Δ. Τζανακόπουλος: «Το επιτελείο του Μαξίμου προχωρά σε μια λογική διάχυσης των ευθυνών»
08/03/2023 16:48
08/03/2023 16:48
Σε παρέμβασή του στο Open στην εκπομπή «Ώρα Ελλάδος» ο Βουλευτής Δημήτρης Τζανακόπουλος αναφερόμενος στην υποψηφιότητα του κ. Καραμανλή μετά την τραγωδία των Τεμπών υπογράμμισε: «Οι Έλληνες πολίτες βλέπουν μια συνολική κατάρρευση των δημόσιων δομών. Εκτός από τους πολιτικούς, δηλαδή αυτό που ονομάζουμε πολιτευτές, βουλευτές, υπουργούς, υπάρχουν και πολιτικές. Υπάρχουν δηλαδή ιδεολογικές πολιτικές κατευθύνσεις, οι οποίες ακολουθούνται από διαφορετικές πολιτικές δυνάμεις».
Όπως τόνισε, «αυτό που βρίσκεται πίσω από την τραγωδία των Τεμπών είναι μια πολιτική επιλογή της κυβέρνησης να απαξιώσει τον ΟΣΕ. Έχουμε ανθρώπους οι οποίοι δουλεύουν 20 μέρες χωρίς ρεπό. Έχουμε ανθρώπους οι οποίοι δεν μπορούν να καλύψουν τις αναγκαίες βάρδιες, ικανοποιώντας τις εγγυήσεις ασφαλείας για τη λειτουργία του σιδηρόδρομου. Την περίοδο 2015-2019 καταφέραμε να αυξήσουμε μέσα σε πραγματικά μεγάλη δημοσιονομική δυσκολία τους εργαζόμενους στον ΟΣΕ σε 1300, όταν είχαν φτάσει περίπου στους 900 το 2014. Σταδιακά, από το 2019 και μετά, έχουμε φτάσει να έχουμε 750 εργαζόμενους χωρίς να ξέρουμε καν πόσοι ακριβώς από αυτούς είναι με μπλοκάκι ή είναι εργολαβικοί εργαζόμενοι, άνθρωποι δηλαδή οι οποίοι δεν έχουν καμία εμπειρία, δεν έχουν την απαραίτητη εκπαίδευση και δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις εγγυήσεις ασφαλείας».
Μάλιστα επεσήμανε ο Βουλευτής: «Η λογική την οποία ακολουθούσε αυτή η κυβέρνηση και υλοποιούσε ο κ. Καραμανλής ήταν το έργο του ΟΣΕ να δοθεί σε ΣΔΙΤ, σε σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Ακριβώς γι αυτό το λόγο δεν υπήρξε η μέριμνα για να ενισχυθεί ο ΟΣΕ με εργαζόμενους, για να υπάρξουν επενδύσεις στο δίκτυο. Διότι θεωρούσε η κυβέρνηση ότι όλο αυτό θα γίνει από μια σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, την οποία η κυβέρνηση οργάνωνε. Αυτή είναι η λογική που κρύβεται πίσω από αυτό το τραγικό δυστύχημα».
Στη συνέχεια σχολίασε ότι «το επιτελείο του Μαξίμου το απασχολεί η επικοινωνιακή διαχείριση της τραγωδίας. Αυτό σημαίνει ότι προχωρά σε μια λογική διάχυσης των ευθυνών. Ακόμα και η συγγνώμη του κυρίου Μητσοτάκη που ήρθε μετά το διάγγελμά του, στο οποίο είχε προεξοφλήσει την προσωπική ευθύνη κυρίως του σταθμάρχη για το ατύχημα, ήταν μια συγγνώμη η οποία ζητήθηκε στο όνομα όλων όσων κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια. Δεν ήταν μια συγγνώμη προσωπική για πολιτικές επιλογές δικές του. Με λίγα λόγια η κυβέρνηση προσπαθεί να πει ότι όλοι έχουν ευθύνες, άρα κανένας δεν έχει ευθύνη».
Όπως χαρακτηριστικά είπε ο Δ. Τζανακόπουλος: «Όταν έχουμε μια τραγωδία που συντελέστηκε επί κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας, πέραν από την αντικειμενική ευθύνη, υπάρχει και η υποκειμενική ευθύνη η οποία ορίζεται από τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν. Το 2019 έκλεισε η τηλεδιοίκηση. Το 2020 έκλεισε ο δευτεροβάθμιος έλεγχος στην οδό Καρόλου στην Αθήνα, όπου αποτελούσε μια ακόμα εγγύηση ασφάλειας. Οι εργαζόμενοι μειώθηκαν κατά 550. Έχουμε δηλαδή μια συνολική κατάσταση κατάρρευσης και απαξίωσης του οργανισμού». Και υπενθύμισε ότι «ακόμα και η σύμβαση 717 ήταν κατά 68% ολοκληρωμένη όταν παραδόθηκε στην ΝΔ βάσει του χθεσινού εγγράφου».
Κλείνοντας τη συνέντευξη ο Δ. Τζανακόπουλος ξεκαθάρισε: «Για το θέμα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ οι συμβάσεις που έχει υπογράψει το ελληνικό Δημόσιο υπό την πίεση της τρόικας είναι δεσμευτικές. Από εκεί και πέρα, η βασική αρχή είναι ότι θα πρέπει να δούμε και να βρούμε τρόπους ώστε το Δημόσιο να εμπλακεί ενεργά σε όσο το δυνατόν περισσότερες περιοχές του κοινωνικού. Η πολιτική για την ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ ξεκίνησε επί της κυβέρνησης Καραμανλή το 2007 με τη διάσπαση της εταιρείας σε διαφορετικές εταιρείες και είχε υπογραφεί ήδη συμφωνία για την ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ πριν αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ».
08/03/2023 15:20
Σε παρέμβασή του στο Open στην εκπομπή «Ώρα Ελλάδος» ο Βουλευτής Δημήτρης Τζανακόπουλος αναφερόμενος στην υποψηφιότητα του κ. Καραμανλή μετά την τραγωδία των Τεμπών υπογράμμισε: «Οι Έλληνες πολίτες βλέπουν μια συνολική κατάρρευση των δημόσιων δομών. Εκτός από τους πολιτικούς, δηλαδή αυτό που ονομάζουμε πολιτευτές, βουλευτές, υπουργούς, υπάρχουν και πολιτικές. Υπάρχουν δηλαδή ιδεολογικές πολιτικές κατευθύνσεις, οι οποίες ακολουθούνται από διαφορετικές πολιτικές δυνάμεις».
Όπως τόνισε, «αυτό που βρίσκεται πίσω από την τραγωδία των Τεμπών είναι μια πολιτική επιλογή της κυβέρνησης να απαξιώσει τον ΟΣΕ. Έχουμε ανθρώπους οι οποίοι δουλεύουν 20 μέρες χωρίς ρεπό. Έχουμε ανθρώπους οι οποίοι δεν μπορούν να καλύψουν τις αναγκαίες βάρδιες, ικανοποιώντας τις εγγυήσεις ασφαλείας για τη λειτουργία του σιδηρόδρομου. Την περίοδο 2015-2019 καταφέραμε να αυξήσουμε μέσα σε πραγματικά μεγάλη δημοσιονομική δυσκολία τους εργαζόμενους στον ΟΣΕ σε 1300, όταν είχαν φτάσει περίπου στους 900 το 2014. Σταδιακά, από το 2019 και μετά, έχουμε φτάσει να έχουμε 750 εργαζόμενους χωρίς να ξέρουμε καν πόσοι ακριβώς από αυτούς είναι με μπλοκάκι ή είναι εργολαβικοί εργαζόμενοι, άνθρωποι δηλαδή οι οποίοι δεν έχουν καμία εμπειρία, δεν έχουν την απαραίτητη εκπαίδευση και δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις εγγυήσεις ασφαλείας».
Μάλιστα επεσήμανε ο Βουλευτής: «Η λογική την οποία ακολουθούσε αυτή η κυβέρνηση και υλοποιούσε ο κ. Καραμανλής ήταν το έργο του ΟΣΕ να δοθεί σε ΣΔΙΤ, σε σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Ακριβώς γι αυτό το λόγο δεν υπήρξε η μέριμνα για να ενισχυθεί ο ΟΣΕ με εργαζόμενους, για να υπάρξουν επενδύσεις στο δίκτυο. Διότι θεωρούσε η κυβέρνηση ότι όλο αυτό θα γίνει από μια σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, την οποία η κυβέρνηση οργάνωνε. Αυτή είναι η λογική που κρύβεται πίσω από αυτό το τραγικό δυστύχημα».
Στη συνέχεια σχολίασε ότι «το επιτελείο του Μαξίμου το απασχολεί η επικοινωνιακή διαχείριση της τραγωδίας. Αυτό σημαίνει ότι προχωρά σε μια λογική διάχυσης των ευθυνών. Ακόμα και η συγγνώμη του κυρίου Μητσοτάκη που ήρθε μετά το διάγγελμά του, στο οποίο είχε προεξοφλήσει την προσωπική ευθύνη κυρίως του σταθμάρχη για το ατύχημα, ήταν μια συγγνώμη η οποία ζητήθηκε στο όνομα όλων όσων κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια. Δεν ήταν μια συγγνώμη προσωπική για πολιτικές επιλογές δικές του. Με λίγα λόγια η κυβέρνηση προσπαθεί να πει ότι όλοι έχουν ευθύνες, άρα κανένας δεν έχει ευθύνη».
Όπως χαρακτηριστικά είπε ο Δ. Τζανακόπουλος: «Όταν έχουμε μια τραγωδία που συντελέστηκε επί κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας, πέραν από την αντικειμενική ευθύνη, υπάρχει και η υποκειμενική ευθύνη η οποία ορίζεται από τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν. Το 2019 έκλεισε η τηλεδιοίκηση. Το 2020 έκλεισε ο δευτεροβάθμιος έλεγχος στην οδό Καρόλου στην Αθήνα, όπου αποτελούσε μια ακόμα εγγύηση ασφάλειας. Οι εργαζόμενοι μειώθηκαν κατά 550. Έχουμε δηλαδή μια συνολική κατάσταση κατάρρευσης και απαξίωσης του οργανισμού». Και υπενθύμισε ότι «ακόμα και η σύμβαση 717 ήταν κατά 68% ολοκληρωμένη όταν παραδόθηκε στην ΝΔ βάσει του χθεσινού εγγράφου».
Κλείνοντας τη συνέντευξη ο Δ. Τζανακόπουλος ξεκαθάρισε: «Για το θέμα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ οι συμβάσεις που έχει υπογράψει το ελληνικό Δημόσιο υπό την πίεση της τρόικας είναι δεσμευτικές. Από εκεί και πέρα, η βασική αρχή είναι ότι θα πρέπει να δούμε και να βρούμε τρόπους ώστε το Δημόσιο να εμπλακεί ενεργά σε όσο το δυνατόν περισσότερες περιοχές του κοινωνικού. Η πολιτική για την ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ ξεκίνησε επί της κυβέρνησης Καραμανλή το 2007 με τη διάσπαση της εταιρείας σε διαφορετικές εταιρείες και είχε υπογραφεί ήδη συμφωνία για την ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ πριν αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ».
ΣΧΟΛΙΑ