Κλιματική ανθεκτικότητα και πόλη
02/08/2023 13:52
02/08/2023 13:52
Της Λίνας Λιάκου*
Βιώνουμε τις τελευταίες εβδομάδες ένα ατελείωτο κύμα καύσωνα. Για πρώτη φορά φέτος, η Ελλάδα κατηγοριοποιεί και ονοματίζει τους καύσωνες της, αναγνωρίζοντας τους ως ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο.
Μία καινοτομία που είχε αρχικά εφαρμοστεί από τον δήμο Αθηναίων πέρυσι. Οι προκλήσεις που δημιουργούνται από τους καύσωνες υπογραμμίζουν πως η κλιματική ανθεκτικότητα δεν είναι πολυτέλεια, αλλά θέμα επιβίωσης. Σε όλη την Ευρώπη, οι πόλεις σχεδιάζουν στρατηγικές και πολιτικές για να προσαρμοστούν στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Για παράδειγμα, ο δήμος του Παρισιού προετοιμάζεται για να μπορεί να αντιμετωπίσει καύσωνες με θερμοκρασίες που φτάνουν τους 50 βαθμούς Κελσίου.
Η κλιματική αλλαγή και συγκεκριμένα οι τόσο υψηλές θερμοκρασίες επηρεάζουν κάθε πτυχή της ζωής μας.
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι υψηλές θερμοκρασίες επηρεάζουν αρνητικά τη ψυχική μας υγεία, τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα των παιδιών μας και μπορούν ακόμα και να οδηγήσουν σε αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας. Άρα, το να δημιουργήσουμε πόλεις που μπορούν να προσαρμοστούν στη νέα αυτή πραγματικότητα είναι μονόδρομος αν θέλουμε να μπορούμε να προσφέρουμε μια καλή ποιότητα ζωής στους κατοίκους μας.
Ποια είναι η λύση; Αλλαγή στον τρόπο που σκεφτόμαστε και χτίζουμε την πόλη μας. Το Μιλάνο έχει βάλει σαν στόχο να φυτέψει τρία εκατομμύρια δέντρα, το Μπέλφαστ, μια πόλη στο μέγεθος της Θεσσαλονίκης, έχει φυτέψει μέσα σε μια τριετία 1 εκατομμύριο δέντρα. Η Βαρκελώνη, από την άλλη, έχει μεταμορφώσει τις σχολικές της αυλές ως κλιματικά καταφύγια, μικρές οάσεις, ανοιχτές στις γειτονιές. Μια αρχή λέει ότι κάθε κάτοικος πρέπει να μπορεί να βλέπει τρία δέντρα από το παράθυρό του, 30% της γειτονιάς τους να είναι υπό τη σκιά δένδρων, και σε 300 μέτρα να μπορεί να φτάσει σε ένα χώρο πρασίνου. Πόσες γειτονιές της Θεσσαλονίκης πληρούν έστω και ένα από τα τρία αυτά κριτήρια;
Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Οι προσπάθειες δεν πρέπει να περιορίζονται σε επιφανειακές λύσεις. Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται ένα φιλόδοξο πλάνο για την ανάπτυξη της κλιματικής της ανθεκτικότητας και να διασφαλίσει την εφαρμογή της με συνέπεια και αποτελεσματικότητα. Ενόψει των αυτοδιοικητικών εκλογών του Οκτωβρίου η συζήτηση πρέπει να επικεντρωθεί γύρω από τις κλιματικές πολιτικές των προγραμμάτων των υποψηφίων. Μια ολιστική και συνεργατική πολιτική που θα περιλαμβάνει τον ιδιωτικό τομέα, τα ακαδημαϊκά ιδρύματα και, πάνω απ' όλα, την κοινωνία των πολιτών. Η ανθεκτικότητα δεν είναι μια τεχνική λύση, αλλά μια στάση ζωής. Η ενημέρωση και η εκπαίδευση του κοινού σχετικά με το πως η κλιματική κρίση μας κάνει πιο ευάλωτους είναι απολύτως απαραίτητη.
Εν κατακλείδι, η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και η ενίσχυση της ανθεκτικότητας της πόλης μας απαιτεί συντονισμένη δράση, πολυεπίπεδη συνεργασία και δέσμευση από την πολιτική της ηγεσίας για μια πιο βιώσιμη και ανθρώπινη αστική πραγματικότητα.
* H Λίνα Λιάκου είναι επικεφαλής του διεθνούς Δικτύου Ανθεκτικών Πόλεων για την Ευρώπη
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 30.07.2023
03/08/2023 08:55
Της Λίνας Λιάκου*
Βιώνουμε τις τελευταίες εβδομάδες ένα ατελείωτο κύμα καύσωνα. Για πρώτη φορά φέτος, η Ελλάδα κατηγοριοποιεί και ονοματίζει τους καύσωνες της, αναγνωρίζοντας τους ως ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο.
Μία καινοτομία που είχε αρχικά εφαρμοστεί από τον δήμο Αθηναίων πέρυσι. Οι προκλήσεις που δημιουργούνται από τους καύσωνες υπογραμμίζουν πως η κλιματική ανθεκτικότητα δεν είναι πολυτέλεια, αλλά θέμα επιβίωσης. Σε όλη την Ευρώπη, οι πόλεις σχεδιάζουν στρατηγικές και πολιτικές για να προσαρμοστούν στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Για παράδειγμα, ο δήμος του Παρισιού προετοιμάζεται για να μπορεί να αντιμετωπίσει καύσωνες με θερμοκρασίες που φτάνουν τους 50 βαθμούς Κελσίου.
Η κλιματική αλλαγή και συγκεκριμένα οι τόσο υψηλές θερμοκρασίες επηρεάζουν κάθε πτυχή της ζωής μας.
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι υψηλές θερμοκρασίες επηρεάζουν αρνητικά τη ψυχική μας υγεία, τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα των παιδιών μας και μπορούν ακόμα και να οδηγήσουν σε αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας. Άρα, το να δημιουργήσουμε πόλεις που μπορούν να προσαρμοστούν στη νέα αυτή πραγματικότητα είναι μονόδρομος αν θέλουμε να μπορούμε να προσφέρουμε μια καλή ποιότητα ζωής στους κατοίκους μας.
Ποια είναι η λύση; Αλλαγή στον τρόπο που σκεφτόμαστε και χτίζουμε την πόλη μας. Το Μιλάνο έχει βάλει σαν στόχο να φυτέψει τρία εκατομμύρια δέντρα, το Μπέλφαστ, μια πόλη στο μέγεθος της Θεσσαλονίκης, έχει φυτέψει μέσα σε μια τριετία 1 εκατομμύριο δέντρα. Η Βαρκελώνη, από την άλλη, έχει μεταμορφώσει τις σχολικές της αυλές ως κλιματικά καταφύγια, μικρές οάσεις, ανοιχτές στις γειτονιές. Μια αρχή λέει ότι κάθε κάτοικος πρέπει να μπορεί να βλέπει τρία δέντρα από το παράθυρό του, 30% της γειτονιάς τους να είναι υπό τη σκιά δένδρων, και σε 300 μέτρα να μπορεί να φτάσει σε ένα χώρο πρασίνου. Πόσες γειτονιές της Θεσσαλονίκης πληρούν έστω και ένα από τα τρία αυτά κριτήρια;
Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Οι προσπάθειες δεν πρέπει να περιορίζονται σε επιφανειακές λύσεις. Η Θεσσαλονίκη χρειάζεται ένα φιλόδοξο πλάνο για την ανάπτυξη της κλιματικής της ανθεκτικότητας και να διασφαλίσει την εφαρμογή της με συνέπεια και αποτελεσματικότητα. Ενόψει των αυτοδιοικητικών εκλογών του Οκτωβρίου η συζήτηση πρέπει να επικεντρωθεί γύρω από τις κλιματικές πολιτικές των προγραμμάτων των υποψηφίων. Μια ολιστική και συνεργατική πολιτική που θα περιλαμβάνει τον ιδιωτικό τομέα, τα ακαδημαϊκά ιδρύματα και, πάνω απ' όλα, την κοινωνία των πολιτών. Η ανθεκτικότητα δεν είναι μια τεχνική λύση, αλλά μια στάση ζωής. Η ενημέρωση και η εκπαίδευση του κοινού σχετικά με το πως η κλιματική κρίση μας κάνει πιο ευάλωτους είναι απολύτως απαραίτητη.
Εν κατακλείδι, η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και η ενίσχυση της ανθεκτικότητας της πόλης μας απαιτεί συντονισμένη δράση, πολυεπίπεδη συνεργασία και δέσμευση από την πολιτική της ηγεσίας για μια πιο βιώσιμη και ανθρώπινη αστική πραγματικότητα.
* H Λίνα Λιάκου είναι επικεφαλής του διεθνούς Δικτύου Ανθεκτικών Πόλεων για την Ευρώπη
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 30.07.2023
ΣΧΟΛΙΑ