Η Ελένη Καρακάση στο makthes.gr: «Περνάω φάσεις έντονης μαυρίλας αλλά σηκώνομαι»
10/04/2022 08:00
10/04/2022 08:00
«Έχω συγγενείς και πατήματα στη Θεσσαλονίκη. Μην ξεχνάτε ότι υπάρχει εκεί η οδός Καρακάση», λέει και σκέφτομαι το σπίτι του πρώτου έτους των φοιτητικών μου χρόνων που βρίσκεται σε αυτόν τον δρόμο.
Η Ελένη Καρακάση, η αγαπημένη στους φανατικούς τηλεθεατές της σειράς «Άγριες Μέλισσες» Ρίζω, μιλάει όπως δείχνει και εκεί. Με δυναμισμό, χιούμορ, πληθωρικότητα. Περιγράφει τις εντυπώσεις της από την πόλη όταν για πρώτη φορά έπαιξε εδώ τον μονόλογο «Είμαι χάλια» σε κείμενο και σκηνοθεσία Ντίνου Σπυρόπουλου, πριν περίπου έναν μήνα. «Τις πρώτες μέρες είχα αρκετό άγχος γιατί δεν έχω ξανακάνει κάτι παρόμοιο. Αλλά την τελευταία ήμουν από καφέ σε καφέ και από τραπέζι σε τραπέζι», λέει στο makthes.gr.
Το «σόι» της, όπως το λέει, στη Θεσσαλονίκη μόλις διάβασε το επίθετό της στις «Μέλισσες» και είδε τη φυσιογνωμία της αναζήτησε σταθερά τηλέφωνα. Έτσι, ψάχνοντας, έφτασε κάποια στιγμή στη μητέρα της και, κατόπιν, σε εκείνη. «Ήρθε η τρίτη μου ξαδέλφη, η Μαρία, είδε την παράσταση. Την Κυριακή πήγαμε και για καφέ μαζί. Αλλά ήταν η πρώτη φορά που συναντηθήκαμε στη ζωή μας. Ήταν πολύ ωραία που τους ξαναείδα όλους. Έτσι κι αλλιώς η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που αγαπώ πολύ και θεωρώ δύσκολο το κοινό της. Αν πάει καλά μια παράσταση εκεί σημαίνει ότι θα πάει καλά παντού», τονίζει η ηθοποιός.
Κωμικό και συγκινητικό στοιχείο
Τώρα επανέρχεται στην πόλη με τον μονόλογο αυτό, στον οποίο μια γυναίκα στο ηλικιακό σταυροδρόμι των πενήντα παρά, αποφασίζει μετά από είκοσι χρόνια γάμου να πάρει διαζύγιο. «Την πετυχαίνουμε ακριβώς την πρώτη μέρα μετακόμισης, οπότε ανοίγοντας και κοιτάζοντας τα πράγματα που βγάζει από τις κούτες, αρχίζει και θυμάται και θυμώνει με τη ζωή της με ό,τι της έχει συμβεί, με τον χρόνο που άφησε να περάσει, με αυτόν τον άνθρωπο που γι’ αυτήν ήταν τα πάντα και έγινε το τίποτα με το ότι πέρασε όλη αυτή τη διαδικασία μέχρι να πάρει την απόφαση να φύγει. Στο τέλος, βέβαια, υπάρχει μια μεγάλη ανατροπή που βλέποντάς τη δικαιολογείς και κάποια πράγματα, τα οποία καταλαβαίνεις, αλλά σου φαίνονται λίγο περίεργα από την αρχή της παράστασης».
Το έργο συνδυάζει το κωμικό και το συγκινητικό στοιχείο. «Είναι όπως ακριβώς συμβαίνει και στη ζωή, δηλαδή εκεί που γελάς κλαις και εκεί που κλαις γελάς. Είναι ένα πολύ όμορφο κείμενο και μια πολύ αγαπημένη παράσταση», επισημαίνει.
Ωστόσο η ίδια δεν έχει πολλά κοινά με την ηρωίδα. «Την καταλαβαίνω ως γυναίκα σε κάποια πράγματα, αλλά αυτή παντρεύτηκε τον πρώτο της έρωτα και χώρισε. Εγώ δεν το έχω βιώσει αυτό, ενώ είμαι πολύ διαφορετική στο πώς αντιδρώ. Δεν ξέρω αν θα άντεχα τόσα πολλά χρόνια σε μια προβληματική σχέση. Παρόλα αυτά και την αντιλαμβάνομαι και τη δικαιολογώ», σημειώνει.
Το «Είμαι χάλια», πάντως, είναι μια έκφραση που προσαρμόζεται πολύ στη σύγχρονη πραγματικότητα και ακούγεται πολύ την τελευταία δεκαετία με όλα όσα συμβαίνουν. «Αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια. Η πλάκα είναι ότι αυτό το έργο έχει γραφτεί πριν περίπου 15 χρόνια. Και μπορεί να μιλάει για τα προβλήματα των γυναικών και των ζευγαριών γενικά, αλλά έχει έναν τίτλο που ταιριάζει σε όλα», παραδέχεται.
«Δεν μπορώ να κάθομαι και να κλαίω τη μοίρα μου»
Είναι όμως αισιόδοξος άνθρωπος. «Δεν μπορώ να κάθομαι και να κλαίω τη μοίρα μου, δεν το έχω κάνει ποτέ. Περνάω μικρές φάσεις έντονης μαυρίλας αλλά σηκώνομαι δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά. Δεν γίνεται να μην είμαστε αισιόδοξοι. Είμαι ένας άνθρωπος που πραγματικά με χτύπησε η οικονομική κρίση. Από εκεί και πέρα ήρθε ένα μεγάλο κατρακύλισμα σε μια περίοδο που αργά και σταθερά είχα φτάσει σε πολύ καλό επαγγελματικό σημείο. Για να σηκωθώ δεν δίστασα καμία στιγμή να πάρω τηλέφωνο σε ανθρώπους που θαύμαζα και ήθελα να συνεργαστώ για να αυτοπροταθώ σε δουλειές. Μέχρι εκείνη τη στιγμή όμως και για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα δεν είχε χρειαστεί να δώσω οντισιόν, να θυμίσω την παρουσία μου. Το έκανα πολλές φορές και θα το ξανακάνω. Δεν είναι κάτι που με κομπλάρει. Συμβουλεύω δε πολύ και τους νεώτερους ανθρώπους να το κάνουν. Το να περιμένεις να χτυπήσει το τηλέφωνό σου ή να σου έρθουν μαγικά χρήματα είναι μάταιο. Συμβαίνει σε ελάχιστους ανθρώπους», υποστηρίζει.
Το ίδιο έκανε και με τις «Άγριες Μέλισσες». «Εγώ τους τηλεφώνησα», λέει. «Πήρα τον Γιάννη Καραγιάννη και του είπα ότι θέλω να είμαι σε αυτή τη δουλειά. Φυσικά με πήρε, με πήγε στον σκηνοθέτη, έκανα κάστινγκ αλλά δεν έχω πρόβλημα με αυτό. Ασφαλώς ήμουν πάρα πολύ τυχερή γιατί ήμουν σε μια πολύ καλή δουλειά της τηλεόρασης που θεωρώ ότι άλλαξε τον ρου τον πραγμάτων στη μικρή οθόνη. Ξαναγυρίσαμε στη μυθοπλασία και καταλάβαμε ότι ο κόσμος την έχει ανάγκη», προσθέτει.
Για εκείνη όλοι οι ρόλοι στη σειρά είναι ξεχωριστοί. «Αυτό μάλλον είναι και η επιτυχία αυτής της δουλειάς. Ακόμη και οι πιο μικροί ρόλοι έχουν χαρακτήρα και είναι και πρόσωπα που μας είναι πολύ οικεία. Η Ρίζω είναι ένας τέτοιος χαρακτήρας. Είναι η γιαγιά μας, η θεία μας, η γειτόνισσά μας, είναι μια από αυτές τις δυναμικές γυναίκες της διπλανής πόρτας που ακόμη και σήμερα θα χτυπήσεις στην πολυκατοικία και θα ζητήσεις να σου δώσει ένα παυσίπονο ή να της μιλήσεις για κάτι που σε απασχολεί κ.α.».
Τώρα που η σειρά ολοκληρώνεται κλείνοντας τον τρίτο κύκλο της έχει αρχίσει ήδη να τη νοσταλγεί. «Δεν στεναχωριέμαι. Απλά κάποια στιγμή που έβλεπα πλάνα θυμήθηκα πόσο ωραία περάσαμε σε διάφορες σκηνές και, χωρίς ακόμη να έχει τελειώσει το σίριαλ, άρχισε η γλυκιά αναπόληση των πραγμάτων. Χαίρομαι γιατί τελειώνει κάνοντας έναν πολύ ωραίο κύκλο. Εμένα με στεναχωρεί όταν τελειώνουν οι δουλειές και δεν έχουν κλείσει όπως θα έπρεπε να έχουν ολοκληρώσει την πορεία τους. Μια δουλειά που είναι καλή που έχουμε περάσει καλά και που κλείνει γεμάτα και με επιτυχία δεν με στεναχωρεί που τελειώνει. Θα αναπολώ όμως γιατί ειδικά αυτή η σειρά ήταν ο λόγος για να βγαίνουμε από τα σπίτια μας μέσα στη δεύτερη καραντίνα. Στην πρώτη παρόλο που δεν κάναμε γυρίσματα είχαμε κάθε μέρα επικοινωνία με όλα τα παιδιά μέσα από διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το δέσιμο με όλους ήταν παραπάνω από τις άλλες δουλειές. Οπότε στη δεύτερη καραντίνα όταν είχαμε γύρισμα είχαμε χαρά, θέλαμε να πάμε να δούμε τους φίλους μας. Ήταν πανηγύρι. Αλήθεια σου λέω!».
«Έχω συγγενείς και πατήματα στη Θεσσαλονίκη. Μην ξεχνάτε ότι υπάρχει εκεί η οδός Καρακάση», λέει και σκέφτομαι το σπίτι του πρώτου έτους των φοιτητικών μου χρόνων που βρίσκεται σε αυτόν τον δρόμο.
Η Ελένη Καρακάση, η αγαπημένη στους φανατικούς τηλεθεατές της σειράς «Άγριες Μέλισσες» Ρίζω, μιλάει όπως δείχνει και εκεί. Με δυναμισμό, χιούμορ, πληθωρικότητα. Περιγράφει τις εντυπώσεις της από την πόλη όταν για πρώτη φορά έπαιξε εδώ τον μονόλογο «Είμαι χάλια» σε κείμενο και σκηνοθεσία Ντίνου Σπυρόπουλου, πριν περίπου έναν μήνα. «Τις πρώτες μέρες είχα αρκετό άγχος γιατί δεν έχω ξανακάνει κάτι παρόμοιο. Αλλά την τελευταία ήμουν από καφέ σε καφέ και από τραπέζι σε τραπέζι», λέει στο makthes.gr.
Το «σόι» της, όπως το λέει, στη Θεσσαλονίκη μόλις διάβασε το επίθετό της στις «Μέλισσες» και είδε τη φυσιογνωμία της αναζήτησε σταθερά τηλέφωνα. Έτσι, ψάχνοντας, έφτασε κάποια στιγμή στη μητέρα της και, κατόπιν, σε εκείνη. «Ήρθε η τρίτη μου ξαδέλφη, η Μαρία, είδε την παράσταση. Την Κυριακή πήγαμε και για καφέ μαζί. Αλλά ήταν η πρώτη φορά που συναντηθήκαμε στη ζωή μας. Ήταν πολύ ωραία που τους ξαναείδα όλους. Έτσι κι αλλιώς η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που αγαπώ πολύ και θεωρώ δύσκολο το κοινό της. Αν πάει καλά μια παράσταση εκεί σημαίνει ότι θα πάει καλά παντού», τονίζει η ηθοποιός.
Κωμικό και συγκινητικό στοιχείο
Τώρα επανέρχεται στην πόλη με τον μονόλογο αυτό, στον οποίο μια γυναίκα στο ηλικιακό σταυροδρόμι των πενήντα παρά, αποφασίζει μετά από είκοσι χρόνια γάμου να πάρει διαζύγιο. «Την πετυχαίνουμε ακριβώς την πρώτη μέρα μετακόμισης, οπότε ανοίγοντας και κοιτάζοντας τα πράγματα που βγάζει από τις κούτες, αρχίζει και θυμάται και θυμώνει με τη ζωή της με ό,τι της έχει συμβεί, με τον χρόνο που άφησε να περάσει, με αυτόν τον άνθρωπο που γι’ αυτήν ήταν τα πάντα και έγινε το τίποτα με το ότι πέρασε όλη αυτή τη διαδικασία μέχρι να πάρει την απόφαση να φύγει. Στο τέλος, βέβαια, υπάρχει μια μεγάλη ανατροπή που βλέποντάς τη δικαιολογείς και κάποια πράγματα, τα οποία καταλαβαίνεις, αλλά σου φαίνονται λίγο περίεργα από την αρχή της παράστασης».
Το έργο συνδυάζει το κωμικό και το συγκινητικό στοιχείο. «Είναι όπως ακριβώς συμβαίνει και στη ζωή, δηλαδή εκεί που γελάς κλαις και εκεί που κλαις γελάς. Είναι ένα πολύ όμορφο κείμενο και μια πολύ αγαπημένη παράσταση», επισημαίνει.
Ωστόσο η ίδια δεν έχει πολλά κοινά με την ηρωίδα. «Την καταλαβαίνω ως γυναίκα σε κάποια πράγματα, αλλά αυτή παντρεύτηκε τον πρώτο της έρωτα και χώρισε. Εγώ δεν το έχω βιώσει αυτό, ενώ είμαι πολύ διαφορετική στο πώς αντιδρώ. Δεν ξέρω αν θα άντεχα τόσα πολλά χρόνια σε μια προβληματική σχέση. Παρόλα αυτά και την αντιλαμβάνομαι και τη δικαιολογώ», σημειώνει.
Το «Είμαι χάλια», πάντως, είναι μια έκφραση που προσαρμόζεται πολύ στη σύγχρονη πραγματικότητα και ακούγεται πολύ την τελευταία δεκαετία με όλα όσα συμβαίνουν. «Αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια. Η πλάκα είναι ότι αυτό το έργο έχει γραφτεί πριν περίπου 15 χρόνια. Και μπορεί να μιλάει για τα προβλήματα των γυναικών και των ζευγαριών γενικά, αλλά έχει έναν τίτλο που ταιριάζει σε όλα», παραδέχεται.
«Δεν μπορώ να κάθομαι και να κλαίω τη μοίρα μου»
Είναι όμως αισιόδοξος άνθρωπος. «Δεν μπορώ να κάθομαι και να κλαίω τη μοίρα μου, δεν το έχω κάνει ποτέ. Περνάω μικρές φάσεις έντονης μαυρίλας αλλά σηκώνομαι δεν μπορώ να κάνω διαφορετικά. Δεν γίνεται να μην είμαστε αισιόδοξοι. Είμαι ένας άνθρωπος που πραγματικά με χτύπησε η οικονομική κρίση. Από εκεί και πέρα ήρθε ένα μεγάλο κατρακύλισμα σε μια περίοδο που αργά και σταθερά είχα φτάσει σε πολύ καλό επαγγελματικό σημείο. Για να σηκωθώ δεν δίστασα καμία στιγμή να πάρω τηλέφωνο σε ανθρώπους που θαύμαζα και ήθελα να συνεργαστώ για να αυτοπροταθώ σε δουλειές. Μέχρι εκείνη τη στιγμή όμως και για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα δεν είχε χρειαστεί να δώσω οντισιόν, να θυμίσω την παρουσία μου. Το έκανα πολλές φορές και θα το ξανακάνω. Δεν είναι κάτι που με κομπλάρει. Συμβουλεύω δε πολύ και τους νεώτερους ανθρώπους να το κάνουν. Το να περιμένεις να χτυπήσει το τηλέφωνό σου ή να σου έρθουν μαγικά χρήματα είναι μάταιο. Συμβαίνει σε ελάχιστους ανθρώπους», υποστηρίζει.
Το ίδιο έκανε και με τις «Άγριες Μέλισσες». «Εγώ τους τηλεφώνησα», λέει. «Πήρα τον Γιάννη Καραγιάννη και του είπα ότι θέλω να είμαι σε αυτή τη δουλειά. Φυσικά με πήρε, με πήγε στον σκηνοθέτη, έκανα κάστινγκ αλλά δεν έχω πρόβλημα με αυτό. Ασφαλώς ήμουν πάρα πολύ τυχερή γιατί ήμουν σε μια πολύ καλή δουλειά της τηλεόρασης που θεωρώ ότι άλλαξε τον ρου τον πραγμάτων στη μικρή οθόνη. Ξαναγυρίσαμε στη μυθοπλασία και καταλάβαμε ότι ο κόσμος την έχει ανάγκη», προσθέτει.
Για εκείνη όλοι οι ρόλοι στη σειρά είναι ξεχωριστοί. «Αυτό μάλλον είναι και η επιτυχία αυτής της δουλειάς. Ακόμη και οι πιο μικροί ρόλοι έχουν χαρακτήρα και είναι και πρόσωπα που μας είναι πολύ οικεία. Η Ρίζω είναι ένας τέτοιος χαρακτήρας. Είναι η γιαγιά μας, η θεία μας, η γειτόνισσά μας, είναι μια από αυτές τις δυναμικές γυναίκες της διπλανής πόρτας που ακόμη και σήμερα θα χτυπήσεις στην πολυκατοικία και θα ζητήσεις να σου δώσει ένα παυσίπονο ή να της μιλήσεις για κάτι που σε απασχολεί κ.α.».
Τώρα που η σειρά ολοκληρώνεται κλείνοντας τον τρίτο κύκλο της έχει αρχίσει ήδη να τη νοσταλγεί. «Δεν στεναχωριέμαι. Απλά κάποια στιγμή που έβλεπα πλάνα θυμήθηκα πόσο ωραία περάσαμε σε διάφορες σκηνές και, χωρίς ακόμη να έχει τελειώσει το σίριαλ, άρχισε η γλυκιά αναπόληση των πραγμάτων. Χαίρομαι γιατί τελειώνει κάνοντας έναν πολύ ωραίο κύκλο. Εμένα με στεναχωρεί όταν τελειώνουν οι δουλειές και δεν έχουν κλείσει όπως θα έπρεπε να έχουν ολοκληρώσει την πορεία τους. Μια δουλειά που είναι καλή που έχουμε περάσει καλά και που κλείνει γεμάτα και με επιτυχία δεν με στεναχωρεί που τελειώνει. Θα αναπολώ όμως γιατί ειδικά αυτή η σειρά ήταν ο λόγος για να βγαίνουμε από τα σπίτια μας μέσα στη δεύτερη καραντίνα. Στην πρώτη παρόλο που δεν κάναμε γυρίσματα είχαμε κάθε μέρα επικοινωνία με όλα τα παιδιά μέσα από διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το δέσιμο με όλους ήταν παραπάνω από τις άλλες δουλειές. Οπότε στη δεύτερη καραντίνα όταν είχαμε γύρισμα είχαμε χαρά, θέλαμε να πάμε να δούμε τους φίλους μας. Ήταν πανηγύρι. Αλήθεια σου λέω!».
ΣΧΟΛΙΑ