά 5,2%.
Αναφορικά με τον μακροπρόθεσμο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, ένα δείκτη που έχει καίρια σημασία και για την μελέτη της βιωσιμότητας του χρέους, το Ταμείο δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Παρά τις μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει, ο μακροπρόθεσμος ρυθμός ανάπτυξης, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, έχει «κολλήσει» στο ασθενικό 1%.
Η έκθεση υπολογίζει μία απότομη συρρίκνωση της οικονομίας εντός του 2020 και στη συνέχεια μια σταδιακή ανάκαμψη, η οποία αποδίδεται: στις επενδύσεις που συνδέονται με τις ιδιωτικοποιήσεις, στις πρώτες δόσεις επιχορηγήσεων από το πρόγραμμα ανάκαμψης της ΕΕ, στις υψηλότερες εξαγωγές αγαθών, στην άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Κίνδυνοι και προκλήσεις
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, σημαντικές αβεβαιότητες και αρνητικοί κίνδυνοι συνεχίζουν να απειλούν την ελληνική οικονομία. Δυνητικές υποχρεώσεις της κυβέρνησης θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν από νέες και υφιστάμενες κρατικές εγγυήσεις, την πιθανή πρόσθετη στήριξη σε τράπεζες και επιχειρήσεις στα πλαίσια ενός δυσμενούς σεναρίου και από συνεχιζόμενες δικαστικές υποθέσεις ενάντια σε βασικές μεταρρυθμίσεις του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Ένα νέο κύμα μη εξυπηρετούμενων δανείων θα μπορούσε να αναδυθεί στον τραπεζικό τομέα μετά την υποχώρηση των κυβερνητικών μέτρων στήριξης και των εποπτικών διευκολύνσεων.
Επισημαίνεται βέβαια, πως η μεσοπρόθεσμη δυνατότητα αποπληρωμής του δημοσίου χρέους της Ελλάδας παραμένει επαρκής. Αυτό αντανακλά τις διαχειρίσιμες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες υπό το βασικό σενάριο, που οφείλονται μερικώς στην αυξημένη στήριξη από την ΕΕ και την ΕΚΤ, καθώς και από το σημαντικό μαξιλάρι ρευστότητας.
Η δημοσιονομική στήριξη θα πρέπει να είναι εμπροσθοβαρής, σύμφωνα πάντα με το Ταμείο, ενόψει της εκταμίευσης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης (αναμένεται περίπου στα μέσα του 2021) και το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής θα πρέπει να βελτιωθεί δίνοντας προτεραιότητα στις δαπάνες υγείας, στην αντιμετώπιση των κενών κάλυψης στο Κοινωνικό Επίδομα Αλληλεγγύης, και στην επέκταση των ευκαιριών για την επανακατάρτιση του εργατικού δυναμικού.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 25-27 Δεκεμβρίου 2020.
Ισχνή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας «βλέπουν» για το 2021 οι διεθνείς οργανισμοί με τη χρονιά που μόλις μπήκε να χαρακτηρίζεται περισσότερο σαν μία χρονιά σταθεροποίησης και κάλυψης των τρομακτικών απωλειών που υπέστη η αγορά και οι οποίες δεν αποκλείεται να ξεπεράσουν το ιλιγγιώδες ποσό των 50 δισ. ευρώ!
Οι εκτιμήσεις που είχαν διατυπωθεί από οικονομολόγους για ανάκαμψη τύπου V (απότομη εκτόξευση δηλαδή της οικονομικής δραστηριότητας μετά την απότομη συρρίκνωση), δεν φαίνεται να επαληθεύονται καθώς το αποτύπωμα που αφήνει η πανδημία στον παραγωγικό ιστό δεν φαίνεται να… σβήνει εύκολα.
Όλες οι βασικές προβλέψεις του προϋπολογισμού στηρίζονται στο σενάριο ότι τα περιοριστικά μέτρα, άρα και τα μέτρα στήριξης της οικονομίας θα συνεχισθούν μέχρι και τον Απρίλιο, οπότε και αναμένεται σοβαρή υποχώρηση της πανδημίας.
Υπό αυτές τις προϋποθέσεις, η ελληνική οικονομία το 2021 εκτιμάται ότι θα σημειώσει ανάπτυξη 4,8%, ενώ το πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα θα περιοριστεί στο 3,8% του ΑΕΠ. Σε διαφορετική περίπτωση, το πρωτογενές έλλειμμα του 2020 εκτιμάται ότι θα επιβαρυνθεί ως 1,5 ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ. Η ύφεση φέτος θα κυμανθεί στο 10,5%.
Το χρέος αναμένεται να αρχίσει να υποχωρεί από το 2021 προς τα επίπεδα του 199,6% του ΑΕΠ, μετά την εκτίναξη του στο 208,9% του ΑΕΠ φέτος.
Σταδιακή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το 2021 προβλέπει ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας. Η ανάκαμψη προβλέπεται να επιταχυνθεί το 2022, καθώς, όπως αναφέρει η έκθεση, ο κορονοϊός θα έχει ελεγχθεί καλύτερα με πιο γενικούς εμβολιασμούς, οι περιορισμοί θα χαλαρώνουν σε παγκόσμιο επίπεδο και η κυβέρνηση θα υλοποιεί νέα επενδυτικά προγράμματα.
Ο οργανισμός εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί φέτος κατά 10,1% για να αναπτυχθεί 0,9% το 2021 και 6,6% το 2022. Η ανεργία προβλέπεται ότι θα κινηθεί κοντά στα προ της κρίσης επίπεδα. Για το 2020 το ποσοστό ανεργίας εκτιμάται στο 16,9% από 17,3% πέρυσι, για να αυξηθεί στο 17,8% το 2021.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η πολύ αδύναμη τουριστική δραστηριότητα και τα νέα περιοριστικά μέτρα για τον έλεγχο του κορονοϊού εξασθενίζουν την ανάκαμψη.
Aμετάβλητη στο 9% το 2020, σε σχέση με τις καλοκαιρινές προβλέψεις, διατήρησε η Κομισιόν την εκτίμηση της για το ύψος της ύφεσης φέτος στη χώρα μας. Στις φθινοπωρινές προβλέψεις που δεν έλαβαν υπόψιν τις επιπτώσεις του δεύτερου lockdown, η Κομισιόν δίνει τα εύσημα στην κυβέρνηση για τα μέτρα στήριξης που έχει λάβει.
Ωστόσο αναθεώρησε προς τα κάτω τη πρόβλεψη της για το 2021, εκτιμώντας ότι η ελληνική οικονομία θα επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης 5% (από 6% που εκτιμούσε το καλοκαίρι) και 3,5% το 2022.
Το πρωτογενές έλλειμμα θα διαμορφωθεί φέτος στο 6,9% του ΑΕΠ, στο 6,3% του ΑΕΠ το 2021 και στο 3,4% του ΑΕΠ το 2022. Όσον αφορά το χρέος, θα αυξηθεί στο 207% του ΑΕΠ, για να περιοριστεί στο 200,7% και στο 194,8% του ΑΕΠ το 2022.
Δυσμενείς είναι οι προβλέψεις του ΔΝΤ, το οποίο δεν… φημίζεται για την ακρίβεια των εκτιμήσεών του, σχετικά με τις αναπτυξιακές προοπτικές της Ελλάδας, καθώς κινούνται σε άλλο μήκος κύματος αν συγκριθούν με τις προβλέψεις της κυβέρνησης.
Για την Ελλάδα, το Ταμείο στην έκθεσή του, εκτιμά ότι φέτος η συρρίκνωση του ΑΕΠ θα είναι 9,5%, λίγο μικρότερη από τις αρχικές προβλέψεις για ύφεση 10%. Για το 2021, δεν φαίνεται να συμμερίζεται τις εκτιμήσεις που περιλήφθηκαν στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για άνοδο του ΑΕΠ κατά 7,5% (ή 4,5% στο χειρότερο σενάριο), καθώς εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα είναι μόλις 4,1%.
Οι εκτιμήσεις για το ΑΕΠ
Η ελληνική οικονομία θα έχει, σύμφωνα με το Ταμείο, αισθητά χειρότερες επιδόσεις από την οικονομία της ευρωζώνης, όπου το ΑΕΠ φέτος προβλέπεται να μειωθεί κατά 8,3%, ενώ το 2021 αναμένεται αύξηση κατά 5,2%.
Αναφορικά με τον μακροπρόθεσμο ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, ένα δείκτη που έχει καίρια σημασία και για την μελέτη της βιωσιμότητας του χρέους, το Ταμείο δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Παρά τις μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει, ο μακροπρόθεσμος ρυθμός ανάπτυξης, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, έχει «κολλήσει» στο ασθενικό 1%.
Η έκθεση υπολογίζει μία απότομη συρρίκνωση της οικονομίας εντός του 2020 και στη συνέχεια μια σταδιακή ανάκαμψη, η οποία αποδίδεται: στις επενδύσεις που συνδέονται με τις ιδιωτικοποιήσεις, στις πρώτες δόσεις επιχορηγήσεων από το πρόγραμμα ανάκαμψης της ΕΕ, στις υψηλότερες εξαγωγές αγαθών, στην άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Κίνδυνοι και προκλήσεις
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, σημαντικές αβεβαιότητες και αρνητικοί κίνδυνοι συνεχίζουν να απειλούν την ελληνική οικονομία. Δυνητικές υποχρεώσεις της κυβέρνησης θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν από νέες και υφιστάμενες κρατικές εγγυήσεις, την πιθανή πρόσθετη στήριξη σε τράπεζες και επιχειρήσεις στα πλαίσια ενός δυσμενούς σεναρίου και από συνεχιζόμενες δικαστικές υποθέσεις ενάντια σε βασικές μεταρρυθμίσεις του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Ένα νέο κύμα μη εξυπηρετούμενων δανείων θα μπορούσε να αναδυθεί στον τραπεζικό τομέα μετά την υποχώρηση των κυβερνητικών μέτρων στήριξης και των εποπτικών διευκολύνσεων.
Επισημαίνεται βέβαια, πως η μεσοπρόθεσμη δυνατότητα αποπληρωμής του δημοσίου χρέους της Ελλάδας παραμένει επαρκής. Αυτό αντανακλά τις διαχειρίσιμες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες υπό το βασικό σενάριο, που οφείλονται μερικώς στην αυξημένη στήριξη από την ΕΕ και την ΕΚΤ, καθώς και από το σημαντικό μαξιλάρι ρευστότητας.
Η δημοσιονομική στήριξη θα πρέπει να είναι εμπροσθοβαρής, σύμφωνα πάντα με το Ταμείο, ενόψει της εκταμίευσης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης (αναμένεται περίπου στα μέσα του 2021) και το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής θα πρέπει να βελτιωθεί δίνοντας προτεραιότητα στις δαπάνες υγείας, στην αντιμετώπιση των κενών κάλυψης στο Κοινωνικό Επίδομα Αλληλεγγύης, και στην επέκταση των ευκαιριών για την επανακατάρτιση του εργατικού δυναμικού.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 25-27 Δεκεμβρίου 2020.
ΣΧΟΛΙΑ