Ειδικό καθεστώς στον αναπτυξιακό νόμο για επιχειρήσεις σε παραμεθόριες περιοχές εξήγγειλε ο Τ. Θεοδωρικάκος
14/11/2024 22:30
14/11/2024 22:30
Την ενεργοποίηση, για πρώτη φορά το 2025, ενός ειδικού κύκλου καθεστώτος του αναπτυξιακού νόμου, που θα αφορά μόνο παραμεθόριες περιοχές της Ελλάδας, από την Ήπειρο μέχρι τον Έβρο, προανήγγειλε ο υπουργός Ανάπτυξης, Τάκης Θεοδωρικάκος, μιλώντας στο «Export Summit X».
Όπως είπε, δεν υπάρχει καλύτερη ασφάλεια για τη χώρα από την ανάπτυξη της οικονομικής κι επιχειρηματικής δραστηριότητας στα σύνορά της.
Ο κ. Θεοδωρικάκος επισήμανε ακόμα πως αν υπάρχει ένας δείκτης που θα πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη στα επόμενα χρόνια είναι αυτός που αφορά την καθοριστική βελτίωση και ανατροπή της εικόνας στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, το οποίο ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι περίπου όσο ήταν όταν η Ελλάδα εισήλθε στην ευρωζώνη. «Περάσαμε ένα τέταρτο του 21ου αιώνα, με όλες τις πολιτικές δυνάμεις στην κυβέρνηση κατά καιρούς, αλλά το έλλειμμα παρέμεινε και παρότι την τελευταία πενταετία οι εξαγωγές μας έχουν αυξηθεί, παραμένει. Οφείλουμε να παράγουμε πολύ περισσότερα και καλύτερα(...) Αυτός ο δείκτης είναι εξαιρετικά κρίσιμος» τόνισε.
Ο υπουργός γνωστοποίησε ακόμα ότι το υπουργείο Ανάπτυξης επιχειρεί να υιοθετήσει νέο πνεύμα ως προς τα χρηματοδοτικά του εργαλεία, ουσιαστικά τον αναπτυξιακό νόμο: «να κάνουμε στροφή και το επόμενο χρονικό διάστημα, μέσα στο 2025, να "ανοίξουμε" για πρώτη φορά το καθεστώς των μεγάλων επενδύσεων, άνω των 10 εκατ. -και το καθεστώς αυτό θα περιλαμβάνει μόνο φοροαπαλλαγές» σημείωσε, εξηγώντας πως ο επιχειρηματίας επενδύει τα χρήματά του γιατί έχει «ζυγίσει» την επένδυσή του και έχει καταλήξει ότι θα είναι κερδοφόρα και θα έχει προοπτική και περιμένει στη συνέχεια να ανταμειφθεί για την ανάπτυξη που δημιουργεί, με φοροαπαλλαγές από το κράτος.
Κατά 60% αυξήθηκε σε μόλις τρεις ημέρες το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος για τις επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα όλα τα κοστολόγια και οι προβλέψεις των εταιρειών να «πέφτουν έξω», όπως προέκυψε από όσα επισήμανε ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), Σπύρος Θεοδωρόπουλος. «Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να αγνοούμε το πρόβλημα» είπε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι αυτό είναι εντονότερο ειδικά για τις μεσαίες επιχειρήσεις, που δουλεύουν με μέση τάση.
«Τις τελευταίες τρεις ημέρες υπήρξε μεγάλη αύξηση στη μέση χονδρεμπορική τιμή (του ρεύματος) κι άκουσα τον κ. Σκυλακάκη να λέει ότι αυτή δεν θα περάσει στον καταναλωτή, αλλά μοιραία θα περάσει, μέσα από τον πληθωρισμό. Δεν μπορεί να αντέξει η βιομηχανία αυτή την αύξηση ενέργειας (...) Πρέπει να βρούμε μια εσωτερική λύση, να θεραπεύσουμε το πρόβλημα και αν δεν μπορούμε να το θεραπεύσουμε πλήρως, ας το κάνουμε μερικώς» υπογράμμισε.
Σε ερώτημα ως προς το ποια είναι τα μυστικά των επιτυχημένων επιχειρήσεων, που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα, ο κ. Θεοδωρόπουλος τόνισε: «Η απάντηση στα πάντα είναι "επενδύσεις"». Εξήγησε πως δεν υπάρχουν πολλά μυστικά, πέραν των επενδύσεων, για να βελτιώσει κάποιος την παραγωγικότητά του, να παράγει διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα και να μειώσει το κόστος του.
Πρόσθεσε ότι η Ελλάδα, για να «πιάσει» συγκεκριμένους στόχους επενδύσεων και να μη μείνει πίσω σε σχέση με την ΕΕ, κι όχι για να καλύψει το επενδυτικό κενό των 50 δισ. της τελευταίας δεκαετίας, χρειάζεται να επενδύει 11 δισ. ευρώ ετησίως.
Δεδομένου ότι το 2026 τελειώνει και το Ταμείο Ανάκαμψης, η χώρα χρειάζεται, επανέλαβε, ένα επενδυτικό σοκ, στους τομείς με το μεγαλύτερο πολλαπλασιαστικό όφελος για την ανάπτυξη, ήτοι στη μεταποίηση.
Πώς μπορούν όμως να υποστηριχθούν οι επενδύσεις; Κατά τον πρόεδρο του ΣΕΒ διαμέσου των υπεραποσβέσεων, όπως ήδη έπραξαν χώρες όπως η Πορτογαλία, που πριν από μερικά χρόνια βρισκόταν στα ίδια επίπεδα με την Ελλάδα, αλλά πλέον το ΑΕΠ της έχει «ξεφύγει»: «Εγώ και ο ΣΕΒ είμαστε τελείως αντίθετοι στις άμεσες επιδοτήσεις, αλλά υπέρ των φορολογικών κινήτρων (...) Πιστεύουμε στο θέμα των υπεραποσβέσεων. Πρέπει τις παραγωγικές μεταποιητικές επενδύσεις να μπορεί η επιχείρηση να τις κάνει την ώρα που τις χρειάζεται, χωρίς να κρίνονται από τον καθένα και μετά να ανταμείβεται από το φορολογικό σύστημα δια μέσου των υπεραποσβάσεων» είπε και πρόσθεσε ότι αν αντικίνητρο για την εφαρμογή αυτού του μοντέλου είναι ότι οι υπεραποσβέσεις εγγράφονται αυτόματα στο δημόσιο χρέος, ωστόσο τελικά αποδεικνύεται πολύ θετικό φορολογικά και δημοσιονομικά για το κράτος, όπως δείχνει και το παράδειγμα της Πορτογαλίας.
Ο κ. Θεοδωρόπουλος εκτίμησε, τέλος, ότι με βάση τα αποτελέσματα του εννεαμήνου, το εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας θα μπορούσε να φτάσει κοντά στα 30 δισ. ευρώ στο τέλος του 2024.
Την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης αφορούσε μία στις πέντε επενδύσεις που ήρθαν στην Ελλάδα την τελευταία διετία, ενώ γενικότερα παρατηρείται μεγαλύτερη διασπορών των επενδυτικών κεφαλαίων στις περιφέρειες, από ό,τι στο παρελθόν. Μεταξύ των επενδύσεων στη Θεσσαλονίκη, οι περισσότερες αφορούσαν τον κλάδο των τεχνολογιών πληροφορικής και του λογισμικού, όπως επισήμανε ο διευθύνων σύμβουλος και εταίρος της ΕΥ (Εrnst & Young) Greece, Γιώργος Παπαδημητρίου, παρουσιάζοντας τα ευρήματα σχετικής έρευνας.
Ο κ. Παπαδημητρίου υπενθύμισε ότι βάσει της ίδιας έρευνας, το 2023 η Ελλάδα κατατασσόταν στην 19η θέση μεταξύ 45 χωρών, όσον αφορά την προσέλκυση αριθμού ξένων πρωτογενών (greenfield) επενδύσεων, οι οποίες είναι αυτές που συνεισφέρουν περισσότερο στην ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. «Πρόκειται για την καλύτερη θέση που είχαμε ποτέ» είπε και πρόσθεσε πως την τελευταία τριετία το σύνολο των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων στην Ελλάδα αντιστοιχεί περίπου στο 1/3 εκείνων που έγιναν σε περίοδο άνω των δύο δεκαετιών, μεταξύ 2000-2023. Βάσει δε ποιοτικής έρευνας σε δείγμα στελεχών 250 επιχειρήσεων από 24 χώρες (εκ των οποίων το 60% έχει ήδη επενδυτική παρουσία στην Ελλάδα) πάνω από τις μισές (51%) απάντησαν ότι προτίθενται να επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους στη χώρα το 2025, έναντι ποσοστών 40%, 37% και 34% αντίστοιχα, κατά τα αμέσως προηγούμενα έτη.
Ως τους πέντε βασικούς κινδύνους για την ελκυστικότητα της χώρας, οι ίδιοι απαρίθμησαν τα υψηλά επιτόκια και τις περιοριστικές χρηματοοικονομικές συνθήκες, το δημόσιο χρέος, τον πληθωρισμό, τις τιμές της ενέργειας και τις γεωπολιτικές συγκρούσεις και εντάσεις. Για την επόμενη τριετία πάντως, περίπου επτά στους δέκα (69%) πιστεύουν ότι η ελκυστικότητα της Ελλάδας θα τονωθεί. Πιστεύουν δε ότι τα επίπεδα στα οποία θα πρέπει να εστιάσει τις παρεμβάσεις της η χώρα είναι η βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος και των δεξιοτήτων ανθρώπινου δυναμικού, το φορολογικό σύστημα, η υποστήριξη των κλάδων της υψηλής τεχνολογίας, η ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ο έλεγχος του πληθωρισμού.
«Τις ξένες επενδύσεις δεν υπάρχει κανείς που να μην τις θέλει. Αλλά παράλληλα να θυμόμαστε ένα πράγμα: φοβάμαι ότι κάποια στιγμή θα ξυπνήσουμε και δεν θα υπάρχει ελληνική επιχείρηση στην Ελλάδα, Χρειάζεται να αρχίσουμε να κοιτάμε πώς θα δημιουργήσουμε νέους Θεοδωρόπουλους, Μυτιληναίους και Περιστέρηδες» είπε από την πλευρά του ο Απόστολος Ταμβακάκης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του EOS Capital Partners, εξηγώντας πως αν δεν μείνουν μεγάλες και σοβαρές ελληνικές επιχειρήσεις στη χώρα, ούτε η λήψη αποφάσεων ή τα έσοδα θα μένουν στην Ελλάδα και «τα κέρδη θα πηγαίνουν σε ξένους ανθρώπους».
Σε φάση σταθεροποίησης έχουν εισέλθει οι ελληνικές εξαγωγές, μετά το «ράλι» του τριπλασιασμού τους μεταξύ των ετών 2009 και 2022, όπως είπε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων -ΣΕΒΕ και οικοδεσπότης του συνεδρίου, Σίμος Διαμαντίδης, ο οποίος επισήμανε ακόμα την ανάγκη στήριξης των μεσαίων επιχειρήσεων, ώστε να στραφούν στην εξωστρέφεια (δεδομένου ότι σήμερα το 80% των εξαγωγών γίνεται από το 20% των επιχειρήσεων).
Πρόσθεσε ότι τον τελευταίο καιρό, οι εξαγωγές δυσκολεύουν λόγω των πολέμων και των επιθέσεων των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα, καθώς πλέον ένα πλοίο χρειάζεται να κάνει τόσες παρακάμψεις, ώστε απαιτούνται δύο μήνες για να φτάσει την Κίνα, αντί του ενός μέχρι πρότινος. Για τον ίδιο λόγο «χάθηκαν» και εξαγωγές ελληνικών ακτινιδίων στην Ασία γιατί μέχρι να φτάσουν στην προορισμό τους έχασαν τη φρεσκάδα τους.
Ο κ. Διαμαντίδης τόνισε τέλος ότι χρειάζεται να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο εμπορικό έλλειμμα και πρότεινε να καταγραφούν οι εισαγόμενες πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ελληνικών εξαγώγιμων προϊόντων και ακολούθως να γίνει προσπάθεια να παραχθούν εντός της Ελλάδας.
Την ενεργοποίηση, για πρώτη φορά το 2025, ενός ειδικού κύκλου καθεστώτος του αναπτυξιακού νόμου, που θα αφορά μόνο παραμεθόριες περιοχές της Ελλάδας, από την Ήπειρο μέχρι τον Έβρο, προανήγγειλε ο υπουργός Ανάπτυξης, Τάκης Θεοδωρικάκος, μιλώντας στο «Export Summit X».
Όπως είπε, δεν υπάρχει καλύτερη ασφάλεια για τη χώρα από την ανάπτυξη της οικονομικής κι επιχειρηματικής δραστηριότητας στα σύνορά της.
Ο κ. Θεοδωρικάκος επισήμανε ακόμα πως αν υπάρχει ένας δείκτης που θα πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη στα επόμενα χρόνια είναι αυτός που αφορά την καθοριστική βελτίωση και ανατροπή της εικόνας στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, το οποίο ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι περίπου όσο ήταν όταν η Ελλάδα εισήλθε στην ευρωζώνη. «Περάσαμε ένα τέταρτο του 21ου αιώνα, με όλες τις πολιτικές δυνάμεις στην κυβέρνηση κατά καιρούς, αλλά το έλλειμμα παρέμεινε και παρότι την τελευταία πενταετία οι εξαγωγές μας έχουν αυξηθεί, παραμένει. Οφείλουμε να παράγουμε πολύ περισσότερα και καλύτερα(...) Αυτός ο δείκτης είναι εξαιρετικά κρίσιμος» τόνισε.
Ο υπουργός γνωστοποίησε ακόμα ότι το υπουργείο Ανάπτυξης επιχειρεί να υιοθετήσει νέο πνεύμα ως προς τα χρηματοδοτικά του εργαλεία, ουσιαστικά τον αναπτυξιακό νόμο: «να κάνουμε στροφή και το επόμενο χρονικό διάστημα, μέσα στο 2025, να "ανοίξουμε" για πρώτη φορά το καθεστώς των μεγάλων επενδύσεων, άνω των 10 εκατ. -και το καθεστώς αυτό θα περιλαμβάνει μόνο φοροαπαλλαγές» σημείωσε, εξηγώντας πως ο επιχειρηματίας επενδύει τα χρήματά του γιατί έχει «ζυγίσει» την επένδυσή του και έχει καταλήξει ότι θα είναι κερδοφόρα και θα έχει προοπτική και περιμένει στη συνέχεια να ανταμειφθεί για την ανάπτυξη που δημιουργεί, με φοροαπαλλαγές από το κράτος.
Κατά 60% αυξήθηκε σε μόλις τρεις ημέρες το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος για τις επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα όλα τα κοστολόγια και οι προβλέψεις των εταιρειών να «πέφτουν έξω», όπως προέκυψε από όσα επισήμανε ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), Σπύρος Θεοδωρόπουλος. «Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να αγνοούμε το πρόβλημα» είπε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι αυτό είναι εντονότερο ειδικά για τις μεσαίες επιχειρήσεις, που δουλεύουν με μέση τάση.
«Τις τελευταίες τρεις ημέρες υπήρξε μεγάλη αύξηση στη μέση χονδρεμπορική τιμή (του ρεύματος) κι άκουσα τον κ. Σκυλακάκη να λέει ότι αυτή δεν θα περάσει στον καταναλωτή, αλλά μοιραία θα περάσει, μέσα από τον πληθωρισμό. Δεν μπορεί να αντέξει η βιομηχανία αυτή την αύξηση ενέργειας (...) Πρέπει να βρούμε μια εσωτερική λύση, να θεραπεύσουμε το πρόβλημα και αν δεν μπορούμε να το θεραπεύσουμε πλήρως, ας το κάνουμε μερικώς» υπογράμμισε.
Σε ερώτημα ως προς το ποια είναι τα μυστικά των επιτυχημένων επιχειρήσεων, που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα, ο κ. Θεοδωρόπουλος τόνισε: «Η απάντηση στα πάντα είναι "επενδύσεις"». Εξήγησε πως δεν υπάρχουν πολλά μυστικά, πέραν των επενδύσεων, για να βελτιώσει κάποιος την παραγωγικότητά του, να παράγει διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα και να μειώσει το κόστος του.
Πρόσθεσε ότι η Ελλάδα, για να «πιάσει» συγκεκριμένους στόχους επενδύσεων και να μη μείνει πίσω σε σχέση με την ΕΕ, κι όχι για να καλύψει το επενδυτικό κενό των 50 δισ. της τελευταίας δεκαετίας, χρειάζεται να επενδύει 11 δισ. ευρώ ετησίως.
Δεδομένου ότι το 2026 τελειώνει και το Ταμείο Ανάκαμψης, η χώρα χρειάζεται, επανέλαβε, ένα επενδυτικό σοκ, στους τομείς με το μεγαλύτερο πολλαπλασιαστικό όφελος για την ανάπτυξη, ήτοι στη μεταποίηση.
Πώς μπορούν όμως να υποστηριχθούν οι επενδύσεις; Κατά τον πρόεδρο του ΣΕΒ διαμέσου των υπεραποσβέσεων, όπως ήδη έπραξαν χώρες όπως η Πορτογαλία, που πριν από μερικά χρόνια βρισκόταν στα ίδια επίπεδα με την Ελλάδα, αλλά πλέον το ΑΕΠ της έχει «ξεφύγει»: «Εγώ και ο ΣΕΒ είμαστε τελείως αντίθετοι στις άμεσες επιδοτήσεις, αλλά υπέρ των φορολογικών κινήτρων (...) Πιστεύουμε στο θέμα των υπεραποσβέσεων. Πρέπει τις παραγωγικές μεταποιητικές επενδύσεις να μπορεί η επιχείρηση να τις κάνει την ώρα που τις χρειάζεται, χωρίς να κρίνονται από τον καθένα και μετά να ανταμείβεται από το φορολογικό σύστημα δια μέσου των υπεραποσβάσεων» είπε και πρόσθεσε ότι αν αντικίνητρο για την εφαρμογή αυτού του μοντέλου είναι ότι οι υπεραποσβέσεις εγγράφονται αυτόματα στο δημόσιο χρέος, ωστόσο τελικά αποδεικνύεται πολύ θετικό φορολογικά και δημοσιονομικά για το κράτος, όπως δείχνει και το παράδειγμα της Πορτογαλίας.
Ο κ. Θεοδωρόπουλος εκτίμησε, τέλος, ότι με βάση τα αποτελέσματα του εννεαμήνου, το εμπορικό έλλειμμα της Ελλάδας θα μπορούσε να φτάσει κοντά στα 30 δισ. ευρώ στο τέλος του 2024.
Την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης αφορούσε μία στις πέντε επενδύσεις που ήρθαν στην Ελλάδα την τελευταία διετία, ενώ γενικότερα παρατηρείται μεγαλύτερη διασπορών των επενδυτικών κεφαλαίων στις περιφέρειες, από ό,τι στο παρελθόν. Μεταξύ των επενδύσεων στη Θεσσαλονίκη, οι περισσότερες αφορούσαν τον κλάδο των τεχνολογιών πληροφορικής και του λογισμικού, όπως επισήμανε ο διευθύνων σύμβουλος και εταίρος της ΕΥ (Εrnst & Young) Greece, Γιώργος Παπαδημητρίου, παρουσιάζοντας τα ευρήματα σχετικής έρευνας.
Ο κ. Παπαδημητρίου υπενθύμισε ότι βάσει της ίδιας έρευνας, το 2023 η Ελλάδα κατατασσόταν στην 19η θέση μεταξύ 45 χωρών, όσον αφορά την προσέλκυση αριθμού ξένων πρωτογενών (greenfield) επενδύσεων, οι οποίες είναι αυτές που συνεισφέρουν περισσότερο στην ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. «Πρόκειται για την καλύτερη θέση που είχαμε ποτέ» είπε και πρόσθεσε πως την τελευταία τριετία το σύνολο των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων στην Ελλάδα αντιστοιχεί περίπου στο 1/3 εκείνων που έγιναν σε περίοδο άνω των δύο δεκαετιών, μεταξύ 2000-2023. Βάσει δε ποιοτικής έρευνας σε δείγμα στελεχών 250 επιχειρήσεων από 24 χώρες (εκ των οποίων το 60% έχει ήδη επενδυτική παρουσία στην Ελλάδα) πάνω από τις μισές (51%) απάντησαν ότι προτίθενται να επεκτείνουν τη δραστηριότητά τους στη χώρα το 2025, έναντι ποσοστών 40%, 37% και 34% αντίστοιχα, κατά τα αμέσως προηγούμενα έτη.
Ως τους πέντε βασικούς κινδύνους για την ελκυστικότητα της χώρας, οι ίδιοι απαρίθμησαν τα υψηλά επιτόκια και τις περιοριστικές χρηματοοικονομικές συνθήκες, το δημόσιο χρέος, τον πληθωρισμό, τις τιμές της ενέργειας και τις γεωπολιτικές συγκρούσεις και εντάσεις. Για την επόμενη τριετία πάντως, περίπου επτά στους δέκα (69%) πιστεύουν ότι η ελκυστικότητα της Ελλάδας θα τονωθεί. Πιστεύουν δε ότι τα επίπεδα στα οποία θα πρέπει να εστιάσει τις παρεμβάσεις της η χώρα είναι η βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος και των δεξιοτήτων ανθρώπινου δυναμικού, το φορολογικό σύστημα, η υποστήριξη των κλάδων της υψηλής τεχνολογίας, η ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ο έλεγχος του πληθωρισμού.
«Τις ξένες επενδύσεις δεν υπάρχει κανείς που να μην τις θέλει. Αλλά παράλληλα να θυμόμαστε ένα πράγμα: φοβάμαι ότι κάποια στιγμή θα ξυπνήσουμε και δεν θα υπάρχει ελληνική επιχείρηση στην Ελλάδα, Χρειάζεται να αρχίσουμε να κοιτάμε πώς θα δημιουργήσουμε νέους Θεοδωρόπουλους, Μυτιληναίους και Περιστέρηδες» είπε από την πλευρά του ο Απόστολος Ταμβακάκης, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του EOS Capital Partners, εξηγώντας πως αν δεν μείνουν μεγάλες και σοβαρές ελληνικές επιχειρήσεις στη χώρα, ούτε η λήψη αποφάσεων ή τα έσοδα θα μένουν στην Ελλάδα και «τα κέρδη θα πηγαίνουν σε ξένους ανθρώπους».
Σε φάση σταθεροποίησης έχουν εισέλθει οι ελληνικές εξαγωγές, μετά το «ράλι» του τριπλασιασμού τους μεταξύ των ετών 2009 και 2022, όπως είπε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων -ΣΕΒΕ και οικοδεσπότης του συνεδρίου, Σίμος Διαμαντίδης, ο οποίος επισήμανε ακόμα την ανάγκη στήριξης των μεσαίων επιχειρήσεων, ώστε να στραφούν στην εξωστρέφεια (δεδομένου ότι σήμερα το 80% των εξαγωγών γίνεται από το 20% των επιχειρήσεων).
Πρόσθεσε ότι τον τελευταίο καιρό, οι εξαγωγές δυσκολεύουν λόγω των πολέμων και των επιθέσεων των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα, καθώς πλέον ένα πλοίο χρειάζεται να κάνει τόσες παρακάμψεις, ώστε απαιτούνται δύο μήνες για να φτάσει την Κίνα, αντί του ενός μέχρι πρότινος. Για τον ίδιο λόγο «χάθηκαν» και εξαγωγές ελληνικών ακτινιδίων στην Ασία γιατί μέχρι να φτάσουν στην προορισμό τους έχασαν τη φρεσκάδα τους.
Ο κ. Διαμαντίδης τόνισε τέλος ότι χρειάζεται να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στο εμπορικό έλλειμμα και πρότεινε να καταγραφούν οι εισαγόμενες πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ελληνικών εξαγώγιμων προϊόντων και ακολούθως να γίνει προσπάθεια να παραχθούν εντός της Ελλάδας.
ΣΧΟΛΙΑ