It's the economy stupid! Του Φάνη Ουγγρίνη
26/09/2024 07:00
26/09/2024 07:00
Την τελευταία εβδομάδα συνέβησαν διεθνή γεγονότα διαφορετικά, μα και συμπληρωματικά μεταξύ τους.
Μέσα σε λίγες μέρες είδαμε με εντυπωσιακό τρόπο διάφορες όψεις του καπιταλισμού που τον διαιωνίζουν, γεννώντας ευκαιρίες μέσω της καινοτομίας, και της αδιάκοπης συσσώρευσης και απώλειας ανθρώπινου και χρηματικού κεφαλαίου. Μόνιμο ζητούμενο είναι ο δυναμισμός της δημιουργικότητας, δια της αύξησης της παραγωγικότητας. Κι όπως έχουμε ξαναπεί, η παραγωγικότητα βελτιώνεται μόνο μέσα από την ακατάπαυστη σύλληψη, γέννηση και ενσωμάτωση του νέου.
Έκθεση Ντράγκι
Βεβαια, όσον αφορά το νέο, είναι χαρακτηριστική η αντίθεση μεταξύ ΗΠΑ-Ασίας και ΕΕ, όπως άλλωστε επισημαίνεται και στην έκθεση Ντράγκι. Μετά εκείνο της βιομηχανίας ειδών μαζικής κατανάλωσης, πλέον η Ευρώπη χάνει και το τρένο της παραγωγής αγαθών υψηλής-υπερυψηλής τεχνολογίας. Το ποιοτικότερο ανθρώπινο δυναμικό της περνά στην απέναντι ακτή του Ατλαντικού, στην Αυστραλία, στον Κόλπο και λιγότερο στην Άπω Ανατολή. Με τα συμπεράσματά της, η έκθεση κρούει θύρες ανοιχτές: επιβεβαιώνει πως η Ευρώπη χρειάζεται ετησίως 800 δισ. ευρώ νέων επενδύσεων, ο στρατηγικός σχεδιασμός και συντονισμός των βιομηχανικών πολιτικών χρειάζεται να επανέλθει, η έκδοση ευρωομολόγων είναι απαραίτητη για να χρηματοδοτηθούν οι ζητούμενες επενδύσεις, και πως η αλλαγή νοοτροπίας στα πεδία της εκπαίδευσης και της έρευνας δεν μπορεί να καθυστερήσει περαιτέρω. Εάν δεν συμβούν άμεσα όλα τα παραπάνω, η ΕΕ νομοτελειακά θα οδηγηθεί σε απώλεια του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Έως τώρα οι επενδύσεις δεν υποφέρουν μόνο από ελλιπή χρηματοδότηση (τα μεγάλα κεφάλαια κατευθύνονται στον αναπτυσσόμενο κόσμο) αλλά και από διαρκώς αυξανόμενες τυπικές διαδικασίες, αποτέλεσμα της ρυθμιστικής… μανίας των Ευρωπαίων γραφειοκρατών. Όσον αφορά τις βιομηχανικές πολιτικές, κάθε κράτος-μέλος επιδιώκει το στενό συμφέρον του, ενίοτε εντός στοχευμένων συμμαχιών (τρανό παράδειγμα η Γερμανία με τους Κεντροευρωπαίους “δορυφόρους” της). Τα δε ευρωομόλογα έχουν καταντήσει ανέκδοτο: τα ακούμε από το 2010, την αρχή της μνημονιακής περιόδου, και ό,τι πιο κοντινό έχουμε δει ήταν τα κεφάλαια του RRF για την απάλυνση των συνεπειών της πανδημίας. Θα αλλάξουν στάση επί του θέματος τούτου οι Βορειοευρωπαίοι; Μόνο εάν έχουν ζοριστει πολύ από τα νέα δεδομένα που έφερε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, δηλαδή ακριβότερες πρώτες ύλες και πιεστικές αμυντικές ανάγκες.
Ομολογουμένως η αμυντική βιομηχανία προσφέρει πολλά ατού στην ενωσιακή οικονομία: απασχόληση υψηλά εξειδικευμένων εργαζομένων, κατοπινή διασπορά πολύτιμου R&D και σε ειρηνικες δραστηριότητες, χρηματοδότηση από κρατικά ταμεία έξω από τους συνήθεις περιορισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, ενίσχυση των πολιτικών δεσμών μεταξύ κρατών-μελών. Ορθώς ο Ντράγκι έδωσε έμφαση στο συγκεκριμένο τομέα.
Με αφορμή τα παθήματα του data center της Microsoft, αυτά τα λόγια χρησιμοποίησε καλός φίλος (ιδιαίτερα δραστηριοποιούμενος στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων) για να μου περιγράψει την απόγνωση που του προκαλεί η σπανιότητα αρκετών καλών ειδήσεων γύρω από την εθνική οικονομία. Κατανοητά τα συναισθήματά του, δεδομένου ότι τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής ανταγωνιστικότητας εν πολλοίς παραμένουν ανεπίλυτα και ευθύνονται για τη διετή παρατηρούμενη πτώση του επενδυτικου ενδιαφέροντος σε χειροπιαστά πρότζεκτ της πραγματικής οικονομίας. Η χώρα σιγά σιγά χάνει ακόμη και το μοναδικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που της προσέφεραν οι μνημονιακές «μεταρρυθμίσεις»: τους συγκριτικά χαμηλούς μισθούς της. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, το μεταξύ 2009-2020 διευρυνόμενο μισθολογικό χάσμα έχει αρχίσει να γεφυρώνεται, αν και με αργό ρυθμό. Ενδεικτικά, ο μέσος μισθός το 2023 υπολογίζεται σε 1.120 ευρώ, όταν το 2009 ήταν μόνο 934 ευρώ, αύξηση σχεδόν 20%, χωρίς αύξηση της παραγωγικότητας. Αντίθετα, σε σύγκριση με το 2000, η διαφορά παραγωγικότητας από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ αυξήθηκε στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον ίδιο οργανισμό, φέτος η παραγωγικότητα μας ισοδυναμεί με το 56,7% εκείνης στην Ευρωζώνη και με το 61,9% της ΕΕ (τελευταία θέση μεταξύ των Ευρωπαίων και τέταρτη από το τέλος μεταξύ των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ). Βέβαια το 2022 η παραγωγικότητα της εργασίας στη χώρα σημείωσε αύξηση, όμως παραμένει στο 99,76% του 2015 (μεσοσταθμικά οι χώρες του ΟΟΣΑ βρίσκονται 6,76% υψηλότερα από το ‘15, της δε ΕΕ 4,68%).
Τα παραπάνω ουσιαστικά πιστοποιεί και η τελευταία αξιολόγηση της Moody’s: αν και αναβαθμίστηκαν σε θετικές οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε ριζοσπαστικό για το ευρύτερο επιχειρείν. Παρά τις έως τώρα αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης, μόνο το RRF επιδρά θετικά στο ΑΕΠ (σύμφωνα με τα έως τώρα στοιχεία του προϋπολογισμού, τα έσοδα από το Ταμείο Ανάκαμψης έφτασαν στο 7μηνο τα 159 εκατ. ευρώ με στόχο 1,79 δισ.ευρω, ενώ οι σχετικές δαπάνες άγγιξαν τα 0,87 δισ.ευρώ, με στόχο 3,62 δισ. ευρώ).
Ωστόσο υπάρχουν και αρκετές καλές ειδήσεις, ενδεχομένως προοιωνιζόμενες υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, χάρη σε διεθνές ενδιαφέρον. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε αύξηση κατά 0,9%, οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 3,9%, οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 2,0%, οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 2,8% και οι συνδυασμένες εξαγωγές αγαθών-υπηρεσιών κατά 2,1% στο πρώτο τρίμηνο 2024, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2023. Οι αξίες των ακινήτων έχουν μεσοσταθμικά ξεπεράσει κατά 4% το ρεκόρ του 2008 και οι επιχειρήσεις real estate ζουν χρυσή εποχή. Σύμφωνα με το ύψους 1 δισ. ευρώ επενδυτικό πρόγραμμα της Vodafone, θα εγκατασταθούν 850.000 γραμμές FTTH έως το 2028, ώστε να αυξηθεί το bandwidth (δεν νομίζω ότι θα βελτιωθεί αντίστοιχα η αξιοθρήνητη κάλυψη 5G). Τέλος, ευτυχής είδηση ήταν και η μετ’εμποδίων έγκριση του πολύπαθου GSI από την κυπριακή κυβέρνηση. Η προσδοκία πως στα επόμενα δύο χρόνια η Ελλάδα θα συνεχίσει να αναπτύσσεται ταχύτερα από τον ευρωπαϊκό μο και πως το χρέος της θα συνεχίσει να μειώνεται την διατηρεί στο στόχαστρο των ξένων παικτών.
Τράπεζες
Μετά τη θεματική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ), κατά τους οίκους αξιολόγησης, θετικές είναι και οι προοπτικές των τραπεζών μας (το χρέος τους βρίσκεται ήδη σε επενδυτική βαθμίδα) λόγω της υψηλής λογιστικής κερδοφορίας τους, εν πολλοίς οφειλόμενη στην εκκρεμότητα του αναβαλλόμενου φόρου. Δυστυχώς το θετικό αυτό γεγονός ελάχιστα έχει βελτιώσει τη ρευστότητα των μικρότερων επιχειρήσεων. Αν βέβαια θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, τα χέρια των ελληνικών τραπεζικών διοικήσεων είναι δεμένα από το θεσμικό πλαίσιο που διαμόρφωσε η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και η μνημονιακή περίοδος: παγκοσμίως είναι πια δυσκολότερο το να κριθεί κανείς αξιόχρεος, και εκ των πραγμάτων τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα στη σημερινή Ελλάδα των πολύ μικρών μονάδων, της μαύρης οικονομίας και των εκατοντάδων χιλιάδων οφειλετών.
Πάντως το γεγονός αυτό δεν απαλλάσει τους τραπεζίτες από κάθε ευθύνη απέναντι στους πελάτες τους: εκείνοι βιώνουν ιστορίες καθημερινής τρέλας, ενόσω προσφέρονται προκλητικά υψηλά μπόνους στα κορυφαία στελέχη, όταν δυστυχώς δεν προσφέρουν όσα θα έπρεπε στην οικονομική ανάπτυξη και στην εξυπηρέτηση των συναλλασσομένων. Συνεχώς παρακολουθούμε πενιχρά επιτόκια, αδικαιολόγητες χρεώσεις για τα πάντα, τεμπέλικη ανακύκλωση κεφαλαίων σε κρατικά ομόλογα (εγγυημένα μέχρι το 2032), νομικές υπηρεσίες που δυσκολεύουν τις διαδικασίες αντί να τις απλοποιουν (περισσότερο θιγόμενοι από αυτές είναι οι…κοκκινισμένοι, οι ηλικιωμένοι και οι εμιγκρέδες), εκτόξευση των αγροτικών ΜΕΔ (ο servicer τα προσδιορίζει πλέον στα 3,8 δισ.ευρώ), διαρκή συρρίκνωση δικτύου (ακόμη και των ΑΤΜ), και προσωπικό με δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία ή…βασιλικότερο του Βασιλέως (απογοητευτικές οι μεταμορφώσεις άλλοτε εξαιρετικών στελεχών). Όντως θα άξιζε μια εμπεριστατωμένη έρευνα, όπου θα συγκρίνονταν οι ντόπιες πρακτικές με τις ευρωπαϊκές. Ο λαός δικαίως έχει απαιτήσεις επειδή οι ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών φορτώθηκαν σε αυτόν, αφού επιβάρυναν το δημόσιο χρέος. Φυσικά υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια και λόγω της παραχώρησης απαιτήσεων σε funds, αν και ήταν αναπόδραστη λόγω του ηθικού κινδύνου.
Κατά συνέπεια, η -μετά μία δεκαετία παλινωδιών- σύσταση του πέμπτου τραπεζικού πυλώνα με άξονα την Τράπεζα Αττικής προκαλεί εύλογο ενδιαφέρον · η λογική του εν λόγω ιδρύματος υπήρξε διαχρονικά πολύ υποστηρικτικη για τους τακτικότερούς πελάτες του, τους κατασκευαστές δημόσιων και ιδιωτικών έργων. Τώρα, πώς θα μπορούσε να μεταμορφωθεί θεαματικά το σκηνικό από μια οντότητα που δεν κατέχει ούτε 3% του ενεργητικού των συστημικών τραπεζών είναι αίνιγμα προς διερεύνηση. Αίνιγμα επίσης αποτελούν προς το παρόν και τα πλάνα της Aegean Baltic Bank, συμφερόντων Τέλη Μυστακίδη, που φέρεται πως θα διατηρεί παρουσία στο νεοκλασικό της αλλοτινής Ιονικης-Λαϊκής, ακριβώς πάνω στην Πλατεία Ελευθερίας.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 22.09.2024
Την τελευταία εβδομάδα συνέβησαν διεθνή γεγονότα διαφορετικά, μα και συμπληρωματικά μεταξύ τους.
Μέσα σε λίγες μέρες είδαμε με εντυπωσιακό τρόπο διάφορες όψεις του καπιταλισμού που τον διαιωνίζουν, γεννώντας ευκαιρίες μέσω της καινοτομίας, και της αδιάκοπης συσσώρευσης και απώλειας ανθρώπινου και χρηματικού κεφαλαίου. Μόνιμο ζητούμενο είναι ο δυναμισμός της δημιουργικότητας, δια της αύξησης της παραγωγικότητας. Κι όπως έχουμε ξαναπεί, η παραγωγικότητα βελτιώνεται μόνο μέσα από την ακατάπαυστη σύλληψη, γέννηση και ενσωμάτωση του νέου.
Έκθεση Ντράγκι
Βεβαια, όσον αφορά το νέο, είναι χαρακτηριστική η αντίθεση μεταξύ ΗΠΑ-Ασίας και ΕΕ, όπως άλλωστε επισημαίνεται και στην έκθεση Ντράγκι. Μετά εκείνο της βιομηχανίας ειδών μαζικής κατανάλωσης, πλέον η Ευρώπη χάνει και το τρένο της παραγωγής αγαθών υψηλής-υπερυψηλής τεχνολογίας. Το ποιοτικότερο ανθρώπινο δυναμικό της περνά στην απέναντι ακτή του Ατλαντικού, στην Αυστραλία, στον Κόλπο και λιγότερο στην Άπω Ανατολή. Με τα συμπεράσματά της, η έκθεση κρούει θύρες ανοιχτές: επιβεβαιώνει πως η Ευρώπη χρειάζεται ετησίως 800 δισ. ευρώ νέων επενδύσεων, ο στρατηγικός σχεδιασμός και συντονισμός των βιομηχανικών πολιτικών χρειάζεται να επανέλθει, η έκδοση ευρωομολόγων είναι απαραίτητη για να χρηματοδοτηθούν οι ζητούμενες επενδύσεις, και πως η αλλαγή νοοτροπίας στα πεδία της εκπαίδευσης και της έρευνας δεν μπορεί να καθυστερήσει περαιτέρω. Εάν δεν συμβούν άμεσα όλα τα παραπάνω, η ΕΕ νομοτελειακά θα οδηγηθεί σε απώλεια του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Έως τώρα οι επενδύσεις δεν υποφέρουν μόνο από ελλιπή χρηματοδότηση (τα μεγάλα κεφάλαια κατευθύνονται στον αναπτυσσόμενο κόσμο) αλλά και από διαρκώς αυξανόμενες τυπικές διαδικασίες, αποτέλεσμα της ρυθμιστικής… μανίας των Ευρωπαίων γραφειοκρατών. Όσον αφορά τις βιομηχανικές πολιτικές, κάθε κράτος-μέλος επιδιώκει το στενό συμφέρον του, ενίοτε εντός στοχευμένων συμμαχιών (τρανό παράδειγμα η Γερμανία με τους Κεντροευρωπαίους “δορυφόρους” της). Τα δε ευρωομόλογα έχουν καταντήσει ανέκδοτο: τα ακούμε από το 2010, την αρχή της μνημονιακής περιόδου, και ό,τι πιο κοντινό έχουμε δει ήταν τα κεφάλαια του RRF για την απάλυνση των συνεπειών της πανδημίας. Θα αλλάξουν στάση επί του θέματος τούτου οι Βορειοευρωπαίοι; Μόνο εάν έχουν ζοριστει πολύ από τα νέα δεδομένα που έφερε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, δηλαδή ακριβότερες πρώτες ύλες και πιεστικές αμυντικές ανάγκες.
Ομολογουμένως η αμυντική βιομηχανία προσφέρει πολλά ατού στην ενωσιακή οικονομία: απασχόληση υψηλά εξειδικευμένων εργαζομένων, κατοπινή διασπορά πολύτιμου R&D και σε ειρηνικες δραστηριότητες, χρηματοδότηση από κρατικά ταμεία έξω από τους συνήθεις περιορισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, ενίσχυση των πολιτικών δεσμών μεταξύ κρατών-μελών. Ορθώς ο Ντράγκι έδωσε έμφαση στο συγκεκριμένο τομέα.
Με αφορμή τα παθήματα του data center της Microsoft, αυτά τα λόγια χρησιμοποίησε καλός φίλος (ιδιαίτερα δραστηριοποιούμενος στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων) για να μου περιγράψει την απόγνωση που του προκαλεί η σπανιότητα αρκετών καλών ειδήσεων γύρω από την εθνική οικονομία. Κατανοητά τα συναισθήματά του, δεδομένου ότι τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής ανταγωνιστικότητας εν πολλοίς παραμένουν ανεπίλυτα και ευθύνονται για τη διετή παρατηρούμενη πτώση του επενδυτικου ενδιαφέροντος σε χειροπιαστά πρότζεκτ της πραγματικής οικονομίας. Η χώρα σιγά σιγά χάνει ακόμη και το μοναδικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που της προσέφεραν οι μνημονιακές «μεταρρυθμίσεις»: τους συγκριτικά χαμηλούς μισθούς της. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, το μεταξύ 2009-2020 διευρυνόμενο μισθολογικό χάσμα έχει αρχίσει να γεφυρώνεται, αν και με αργό ρυθμό. Ενδεικτικά, ο μέσος μισθός το 2023 υπολογίζεται σε 1.120 ευρώ, όταν το 2009 ήταν μόνο 934 ευρώ, αύξηση σχεδόν 20%, χωρίς αύξηση της παραγωγικότητας. Αντίθετα, σε σύγκριση με το 2000, η διαφορά παραγωγικότητας από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ αυξήθηκε στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον ίδιο οργανισμό, φέτος η παραγωγικότητα μας ισοδυναμεί με το 56,7% εκείνης στην Ευρωζώνη και με το 61,9% της ΕΕ (τελευταία θέση μεταξύ των Ευρωπαίων και τέταρτη από το τέλος μεταξύ των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ). Βέβαια το 2022 η παραγωγικότητα της εργασίας στη χώρα σημείωσε αύξηση, όμως παραμένει στο 99,76% του 2015 (μεσοσταθμικά οι χώρες του ΟΟΣΑ βρίσκονται 6,76% υψηλότερα από το ‘15, της δε ΕΕ 4,68%).
Τα παραπάνω ουσιαστικά πιστοποιεί και η τελευταία αξιολόγηση της Moody’s: αν και αναβαθμίστηκαν σε θετικές οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, δεν εντοπίστηκε οτιδήποτε ριζοσπαστικό για το ευρύτερο επιχειρείν. Παρά τις έως τώρα αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης, μόνο το RRF επιδρά θετικά στο ΑΕΠ (σύμφωνα με τα έως τώρα στοιχεία του προϋπολογισμού, τα έσοδα από το Ταμείο Ανάκαμψης έφτασαν στο 7μηνο τα 159 εκατ. ευρώ με στόχο 1,79 δισ.ευρω, ενώ οι σχετικές δαπάνες άγγιξαν τα 0,87 δισ.ευρώ, με στόχο 3,62 δισ. ευρώ).
Ωστόσο υπάρχουν και αρκετές καλές ειδήσεις, ενδεχομένως προοιωνιζόμενες υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης, χάρη σε διεθνές ενδιαφέρον. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε αύξηση κατά 0,9%, οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 3,9%, οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 2,0%, οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 2,8% και οι συνδυασμένες εξαγωγές αγαθών-υπηρεσιών κατά 2,1% στο πρώτο τρίμηνο 2024, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2023. Οι αξίες των ακινήτων έχουν μεσοσταθμικά ξεπεράσει κατά 4% το ρεκόρ του 2008 και οι επιχειρήσεις real estate ζουν χρυσή εποχή. Σύμφωνα με το ύψους 1 δισ. ευρώ επενδυτικό πρόγραμμα της Vodafone, θα εγκατασταθούν 850.000 γραμμές FTTH έως το 2028, ώστε να αυξηθεί το bandwidth (δεν νομίζω ότι θα βελτιωθεί αντίστοιχα η αξιοθρήνητη κάλυψη 5G). Τέλος, ευτυχής είδηση ήταν και η μετ’εμποδίων έγκριση του πολύπαθου GSI από την κυπριακή κυβέρνηση. Η προσδοκία πως στα επόμενα δύο χρόνια η Ελλάδα θα συνεχίσει να αναπτύσσεται ταχύτερα από τον ευρωπαϊκό μο και πως το χρέος της θα συνεχίσει να μειώνεται την διατηρεί στο στόχαστρο των ξένων παικτών.
Τράπεζες
Μετά τη θεματική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ), κατά τους οίκους αξιολόγησης, θετικές είναι και οι προοπτικές των τραπεζών μας (το χρέος τους βρίσκεται ήδη σε επενδυτική βαθμίδα) λόγω της υψηλής λογιστικής κερδοφορίας τους, εν πολλοίς οφειλόμενη στην εκκρεμότητα του αναβαλλόμενου φόρου. Δυστυχώς το θετικό αυτό γεγονός ελάχιστα έχει βελτιώσει τη ρευστότητα των μικρότερων επιχειρήσεων. Αν βέβαια θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, τα χέρια των ελληνικών τραπεζικών διοικήσεων είναι δεμένα από το θεσμικό πλαίσιο που διαμόρφωσε η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και η μνημονιακή περίοδος: παγκοσμίως είναι πια δυσκολότερο το να κριθεί κανείς αξιόχρεος, και εκ των πραγμάτων τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα στη σημερινή Ελλάδα των πολύ μικρών μονάδων, της μαύρης οικονομίας και των εκατοντάδων χιλιάδων οφειλετών.
Πάντως το γεγονός αυτό δεν απαλλάσει τους τραπεζίτες από κάθε ευθύνη απέναντι στους πελάτες τους: εκείνοι βιώνουν ιστορίες καθημερινής τρέλας, ενόσω προσφέρονται προκλητικά υψηλά μπόνους στα κορυφαία στελέχη, όταν δυστυχώς δεν προσφέρουν όσα θα έπρεπε στην οικονομική ανάπτυξη και στην εξυπηρέτηση των συναλλασσομένων. Συνεχώς παρακολουθούμε πενιχρά επιτόκια, αδικαιολόγητες χρεώσεις για τα πάντα, τεμπέλικη ανακύκλωση κεφαλαίων σε κρατικά ομόλογα (εγγυημένα μέχρι το 2032), νομικές υπηρεσίες που δυσκολεύουν τις διαδικασίες αντί να τις απλοποιουν (περισσότερο θιγόμενοι από αυτές είναι οι…κοκκινισμένοι, οι ηλικιωμένοι και οι εμιγκρέδες), εκτόξευση των αγροτικών ΜΕΔ (ο servicer τα προσδιορίζει πλέον στα 3,8 δισ.ευρώ), διαρκή συρρίκνωση δικτύου (ακόμη και των ΑΤΜ), και προσωπικό με δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία ή…βασιλικότερο του Βασιλέως (απογοητευτικές οι μεταμορφώσεις άλλοτε εξαιρετικών στελεχών). Όντως θα άξιζε μια εμπεριστατωμένη έρευνα, όπου θα συγκρίνονταν οι ντόπιες πρακτικές με τις ευρωπαϊκές. Ο λαός δικαίως έχει απαιτήσεις επειδή οι ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών φορτώθηκαν σε αυτόν, αφού επιβάρυναν το δημόσιο χρέος. Φυσικά υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια και λόγω της παραχώρησης απαιτήσεων σε funds, αν και ήταν αναπόδραστη λόγω του ηθικού κινδύνου.
Κατά συνέπεια, η -μετά μία δεκαετία παλινωδιών- σύσταση του πέμπτου τραπεζικού πυλώνα με άξονα την Τράπεζα Αττικής προκαλεί εύλογο ενδιαφέρον · η λογική του εν λόγω ιδρύματος υπήρξε διαχρονικά πολύ υποστηρικτικη για τους τακτικότερούς πελάτες του, τους κατασκευαστές δημόσιων και ιδιωτικών έργων. Τώρα, πώς θα μπορούσε να μεταμορφωθεί θεαματικά το σκηνικό από μια οντότητα που δεν κατέχει ούτε 3% του ενεργητικού των συστημικών τραπεζών είναι αίνιγμα προς διερεύνηση. Αίνιγμα επίσης αποτελούν προς το παρόν και τα πλάνα της Aegean Baltic Bank, συμφερόντων Τέλη Μυστακίδη, που φέρεται πως θα διατηρεί παρουσία στο νεοκλασικό της αλλοτινής Ιονικης-Λαϊκής, ακριβώς πάνω στην Πλατεία Ελευθερίας.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 22.09.2024
ΣΧΟΛΙΑ