ΓΣΕΒΕΕ: Το νομοσχέδιο για τη φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών δεν αντιστοιχεί με τις προεκλογικές εξαγγελίες της κυβέρνησης
04/12/2023 20:08
04/12/2023 20:08
«Για άλλη μια φορά έχουμε ένα σχέδιο νόμου χωρίς καμία ενημέρωση, αιφνιδιαστικά και σε αναντιστοιχία με τις προεκλογικές εξαγγελίες της κυβέρνησης», ανέφερε, για το φορολογικό νομοσχέδιο ο Γιώργος Καββαθάς, πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ.
Κατά τη διαδικασία ακρόασης φορέων, ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ χαρακτήρισε αντισυνταγματικό το νομοσχέδιο και κατήγγειλε ότι οι διατάξεις δεν εστάλησαν ούτε στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. «Δεν θέλετε τον κοινωνικό διάλογο, διότι μπορείτε από τα ΜΜΕ να ενεργοποιείτε τον κοινωνικό αυτοματισμό, να στρέφετε τον έναν κλάδο εναντίον άλλου κλάδου, να σπείρετε τον εθνικό διχασμό στους Έλληνες», είπε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ.
«Δεν ξέρω αν κάποιος από εσάς έχει δουλέψει στον ιδιωτικό τομέα και ξέρει ότι μια επιχείρηση, ένα κατάστημα, ένας αυτοπασχολούμενος μπορεί ανά τρία χρόνια να αυξάνει τον κύκλο εργασιών του, άρα τα κέρδη του. Από ποια οικονομική θεωρία προκύπτει ότι τα χρόνια λειτουργίας μιας επιχείρησης φέρνουν επιπλέον κέρδη, σε σύγκριση με μια νεότερη επιχείρηση;», είπε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ και πρoσέθεσε: «Από πού προκύπτει ότι ο μέσος ΚΑΔ μπορεί να δώσει μια δίκαιη φορολόγηση; Ότι θα συγκρίνουμε δηλαδή ένα μικρό παντοπωλείο στην Αθήνα με ένα μικρό παντοπωλείο στη Μακρακώμη Φθιώτιδας; Αυτή είναι η φορολογική δικαιοσύνη;».
«Εάν μια επιχείρηση έχει έναν καλοπληρωμένο υπάλληλο, αυτός ο καλοπληρωμένος υπάλληλος μπορεί να παίρνει 1.500 ευρώ μικτά. Πάμε κατευθείαν στις 21.000 ευρώ» είπε ο κ. Καββαθάς και προσέθεσε: «Και πάτε να συγκρίνετε με τους μισθωτούς οι οποίοι, με μια μέση φορολόγηση 15.000 ευρώ τεκμαρτό, έχουν 8.300 ευρώ αφορολόγητο και άρα τα 7.000 ευρώ έχουν φόρο με 9%, δηλαδή 650 ευρώ φόρο. Σε αναντιστοιχία, για ατομική επιχείρηση, η φορολογία πάνω από 2.000 ευρώ και δεν λαμβάνεται υπόψη ότι έχουμε και προκαταβολή φόρου. Άρα ο ελεύθερος επαγγελματίας, μπορεί να φτάσει τα 3.000 και 4.000 ευρώ φόρο».
Μάλιστα, ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ προκάλεσε την επιτροπή Οικονομικών της Βουλής να απευθυνθεί στον διοικητή της ΑΑΔΕ και να τον ρωτήσει πόσα είναι τα ληξιπρόθεσμα στη διετία. «Ρωτήστε τον. Την τελευταία διετία έχουμε αύξηση ληξιπρόθεσμων στην ΑΔΑΕ κατά 10 δισ. ευρώ. Το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους έχουμε αύξηση στα ληξιπρόθεσμα στον e-ΕΦΚΑ κατά 600 εκατομμύρια. Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία δύο χρόνια στον e-ΕΦΚΑ έχουμε 10 δισ. ευρώ νέα ληξιπρόθεσμα; Αυτά δεν τα λαμβάνετε υπόψη», είπε ο κ. Καββαθάς και κατήγγειλε ότι την ίδια ώρα που η κυβέρνηση φέρνει αυτό το φορολογικό για ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοπασχολούμενους, έχει περιλάβει στο νομοσχέδιο διατάξεις που προβλέπουν μείωση φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου. «Δηλαδή πάτε να πάρετε τα χρήματα από τον φτωχοδιάβολο, αλλά αυτόν που έχει χρήματα τον αφήνετε στο απυρόβλητο. Πάτε στους περιπτερούχους να τα πείτε αυτά. Ελέγξτε μας όλους. Όλους όμως, διότι οι ζημίες των μεγάλων επιτρέπονται, οι ζημίες στους μικρούς δεν επιτρέπονται», είπε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ.
«Η ΓΣΕΒΕΕ δεν μπορεί να συμφωνήσει με κανένα σύστημα τεκμαρτού (υποθετικού) υπολογισμού των εισοδημάτων, ιδιαίτερα εκείνων που προέρχονται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και ζητά την απόσυρση των σχετικών ρυθμίσεων».
Αυτό σημειώνεται στο υπόμνημα με τις θέσεις της, που κατέθεσε σήμερα η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας, κατά την ακρόαση των φορέων στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, κατά τη συζήτηση του νομοσχέδιου του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών με τίτλο: «Μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής».
Όπως τονίζει η ΓΣΕΒΕΕ, «η συζήτηση και επεξεργασία του νομοσχέδιου του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών αποτελεί ακόμα ένα νομοσχέδιο που η εξέταση και επεξεργασία του στο πλαίσιο της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής συντελείται εντός ασφυκτικού χρονοδιαγράμματος, γεγονός που ελάχιστα περιθώρια αφήνει για σημαντικές τροποποιήσεις ή και προσθήκες.
Πλείστες φορές έχουμε επισημάνει ότι η επεξεργασία, συζήτηση και ψήφιση των νομοθετημάτων με διαδικασίες fast-track δεν ενισχύουν τους θεσμούς και τη δημοκρατία μας και δεν βοηθούν στην ανάδειξη των όποιων αδυναμιών μπορεί να εμπεριέχει ένα σχέδιο νόμου. Περαιτέρω και ο χρόνος της δημόσιας διαβούλευσης είναι περιορισμένος, λαμβάνοντας υπόψη ότι μέχρι να αναρτηθεί έκαστο νομοσχέδιο στην ιστοσελίδα της δημόσιας διαβούλευσης έχει αξιοποιηθεί υπερ-πολλαπλάσιος χρόνος για την επεξεργασία του από τη μεριά της κυβέρνησης, διαδικασία στην οποία δυστυχώς δεν συμμετέχουν οι ενδιαφερόμενοι φορείς ή όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς.
Τα προαναφερόμενα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως στοιχεία καλής νομοθέτησης, ενώ αποτελούν βασικούς λόγους όπου ένα πολύ μεγάλο μέρος νομοθετικών ρυθμίσεων τελικά δεν εφαρμόζονται, συνήθως γιατί ξεπερνούν τα όρια και τις δυνατότητες των υποκείμενων εφαρμογής».
Σύμφωνα με τις επισημάνσεις τις ΓΣΕΒΕΕ, το ζήτημα της φοροδιαφυγής αποτελεί ένα σύνθετο πρόβλημα. Ποτέ, όμως, η Πολιτεία δεν έχει προβεί σε ένα διευρυμένο και εξαντλητικό διάλογο να διαπιστώσει όλες τις διαστάσεις του προβλήματος, τις προεκτάσεις του και τα αίτια, με στόχο την εφαρμογή πολιτικών που πράγματι να το περιορίζουν και παράλληλα να χαρακτηρίζονται και από το στοιχείο της δικαιοσύνης. Τις περισσότερες φορές που η Πολιτεία αποφασίζει να ασχοληθεί με την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, υιοθετεί πολιτικές μονοδιάστατες και μυωπικές οι οποίες κυρίως εντάσσονται στο πλαίσιο μιας καθαρά εισπρακτικής λογικής.
Με άλλα λόγια, η Πολιτεία αποδέχεται σιωπηρά ότι δεν μπορεί ή δεν θέλει να αντιμετωπίσει τη φοροδιαφυγή σε όλες τις εκφάνσεις της και επιλέγει έμμεσες και οριζόντιες πρακτικές φορολόγησης που τις εφαρμόζει σχεδόν πάντα στις ίδιες κοινωνικές ομάδες, οι οποίες σε ένα μεγάλο ποσοστό είναι και οι πιο αδύναμες.
Ο τεκμαρτός τρόπος υπολογισμού των εισοδημάτων των ελεύθερων επαγγελματιών, όπως αυτός καθορίζεται με τα άρθρα 12 ,13 και 15 έως 20 του νομοσχεδίου, αποτελούν ρυθμίσεις καθαρά εισπρακτικού χαρακτήρα, σε μια περίοδο μάλιστα που τα δημόσια έσοδα αυξάνονται. Η εισπρακτική τους διάσταση προκύπτει από τη μεριά των εσόδων ως ένας τρόπος αντικατάστασης του τέλους επιτηδεύματος, ενώ από την μεριά των δαπανών ως ένας τρόπος περιορισμού τους, αφού με την τεχνητή αύξηση των εισοδημάτων των αυτοαπασχολούμενων μειώνονται δυνητικά οι δικαιούχοι προνοιακών επιδομάτων.
Οι στοιχειώδεις υπολογισμοί που έχουν γίνει για το αποτέλεσμα των σχετικών ρυθμίσεων στα έσοδα και τις δαπάνες του Κράτους αποτελούν ακόμα ένα τεκμήριο της εισπρακτικής λογικής του μέτρου, δεδομένου ότι καμία άλλη επίπτωση από την ενδεχόμενη εφαρμογή τους δεν έχει ληφθεί υπόψη. Περαιτέρω, η εισπρακτική λογική των εν λόγω ρυθμίσεων προκύπτει και από το γεγονός ότι το τέλος επιτηδεύματος μειώνεται κατά 50% μόνο για τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες που εμπίπτουν στο τεκμαρτό σύστημα φορολόγησης, επισημαίνει η ΓΣΕΒΕΕ.
«Για άλλη μια φορά έχουμε ένα σχέδιο νόμου χωρίς καμία ενημέρωση, αιφνιδιαστικά και σε αναντιστοιχία με τις προεκλογικές εξαγγελίες της κυβέρνησης», ανέφερε, για το φορολογικό νομοσχέδιο ο Γιώργος Καββαθάς, πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ.
Κατά τη διαδικασία ακρόασης φορέων, ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ χαρακτήρισε αντισυνταγματικό το νομοσχέδιο και κατήγγειλε ότι οι διατάξεις δεν εστάλησαν ούτε στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή. «Δεν θέλετε τον κοινωνικό διάλογο, διότι μπορείτε από τα ΜΜΕ να ενεργοποιείτε τον κοινωνικό αυτοματισμό, να στρέφετε τον έναν κλάδο εναντίον άλλου κλάδου, να σπείρετε τον εθνικό διχασμό στους Έλληνες», είπε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ.
«Δεν ξέρω αν κάποιος από εσάς έχει δουλέψει στον ιδιωτικό τομέα και ξέρει ότι μια επιχείρηση, ένα κατάστημα, ένας αυτοπασχολούμενος μπορεί ανά τρία χρόνια να αυξάνει τον κύκλο εργασιών του, άρα τα κέρδη του. Από ποια οικονομική θεωρία προκύπτει ότι τα χρόνια λειτουργίας μιας επιχείρησης φέρνουν επιπλέον κέρδη, σε σύγκριση με μια νεότερη επιχείρηση;», είπε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ και πρoσέθεσε: «Από πού προκύπτει ότι ο μέσος ΚΑΔ μπορεί να δώσει μια δίκαιη φορολόγηση; Ότι θα συγκρίνουμε δηλαδή ένα μικρό παντοπωλείο στην Αθήνα με ένα μικρό παντοπωλείο στη Μακρακώμη Φθιώτιδας; Αυτή είναι η φορολογική δικαιοσύνη;».
«Εάν μια επιχείρηση έχει έναν καλοπληρωμένο υπάλληλο, αυτός ο καλοπληρωμένος υπάλληλος μπορεί να παίρνει 1.500 ευρώ μικτά. Πάμε κατευθείαν στις 21.000 ευρώ» είπε ο κ. Καββαθάς και προσέθεσε: «Και πάτε να συγκρίνετε με τους μισθωτούς οι οποίοι, με μια μέση φορολόγηση 15.000 ευρώ τεκμαρτό, έχουν 8.300 ευρώ αφορολόγητο και άρα τα 7.000 ευρώ έχουν φόρο με 9%, δηλαδή 650 ευρώ φόρο. Σε αναντιστοιχία, για ατομική επιχείρηση, η φορολογία πάνω από 2.000 ευρώ και δεν λαμβάνεται υπόψη ότι έχουμε και προκαταβολή φόρου. Άρα ο ελεύθερος επαγγελματίας, μπορεί να φτάσει τα 3.000 και 4.000 ευρώ φόρο».
Μάλιστα, ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ προκάλεσε την επιτροπή Οικονομικών της Βουλής να απευθυνθεί στον διοικητή της ΑΑΔΕ και να τον ρωτήσει πόσα είναι τα ληξιπρόθεσμα στη διετία. «Ρωτήστε τον. Την τελευταία διετία έχουμε αύξηση ληξιπρόθεσμων στην ΑΔΑΕ κατά 10 δισ. ευρώ. Το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους έχουμε αύξηση στα ληξιπρόθεσμα στον e-ΕΦΚΑ κατά 600 εκατομμύρια. Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία δύο χρόνια στον e-ΕΦΚΑ έχουμε 10 δισ. ευρώ νέα ληξιπρόθεσμα; Αυτά δεν τα λαμβάνετε υπόψη», είπε ο κ. Καββαθάς και κατήγγειλε ότι την ίδια ώρα που η κυβέρνηση φέρνει αυτό το φορολογικό για ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοπασχολούμενους, έχει περιλάβει στο νομοσχέδιο διατάξεις που προβλέπουν μείωση φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου. «Δηλαδή πάτε να πάρετε τα χρήματα από τον φτωχοδιάβολο, αλλά αυτόν που έχει χρήματα τον αφήνετε στο απυρόβλητο. Πάτε στους περιπτερούχους να τα πείτε αυτά. Ελέγξτε μας όλους. Όλους όμως, διότι οι ζημίες των μεγάλων επιτρέπονται, οι ζημίες στους μικρούς δεν επιτρέπονται», είπε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ.
«Η ΓΣΕΒΕΕ δεν μπορεί να συμφωνήσει με κανένα σύστημα τεκμαρτού (υποθετικού) υπολογισμού των εισοδημάτων, ιδιαίτερα εκείνων που προέρχονται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και ζητά την απόσυρση των σχετικών ρυθμίσεων».
Αυτό σημειώνεται στο υπόμνημα με τις θέσεις της, που κατέθεσε σήμερα η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας, κατά την ακρόαση των φορέων στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, κατά τη συζήτηση του νομοσχέδιου του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών με τίτλο: «Μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής».
Όπως τονίζει η ΓΣΕΒΕΕ, «η συζήτηση και επεξεργασία του νομοσχέδιου του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών αποτελεί ακόμα ένα νομοσχέδιο που η εξέταση και επεξεργασία του στο πλαίσιο της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής συντελείται εντός ασφυκτικού χρονοδιαγράμματος, γεγονός που ελάχιστα περιθώρια αφήνει για σημαντικές τροποποιήσεις ή και προσθήκες.
Πλείστες φορές έχουμε επισημάνει ότι η επεξεργασία, συζήτηση και ψήφιση των νομοθετημάτων με διαδικασίες fast-track δεν ενισχύουν τους θεσμούς και τη δημοκρατία μας και δεν βοηθούν στην ανάδειξη των όποιων αδυναμιών μπορεί να εμπεριέχει ένα σχέδιο νόμου. Περαιτέρω και ο χρόνος της δημόσιας διαβούλευσης είναι περιορισμένος, λαμβάνοντας υπόψη ότι μέχρι να αναρτηθεί έκαστο νομοσχέδιο στην ιστοσελίδα της δημόσιας διαβούλευσης έχει αξιοποιηθεί υπερ-πολλαπλάσιος χρόνος για την επεξεργασία του από τη μεριά της κυβέρνησης, διαδικασία στην οποία δυστυχώς δεν συμμετέχουν οι ενδιαφερόμενοι φορείς ή όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς.
Τα προαναφερόμενα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως στοιχεία καλής νομοθέτησης, ενώ αποτελούν βασικούς λόγους όπου ένα πολύ μεγάλο μέρος νομοθετικών ρυθμίσεων τελικά δεν εφαρμόζονται, συνήθως γιατί ξεπερνούν τα όρια και τις δυνατότητες των υποκείμενων εφαρμογής».
Σύμφωνα με τις επισημάνσεις τις ΓΣΕΒΕΕ, το ζήτημα της φοροδιαφυγής αποτελεί ένα σύνθετο πρόβλημα. Ποτέ, όμως, η Πολιτεία δεν έχει προβεί σε ένα διευρυμένο και εξαντλητικό διάλογο να διαπιστώσει όλες τις διαστάσεις του προβλήματος, τις προεκτάσεις του και τα αίτια, με στόχο την εφαρμογή πολιτικών που πράγματι να το περιορίζουν και παράλληλα να χαρακτηρίζονται και από το στοιχείο της δικαιοσύνης. Τις περισσότερες φορές που η Πολιτεία αποφασίζει να ασχοληθεί με την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, υιοθετεί πολιτικές μονοδιάστατες και μυωπικές οι οποίες κυρίως εντάσσονται στο πλαίσιο μιας καθαρά εισπρακτικής λογικής.
Με άλλα λόγια, η Πολιτεία αποδέχεται σιωπηρά ότι δεν μπορεί ή δεν θέλει να αντιμετωπίσει τη φοροδιαφυγή σε όλες τις εκφάνσεις της και επιλέγει έμμεσες και οριζόντιες πρακτικές φορολόγησης που τις εφαρμόζει σχεδόν πάντα στις ίδιες κοινωνικές ομάδες, οι οποίες σε ένα μεγάλο ποσοστό είναι και οι πιο αδύναμες.
Ο τεκμαρτός τρόπος υπολογισμού των εισοδημάτων των ελεύθερων επαγγελματιών, όπως αυτός καθορίζεται με τα άρθρα 12 ,13 και 15 έως 20 του νομοσχεδίου, αποτελούν ρυθμίσεις καθαρά εισπρακτικού χαρακτήρα, σε μια περίοδο μάλιστα που τα δημόσια έσοδα αυξάνονται. Η εισπρακτική τους διάσταση προκύπτει από τη μεριά των εσόδων ως ένας τρόπος αντικατάστασης του τέλους επιτηδεύματος, ενώ από την μεριά των δαπανών ως ένας τρόπος περιορισμού τους, αφού με την τεχνητή αύξηση των εισοδημάτων των αυτοαπασχολούμενων μειώνονται δυνητικά οι δικαιούχοι προνοιακών επιδομάτων.
Οι στοιχειώδεις υπολογισμοί που έχουν γίνει για το αποτέλεσμα των σχετικών ρυθμίσεων στα έσοδα και τις δαπάνες του Κράτους αποτελούν ακόμα ένα τεκμήριο της εισπρακτικής λογικής του μέτρου, δεδομένου ότι καμία άλλη επίπτωση από την ενδεχόμενη εφαρμογή τους δεν έχει ληφθεί υπόψη. Περαιτέρω, η εισπρακτική λογική των εν λόγω ρυθμίσεων προκύπτει και από το γεγονός ότι το τέλος επιτηδεύματος μειώνεται κατά 50% μόνο για τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες που εμπίπτουν στο τεκμαρτό σύστημα φορολόγησης, επισημαίνει η ΓΣΕΒΕΕ.
ΣΧΟΛΙΑ