Ένας στους επτά αμερικανούς σιτίζεται με κουπόνια

 20/07/2011 00:00

Ένας στους επτά αμερικανούς σιτίζεται με κουπόνια

Στην πλουσιότερη χώρα του πλανήτη, τις ΗΠΑ, αυξήθηκαν την τελευταία τριετία κατά 11 εκατομμύρια οι πολίτες που βασίζονται στο κράτος για να καλύψουν τις διατροφικές τους ανάγκες. 



Τον περασμένο Απρίλιο 44,6 εκατομμύρια Αμερικάνοι -ο ένας στους επτά πολίτες της χώρας, αριθμός που ισοδυναμεί με το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού της Ισπανίας- βασίζονταν για να επιβιώσουν στα κρατικά κουπόνια σίτισης. Στις πολιτείες του Νέου Μεξικού, του Όρεγκον και του Μισισιπή ο ένας στους πέντε ανθρώπους χρησιμοποιεί σε μόνιμη βάση τα κουπόνια.
Οι μισοί από τους δικαιούχους είναι παιδιά και το 8% ηλικιωμένοι. Μονάχα το 14% των νοικοκυριών που δικαιούνται εκπτωτικό κουπόνια στα σούπερ μάρκετ έχει εισόδημα πάνω από το όριο της φτώχειας. Οι τέσσερις στους δέκα, μάλιστα, έχουν εισόδημα κάτω από το 50% του ορίου της φτώχειας, ενώ το 18% δεν έχει κανένα πρόσοδο.  
Το μέσο μηνιαίο ποσό του επιδόματος μέσω των κουπονιών είναι 133 δολάρια, ενώ όσοι έχουν μηδενικά εισοδήματα λαμβάνουν κουπόνια αξίας 200 δολαρίων. Τα ποσά είναι πολύ μικρά, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι το μέσο μηνιαίο εισόδημα στις ΗΠΑ ανέρχεται στα 2.238 δολάρια.
Δικαιούχος από τη Νέα Υόρκη, τη μητρόπολη των τριών εκατομμυρίων δικαιούχων, δήλωσε στο “Economist” ότι για να καταφέρει να τραφεί αναγκάζεται προτού ψωνίσει να κάνει έρευνα αγοράς στις τιμές των τροφίμων πέντε αλυσίδων σούπερ μάρκετ. Ο άτυχος Νεοϋορκέζος ανέφερε ότι τρώει μονάχα φτηνές αμυλούχες τροφές και παρόλα αυτά 7-10 ημέρες πριν από το τέλος του μηνός ξεμένει από χρήματα και κουπόνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι η περιοχή του Νοτίου Μπρονξ έχει το μεγαλύτερο ποσοστό φτώχειας στη χώρα με αποτέλεσμα ο ένας στους τρεις να αντιμετωπίζει καθημερινό πρόβλημα σίτισης.  
Το πρώτο πρόγραμμα σίτισης με τη χρήση εκπτωτικών κουπονιών πραγματοποιήθηκε στον απόηχο της μεγάλης οικονομικής ύφεσης το 1939 και διήρκεσε μέχρι το 1943. Το επανέφερε το 1961 ο πρόεδρος Τζον Κένεντι. Ο αριθμός των δικαιούχων κατέγραψε το 1994 σημαντική άνοδο (27,5 εκατ.) ενώ κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Κλίντον σημείωσε πτώση (17,3 εκατ.).   
Στα χρόνια της προεδρίας Τζορτζ Μπους οι αριθμοί κινήθηκαν και πάλι ανοδικά, καθώς παρατηρήθηκε μείωση στο βιοτικό επίπεδο δεκάδων εκατομμυρίων Αμερικανών. Το κόστος της παροχής των κουπονιών αυξήθηκε από τα 15 δισεκατομμύρια δολάρια το 2000 στα 65 δισ. πέρυσι.  
Το 2004 η κυβέρνηση Μπους προσέλαβε την επενδυτική τράπεζα JPMorgan Chase της Wall Street για να προμηθεύσει σε 26 πολιτείες χρεωστικές κάρτες κουπονιών σίτισης, ένα πρόγραμμα που στοίχισε στο αμερικανικό δημόσιο 60 δισ. δολάρια. Το 2008, το Πρόγραμμα Κουπονιών Σίτισης μετονομάστηκε σε Πρόγραμμα Βοήθειας Συμπληρωματικής Διατροφής (SNAP).  
 

Στην πλουσιότερη χώρα του πλανήτη, τις ΗΠΑ, αυξήθηκαν την τελευταία τριετία κατά 11 εκατομμύρια οι πολίτες που βασίζονται στο κράτος για να καλύψουν τις διατροφικές τους ανάγκες. 



Τον περασμένο Απρίλιο 44,6 εκατομμύρια Αμερικάνοι -ο ένας στους επτά πολίτες της χώρας, αριθμός που ισοδυναμεί με το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού της Ισπανίας- βασίζονταν για να επιβιώσουν στα κρατικά κουπόνια σίτισης. Στις πολιτείες του Νέου Μεξικού, του Όρεγκον και του Μισισιπή ο ένας στους πέντε ανθρώπους χρησιμοποιεί σε μόνιμη βάση τα κουπόνια.
Οι μισοί από τους δικαιούχους είναι παιδιά και το 8% ηλικιωμένοι. Μονάχα το 14% των νοικοκυριών που δικαιούνται εκπτωτικό κουπόνια στα σούπερ μάρκετ έχει εισόδημα πάνω από το όριο της φτώχειας. Οι τέσσερις στους δέκα, μάλιστα, έχουν εισόδημα κάτω από το 50% του ορίου της φτώχειας, ενώ το 18% δεν έχει κανένα πρόσοδο.  
Το μέσο μηνιαίο ποσό του επιδόματος μέσω των κουπονιών είναι 133 δολάρια, ενώ όσοι έχουν μηδενικά εισοδήματα λαμβάνουν κουπόνια αξίας 200 δολαρίων. Τα ποσά είναι πολύ μικρά, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι το μέσο μηνιαίο εισόδημα στις ΗΠΑ ανέρχεται στα 2.238 δολάρια.
Δικαιούχος από τη Νέα Υόρκη, τη μητρόπολη των τριών εκατομμυρίων δικαιούχων, δήλωσε στο “Economist” ότι για να καταφέρει να τραφεί αναγκάζεται προτού ψωνίσει να κάνει έρευνα αγοράς στις τιμές των τροφίμων πέντε αλυσίδων σούπερ μάρκετ. Ο άτυχος Νεοϋορκέζος ανέφερε ότι τρώει μονάχα φτηνές αμυλούχες τροφές και παρόλα αυτά 7-10 ημέρες πριν από το τέλος του μηνός ξεμένει από χρήματα και κουπόνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι η περιοχή του Νοτίου Μπρονξ έχει το μεγαλύτερο ποσοστό φτώχειας στη χώρα με αποτέλεσμα ο ένας στους τρεις να αντιμετωπίζει καθημερινό πρόβλημα σίτισης.  
Το πρώτο πρόγραμμα σίτισης με τη χρήση εκπτωτικών κουπονιών πραγματοποιήθηκε στον απόηχο της μεγάλης οικονομικής ύφεσης το 1939 και διήρκεσε μέχρι το 1943. Το επανέφερε το 1961 ο πρόεδρος Τζον Κένεντι. Ο αριθμός των δικαιούχων κατέγραψε το 1994 σημαντική άνοδο (27,5 εκατ.) ενώ κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Κλίντον σημείωσε πτώση (17,3 εκατ.).   
Στα χρόνια της προεδρίας Τζορτζ Μπους οι αριθμοί κινήθηκαν και πάλι ανοδικά, καθώς παρατηρήθηκε μείωση στο βιοτικό επίπεδο δεκάδων εκατομμυρίων Αμερικανών. Το κόστος της παροχής των κουπονιών αυξήθηκε από τα 15 δισεκατομμύρια δολάρια το 2000 στα 65 δισ. πέρυσι.  
Το 2004 η κυβέρνηση Μπους προσέλαβε την επενδυτική τράπεζα JPMorgan Chase της Wall Street για να προμηθεύσει σε 26 πολιτείες χρεωστικές κάρτες κουπονιών σίτισης, ένα πρόγραμμα που στοίχισε στο αμερικανικό δημόσιο 60 δισ. δολάρια. Το 2008, το Πρόγραμμα Κουπονιών Σίτισης μετονομάστηκε σε Πρόγραμμα Βοήθειας Συμπληρωματικής Διατροφής (SNAP).  
 

Επιλέξτε Κατηγορία