Η περιφερειακή ανάπτυξη απαιτεί σχέδιο και ισχυρές δεσμεύσεις. Του Φάνη Ουγγρίνη
03/09/2024 17:47
03/09/2024 17:47
«Το πολιτικό προσωπικό σας είναι χαμηλού επιπέδου». «Τέτοια στάνη τέτοιο γάλα βγάζει». «Καλά που ’χετε και μερικούς Πελοποννήσιους για να σας κουμαντάρουν». Αμέτρητες φορές έχω ακούσει τις ίδιες ή παρόμοιες φράσεις σε συζητήσεις μου με πολιτικά στελέχη εξ Αθηνών, ειδικά όταν η κουβέντα πήγαινε στις ευθύνες για την αναπτυξιακή καχεξία της Κεντρικής Μακεδονίας και της Θεσσαλονίκης. Τόσο συχνά τις άκουγα, που κόντευα να τις υιοθετήσω.
«Το αθηνοκεντρικό αναπτυξιακό μοντέλο, το οποίο ουσιαστικά αποτέλεσε προτεραιότητα πολλών κυβερνήσεων εδώ και πολλές δεκαετίες, έχει δημιουργήσει σημαντικές περιφερειακές ανισότητες» (sic). Η παραδοχή της γνώριμης… συμπλεγματικής επιχειρηματολογίας των Βορειοελλαδιτών από τον ίδιο τον πρωθυπουργό κατά την ομιλία του στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, στις 27 Αυγούστου 2024 υπήρξε σχεδόν ιστορική. Η ιστορικότητα οφείλεται στο ότι η εν λόγω φράση τερματίζει ένα φαινόμενο 30 και πλέον ετών. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ουσιαστικά επιβεβαίωσε όσα προ πολλού πίστευαν πλείστοι βορειοελλαδίτες: η υπανάπτυξη μετά το ’96 δεν είναι αποτέλεσμα ανικανότητας των τοπικών υπουργών, βουλευτών, δημάρχων, βιομηχάνων και προέδρων φορέων, μα του υπερσυγκεντρωτικού ελληνικού κράτους. Εις το εξής, η ευθύνη για ό,τι θα γίνεται (ή δεν θα γίνεται) θα ανήκει κυρίως κάτω, στο «κέντρο».
Η αλήθεια τούτης της παραδοχής ήταν μάλλον αυταπόδεικτη: όλα τα αριθμητικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, του ΟΟΣΑ και της ΤτΕ καταδεικνύουν συνεχή εισοδηματική απόκλιση της Περιφέρειας Αττικής από άλλες 10 (αναμενόμενες εξαιρέσεις οι Κρήτης και Νοτίου Αιγαίου), απόκλιση που διευρύνθηκε μετά το 2017. Σχεδόν το σύνολο των ελληνικών περιφερειών κατατάσσονται στις ευρωπαϊκές των οποίων το ΑΕΠ υπολείπεται του 75% του ενωσιακού μ.ο. Η Περιφέρεια Αττικής συνεισφέρει σχεδόν 50% του ΑΕΠ μας, ενώ ακολουθεί με μεγάλη διαφορά στο 14% η ΠΚΜ, παρά το ότι έχει το δεύτερο μεγαλύτερο αστικό κέντρο της χώρας και συγκεντρώνει 20% του πληθυσμού (η συνεισφορά των υπόλοιπων περιφερειών περιορίζεται από 1% έως 5% του ΑΕΠ). Αναπόφευκτα, η Περιφέρεια Αττικής συνεισφέρει πάνω από το 30% των συνολικών εγχώριων επενδύσεων, αλλά και πάνω από το 50% των εξαγωγών, χάρη στη μεγάλη παραγωγή πετροχημικών και στην ποντοπόρο ναυτιλία.
Η αναιμική οικονομική δραστηριότητα που χαρακτηρίζει τις περισσότερες ελληνικές περιφέρειες αντανακλά το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας τους • 12 από τις 13 τίθενται μακριά απ’ τον ευρωπαϊκό μ.ο. και οι προοπτικές τους χειροτερεύουν: με βάση τον ευρωπαϊκό Regional Competitiveness Index 2.0, οι περιφέρειες με τα χαμηλότερα επίπεδα ανταγωνιστικότητας είναι και όσες τελευταία καταγράφουν αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής (π.χ. Δυτική και Ανατολική Μακεδονία), αποκλίνοντας περαιτέρω από τις πιο ανεπτυγμένες στο διάστημα 2019-2022.
Όσον αφορά την απασχόληση, η μεταμνημονιακή μεγαλύτερη άνοδος της καταγράφεται και πάλι στην Αττική, με εκείνες της Στερεάς Ελλάδας (λόγω Οινοφύτων), Νοτίου Αιγαίου (λόγω έκρηξης τουρισμού), και Πελοποννήσου (λόγω Κορίνθου) να την ακολουθούν. Η Περιφέρεια Αττικής συγκεντρώνει 40% των απασχολουμένων (περίπου σε απόλυτη αναλογία με τον πληθυσμό της), όταν η ΠΚΜ μόνο 16%. Εν ολίγοις, η πρόσφατη μεγαλύτερη περιφερειακή άνοδος απασχόλησης συνέβη στην Αττική και σε μια γεωγραφική ζώνη 90 χιλιoμέτρων γύρω από την Ομόνοια (πάντα με εξαίρεση τις Κυκλάδες). Δεν προκαλεί απορία το γεγονός πως το 2022 το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας καταγράφηκε στη Δυτική Μακεδονία (17,7%) μια περιφέρεια που μαστίζεται από την εσπευσμένη διαδικασία απολιγνιτοποίησης.
Νομοτελειακά, μεταξύ 2017-2022 στην Αττική καταγράφηκε ξεκάθαρη τάση αύξησης εισοδημάτων, τάση που μάλιστα δεν ανακόπηκε από την πανδημία.
Αντίθετα, στην ασθμαίνουσα Κεντρική Μακεδονία είχαμε μικρή μείωση, που ευτυχώς αντιστράφηκε το 2022.
Συγκεκριμένα, το 2020 το μέσο διαθέσιμο εισόδημα στην Αττική βρισκόταν +19% από τον εθνικό μο, ενώ στη Δυτική Μακεδονία ήταν -13% και στην Ανατ. Μακεδονία-Θράκη -16% (το 2000 χονδρικά συνέπιπτε). Η απόσταση της Αττικής από τον εθνικό μ.ο. μεγαλώνει το 2021 και το 2022, καθώς το μέσο εισόδημα εκεί τον ξεπερνά κατά 25% και 32% αντίστοιχα. Συμπερασματικά, η λεγόμενη Αττικοβοιωτία βρίσκεται μονίμως σε πλεονεκτικότερη θέση και η απόστασή της από τις περισσότερες άλλες περιοχές διευρύνεται συνεχώς • το ίδιο συμβαίνει και για τις περιφέρειες που βρίσκονται υπό του εθνικού μέσου εισοδήματος, αλλά δυστυχώς προς την αντίθετη κατεύθυνση. Επομένως, όχι μόνο υφίστανται μεγάλες αποκλίσεις από τον εθνικό μο, αλλά και διευρύνονται κατά τη χρονική περίοδο 2017-2022, με εξαιρούμενες τις Περιφέρειες Κρήτης και Νοτίου Αιγαίου. Επίσης, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες περιφέρειες τα ποσοστά φτώχειας στην Αττική είναι αρκετά χαμηλότερα από τον πανελλήνιο μ.ο. (έως -6,4%). Ποσοστά φτώχειας χαμηλότερα των πανελληνίων καταγράφονται και στις περιφέρειες Κρήτης και Νοτίου Αιγαίου, χωρίς φυσικά αυτό να εκπλήσσει. Αντίθετα, στην Περιφέρεια Ανατ. Μακεδονίας-Θράκης το ποσοστό φτώχειας βρίσκεται διαρκώς άνω του εθνικού μ.ο. (έως και +28,6% κατά την πανδημία, το υψηλότερο σε όλη τη χώρα).
Τα παραπάνω στοιχεία αποκαλύπτουν τη σημαντική διαφοροποίηση των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών που επικρατούν μεταξύ της «Αθήνας» και λιγοστών ευνοημένων περιοχών πλησίον της, και της υπόλοιπης Ελλάδας. Η απόκλιση αυτή είναι αποτέλεσμα του αθηνοκεντρικού αναπτυξιακού μοντέλου, στο οποίο αναφέρθηκε την Τρίτη ο Μητσοτάκης, επιδεικνύοντας ομολογουμένως σπάνια τόλμη, ή απερισκεψία.
Ο σημερινός διοικητικός υπερσυγκεντρωτισμός οφείλεται στην αδιάκοπη πολιτική ρευστότητα από το 1830 μέχρι το 1990 • πόλεμοι, επαναστάσεις και πραξικοπήματα εναλλάσσονταν με περιόδους σχετικής ηρεμίας. Αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου ο υπερσυγκεντρωτισμός έλαβε και χαρακτήρα οικονομικό. Το γεγονός αυτό δεν οφείλεται σε κάποια συνωμοσία, μα σε σκέτη ευκολία: δίχως εθνική αναπτυξιακή στρατηγική, πολύ πιο άνετα επιτυγχάνουν τους στόχους τους οι κάτοικοι του Λεκανοπεδίου, καθώς ζουν και εργάζονται δίπλα στα παγιωμένα κέντρα αποφάσεων. Εξαιτίας των τότε ειδικών συνθηκών, μετά τον Εμφύλιο εφαρμόστηκε πάγωμα βιομηχανικών αδειοδοτήσεων στην Αττική, με αποτέλεσμα να απογειωθούν η Πάτρα, ο Βόλος και προφανώς η Βόρεια Ελλάδα, το κατεξοχήν προπύργιο έναντι του Υπαρκτού Σοσιαλισμού. Αργότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου μίλησε πολύ για αποκέντρωση, όμως τα λόγια του έμειναν κούφια επειδή ο κατεστημένος συγκεντρωτισμός τον βόλευε στην προσπάθειά του για «Αλλαγή» σύμφωνα με τις επιδιώξεις του. Τα μνημόνια επέβαλαν δραματική επιστροφή στις γνωστές πρακτικές του αλλοτινού Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, επί Εδουάρδου Λω.
Επιστρέφοντας στο σήμερα, εξαγγελίες όπως η οριστική έναρξη λειτουργίας του μετρό σίγουρα εντυπωσιάζουν τις -σαφώς δύσπιστες- μάζες, όμως πραγματικό ζητούμενο είναι το μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό τους αποτύπωμα. Η κατασκευή υποδομών έχει μικρό αντίκτυπο όταν δεν ακολουθείται από ενίσχυση οικονομικής δραστηριότητας. Στη Θεσσαλονίκη λοιπόν θα θέλαμε να ακούσουμε και τις θέσεις Δένδια για την αμυντική βιομηχανία, και τον Πιερρακάκη να τοποθετείται πάνω στη σχέση δημόσιας παιδείας και αγοράς εργασίας, και τον Σκυλακάκη να μην εξαντλείται σε ένα νέο “Εξοικονομώ” αλλά να υπόσχεται σταδιακή μείωση των φόρων στην ενέργεια, και τον Παπαθανάση να υπόσχεται περισσότερη ευχέρεια χρηματοδότησης μικρών επιχειρήσεων (η συντριπτική πλειοψηφία των εκτός Αττικής), και τον Λιβάνιο να ανακοινώνει νέες δράσεις κατά του υπηρεσιακού υδροκεφαλισμού, και την Κεραμέως να συναισθάνεται τις συνέπειες του εσωτερικού brain drain, και τον Θεοδωρικάκο να εξαγγέλλει μικρότερο κόστος συμμόρφωσης με το κανονιστικό πλαίσιο, και οπωσδήποτε τον πολυπράγμονα Άδωνι Γεωργιάδη να παραδέχεται τη γιγάντωση των -ήδη πανίσχυρων- ομίλων κατά την υπουργική θητεία του.
Θα επαναλάβω κάτι που συχνά γράφω: δεδομένου ότι με τους τωρινούς ρυθμούς ανάπτυξης δεν πρόκειται να δούμε φως κρίνεται απολύτως επιτακτική η υιοθέτηση νέου αναπτυξιακού μοντέλου, που θα λαμβάνει υπόψη αφενός την ανάγκη για ολιστική ανάπτυξη σε όλη τη χώρα, αφετέρου τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιφέρειας. Μια πληθώρα αδιάψευστων δεδομένων και μελετών (από ΙΟΒΕ, ΕΛΙΑΜΕΠ, ΔιαΝεοσις, ΣΕΒ, ΣΕΒΕ, ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, ΙΝΕ ΓΣΕΕ και όλα τα ΑΕΙ) εντοπίζουν με ακρίβεια όσες περιοχές χρειάζεται να επωφεληθούν από πολιτικές σύγκλισης προσαρμοσμένες στις κάθε μορφής τοπικού επιπέδου προκλήσεις. Ειδικά οι ως τώρα πολιτικές αντιμετώπισης των ανισοτήτων υπήρξαν κατά κανόνα επιδοματικές, με την επιχορηγουμενη κοινωνική κατοικία να έχει περιοριστεί. Οι συνήθεις εφαρμοζόμενες πρακτικές (Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, Επίδομα Τέκνων, Επίδομα Στέγασης κλπ), τα αναπηρικά επιδόματα και τα επιδόματα ανεργίας εφαρμόζονται ομοιοτρόπως σε όλη την επικράτεια. Εάν αυτές προσαρμόζονταν σε κατά τόπους χαρακτηριστικά, τότε θα μπορούσαν να είναι πολύ αποδοτικότερες. Ωστόσο, η ενεργή απασχόληση θεωρείται ο πιο επιδραστικός παράγοντας καταπολέμησης της φτώχειας, άρα για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των διαπεριφερειακών ανισοτήτων απαιτείται να συνεξετάζονται οι τοπικές πραγματικότητες της οικονομικής ζωής, ώστε να μεγεθύνονται οι επενδύσεις. Κρίνεται απαραίτητο να εφαρμοστούν επιτέλους εξειδικευμένες τοπικές πολιτικές, στοχευμένες στην αύξηση της εισοδημάτων και κατ' επέκταση στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Οι πολιτικές αυτές θα πρέπει να αναλύουν το επικρατόν μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης κάθε περιφέρειας, να εντοπίζουν το αν και πόσο βιώσιμο είναι, και να διαμορφώνουν την προσαρμογή του στις τρέχουσες και στις μελλοντικές ανάγκες και δυνατότητες.
Ήταν χτένια και καθρεφτάκια για τους… ιθαγενείς όσα ειπώθηκαν από το κυβερνητικό κλιμάκιο, ή λόγια ουσίας; Ίδωμεν, αν και το παρελθόν δεν εμπνέει αισιοδοξία. Το βέβαιο πάντως είναι πως όλοι οι αιρετοί μας οφείλουν να ανταποκριθούν στη νέα ευθύνη και να αρθρώσουν συγκεκριμένες εφαρμόσιμες προτάσεις, οι δε προβεβλημένοι επιχειρηματίες καλούνται να πάψουν να πολυλογούν και να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη τους, ώστε επιτέλους να αποδείξουν έμπρακτα τη δηλούμενη πίστη τους στην αξία του τόπου μας. Θα φανούν αντάξιοι;
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 01.09.2024
«Το πολιτικό προσωπικό σας είναι χαμηλού επιπέδου». «Τέτοια στάνη τέτοιο γάλα βγάζει». «Καλά που ’χετε και μερικούς Πελοποννήσιους για να σας κουμαντάρουν». Αμέτρητες φορές έχω ακούσει τις ίδιες ή παρόμοιες φράσεις σε συζητήσεις μου με πολιτικά στελέχη εξ Αθηνών, ειδικά όταν η κουβέντα πήγαινε στις ευθύνες για την αναπτυξιακή καχεξία της Κεντρικής Μακεδονίας και της Θεσσαλονίκης. Τόσο συχνά τις άκουγα, που κόντευα να τις υιοθετήσω.
«Το αθηνοκεντρικό αναπτυξιακό μοντέλο, το οποίο ουσιαστικά αποτέλεσε προτεραιότητα πολλών κυβερνήσεων εδώ και πολλές δεκαετίες, έχει δημιουργήσει σημαντικές περιφερειακές ανισότητες» (sic). Η παραδοχή της γνώριμης… συμπλεγματικής επιχειρηματολογίας των Βορειοελλαδιτών από τον ίδιο τον πρωθυπουργό κατά την ομιλία του στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, στις 27 Αυγούστου 2024 υπήρξε σχεδόν ιστορική. Η ιστορικότητα οφείλεται στο ότι η εν λόγω φράση τερματίζει ένα φαινόμενο 30 και πλέον ετών. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ουσιαστικά επιβεβαίωσε όσα προ πολλού πίστευαν πλείστοι βορειοελλαδίτες: η υπανάπτυξη μετά το ’96 δεν είναι αποτέλεσμα ανικανότητας των τοπικών υπουργών, βουλευτών, δημάρχων, βιομηχάνων και προέδρων φορέων, μα του υπερσυγκεντρωτικού ελληνικού κράτους. Εις το εξής, η ευθύνη για ό,τι θα γίνεται (ή δεν θα γίνεται) θα ανήκει κυρίως κάτω, στο «κέντρο».
Η αλήθεια τούτης της παραδοχής ήταν μάλλον αυταπόδεικτη: όλα τα αριθμητικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, του ΟΟΣΑ και της ΤτΕ καταδεικνύουν συνεχή εισοδηματική απόκλιση της Περιφέρειας Αττικής από άλλες 10 (αναμενόμενες εξαιρέσεις οι Κρήτης και Νοτίου Αιγαίου), απόκλιση που διευρύνθηκε μετά το 2017. Σχεδόν το σύνολο των ελληνικών περιφερειών κατατάσσονται στις ευρωπαϊκές των οποίων το ΑΕΠ υπολείπεται του 75% του ενωσιακού μ.ο. Η Περιφέρεια Αττικής συνεισφέρει σχεδόν 50% του ΑΕΠ μας, ενώ ακολουθεί με μεγάλη διαφορά στο 14% η ΠΚΜ, παρά το ότι έχει το δεύτερο μεγαλύτερο αστικό κέντρο της χώρας και συγκεντρώνει 20% του πληθυσμού (η συνεισφορά των υπόλοιπων περιφερειών περιορίζεται από 1% έως 5% του ΑΕΠ). Αναπόφευκτα, η Περιφέρεια Αττικής συνεισφέρει πάνω από το 30% των συνολικών εγχώριων επενδύσεων, αλλά και πάνω από το 50% των εξαγωγών, χάρη στη μεγάλη παραγωγή πετροχημικών και στην ποντοπόρο ναυτιλία.
Η αναιμική οικονομική δραστηριότητα που χαρακτηρίζει τις περισσότερες ελληνικές περιφέρειες αντανακλά το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας τους • 12 από τις 13 τίθενται μακριά απ’ τον ευρωπαϊκό μ.ο. και οι προοπτικές τους χειροτερεύουν: με βάση τον ευρωπαϊκό Regional Competitiveness Index 2.0, οι περιφέρειες με τα χαμηλότερα επίπεδα ανταγωνιστικότητας είναι και όσες τελευταία καταγράφουν αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής (π.χ. Δυτική και Ανατολική Μακεδονία), αποκλίνοντας περαιτέρω από τις πιο ανεπτυγμένες στο διάστημα 2019-2022.
Όσον αφορά την απασχόληση, η μεταμνημονιακή μεγαλύτερη άνοδος της καταγράφεται και πάλι στην Αττική, με εκείνες της Στερεάς Ελλάδας (λόγω Οινοφύτων), Νοτίου Αιγαίου (λόγω έκρηξης τουρισμού), και Πελοποννήσου (λόγω Κορίνθου) να την ακολουθούν. Η Περιφέρεια Αττικής συγκεντρώνει 40% των απασχολουμένων (περίπου σε απόλυτη αναλογία με τον πληθυσμό της), όταν η ΠΚΜ μόνο 16%. Εν ολίγοις, η πρόσφατη μεγαλύτερη περιφερειακή άνοδος απασχόλησης συνέβη στην Αττική και σε μια γεωγραφική ζώνη 90 χιλιoμέτρων γύρω από την Ομόνοια (πάντα με εξαίρεση τις Κυκλάδες). Δεν προκαλεί απορία το γεγονός πως το 2022 το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας καταγράφηκε στη Δυτική Μακεδονία (17,7%) μια περιφέρεια που μαστίζεται από την εσπευσμένη διαδικασία απολιγνιτοποίησης.
Νομοτελειακά, μεταξύ 2017-2022 στην Αττική καταγράφηκε ξεκάθαρη τάση αύξησης εισοδημάτων, τάση που μάλιστα δεν ανακόπηκε από την πανδημία.
Αντίθετα, στην ασθμαίνουσα Κεντρική Μακεδονία είχαμε μικρή μείωση, που ευτυχώς αντιστράφηκε το 2022.
Συγκεκριμένα, το 2020 το μέσο διαθέσιμο εισόδημα στην Αττική βρισκόταν +19% από τον εθνικό μο, ενώ στη Δυτική Μακεδονία ήταν -13% και στην Ανατ. Μακεδονία-Θράκη -16% (το 2000 χονδρικά συνέπιπτε). Η απόσταση της Αττικής από τον εθνικό μ.ο. μεγαλώνει το 2021 και το 2022, καθώς το μέσο εισόδημα εκεί τον ξεπερνά κατά 25% και 32% αντίστοιχα. Συμπερασματικά, η λεγόμενη Αττικοβοιωτία βρίσκεται μονίμως σε πλεονεκτικότερη θέση και η απόστασή της από τις περισσότερες άλλες περιοχές διευρύνεται συνεχώς • το ίδιο συμβαίνει και για τις περιφέρειες που βρίσκονται υπό του εθνικού μέσου εισοδήματος, αλλά δυστυχώς προς την αντίθετη κατεύθυνση. Επομένως, όχι μόνο υφίστανται μεγάλες αποκλίσεις από τον εθνικό μο, αλλά και διευρύνονται κατά τη χρονική περίοδο 2017-2022, με εξαιρούμενες τις Περιφέρειες Κρήτης και Νοτίου Αιγαίου. Επίσης, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες περιφέρειες τα ποσοστά φτώχειας στην Αττική είναι αρκετά χαμηλότερα από τον πανελλήνιο μ.ο. (έως -6,4%). Ποσοστά φτώχειας χαμηλότερα των πανελληνίων καταγράφονται και στις περιφέρειες Κρήτης και Νοτίου Αιγαίου, χωρίς φυσικά αυτό να εκπλήσσει. Αντίθετα, στην Περιφέρεια Ανατ. Μακεδονίας-Θράκης το ποσοστό φτώχειας βρίσκεται διαρκώς άνω του εθνικού μ.ο. (έως και +28,6% κατά την πανδημία, το υψηλότερο σε όλη τη χώρα).
Τα παραπάνω στοιχεία αποκαλύπτουν τη σημαντική διαφοροποίηση των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών που επικρατούν μεταξύ της «Αθήνας» και λιγοστών ευνοημένων περιοχών πλησίον της, και της υπόλοιπης Ελλάδας. Η απόκλιση αυτή είναι αποτέλεσμα του αθηνοκεντρικού αναπτυξιακού μοντέλου, στο οποίο αναφέρθηκε την Τρίτη ο Μητσοτάκης, επιδεικνύοντας ομολογουμένως σπάνια τόλμη, ή απερισκεψία.
Ο σημερινός διοικητικός υπερσυγκεντρωτισμός οφείλεται στην αδιάκοπη πολιτική ρευστότητα από το 1830 μέχρι το 1990 • πόλεμοι, επαναστάσεις και πραξικοπήματα εναλλάσσονταν με περιόδους σχετικής ηρεμίας. Αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου ο υπερσυγκεντρωτισμός έλαβε και χαρακτήρα οικονομικό. Το γεγονός αυτό δεν οφείλεται σε κάποια συνωμοσία, μα σε σκέτη ευκολία: δίχως εθνική αναπτυξιακή στρατηγική, πολύ πιο άνετα επιτυγχάνουν τους στόχους τους οι κάτοικοι του Λεκανοπεδίου, καθώς ζουν και εργάζονται δίπλα στα παγιωμένα κέντρα αποφάσεων. Εξαιτίας των τότε ειδικών συνθηκών, μετά τον Εμφύλιο εφαρμόστηκε πάγωμα βιομηχανικών αδειοδοτήσεων στην Αττική, με αποτέλεσμα να απογειωθούν η Πάτρα, ο Βόλος και προφανώς η Βόρεια Ελλάδα, το κατεξοχήν προπύργιο έναντι του Υπαρκτού Σοσιαλισμού. Αργότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου μίλησε πολύ για αποκέντρωση, όμως τα λόγια του έμειναν κούφια επειδή ο κατεστημένος συγκεντρωτισμός τον βόλευε στην προσπάθειά του για «Αλλαγή» σύμφωνα με τις επιδιώξεις του. Τα μνημόνια επέβαλαν δραματική επιστροφή στις γνωστές πρακτικές του αλλοτινού Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, επί Εδουάρδου Λω.
Επιστρέφοντας στο σήμερα, εξαγγελίες όπως η οριστική έναρξη λειτουργίας του μετρό σίγουρα εντυπωσιάζουν τις -σαφώς δύσπιστες- μάζες, όμως πραγματικό ζητούμενο είναι το μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό τους αποτύπωμα. Η κατασκευή υποδομών έχει μικρό αντίκτυπο όταν δεν ακολουθείται από ενίσχυση οικονομικής δραστηριότητας. Στη Θεσσαλονίκη λοιπόν θα θέλαμε να ακούσουμε και τις θέσεις Δένδια για την αμυντική βιομηχανία, και τον Πιερρακάκη να τοποθετείται πάνω στη σχέση δημόσιας παιδείας και αγοράς εργασίας, και τον Σκυλακάκη να μην εξαντλείται σε ένα νέο “Εξοικονομώ” αλλά να υπόσχεται σταδιακή μείωση των φόρων στην ενέργεια, και τον Παπαθανάση να υπόσχεται περισσότερη ευχέρεια χρηματοδότησης μικρών επιχειρήσεων (η συντριπτική πλειοψηφία των εκτός Αττικής), και τον Λιβάνιο να ανακοινώνει νέες δράσεις κατά του υπηρεσιακού υδροκεφαλισμού, και την Κεραμέως να συναισθάνεται τις συνέπειες του εσωτερικού brain drain, και τον Θεοδωρικάκο να εξαγγέλλει μικρότερο κόστος συμμόρφωσης με το κανονιστικό πλαίσιο, και οπωσδήποτε τον πολυπράγμονα Άδωνι Γεωργιάδη να παραδέχεται τη γιγάντωση των -ήδη πανίσχυρων- ομίλων κατά την υπουργική θητεία του.
Θα επαναλάβω κάτι που συχνά γράφω: δεδομένου ότι με τους τωρινούς ρυθμούς ανάπτυξης δεν πρόκειται να δούμε φως κρίνεται απολύτως επιτακτική η υιοθέτηση νέου αναπτυξιακού μοντέλου, που θα λαμβάνει υπόψη αφενός την ανάγκη για ολιστική ανάπτυξη σε όλη τη χώρα, αφετέρου τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιφέρειας. Μια πληθώρα αδιάψευστων δεδομένων και μελετών (από ΙΟΒΕ, ΕΛΙΑΜΕΠ, ΔιαΝεοσις, ΣΕΒ, ΣΕΒΕ, ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, ΙΝΕ ΓΣΕΕ και όλα τα ΑΕΙ) εντοπίζουν με ακρίβεια όσες περιοχές χρειάζεται να επωφεληθούν από πολιτικές σύγκλισης προσαρμοσμένες στις κάθε μορφής τοπικού επιπέδου προκλήσεις. Ειδικά οι ως τώρα πολιτικές αντιμετώπισης των ανισοτήτων υπήρξαν κατά κανόνα επιδοματικές, με την επιχορηγουμενη κοινωνική κατοικία να έχει περιοριστεί. Οι συνήθεις εφαρμοζόμενες πρακτικές (Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, Επίδομα Τέκνων, Επίδομα Στέγασης κλπ), τα αναπηρικά επιδόματα και τα επιδόματα ανεργίας εφαρμόζονται ομοιοτρόπως σε όλη την επικράτεια. Εάν αυτές προσαρμόζονταν σε κατά τόπους χαρακτηριστικά, τότε θα μπορούσαν να είναι πολύ αποδοτικότερες. Ωστόσο, η ενεργή απασχόληση θεωρείται ο πιο επιδραστικός παράγοντας καταπολέμησης της φτώχειας, άρα για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση των διαπεριφερειακών ανισοτήτων απαιτείται να συνεξετάζονται οι τοπικές πραγματικότητες της οικονομικής ζωής, ώστε να μεγεθύνονται οι επενδύσεις. Κρίνεται απαραίτητο να εφαρμοστούν επιτέλους εξειδικευμένες τοπικές πολιτικές, στοχευμένες στην αύξηση της εισοδημάτων και κατ' επέκταση στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Οι πολιτικές αυτές θα πρέπει να αναλύουν το επικρατόν μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης κάθε περιφέρειας, να εντοπίζουν το αν και πόσο βιώσιμο είναι, και να διαμορφώνουν την προσαρμογή του στις τρέχουσες και στις μελλοντικές ανάγκες και δυνατότητες.
Ήταν χτένια και καθρεφτάκια για τους… ιθαγενείς όσα ειπώθηκαν από το κυβερνητικό κλιμάκιο, ή λόγια ουσίας; Ίδωμεν, αν και το παρελθόν δεν εμπνέει αισιοδοξία. Το βέβαιο πάντως είναι πως όλοι οι αιρετοί μας οφείλουν να ανταποκριθούν στη νέα ευθύνη και να αρθρώσουν συγκεκριμένες εφαρμόσιμες προτάσεις, οι δε προβεβλημένοι επιχειρηματίες καλούνται να πάψουν να πολυλογούν και να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη τους, ώστε επιτέλους να αποδείξουν έμπρακτα τη δηλούμενη πίστη τους στην αξία του τόπου μας. Θα φανούν αντάξιοι;
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 01.09.2024
ΣΧΟΛΙΑ