Έρευνα για τη Θεσσαλονίκη: Η εικόνα της πόλης με τα μάτια των ξένων - Τι πρέπει να αλλάξει. Του Νίκου Ηλιάδη
23/04/2024 07:00
23/04/2024 07:00
Πολύ ενδιαφέροντα αλλά και χρήσιμα, είναι για τη Θεσσαλονίκη τα ευρήματα της έρευνας “ικανοποίησης τουριστών & απόδοσης ξενοδοχείων για το 2023”, την οποία έκανε η εταιρεία GBR Consulting για λογαριασμό της Ένωσης Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης. Ευρήματα τα οποία επιβεβαιώνουν ότι, ακόμη και οι περιστασιακοί επισκέπτες της, διαπιστώνουν πως η πόλη βρίσκεται σε πτωτική πορεία τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια. Μάλιστα το 2023 καταγράφεται ως η χειρότερη χρονιά της περιόδου 2015-2023 με τη συνολική βαθμολογία αξιολόγησης να διαμορφώνεται στο χαμηλό 7,8, έναντι 8,1 το 2019, που ήταν η τελευταία χρονιά πριν από την πανδημία.
Εκείνα που ενοχλούν περισσότερο τους επισκέπτες, σύμφωνα με την έρευνα, είναι ότι η Θεσσαλονίκη είναι μια βρώμικη πόλη, με λιγοστό πράσινο, ατμοσφαιρικούς ρύπους, καταπάτηση του δημόσιου χώρου, ηχορύπανση, χαμηλό επίπεδο εξυπηρέτησης από τα μέσα μαζικής μεταφοράς κ.ο.κ. Το παρήγορο όμως είναι ότι, παρά αυτήν την κακή εικόνα που σχηματίζουν οι επισκέπτες για την πόλη, εντούτοις, στο ερώτημα εάν θα σύστηναν τη Θεσσαλονίκη σε άλλους και εάν επιθυμούν να την επισκεφθούν ξανά, εννέα στους δέκα εμφανίζονται θετικοί. Η πολύ καλή επίδοση, παρότι εμφανίζεται ελαφρώς χαμηλότερη σε σχέση με προηγούμενες μετρήσεις, οφείλεται στην θετική εικόνα που σχηματίζουν οι επισκέπτες της Θεσσαλονίκης για τη γαστρονομία της και την εν γένει ψυχαγωγία που προσφέρει η πόλη.
Η αξιολόγηση αυτή των επισκεπτών της Θεσσαλονίκης, δεν διαφέρει, τουλάχιστον στα βασικά σημεία της, από αυτήν που κάνουν και οι ίδιοι οι Θεσσαλονικείς. Άλλωστε εκφράστηκε με τον πλέον σαφή τρόπο και στις εκλογικές αναμετρήσεις της περασμένης χρονιάς. Τόσο στις εθνικές εκλογές όπου το κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας συγκέντρωσε στην Α' Θεσσαλονίκης από τα χαμηλότερα ποσοστά πανελλαδικά· όσο και στις δημοτικές εκλογές με την συντριπτική ήττα του τέως δημάρχου Κωνσταντίνου Ζέρβα.
Τα ευρήματα της έρευνας, θετικά και αρνητικά, μπορούν ωστόσο να αποτελέσουν τον οδηγό για εκείνους που έχουν την ευθύνη να λαμβάνουν αποφάσεις για την καθημερινότητα αλλά και για το μέλλον της Θεσσαλονίκης. Πρωτίστως, ασφαλώς, για τη διοίκηση του δήμου η οποία οφείλει να ενσκήψει πάνω στα εξόφθαλμα προβλήματα, τα ορατά και από τους περιστασιακούς επισκέπτες της πόλης, και να δώσει λύσεις. Οι πρώτες κινήσεις της προς αυτήν την κατεύθυνση είναι θετικές, αλλά το συνολικό ταμείο θα γίνει τα επόμενα δύο με τρία χρόνια.
Τα ευρήματα της έρευνας θα πρέπει να προβληματίσουν και την κυβέρνηση η οποία, κλείνοντας πλέον σχεδόν πέντε χρόνια στα πράγματα οφείλει να δείξει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την πόλη, να ασχοληθεί σοβαρότερα και εντατικότερα με τα προβλήματά της, κυρίως όσον αφορά τα έργα υποδομής και τις δημόσιες συγκοινωνίες. Να διαθέσει περισσότερους δημόσιους και κοινοτικούς πόρους και να εγκαταλείψει τους σχεδιασμούς για περαιτέρω ανοικοδόμηση των τελευταίων ελεύθερων χώρων, είτε πρόκειται για την ΔΕΘ είτε για το παραλιακό μέτωπο της Καλαμαριάς κ.ο.κ.
Τέλος, ακόμη και τα “ατού” της Θεσσαλονίκης, όπως τουλάχιστον παρουσιάζονται στην έρευνα, δηλαδή το καλό φαγητό και η νυχτερινή διασκέδαση, οφείλουν να προβληματίσουν όλους τους αρμόδιους φορείς της πόλης. Δεν είναι δυνατόν η Θεσσαλονίκη να έχει μόνον αυτά στη βιτρίνα της και να μην αξιοποιεί την τεράστια ιστορία της, τα σημαντικά μνημεία της, τον πολιτισμό της. Δεν μπορεί το στρεβλό μοντέλο ανάπτυξης της πόλης, όπως εξελίχθηκε στα χρόνια της κρίσης, να συνεχίσει προς την ίδια κατεύθυνση. Δηλαδή να παραμένει η Θεσσαλονίκη μια απέραντη φραπεδούπολη.
Πολύ ενδιαφέροντα αλλά και χρήσιμα, είναι για τη Θεσσαλονίκη τα ευρήματα της έρευνας “ικανοποίησης τουριστών & απόδοσης ξενοδοχείων για το 2023”, την οποία έκανε η εταιρεία GBR Consulting για λογαριασμό της Ένωσης Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης. Ευρήματα τα οποία επιβεβαιώνουν ότι, ακόμη και οι περιστασιακοί επισκέπτες της, διαπιστώνουν πως η πόλη βρίσκεται σε πτωτική πορεία τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια. Μάλιστα το 2023 καταγράφεται ως η χειρότερη χρονιά της περιόδου 2015-2023 με τη συνολική βαθμολογία αξιολόγησης να διαμορφώνεται στο χαμηλό 7,8, έναντι 8,1 το 2019, που ήταν η τελευταία χρονιά πριν από την πανδημία.
Εκείνα που ενοχλούν περισσότερο τους επισκέπτες, σύμφωνα με την έρευνα, είναι ότι η Θεσσαλονίκη είναι μια βρώμικη πόλη, με λιγοστό πράσινο, ατμοσφαιρικούς ρύπους, καταπάτηση του δημόσιου χώρου, ηχορύπανση, χαμηλό επίπεδο εξυπηρέτησης από τα μέσα μαζικής μεταφοράς κ.ο.κ. Το παρήγορο όμως είναι ότι, παρά αυτήν την κακή εικόνα που σχηματίζουν οι επισκέπτες για την πόλη, εντούτοις, στο ερώτημα εάν θα σύστηναν τη Θεσσαλονίκη σε άλλους και εάν επιθυμούν να την επισκεφθούν ξανά, εννέα στους δέκα εμφανίζονται θετικοί. Η πολύ καλή επίδοση, παρότι εμφανίζεται ελαφρώς χαμηλότερη σε σχέση με προηγούμενες μετρήσεις, οφείλεται στην θετική εικόνα που σχηματίζουν οι επισκέπτες της Θεσσαλονίκης για τη γαστρονομία της και την εν γένει ψυχαγωγία που προσφέρει η πόλη.
Η αξιολόγηση αυτή των επισκεπτών της Θεσσαλονίκης, δεν διαφέρει, τουλάχιστον στα βασικά σημεία της, από αυτήν που κάνουν και οι ίδιοι οι Θεσσαλονικείς. Άλλωστε εκφράστηκε με τον πλέον σαφή τρόπο και στις εκλογικές αναμετρήσεις της περασμένης χρονιάς. Τόσο στις εθνικές εκλογές όπου το κυβερνών κόμμα της Νέας Δημοκρατίας συγκέντρωσε στην Α' Θεσσαλονίκης από τα χαμηλότερα ποσοστά πανελλαδικά· όσο και στις δημοτικές εκλογές με την συντριπτική ήττα του τέως δημάρχου Κωνσταντίνου Ζέρβα.
Τα ευρήματα της έρευνας, θετικά και αρνητικά, μπορούν ωστόσο να αποτελέσουν τον οδηγό για εκείνους που έχουν την ευθύνη να λαμβάνουν αποφάσεις για την καθημερινότητα αλλά και για το μέλλον της Θεσσαλονίκης. Πρωτίστως, ασφαλώς, για τη διοίκηση του δήμου η οποία οφείλει να ενσκήψει πάνω στα εξόφθαλμα προβλήματα, τα ορατά και από τους περιστασιακούς επισκέπτες της πόλης, και να δώσει λύσεις. Οι πρώτες κινήσεις της προς αυτήν την κατεύθυνση είναι θετικές, αλλά το συνολικό ταμείο θα γίνει τα επόμενα δύο με τρία χρόνια.
Τα ευρήματα της έρευνας θα πρέπει να προβληματίσουν και την κυβέρνηση η οποία, κλείνοντας πλέον σχεδόν πέντε χρόνια στα πράγματα οφείλει να δείξει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την πόλη, να ασχοληθεί σοβαρότερα και εντατικότερα με τα προβλήματά της, κυρίως όσον αφορά τα έργα υποδομής και τις δημόσιες συγκοινωνίες. Να διαθέσει περισσότερους δημόσιους και κοινοτικούς πόρους και να εγκαταλείψει τους σχεδιασμούς για περαιτέρω ανοικοδόμηση των τελευταίων ελεύθερων χώρων, είτε πρόκειται για την ΔΕΘ είτε για το παραλιακό μέτωπο της Καλαμαριάς κ.ο.κ.
Τέλος, ακόμη και τα “ατού” της Θεσσαλονίκης, όπως τουλάχιστον παρουσιάζονται στην έρευνα, δηλαδή το καλό φαγητό και η νυχτερινή διασκέδαση, οφείλουν να προβληματίσουν όλους τους αρμόδιους φορείς της πόλης. Δεν είναι δυνατόν η Θεσσαλονίκη να έχει μόνον αυτά στη βιτρίνα της και να μην αξιοποιεί την τεράστια ιστορία της, τα σημαντικά μνημεία της, τον πολιτισμό της. Δεν μπορεί το στρεβλό μοντέλο ανάπτυξης της πόλης, όπως εξελίχθηκε στα χρόνια της κρίσης, να συνεχίσει προς την ίδια κατεύθυνση. Δηλαδή να παραμένει η Θεσσαλονίκη μια απέραντη φραπεδούπολη.
ΣΧΟΛΙΑ