ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Κατερίνα Βελλίδη: Μία ζωή σαν παραμύθι

Σήμερα, 19 Μαΐου 2022, «έφυγε» από τη ζωή - Αξίζει μία αναφορά στον πολυτάραχο βίο της

 19/05/2022 11:13

Κατερίνα Βελλίδη: Μία ζωή σαν παραμύθι

Παντελής Σαββίδης

Αρχές Οκτωβρίου του 2013 παρουσιάσθηκε το βιβλίο της Κατερίνας Βελλίδη: «Ήταν βαρύς ο χειμώνας που γεννήθηκα». Περιγράφει την πολυτάραχη ζωή της και την ιστορία του μυθικού συγκροτήματος. Στο πάνελ βρισκόμουν και εγώ. Σήμερα, 19 Μαΐου 2022 η Κατερίνα Βελλίδη «έφυγε» από τη ζωή. Αξίζει μια αναφορά στον πολυτάραχο βίο της. 

Τα όσα είχα αναφέρει τότε, τον Οκτώβριο του 2013 στην παρουσίαση του βιβλίου, είναι χαρακτηριστικά:

Κυρίες και κύριοι, αν λάβω υπόψη μου την απόφανση της Κατερίνας Βελλίδη στο βιβλίο της που παρουσιάζουμε σήμερα: «Τώρα πια δεν είμαι πλούσια αλλά είμαι ελεύθερη» θα μπορούσα να συμπεράνω πως η ζωή της ως σήμερα παρά τις δυσκολίες είχε μια αίσια κατάληξη. Συνεπώς, δικαιούμαι να πω πως αντί για τον τίτλο, «Ήταν βαρύς ο χειμώνας που γεννήθηκα» θα προτιμούσα να διαβάσω ως τίτλο «Μια ζωή σαν παραμύθι». Και αυτό γιατί τα παραμύθια έχουν συνήθως ένα happy end.

Αν πάλι η εκτίμησή μου με γελάει τότε τα πράγματα είναι βαριά και δύσκολα.

Δεν πρόκειται απλώς περί ενός βαρύ χειμώνα αλλά περί μιας τραγωδίας.

Αυτό που βίωσα εγώ ως εργαζόμενος στο συγκρότημα Βελλίδη επί μία εικοσαετία είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας τραγωδίας όπως την διδαχθήκαμε.

Θα μου πείτε από τις τραγωδίες εξάγεται ένα ηθικό συμπέρασμα. Ποιο είναι στην περίπτωσή μας; Ποια είναι η σπουδή που έκανε η μοίρα ως συγγραφέας;

Οι ανθρώπινες σχέσεις. Η άνοδος και η πτώση του ανθρώπου. Από όλες τις πλευρές.

Διαβάζοντας το βιβλίο, ο αναγνώστης που καλείται να πει δύο λόγια ως παρουσίαση, έχει πολλές επιλογές για το που να εστιάσει.

Η ακμή και η παρακμή μιας αυτοκρατορίας, ο υποκειμενικός παράγοντας στην ιστορία, τα ποντίκια και πως λειτουργούν υπογείως. Και άλλες πολλές.

Το βιβλίο κυρίες και κύριοι είναι μια αφήγηση ζωής της Κατερίνας Βελλίδη με τρόπο που δεν σε αφήνει να ησυχάσεις παρά μόνο αν διαβάσεις και την τελευταία αράδα.

Ίσως γιατί είναι ο πόνος και το παράπονο μιας ζωής, ίσως διότι μπορεί να έχει λογοτεχνικό ταλέντο η Κατερίνα Βελλίδη, δεν το γνωρίζω. Αλλά νομίζω πως δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία.

Η οπτική γωνία της αφήγησης είναι η οπτική γωνία ενός πρωταγωνιστή των γεγονότων που εξιστορούνται. Γεγονότων που έχουν και το προσωπικό στοιχείο αλλά και το στοιχείο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.

Και όλα αυτά ειδωμένα με τα μάτια ενός ανθρώπου που δεν θέλει να πιστέψει πως ο κόσμος άλλαξε και ο ρομαντισμός αποτελεί τάση του παρελθόντος.

Αυτός ο ρομαντισμός που σε στιγμές αυτοκριτικής στο βιβλίο η κ. Βελλίδη ομολογεί πως σε επιχειρηματικό επίπεδο την έβλαψε.

Αλλά αυτός ο ρομαντισμός κυρίες και κύριοι, και ο τρόπος που επέβαλε στην Κατερίνα Βελλίδη να συμπεριφερθεί ως επιχειρηματίας είναι που μας κάνει όλους εμάς να την συμπαθούμε και να βρισκόμαστε εδώ σήμερα.

Κυρίες και κύριοι, συμφωνώ απολύτως με την κ. Βελλίδη ότι στην κρισιμότερη στιγμή που πέρασε ως διευθύντρια του συγκροτήματος Βελλίδη, έπεσε θύμα πολιτικής σκοπιμότητας.

Το λέει ρητά η ίδια, το πιστεύω απολύτως και εγώ και έχω λόγους γι αυτό.

Ο κ. Σημίτης προσωπικά και οι άνθρωποι που του υπαγόρευαν πολιτική είχαν προγράψει την κ. Βελλίδη και είχαν αποφασίσει τον επιχειρηματικό της θάνατο. Γιατί; Είναι ένα ερώτημα. Ίσως να παραμένει ένα ερώτημα για όσους αναζητούν βαθύτερες αιτίες. Αλλά για μένα η απάντηση που δίνει η κ. Βελλίδη αρκεί. Την προδιέγραψαν διότι ήταν φίλη του Ανδρέα Παπανδρέου. Και προδιαγράφηκε από τον διάδοχό του στο κόμμα που ο Ανδρέας ίδρυσε.

Ο κ. Σημίτης μισούσε θανάσιμα ό,τι είχε σχέση με τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Αυτό το γνώριζα εξ ιδίας πείρας.

Αλλά η εκτίμησή μου επιβεβαιώνεται από την εξιστόρηση της κ. Βελλίδη.

«Δεν υπάρχει πολιτική βούληση κ. Βελλίδη» ήταν η απάντηση του διοικητή της Εθνικής του Θόδωρου Καρατζά στο ερώτημά γιατί δεν βρίσκουμε μια λύση κ. διοικητά. Και αυτό τα λέει όλα.

Και συνεχίζει: «Όταν ζήτησα εκείνη την εποχή να δω το Σημίτη δεν δέχτηκε να με συναντήσει».

Ο κ. Σημίτης, θα προσέθετα εγώ, είχε δεσμεύσεις αλλού. Και αυτές οι δεσμεύσεις δεν του επέτρεπαν να βοηθήσει με νομιμότατο τρόπο τη διάσωση ενός εκ των πλέον ιστορικών συγκροτημάτων της χώρας.

Μια νέα γενιά νεόπλουτων εκδοτών εισήρχετο στο εκδοτικό στερέωμα, νεόπλουτων όχι τόσο διότι τότε επλούτισαν αλλά νεόπλουτων ως φορέων ιδεολογίας.

Ο νεοπλουτισμός είναι αντίληψη διαφορετική από την παραδοσιακή αστική αντίληψη περί επιχείρησης και κέρδους.

Και αυτοί οι νεόπλουτοι εκδότες, που δεν ήταν μόνο εκδότες αλλά και άλλου είδους επιχειρηματίες, είχαν συγκεκριμένα συμφέροντα πέραν των εκδοτικών. Τα εκδοτικά τους συμφέροντα υπόκειντο στα ευρύτερα. Χρησιμοποιούσαν τις εκδόσεις τους για άλλου είδους επιχειρηματικές δραστηριότητες.

Η κυριαρχία αυτής της νεοπλουτίστικης αντίληψης οδήγησε τη χώρα στα σημερινά της αδιέξοδα. Διότι υπήρξε πλούτος χωρίς παιδεία και αρχές. Και αυτός είναι ο χειρότερος συνδυασμός.

Η Κατερίνα Βελλίδη ήταν αντιθέτως μια από τις τελευταίες γόνους παραδοσιακής εκδοτικής οικογένειας. Η οποία διατηρούσε μεν την εκδοτική της επιχείρηση, έβλεπε όμως τα πράγματα διαφορετικά. Ήταν μακράν των αντιλήψεων αυτού του είδους των εκδοτών η άσκηση εκβιασμών για απτό οικονομικό όφελος. Μπορεί οι παραδοσιακοί εκδότες να ασκούσαν πολιτικού χαρακτήρα πιέσεις, και αυτό είναι γνωστό, αλλά οι πιέσεις αυτές ήταν στο πλαίσιο ενός ευρύτερου πολιτικού παιχνιδιού. Δεν ήταν πιέσεις του είδους: «δώσμου το έργο διαφορετικά θα σε εξαφανίσω πολιτικά».

Τα παραδοσιακά συγκροτήματα ή μάλλον οι παραδοσιακοί εκδότες ήταν εμπόδιο στην ανέλιξη αυτής της νέας τάξης. Και έπρεπε, να εξαφανισθούν. Η κ. Βελλίδη υπήρξε θύμα μιας τέτοιας πολιτικής η οποία εκφράστηκε από τον κ. Σημίτη.

Δεν μιλάω τυχαία. Ήμουν τότε συνδικαλιστής. Αλλά από εκείνους τους συνδικαλιστές που εκτιμούσαν πως το συγκρότημα έπρεπε να σωθεί με την ιδιοκτησία που είχε διότι ο κόσμος την είχε δοκιμάσει, τη γνώριζε και την εκτιμούσε αυτήν την ιδιοκτησία.

Η άλλη τάση έλεγε πως έπρεπε η εφημερίδα να περάσει σε εκκαθάριση. Και επειδή, όπως σωστά επισημαίνει και η κ. Βελλίδη, η δεύτερη αυτή τάση είχε επαφές και ερείσματα και έξω από τον χώρο των μέσων, επικράτησε.

Είναι ακριβής η περιγραφή που κάνει η κ. Βελλίδη για την περίοδο της κρίσης. Την έζησα όχι ως απλός εργαζόμενος αλλά όπως σας είπα δραστηριοποιούμενος συνδικαλιστικά.

Με αυτήν την ιδιότητα και μετά από απόφαση της συνέλευσης των συναδέλφων μου είχα συναντηθεί και μαζί της. Δεν το αναφέρει στο βιβλίο αλλά μου είχε προτείνει να κρατήσει τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, κάτι απολύτως λογικό, και να μας μεταβιβάσει τη διαχείριση της επιχείρησης, αν πιστεύαμε πως είχαμε τρόπο να ξεπεράσουμε την κρίση. Βρήκα λογική την πρόταση αλλά συνάντησα τείχος από την άλλη πλευρά.

Ήθελαν την υπογραφή της και την παραίτησή της από κάθε δικαίωμα

Η απόφαση για την εξόντωσή της, όπως λέει και η ίδια, ήταν ειλημμένη.

Το άλλο που θα ήθελα να επισημάνω είναι η αχαριστία. Κάτι που όλοι μας το λέμε και το γνωρίζουμε αλλά όταν έρχεται η ώρα το ξεχνάμε. Και όταν μιλώ για αχαριστία στην πρώτη αυτή προσέγγιση δεν εννοώ των διαφόρων τρίτων που με τρόπους που γνωρίζουν καλά πλησίασαν την Κατερίνα Βελλίδη και την εγκατέλειψαν όπως τα ποντίκια το σκάφος όταν βυθίζεται.

Εννοώ την αχαριστία ακόμη και πολιτικών που ευεργετήθηκαν τα μάλλα από το συγκρότημα.

Με ρητό τρόπο η κ. Βελλίδη, εκτός από τον κ. Σημίτη, αναφέρεται στην περίπτωση και του κ. Κώστα Καραμανλή, του προηγούμενου πρωθυπουργού. Περιγράφει πως την επισκέφθηκε με τον πατέρα του και της ζήτησαν βοήθεια, πως την παρείχε αφειδώς και πως την εγκατέλειψε όταν τον είχε ανάγκη. Και όλα αυτά από τον γόνο μιας πολιτικής οικογένειας που διατηρούσε φιλικότατες σχέσεις με την οικογένεια της κ. Βελλίδη και κυρίως τον πατέρα της. Εξαιρεί, βεβαίως, τον πατριάρχη της οικογένειας, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Εκεί που θα σταθώ κριτικός απέναντι στην κ. Βελλίδη δεν είναι ο διάχυτος ρομαντισμός της, διότι μου αρέσουν οι ρομαντικοί άνθρωποι, είναι ίσως το άλας της γής, αλλά η ψευδαίσθησή της ότι η πολιτική ηγεσία δεν θα εγκατέλειπε στην τύχη του το συγκρότημα διότι πίστευε στον εθνικό του ρόλο. Λάθος μεγάλο. Φοβάμαι πως από την εποχή Σημίτη η Ελλάδα εισήλθε στον αστερισμό της αποδόμησης και ίσως μια αντιαποδομητική στάση της ίδιας και των εφημερίδων της να ήταν μια από τις αιτίες που η πολιτική ηγεσία την εγκατέλειψε.

Αυτοκριτικά στέκεται και η ίδια στο γεγονός ότι δεν προχώρησε στη λειτουργία ενός δικού της τηλεοπτικού σταθμού, παρόλο που είχε τη σχετική άδεια, που θα της έδινε δύναμη τη στιγμή που η δύναμη των εφημερίδων απομειωνόταν.

Η αυτοκρατορία

Είχε ένα όνομα και μια γοητεία αυτή η οικογένεια και η εφημερίδα που εξέδιδε.

Όσο και αν σας φαίνεται παράξενο στην επαρχία όπου μεγάλωσα εγώ τα δύσκολα χρόνια των αρχών της δεκαετίας του ’60 ήθελε κάποια αποφασιστικότητα να αγοράσεις «Μακεδονία». Ήταν, όμως, μία εφημερίδα με κύρος το οποίο επηύξανε η παρουσία και η δημόσια δραστηριότητα του Γιάννη Βελλίδη, την προσωπικότητα του οποίου περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά η Κατερίνα Βελλίδη στο βιβλίο της.

Ο παππούς μου ήταν καθημερινός αναγνώστης της εφημερίδας και η ταπεινότης μου από εκεί άρχισε να συλλαβίζει τα πρώτα γράμματα σε μια προσπάθεια που έκαναν οι γονείς μου να μου μάθουν να διαβάζω.

Γι’ αυτούς και άλλους λόγους είχαμε έναν ιδιαίτερο σεβασμό στην εφημερίδα αυτή ως θεσμό κυρίως. Και ένιωθα ένα δέος όταν τύχη αγαθή, μου δόθηκε η δυνατότητα να εργαστώ στην αδελφή εφημερίδα της, τη «Θεσσαλονίκη». Τα δικά μου χαρακτηριστικά ως δημοσιογράφου, ταίριαζαν περισσότερο στα στοιχεία που συγκροτούσαν τη «Θεσσαλονίκη».

Άρχισα να εργάζομαι λίγο πριν τις χριστουγεννιάτικες γιορτές του 1977. Είχα την τύχη να συναντήσω στους εργασιακούς χώρους, κάποιες ελάχιστες φορές το Γιάννη Βελλίδη. Και μόνο η παρουσία του πρόδιδε έναν άρχοντα. Φαντάζεστε αν προστεθεί και η φήμη που τον συνόδευε.

Θεσσαλονίκη

Η Κ. Βελλίδη αρχίζει την εξιστόρησή της με μια αναφορά στη Θεσσαλονίκη, την πόλη εννοώ.

«Είχε μια ατμόσφαιρα άλλη αυτή η πόλη-γράφει. Ακόμη και ο αέρας που ανέπνεες ήταν διαφορετικός! Όπου και να γυρνούσες τα μάτια σου αντίκριζες όμορφες εικόνες».

Με μελαγχολία διαπιστώνει σήμερα πως «χάθηκε σιγά σιγά το παραδοσιακό χρώμα της πόλης, χάθηκε και η γαλήνια ομορφιά της».

Γέννημα θρέμμα της εφημερίδας η Κατερίνα Βελλίδη και ας έζησε μακριά της αρκετά χρόνια. Έχει τη σφραγίδα αυτής της σχέσης της με τον Τύπο... Όταν ήταν σε ηλικία επτά ετών την εποχή που πρωτοπήγε στο σχολείο αρρώστησε βαριά. Η αιτία της αρρώστιας της ήταν το αντιμόνιο. Είχε πάθει μολυβδίαση διότι έμενε στο κτίριο της εφημερίδας στην Τσιμισκή. Η μολυβδίαση ήταν γνωστή ως αρρώστια των τυπογράφων.

Γενεαλογικό δένδρο

Η αναφορά της στο γενεαλογικό δέντρο της οικογένεια έχει ενδιαφέρον διότι οδηγεί τον αναγνώστη στις ρίζες μιας οικογένειας που συμμετείχε και ως ένα βαθμό επηρέασε σημαντικά τις εξελίξεις από τα τέλη του 19ου αιώνα ως τις μέρες μας.

Το ύφος της αφήγησης κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, το οποίο ενδιαφέρον κορυφώνεται στις αμέσως επόμενες σελίδες όπου γίνεται αναφορά στη μητέρα της.

Η μητέρα της Κ. Βελλίδη είναι κεντρικό πρόσωπο όχι μόνο στο βιβλίο, ή μάλλον είναι κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου γιατί υπήρξε κεντρικό πρόσωπο της ζωής της οικογένειας.

Για λόγους που περιγράφονται στο βιβλίο οι σχέσεις μάνας και κόρης αλλά και μάνας και πατέρα ήταν ιδιόμορφες και αυτή η ιδιομορφία δίνει κάτι διαρκές και τραγικό στην εξέλιξη της ζωής τους.

Επηρεάζει την καθημερινότητα και τη συμπεριφορά τους ενώ αφήνεται να εννοηθεί πως ορισμένοι προέκτειναν την ιδιομορφία της σχέσης αυτής μάνας, πατέρα και κόρης ως αφετηρία και των τραγικών γεγονότων που βίωσε η οικογένεια.

Η περιγραφή του πατέρα από την κόρη έχει όλα εκείνα τα στοιχεία θαυμασμού που θα ανέμενε κανείς όχι απλώς από μια κόρη. Δεν είναι απλώς ο θαυμασμός μιας κόρης προς τον πατέρα της αλλά μια απόπειρα περιγραφής μιας ισχυρής και άκρως ενδιαφέρουσας προσωπικότητας, όπως ήταν ο Γιάννης Βελλίδης.

Τα χρόνια της αθωότητας

Η Κατερίνα Βελλίδη μας περιγράφει στη συνέχεια τα χρόνια της αθωότητας, όπως τα ονομάζει, τα μαθητικά της χρόνια.

«Ένα χρόνο πριν τελειώσω το γυμνάσιο, μας λέει, με κάλεσε ο πατέρας μου και μου είπε πως ήρθε η ώρα πια να διαλέξω αν θέλω να σπουδάσω ή να παντρευτώ και να κάνω μια ωραία οικογένεια, γιατί πίστευε πως ο γάμος ήταν εξίσου σημαντικός με τις σπουδές.

«Αν ο γάμος είναι αυτό που θέλεις…» πρόσθεσε, «θα πρέπει να ακούσεις εμένα και να δεχτείς αυτό που θα σου πω εγώ. Εάν και εφόσον δεν συμφωνείς, αποφάσισε πως πρέπει να γίνεις μια αυτόνομη προσωπικότητα, και για σένα και για μένα».

Όπως καταλαβαίνετε, σχολιάζει η Κ. Βελλίδη, δεν μου άφηνε και πολλά περιθώρια.

Το αναφέρω διότι το στοιχείο του γάμου της Κ. Βελλίδη ήταν καθοριστικό για την ισορροπία των σχέσεων στην οικογένεια και για την εξέλιξη της τραγωδίας.

Οι σπουδές της ήταν αξιόλογες. Φοίτησε στο πανεπιστήμιο της Γενεύης, στη φιλοσοφική σχολή, έκανε το ντοκτορά της και μετά στο Παρίσι, στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης σπούδασε τρία χρόνια Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Στη συνέχεια έκανε την άσκησή της εργαζόμενη αμισθί στις εφημερίδες Μοντ και Φιγκαρό. Εργάστηκε στο γραφείο τύπου του ΟΗΕ στη Γενεύη.

Εκεί βέβαια παντρεύτηκε τον κ. Γεωργίου υπάλληλο της τότε ΚΥΠ και αρκετά μεγαλύτερό της και το γεγονός αυτό οδήγησε σε οριστική ρήξη τις σχέσεις της με τους γονείς της.

Ένα στοιχείο το οποίο ίσως να έχει και ενδιαφέρον ιστορικό για τους ιστοριοδίφες είναι η περιγραφή της πρώτης αρρώστιας του πατέρα της στην Κοπεγχάγη όταν επί δικτατορίας πήγε και συναντήθηκε με τον τότε βασιλιά Κωνσταντίνο.

Για όσους δεν το γνωρίζουν ο Γιάννης Βελλίδης δεν ήταν απλώς ένας εκδότης. Ήταν από τους εκδότες εκείνους που είχαν ενεργό ανάμιξη στις εξελίξεις με άποψη για το που έπρεπε να οδηγηθεί η χώρα.

Ήταν μια από τις σημαντικές προσωπικότητες της χώρας όσο ζούσε και η παρουσία του βάρυνε καταλυτικά και στο ενδιαφέρον που επιδεικνύετο για τη βόρεια Ελλάδα.

Ήταν άνθρωπος που αγαπούσε τη δουλειά του και για το λόγο αυτό ήξερε καλά πως για να τη φέρει εις πέρας έπρεπε να έχει επαφή με τον καθημερινό άνθρωπο. Όχι να απομονώνεται στα τείχη του.

Έτσι, φρόντιζε να κάνει πολλές από τις επαφές του όχι στο γραφείο του αλλά σε δύο καφενεία. Στον Ποσειδώνα στη Θεσσαλονίκη και στο Κρυστάλ στην Αθήνα.

Στο βιβλίο θα διαβάσετε για τους σημαντικούς ανθρώπους από τον πολιτικό και καλλιτεχνικό χώρο που επισκέπτονταν το σπίτι της οικογένειας Βελλίδη. Δεν λείπει καμιά από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της χώρας.

Ο Γιάννης Βελλίδης διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο και στα γεγονότα του 64-65. Αυτό είναι γνωστό από την ιστορία. Η κ. Βελλίδη δίνει μια ερμηνεία για τη στάση των εφημερίδων του συγκροτήματος του πατέρα της τότε που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη από τους ιστορικούς της περιόδου.

«Επιθυμούσε ο πατέρας μου να κατέβει λίγο το «τουπέ» και η υπεροψία που επιδείκνυε ο Παπανδρέου- μας λέει η κ. Βελλίδη- και γι αυτόν το λόγο είχε εκθέσει την άποψή του σε μια ομάδα βουλευτών που συμμερίζονταν τη γνώμη του. Έτσι, συμφώνησαν, όταν θα ψήφιζαν για να εκλέξουν πρόεδρο της βουλής να μην τον στηρίξουν με την πρώτη ψηφοφορία, ώστε να τον συγκρατήσουν και να δει και ο ίδιος από πού ουσιαστικά αντλούσε τη δύναμή του και να του δώσουν την ψήφο τους στη δεύτερη ψηφοφορία. Θα καταλάβαινε τότε πως δεν ήταν μόνος του στη σκακιέρα. Και όντως, οι πιστοί στον πατέρα μου βουλευτές το έπραξαν.

Η Κατερίνα περιγράφει έναν άλλο κόσμο μιας Ελλάδας που χάθηκε.

Και το παρακάτω κεφάλαιο που αναφέρεται στην αποστασία, τη δικτατορία και τη μεταπολίτευση έχει πέραν του προσωπικού και ιστορικό ενδιαφέρον. Ιδιαίτερα θα μείνω στην επισήμανση της Κ. Βελλίδη πως υπήρξε συνεννόηση μαζί με τον Καραμανλή να επιστρέψει στην Ελλάδα μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας και ο Βασιλιάς. Υπόσχεση, που δεν υλοποιήθηκε από συγκυριακούς χειρισμούς.

Στις 21 Μαρτίου 1978 σε ηλικία 69 ετών πεθαίνει Ο Γιάννης Βελλίδης και αρχίζει ο Γολγοθάς του συγκροτήματος.

Η τραγωδία αρχίζει. Προσωπική, της Κατερίνας Βελλίδη, οικογενειακή, επιχειρησιακή αλλά και τραγωδία για τα Μέσα Ενημέρωσης της Θεσσαλονίκης. Η Θεσσαλονίκη από τότε δεν μπόρεσε να αποκτήσει Μέσο Ενημέρωσης της εμβέλειας της Μακεδονίας, πρωτίστως, και της Θεσσαλονίκης δευτερευόντως, όπως επί εποχής Βελλίδη.

Βεβαίως, γενικότερα με την εξέλιξη της τεχνολογίας, αλλάζει και η μορφή των Μέσων και αυτή η αλλαγή επηρεάζει τις συνήθειες των πολιτών.

Εδώ μπορεί κανείς να μιλήσει για τον υποκειμενικό παράγοντα στην ιστορία απουσία του Βελλίδη είναι εμφανής.

Την ιδιοκτησία την κατέχει η Άννα Βελλίδη, μητέρα της Κατερίνας.

Οι σχέσεις κόρης και μητέρας, με την υποβοήθηση τρίτων καλοθελητών φθάνουν στα άκρα και δεν θα βελτιωθούν παρά στο κρεβάτι του πόνου. Η τραγική μοίρα της οικογένειας ήθελε και τη μητέρα, λίγο μετά το θάνατο του πατέρα να πάσχει από προχωρημένο καρκίνο και να βρίσκει παρηγοριά στα χάδια της κόρης. Αυτές οι στιγμές είναι ιερές σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας.

Κόρη και μητέρα βρίσκουν έναν κώδικα επικοινωνίας.

Από το θάνατο του Βελλίδη και μετά ζω τα γεγονότα και προς το τέλος του προσπαθώ να τα επηρεάσω, διαφοροποιούμενος από την κυρίαρχη γραμμή.

Οι εφημερίδες χωρίζονται σε δύο στρατόπεδα. Τα νέα με λεπτομέρειες γίνονται γνωστά και επηρεάζουν το ηθικό των εργαζομένων.

Οι γνωστοί καλοθελητές αναλαμβάνουν δράση. Το δαιμόνιο του έλληνα σε τέτοιες περιπτώσεις απογειώνεται.

Μη έχοντας μήτε ιερό μήτε όσιο προσπαθούν να επηρεάσουν τη σχέση μάνας και κόρης ακόμη και στο κρεβάτι του πόνου λίγο πριν από τον αναμενόμενο θάνατο. Αλλά εδώ πια λειτουργούν αρχέγονες ανθρώπινες δυνάμεις και αποτυγχάνουν.

Η διαίσθηση της κόρης επαληθεύεται και η μητέρα αφήνει την τελευταία της πνοή.

Η Κατερίνα Βελλίδη αναλαμβάνει το συγκρότημα με το βαρύ όνομα. Θα τα καταφέρει; Ήταν το ερώτημα όλων.

Από δω και πέρα ξετυλίγεται μια άλλου είδους τραγωδία, πολύ διδακτική.

Οι νέες τεχνολογίες επιβάλλουν αλλαγή στον τρόπο έκδοσης των εφημερίδων.

Επιτρέπεται η ιδιωτική τηλεόραση.

Οι εφημερίδες περνούν στον αστερισμό της κρίσης.

Το πολιτικό σκηνικό αλλάζει.

Τα ποντίκια τα αντιλαμβάνονται όλα αυτά και περιμένουν να μπατάρει το πλοίο για να πηδήσουν έξω αλλά ωφελημένα.

Δοκιμάζονται οι σχέσεις των ανθρώπων.

Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Οι εφημερίδες πέρασαν σε καθεστώς εκκαθάρισης από την Εθνική, το συγκρότημα πουλήθηκε αλλά δεν μπόρεσε ποτέ να ορθοποδήσει.

Η Κ. Βελλίδη υπήρξε μία γυναίκα ιδιοκτήτρια εφημερίδων που αναμφισβήτητα προσπάθησε αλλά λόγοι πολιτικής συγκυρίας, όπως ο θάνατος του Ανδρέα Παπανδρέου και η ανάδειξη του Κώστα Σημίτη, ισχυρά οικονομικά συμφέροντα και η μικρή πείρα της από τη διαχείριση των επιχειρήσεών της δεν της επέτρεψαν να διατηρήσει των έλεγχο της ιδιοκτησίας της

Δημιούργησε, όμως το ίδρυμα Ιωάννης και Άννα Βελλίδη με το οποίο ασχολείται και τώρα και επιχείρησε, πριν από οποιονδήποτε άλλο ιδιώτη να ανεγείρει και να λειτουργήσει το Βελλίδειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο.

Όπως μας λέει τα προβλήματα ήταν τεράστια αλλά δεν εγκατέλειψε την ιδέα.

Μπορώ να σας διαβεβαιώσω πως την διέκρινε αυτό που λέμε κοινωνική ευαισθησία. Είχε την έγνοια ανθρώπων οικογενειαρχών που εργάζονταν στο συγκρότημάτης και ζούσαν από αυτό.

Αυτήν της την ευαισθησία τη θεωρεί τη μεγάλη αδυναμία της που δεν της επέτρεψε να διατηρήσει το συγκρότημά της. Αλλά η ίδια πάλι λέει πως αν ξεκινούσε από την αρχή πάλι με τον ίδιο τρόπο θα συμπεριφερόταν.

Το πιστεύω απολύτως.

Θα μου πείτε πως αυτός είναι ένας κόσμος που χάνεται. Ίσως ναι. Από αυτούς τους ανθρώπους που χάνονται είναι και η Κατερίνα Βελλίδη.

Ανοιχτόκαρδη πάντα, χαμογελαστή έδειχνε να παλεύει με πολύ κουράγιο. Και παλεύει και σήμερα.

Στις δύσκολες στιγμές αποτιμάς και τον χαρακτήρα του ανθρώπου.

Νομίζω πως η Κατερίνα Βελλίδη έχει κάτι από εκείνο που διακρίνουμε στους ανθρώπους που αποκαλούμε άρχοντες. Έχει αρχοντιά. Και αυτή φαίνεται και σήμερα.

«Δεν είμαι πλούσια αλλά είμαι ελεύθερη» μας λέει.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερος πλούτος από την ελευθερία και την αρχοντιά.



Αρχές Οκτωβρίου του 2013 παρουσιάσθηκε το βιβλίο της Κατερίνας Βελλίδη: «Ήταν βαρύς ο χειμώνας που γεννήθηκα». Περιγράφει την πολυτάραχη ζωή της και την ιστορία του μυθικού συγκροτήματος. Στο πάνελ βρισκόμουν και εγώ. Σήμερα, 19 Μαΐου 2022 η Κατερίνα Βελλίδη «έφυγε» από τη ζωή. Αξίζει μια αναφορά στον πολυτάραχο βίο της. 

Τα όσα είχα αναφέρει τότε, τον Οκτώβριο του 2013 στην παρουσίαση του βιβλίου, είναι χαρακτηριστικά:

Κυρίες και κύριοι, αν λάβω υπόψη μου την απόφανση της Κατερίνας Βελλίδη στο βιβλίο της που παρουσιάζουμε σήμερα: «Τώρα πια δεν είμαι πλούσια αλλά είμαι ελεύθερη» θα μπορούσα να συμπεράνω πως η ζωή της ως σήμερα παρά τις δυσκολίες είχε μια αίσια κατάληξη. Συνεπώς, δικαιούμαι να πω πως αντί για τον τίτλο, «Ήταν βαρύς ο χειμώνας που γεννήθηκα» θα προτιμούσα να διαβάσω ως τίτλο «Μια ζωή σαν παραμύθι». Και αυτό γιατί τα παραμύθια έχουν συνήθως ένα happy end.

Αν πάλι η εκτίμησή μου με γελάει τότε τα πράγματα είναι βαριά και δύσκολα.

Δεν πρόκειται απλώς περί ενός βαρύ χειμώνα αλλά περί μιας τραγωδίας.

Αυτό που βίωσα εγώ ως εργαζόμενος στο συγκρότημα Βελλίδη επί μία εικοσαετία είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας τραγωδίας όπως την διδαχθήκαμε.

Θα μου πείτε από τις τραγωδίες εξάγεται ένα ηθικό συμπέρασμα. Ποιο είναι στην περίπτωσή μας; Ποια είναι η σπουδή που έκανε η μοίρα ως συγγραφέας;

Οι ανθρώπινες σχέσεις. Η άνοδος και η πτώση του ανθρώπου. Από όλες τις πλευρές.

Διαβάζοντας το βιβλίο, ο αναγνώστης που καλείται να πει δύο λόγια ως παρουσίαση, έχει πολλές επιλογές για το που να εστιάσει.

Η ακμή και η παρακμή μιας αυτοκρατορίας, ο υποκειμενικός παράγοντας στην ιστορία, τα ποντίκια και πως λειτουργούν υπογείως. Και άλλες πολλές.

Το βιβλίο κυρίες και κύριοι είναι μια αφήγηση ζωής της Κατερίνας Βελλίδη με τρόπο που δεν σε αφήνει να ησυχάσεις παρά μόνο αν διαβάσεις και την τελευταία αράδα.

Ίσως γιατί είναι ο πόνος και το παράπονο μιας ζωής, ίσως διότι μπορεί να έχει λογοτεχνικό ταλέντο η Κατερίνα Βελλίδη, δεν το γνωρίζω. Αλλά νομίζω πως δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία.

Η οπτική γωνία της αφήγησης είναι η οπτική γωνία ενός πρωταγωνιστή των γεγονότων που εξιστορούνται. Γεγονότων που έχουν και το προσωπικό στοιχείο αλλά και το στοιχείο της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.

Και όλα αυτά ειδωμένα με τα μάτια ενός ανθρώπου που δεν θέλει να πιστέψει πως ο κόσμος άλλαξε και ο ρομαντισμός αποτελεί τάση του παρελθόντος.

Αυτός ο ρομαντισμός που σε στιγμές αυτοκριτικής στο βιβλίο η κ. Βελλίδη ομολογεί πως σε επιχειρηματικό επίπεδο την έβλαψε.

Αλλά αυτός ο ρομαντισμός κυρίες και κύριοι, και ο τρόπος που επέβαλε στην Κατερίνα Βελλίδη να συμπεριφερθεί ως επιχειρηματίας είναι που μας κάνει όλους εμάς να την συμπαθούμε και να βρισκόμαστε εδώ σήμερα.

Κυρίες και κύριοι, συμφωνώ απολύτως με την κ. Βελλίδη ότι στην κρισιμότερη στιγμή που πέρασε ως διευθύντρια του συγκροτήματος Βελλίδη, έπεσε θύμα πολιτικής σκοπιμότητας.

Το λέει ρητά η ίδια, το πιστεύω απολύτως και εγώ και έχω λόγους γι αυτό.

Ο κ. Σημίτης προσωπικά και οι άνθρωποι που του υπαγόρευαν πολιτική είχαν προγράψει την κ. Βελλίδη και είχαν αποφασίσει τον επιχειρηματικό της θάνατο. Γιατί; Είναι ένα ερώτημα. Ίσως να παραμένει ένα ερώτημα για όσους αναζητούν βαθύτερες αιτίες. Αλλά για μένα η απάντηση που δίνει η κ. Βελλίδη αρκεί. Την προδιέγραψαν διότι ήταν φίλη του Ανδρέα Παπανδρέου. Και προδιαγράφηκε από τον διάδοχό του στο κόμμα που ο Ανδρέας ίδρυσε.

Ο κ. Σημίτης μισούσε θανάσιμα ό,τι είχε σχέση με τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ. Αυτό το γνώριζα εξ ιδίας πείρας.

Αλλά η εκτίμησή μου επιβεβαιώνεται από την εξιστόρηση της κ. Βελλίδη.

«Δεν υπάρχει πολιτική βούληση κ. Βελλίδη» ήταν η απάντηση του διοικητή της Εθνικής του Θόδωρου Καρατζά στο ερώτημά γιατί δεν βρίσκουμε μια λύση κ. διοικητά. Και αυτό τα λέει όλα.

Και συνεχίζει: «Όταν ζήτησα εκείνη την εποχή να δω το Σημίτη δεν δέχτηκε να με συναντήσει».

Ο κ. Σημίτης, θα προσέθετα εγώ, είχε δεσμεύσεις αλλού. Και αυτές οι δεσμεύσεις δεν του επέτρεπαν να βοηθήσει με νομιμότατο τρόπο τη διάσωση ενός εκ των πλέον ιστορικών συγκροτημάτων της χώρας.

Μια νέα γενιά νεόπλουτων εκδοτών εισήρχετο στο εκδοτικό στερέωμα, νεόπλουτων όχι τόσο διότι τότε επλούτισαν αλλά νεόπλουτων ως φορέων ιδεολογίας.

Ο νεοπλουτισμός είναι αντίληψη διαφορετική από την παραδοσιακή αστική αντίληψη περί επιχείρησης και κέρδους.

Και αυτοί οι νεόπλουτοι εκδότες, που δεν ήταν μόνο εκδότες αλλά και άλλου είδους επιχειρηματίες, είχαν συγκεκριμένα συμφέροντα πέραν των εκδοτικών. Τα εκδοτικά τους συμφέροντα υπόκειντο στα ευρύτερα. Χρησιμοποιούσαν τις εκδόσεις τους για άλλου είδους επιχειρηματικές δραστηριότητες.

Η κυριαρχία αυτής της νεοπλουτίστικης αντίληψης οδήγησε τη χώρα στα σημερινά της αδιέξοδα. Διότι υπήρξε πλούτος χωρίς παιδεία και αρχές. Και αυτός είναι ο χειρότερος συνδυασμός.

Η Κατερίνα Βελλίδη ήταν αντιθέτως μια από τις τελευταίες γόνους παραδοσιακής εκδοτικής οικογένειας. Η οποία διατηρούσε μεν την εκδοτική της επιχείρηση, έβλεπε όμως τα πράγματα διαφορετικά. Ήταν μακράν των αντιλήψεων αυτού του είδους των εκδοτών η άσκηση εκβιασμών για απτό οικονομικό όφελος. Μπορεί οι παραδοσιακοί εκδότες να ασκούσαν πολιτικού χαρακτήρα πιέσεις, και αυτό είναι γνωστό, αλλά οι πιέσεις αυτές ήταν στο πλαίσιο ενός ευρύτερου πολιτικού παιχνιδιού. Δεν ήταν πιέσεις του είδους: «δώσμου το έργο διαφορετικά θα σε εξαφανίσω πολιτικά».

Τα παραδοσιακά συγκροτήματα ή μάλλον οι παραδοσιακοί εκδότες ήταν εμπόδιο στην ανέλιξη αυτής της νέας τάξης. Και έπρεπε, να εξαφανισθούν. Η κ. Βελλίδη υπήρξε θύμα μιας τέτοιας πολιτικής η οποία εκφράστηκε από τον κ. Σημίτη.

Δεν μιλάω τυχαία. Ήμουν τότε συνδικαλιστής. Αλλά από εκείνους τους συνδικαλιστές που εκτιμούσαν πως το συγκρότημα έπρεπε να σωθεί με την ιδιοκτησία που είχε διότι ο κόσμος την είχε δοκιμάσει, τη γνώριζε και την εκτιμούσε αυτήν την ιδιοκτησία.

Η άλλη τάση έλεγε πως έπρεπε η εφημερίδα να περάσει σε εκκαθάριση. Και επειδή, όπως σωστά επισημαίνει και η κ. Βελλίδη, η δεύτερη αυτή τάση είχε επαφές και ερείσματα και έξω από τον χώρο των μέσων, επικράτησε.

Είναι ακριβής η περιγραφή που κάνει η κ. Βελλίδη για την περίοδο της κρίσης. Την έζησα όχι ως απλός εργαζόμενος αλλά όπως σας είπα δραστηριοποιούμενος συνδικαλιστικά.

Με αυτήν την ιδιότητα και μετά από απόφαση της συνέλευσης των συναδέλφων μου είχα συναντηθεί και μαζί της. Δεν το αναφέρει στο βιβλίο αλλά μου είχε προτείνει να κρατήσει τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, κάτι απολύτως λογικό, και να μας μεταβιβάσει τη διαχείριση της επιχείρησης, αν πιστεύαμε πως είχαμε τρόπο να ξεπεράσουμε την κρίση. Βρήκα λογική την πρόταση αλλά συνάντησα τείχος από την άλλη πλευρά.

Ήθελαν την υπογραφή της και την παραίτησή της από κάθε δικαίωμα

Η απόφαση για την εξόντωσή της, όπως λέει και η ίδια, ήταν ειλημμένη.

Το άλλο που θα ήθελα να επισημάνω είναι η αχαριστία. Κάτι που όλοι μας το λέμε και το γνωρίζουμε αλλά όταν έρχεται η ώρα το ξεχνάμε. Και όταν μιλώ για αχαριστία στην πρώτη αυτή προσέγγιση δεν εννοώ των διαφόρων τρίτων που με τρόπους που γνωρίζουν καλά πλησίασαν την Κατερίνα Βελλίδη και την εγκατέλειψαν όπως τα ποντίκια το σκάφος όταν βυθίζεται.

Εννοώ την αχαριστία ακόμη και πολιτικών που ευεργετήθηκαν τα μάλλα από το συγκρότημα.

Με ρητό τρόπο η κ. Βελλίδη, εκτός από τον κ. Σημίτη, αναφέρεται στην περίπτωση και του κ. Κώστα Καραμανλή, του προηγούμενου πρωθυπουργού. Περιγράφει πως την επισκέφθηκε με τον πατέρα του και της ζήτησαν βοήθεια, πως την παρείχε αφειδώς και πως την εγκατέλειψε όταν τον είχε ανάγκη. Και όλα αυτά από τον γόνο μιας πολιτικής οικογένειας που διατηρούσε φιλικότατες σχέσεις με την οικογένεια της κ. Βελλίδη και κυρίως τον πατέρα της. Εξαιρεί, βεβαίως, τον πατριάρχη της οικογένειας, τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Εκεί που θα σταθώ κριτικός απέναντι στην κ. Βελλίδη δεν είναι ο διάχυτος ρομαντισμός της, διότι μου αρέσουν οι ρομαντικοί άνθρωποι, είναι ίσως το άλας της γής, αλλά η ψευδαίσθησή της ότι η πολιτική ηγεσία δεν θα εγκατέλειπε στην τύχη του το συγκρότημα διότι πίστευε στον εθνικό του ρόλο. Λάθος μεγάλο. Φοβάμαι πως από την εποχή Σημίτη η Ελλάδα εισήλθε στον αστερισμό της αποδόμησης και ίσως μια αντιαποδομητική στάση της ίδιας και των εφημερίδων της να ήταν μια από τις αιτίες που η πολιτική ηγεσία την εγκατέλειψε.

Αυτοκριτικά στέκεται και η ίδια στο γεγονός ότι δεν προχώρησε στη λειτουργία ενός δικού της τηλεοπτικού σταθμού, παρόλο που είχε τη σχετική άδεια, που θα της έδινε δύναμη τη στιγμή που η δύναμη των εφημερίδων απομειωνόταν.

Η αυτοκρατορία

Είχε ένα όνομα και μια γοητεία αυτή η οικογένεια και η εφημερίδα που εξέδιδε.

Όσο και αν σας φαίνεται παράξενο στην επαρχία όπου μεγάλωσα εγώ τα δύσκολα χρόνια των αρχών της δεκαετίας του ’60 ήθελε κάποια αποφασιστικότητα να αγοράσεις «Μακεδονία». Ήταν, όμως, μία εφημερίδα με κύρος το οποίο επηύξανε η παρουσία και η δημόσια δραστηριότητα του Γιάννη Βελλίδη, την προσωπικότητα του οποίου περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά η Κατερίνα Βελλίδη στο βιβλίο της.

Ο παππούς μου ήταν καθημερινός αναγνώστης της εφημερίδας και η ταπεινότης μου από εκεί άρχισε να συλλαβίζει τα πρώτα γράμματα σε μια προσπάθεια που έκαναν οι γονείς μου να μου μάθουν να διαβάζω.

Γι’ αυτούς και άλλους λόγους είχαμε έναν ιδιαίτερο σεβασμό στην εφημερίδα αυτή ως θεσμό κυρίως. Και ένιωθα ένα δέος όταν τύχη αγαθή, μου δόθηκε η δυνατότητα να εργαστώ στην αδελφή εφημερίδα της, τη «Θεσσαλονίκη». Τα δικά μου χαρακτηριστικά ως δημοσιογράφου, ταίριαζαν περισσότερο στα στοιχεία που συγκροτούσαν τη «Θεσσαλονίκη».

Άρχισα να εργάζομαι λίγο πριν τις χριστουγεννιάτικες γιορτές του 1977. Είχα την τύχη να συναντήσω στους εργασιακούς χώρους, κάποιες ελάχιστες φορές το Γιάννη Βελλίδη. Και μόνο η παρουσία του πρόδιδε έναν άρχοντα. Φαντάζεστε αν προστεθεί και η φήμη που τον συνόδευε.

Θεσσαλονίκη

Η Κ. Βελλίδη αρχίζει την εξιστόρησή της με μια αναφορά στη Θεσσαλονίκη, την πόλη εννοώ.

«Είχε μια ατμόσφαιρα άλλη αυτή η πόλη-γράφει. Ακόμη και ο αέρας που ανέπνεες ήταν διαφορετικός! Όπου και να γυρνούσες τα μάτια σου αντίκριζες όμορφες εικόνες».

Με μελαγχολία διαπιστώνει σήμερα πως «χάθηκε σιγά σιγά το παραδοσιακό χρώμα της πόλης, χάθηκε και η γαλήνια ομορφιά της».

Γέννημα θρέμμα της εφημερίδας η Κατερίνα Βελλίδη και ας έζησε μακριά της αρκετά χρόνια. Έχει τη σφραγίδα αυτής της σχέσης της με τον Τύπο... Όταν ήταν σε ηλικία επτά ετών την εποχή που πρωτοπήγε στο σχολείο αρρώστησε βαριά. Η αιτία της αρρώστιας της ήταν το αντιμόνιο. Είχε πάθει μολυβδίαση διότι έμενε στο κτίριο της εφημερίδας στην Τσιμισκή. Η μολυβδίαση ήταν γνωστή ως αρρώστια των τυπογράφων.

Γενεαλογικό δένδρο

Η αναφορά της στο γενεαλογικό δέντρο της οικογένεια έχει ενδιαφέρον διότι οδηγεί τον αναγνώστη στις ρίζες μιας οικογένειας που συμμετείχε και ως ένα βαθμό επηρέασε σημαντικά τις εξελίξεις από τα τέλη του 19ου αιώνα ως τις μέρες μας.

Το ύφος της αφήγησης κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, το οποίο ενδιαφέρον κορυφώνεται στις αμέσως επόμενες σελίδες όπου γίνεται αναφορά στη μητέρα της.

Η μητέρα της Κ. Βελλίδη είναι κεντρικό πρόσωπο όχι μόνο στο βιβλίο, ή μάλλον είναι κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου γιατί υπήρξε κεντρικό πρόσωπο της ζωής της οικογένειας.

Για λόγους που περιγράφονται στο βιβλίο οι σχέσεις μάνας και κόρης αλλά και μάνας και πατέρα ήταν ιδιόμορφες και αυτή η ιδιομορφία δίνει κάτι διαρκές και τραγικό στην εξέλιξη της ζωής τους.

Επηρεάζει την καθημερινότητα και τη συμπεριφορά τους ενώ αφήνεται να εννοηθεί πως ορισμένοι προέκτειναν την ιδιομορφία της σχέσης αυτής μάνας, πατέρα και κόρης ως αφετηρία και των τραγικών γεγονότων που βίωσε η οικογένεια.

Η περιγραφή του πατέρα από την κόρη έχει όλα εκείνα τα στοιχεία θαυμασμού που θα ανέμενε κανείς όχι απλώς από μια κόρη. Δεν είναι απλώς ο θαυμασμός μιας κόρης προς τον πατέρα της αλλά μια απόπειρα περιγραφής μιας ισχυρής και άκρως ενδιαφέρουσας προσωπικότητας, όπως ήταν ο Γιάννης Βελλίδης.

Τα χρόνια της αθωότητας

Η Κατερίνα Βελλίδη μας περιγράφει στη συνέχεια τα χρόνια της αθωότητας, όπως τα ονομάζει, τα μαθητικά της χρόνια.

«Ένα χρόνο πριν τελειώσω το γυμνάσιο, μας λέει, με κάλεσε ο πατέρας μου και μου είπε πως ήρθε η ώρα πια να διαλέξω αν θέλω να σπουδάσω ή να παντρευτώ και να κάνω μια ωραία οικογένεια, γιατί πίστευε πως ο γάμος ήταν εξίσου σημαντικός με τις σπουδές.

«Αν ο γάμος είναι αυτό που θέλεις…» πρόσθεσε, «θα πρέπει να ακούσεις εμένα και να δεχτείς αυτό που θα σου πω εγώ. Εάν και εφόσον δεν συμφωνείς, αποφάσισε πως πρέπει να γίνεις μια αυτόνομη προσωπικότητα, και για σένα και για μένα».

Όπως καταλαβαίνετε, σχολιάζει η Κ. Βελλίδη, δεν μου άφηνε και πολλά περιθώρια.

Το αναφέρω διότι το στοιχείο του γάμου της Κ. Βελλίδη ήταν καθοριστικό για την ισορροπία των σχέσεων στην οικογένεια και για την εξέλιξη της τραγωδίας.

Οι σπουδές της ήταν αξιόλογες. Φοίτησε στο πανεπιστήμιο της Γενεύης, στη φιλοσοφική σχολή, έκανε το ντοκτορά της και μετά στο Παρίσι, στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης σπούδασε τρία χρόνια Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Στη συνέχεια έκανε την άσκησή της εργαζόμενη αμισθί στις εφημερίδες Μοντ και Φιγκαρό. Εργάστηκε στο γραφείο τύπου του ΟΗΕ στη Γενεύη.

Εκεί βέβαια παντρεύτηκε τον κ. Γεωργίου υπάλληλο της τότε ΚΥΠ και αρκετά μεγαλύτερό της και το γεγονός αυτό οδήγησε σε οριστική ρήξη τις σχέσεις της με τους γονείς της.

Ένα στοιχείο το οποίο ίσως να έχει και ενδιαφέρον ιστορικό για τους ιστοριοδίφες είναι η περιγραφή της πρώτης αρρώστιας του πατέρα της στην Κοπεγχάγη όταν επί δικτατορίας πήγε και συναντήθηκε με τον τότε βασιλιά Κωνσταντίνο.

Για όσους δεν το γνωρίζουν ο Γιάννης Βελλίδης δεν ήταν απλώς ένας εκδότης. Ήταν από τους εκδότες εκείνους που είχαν ενεργό ανάμιξη στις εξελίξεις με άποψη για το που έπρεπε να οδηγηθεί η χώρα.

Ήταν μια από τις σημαντικές προσωπικότητες της χώρας όσο ζούσε και η παρουσία του βάρυνε καταλυτικά και στο ενδιαφέρον που επιδεικνύετο για τη βόρεια Ελλάδα.

Ήταν άνθρωπος που αγαπούσε τη δουλειά του και για το λόγο αυτό ήξερε καλά πως για να τη φέρει εις πέρας έπρεπε να έχει επαφή με τον καθημερινό άνθρωπο. Όχι να απομονώνεται στα τείχη του.

Έτσι, φρόντιζε να κάνει πολλές από τις επαφές του όχι στο γραφείο του αλλά σε δύο καφενεία. Στον Ποσειδώνα στη Θεσσαλονίκη και στο Κρυστάλ στην Αθήνα.

Στο βιβλίο θα διαβάσετε για τους σημαντικούς ανθρώπους από τον πολιτικό και καλλιτεχνικό χώρο που επισκέπτονταν το σπίτι της οικογένειας Βελλίδη. Δεν λείπει καμιά από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της χώρας.

Ο Γιάννης Βελλίδης διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο και στα γεγονότα του 64-65. Αυτό είναι γνωστό από την ιστορία. Η κ. Βελλίδη δίνει μια ερμηνεία για τη στάση των εφημερίδων του συγκροτήματος του πατέρα της τότε που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη από τους ιστορικούς της περιόδου.

«Επιθυμούσε ο πατέρας μου να κατέβει λίγο το «τουπέ» και η υπεροψία που επιδείκνυε ο Παπανδρέου- μας λέει η κ. Βελλίδη- και γι αυτόν το λόγο είχε εκθέσει την άποψή του σε μια ομάδα βουλευτών που συμμερίζονταν τη γνώμη του. Έτσι, συμφώνησαν, όταν θα ψήφιζαν για να εκλέξουν πρόεδρο της βουλής να μην τον στηρίξουν με την πρώτη ψηφοφορία, ώστε να τον συγκρατήσουν και να δει και ο ίδιος από πού ουσιαστικά αντλούσε τη δύναμή του και να του δώσουν την ψήφο τους στη δεύτερη ψηφοφορία. Θα καταλάβαινε τότε πως δεν ήταν μόνος του στη σκακιέρα. Και όντως, οι πιστοί στον πατέρα μου βουλευτές το έπραξαν.

Η Κατερίνα περιγράφει έναν άλλο κόσμο μιας Ελλάδας που χάθηκε.

Και το παρακάτω κεφάλαιο που αναφέρεται στην αποστασία, τη δικτατορία και τη μεταπολίτευση έχει πέραν του προσωπικού και ιστορικό ενδιαφέρον. Ιδιαίτερα θα μείνω στην επισήμανση της Κ. Βελλίδη πως υπήρξε συνεννόηση μαζί με τον Καραμανλή να επιστρέψει στην Ελλάδα μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας και ο Βασιλιάς. Υπόσχεση, που δεν υλοποιήθηκε από συγκυριακούς χειρισμούς.

Στις 21 Μαρτίου 1978 σε ηλικία 69 ετών πεθαίνει Ο Γιάννης Βελλίδης και αρχίζει ο Γολγοθάς του συγκροτήματος.

Η τραγωδία αρχίζει. Προσωπική, της Κατερίνας Βελλίδη, οικογενειακή, επιχειρησιακή αλλά και τραγωδία για τα Μέσα Ενημέρωσης της Θεσσαλονίκης. Η Θεσσαλονίκη από τότε δεν μπόρεσε να αποκτήσει Μέσο Ενημέρωσης της εμβέλειας της Μακεδονίας, πρωτίστως, και της Θεσσαλονίκης δευτερευόντως, όπως επί εποχής Βελλίδη.

Βεβαίως, γενικότερα με την εξέλιξη της τεχνολογίας, αλλάζει και η μορφή των Μέσων και αυτή η αλλαγή επηρεάζει τις συνήθειες των πολιτών.

Εδώ μπορεί κανείς να μιλήσει για τον υποκειμενικό παράγοντα στην ιστορία απουσία του Βελλίδη είναι εμφανής.

Την ιδιοκτησία την κατέχει η Άννα Βελλίδη, μητέρα της Κατερίνας.

Οι σχέσεις κόρης και μητέρας, με την υποβοήθηση τρίτων καλοθελητών φθάνουν στα άκρα και δεν θα βελτιωθούν παρά στο κρεβάτι του πόνου. Η τραγική μοίρα της οικογένειας ήθελε και τη μητέρα, λίγο μετά το θάνατο του πατέρα να πάσχει από προχωρημένο καρκίνο και να βρίσκει παρηγοριά στα χάδια της κόρης. Αυτές οι στιγμές είναι ιερές σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας.

Κόρη και μητέρα βρίσκουν έναν κώδικα επικοινωνίας.

Από το θάνατο του Βελλίδη και μετά ζω τα γεγονότα και προς το τέλος του προσπαθώ να τα επηρεάσω, διαφοροποιούμενος από την κυρίαρχη γραμμή.

Οι εφημερίδες χωρίζονται σε δύο στρατόπεδα. Τα νέα με λεπτομέρειες γίνονται γνωστά και επηρεάζουν το ηθικό των εργαζομένων.

Οι γνωστοί καλοθελητές αναλαμβάνουν δράση. Το δαιμόνιο του έλληνα σε τέτοιες περιπτώσεις απογειώνεται.

Μη έχοντας μήτε ιερό μήτε όσιο προσπαθούν να επηρεάσουν τη σχέση μάνας και κόρης ακόμη και στο κρεβάτι του πόνου λίγο πριν από τον αναμενόμενο θάνατο. Αλλά εδώ πια λειτουργούν αρχέγονες ανθρώπινες δυνάμεις και αποτυγχάνουν.

Η διαίσθηση της κόρης επαληθεύεται και η μητέρα αφήνει την τελευταία της πνοή.

Η Κατερίνα Βελλίδη αναλαμβάνει το συγκρότημα με το βαρύ όνομα. Θα τα καταφέρει; Ήταν το ερώτημα όλων.

Από δω και πέρα ξετυλίγεται μια άλλου είδους τραγωδία, πολύ διδακτική.

Οι νέες τεχνολογίες επιβάλλουν αλλαγή στον τρόπο έκδοσης των εφημερίδων.

Επιτρέπεται η ιδιωτική τηλεόραση.

Οι εφημερίδες περνούν στον αστερισμό της κρίσης.

Το πολιτικό σκηνικό αλλάζει.

Τα ποντίκια τα αντιλαμβάνονται όλα αυτά και περιμένουν να μπατάρει το πλοίο για να πηδήσουν έξω αλλά ωφελημένα.

Δοκιμάζονται οι σχέσεις των ανθρώπων.

Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Οι εφημερίδες πέρασαν σε καθεστώς εκκαθάρισης από την Εθνική, το συγκρότημα πουλήθηκε αλλά δεν μπόρεσε ποτέ να ορθοποδήσει.

Η Κ. Βελλίδη υπήρξε μία γυναίκα ιδιοκτήτρια εφημερίδων που αναμφισβήτητα προσπάθησε αλλά λόγοι πολιτικής συγκυρίας, όπως ο θάνατος του Ανδρέα Παπανδρέου και η ανάδειξη του Κώστα Σημίτη, ισχυρά οικονομικά συμφέροντα και η μικρή πείρα της από τη διαχείριση των επιχειρήσεών της δεν της επέτρεψαν να διατηρήσει των έλεγχο της ιδιοκτησίας της

Δημιούργησε, όμως το ίδρυμα Ιωάννης και Άννα Βελλίδη με το οποίο ασχολείται και τώρα και επιχείρησε, πριν από οποιονδήποτε άλλο ιδιώτη να ανεγείρει και να λειτουργήσει το Βελλίδειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο.

Όπως μας λέει τα προβλήματα ήταν τεράστια αλλά δεν εγκατέλειψε την ιδέα.

Μπορώ να σας διαβεβαιώσω πως την διέκρινε αυτό που λέμε κοινωνική ευαισθησία. Είχε την έγνοια ανθρώπων οικογενειαρχών που εργάζονταν στο συγκρότημάτης και ζούσαν από αυτό.

Αυτήν της την ευαισθησία τη θεωρεί τη μεγάλη αδυναμία της που δεν της επέτρεψε να διατηρήσει το συγκρότημά της. Αλλά η ίδια πάλι λέει πως αν ξεκινούσε από την αρχή πάλι με τον ίδιο τρόπο θα συμπεριφερόταν.

Το πιστεύω απολύτως.

Θα μου πείτε πως αυτός είναι ένας κόσμος που χάνεται. Ίσως ναι. Από αυτούς τους ανθρώπους που χάνονται είναι και η Κατερίνα Βελλίδη.

Ανοιχτόκαρδη πάντα, χαμογελαστή έδειχνε να παλεύει με πολύ κουράγιο. Και παλεύει και σήμερα.

Στις δύσκολες στιγμές αποτιμάς και τον χαρακτήρα του ανθρώπου.

Νομίζω πως η Κατερίνα Βελλίδη έχει κάτι από εκείνο που διακρίνουμε στους ανθρώπους που αποκαλούμε άρχοντες. Έχει αρχοντιά. Και αυτή φαίνεται και σήμερα.

«Δεν είμαι πλούσια αλλά είμαι ελεύθερη» μας λέει.

Δεν υπάρχει μεγαλύτερος πλούτος από την ελευθερία και την αρχοντιά.



ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία