Η Κατερίνα Τζαβάρα στο makthes.gr: «Ο πιο δύσκολος αντίπαλος στη μάχη του εαυτού μας με το καλύτερο είναι τα παιδιά»
28/05/2020 08:00
28/05/2020 08:00
Μπορεί κάποιος να μετρήσει όλη τη γη; Τουλάχιστον αυτό προσπαθούν οι δύο ήρωες της Κατερίνας Τζαβάρα, ο Λεγκ και ο Άλεξ, που ξεπηδούν μέσα από τις σελίδες του ολόφρεσκου βιβλίου της με τίτλο «Πάμε να μετρήσουμε τη γη» το οποίο απευθύνεται στους μικρούς μας φίλους και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «βιβλιο-διάπλους».
Ο τόμος ήρθε στα χέρια της συγγραφέως ακριβώς την ημέρα που έκλεισε η αγορά κι έτσι ήταν αδύνατον να διανεμηθεί. Η ιστορία του όμως είχε γραφτεί περίπου πριν δύο χρόνια. «Πέρασε από 40 κύματα μέχρι να γίνει βιβλίο», αποκαλύπτει στο makthes.gr η ίδια.
Θεωρεί ή τουλάχιστον έτσι θέλει να το βλέπει, πως και η συγκυρία της κυκλοφορίας του βιβλίου αυτού ήρθε να ολοκληρώσει μια δύσκολη περίοδο κυοφορίας και γέννας. «Σαν ένα μωρό που γεννήθηκε υγιές και όμορφο κόντρα στις προβλέψεις. Ξέρουμε ότι θα χρειαστεί πολλή φροντίδα, υπομονή και αγάπη μέχρι να σταθεί στα πόδια του και να περπατήσει μόνο του. Από την άλλη πλευρά, αποτελεί και την πιο αισιόδοξη επανεκκίνηση της δημιουργικής πλευράς της ζωής, της προσπάθειας και της ελπίδας μας. Να -ξανά- περπατήσουμε σύντομα, όλοι μαζί, τη Γη», τονίζει η κ. Τζαβάρα.
Η χαρά του απλού παιχνιδιού μεταξύ των παιδιώνΓνωστή συγγραφέας παιδικών βιβλίων η Κατερίνα Τζαβάρα δεν σκέφτεται ποτέ όταν γράφει ποιο θα είναι το «μήνυμα» ενός βιβλίου. «Δεν γράφω με γνώμονα την επικαιρότητα, ούτε την εμπορικότητα που μπορεί να κερδίσει το βιβλίο μου από μια συγκεκριμένη θεματολογία. Αγαπώ τα παιδιά, εργάζομαι με παιδιά 30 χρόνια τώρα. Είναι φυσικό να με απασχολούν και να με επηρεάζουν οι σκέψεις, η ψυχολογία, οι επιθυμίες τους, ο διαφορετικός τρόπος που προσλαμβάνουν τα ερεθίσματα γύρω τους», επισημαίνει.
Στο συγκεκριμένο βιβλίο, τώρα που το ξαναδιαβάζει και εκείνη με την απόσταση του αναγνώστη, βλέπει την προσπάθεια να αποτυπωθεί η χαρά του απλού παιχνιδιού μεταξύ των παιδιών που θέλουν να ανακαλύπτουν τον κόσμο, να εξερευνούν, να μετρούν τα κατορθώματά τους, να θέλουν να ξεπερνούν τα εμπόδια των μεγάλων συνέχεια. «Μέσα από το ελεύθερο παιχνίδι στη φύση (κάτι που τους στερούμε όλο και περισσότερο και μάλιστα οργανωμένα με το άλλοθι της προστασίας τους), μέσα από την περιήγησή τους στο αστικό περιβάλλον και τη γνωριμία νέων τόπων, τα παιδιά μπορούν να αντιληφθούν άμεσα τον τρόπο λειτουργίας των δομημένων κοινωνιών και κατ’ επέκταση του κόσμου που δεν βλέπουν. Οι ήρωες του βιβλίου μου επιλέγουν να γνωρίσουν τον κόσμο με έναν ανορθόδοξο τρόπο που ταιριάζει στην προσωπικότητα όσων παιδιών δεν έχουν διαβρωθεί από την υπέρ- πληροφόρηση και τη δύναμη της οθόνης. Περπατούν όλη τη Γη και μέσα από συνεχείς ανατροπές συναντιούνται με παιδιά από όλες τις χώρες και ανακαλύπτουν πως η φιλία, το θάρρος, η αγάπη για τον κόσμο (πέρα από τον μικρόκοσμό μας) είναι η κοινή τους γλώσσα που ξεπερνά τα τεχνητά εμπόδια απομόνωσης των ανθρώπων που επιβάλλουν οι ‘μεγάλοι’», επισημαίνει.
«Παλαιότεροι δάσκαλοί μας έχουν την ίδια απήχηση στα μικρά παιδιά»
Πιστεύω πως ο δημιουργός που απευθύνεται στην ευαίσθητη παιδική ψυχή χρειάζεται να μιλάει με ειλικρίνεια και ευγένεια μέσα από το έργο του. «Να είναι ο ίδιος και η ίδια το παράδειγμα με την τέχνη του προς μια θετική θέαση των πραγμάτων. Να δημιουργεί έξυπνες ανατροπές που θα παρακινήσουν τα παιδιά στην κριτική και δημιουργική σκέψη και δράση. Να μην υποτιμά τη δύναμη και τη σοφία των μικρών παιδιών, να μη γίνεται ‘ξερόλας’ με το δάχτυλο σηκωμένο, αλλά να στέκεται με την αγκαλιά του έργου του ανοιχτή για όλα τα παιδιά ώστε να μην περισσεύει κανένα», υπογραμμίζει.
Συμπληρώνει πως στην Ελλάδα που πάσχει από αναγνωστική παιδεία, το αναγνωστικό κοινό είναι πολλών διαφορετικών ταχυτήτων. «Πολλές φορές οι εκδότες και οι δημιουργοί πέφτουν στην παγίδα να ‘κολακεύσουν’ τις ανασφάλειες και τα στερεότυπα των ενηλίκων που είναι οι διαμεσολαβητές ανάμεσα στο πνευματικό έργο και τον αποδέκτη του, το παιδί-αναγνώστη. Δεν είναι τυχαίο πως στην ομάδα των συγγραφέων, για παράδειγμα, οι παλαιότεροι, οι δάσκαλοί μας, έχουν ακόμη την ίδια απήχηση στα μικρά παιδιά. Διαβάζουμε όλοι με την ίδια λαχτάρα και γλύκα την Άλκη Ζέη, αργότερα τον Μάνο Κοντολέων και τη Λότη Πέτροβιτς, γιατί το έργο τους διακρίνεται από αμεσότητα, τιμιότητα, ήθος και αγάπη για τον Άνθρωπο. Χρησιμοποιούν τις λέξεις με τρυφερότητα και σεβασμό. Ευτυχώς, υπάρχουν αρκετοί νεότεροι δημιουργοί που στο έργο τους διακρίνονται ακόμη αυτές οι αξίες», σημειώνει.
«Η σχέση του παιδιού με το βιβλίο ξεκινά και διατηρείται από την οικογένεια»
Ο αυθορμητισμός, οι εκπλήξεις, οι ανατροπές, η πηγαία εκδήλωση των συναισθημάτων, η αλήθεια είναι για την Κατερίνα Τζαβάρα τα πιο γοητευτικά στοιχεία του παιδικού κοινού. «Η αδρεναλίνη που σου δημιουργεί κάθε καινούργια επαφή με το παιδικό κοινό, η χαρά της αμοιβαίας επικοινωνίας, η απόλαυση της συν-δημιουργίας και τέλος η πληρότητα που αισθάνεσαι όταν βλέπεις ένα παιδικό προσωπάκι να λάμπει, όταν δέχεσαι μια ξαφνική αγκαλιά, όταν λαμβάνεις εκείνη τη ζωγραφιά με το «σ’ αγαπώ, κυρία» που κρεμάς στο γραφείο σου. Απολαμβάνω με την ίδια χαρά αυτά τα ζεστά κύματα αγάπης, όπως και τις προκλήσεις στις οποίες μας υποβάλλει η επαφή με τα παιδιά· να ερχόμαστε καθημερινά αντιμέτωποι με τους δικούς μας φόβους και τις ανασφάλειες. Ξέρετε, ο πιο δύσκολος αντίπαλος στη μάχη του εαυτού μας με το καλύτερο είναι τα παιδιά».
Τέλος, υποστηρίζει πως η πλειονότητα των παιδιών είναι εξοικειωμένα με την παιδική λογοτεχνία. «Στα αστικά κέντρα και σε μεγάλες περιφέρειες, αυτή είναι η εικόνα που παρουσιάζεται. Και κυρίως σε περιβάλλοντα που επικρατεί μια οικονομική ευμάρεια. Όμως, ούτε και αυτό είναι δεδομένο. Δουλεύω 20 χρόνια στη δημόσια εκπαίδευση και ακόμη συναντώ παιδιά από μεσοαστικές οικογένειες που δεν έχουν καθόλου βιβλία στο σπίτι. Η θετική ή μη σχέση του παιδιού με το βιβλίο ξεκινά και διατηρείται από την οικογένεια. Στην πλειοψηφία των σχολείων (νηπιαγωγεία και δημοτικά, κυρίως) και στους υπόλοιπους φορείς που ασχολούνται με τη φιλαναγνωσία επιτελείται πια σπουδαίο έργο. Ευτυχώς υπάρχουν εθελοντικές ή επιχορηγούμενες οργανώσεις που στοχεύουν στον εμπλουτισμό σχολείων και βιβλιοθηκών, όπου διαπιστώνονται ιδιαίτερες ανάγκες, με καλά βιβλία για τα παιδιά. Και οι εκδότες, όσο μπορούν, βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι μια ανάσα αλλά δεν προσφέρει επάρκεια οξυγόνου μακροπρόθεσμα, εάν δεν υποστηριχθεί γενναία και ουσιαστικά από το οικογενειακό περιβάλλον και από την επίσημη πολιτική του κράτους. Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να αλλάξει η στάση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στο παιδικό βιβλίο και την αξία της λογοτεχνικής ανάγνωσης».
Μπορεί κάποιος να μετρήσει όλη τη γη; Τουλάχιστον αυτό προσπαθούν οι δύο ήρωες της Κατερίνας Τζαβάρα, ο Λεγκ και ο Άλεξ, που ξεπηδούν μέσα από τις σελίδες του ολόφρεσκου βιβλίου της με τίτλο «Πάμε να μετρήσουμε τη γη» το οποίο απευθύνεται στους μικρούς μας φίλους και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «βιβλιο-διάπλους».
Ο τόμος ήρθε στα χέρια της συγγραφέως ακριβώς την ημέρα που έκλεισε η αγορά κι έτσι ήταν αδύνατον να διανεμηθεί. Η ιστορία του όμως είχε γραφτεί περίπου πριν δύο χρόνια. «Πέρασε από 40 κύματα μέχρι να γίνει βιβλίο», αποκαλύπτει στο makthes.gr η ίδια.
Θεωρεί ή τουλάχιστον έτσι θέλει να το βλέπει, πως και η συγκυρία της κυκλοφορίας του βιβλίου αυτού ήρθε να ολοκληρώσει μια δύσκολη περίοδο κυοφορίας και γέννας. «Σαν ένα μωρό που γεννήθηκε υγιές και όμορφο κόντρα στις προβλέψεις. Ξέρουμε ότι θα χρειαστεί πολλή φροντίδα, υπομονή και αγάπη μέχρι να σταθεί στα πόδια του και να περπατήσει μόνο του. Από την άλλη πλευρά, αποτελεί και την πιο αισιόδοξη επανεκκίνηση της δημιουργικής πλευράς της ζωής, της προσπάθειας και της ελπίδας μας. Να -ξανά- περπατήσουμε σύντομα, όλοι μαζί, τη Γη», τονίζει η κ. Τζαβάρα.
Η χαρά του απλού παιχνιδιού μεταξύ των παιδιώνΓνωστή συγγραφέας παιδικών βιβλίων η Κατερίνα Τζαβάρα δεν σκέφτεται ποτέ όταν γράφει ποιο θα είναι το «μήνυμα» ενός βιβλίου. «Δεν γράφω με γνώμονα την επικαιρότητα, ούτε την εμπορικότητα που μπορεί να κερδίσει το βιβλίο μου από μια συγκεκριμένη θεματολογία. Αγαπώ τα παιδιά, εργάζομαι με παιδιά 30 χρόνια τώρα. Είναι φυσικό να με απασχολούν και να με επηρεάζουν οι σκέψεις, η ψυχολογία, οι επιθυμίες τους, ο διαφορετικός τρόπος που προσλαμβάνουν τα ερεθίσματα γύρω τους», επισημαίνει.
Στο συγκεκριμένο βιβλίο, τώρα που το ξαναδιαβάζει και εκείνη με την απόσταση του αναγνώστη, βλέπει την προσπάθεια να αποτυπωθεί η χαρά του απλού παιχνιδιού μεταξύ των παιδιών που θέλουν να ανακαλύπτουν τον κόσμο, να εξερευνούν, να μετρούν τα κατορθώματά τους, να θέλουν να ξεπερνούν τα εμπόδια των μεγάλων συνέχεια. «Μέσα από το ελεύθερο παιχνίδι στη φύση (κάτι που τους στερούμε όλο και περισσότερο και μάλιστα οργανωμένα με το άλλοθι της προστασίας τους), μέσα από την περιήγησή τους στο αστικό περιβάλλον και τη γνωριμία νέων τόπων, τα παιδιά μπορούν να αντιληφθούν άμεσα τον τρόπο λειτουργίας των δομημένων κοινωνιών και κατ’ επέκταση του κόσμου που δεν βλέπουν. Οι ήρωες του βιβλίου μου επιλέγουν να γνωρίσουν τον κόσμο με έναν ανορθόδοξο τρόπο που ταιριάζει στην προσωπικότητα όσων παιδιών δεν έχουν διαβρωθεί από την υπέρ- πληροφόρηση και τη δύναμη της οθόνης. Περπατούν όλη τη Γη και μέσα από συνεχείς ανατροπές συναντιούνται με παιδιά από όλες τις χώρες και ανακαλύπτουν πως η φιλία, το θάρρος, η αγάπη για τον κόσμο (πέρα από τον μικρόκοσμό μας) είναι η κοινή τους γλώσσα που ξεπερνά τα τεχνητά εμπόδια απομόνωσης των ανθρώπων που επιβάλλουν οι ‘μεγάλοι’», επισημαίνει.
«Παλαιότεροι δάσκαλοί μας έχουν την ίδια απήχηση στα μικρά παιδιά»
Πιστεύω πως ο δημιουργός που απευθύνεται στην ευαίσθητη παιδική ψυχή χρειάζεται να μιλάει με ειλικρίνεια και ευγένεια μέσα από το έργο του. «Να είναι ο ίδιος και η ίδια το παράδειγμα με την τέχνη του προς μια θετική θέαση των πραγμάτων. Να δημιουργεί έξυπνες ανατροπές που θα παρακινήσουν τα παιδιά στην κριτική και δημιουργική σκέψη και δράση. Να μην υποτιμά τη δύναμη και τη σοφία των μικρών παιδιών, να μη γίνεται ‘ξερόλας’ με το δάχτυλο σηκωμένο, αλλά να στέκεται με την αγκαλιά του έργου του ανοιχτή για όλα τα παιδιά ώστε να μην περισσεύει κανένα», υπογραμμίζει.
Συμπληρώνει πως στην Ελλάδα που πάσχει από αναγνωστική παιδεία, το αναγνωστικό κοινό είναι πολλών διαφορετικών ταχυτήτων. «Πολλές φορές οι εκδότες και οι δημιουργοί πέφτουν στην παγίδα να ‘κολακεύσουν’ τις ανασφάλειες και τα στερεότυπα των ενηλίκων που είναι οι διαμεσολαβητές ανάμεσα στο πνευματικό έργο και τον αποδέκτη του, το παιδί-αναγνώστη. Δεν είναι τυχαίο πως στην ομάδα των συγγραφέων, για παράδειγμα, οι παλαιότεροι, οι δάσκαλοί μας, έχουν ακόμη την ίδια απήχηση στα μικρά παιδιά. Διαβάζουμε όλοι με την ίδια λαχτάρα και γλύκα την Άλκη Ζέη, αργότερα τον Μάνο Κοντολέων και τη Λότη Πέτροβιτς, γιατί το έργο τους διακρίνεται από αμεσότητα, τιμιότητα, ήθος και αγάπη για τον Άνθρωπο. Χρησιμοποιούν τις λέξεις με τρυφερότητα και σεβασμό. Ευτυχώς, υπάρχουν αρκετοί νεότεροι δημιουργοί που στο έργο τους διακρίνονται ακόμη αυτές οι αξίες», σημειώνει.
«Η σχέση του παιδιού με το βιβλίο ξεκινά και διατηρείται από την οικογένεια»
Ο αυθορμητισμός, οι εκπλήξεις, οι ανατροπές, η πηγαία εκδήλωση των συναισθημάτων, η αλήθεια είναι για την Κατερίνα Τζαβάρα τα πιο γοητευτικά στοιχεία του παιδικού κοινού. «Η αδρεναλίνη που σου δημιουργεί κάθε καινούργια επαφή με το παιδικό κοινό, η χαρά της αμοιβαίας επικοινωνίας, η απόλαυση της συν-δημιουργίας και τέλος η πληρότητα που αισθάνεσαι όταν βλέπεις ένα παιδικό προσωπάκι να λάμπει, όταν δέχεσαι μια ξαφνική αγκαλιά, όταν λαμβάνεις εκείνη τη ζωγραφιά με το «σ’ αγαπώ, κυρία» που κρεμάς στο γραφείο σου. Απολαμβάνω με την ίδια χαρά αυτά τα ζεστά κύματα αγάπης, όπως και τις προκλήσεις στις οποίες μας υποβάλλει η επαφή με τα παιδιά· να ερχόμαστε καθημερινά αντιμέτωποι με τους δικούς μας φόβους και τις ανασφάλειες. Ξέρετε, ο πιο δύσκολος αντίπαλος στη μάχη του εαυτού μας με το καλύτερο είναι τα παιδιά».
Τέλος, υποστηρίζει πως η πλειονότητα των παιδιών είναι εξοικειωμένα με την παιδική λογοτεχνία. «Στα αστικά κέντρα και σε μεγάλες περιφέρειες, αυτή είναι η εικόνα που παρουσιάζεται. Και κυρίως σε περιβάλλοντα που επικρατεί μια οικονομική ευμάρεια. Όμως, ούτε και αυτό είναι δεδομένο. Δουλεύω 20 χρόνια στη δημόσια εκπαίδευση και ακόμη συναντώ παιδιά από μεσοαστικές οικογένειες που δεν έχουν καθόλου βιβλία στο σπίτι. Η θετική ή μη σχέση του παιδιού με το βιβλίο ξεκινά και διατηρείται από την οικογένεια. Στην πλειοψηφία των σχολείων (νηπιαγωγεία και δημοτικά, κυρίως) και στους υπόλοιπους φορείς που ασχολούνται με τη φιλαναγνωσία επιτελείται πια σπουδαίο έργο. Ευτυχώς υπάρχουν εθελοντικές ή επιχορηγούμενες οργανώσεις που στοχεύουν στον εμπλουτισμό σχολείων και βιβλιοθηκών, όπου διαπιστώνονται ιδιαίτερες ανάγκες, με καλά βιβλία για τα παιδιά. Και οι εκδότες, όσο μπορούν, βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Είναι μια ανάσα αλλά δεν προσφέρει επάρκεια οξυγόνου μακροπρόθεσμα, εάν δεν υποστηριχθεί γενναία και ουσιαστικά από το οικογενειακό περιβάλλον και από την επίσημη πολιτική του κράτους. Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να αλλάξει η στάση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στο παιδικό βιβλίο και την αξία της λογοτεχνικής ανάγνωσης».
ΣΧΟΛΙΑ