Η σιωπή της οικειότητας
Οδηγούσα στην Εγνατία προς τα ανατολικά. Στο κόκκινο φανάρι χάζεψα δεξιά - αριστερά από βαρεμάρα μέχρι να περάσει η ώρα. Τότε τους είδα. Μέσα σε ένα καινούριο σχετικά τζιπ ένα ζευγάρι ηλικιωμένων, σίγουρα πλησίαζαν τα ογδόντα και οι δύο, αν δεν τα είχαν ήδη περάσει.
Περιποιημένοι πολύ και οι δύο. Εκείνος, ο οδηγός, κοιτούσε μπροστά. Εκείνη, η συνοδηγός, παρατηρούσε κάπου προς την αριστερή πλευρά αφηρημένα.
Ζήλεψα τη σιωπή τους. Εκείνη τη σιωπή της οικειότητας που τα λέει όλα. Εκείνη την παύση που έχουν οι άνθρωποι που δεν χρειάζεται να μιλάνε πολύ μεταξύ τους για να καλύπτουν το κενό, εκείνη την αυτονόητη συνθήκη ενός ζευγαριού που δεν νιώθει καμιά αμηχανία μπροστά στη σιγή.
Γιατί έχουν περάσει τα χρόνια, όμως αυτά τους βρήκαν μαζί κι έτσι γνωρίζουν ο ένας τον άλλον τόσο που ενδέχεται να μην χρειάζεται να συνομιλούν καν για να καταλαβαίνονται.
Άνθρωποι που ο ένας είναι του άλλου, που με ένα βλέμμα, ένα νεύμα, ένα άγγιγμα συνεννοούνται απόλυτα χωρίς να χρειάζεται καν να μεσολαβήσει ανάμεσά τους τίποτε άλλο.
Σχέσεις ζωής που δεν σπάνε εύκολα, που έχουν μέσα τους πια την ησυχία του χρόνου, την ηρεμία της ασφάλειας, τη δύναμη της νίκης του μαζί.
Έφτιαξα όπως πάντα το δικό μου σενάριο για τη μία αυτή στιγμή. Το σενάριο που θα μου άρεσε πολύ να ισχύει για όλα τα ζευγάρια όλου του κόσμου.
«Και ποιος σου λέει ότι αυτή η σιωπή δεν είναι δείγμα καυγά;», μου είπε αργότερα η φίλη όταν της περιέγραφα το σκηνικό. «Η επιθυμία μου», της απάντησα και αισθάνθηκα ότι όλος ο κόσμος είναι δικός μου…
Ψευδαίσθηση, αλλά ωραία!
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 06.11.2022