Καβάλα: Το αεροδρόμιο χάνει την… πτήση της ανάπτυξης
26/12/2024 22:30
26/12/2024 22:30
Σε μια περίοδο που ο παγκόσμιος τουρισμός και οι διεθνείς αερομεταφορές σπάνε ιστορικά ρεκόρ, το αεροδρόμιο της Καβάλας χάνει συνεχώς μερίδια από την επιβατική κίνηση και βρίσκεται σε «ιστορικό χαμηλό». Την ίδια ώρα η γεωγραφική περιοχή που εξυπηρετεί το αεροδρόμιο γνωρίζει σημαντική τουριστική άνθηση από την υπέρμετρη αύξηση των οδικών επισκεπτών.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία για τη διακίνηση επιβατών που έδωσε στη δημοσιότητα η Fraport, για τα 14 αεροδρόμια που διαχειρίζεται, σχεδόν παντού καταγράφεται αύξηση. Εξαιρέσεις αποτελούν μόνο τα αεροδρόμια Μυκόνου και Καβάλας.
Στην πρώτη περίπτωση, στο δημοφιλές νησί των Κυκλάδων που αποτελεί τη ναυαρχίδα του εγχώριου τουριστικού προϊόντος, οι αριθμοί δείχνουν ότι παρά τη μικρή πτώση (-2,7% σε επίπεδο έτους) ο προορισμός διατηρεί δυνάμεις, με συνολική διακίνηση επιβατών πάνω από 1,6 εκατομμύρια επιβάτες, δηλαδή πενταπλάσιο μέγεθος σε σχέση με το άλλο αεροδρόμιο που κινήθηκε πτωτικά.
Στην περίπτωση της Καβάλας, το αεροδρόμιο «Μέγας Αλέξανδρος» παρουσιάζει μια πολύ προβληματική εικόνα. Δεν είναι τόσο το ποσοστό μείωσης (-3,8% συνολικά και -6,7% στις διεθνείς πτήσεις) όσο ο αριθμός της συνολικής διακίνησης επιβατών που παραμένει κολλημένος κάτω από τις 300.000. Τα δεδομένα αυτά καθιστούν το αεροδρόμιο της Καβάλας μακράν το μικρότερο όλων, μεταξύ των 14 που διαχειρίζεται η Fraport στη χώρα. Είναι μάλιστα ενδεικτικό το γεγονός ότι το 2ο μικρότερο και το 3ο μικρότερο σε διακίνηση αεροδρόμια, της Μυτιλήνης και της Σάμου αντίστοιχα, έχουν 65% και 86% μεγαλύτερη διακίνηση επιβατών σε σχέση με την Καβάλα. Σχετικά μικρά αεροδρόμια, όπως αυτό του Ακτίου στην Πρέβεζα, έχει σχεδόν τριπλάσια διακίνηση επιβατών σε σχέση με την Καβάλα.
Όλα αυτά, ενόσω τα έτη 2023 και 2024 χαρακτηρίζονται ως χρονιές-ρεκόρ για την αεροπορική διακίνηση επιβατών στην Ελλάδα. Σημαντική αύξηση βλέπουν δημοφιλείς ελληνικοί προορισμοί όπως Ρόδος (+12,9%), Σκιάθος (+8,7%), Χανιά (+8,4%), Κέρκυρα (+6,9%), Ζάκυνθος (+6,8%). Σε περιπτώσεις προορισμών με χαμηλότερη αύξηση, όπως στη Σαντορίνη (+3,6%), η συνολική ετήσια διακίνηση για το 2024 φαίνεται ότι ξεπερνά τα 3 εκατομμύρια επιβάτες. Στη Θεσσαλονίκη, η ετήσια διακίνηση παρουσιάζει αύξηση της τάξης του 4,6% και δείχνει ότι θα σπάσει το φράγμα των 7 εκατομμυρίων επιβατών, κατατάσσοντας το «Μακεδονία» στα δύο μεγαλύτερα αεροδρόμια που διαχειρίζεται η Fraport, μαζί με το «Διαγόρας» της Ρόδου.
Το σύνολο των αεροδρομίων δείχνουν όχι απλώς να έχουν επανέλθει στην κανονικότητα, αλλά να καταρρίπτουν νέα ρεκόρ. Η διακίνηση επιβατών ανά προορισμό έφτασε και ξεπέρασε τα δεδομένα του 2019, της τελευταίας χρονιάς προ Covid, που αποτελεί σημείο αναφοράς και συγκρίσεων για τον τουρισμό. Υπό αυτό το πρίσμα, δηλαδή από τη συγκεντρωτική ανάπτυξη της διακίνησης επιβατών από το 2019 έως το 2024, κάποια αεροδρόμια σημειώνουν «άλματα», όπως Ζάκυνθος (+22%), Ρόδος (+24%), Χανιά (+30%), Κέρκυρα (+32%).
Τελευταία καλή χρονιά για το «Μέγας Αλέξανδρος» στη Χρυσούπολη Καβάλας ήταν το 2018, όταν η συνολική διακίνηση επιβατών πλησίαζε τα 407.000 άτομα. Αυτό σημαίνει ότι μέσα στην τελευταία 6ετία έχουν καταγραφεί απώλειες της τάξης του 30%, προκαλώντας μεγάλο προβληματισμό στους παράγοντες του τουρισμού της περιοχής. Με δεδομένο ότι η συντριπτική πλειοψηφία των διεθνών αφίξεων στη Χρυσούπολη έχει ως τελικό της προορισμό τη Θάσο, φαίνεται ότι η τουριστική αγορά του νησιού στερείται κάθε χρόνο πάνω από 100.000 αφίξεις από την Ευρώπη, σε σχέση με τα «κανονικά» της. Μπορεί μεν να έχει υπερκαλύψει το κενό με τις οδικές αφίξεις, από χώρες όπως Ρουμανία, Βουλγαρία και Τουρκία, ωστόσο έχει ανοίξει και πάλι για τα καλά η συζήτηση περί εξάρτησης από λίγες αγορές, γεγονός που δημιουργεί ρίσκα και κινδύνους.
Τα αεροδρόμια Θεσσαλονίκης και Καβάλας είναι τα δύο μοναδικά που διαχειρίζεται η Fraport στο χερσαίο κομμάτι της βόρειας Ελλάδας. Παρά το ήδη μεγάλο -διαχρονικά- μέγεθός του σε επίπεδα εγχώριας και διεθνούς διακίνησης επιβατών, το αεροδρόμιο «Μακεδονία» δείχνει ότι συνεχίζει να αναπτύσσεται. Από το 2016 μέχρι σήμερα καταγράφει μια πορεία ενίσχυσης κατά 22%. Το «Μέγας Αλέξανδρος» δείχνει να πηγαίνει κόντρα στην γενική τάση της εποχής, «χάνοντας την πτήση» της ανάπτυξης.
Σημαντική παράμετρος για την κίνηση στα περισσότερα αεροδρόμια, είναι η παρουσία των εταιριών χαμηλού κόστους (low cost). Από τη Θεσσαλονίκη πετούν οι κυριότερες εταιρίες αυτής της κατηγορίας (Ryanair, EasyJet, WizzAir, Eurowings, Volotea κ.α.), οι οποίες συνδέουν την πόλη με δεκάδες ευρωπαϊκούς προορισμούς. Από την Καβάλα δεν πετάει καμία.
Το 2018, για ένα διάστημα περίπου δύο μηνών, όταν έκλεισε λόγω έργων το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, μεγάλο μέρος των πτήσεων των εταιριών low cost εκτελέστηκε από την Καβάλα. Εκείνη τη χρονιά, η διεθνής επιβατική διακίνηση επιβατών στην Καβάλα εκτοξεύτηκε κατά 26,4%.
Υπάρχει ωστόσο κι ένας ακόμη παράγοντας που αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη του αεροδρομίου «Μέγας Αλέξανδρος» κι αυτό είναι οι απλησίαστες τιμές εισιτηρίων στις πτήσεις εσωτερικού. Είναι ενδεικτικό ότι το εισιτήριο από Καβάλα για Αθήνα έχει διπλάσιο έως τριπλάσιο κόστος σε σχέση με τα κοντινότερα αεροδρόμια Θεσσαλονίκης και Αλεξανδρούπολης και μπορεί να φτάσει τα 300 ευρώ μετ΄επιστροφής ή και περισσότερο. Οι περισσότεροι Καβαλιώτες προτιμούν για το ταξίδι τους στην Αθήνα να μεταβούν με το ΙΧ τους σε άλλο αεροδρόμιο (δύο ώρες οδήγηση για 160-170 χλμ προς «Μακεδονία» ή «Δημόκριτος») ή να προτιμήσουν το υπεραστικό ΚΤΕΛ από Καβάλα (9 ώρες, εισιτήριο μετ΄επιστροφής 80 ευρώ).
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 22.12.2204
Σε μια περίοδο που ο παγκόσμιος τουρισμός και οι διεθνείς αερομεταφορές σπάνε ιστορικά ρεκόρ, το αεροδρόμιο της Καβάλας χάνει συνεχώς μερίδια από την επιβατική κίνηση και βρίσκεται σε «ιστορικό χαμηλό». Την ίδια ώρα η γεωγραφική περιοχή που εξυπηρετεί το αεροδρόμιο γνωρίζει σημαντική τουριστική άνθηση από την υπέρμετρη αύξηση των οδικών επισκεπτών.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία για τη διακίνηση επιβατών που έδωσε στη δημοσιότητα η Fraport, για τα 14 αεροδρόμια που διαχειρίζεται, σχεδόν παντού καταγράφεται αύξηση. Εξαιρέσεις αποτελούν μόνο τα αεροδρόμια Μυκόνου και Καβάλας.
Στην πρώτη περίπτωση, στο δημοφιλές νησί των Κυκλάδων που αποτελεί τη ναυαρχίδα του εγχώριου τουριστικού προϊόντος, οι αριθμοί δείχνουν ότι παρά τη μικρή πτώση (-2,7% σε επίπεδο έτους) ο προορισμός διατηρεί δυνάμεις, με συνολική διακίνηση επιβατών πάνω από 1,6 εκατομμύρια επιβάτες, δηλαδή πενταπλάσιο μέγεθος σε σχέση με το άλλο αεροδρόμιο που κινήθηκε πτωτικά.
Στην περίπτωση της Καβάλας, το αεροδρόμιο «Μέγας Αλέξανδρος» παρουσιάζει μια πολύ προβληματική εικόνα. Δεν είναι τόσο το ποσοστό μείωσης (-3,8% συνολικά και -6,7% στις διεθνείς πτήσεις) όσο ο αριθμός της συνολικής διακίνησης επιβατών που παραμένει κολλημένος κάτω από τις 300.000. Τα δεδομένα αυτά καθιστούν το αεροδρόμιο της Καβάλας μακράν το μικρότερο όλων, μεταξύ των 14 που διαχειρίζεται η Fraport στη χώρα. Είναι μάλιστα ενδεικτικό το γεγονός ότι το 2ο μικρότερο και το 3ο μικρότερο σε διακίνηση αεροδρόμια, της Μυτιλήνης και της Σάμου αντίστοιχα, έχουν 65% και 86% μεγαλύτερη διακίνηση επιβατών σε σχέση με την Καβάλα. Σχετικά μικρά αεροδρόμια, όπως αυτό του Ακτίου στην Πρέβεζα, έχει σχεδόν τριπλάσια διακίνηση επιβατών σε σχέση με την Καβάλα.
Όλα αυτά, ενόσω τα έτη 2023 και 2024 χαρακτηρίζονται ως χρονιές-ρεκόρ για την αεροπορική διακίνηση επιβατών στην Ελλάδα. Σημαντική αύξηση βλέπουν δημοφιλείς ελληνικοί προορισμοί όπως Ρόδος (+12,9%), Σκιάθος (+8,7%), Χανιά (+8,4%), Κέρκυρα (+6,9%), Ζάκυνθος (+6,8%). Σε περιπτώσεις προορισμών με χαμηλότερη αύξηση, όπως στη Σαντορίνη (+3,6%), η συνολική ετήσια διακίνηση για το 2024 φαίνεται ότι ξεπερνά τα 3 εκατομμύρια επιβάτες. Στη Θεσσαλονίκη, η ετήσια διακίνηση παρουσιάζει αύξηση της τάξης του 4,6% και δείχνει ότι θα σπάσει το φράγμα των 7 εκατομμυρίων επιβατών, κατατάσσοντας το «Μακεδονία» στα δύο μεγαλύτερα αεροδρόμια που διαχειρίζεται η Fraport, μαζί με το «Διαγόρας» της Ρόδου.
Το σύνολο των αεροδρομίων δείχνουν όχι απλώς να έχουν επανέλθει στην κανονικότητα, αλλά να καταρρίπτουν νέα ρεκόρ. Η διακίνηση επιβατών ανά προορισμό έφτασε και ξεπέρασε τα δεδομένα του 2019, της τελευταίας χρονιάς προ Covid, που αποτελεί σημείο αναφοράς και συγκρίσεων για τον τουρισμό. Υπό αυτό το πρίσμα, δηλαδή από τη συγκεντρωτική ανάπτυξη της διακίνησης επιβατών από το 2019 έως το 2024, κάποια αεροδρόμια σημειώνουν «άλματα», όπως Ζάκυνθος (+22%), Ρόδος (+24%), Χανιά (+30%), Κέρκυρα (+32%).
Τελευταία καλή χρονιά για το «Μέγας Αλέξανδρος» στη Χρυσούπολη Καβάλας ήταν το 2018, όταν η συνολική διακίνηση επιβατών πλησίαζε τα 407.000 άτομα. Αυτό σημαίνει ότι μέσα στην τελευταία 6ετία έχουν καταγραφεί απώλειες της τάξης του 30%, προκαλώντας μεγάλο προβληματισμό στους παράγοντες του τουρισμού της περιοχής. Με δεδομένο ότι η συντριπτική πλειοψηφία των διεθνών αφίξεων στη Χρυσούπολη έχει ως τελικό της προορισμό τη Θάσο, φαίνεται ότι η τουριστική αγορά του νησιού στερείται κάθε χρόνο πάνω από 100.000 αφίξεις από την Ευρώπη, σε σχέση με τα «κανονικά» της. Μπορεί μεν να έχει υπερκαλύψει το κενό με τις οδικές αφίξεις, από χώρες όπως Ρουμανία, Βουλγαρία και Τουρκία, ωστόσο έχει ανοίξει και πάλι για τα καλά η συζήτηση περί εξάρτησης από λίγες αγορές, γεγονός που δημιουργεί ρίσκα και κινδύνους.
Τα αεροδρόμια Θεσσαλονίκης και Καβάλας είναι τα δύο μοναδικά που διαχειρίζεται η Fraport στο χερσαίο κομμάτι της βόρειας Ελλάδας. Παρά το ήδη μεγάλο -διαχρονικά- μέγεθός του σε επίπεδα εγχώριας και διεθνούς διακίνησης επιβατών, το αεροδρόμιο «Μακεδονία» δείχνει ότι συνεχίζει να αναπτύσσεται. Από το 2016 μέχρι σήμερα καταγράφει μια πορεία ενίσχυσης κατά 22%. Το «Μέγας Αλέξανδρος» δείχνει να πηγαίνει κόντρα στην γενική τάση της εποχής, «χάνοντας την πτήση» της ανάπτυξης.
Σημαντική παράμετρος για την κίνηση στα περισσότερα αεροδρόμια, είναι η παρουσία των εταιριών χαμηλού κόστους (low cost). Από τη Θεσσαλονίκη πετούν οι κυριότερες εταιρίες αυτής της κατηγορίας (Ryanair, EasyJet, WizzAir, Eurowings, Volotea κ.α.), οι οποίες συνδέουν την πόλη με δεκάδες ευρωπαϊκούς προορισμούς. Από την Καβάλα δεν πετάει καμία.
Το 2018, για ένα διάστημα περίπου δύο μηνών, όταν έκλεισε λόγω έργων το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης, μεγάλο μέρος των πτήσεων των εταιριών low cost εκτελέστηκε από την Καβάλα. Εκείνη τη χρονιά, η διεθνής επιβατική διακίνηση επιβατών στην Καβάλα εκτοξεύτηκε κατά 26,4%.
Υπάρχει ωστόσο κι ένας ακόμη παράγοντας που αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη του αεροδρομίου «Μέγας Αλέξανδρος» κι αυτό είναι οι απλησίαστες τιμές εισιτηρίων στις πτήσεις εσωτερικού. Είναι ενδεικτικό ότι το εισιτήριο από Καβάλα για Αθήνα έχει διπλάσιο έως τριπλάσιο κόστος σε σχέση με τα κοντινότερα αεροδρόμια Θεσσαλονίκης και Αλεξανδρούπολης και μπορεί να φτάσει τα 300 ευρώ μετ΄επιστροφής ή και περισσότερο. Οι περισσότεροι Καβαλιώτες προτιμούν για το ταξίδι τους στην Αθήνα να μεταβούν με το ΙΧ τους σε άλλο αεροδρόμιο (δύο ώρες οδήγηση για 160-170 χλμ προς «Μακεδονία» ή «Δημόκριτος») ή να προτιμήσουν το υπεραστικό ΚΤΕΛ από Καβάλα (9 ώρες, εισιτήριο μετ΄επιστροφής 80 ευρώ).
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 22.12.2204
ΣΧΟΛΙΑ