Καρδιακή ανεπάρκεια: Η φροντίδα στο σπίτι και σε ελαφρά νοσούντες βελτιώνει σημαντικά την επιβίωση
02/12/2023 14:48
02/12/2023 14:48
Εξαιρετικά σημαντική είναι η θεσμοθέτηση της κατ' οίκον φροντίδας για τους βαριά νοσούντες με καρδιακή ανεπάρκεια, στην οποία προχωρά τώρα η Πολιτεία με το πρόγραμμα ΝΟΣΠΙ, (Νοσοκομείο στο Σπίτι) δηλώνει στο Πρακτορείο FM και στην Τάνια Μαντουβάλου ο Επεμβατικός Καρδιολόγος, Διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής στο Γ.Ν. «Ασκληπιείο Βούλας» Λεωνίδας Πουλημένος.
Ο κ. Πουλημένος παραχωρεί συνέντευξη με αφορμή το συνέδριο «Cardio Dialogues» «Διάλογοι στην Καρδιολογία» που διοργάνωσε η κλινική του σε συνεργασία με την καρδιολογική κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Νέας Ιωνίας Κωνσταντοπούλειο στις 24 και 25 Νοεμβρίου.
«Στο συνέδριο συζητήσαμε εκτενώς για τη φροντίδα στο σπίτι, προσπαθώντας να διδαχτούμε σαν καρδιολόγοι και να ευαισθητοποιηθούμε από το παράδειγμα των ογκολόγων, με το πρόγραμμα Οίκοθεν στον Άγιο Σάββα(σσ το Οίκοθεν είναι μέρος του πιλοτικού προγράμματος ΝΟΣΠΙ που "τρέχει" σε 3 Νοσοκομεία υπό την ομπρέλα του ΟΔΙΠΥ και με χρηματοδότηση 14 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης).
Ο υπεύθυνος του προγράμματος παθολόγος ογκολόγος Μιχάλης Νικολάου μας ανέλυσε τόσο τις πρακτικές πτυχές για τους ογκολογικούς ασθενείς, όσο και το σημαντικό όφελος από την αποφυγή νοσηλείας και των συνεπειών της».
Σύμφωνα με τον καρδιολόγο η φροντίδα σε εξειδικευμένα ιατρεία καρδιακής ανεπάρκειας, αλλά κυρίως η φροντίδα στο σπίτι για όλους τους συμπτωματικούς ασθενείς και όχι μόνο για τα βαρύτερα περιστατικά, τα τελικού σταδίου, που θα ενταχθούν στο ΝΟΣΠΙ, μειώνει τις νοσηλείες, αλλά και τα επεισόδια που τελικά οδηγούν σε επιδείνωση και μείωση του προσδόκιμου για αυτούς τους ασθενείς.
Σημαντική η καρδιακή αποκατάσταση για την ποιότητα ζωής και την έκβαση της νόσου
«Η νοσηλεία στο σπίτι αφενός, αλλά και η εκπαίδευση των ασθενών, ώστε να παρακολουθούν και να ρυθμίζουν παραμέτρους της αγωγής τους, πάντα με τη δική μας φροντίδα απ' έξω, ή εξειδικευμένων νοσηλευτών, τελικά βελτιώνει την επιβίωση τους σημαντικά, βάσει και δημοσιευμένων μελετών».
Όσον αφορά την αντιμετώπιση της νόσου ο καρδιολόγος αναφέρει ότι η επιστημονική κοινότητα έχει κατασταλάξει ότι θα πρέπει να είναι ασθενοκεντρική και ολιστική. Δηλαδή να αντιμετωπίζονται και συννοσηρότητες όπως αρρυθμία, υπέρταση, κατάθλιψη, νεφρική νόσος, διαβήτης.
«Επίσης η καρδιακή αποκατάσταση αυτών των ασθενών, η άσκηση, η ενδυνάμωση του μυϊκού τους συστήματος, βελτιώνει την ποιότητα ζωής και τις εκβάσεις αυτών των ασθενών (θυμίζω το Ασκληπιείο Βούλας είναι το μόνο δημόσιο νοσοκομείο με κέντρο και πρόγραμμα αποκατάστασης και μάλιστα με δυνατότητα για αυτούς τους ασθενείς, τηλεαποκατάστασης στο σπίτι). Όμως λίγα πράγματα έχουν γίνει και στη νοσηλεία στο σπίτι και στην τηλεαποκατάσταση για τους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια στη χώρα μας. Χρειάζονται δράσεις ευαισθητοποίησης. Πιστεύουμε ότι με την ευαισθητοποίηση της καρδιολογικής κοινότητας μέσα από το συνέδριο μας και τη συζήτηση που έγινε, σύντομα θα έχουμε εξελίξεις τόσο στην αποκατάσταση όσο και στην νοσηλεία στο σπίτι αυτών των απαιτητικών στη φροντίδα ασθενών».
Χειρότερη και από τις πιο επιθετικές μορφές καρκίνου
Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι η νέα πανδημία. Με τη βελτίωση της επιβίωσης από τις επεμβατικές θεραπείες και τα σύγχρονα φάρμακα υπάρχει πλέον μία κρίσιμη μάζα ασθενών στην Ευρώπη, που ξεπερνάει τα 15 εκατομμύρια, ενώ αξίζει να αναφέρουμε ότι η πάθηση είναι η κυριότερη αιτία μη προγραμματισμένης νοσηλείας στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο, αναφέρει ο κ. Πουλημένος. Για να συμπληρώσει στη συνέχεια ότι «στη χώρα μας αφορά περί τους 200.000 ασθενείς, και είναι αλήθεια ότι αποτελεί μία τεράστια οικονομική και τεχνική πρόκληση για τα συστήματα υγείας, και τους ασθενείς που έχουν μία κατεστραμμένη ποιότητα ζωής. Κάποιοι θεωρούν και όχι άδικα ότι η συγκεκριμένη πάθηση είναι χειρότερη και από τις πιο επιθετικές μορφές καρκίνου».
Σχετικά με τα όρια καρδιολόγων καρδιοχειρουργών και τους ταχείς ρυθμούς που προχωρά την τελευταία δεκαετία η επεμβατική καρδιολογία, θέματα τα οποία συζητήθηκαν στο συνέδριο, ο κ. Πουλημένος αναφέρει: «Κάθε ασθενής είτε με στεφανιαία νόσο, είτε με παθήσεις βαλβίδων της καρδιάς, είτε με άλλες καρδιολογικές παθήσεις, μπορεί να οδηγηθεί στην κατάλληλη για αυτόν θεραπεία.
Όσον αφορά τις παθήσεις των αγγείων που τροφοδοτούν με αίμα την καρδιά μας, με τη γήρανση του πληθυσμού και τις συνοσηρότητες σήμερα, τόσο εμείς όσο και οι καρδιοχειρουργοί, αντιμετωπίζουμε περίπλοκα περιστατικά, που κανένας δεν είναι χαρούμενος, όχι μόνο να τα διεκδικήσει από τον άλλον, αλλά και να τα αναλάβει και εξηγούμαι:
1. Στενώσεις με μεγάλη ποσότητα ασβεστίου είναι από τις πιο ύπουλες, αλλά υπάρχουν σήμερα εργαλεία από ειδικά σβουράκια που τροχίζουν το ασβέστιο μέσα στο αγγείο, μέχρι ειδικά μπαλονάκια που θρυμματίζουν το ασβέστιο με τη μέθοδο της λιθοτριψίας, κάτι αντίστοιχο με αυτό που κάνουν οι ουρολόγοι στις πέτρες του ουροποιητικού συστήματος.
2.Στενώσεις του κύριου στεφανιαίου αγγείου της καρδιάς, του στελέχους που λέμε, κάποτε ήταν αδιανόητες για τα αιμοδυναμικά εργαστήρια, τώρα μάλλον είναι καθημερινότητα και για τους καρδιολόγους, στους ασθενείς που πρέπει.
3. Αγγεία πλήρως κλειστά. Αυτό που λέμε στην επεμβατική καρδιολογία χρόνιες ολικές αποφράξεις. Σήμερα διαθέτουμε τεχνικές που μας επιτρέπουν να τις ανοίξουμε και
4. Στις παθήσεις των βαλβίδων από τη στένωση της αορτικής την πιο συχνή βαλβιδοπάθεια, μέχρι την ανεπάρκεια μιτροειδούς και κυρίως αυτή που συμβαίνει σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, η θεραπεία από μία φλέβα, ή αρτηρία του ποδιού πριν 5 χρόνια ήταν μόνο για ασθενείς που δεν μπορούσαν να χειρουργηθούν. Σήμερα η πρόοδος της τεχνολογίας έχει καταστήσει ασφαλείς και αποτελεσματικές αυτές τις διαδερμικές θεραπείες και για ασθενείς χαμηλότερου κινδύνου. Και έχουμε αποδείξεις για αυτό από μελέτες σε χιλιάδες ασθενείς».
Ο κ. Πουλημένος επισημαίνει σε άλλο σημείο της συνέντευξης του, ότι και οι καρδιοχειρουργοί έχουν αναπτύξει ελάχιστα επεμβατικές πρακτικές, που επιτρέπουν μικρές χειρουργικές τομές και γρήγορη αποκατάσταση. «Φυσικά στο τέλος πρέπει να συνυπολογίζονται τα υπέρ και τα κατά κάθε μεθόδου θεραπείας και προφανώς να εκτίθενται στον ασθενή, του οποίου η γνώμη μετά από πλήρη ενημέρωση πρέπει να γίνεται σεβαστή. Και η λύση προκύπτει μέσα από το διάλογο».
Εξαιρετικά σημαντική είναι η θεσμοθέτηση της κατ' οίκον φροντίδας για τους βαριά νοσούντες με καρδιακή ανεπάρκεια, στην οποία προχωρά τώρα η Πολιτεία με το πρόγραμμα ΝΟΣΠΙ, (Νοσοκομείο στο Σπίτι) δηλώνει στο Πρακτορείο FM και στην Τάνια Μαντουβάλου ο Επεμβατικός Καρδιολόγος, Διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής στο Γ.Ν. «Ασκληπιείο Βούλας» Λεωνίδας Πουλημένος.
Ο κ. Πουλημένος παραχωρεί συνέντευξη με αφορμή το συνέδριο «Cardio Dialogues» «Διάλογοι στην Καρδιολογία» που διοργάνωσε η κλινική του σε συνεργασία με την καρδιολογική κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Νέας Ιωνίας Κωνσταντοπούλειο στις 24 και 25 Νοεμβρίου.
«Στο συνέδριο συζητήσαμε εκτενώς για τη φροντίδα στο σπίτι, προσπαθώντας να διδαχτούμε σαν καρδιολόγοι και να ευαισθητοποιηθούμε από το παράδειγμα των ογκολόγων, με το πρόγραμμα Οίκοθεν στον Άγιο Σάββα(σσ το Οίκοθεν είναι μέρος του πιλοτικού προγράμματος ΝΟΣΠΙ που "τρέχει" σε 3 Νοσοκομεία υπό την ομπρέλα του ΟΔΙΠΥ και με χρηματοδότηση 14 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης).
Ο υπεύθυνος του προγράμματος παθολόγος ογκολόγος Μιχάλης Νικολάου μας ανέλυσε τόσο τις πρακτικές πτυχές για τους ογκολογικούς ασθενείς, όσο και το σημαντικό όφελος από την αποφυγή νοσηλείας και των συνεπειών της».
Σύμφωνα με τον καρδιολόγο η φροντίδα σε εξειδικευμένα ιατρεία καρδιακής ανεπάρκειας, αλλά κυρίως η φροντίδα στο σπίτι για όλους τους συμπτωματικούς ασθενείς και όχι μόνο για τα βαρύτερα περιστατικά, τα τελικού σταδίου, που θα ενταχθούν στο ΝΟΣΠΙ, μειώνει τις νοσηλείες, αλλά και τα επεισόδια που τελικά οδηγούν σε επιδείνωση και μείωση του προσδόκιμου για αυτούς τους ασθενείς.
Σημαντική η καρδιακή αποκατάσταση για την ποιότητα ζωής και την έκβαση της νόσου
«Η νοσηλεία στο σπίτι αφενός, αλλά και η εκπαίδευση των ασθενών, ώστε να παρακολουθούν και να ρυθμίζουν παραμέτρους της αγωγής τους, πάντα με τη δική μας φροντίδα απ' έξω, ή εξειδικευμένων νοσηλευτών, τελικά βελτιώνει την επιβίωση τους σημαντικά, βάσει και δημοσιευμένων μελετών».
Όσον αφορά την αντιμετώπιση της νόσου ο καρδιολόγος αναφέρει ότι η επιστημονική κοινότητα έχει κατασταλάξει ότι θα πρέπει να είναι ασθενοκεντρική και ολιστική. Δηλαδή να αντιμετωπίζονται και συννοσηρότητες όπως αρρυθμία, υπέρταση, κατάθλιψη, νεφρική νόσος, διαβήτης.
«Επίσης η καρδιακή αποκατάσταση αυτών των ασθενών, η άσκηση, η ενδυνάμωση του μυϊκού τους συστήματος, βελτιώνει την ποιότητα ζωής και τις εκβάσεις αυτών των ασθενών (θυμίζω το Ασκληπιείο Βούλας είναι το μόνο δημόσιο νοσοκομείο με κέντρο και πρόγραμμα αποκατάστασης και μάλιστα με δυνατότητα για αυτούς τους ασθενείς, τηλεαποκατάστασης στο σπίτι). Όμως λίγα πράγματα έχουν γίνει και στη νοσηλεία στο σπίτι και στην τηλεαποκατάσταση για τους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια στη χώρα μας. Χρειάζονται δράσεις ευαισθητοποίησης. Πιστεύουμε ότι με την ευαισθητοποίηση της καρδιολογικής κοινότητας μέσα από το συνέδριο μας και τη συζήτηση που έγινε, σύντομα θα έχουμε εξελίξεις τόσο στην αποκατάσταση όσο και στην νοσηλεία στο σπίτι αυτών των απαιτητικών στη φροντίδα ασθενών».
Χειρότερη και από τις πιο επιθετικές μορφές καρκίνου
Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι η νέα πανδημία. Με τη βελτίωση της επιβίωσης από τις επεμβατικές θεραπείες και τα σύγχρονα φάρμακα υπάρχει πλέον μία κρίσιμη μάζα ασθενών στην Ευρώπη, που ξεπερνάει τα 15 εκατομμύρια, ενώ αξίζει να αναφέρουμε ότι η πάθηση είναι η κυριότερη αιτία μη προγραμματισμένης νοσηλείας στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο, αναφέρει ο κ. Πουλημένος. Για να συμπληρώσει στη συνέχεια ότι «στη χώρα μας αφορά περί τους 200.000 ασθενείς, και είναι αλήθεια ότι αποτελεί μία τεράστια οικονομική και τεχνική πρόκληση για τα συστήματα υγείας, και τους ασθενείς που έχουν μία κατεστραμμένη ποιότητα ζωής. Κάποιοι θεωρούν και όχι άδικα ότι η συγκεκριμένη πάθηση είναι χειρότερη και από τις πιο επιθετικές μορφές καρκίνου».
Σχετικά με τα όρια καρδιολόγων καρδιοχειρουργών και τους ταχείς ρυθμούς που προχωρά την τελευταία δεκαετία η επεμβατική καρδιολογία, θέματα τα οποία συζητήθηκαν στο συνέδριο, ο κ. Πουλημένος αναφέρει: «Κάθε ασθενής είτε με στεφανιαία νόσο, είτε με παθήσεις βαλβίδων της καρδιάς, είτε με άλλες καρδιολογικές παθήσεις, μπορεί να οδηγηθεί στην κατάλληλη για αυτόν θεραπεία.
Όσον αφορά τις παθήσεις των αγγείων που τροφοδοτούν με αίμα την καρδιά μας, με τη γήρανση του πληθυσμού και τις συνοσηρότητες σήμερα, τόσο εμείς όσο και οι καρδιοχειρουργοί, αντιμετωπίζουμε περίπλοκα περιστατικά, που κανένας δεν είναι χαρούμενος, όχι μόνο να τα διεκδικήσει από τον άλλον, αλλά και να τα αναλάβει και εξηγούμαι:
1. Στενώσεις με μεγάλη ποσότητα ασβεστίου είναι από τις πιο ύπουλες, αλλά υπάρχουν σήμερα εργαλεία από ειδικά σβουράκια που τροχίζουν το ασβέστιο μέσα στο αγγείο, μέχρι ειδικά μπαλονάκια που θρυμματίζουν το ασβέστιο με τη μέθοδο της λιθοτριψίας, κάτι αντίστοιχο με αυτό που κάνουν οι ουρολόγοι στις πέτρες του ουροποιητικού συστήματος.
2.Στενώσεις του κύριου στεφανιαίου αγγείου της καρδιάς, του στελέχους που λέμε, κάποτε ήταν αδιανόητες για τα αιμοδυναμικά εργαστήρια, τώρα μάλλον είναι καθημερινότητα και για τους καρδιολόγους, στους ασθενείς που πρέπει.
3. Αγγεία πλήρως κλειστά. Αυτό που λέμε στην επεμβατική καρδιολογία χρόνιες ολικές αποφράξεις. Σήμερα διαθέτουμε τεχνικές που μας επιτρέπουν να τις ανοίξουμε και
4. Στις παθήσεις των βαλβίδων από τη στένωση της αορτικής την πιο συχνή βαλβιδοπάθεια, μέχρι την ανεπάρκεια μιτροειδούς και κυρίως αυτή που συμβαίνει σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, η θεραπεία από μία φλέβα, ή αρτηρία του ποδιού πριν 5 χρόνια ήταν μόνο για ασθενείς που δεν μπορούσαν να χειρουργηθούν. Σήμερα η πρόοδος της τεχνολογίας έχει καταστήσει ασφαλείς και αποτελεσματικές αυτές τις διαδερμικές θεραπείες και για ασθενείς χαμηλότερου κινδύνου. Και έχουμε αποδείξεις για αυτό από μελέτες σε χιλιάδες ασθενείς».
Ο κ. Πουλημένος επισημαίνει σε άλλο σημείο της συνέντευξης του, ότι και οι καρδιοχειρουργοί έχουν αναπτύξει ελάχιστα επεμβατικές πρακτικές, που επιτρέπουν μικρές χειρουργικές τομές και γρήγορη αποκατάσταση. «Φυσικά στο τέλος πρέπει να συνυπολογίζονται τα υπέρ και τα κατά κάθε μεθόδου θεραπείας και προφανώς να εκτίθενται στον ασθενή, του οποίου η γνώμη μετά από πλήρη ενημέρωση πρέπει να γίνεται σεβαστή. Και η λύση προκύπτει μέσα από το διάλογο».
ΣΧΟΛΙΑ