Δημήτρης Κούρτης: «Η Τουρκία δεν πρόκειται να συνομολογήσει τις θηριωδίες»
19/05/2023 10:29
19/05/2023 10:29
Του Νίκου Ασλανίδη
Φέτος λόγω προεκλογικής περιόδου, οι εκδηλώσεις μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου ήταν περιορισμένες. Ακόμη λιγότερες ήταν τα δύο προηγούμενα χρόνια λόγω της πανδημίας.
Από το 1994 όμως η 19η Μαΐου καθιερώθηκε ως ημέρα μνήμης για τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού με ομόφωνη απόφαση της Βουλής των Ελλήνων. Γιατί λοιπόν η ελληνική πολιτεία δεν αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για να διοργανώσει εκδηλώσεις μνήμης; Στο ερώτημα αυτό -και όχι μόνο- απαντά ο Δημήτριος Κούρτης που είναι διδάκτωρ διεθνούς δικαίου της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Έλαβε το διδακτορικό του με «άριστα» και η διατριβή του, η οποία χρηματοδοτήθηκε από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας, είχε θέμα «Γενοκτονία και το δικαίωμα στην ύπαρξη στο διεθνές ποινικό δίκαιο». Είναι εντεταλμένος διδασκαλίας στη Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας και έχει δημοσιεύσει πολλά άρθρα σε διεθνούς φήμης νομικά περιοδικά.
Πώς ασχοληθήκατε με τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου;
Στην ενασχόληση με τη Γενοκτονία των Χριστιανικών Πληθυσμών της Ανατολίας και συνεπώς της Γενοκτονίας του Ελληνισμού του Ευξείνου Πόντου με οδήγησε η διδακτορική μου έρευνα. Το αντικείμενο της διατριβής μου που εκπόνησα στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου στην αγγλική γλώσσα ήταν «Genocide and the right to exist in international criminal law».
Στο πλαίσιο της έρευνας οδηγήθηκα σε μία ανασύσταση της νομικής ιστορίας των επίμαχων γενοκτονιών και στην αξιολόγηση του νομικού καθεστώς των αντίστοιχων εγκλημάτων θηριωδίας υπό το διεθνές δίκαιο, όπως εκείνο είχε στις απαρχές του προηγούμενου αιώνα. Έκτοτε, χάρη και στο ανυπέρβλητο πολιτιστικό και μνημονικό αποτύπωμα του Ελληνισμού του Πόντου, θεραπεύω διδακτικά και ερευνητικά το ως άνω αντικείμενο.
Φέτος λόγω εκλογών οι εκδηλώσεις μνήμης ήταν περιορισμένες. Μήπως η ημέρα μνήμης για την ποντιακή γενοκτονία πρέπει να είναι αμετάθετη και να οργανώνονται εκδηλώσεις σε όλη τη χώρα από την επίσημη ελληνική πολιτεία;
Όπως έχω υποστηρίξει και στο πλαίσιο σχετικής επιστημονικής αρθρογραφίας, η συλλογική μνήμη της Γενοκτονίας δεν αποτελεί μονάχα ηθικό ή πολιτικό αλλά και κανονιστικό ζήτημα. Η Ελλάδα προέβη στην υιοθέτηση ενός μνημονικού νόμου (ν. 2193/1994), χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε αναφορά στο μείζον, ήτοι στη δημιουργία μίας ολοκληρωμένης νομικής και διπλωματικής στρατηγικής με σκοπό την οριστική δικαίωση των αρχικών και διαγενεακών θυμάτων της θηριωδίας.
Φυσικά, η υιοθέτηση του νόμου ήταν στην εποχή της μία κορυφαία πράξη. Ωστόσο, σήμερα η επιστήμη του διεθνούς δικαίου, των μνημονικών σπουδών και των σπουδών μεταβατικής δικαιοσύνης σε συνδυασμό με την ανάπτυξη σειράς καλών πρακτικών στο πεδίο υπαγορεύουν μία διαφορετική προσέγγιση του θέματος. Πρώτα-πρώτα, η πολιτεία πρέπει να ίσταται αρωγός στις εκδηλώσεις μνήμης και στον αγώνα για δικαίωση, αλλά δεν πρέπει να κατακυριαρχεί στη διοργάνωση. Ασφαλώς, το ελληνικό κράτος δικαιούται και υποχρεούται να τιμά τη μνήμη των θυμάτων, αλλά ο πρώτος λόγος ανήκει στους απογόνους των θυμάτων, που είναι και οι ίδιοι διαγενεακά θύματα της θηριωδίας.
Εξάλλου, η ημέρα μνήμης έχει τη σημασία της και τον ιστορικο-συμβολικό της φόρτο, είναι όπως λέμε στην επιστήμη απότοκο ενός κινήματος μνήμης «από τα κάτω» και αυτός ο χαρακτήρας πρέπει να διαφυλαχθεί. Δεν μπορεί να γίνεται αφορμή για μικροπολιτικές, όπως λ.χ. θα συνέβαινε εάν ο κάθε υπουργός ή δήμαρχος διοργάνωνε τη δική του εκδήλωση στις 19 Μαΐου, ούτε να μετατίθεται ωσάν κάποιου είδους αργία. Είναι μνημονικό ορόσημο. Επιτρέπει στα θύματα μίας διαγενεακής θηριωδίας να θρηνήσουν τους νεκρούς τους, να τιμήσουν τη μνήμη τους και να διατρανώσουν την παρουσία τους σε χρόνο παρελθόντα (όσοι/-ες επέζησαν), παρόντα (όσοι/-ες συμμετέχουν) και μέλλοντα (όσες/-οι θα αγωνίζονται μέχρι την τελική δικαίωση).
Τα τελευταία χρόνια ορισμένοι μιλούν για εθνοκάθαρση και όχι Γενοκτονία. Εσείς τι πιστεύετε;
Θεωρώ τη συζήτηση άνευ αντικειμένου. Ο όρος «εθνοκάθαρση» δεν είναι νομικός. Έκανε την εμφάνισή του στο πλαίσιο του γιουγκοσλαβικού πολέμου για να περιγράψει τις επιδιώξεις των Σέρβων και Σερβο-βοσνίων. Με αυτόν τον ατυχή όρο που υιοθετεί τη λογική του δράστη διεθνών εγκλημάτων (ήτοι τη λογική της depuration/αποκάθαρσης ωσάν τα θύματα να ήταν κάτι μιαρό) αποδίδεται μία σειρά αξιόποινων πράξεων, μεταξύ των οποίων και το έγκλημα της γενοκτονίας, αλλά και πληθώρα εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.
Στην περίπτωση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Ευξείνου Πόντου, εφόσον η έρευνα συντείνει στη θεμελίωση της ειδικής πρόθεσης καταστροφής εν όλω ή εν μέρει της στοχευόμενης ομάδας, εγώ ως νομικός μιλώ για γενοκτονία avant la lettre, δηλαδή πριν την υιοθέτηση της Σύμβασης του ΟΗΕ του 1948. Αυτού το είδους οι γενοκτονίες τελούν σε νομικά γκρίζα ζώνη, καθώς όταν τελέστηκαν απουσίαζε το νομικό πλαίσιο διώξής τους ως αξιόποινων πράξεων.
Υπάρχει διαμάχη στο πεδίο της επιστήμης για το εάν και κατά πόσον αυτές οι γενοκτονίες μπορούν να ρυθμιστούν εκ των υστέρων με τρόπο νομικό. Ωστόσο, στις σπουδές γενοκτονίας γίνεται δεκτό ότι εφόσον μία θηριωδία, όπως η Γενοκτονία των Ελλήνων του Εύξεινου Πόντου, φέρει όλα τα χαρακτηριστικά του εγκλήματος, όπως προβλέπεται στα Αρθρ. ΙΙ και ΙΙΙ της Σύμβασης, ένας μόνον χαρακτηρισμός αρμόζει: γενοκτονία.
Παρά το γεγονός ότι η Γενοκτονία έχει αναγνωριστεί από τη Διεθνή Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών από το 2007, λίγες χώρες την έχουν αναγνωρίσει διεθνώς. Γιατί;
Γιατί η Γενοκτονία των Ελλήνων ως γενοκτονία avant la lettre, πριν δηλαδή της υιοθέτηση μίας νομικά δεσμευτικής πράξης, όπως η Σύμβαση του 1948, μπορεί να αναγνωριστεί με πράξεις πολιτικής και όχι με δικαστικές αποφάσεις. Όσο περισσότερες πράξεις πολιτικής αναγνώρισης επιτυγχάνονται τόσο ισχυρότερη γίνεται η αξίωση των απογόνων των θυμάτων για τη μνήμη, την αλήθεια και τη δικαιοσύνη. Οι πράξεις πολιτικής, π.χ. νόμος, ψήφισμα εθνικής βουλής ή κυβερνητική διακήρυξη, ανήκουν στον σκληρό πυρήνα της πολιτικής κυριαρχίας και συναρτώνται με την εξωτερική πολιτική κάθε κράτους.
Δείτε λ.χ. πόσα χρόνια χρειάστηκαν οι Αρμένιοι για να λάβουν μία επίσημη και ευθεία δήλωση αναγνώρισης από τον Πρόεδρο Μπάιντεν (2021). Από την άλλη, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι δεν έχουν γίνει αντιληπτές πλήρως ούτε από τον οργανωμένο ποντιακό χώρο ούτε από την πολιτεία οι νομικές προκλήσεις. Για να καταπολεμηθεί το φαινόμενο των αρνητών και να ισχυροποιηθεί νομικά η θέση των απογόνων των θυμάτων χρειάζονται πολιτικές αναγνωρίσεις από φορείς που κατά το διεθνές δίκαιο δεσμεύουν τα κράτη τους, δηλαδή εθνικά κοινοβούλια ή κυβερνητικές αρχές.
Τι σχέδιο δράσης θα προτείνατε για τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού;
Όπως έχω υποστηρίξει και άλλοτε απαιτείται ολοκληρωμένη νομική στρατηγική, η οποία θα αποβλέπει σε νομικά σημαντικές πράξεις αναγνώρισης. Αυτές κατ’ ανάγκη πρέπει να προέρχονται από τα εθνικά κοινοβούλια ή τις κυβερνήσεις. Οι υπόλοιποι φορείς μόνον συμβολική συνεισφορά μπορούν να έχουν. Δεν αρκούν επίσημες εκδηλώσεις ή διαβήματα, απαιτείται η παρουσίαση ενός συνεκτικού νομικού δόγματος που να εξηγεί γιατί η Γενοκτονία των Ελλήνων του Ευξείνου Πόντου είναι ιστορικά αλλά και νομικά γενοκτονία, ποιοι έχουν δικαίωμα σε επανόρθωση και τι είδους επανόρθωση ζητούν.
Πρόκειται για προκλήσεις που έχουν αντιμετωπίσει και οι Αρμένιοι. Μπορούμε να διδαχθούμε από το παράδειγμά τους. Λ.χ. μπορούμε με σχετική ασφάλεια να πούμε ότι οι απόγονοι των θυμάτων της Γενοκτονίας δε θα ήταν σκόπιμο να προσφύγουν στα αμερικανικά δικαστήρια με βάση τα ασφαλιστήρια ζωής των προγόνων τους, καθώς αντίστοιχες υποθέσεις που αφορούσαν Αρμενίους είχαν πολύ περιορισμένο βαθμό επιτυχίας.
Συμφωνείτε με την πρόταση να συγκροτηθεί μία μόνιμη και διαρκή διακομματική επιτροπή, για τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού;
Θα προέκρινα μία επιτροπή οργανώσεων, φορέων της κοινωνίας των πολιτών και επιστημόνων υπό την αιγίδα της Προεδρίας της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η εμπειρία μου από τις Διακομματικές Επιτροπές μέχρι σήμερα με καθιστά εξαιρετικά καχύποπτο έναντι της ειλικρίνειας του πολιτικού κόσμου αλλά και της όρεξης των πολιτευτών για πραγματική δουλειά.
Κατά κανόνα αυτού του είδους οι επιτροπές στελεχώνονται από κοινοβουλευτικούς, οι οποίοι κατόπιν αξιοποιούν το πολιτικό τους κεφάλαιο για να «δώσουν βήμα» σε φορείς ή άτομα με κριτήρια κατά βάση πολιτικά αν μη και μικροκομματικά. Συνήθως καταλήγουν σε κάποιο πόρισμα που ποτέ δεν υιοθετείται με ομοφωνία και κατόπιν το έργο τους αποκτά μάλλον μουσειακή αξία. Δεν είμαι βέβαιος ότι μια τέτοια επιτροπή να συνεισέφερε κάτι καινούριο ή έστω χρήσιμο.
Μήπως θα έπρεπε να υπάρχουν περισσότερες αναφορές στα σχολικά βιβλία σχετικά με την ιστορία του παρευξείνιου ελληνισμού και παράλληλα να αναδειχτούν τόποι ιστορικής μνήμης όπως τα απολυμαντήρια της Αρετσούς όπου χάθηκαν περίπου 30.000 πρόσφυγες;
Θα συμφωνήσω απόλυτα με την εν λόγω αναγκαιότητα. Υπάρχει σαφές έλλειμμα το οποίο δεν έχει καλυφθεί. Επίσης η εκπαίδευση πρέπει να προωθήσει τη βιωματική μνήμη, λ.χ. μέσα από την επιτόπια επίσκεψη σε κατάλληλα διαμορφωμένα τοπόσημα μνήμης, όπως τα απολυμαντήρια της Αρετσούς.
Τέλος, πρέπει να ατενίσουμε με ειλικρίνεια το παρελθόν. Η ελληνική πολιτεία οφείλει να αναγνωρίσει τις ευθύνες του τότε ελληνικού κράτους, λ.χ. αναφορικά με τον ρατσισμό που υπέστησαν οι Έλληνες της Μ. Ασίας και του Ευξείνου Πόντου φθάνοντας στη μητέρα πατρίδα, αλλά και το μνημονικό στίγμα που κουβαλούσαν οι πρόσφυγες για μεγάλο διάστημα μετά τον ξεριζωμό. Είναι το ελάχιστο που οφείλουμε στα θύματα και τους απογόνους τους.
Πώς βλέπετε τη στάση της Τουρκίας μετά τις εκλογές; Υπάρχει περίπτωση να αλλάξει απέναντι στο θέμα της γενοκτονίας και να σταματήσει την επιθετική της ρητορική σε βάρος της Ελλάδας;
Το αποκλείω. Η τουρκική πολιτική ηγεσία δεν πρόκειται ποτέ να συνομολογήσει ότι τελέστηκε οποιαδήποτε θηριωδία. Νομίζω ότι ονειροβατούν όσοι υποθέτουν κάτι άλλο. Ωστόσο, να αναφέρουμε ότι αμφότερες οι χώρες χρησιμοποιούν επικοινωνιακά και πολιτικά το ζήτημα. Η στάση της Ελλάδας πρέπει να είναι συνεπής και ανυποχώρητη και να μην περιορίζεται σε επικοινωνιακές κινήσεις εν είδει απάντησης στην Τουρκία. Δεν έχουμε δει λ.χ. μία διακυβερνητική πρωτοβουλία του ΥΠΕΞ για τη δικαίωση των απογόνων των θυμάτων της Γενοκτονίας των Χριστιανικών Πληθυσμών της Ανατολίας.
Ακόμα και έμμεσες κινήσεις, όπως λ.χ. τα σχόλια στην Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ όταν επεξεργάζεται νομικά θέματα που αφορούν και τη γενοκτονία είναι πολύτιμες (π.χ. στο σχέδιο σύμβασης για τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας). Το ίδιο και παρεμβάσεις, π.χ. όταν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κρίνει επί υποθέσεων που αφορούν την ελευθερία της επιστημονικής έρευνας και την απαγόρευση αμφισβήτησης της Γενοκτονίας των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολίας (π.χ. στην σχετικά πρόσφατη υπόθεση Πέριντσεκ). Δυστυχώς, η χώρα μας δεν έχει προβεί ούτε καν σε τέτοιες ad hoc έμμεσες ενέργειες.
Πώς βλέπετε τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης αλλά και της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας σε ισλαμικά τεμένη. Πώς θα μπορούσαν να προστατευθούν αυτά τα βυζαντινά μνημεία στην Τουρκία, τα οποία αποτελούν παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά;
Όπως έχω υποστηρίξει και σε πρόσφατη επιστημονική μου δουλειά, η Τουρκία παραβίασε τις διεθνώς ανειλημμένες υποχρεώσεις της, όπως προκύπτουν από Σύμβαση της UNESCO της 16ης Νοεμβρίου 1972 για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς. Δυστυχώς, όμως, το πλέγμα των εν λόγω κανόνων χωλαίνει καθώς δεν προβλέπεται συγκεκριμένη κύρωση.
Για παράδειγμα, αμφισβητείται αν μπορεί μια χώρα σε αντίδραση της παραβίασης του συμβατικού πλαισίου να προβεί σε αντίμετρα, π.χ. διπλωματικές ή οικονομικές κυρώσεις. Από την άλλη, λόγω της φύσης του διεθνούς δικαίου για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας, το προβάδισμα δίνεται στις διαβουλεύσεις.
Εδώ η χώρα πρέπει να δημιουργήσει εντός της UNESCO και του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου του ΟΗΕ ένα αρραγές μέτωπο με φίλιες δυνάμεις που έχουν ειδικό ενδιαφέρον για τα εν λόγω μνημεία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ώστε η Τουρκία να νιώσει πράγματι διπλωματική πίεση. Μέχρι σήμερα δε φαίνεται η Ελλάδα να έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα τέτοιο μέτωπο.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 14.05.2023
19/05/2023 07:38
Του Νίκου Ασλανίδη
Φέτος λόγω προεκλογικής περιόδου, οι εκδηλώσεις μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου ήταν περιορισμένες. Ακόμη λιγότερες ήταν τα δύο προηγούμενα χρόνια λόγω της πανδημίας.
Από το 1994 όμως η 19η Μαΐου καθιερώθηκε ως ημέρα μνήμης για τη Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού με ομόφωνη απόφαση της Βουλής των Ελλήνων. Γιατί λοιπόν η ελληνική πολιτεία δεν αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για να διοργανώσει εκδηλώσεις μνήμης; Στο ερώτημα αυτό -και όχι μόνο- απαντά ο Δημήτριος Κούρτης που είναι διδάκτωρ διεθνούς δικαίου της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Έλαβε το διδακτορικό του με «άριστα» και η διατριβή του, η οποία χρηματοδοτήθηκε από το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας, είχε θέμα «Γενοκτονία και το δικαίωμα στην ύπαρξη στο διεθνές ποινικό δίκαιο». Είναι εντεταλμένος διδασκαλίας στη Σχολή Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας και έχει δημοσιεύσει πολλά άρθρα σε διεθνούς φήμης νομικά περιοδικά.
Πώς ασχοληθήκατε με τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου;
Στην ενασχόληση με τη Γενοκτονία των Χριστιανικών Πληθυσμών της Ανατολίας και συνεπώς της Γενοκτονίας του Ελληνισμού του Ευξείνου Πόντου με οδήγησε η διδακτορική μου έρευνα. Το αντικείμενο της διατριβής μου που εκπόνησα στη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου στην αγγλική γλώσσα ήταν «Genocide and the right to exist in international criminal law».
Στο πλαίσιο της έρευνας οδηγήθηκα σε μία ανασύσταση της νομικής ιστορίας των επίμαχων γενοκτονιών και στην αξιολόγηση του νομικού καθεστώς των αντίστοιχων εγκλημάτων θηριωδίας υπό το διεθνές δίκαιο, όπως εκείνο είχε στις απαρχές του προηγούμενου αιώνα. Έκτοτε, χάρη και στο ανυπέρβλητο πολιτιστικό και μνημονικό αποτύπωμα του Ελληνισμού του Πόντου, θεραπεύω διδακτικά και ερευνητικά το ως άνω αντικείμενο.
Φέτος λόγω εκλογών οι εκδηλώσεις μνήμης ήταν περιορισμένες. Μήπως η ημέρα μνήμης για την ποντιακή γενοκτονία πρέπει να είναι αμετάθετη και να οργανώνονται εκδηλώσεις σε όλη τη χώρα από την επίσημη ελληνική πολιτεία;
Όπως έχω υποστηρίξει και στο πλαίσιο σχετικής επιστημονικής αρθρογραφίας, η συλλογική μνήμη της Γενοκτονίας δεν αποτελεί μονάχα ηθικό ή πολιτικό αλλά και κανονιστικό ζήτημα. Η Ελλάδα προέβη στην υιοθέτηση ενός μνημονικού νόμου (ν. 2193/1994), χωρίς να υπάρξει οποιαδήποτε αναφορά στο μείζον, ήτοι στη δημιουργία μίας ολοκληρωμένης νομικής και διπλωματικής στρατηγικής με σκοπό την οριστική δικαίωση των αρχικών και διαγενεακών θυμάτων της θηριωδίας.
Φυσικά, η υιοθέτηση του νόμου ήταν στην εποχή της μία κορυφαία πράξη. Ωστόσο, σήμερα η επιστήμη του διεθνούς δικαίου, των μνημονικών σπουδών και των σπουδών μεταβατικής δικαιοσύνης σε συνδυασμό με την ανάπτυξη σειράς καλών πρακτικών στο πεδίο υπαγορεύουν μία διαφορετική προσέγγιση του θέματος. Πρώτα-πρώτα, η πολιτεία πρέπει να ίσταται αρωγός στις εκδηλώσεις μνήμης και στον αγώνα για δικαίωση, αλλά δεν πρέπει να κατακυριαρχεί στη διοργάνωση. Ασφαλώς, το ελληνικό κράτος δικαιούται και υποχρεούται να τιμά τη μνήμη των θυμάτων, αλλά ο πρώτος λόγος ανήκει στους απογόνους των θυμάτων, που είναι και οι ίδιοι διαγενεακά θύματα της θηριωδίας.
Εξάλλου, η ημέρα μνήμης έχει τη σημασία της και τον ιστορικο-συμβολικό της φόρτο, είναι όπως λέμε στην επιστήμη απότοκο ενός κινήματος μνήμης «από τα κάτω» και αυτός ο χαρακτήρας πρέπει να διαφυλαχθεί. Δεν μπορεί να γίνεται αφορμή για μικροπολιτικές, όπως λ.χ. θα συνέβαινε εάν ο κάθε υπουργός ή δήμαρχος διοργάνωνε τη δική του εκδήλωση στις 19 Μαΐου, ούτε να μετατίθεται ωσάν κάποιου είδους αργία. Είναι μνημονικό ορόσημο. Επιτρέπει στα θύματα μίας διαγενεακής θηριωδίας να θρηνήσουν τους νεκρούς τους, να τιμήσουν τη μνήμη τους και να διατρανώσουν την παρουσία τους σε χρόνο παρελθόντα (όσοι/-ες επέζησαν), παρόντα (όσοι/-ες συμμετέχουν) και μέλλοντα (όσες/-οι θα αγωνίζονται μέχρι την τελική δικαίωση).
Τα τελευταία χρόνια ορισμένοι μιλούν για εθνοκάθαρση και όχι Γενοκτονία. Εσείς τι πιστεύετε;
Θεωρώ τη συζήτηση άνευ αντικειμένου. Ο όρος «εθνοκάθαρση» δεν είναι νομικός. Έκανε την εμφάνισή του στο πλαίσιο του γιουγκοσλαβικού πολέμου για να περιγράψει τις επιδιώξεις των Σέρβων και Σερβο-βοσνίων. Με αυτόν τον ατυχή όρο που υιοθετεί τη λογική του δράστη διεθνών εγκλημάτων (ήτοι τη λογική της depuration/αποκάθαρσης ωσάν τα θύματα να ήταν κάτι μιαρό) αποδίδεται μία σειρά αξιόποινων πράξεων, μεταξύ των οποίων και το έγκλημα της γενοκτονίας, αλλά και πληθώρα εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.
Στην περίπτωση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Ευξείνου Πόντου, εφόσον η έρευνα συντείνει στη θεμελίωση της ειδικής πρόθεσης καταστροφής εν όλω ή εν μέρει της στοχευόμενης ομάδας, εγώ ως νομικός μιλώ για γενοκτονία avant la lettre, δηλαδή πριν την υιοθέτηση της Σύμβασης του ΟΗΕ του 1948. Αυτού το είδους οι γενοκτονίες τελούν σε νομικά γκρίζα ζώνη, καθώς όταν τελέστηκαν απουσίαζε το νομικό πλαίσιο διώξής τους ως αξιόποινων πράξεων.
Υπάρχει διαμάχη στο πεδίο της επιστήμης για το εάν και κατά πόσον αυτές οι γενοκτονίες μπορούν να ρυθμιστούν εκ των υστέρων με τρόπο νομικό. Ωστόσο, στις σπουδές γενοκτονίας γίνεται δεκτό ότι εφόσον μία θηριωδία, όπως η Γενοκτονία των Ελλήνων του Εύξεινου Πόντου, φέρει όλα τα χαρακτηριστικά του εγκλήματος, όπως προβλέπεται στα Αρθρ. ΙΙ και ΙΙΙ της Σύμβασης, ένας μόνον χαρακτηρισμός αρμόζει: γενοκτονία.
Παρά το γεγονός ότι η Γενοκτονία έχει αναγνωριστεί από τη Διεθνή Ένωση Μελετητών Γενοκτονιών από το 2007, λίγες χώρες την έχουν αναγνωρίσει διεθνώς. Γιατί;
Γιατί η Γενοκτονία των Ελλήνων ως γενοκτονία avant la lettre, πριν δηλαδή της υιοθέτηση μίας νομικά δεσμευτικής πράξης, όπως η Σύμβαση του 1948, μπορεί να αναγνωριστεί με πράξεις πολιτικής και όχι με δικαστικές αποφάσεις. Όσο περισσότερες πράξεις πολιτικής αναγνώρισης επιτυγχάνονται τόσο ισχυρότερη γίνεται η αξίωση των απογόνων των θυμάτων για τη μνήμη, την αλήθεια και τη δικαιοσύνη. Οι πράξεις πολιτικής, π.χ. νόμος, ψήφισμα εθνικής βουλής ή κυβερνητική διακήρυξη, ανήκουν στον σκληρό πυρήνα της πολιτικής κυριαρχίας και συναρτώνται με την εξωτερική πολιτική κάθε κράτους.
Δείτε λ.χ. πόσα χρόνια χρειάστηκαν οι Αρμένιοι για να λάβουν μία επίσημη και ευθεία δήλωση αναγνώρισης από τον Πρόεδρο Μπάιντεν (2021). Από την άλλη, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι δεν έχουν γίνει αντιληπτές πλήρως ούτε από τον οργανωμένο ποντιακό χώρο ούτε από την πολιτεία οι νομικές προκλήσεις. Για να καταπολεμηθεί το φαινόμενο των αρνητών και να ισχυροποιηθεί νομικά η θέση των απογόνων των θυμάτων χρειάζονται πολιτικές αναγνωρίσεις από φορείς που κατά το διεθνές δίκαιο δεσμεύουν τα κράτη τους, δηλαδή εθνικά κοινοβούλια ή κυβερνητικές αρχές.
Τι σχέδιο δράσης θα προτείνατε για τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού;
Όπως έχω υποστηρίξει και άλλοτε απαιτείται ολοκληρωμένη νομική στρατηγική, η οποία θα αποβλέπει σε νομικά σημαντικές πράξεις αναγνώρισης. Αυτές κατ’ ανάγκη πρέπει να προέρχονται από τα εθνικά κοινοβούλια ή τις κυβερνήσεις. Οι υπόλοιποι φορείς μόνον συμβολική συνεισφορά μπορούν να έχουν. Δεν αρκούν επίσημες εκδηλώσεις ή διαβήματα, απαιτείται η παρουσίαση ενός συνεκτικού νομικού δόγματος που να εξηγεί γιατί η Γενοκτονία των Ελλήνων του Ευξείνου Πόντου είναι ιστορικά αλλά και νομικά γενοκτονία, ποιοι έχουν δικαίωμα σε επανόρθωση και τι είδους επανόρθωση ζητούν.
Πρόκειται για προκλήσεις που έχουν αντιμετωπίσει και οι Αρμένιοι. Μπορούμε να διδαχθούμε από το παράδειγμά τους. Λ.χ. μπορούμε με σχετική ασφάλεια να πούμε ότι οι απόγονοι των θυμάτων της Γενοκτονίας δε θα ήταν σκόπιμο να προσφύγουν στα αμερικανικά δικαστήρια με βάση τα ασφαλιστήρια ζωής των προγόνων τους, καθώς αντίστοιχες υποθέσεις που αφορούσαν Αρμενίους είχαν πολύ περιορισμένο βαθμό επιτυχίας.
Συμφωνείτε με την πρόταση να συγκροτηθεί μία μόνιμη και διαρκή διακομματική επιτροπή, για τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού;
Θα προέκρινα μία επιτροπή οργανώσεων, φορέων της κοινωνίας των πολιτών και επιστημόνων υπό την αιγίδα της Προεδρίας της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η εμπειρία μου από τις Διακομματικές Επιτροπές μέχρι σήμερα με καθιστά εξαιρετικά καχύποπτο έναντι της ειλικρίνειας του πολιτικού κόσμου αλλά και της όρεξης των πολιτευτών για πραγματική δουλειά.
Κατά κανόνα αυτού του είδους οι επιτροπές στελεχώνονται από κοινοβουλευτικούς, οι οποίοι κατόπιν αξιοποιούν το πολιτικό τους κεφάλαιο για να «δώσουν βήμα» σε φορείς ή άτομα με κριτήρια κατά βάση πολιτικά αν μη και μικροκομματικά. Συνήθως καταλήγουν σε κάποιο πόρισμα που ποτέ δεν υιοθετείται με ομοφωνία και κατόπιν το έργο τους αποκτά μάλλον μουσειακή αξία. Δεν είμαι βέβαιος ότι μια τέτοια επιτροπή να συνεισέφερε κάτι καινούριο ή έστω χρήσιμο.
Μήπως θα έπρεπε να υπάρχουν περισσότερες αναφορές στα σχολικά βιβλία σχετικά με την ιστορία του παρευξείνιου ελληνισμού και παράλληλα να αναδειχτούν τόποι ιστορικής μνήμης όπως τα απολυμαντήρια της Αρετσούς όπου χάθηκαν περίπου 30.000 πρόσφυγες;
Θα συμφωνήσω απόλυτα με την εν λόγω αναγκαιότητα. Υπάρχει σαφές έλλειμμα το οποίο δεν έχει καλυφθεί. Επίσης η εκπαίδευση πρέπει να προωθήσει τη βιωματική μνήμη, λ.χ. μέσα από την επιτόπια επίσκεψη σε κατάλληλα διαμορφωμένα τοπόσημα μνήμης, όπως τα απολυμαντήρια της Αρετσούς.
Τέλος, πρέπει να ατενίσουμε με ειλικρίνεια το παρελθόν. Η ελληνική πολιτεία οφείλει να αναγνωρίσει τις ευθύνες του τότε ελληνικού κράτους, λ.χ. αναφορικά με τον ρατσισμό που υπέστησαν οι Έλληνες της Μ. Ασίας και του Ευξείνου Πόντου φθάνοντας στη μητέρα πατρίδα, αλλά και το μνημονικό στίγμα που κουβαλούσαν οι πρόσφυγες για μεγάλο διάστημα μετά τον ξεριζωμό. Είναι το ελάχιστο που οφείλουμε στα θύματα και τους απογόνους τους.
Πώς βλέπετε τη στάση της Τουρκίας μετά τις εκλογές; Υπάρχει περίπτωση να αλλάξει απέναντι στο θέμα της γενοκτονίας και να σταματήσει την επιθετική της ρητορική σε βάρος της Ελλάδας;
Το αποκλείω. Η τουρκική πολιτική ηγεσία δεν πρόκειται ποτέ να συνομολογήσει ότι τελέστηκε οποιαδήποτε θηριωδία. Νομίζω ότι ονειροβατούν όσοι υποθέτουν κάτι άλλο. Ωστόσο, να αναφέρουμε ότι αμφότερες οι χώρες χρησιμοποιούν επικοινωνιακά και πολιτικά το ζήτημα. Η στάση της Ελλάδας πρέπει να είναι συνεπής και ανυποχώρητη και να μην περιορίζεται σε επικοινωνιακές κινήσεις εν είδει απάντησης στην Τουρκία. Δεν έχουμε δει λ.χ. μία διακυβερνητική πρωτοβουλία του ΥΠΕΞ για τη δικαίωση των απογόνων των θυμάτων της Γενοκτονίας των Χριστιανικών Πληθυσμών της Ανατολίας.
Ακόμα και έμμεσες κινήσεις, όπως λ.χ. τα σχόλια στην Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ όταν επεξεργάζεται νομικά θέματα που αφορούν και τη γενοκτονία είναι πολύτιμες (π.χ. στο σχέδιο σύμβασης για τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας). Το ίδιο και παρεμβάσεις, π.χ. όταν το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κρίνει επί υποθέσεων που αφορούν την ελευθερία της επιστημονικής έρευνας και την απαγόρευση αμφισβήτησης της Γενοκτονίας των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολίας (π.χ. στην σχετικά πρόσφατη υπόθεση Πέριντσεκ). Δυστυχώς, η χώρα μας δεν έχει προβεί ούτε καν σε τέτοιες ad hoc έμμεσες ενέργειες.
Πώς βλέπετε τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας της Κωνσταντινούπολης αλλά και της Αγίας Σοφίας Τραπεζούντας σε ισλαμικά τεμένη. Πώς θα μπορούσαν να προστατευθούν αυτά τα βυζαντινά μνημεία στην Τουρκία, τα οποία αποτελούν παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά;
Όπως έχω υποστηρίξει και σε πρόσφατη επιστημονική μου δουλειά, η Τουρκία παραβίασε τις διεθνώς ανειλημμένες υποχρεώσεις της, όπως προκύπτουν από Σύμβαση της UNESCO της 16ης Νοεμβρίου 1972 για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς. Δυστυχώς, όμως, το πλέγμα των εν λόγω κανόνων χωλαίνει καθώς δεν προβλέπεται συγκεκριμένη κύρωση.
Για παράδειγμα, αμφισβητείται αν μπορεί μια χώρα σε αντίδραση της παραβίασης του συμβατικού πλαισίου να προβεί σε αντίμετρα, π.χ. διπλωματικές ή οικονομικές κυρώσεις. Από την άλλη, λόγω της φύσης του διεθνούς δικαίου για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομίας, το προβάδισμα δίνεται στις διαβουλεύσεις.
Εδώ η χώρα πρέπει να δημιουργήσει εντός της UNESCO και του Οικονομικού και Κοινωνικού Συμβουλίου του ΟΗΕ ένα αρραγές μέτωπο με φίλιες δυνάμεις που έχουν ειδικό ενδιαφέρον για τα εν λόγω μνημεία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ώστε η Τουρκία να νιώσει πράγματι διπλωματική πίεση. Μέχρι σήμερα δε φαίνεται η Ελλάδα να έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα τέτοιο μέτωπο.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 14.05.2023
ΣΧΟΛΙΑ