ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Δυνατές ερμηνείες, αλλά και αργός ρυθμός στο "Τίμημα"

Η "ΜτΚ" πήγε είδε την παράσταση που ανεβαίνει στο «Αριστοτέλειον»

 25/03/2019 17:30

Δυνατές ερμηνείες, αλλά και αργός ρυθμός στο "Τίμημα"
Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Ρένια Λουιζίδου, Χρήστος Σαπουντζής και Γιώργος Μιχαλακόπουλος επί σκηνής.

Του Νίκου Αγγελή - Άνθη
Επισκεφθήκαμε το θέατρο «Αριστοτέλειον», με σκοπό να παρακολουθήσουμε την παράσταση «Το τίμημα» του Άρθουρ Μίλερ, με πρωταγωνιστές τους Γιώργο Μιχαλακόπουλο, Γεράσιμο Σκιαδαρέση, Χρήστο Σαπουντζή και Ρένια Λουιζίδου. Η αυξημένη προσέλευση του κοινού εκείνη την ημέρα μάς δημιούργησε σχεδόν αβίαστα την προσδοκία ή τουλάχιστον την ελπίδα ότι επρόκειτο να παρακολουθήσουμε μία αξιομνημόνευτη παράσταση. Ωστόσο, η προσδοκία μας δεν ικανοποιήθηκε στο εκατό τοις εκατό, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι δεν παρακολουθήσαμε ένα αξιόλογο θεατρικό θέαμα.

Το λογοτεχνικό αριστούργημα του Μίλερ

Το έργο του Άρθουρ Μίλερ «Το τίμημα» είναι ένα από τα γνωστότερα και πλέον διαχρονικά θεατρικά κείμενα του δημιουργού, το οποίο έχει αφήσει το δικό του ξεχωριστό στίγμα στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ενώ παράλληλα υπήρξε και ένα από τα αγαπημένα του, καθώς είναι το μόνο δημιούργημά του που αποφάσισε να σκηνοθετήσει.

Η υπόθεση του έργου εστιάζει στην ιστορία δύο αδελφών, οι οποίοι έπειτα από πολλά χρόνια συναντιούνται ξανά στο πατρικό τους, με αφορμή την πώληση των επίπλων του σπιτιού σε έναν εκτιμητή παλαιών αντικειμένων. 

Το γεγονός αυτό ουσιαστικά αποτελεί την έμπρακτη αφετηρία, προκειμένου να έρθουν στην επιφάνεια όλες οι εντάσεις, τα λάθη και οι ενοχές του παρελθόντος. Έτσι, το λογοτεχνικό αυτό αριστούργημα του Μίλερ, έχοντας ως επίκεντρο την οικονομική καταστροφή μιας οικογένειας και κατά συνέπεια την εκποίηση της πατρικής περιουσίας, καταφέρνει με τρόπο ωμό και ρεαλιστικό να θέσει στο μικροσκόπιο της στηλιτευτικής ματιάς του έννοιες πολύ σημαντικές, όπως η κρίση του θεσμού της οικογένειας, αλλά και η δύναμη των ανεκπλήρωτων επιθυμιών.

Τα σκηνικά μάς μεταφέρουν σε μία διαφορετική χρονολογικά εποχή

Αρχικά οφείλουμε να κάνουμε ξεχωριστή αναφορά στη σκηνοθεσία της παράστασης, την οποία, μαζί με την απόδοση του έργου, ανέλαβε η Ιωάννα Μιχαλακοπούλου. Τα σκηνικά λοιπόν, όντας ιδιαίτερα καλοδουλεμένα, λεπτομερειακά και συνάμα ατμοσφαιρικά, πετυχαίνουν στο έπακρο τη λειτουργία τους, που στην πραγματικότητα δεν είναι άλλη από το να μας μεταφέρουν σε μια διαφορετική χρονολογικά εποχή, αρκετά μακριά από το χωροχρονικό παρόν.

Με άλλα λόγια, τα σκηνικά της παράστασης, τα οποία χαρακτηρίζονται από μία έντονα παλαιομοδίτικη και συνάμα κλασική αισθητική, μας ταξιδεύουν ταχύτατα στον κόσμο των ηρώων, ξυπνώντας μέσα μας, με τρόπο υποβλητικό, τη νοσταλγία για μια εποχή, που δεν ζήσαμε ποτέ. 

Σε συνδυασμό μάλιστα με τους θεατρικούς φωτισμούς και τις ανάλογες μουσικές επιλογές, ο θεατής μετά το τέλος της παράστασης νιώθει σχεδόν σαν ξένος μέσα στο σύγχρονο και ωμό παρόν του. Άλλωστε, δεν θα μπορούσε να δοθεί μικρότερη σημασία στα σκηνικά, καθώς αποτελούν τον κεντρικό πυρήνα γύρω από τον οποίο ξετυλίγεται το νήμα ολόκληρης της παράστασης.

Ισχυρές και σταθερές θεατρικές ερμηνείες

Το ανέβασμα του έργου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κλασικό και δωρικό, χωρίς κάποια ιδιαίτερη πινελιά αιφνιδιασμού ή ανανέωσης, γεγονός που σε κάποια σημεία κατέστησε την παράσταση αργή και θεατρικά προβλέψιμη. 

Κατά γενική ομολογία όμως αξίζει να αναφερθεί ότι το συγκεκριμένο θεατρικό ανέβασμα χαρακτηρίζεται από ισχυρές και σταθερές θεατρικές ερμηνείες, διότι καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης οι πρωταγωνιστές της χαρακτηρίζονται από υποκριτική, ηθική και συναισθηματική συνέπεια, χωρίς να δίνουν την αίσθηση της επιφανειακής προσέγγισης των ρόλων, που δημιούργησε ο Μίλερ. 

Ειδική αναφορά σε αυτό το σημείο μπορούμε να κάνουμε στον Γιώργο Μιχαλακόπουλο, ο οποίος, χάρη στην υποκριτική του δεινότητα αλλά και στην πολύχρονη θεατρική του εμπειρία, κατάφερε να προσδώσει αρκετές τονωτικές αποχρώσεις στο έργο, χρησιμοποιώντας κυρίως περίτεχνα τα στοιχεία της ειρωνείας, του χιούμορ και της περιπαικτικής γλώσσας, η οποία υπονοεί πολλά περισσότερα από όσα στην πραγματικότητα λέει.

Πολυάριθμα συναισθηματικά «κουβάρια»

Κατά γενική λοιπόν ομολογία, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το συγκεκριμένο θεατρικό ανέβασμα καταφέρνει με τρόπο ρεαλιστικό, κατανοητό και συνάμα καλλιτεχνικό να περάσει αρκετά μηνύματα στο κοινό, στηλιτεύοντας ουσιαστικά διάφορα θέματα διαχρονικής φύσεως, όπως η κατάρρευση της πλασματικής οικογενειακής γαλήνης, η έλλειψη ανθρώπινης εμπιστοσύνης αλλά και η καταπίεση των ανομολόγητων επιθυμιών.

Όλα αυτά φυσικά επιτυγχάνονται μέσα από τα πολυάριθμα συναισθηματικά «κουβάρια», που βλέπουμε να ξετυλίγονται μπροστά στα μάτια μας, σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, τα οποία άλλοτε είναι ατομικά και άλλοτε συλλογικά. Ωστόσο, δεν θα μπορούσαμε να μην αναφέρουμε ότι σε αρκετά σημεία το έργο διαφαίνεται να χωλαίνει, λόγω της αργής εξελικτικής πορείας που ακολούθησε η πλοκή. 

Κορυφαίο σημείο της παράστασης μπορεί να θεωρηθεί η στιγμή κατά την οποία τα δύο αδέρφια, έχοντας πλέον ομολογήσει τα βαθιά καταπιεσμένα συναισθήματά τους, συνειδητοποιούν ότι ο οικογενειακός πυρήνας στον οποίο πίστευαν δεν υπήρξε ποτέ, διότι στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μία οικονομικής φύσεως ψευδαίσθηση, η οποία υποκινούνταν από το συμφέρον και όχι από την ανιδιοτελή αγάπη. 

Κλείνοντας λοιπόν, αντιλαμβανόμαστε ότι η παράσταση, παρότι χαρακτηρίζεται από πολύ δυνατές ερμηνείες, σε αρκετά σημεία αυτές φαίνεται να επισκιάζονται από τον αργό ρυθμό του έργου, γεγονός που επιβεβαιώνει τη φράση του Μίλερ ότι «για όλα υπάρχει ένα τίμημα».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23-24 Μαρτίου 2019

Του Νίκου Αγγελή - Άνθη
Επισκεφθήκαμε το θέατρο «Αριστοτέλειον», με σκοπό να παρακολουθήσουμε την παράσταση «Το τίμημα» του Άρθουρ Μίλερ, με πρωταγωνιστές τους Γιώργο Μιχαλακόπουλο, Γεράσιμο Σκιαδαρέση, Χρήστο Σαπουντζή και Ρένια Λουιζίδου. Η αυξημένη προσέλευση του κοινού εκείνη την ημέρα μάς δημιούργησε σχεδόν αβίαστα την προσδοκία ή τουλάχιστον την ελπίδα ότι επρόκειτο να παρακολουθήσουμε μία αξιομνημόνευτη παράσταση. Ωστόσο, η προσδοκία μας δεν ικανοποιήθηκε στο εκατό τοις εκατό, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι δεν παρακολουθήσαμε ένα αξιόλογο θεατρικό θέαμα.

Το λογοτεχνικό αριστούργημα του Μίλερ

Το έργο του Άρθουρ Μίλερ «Το τίμημα» είναι ένα από τα γνωστότερα και πλέον διαχρονικά θεατρικά κείμενα του δημιουργού, το οποίο έχει αφήσει το δικό του ξεχωριστό στίγμα στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ενώ παράλληλα υπήρξε και ένα από τα αγαπημένα του, καθώς είναι το μόνο δημιούργημά του που αποφάσισε να σκηνοθετήσει.

Η υπόθεση του έργου εστιάζει στην ιστορία δύο αδελφών, οι οποίοι έπειτα από πολλά χρόνια συναντιούνται ξανά στο πατρικό τους, με αφορμή την πώληση των επίπλων του σπιτιού σε έναν εκτιμητή παλαιών αντικειμένων. 

Το γεγονός αυτό ουσιαστικά αποτελεί την έμπρακτη αφετηρία, προκειμένου να έρθουν στην επιφάνεια όλες οι εντάσεις, τα λάθη και οι ενοχές του παρελθόντος. Έτσι, το λογοτεχνικό αυτό αριστούργημα του Μίλερ, έχοντας ως επίκεντρο την οικονομική καταστροφή μιας οικογένειας και κατά συνέπεια την εκποίηση της πατρικής περιουσίας, καταφέρνει με τρόπο ωμό και ρεαλιστικό να θέσει στο μικροσκόπιο της στηλιτευτικής ματιάς του έννοιες πολύ σημαντικές, όπως η κρίση του θεσμού της οικογένειας, αλλά και η δύναμη των ανεκπλήρωτων επιθυμιών.

Τα σκηνικά μάς μεταφέρουν σε μία διαφορετική χρονολογικά εποχή

Αρχικά οφείλουμε να κάνουμε ξεχωριστή αναφορά στη σκηνοθεσία της παράστασης, την οποία, μαζί με την απόδοση του έργου, ανέλαβε η Ιωάννα Μιχαλακοπούλου. Τα σκηνικά λοιπόν, όντας ιδιαίτερα καλοδουλεμένα, λεπτομερειακά και συνάμα ατμοσφαιρικά, πετυχαίνουν στο έπακρο τη λειτουργία τους, που στην πραγματικότητα δεν είναι άλλη από το να μας μεταφέρουν σε μια διαφορετική χρονολογικά εποχή, αρκετά μακριά από το χωροχρονικό παρόν.

Με άλλα λόγια, τα σκηνικά της παράστασης, τα οποία χαρακτηρίζονται από μία έντονα παλαιομοδίτικη και συνάμα κλασική αισθητική, μας ταξιδεύουν ταχύτατα στον κόσμο των ηρώων, ξυπνώντας μέσα μας, με τρόπο υποβλητικό, τη νοσταλγία για μια εποχή, που δεν ζήσαμε ποτέ. 

Σε συνδυασμό μάλιστα με τους θεατρικούς φωτισμούς και τις ανάλογες μουσικές επιλογές, ο θεατής μετά το τέλος της παράστασης νιώθει σχεδόν σαν ξένος μέσα στο σύγχρονο και ωμό παρόν του. Άλλωστε, δεν θα μπορούσε να δοθεί μικρότερη σημασία στα σκηνικά, καθώς αποτελούν τον κεντρικό πυρήνα γύρω από τον οποίο ξετυλίγεται το νήμα ολόκληρης της παράστασης.

Ισχυρές και σταθερές θεατρικές ερμηνείες

Το ανέβασμα του έργου θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κλασικό και δωρικό, χωρίς κάποια ιδιαίτερη πινελιά αιφνιδιασμού ή ανανέωσης, γεγονός που σε κάποια σημεία κατέστησε την παράσταση αργή και θεατρικά προβλέψιμη. 

Κατά γενική ομολογία όμως αξίζει να αναφερθεί ότι το συγκεκριμένο θεατρικό ανέβασμα χαρακτηρίζεται από ισχυρές και σταθερές θεατρικές ερμηνείες, διότι καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης οι πρωταγωνιστές της χαρακτηρίζονται από υποκριτική, ηθική και συναισθηματική συνέπεια, χωρίς να δίνουν την αίσθηση της επιφανειακής προσέγγισης των ρόλων, που δημιούργησε ο Μίλερ. 

Ειδική αναφορά σε αυτό το σημείο μπορούμε να κάνουμε στον Γιώργο Μιχαλακόπουλο, ο οποίος, χάρη στην υποκριτική του δεινότητα αλλά και στην πολύχρονη θεατρική του εμπειρία, κατάφερε να προσδώσει αρκετές τονωτικές αποχρώσεις στο έργο, χρησιμοποιώντας κυρίως περίτεχνα τα στοιχεία της ειρωνείας, του χιούμορ και της περιπαικτικής γλώσσας, η οποία υπονοεί πολλά περισσότερα από όσα στην πραγματικότητα λέει.

Πολυάριθμα συναισθηματικά «κουβάρια»

Κατά γενική λοιπόν ομολογία, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το συγκεκριμένο θεατρικό ανέβασμα καταφέρνει με τρόπο ρεαλιστικό, κατανοητό και συνάμα καλλιτεχνικό να περάσει αρκετά μηνύματα στο κοινό, στηλιτεύοντας ουσιαστικά διάφορα θέματα διαχρονικής φύσεως, όπως η κατάρρευση της πλασματικής οικογενειακής γαλήνης, η έλλειψη ανθρώπινης εμπιστοσύνης αλλά και η καταπίεση των ανομολόγητων επιθυμιών.

Όλα αυτά φυσικά επιτυγχάνονται μέσα από τα πολυάριθμα συναισθηματικά «κουβάρια», που βλέπουμε να ξετυλίγονται μπροστά στα μάτια μας, σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, τα οποία άλλοτε είναι ατομικά και άλλοτε συλλογικά. Ωστόσο, δεν θα μπορούσαμε να μην αναφέρουμε ότι σε αρκετά σημεία το έργο διαφαίνεται να χωλαίνει, λόγω της αργής εξελικτικής πορείας που ακολούθησε η πλοκή. 

Κορυφαίο σημείο της παράστασης μπορεί να θεωρηθεί η στιγμή κατά την οποία τα δύο αδέρφια, έχοντας πλέον ομολογήσει τα βαθιά καταπιεσμένα συναισθήματά τους, συνειδητοποιούν ότι ο οικογενειακός πυρήνας στον οποίο πίστευαν δεν υπήρξε ποτέ, διότι στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μία οικονομικής φύσεως ψευδαίσθηση, η οποία υποκινούνταν από το συμφέρον και όχι από την ανιδιοτελή αγάπη. 

Κλείνοντας λοιπόν, αντιλαμβανόμαστε ότι η παράσταση, παρότι χαρακτηρίζεται από πολύ δυνατές ερμηνείες, σε αρκετά σημεία αυτές φαίνεται να επισκιάζονται από τον αργό ρυθμό του έργου, γεγονός που επιβεβαιώνει τη φράση του Μίλερ ότι «για όλα υπάρχει ένα τίμημα».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23-24 Μαρτίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία