Η προληπτική, διαγνωστική και θεραπευτική αξία της κολονοσκόπησης
21/11/2024 14:00
21/11/2024 14:00
Η κολονοσκόπηση είναι μια εξαιρετικά σημαντική εξέταση, καθώς βοηθά στην πρόληψη και διάγνωση των παθήσεων του παχέος εντέρου και του τελικού ειλεού.
Η εξέταση διενεργείται με το κολονοσκόπιο, έναν μακρύ, λεπτό, ελαστικό σωλήνα που διαθέτει μια κάμερα με φως στο άκρο του, ο οποίος εισέρχεται στο ορθό και διατρέχει όλο το μήκος του παχέος εντέρου καθώς και τα τελευταία εκατοστά του λεπτού εντέρου. Η διαδικασία αυτή, εκτός από τη δυνατότητα που δίνει για άμεση επισκόπηση του τοιχώματος του εντέρου, επιπλέον μας επιτρέπει να παρέμβουμε επεμβατικά, όπως για παράδειγμα να λάβουμε βιοψίες από περιοχές με παθολογικό βλεννογόνο, ή να προβούμε σε θεραπευτικές ενέργειες όπως η ενδοσκοπική αφαίρεση πολυπόδων, η αιμόσταση, ο καυτηριασμός αγγειοδυσπλασιών, κονδυλωμάτων κ.ά..
Η κολονοσκόπηση έχει πολλά πλεονεκτήματα, αλλά το μεγαλύτερο είναι η δυνατότητα πρόληψης σοβαρών ασθενειών με κύρια και σοβαρότερη τον καρκίνο του παχέος εντέρου, που αποτελεί την δεύτερη αιτία θανάτου παγκοσμίως από καρκίνο και τον τρίτο σε συχνότητα εμφάνισης καρκίνο μετά από εκείνον του μαστού στις γυναίκες και του πνεύμονα στους άντρες. Ο καρκίνος του παχέος εντέρου αφορά εξίσου και στα δύο φύλα. Συνήθως ξεκινά από κάποιον μικρό πολύποδα που αναπτύσσεται στο τοίχωμα του εντέρου και με την πάροδο του χρόνου μπορεί να εξελιχθεί σε καρκίνο.
Στα πρώτα στάδια μπορεί να μην υπάρχουν συμπτώματα ή να υπάρχουν ηπιότερα συμπτώματα όπως διαταραχές κενώσεων (δυσκοιλιότητα, διάρροιες ή εναλλαγές αυτών), κοιλιαλγία διάχυτη ή εντοπισμένη σε κάποια περιοχή, αναιμία ή απώλεια βάρους. Όταν όμως η κακοήθεια βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο, τότε μπορεί να εκδηλωθούν σοβαρά συμπτώματα όπως αιμορραγίες, απόφραξη-ειλεός, μεταστάσεις τοπικές ή και απομακρυσμένες σε άλλα όργανα, χειροτερεύοντας την πρόγνωση και μειώνοντας το προσδόκιμο επιβίωσης του ασθενούς. Η κολονοσκόπηση μας επιτρέπει να εντοπίζουμε τους πολύποδες και να τους αφαιρούμε έγκαιρα και εύκολα πριν εξαλλαγούν σε καρκίνο, αποφεύγοντας έτσι την ταλαιπωρία και τους κινδύνους ενός χειρουργείου, την ανάγκη για χημειοθεραπείες ή ακτινοβολίες και κυρίως την εξέλιξη σε μεταστατική νόσο που απειλεί τη ζωή.
Εκτός από τις κακοήθειες η κολονοσκόπηση εντοπίζει και άλλες βλάβες του βλεννογόνου, όπως τα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου (ελκώδης κολίτιδα, νόσος Crohn’s) και καταστάσεις όπως πρωκτικά κονδυλώματα κ.ά..
Η κολονοσκόπηση δεν αφορά αποκλειστικά ασθενείς με συμπτώματα. Συνιστάται επίσης σε άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Το οικογενειακό ιστορικό πολυπόδων ή καρκίνου του παχέος εντέρου σε συγγενείς πρώτου και δευτέρου βαθμού, οι φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου (νόσος του Crohn και ελκώδης κολίτιδα) απαιτούν τη διενέργειά της συχνότερα και από μικρότερη ηλικία.
Αποτελεί επίσης απαραίτητο προληπτικό έλεγχο για όλους τους ανθρώπους μετά τα 50 έτη (αν και πλέον το όριο ηλικίας έχει πέσει στα 45 έτη), καθώς εκτός από τις παραπάνω αιτίες, ο τρόπος ζωής (κακή διατροφή ή συγκεκριμένες συνήθειες) καθώς και περιβαλλοντικοί παράγοντες αυξάνουν συνεχώς την εμφάνιση νέων κρουσμάτων καρκίνου.
Η διαδικασία της κολονοσκόπησης είναι σχετικά απλή. Η προετοιμασία για την εξέταση, απαιτεί καλό καθαρισμό του εντέρου με τη λήψη κάποιου καθαρτικού. Τα νεότερα σκευάσματα είναι πιο εύγευστα, εύληπτα και έχουν καλύτερα αποτελέσματα χωρίς πολλή ταλαιπωρία. Η εξέταση πραγματοποιείται υπό χορήγηση μέθης, οπότε ο ασθενής δεν αισθάνεται πόνο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Οι ασθενείς μπορούν συνήθως να επιστρέψουν στις καθημερινές τους δραστηριότητες λίγο μετά την εξέταση, αλλά συνιστάται να συνοδεύονται, προς αποφυγή ατυχημάτων, λόγω ζάλης ή υπνηλίας, που μπορεί να προκαλέσει η μέθη.
Η κολονοσκόπηση δεν είναι η μόνη εξέταση για την ανίχνευση καρκίνου του παχέος εντέρου. Άλλες διαγνωστικές εξετάσεις περιλαμβάνουν την αξονική τομογραφία του εντέρου και το self test. Ιδιαίτερα μεγάλη συζήτηση γίνεται τελευταία για το self test στα κόπρανα. Καθώς όμως αυτό ανιχνεύει ουσιαστικά αίμα, έχει περιορισμένη διαγνωστική αξία, καθώς δίνει πολλά ψευδώς θετικά αποτελέσματα σε άτομα με αιμορροΐδες ή ραγάδες του πρωκτικού δακτυλίου. Αντίθετα μπορεί να δώσει ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα σε ασθενείς με μη αιμορραγικού τύπου πολύποδες ή και σε προκαρκινικές βλάβες. Καθώς οι δύο αυτές μέθοδοι έχουν πολλούς περιορισμούς, η κολονοσκόπηση παραμένει το gold standard, καθώς επιτρέπει την άμεση επισκόπηση ολόκληρου του παχέος εντέρου και την αφαίρεση βλαβών σε πραγματικό χρόνο. Επομένως, καμία άλλη εξέταση δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κολονοσκόπηση με την ασύγκριτη διαγνωστική και θεραπευτική της αξία, ενώ οι υπόλοιπες μέθοδοι ελέγχου του παχέος εντέρου ουσιαστικά λειτουργούν ως συμπληρωματικά εργαλεία.
Συμπερασματικά, η κολονοσκόπηση αποτελεί μία επιβεβλημένη, ανώδυνη και ασφαλή εξέταση ρουτίνας, που μπορεί να προλάβει άμεσα και αποτελεσματικά, επικίνδυνες επιπτώσεις για την υγεία και να σώσει ζωές ώστε να καθίσταται σημαντικό να μην την αναβάλουμε και να μην την αποφεύγουμε.
Γαστρεντερολόγος - Ηπατολόγος
Η κολονοσκόπηση είναι μια εξαιρετικά σημαντική εξέταση, καθώς βοηθά στην πρόληψη και διάγνωση των παθήσεων του παχέος εντέρου και του τελικού ειλεού.
Η εξέταση διενεργείται με το κολονοσκόπιο, έναν μακρύ, λεπτό, ελαστικό σωλήνα που διαθέτει μια κάμερα με φως στο άκρο του, ο οποίος εισέρχεται στο ορθό και διατρέχει όλο το μήκος του παχέος εντέρου καθώς και τα τελευταία εκατοστά του λεπτού εντέρου. Η διαδικασία αυτή, εκτός από τη δυνατότητα που δίνει για άμεση επισκόπηση του τοιχώματος του εντέρου, επιπλέον μας επιτρέπει να παρέμβουμε επεμβατικά, όπως για παράδειγμα να λάβουμε βιοψίες από περιοχές με παθολογικό βλεννογόνο, ή να προβούμε σε θεραπευτικές ενέργειες όπως η ενδοσκοπική αφαίρεση πολυπόδων, η αιμόσταση, ο καυτηριασμός αγγειοδυσπλασιών, κονδυλωμάτων κ.ά..
Η κολονοσκόπηση έχει πολλά πλεονεκτήματα, αλλά το μεγαλύτερο είναι η δυνατότητα πρόληψης σοβαρών ασθενειών με κύρια και σοβαρότερη τον καρκίνο του παχέος εντέρου, που αποτελεί την δεύτερη αιτία θανάτου παγκοσμίως από καρκίνο και τον τρίτο σε συχνότητα εμφάνισης καρκίνο μετά από εκείνον του μαστού στις γυναίκες και του πνεύμονα στους άντρες. Ο καρκίνος του παχέος εντέρου αφορά εξίσου και στα δύο φύλα. Συνήθως ξεκινά από κάποιον μικρό πολύποδα που αναπτύσσεται στο τοίχωμα του εντέρου και με την πάροδο του χρόνου μπορεί να εξελιχθεί σε καρκίνο.
Στα πρώτα στάδια μπορεί να μην υπάρχουν συμπτώματα ή να υπάρχουν ηπιότερα συμπτώματα όπως διαταραχές κενώσεων (δυσκοιλιότητα, διάρροιες ή εναλλαγές αυτών), κοιλιαλγία διάχυτη ή εντοπισμένη σε κάποια περιοχή, αναιμία ή απώλεια βάρους. Όταν όμως η κακοήθεια βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο, τότε μπορεί να εκδηλωθούν σοβαρά συμπτώματα όπως αιμορραγίες, απόφραξη-ειλεός, μεταστάσεις τοπικές ή και απομακρυσμένες σε άλλα όργανα, χειροτερεύοντας την πρόγνωση και μειώνοντας το προσδόκιμο επιβίωσης του ασθενούς. Η κολονοσκόπηση μας επιτρέπει να εντοπίζουμε τους πολύποδες και να τους αφαιρούμε έγκαιρα και εύκολα πριν εξαλλαγούν σε καρκίνο, αποφεύγοντας έτσι την ταλαιπωρία και τους κινδύνους ενός χειρουργείου, την ανάγκη για χημειοθεραπείες ή ακτινοβολίες και κυρίως την εξέλιξη σε μεταστατική νόσο που απειλεί τη ζωή.
Εκτός από τις κακοήθειες η κολονοσκόπηση εντοπίζει και άλλες βλάβες του βλεννογόνου, όπως τα φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου (ελκώδης κολίτιδα, νόσος Crohn’s) και καταστάσεις όπως πρωκτικά κονδυλώματα κ.ά..
Η κολονοσκόπηση δεν αφορά αποκλειστικά ασθενείς με συμπτώματα. Συνιστάται επίσης σε άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Το οικογενειακό ιστορικό πολυπόδων ή καρκίνου του παχέος εντέρου σε συγγενείς πρώτου και δευτέρου βαθμού, οι φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου (νόσος του Crohn και ελκώδης κολίτιδα) απαιτούν τη διενέργειά της συχνότερα και από μικρότερη ηλικία.
Αποτελεί επίσης απαραίτητο προληπτικό έλεγχο για όλους τους ανθρώπους μετά τα 50 έτη (αν και πλέον το όριο ηλικίας έχει πέσει στα 45 έτη), καθώς εκτός από τις παραπάνω αιτίες, ο τρόπος ζωής (κακή διατροφή ή συγκεκριμένες συνήθειες) καθώς και περιβαλλοντικοί παράγοντες αυξάνουν συνεχώς την εμφάνιση νέων κρουσμάτων καρκίνου.
Η διαδικασία της κολονοσκόπησης είναι σχετικά απλή. Η προετοιμασία για την εξέταση, απαιτεί καλό καθαρισμό του εντέρου με τη λήψη κάποιου καθαρτικού. Τα νεότερα σκευάσματα είναι πιο εύγευστα, εύληπτα και έχουν καλύτερα αποτελέσματα χωρίς πολλή ταλαιπωρία. Η εξέταση πραγματοποιείται υπό χορήγηση μέθης, οπότε ο ασθενής δεν αισθάνεται πόνο κατά τη διάρκεια της διαδικασίας. Οι ασθενείς μπορούν συνήθως να επιστρέψουν στις καθημερινές τους δραστηριότητες λίγο μετά την εξέταση, αλλά συνιστάται να συνοδεύονται, προς αποφυγή ατυχημάτων, λόγω ζάλης ή υπνηλίας, που μπορεί να προκαλέσει η μέθη.
Η κολονοσκόπηση δεν είναι η μόνη εξέταση για την ανίχνευση καρκίνου του παχέος εντέρου. Άλλες διαγνωστικές εξετάσεις περιλαμβάνουν την αξονική τομογραφία του εντέρου και το self test. Ιδιαίτερα μεγάλη συζήτηση γίνεται τελευταία για το self test στα κόπρανα. Καθώς όμως αυτό ανιχνεύει ουσιαστικά αίμα, έχει περιορισμένη διαγνωστική αξία, καθώς δίνει πολλά ψευδώς θετικά αποτελέσματα σε άτομα με αιμορροΐδες ή ραγάδες του πρωκτικού δακτυλίου. Αντίθετα μπορεί να δώσει ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα σε ασθενείς με μη αιμορραγικού τύπου πολύποδες ή και σε προκαρκινικές βλάβες. Καθώς οι δύο αυτές μέθοδοι έχουν πολλούς περιορισμούς, η κολονοσκόπηση παραμένει το gold standard, καθώς επιτρέπει την άμεση επισκόπηση ολόκληρου του παχέος εντέρου και την αφαίρεση βλαβών σε πραγματικό χρόνο. Επομένως, καμία άλλη εξέταση δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κολονοσκόπηση με την ασύγκριτη διαγνωστική και θεραπευτική της αξία, ενώ οι υπόλοιπες μέθοδοι ελέγχου του παχέος εντέρου ουσιαστικά λειτουργούν ως συμπληρωματικά εργαλεία.
Συμπερασματικά, η κολονοσκόπηση αποτελεί μία επιβεβλημένη, ανώδυνη και ασφαλή εξέταση ρουτίνας, που μπορεί να προλάβει άμεσα και αποτελεσματικά, επικίνδυνες επιπτώσεις για την υγεία και να σώσει ζωές ώστε να καθίσταται σημαντικό να μην την αναβάλουμε και να μην την αποφεύγουμε.
Γαστρεντερολόγος - Ηπατολόγος
ΣΧΟΛΙΑ