Κακοκαιρία Daniel: «Σαν σεισμός 8,5 Ρίχτερ»
16/09/2023 12:25
16/09/2023 12:25
Την ώρα που οι κάτοικοι της Θεσσαλίας μετρούν τις πληγές τους από το πέρασμα της κακοκαιρίας Daniel ο καθηγητής Αντισεισμικών Κατασκευών του ΕΜΠ, Παναγιώτης Καρύδης, αναφέρθηκε στα προβλήματα που προκλήθηκαν σε υποδομές και οικισμούς και πρότεινε λύσεις για το τι θα πρέπει να συμβεί από εδώ και πέρα ώστε να μην επαναληφθούν παρόμοιες εικόνες στο μέλλον.
Ο κ. Καρύδης μιλώντας στην ΕΡΤ παρομοίασε την καταστροφή με το αντίκτυπο ενός σεισμού 8,5 Ρίχτερ που «χτύπησε» τον θεσσαλικό κάμπο και έκρουσε καμπανάκι κινδύνου σημειώνοντας πως θα πρέπει να υπάρξει ενδελεχής και λεπτομερειακός έλεγχος σε όλα τα κτίρια καθώς «υπάρχει το φαινόμενο υποσκαφής των θεμελίων, δηλαδή όταν έχει φύγει το έδαφος κάτω από τα θεμέλια».
Όπως είπε αυτή η υποσκαφή των θεμελίων «μπορεί να υπάρχει σε ορισμένες μόνο περιοχές που μπορεί να εκδηλωθεί μία καθίζηση οποιαδήποτε ώρα και στιγμή στο μέλλον χωρίς καμία αιτία. Στο προσεχές μέλλον, επόμενες ημέρες, ώρες, εβδομάδες μπορεί να έχουμε πρόβλημα, άρα θέλει προσοχή, είναι δύσκολο και δεν είναι εύκολα διαγνώσιμο».
Όσον αφορά για το πού οφείλεται ο όλεθρος εξαιτίας των πλημμυρικών φαινομένων, ο καθηγητής υπογράμμισε πως «για το αποτέλεσμα ευθύνονται πολλά, δεν είναι μόνο η κακοκαιρία. Είναι η φόρτιση που υπερέβη σε πολλές περιπτώσεις τα φορτία σχεδιασμού, αλλά μπορεί να είναι και οι κακοτεχνίες, μπορεί να μην ελήφθησαν υπόψη όλα τα περιβαλλοντικά στοιχεία, κατασκευαστικά προβλήματα, δηλαδή μπορεί να φτιάξεις ένα έργο αλλά δίπλα να μην κοιτάξεις τι γίνεται αν κατολισθαίνει ο δρόμος, αν έχει προβλήματα κτλ.».
Ο καθηγητής αναφέρθηκε και στις γέφυρες που όπως είπε υπήρξαν τόσα προβλήματα γιατί «είναι σχεδιασμένες να φέρουν φορτία κατακόρυφα, δηλαδή αντέχουν να περνάει ο κόσμος, φορτηγά, ακόμα και τρένα αντέχουν».
«Ακόμα κι αν υπερβούμε τα κατακόρυφα φορτία σημαντικά, δεν θα πέσει η γέφυρα γιατί υπάρχουν οι συντελεστές ασφαλείας. Άρα από κατακόρυφη φόρτιση γι’ αυτό που είναι φτιαγμένη και μελετημένη η γέφυρα σύμφωνα με τον νόμο και την τεχνολογία αντέχει. Εκεί που δεν αντέχει και δεν έχει ληφθεί υπόψη δικαίως είναι τα πλάγια φορτία, δηλαδή αυτά που κατεβάζει το ρέμα», είπε αρχικά.
«Αυτό που δεν αντέχει είναι να μπει ένα τείχος κάτω από τη γέφυρα. Από τι μπαίνει; Από τα φερτά υλικά, κλαριά από κορμούς δέντρων, ακόμα και αυτοκίνητα είδαμε να έχουν φρακάρει τη δίοδο του νερού, ανεβαίνει η στάθμη του νερού και δημιουργεί τεράστια πλάγια ώθηση για την οποία δεν είναι σχεδιασμένη η γέφυρα και φεύγει», προσέθεσε.
Για την επόμενη ημέρα στις πληγείσες περιοχές ο κ. Καρύδης χαρακτήρισε επικίνδυνο και ακατάλληλο το περιβάλλον τόσο από υγειονομικής όσο και από στατικής πλευράς. «Από υγειονομικής γιατί το σπίτι μέσα έχει κενά δηλαδή η δομή της τειχοποιίας δεν είναι συμπαγής, π.χ. τα τούβλα έχουν τρύπες, οι πέτρες στο μέσον έχουν κενό, τα πατώματα, οι οροφές, όλα αυτά κρύβουν μέσα ζωύφια, έντομα, μικρόβια, πράγμα που είναι εξαιρετικά δύσκολο να απομακρυνθούν και να καθαριστεί η μάζα του τοίχου».
Από στατικής όπως είπε η δομή και η τοιχοποιία σε αρκετά από αυτά τα κτίρια έχει φτιαχτεί με σημαντικό ποσοστό αργίλου ως συνδετικό υλικό. «Η άργιλος όπως ξέρουμε όταν είναι ξερή, στεγνή είναι ένα σημαντικό υλικό, το οποίο προσφέρει ακόμα και σε σεισμό κάποια προστασία, δηλαδή συνδέονται οι πέτρες τούβλα μεταξύ του. Όταν όμως βραχεί γίνεται ολισθηρή, γλιστράει. Είναι επικίνδυνο και για να στεγνώσει χρειάζεται πάρα πολύ καιρό, δεν στεγνώνει εύκολα. Θα υπάρξουν καθιζήσεις, παραμορφώσεις. Μετά από καιρό θα αναδειχθούν αρκετά προβλήματα στατικότητας», είπε χαρακτηριστικά.
Τέλος, ανέφερε την πρότασή του, που είναι ο πολεοδομικός αναδασμός. «Η πρόταση μου είναι ο πολεοδομικός αναδασμός. Για να συγκρατήσουμε τον κόσμο στην περιοχή και να μην φύγει, καλό είναι να μεταφερθούν σε γειτονικές περιοχές, οι οποίες μετά από κατάλληλες μελέτες γεωλογικές, πολεοδομικές, χωροταξικές κτλ. να επιλεγούν έτσι ώστε να κατασκευαστούν ασφαλή, σύγχρονα νέα κτίρια ενδεχομένως και πάνω από πυλωτές για ακόμα μεγαλύτερη προστασία από ενδεχόμενη πλημμύρα και με τον πολεοδομικό αναδασμό, δηλαδή την ανταλλαγή των κτιρίων, να πάει ο κόσμος σε γειτονιές όμορφες και σύγχρονες ώστε και να συγκρατηθεί γιατί υπάρχει μία τάση φυγής από εκεί από ότι έχω καταλάβει», είπε χαρακτηριστικά.
«Πρέπει να εγκαταλείψουμε τη νοοτροπία του μπαλώματος. Τρεις και τέσσερις φορές έχουν πλημμυρίσει οι ίδιες περιοχές. Καλό είναι να μετατρέψουμε αυτή την τεράστια καταστροφή σε μία ευκαιρία για έναν καλό σχεδιασμό και προγραμματισμό για μία σωστή ανάπτυξη», είπε ακόμα και έφερε σαν παράδειγμα την Ιαπωνία όπου καθάρισαν όλα τα παλιά σπίτια και έφτιαξαν τη νέα Γιοκοχάμα και το νέο Τόκιο μετά τον «φονικό σεισμό» του 1923.
Την ώρα που οι κάτοικοι της Θεσσαλίας μετρούν τις πληγές τους από το πέρασμα της κακοκαιρίας Daniel ο καθηγητής Αντισεισμικών Κατασκευών του ΕΜΠ, Παναγιώτης Καρύδης, αναφέρθηκε στα προβλήματα που προκλήθηκαν σε υποδομές και οικισμούς και πρότεινε λύσεις για το τι θα πρέπει να συμβεί από εδώ και πέρα ώστε να μην επαναληφθούν παρόμοιες εικόνες στο μέλλον.
Ο κ. Καρύδης μιλώντας στην ΕΡΤ παρομοίασε την καταστροφή με το αντίκτυπο ενός σεισμού 8,5 Ρίχτερ που «χτύπησε» τον θεσσαλικό κάμπο και έκρουσε καμπανάκι κινδύνου σημειώνοντας πως θα πρέπει να υπάρξει ενδελεχής και λεπτομερειακός έλεγχος σε όλα τα κτίρια καθώς «υπάρχει το φαινόμενο υποσκαφής των θεμελίων, δηλαδή όταν έχει φύγει το έδαφος κάτω από τα θεμέλια».
Όπως είπε αυτή η υποσκαφή των θεμελίων «μπορεί να υπάρχει σε ορισμένες μόνο περιοχές που μπορεί να εκδηλωθεί μία καθίζηση οποιαδήποτε ώρα και στιγμή στο μέλλον χωρίς καμία αιτία. Στο προσεχές μέλλον, επόμενες ημέρες, ώρες, εβδομάδες μπορεί να έχουμε πρόβλημα, άρα θέλει προσοχή, είναι δύσκολο και δεν είναι εύκολα διαγνώσιμο».
Όσον αφορά για το πού οφείλεται ο όλεθρος εξαιτίας των πλημμυρικών φαινομένων, ο καθηγητής υπογράμμισε πως «για το αποτέλεσμα ευθύνονται πολλά, δεν είναι μόνο η κακοκαιρία. Είναι η φόρτιση που υπερέβη σε πολλές περιπτώσεις τα φορτία σχεδιασμού, αλλά μπορεί να είναι και οι κακοτεχνίες, μπορεί να μην ελήφθησαν υπόψη όλα τα περιβαλλοντικά στοιχεία, κατασκευαστικά προβλήματα, δηλαδή μπορεί να φτιάξεις ένα έργο αλλά δίπλα να μην κοιτάξεις τι γίνεται αν κατολισθαίνει ο δρόμος, αν έχει προβλήματα κτλ.».
Ο καθηγητής αναφέρθηκε και στις γέφυρες που όπως είπε υπήρξαν τόσα προβλήματα γιατί «είναι σχεδιασμένες να φέρουν φορτία κατακόρυφα, δηλαδή αντέχουν να περνάει ο κόσμος, φορτηγά, ακόμα και τρένα αντέχουν».
«Ακόμα κι αν υπερβούμε τα κατακόρυφα φορτία σημαντικά, δεν θα πέσει η γέφυρα γιατί υπάρχουν οι συντελεστές ασφαλείας. Άρα από κατακόρυφη φόρτιση γι’ αυτό που είναι φτιαγμένη και μελετημένη η γέφυρα σύμφωνα με τον νόμο και την τεχνολογία αντέχει. Εκεί που δεν αντέχει και δεν έχει ληφθεί υπόψη δικαίως είναι τα πλάγια φορτία, δηλαδή αυτά που κατεβάζει το ρέμα», είπε αρχικά.
«Αυτό που δεν αντέχει είναι να μπει ένα τείχος κάτω από τη γέφυρα. Από τι μπαίνει; Από τα φερτά υλικά, κλαριά από κορμούς δέντρων, ακόμα και αυτοκίνητα είδαμε να έχουν φρακάρει τη δίοδο του νερού, ανεβαίνει η στάθμη του νερού και δημιουργεί τεράστια πλάγια ώθηση για την οποία δεν είναι σχεδιασμένη η γέφυρα και φεύγει», προσέθεσε.
Για την επόμενη ημέρα στις πληγείσες περιοχές ο κ. Καρύδης χαρακτήρισε επικίνδυνο και ακατάλληλο το περιβάλλον τόσο από υγειονομικής όσο και από στατικής πλευράς. «Από υγειονομικής γιατί το σπίτι μέσα έχει κενά δηλαδή η δομή της τειχοποιίας δεν είναι συμπαγής, π.χ. τα τούβλα έχουν τρύπες, οι πέτρες στο μέσον έχουν κενό, τα πατώματα, οι οροφές, όλα αυτά κρύβουν μέσα ζωύφια, έντομα, μικρόβια, πράγμα που είναι εξαιρετικά δύσκολο να απομακρυνθούν και να καθαριστεί η μάζα του τοίχου».
Από στατικής όπως είπε η δομή και η τοιχοποιία σε αρκετά από αυτά τα κτίρια έχει φτιαχτεί με σημαντικό ποσοστό αργίλου ως συνδετικό υλικό. «Η άργιλος όπως ξέρουμε όταν είναι ξερή, στεγνή είναι ένα σημαντικό υλικό, το οποίο προσφέρει ακόμα και σε σεισμό κάποια προστασία, δηλαδή συνδέονται οι πέτρες τούβλα μεταξύ του. Όταν όμως βραχεί γίνεται ολισθηρή, γλιστράει. Είναι επικίνδυνο και για να στεγνώσει χρειάζεται πάρα πολύ καιρό, δεν στεγνώνει εύκολα. Θα υπάρξουν καθιζήσεις, παραμορφώσεις. Μετά από καιρό θα αναδειχθούν αρκετά προβλήματα στατικότητας», είπε χαρακτηριστικά.
Τέλος, ανέφερε την πρότασή του, που είναι ο πολεοδομικός αναδασμός. «Η πρόταση μου είναι ο πολεοδομικός αναδασμός. Για να συγκρατήσουμε τον κόσμο στην περιοχή και να μην φύγει, καλό είναι να μεταφερθούν σε γειτονικές περιοχές, οι οποίες μετά από κατάλληλες μελέτες γεωλογικές, πολεοδομικές, χωροταξικές κτλ. να επιλεγούν έτσι ώστε να κατασκευαστούν ασφαλή, σύγχρονα νέα κτίρια ενδεχομένως και πάνω από πυλωτές για ακόμα μεγαλύτερη προστασία από ενδεχόμενη πλημμύρα και με τον πολεοδομικό αναδασμό, δηλαδή την ανταλλαγή των κτιρίων, να πάει ο κόσμος σε γειτονιές όμορφες και σύγχρονες ώστε και να συγκρατηθεί γιατί υπάρχει μία τάση φυγής από εκεί από ότι έχω καταλάβει», είπε χαρακτηριστικά.
«Πρέπει να εγκαταλείψουμε τη νοοτροπία του μπαλώματος. Τρεις και τέσσερις φορές έχουν πλημμυρίσει οι ίδιες περιοχές. Καλό είναι να μετατρέψουμε αυτή την τεράστια καταστροφή σε μία ευκαιρία για έναν καλό σχεδιασμό και προγραμματισμό για μία σωστή ανάπτυξη», είπε ακόμα και έφερε σαν παράδειγμα την Ιαπωνία όπου καθάρισαν όλα τα παλιά σπίτια και έφτιαξαν τη νέα Γιοκοχάμα και το νέο Τόκιο μετά τον «φονικό σεισμό» του 1923.
ΣΧΟΛΙΑ