«Κολλάει» το ταμείο, στο περίμενε η ανάκαμψη
13/06/2022 20:51
13/06/2022 20:51
Με τη χώρα και την κυβέρνηση εγκλωβισμένες σε μία ανεξέλεγκτη πληθωριστική δίνη που πυροδοτεί το τσουνάμι ακρίβειας και ενώ πυκνά σύννεφα αβεβαιότητας θολώνουν τις μελλοντικές προοπτικές της οικονομίας, το περιβόητο Ταμείο Ανάκαμψης έχει περάσει σε δεύτερο και τρίτο πλάνο κολλημένο στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, στις ελληνικές αδυναμίες ταχείας αξιοποίησης των πόρων του αλλά και στο κύμα ανατιμήσεων που αποτρέπει μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις να εκδηλώσουν ενδιαφέρον καθώς η αβεβαιότητα που έχει εγκατασταθεί στο οικονομικό περιβάλλον τις κάνει να «παγώνουν» επενδυτικά σχέδια.
Πριν ένα χρόνο η «ΜτΚ» μιλούσε για ιστορική ευκαιρία για την οικοδόμηση μίας νέας οικονομίας και κατ’ επέκταση μίας άλλης… χώρας, ευκαιρία την οποία απλόχερα παρέχουν τα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία προσδοκάται μαζί με το νέο ΕΣΠΑ 2021-27 και τις ιδιωτικές επενδύσεις που θα κινητοποιήσουν να τονώσουν την αγορά μέχρι το 2027 με ζεστό χρήμα άνω των 70 δισ. ευρώ. Λεφτά συνεπώς υπάρχουν…
Σήμερα ένα χρόνο μετά, μέσα σε ένα εντελώς διαφορετικό πολεμικό οικονομικό περιβάλλον, το μεγαλεπήβολο εγχείρημα κάπου φαίνεται να… μπατάρει με την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία να μην δείχνει διάθεση να τρέξει αν και οι συνθήκες απαιτούν ευελιξία, παίζοντας «κατενάτσιο». Η ευκαιρία υπάρχει αλλά σε καμία περίπτωση η Ελλάδα δεν απόλαυσε ακόμα απτά οφέλη από το Ταμείο πέρα από περισπούδαστες θεωρητικές αναλύσεις για τις ωφέλειες οι οποίες αν δεν γίνουν ορατές στην καθημερινότητα του απλού πολίτη και της μικρομεσαίας επιχείρησης θα μετατραπούν σε… σκόνη στον άνεμο.
Η ευκαιρία της Ελλάδας να μετασχηματίσει ριζικά το ξεπερασμένο από τις συνθήκες και την πραγματικότητα, με εστίαση μόνο στον τουρισμό, παραγωγικό της μοντέλο και να εισέλθει στην εποχή της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης από πλεονεκτική θέση εξακολουθεί να είναι ζωντανή αλλά μέχρι τώρα δεν διαφαίνεται η χώρα να «καίγεται» να την αξιοποιήσει.
Η θεωρία
Η τονωτική ένεση του Ταμείου στα θεμέλια της οικονομίας (ΑΕΠ, επενδύσεις, απασχόληση) θα έχει ευεργετικά αποτέλεσμα για τα επόμενα 6 χρόνια, ενώ οι θετικές επιδράσεις της θα συνεχιστούν σε βάθος 20ετίας! Η Ελλάδα για κάθε 1 ευρώ που λαμβάνει από πόρους της ΕΕ θα παίρνει πίσω 4,6 ευρώ.
Αν συμβεί αυτό θα πυροδοτήσει αναπτυξιακή έκρηξη εμβέλειας ικανής να εκτοξεύσει σύσσωμο το οικονομικό οικοδόμημα (από πάνω προς τα κάτω), συμπαρασύροντας σε μία σταθερά ανοδική πορεία νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Παράλληλα, θα καλυφθεί πλήρως το επενδυτικό κενό 150 δισ. ευρώ (μεταξύ 2011-2019) που ταλανίζει την ελληνική οικονομία.
Υπολογίζεται πως η εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης θα επιφέρει επιπλέον αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,15% με 1,25% το χρόνο έως και το 2026 (δηλαδή 7% - 7,7% συνολικά). Το εθνικό σχέδιο ανάκαμψης, έχει τη δυνατότητα να προσθέσει ακόμα 7 μονάδες στο ΑΕΠ σε ορίζοντα εξαετίας πέρα και πάνω από τη φυσιολογική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και να δημιουργήσει 200.000 νέες θέσεις εργασίας.
Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ διατηρείται και μακροπρόθεσμα λόγω της θετικής επίδρασης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Επιπρόσθετα, οι ιδιωτικές επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν κατά περίπου 20% έως το 2026 και η απασχόληση κατά 4% (180.000-200.000 νέες θέσεις εργασίας).
Πώς θα διοχετευθούν οι πόροι του Ταμείου μέσω δανείων
Το σύνολο των δανείων 12,7 δισ. ευρώ του Ταμείου θα διοχετευθούν:
- Στην πράσινη μετάβαση (4,9 δισ. ευρώ) και στον ψηφιακό μετασχηματισμό (2,6 δισ. ευρώ) όπως αντίστοιχα θα συμβεί στον τομέα των επιδοτήσεων.
- Στην έρευνα και καινοτομία (1,3 δισ. ευρώ) μέσω της ενίσχυσης της έρευνας και καινοτομίας αλλά και μέσω της προώθησης πρωτοποριακών και καινοτόμων υποδομών.
- Στην εξωστρέφεια (3,2 δισ. ευρώ) μέσω της ενίσχυσης της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων προς την τοπική και διεθνή οικονομία.
- Στις συγχωνεύσεις και εξαγορές (0,7 δισ. ευρώ) μέσω της δημιουργίας οικονομιών κλίμακας αλλά και της προώθησης συγχωνεύσεων και εξαγορών.
Τι έχει γίνει μέχρι τώρα
Μέχρι τώρα κινούνται κάποιες διαδικασίες αν και ο πόλεμος, η εκρηκτική άνοδος των τιμών και η ανασφάλεια που φέρνουν μαζί τους στους επενδυτές δεν βοηθούν στην ζωηρή εκδήλωση ενδιαφέροντος για έργα ούτως ώστε να τρέξει η οικονομία έναν αναπτυξιακό… μαραθώνιο διαρκείας. Με τις προβλέψεις μέσα σε ένα ευμετάβλητο περιβάλλον να κρίνονται απαγορευτικές κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει με ακρίβεια πότε θα ξεδιαλύνει το θολό τοπίο.
Πρόσφατα με την Ελλάδα να έχει λάβει 3,5 δισ. ευρώ (η πρώτη δόση) από το Ταμείο, έγινε γνωστό πως επιπλέον 57 έργα, συνολικού προϋπολογισμού 1,7 δισ. ευρώ, εντάσσονται υπό τη σκέπη του Ταμείου. Τα έργα «μοιράζονται» στους τέσσερις πυλώνες του Εθνικού Σχεδίου, το οποίο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Ειδικότερα, 4 έργα, ύψους 50,75 εκατ. ευρώ, αφορούν στην «Πράσινη Μετάβαση», 6 έργα, προϋπολογισμού 227,35 εκατ. ευρώ, στην «Ψηφιακή μετάβαση», 15 έργα, ύψους 490,18 εκατ. ευρώ, σε «Απασχόληση - Δεξιότητες - Κοινωνική Συνοχή» και 32 έργα, προϋπολογισμού 927,68 εκατ. ευρώ, σε «Ιδιωτικές επενδύσεις και μετασχηματισμό της οικονομίας».
Αυτές οι πρόσφατες εντάξεις που αφορούν πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, απασχόληση, δεξιότητες, κοινωνική συνοχή, ιδιωτικές επενδύσεις και μετασχηματισμό της οικονομίας μεγαλώνουν τον αριθμό των έργων που θα υλοποιηθούν στο πλαίσιο του «Ελλάδα 2.0» στα 230, με τον συνολικό προϋπολογισμό τους να διαμορφώνεται, αντίστοιχα, στα 10,2 δισ. ευρώ.
Μέχρι στιγμής η χώρα έχει ολοκληρώσει 15 ορόσημα για να εισπράξει την πρώτη δόση. Τα επόμενα βήματα θα γίνονται όλο και δυσκολότερα και για φέτος ο πήχης των απαιτήσεων ανεβαίνει κυρίως το δεύτερο εξάμηνο, σύμφωνα με ανάλυση της Eurobank.
Για τη δεύτερη δόση, ύψους 1,72 δισ. ευρώ (αφορά μόνο επιδοτήσεις), πρέπει να ολοκληρωθούν 25 ορόσημα έως το τέλος του δευτέρου τριμήνου. Κάποια από τα ορόσημα αυτά, σημειώνει η Eurobank, έχουν ξεκινήσει να υλοποιούνται ή και τείνουν να ολοκληρωθούν πριν από τη λήξη της προθεσμίας, όπως η μεταρρύθμιση για την απλούστευση της αδειοδότησης των ΑΠΕ, ο ψηφιακός μετασχηματισμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσω συστήματος κουπονιών, το στρατηγικό σχέδιο για την επαγγελματική εκπαίδευση, κατάρτιση και διά βίου μάθηση, ο καθορισμός των προδιαγραφών για τη διασύνδεση των ηλεκτρονικών ταμειακών μηχανών και των POS με την ΑΑΔΕ, η παροχή φορολογικών και οικονομικών κινήτρων για τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας μέσω συνεργασιών και εταιρικών μετασχηματισμών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ο οικονομικός μετασχηματισμός του γεωργικού τομέα και η δημιουργία νέων βιομηχανικών πάρκων.
Η τρίτη δόση ύψους 3,6 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 1,72 δισ. ευρώ αφορά επιδοτήσεις και 1,84 δισ. ευρώ δάνεια, συνδέεται με την επίτευξη επιπλέον 40 «οροσήμων» έως το τέλος του τετάρτου τριμήνου 2022.
Επιπλέον, η Ελλάδα πρέπει να εκπληρώσει έως το τέλος του 2022 και τις 22 εκκρεμότητες της ενισχυμένης εποπτείας, ώστε να εισπράξει τα 748 εκατ. ευρώ από την επιστροφή κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών που εκκρεμούν από το 2019.
Υπενθυμίζεται πως τον Ιούλιο του 2021 ανακοινώθηκε το πρώτο «πακέτο» εντάξεων στο Ταμείο, συγκεκριμένα αφορούσε 12 έργα, συνολικού ύψους 1,42 δισ. ευρώ. Σε αυτά προστέθηκαν 36 έργα (1,34 δισ. ευρώ) τον Οκτώβριο του 2021, ακόμη 55 (3,35 δισ. ευρώ) τον Ιανουάριο του 2022 και 70 (2,4 δισ. ευρώ) τον Μάρτιο του 2022.
Παράλληλα, αν και δεκάδες αιτήσεις υποβάλλονται καθημερινά στις τράπεζες για τα χαμηλότοκα δάνεια του Ταμείου, τα μεγάλα ψάρια φαίνεται να μαζεύουν μέχρι στιγμής όλο το χαρτί. Αξίζει να σημειωθεί πως η σχεδόν μηδενική δανειοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης συμπληρώνεται από ένα χαμηλότοκο τραπεζικό δάνειο, περίοδο χάριτος και αποπληρωμή σε έως 15 έτη. Ο επιχειρηματίας βάζει από το τσέπη του μόνο το 20% της επένδυσης. Όλη η διαδικασία «τρέχει» μέσω των τραπεζών χωρίς εμπλοκή του δημοσίου (πέραν της αξιολόγησης συγκεκριμένων σημείων από ανεξάρτητο ελεγκτή του ταμείου).
Και οι μικρομεσαίοι κύριε;
Γιατί όμως δεν υπάρχει (αν και ακρίβεια, πόλεμος και αβεβαιότητα είναι αποτρεπτικοί παράγοντες), έκρηξη επενδυτικού ενδιαφέροντος από μικρομεσαίους;
Το καίριο ζητούμενο που είναι η πραγματική ενίσχυση των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, σε μία χώρα που στηρίζεται σε συντριπτικό ποσοστό στους μικρούς (το 99,9% των επιχειρήσεων του μη χρηματοπιστωτικού τομέα είναι ΜμΕ, με αυτές να συμβάλλουν δε στο 83% της απασχόλησης}, δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται. Η επιλογή της διοχέτευσης των πόρων του Ταμείου (και αυτό ανεξάρτητα από τις δυσμενείς συνθήκες που διμαορφώνονται) κατά κύριο λόγο μέσω των τραπεζών, η οποία συνεπάγεται την επικράτηση της εναλλακτικής του δανεισμού έναντι της επιχορήγησης, θέτει εν αμφιβόλω την επιτυχία του προγράμματος. Τα χαμηλά επιτόκια μπορεί να είναι μεν ελκυστικά, ωστόσο πολλές επιχειρήσεις μένουν de facto εκτός δανεισμού καθώς συχνά δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που θέτουν οι τράπεζες. Ευνοούνται κατά κύριο λόγο οι μεγάλοι παίκτες και οι συνενώσεις επιχειρήσεων.
Πολλά κράτη διέβλεψαν τον κίνδυνο αυτόν και έχουν κατανείμει ήδη διαφορετικά τους πόρους, ώστε να υπάρχει επαρκής χώρος για επιχορηγήσεις. Ενδεικτικά, τα παραδείγματα της Φινλανδίας, με την παροχή επιχορηγήσεων επιχειρηματικής ανάπτυξης και ενίσχυσης των ικανοτήτων διεθνοποίησης των ΜμΕ, της Λετονίας με χορηγούμενες δράσεις για τις ψηφιακές δεξιότητες και στόχο την επανειδίκευση και την αναβάθμιση δεξιοτήτων και την υποστήριξη καινοτόμων ψηφιακών υποδομών των ΜμΕ, και τέλος της Γαλλίας η οποία θα στηρίξει την ενεργειακή ανακαίνιση των ΜμΕ με μέτρο έκπτωσης φόρου και με ειδικό πρόγραμμα επιχορηγήσεων για την υποστήριξη βιοτεχνών, μικρεμπόρων και αυτοαπασχολουμένων.
Η δικαιότερη κατανομή των πόρων, ώστε πόροι του ταμείου να πέφτουν μέσω επιχορηγήσεων και στις ελληνικές ΜμΕ, καθώς και ένα σύστημα κρατικής εγγύησης που θα τους επιτρέπει τον δανεισμό μέσω χαμηλών επιτοκίων, στα πρότυπα αντίστοιχων συστημάτων που ενεργοποιήθηκαν τα χρόνια της κρίσης θα μπορούσαν να δώσουν το φιλί της ζωής στο μικρομεσαίο επιχειρείν που αυτή τη στιγμή αισθάνεται πλήρως εκτός συστήματος κι ενώ πάνω από τα κεφάλια του στήνεται χορός δισεκατομμυρίων…
Δεύτερο ζητούμενο είναι η επαρκής ενημέρωση όλων των ενδιαφερόμενων μερών για τις δυνατότητες αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Σε μεγάλο βαθμό στην αγορά κυριαρχεί κλίμα αμφιβολίας και εν μέρει αμφισβήτησης του Ταμείου (σαν κάτι που δεν αφορά το μικρομεσαίο επιχειρείν), που προέρχεται μέχρι ένα σημείο από την ελλιπή ενημέρωση για τη διαδικασία. Οι εξωτερικοί σύμβουλοι που προσφέρουν σχετικές υπηρεσίες δεν επαρκούν, είναι συχνά υποενημερωμένοι και οι ίδιοι, ενώ το κόστος τους επιβαρύνει σημαντικά τις ΜμΕ.
Το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί
Καθίσταται σαφές πως παρά τις αναμφισβήτητα καλές προθέσεις, μέχρι στιγμής και ενώ προχωρούν κάποιες διαδικασίες περισσεύουν ακόμα τα «αν» και τα «θα» με το απτό αποτέλεσμα να απουσιάζει, αν και σίγουρα απαιτείται χρόνος για να δρέψει η οικονομία τους αναπτυξιακούς καρπούς.
Το κρισιμότερο όμως στοίχημα που θα κρίνει την επιτυχία του εγχειρήματος είναι η διάχυση των ωφελειών, άμεσων και έμμεσων που θα προκύψουν σε όλο τον παραγωγικό και κοινωνικό ιστό. Μπορεί όλα αυτά να ακούγονται ωραία και ελπιδοφόρα, ωστόσο το μικρομεσαίο επιχειρείν που κράτησε όρθια την χώρα εν μέσω πανδημίας και παλεύει ακόμα να συνέλθει από το κορονοσόκ ακούει να στήνεται χορός δισεκατομμυρίων δίπλα του χωρίς, προς ώρας, να υπάρχει ένα συγκροτημένο σχέδιο για το πώς θα καρπωθεί και αυτό τα οφέλη. Με άλλα λόγια, χρειάζεται η κοινωνία να πειστεί πως όλοι θα λάβουν κομμάτι της πλούσιας πίτας για να υπάρξει ευρύτερη συστράτευση των κοινωνικών και παραγωγικών δυνάμεων ώστε να στεφθεί με επιτυχία το project.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 11-12.06.2022
14/06/2022 07:00
Με τη χώρα και την κυβέρνηση εγκλωβισμένες σε μία ανεξέλεγκτη πληθωριστική δίνη που πυροδοτεί το τσουνάμι ακρίβειας και ενώ πυκνά σύννεφα αβεβαιότητας θολώνουν τις μελλοντικές προοπτικές της οικονομίας, το περιβόητο Ταμείο Ανάκαμψης έχει περάσει σε δεύτερο και τρίτο πλάνο κολλημένο στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, στις ελληνικές αδυναμίες ταχείας αξιοποίησης των πόρων του αλλά και στο κύμα ανατιμήσεων που αποτρέπει μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις να εκδηλώσουν ενδιαφέρον καθώς η αβεβαιότητα που έχει εγκατασταθεί στο οικονομικό περιβάλλον τις κάνει να «παγώνουν» επενδυτικά σχέδια.
Πριν ένα χρόνο η «ΜτΚ» μιλούσε για ιστορική ευκαιρία για την οικοδόμηση μίας νέας οικονομίας και κατ’ επέκταση μίας άλλης… χώρας, ευκαιρία την οποία απλόχερα παρέχουν τα 32 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία προσδοκάται μαζί με το νέο ΕΣΠΑ 2021-27 και τις ιδιωτικές επενδύσεις που θα κινητοποιήσουν να τονώσουν την αγορά μέχρι το 2027 με ζεστό χρήμα άνω των 70 δισ. ευρώ. Λεφτά συνεπώς υπάρχουν…
Σήμερα ένα χρόνο μετά, μέσα σε ένα εντελώς διαφορετικό πολεμικό οικονομικό περιβάλλον, το μεγαλεπήβολο εγχείρημα κάπου φαίνεται να… μπατάρει με την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία να μην δείχνει διάθεση να τρέξει αν και οι συνθήκες απαιτούν ευελιξία, παίζοντας «κατενάτσιο». Η ευκαιρία υπάρχει αλλά σε καμία περίπτωση η Ελλάδα δεν απόλαυσε ακόμα απτά οφέλη από το Ταμείο πέρα από περισπούδαστες θεωρητικές αναλύσεις για τις ωφέλειες οι οποίες αν δεν γίνουν ορατές στην καθημερινότητα του απλού πολίτη και της μικρομεσαίας επιχείρησης θα μετατραπούν σε… σκόνη στον άνεμο.
Η ευκαιρία της Ελλάδας να μετασχηματίσει ριζικά το ξεπερασμένο από τις συνθήκες και την πραγματικότητα, με εστίαση μόνο στον τουρισμό, παραγωγικό της μοντέλο και να εισέλθει στην εποχή της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης από πλεονεκτική θέση εξακολουθεί να είναι ζωντανή αλλά μέχρι τώρα δεν διαφαίνεται η χώρα να «καίγεται» να την αξιοποιήσει.
Η θεωρία
Η τονωτική ένεση του Ταμείου στα θεμέλια της οικονομίας (ΑΕΠ, επενδύσεις, απασχόληση) θα έχει ευεργετικά αποτέλεσμα για τα επόμενα 6 χρόνια, ενώ οι θετικές επιδράσεις της θα συνεχιστούν σε βάθος 20ετίας! Η Ελλάδα για κάθε 1 ευρώ που λαμβάνει από πόρους της ΕΕ θα παίρνει πίσω 4,6 ευρώ.
Αν συμβεί αυτό θα πυροδοτήσει αναπτυξιακή έκρηξη εμβέλειας ικανής να εκτοξεύσει σύσσωμο το οικονομικό οικοδόμημα (από πάνω προς τα κάτω), συμπαρασύροντας σε μία σταθερά ανοδική πορεία νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Παράλληλα, θα καλυφθεί πλήρως το επενδυτικό κενό 150 δισ. ευρώ (μεταξύ 2011-2019) που ταλανίζει την ελληνική οικονομία.
Υπολογίζεται πως η εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης θα επιφέρει επιπλέον αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,15% με 1,25% το χρόνο έως και το 2026 (δηλαδή 7% - 7,7% συνολικά). Το εθνικό σχέδιο ανάκαμψης, έχει τη δυνατότητα να προσθέσει ακόμα 7 μονάδες στο ΑΕΠ σε ορίζοντα εξαετίας πέρα και πάνω από τη φυσιολογική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και να δημιουργήσει 200.000 νέες θέσεις εργασίας.
Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ διατηρείται και μακροπρόθεσμα λόγω της θετικής επίδρασης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Επιπρόσθετα, οι ιδιωτικές επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν κατά περίπου 20% έως το 2026 και η απασχόληση κατά 4% (180.000-200.000 νέες θέσεις εργασίας).
Πώς θα διοχετευθούν οι πόροι του Ταμείου μέσω δανείων
Το σύνολο των δανείων 12,7 δισ. ευρώ του Ταμείου θα διοχετευθούν:
- Στην πράσινη μετάβαση (4,9 δισ. ευρώ) και στον ψηφιακό μετασχηματισμό (2,6 δισ. ευρώ) όπως αντίστοιχα θα συμβεί στον τομέα των επιδοτήσεων.
- Στην έρευνα και καινοτομία (1,3 δισ. ευρώ) μέσω της ενίσχυσης της έρευνας και καινοτομίας αλλά και μέσω της προώθησης πρωτοποριακών και καινοτόμων υποδομών.
- Στην εξωστρέφεια (3,2 δισ. ευρώ) μέσω της ενίσχυσης της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων προς την τοπική και διεθνή οικονομία.
- Στις συγχωνεύσεις και εξαγορές (0,7 δισ. ευρώ) μέσω της δημιουργίας οικονομιών κλίμακας αλλά και της προώθησης συγχωνεύσεων και εξαγορών.
Τι έχει γίνει μέχρι τώρα
Μέχρι τώρα κινούνται κάποιες διαδικασίες αν και ο πόλεμος, η εκρηκτική άνοδος των τιμών και η ανασφάλεια που φέρνουν μαζί τους στους επενδυτές δεν βοηθούν στην ζωηρή εκδήλωση ενδιαφέροντος για έργα ούτως ώστε να τρέξει η οικονομία έναν αναπτυξιακό… μαραθώνιο διαρκείας. Με τις προβλέψεις μέσα σε ένα ευμετάβλητο περιβάλλον να κρίνονται απαγορευτικές κανείς δεν μπορεί να εκτιμήσει με ακρίβεια πότε θα ξεδιαλύνει το θολό τοπίο.
Πρόσφατα με την Ελλάδα να έχει λάβει 3,5 δισ. ευρώ (η πρώτη δόση) από το Ταμείο, έγινε γνωστό πως επιπλέον 57 έργα, συνολικού προϋπολογισμού 1,7 δισ. ευρώ, εντάσσονται υπό τη σκέπη του Ταμείου. Τα έργα «μοιράζονται» στους τέσσερις πυλώνες του Εθνικού Σχεδίου, το οποίο βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Ειδικότερα, 4 έργα, ύψους 50,75 εκατ. ευρώ, αφορούν στην «Πράσινη Μετάβαση», 6 έργα, προϋπολογισμού 227,35 εκατ. ευρώ, στην «Ψηφιακή μετάβαση», 15 έργα, ύψους 490,18 εκατ. ευρώ, σε «Απασχόληση - Δεξιότητες - Κοινωνική Συνοχή» και 32 έργα, προϋπολογισμού 927,68 εκατ. ευρώ, σε «Ιδιωτικές επενδύσεις και μετασχηματισμό της οικονομίας».
Αυτές οι πρόσφατες εντάξεις που αφορούν πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, απασχόληση, δεξιότητες, κοινωνική συνοχή, ιδιωτικές επενδύσεις και μετασχηματισμό της οικονομίας μεγαλώνουν τον αριθμό των έργων που θα υλοποιηθούν στο πλαίσιο του «Ελλάδα 2.0» στα 230, με τον συνολικό προϋπολογισμό τους να διαμορφώνεται, αντίστοιχα, στα 10,2 δισ. ευρώ.
Μέχρι στιγμής η χώρα έχει ολοκληρώσει 15 ορόσημα για να εισπράξει την πρώτη δόση. Τα επόμενα βήματα θα γίνονται όλο και δυσκολότερα και για φέτος ο πήχης των απαιτήσεων ανεβαίνει κυρίως το δεύτερο εξάμηνο, σύμφωνα με ανάλυση της Eurobank.
Για τη δεύτερη δόση, ύψους 1,72 δισ. ευρώ (αφορά μόνο επιδοτήσεις), πρέπει να ολοκληρωθούν 25 ορόσημα έως το τέλος του δευτέρου τριμήνου. Κάποια από τα ορόσημα αυτά, σημειώνει η Eurobank, έχουν ξεκινήσει να υλοποιούνται ή και τείνουν να ολοκληρωθούν πριν από τη λήξη της προθεσμίας, όπως η μεταρρύθμιση για την απλούστευση της αδειοδότησης των ΑΠΕ, ο ψηφιακός μετασχηματισμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσω συστήματος κουπονιών, το στρατηγικό σχέδιο για την επαγγελματική εκπαίδευση, κατάρτιση και διά βίου μάθηση, ο καθορισμός των προδιαγραφών για τη διασύνδεση των ηλεκτρονικών ταμειακών μηχανών και των POS με την ΑΑΔΕ, η παροχή φορολογικών και οικονομικών κινήτρων για τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας μέσω συνεργασιών και εταιρικών μετασχηματισμών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ο οικονομικός μετασχηματισμός του γεωργικού τομέα και η δημιουργία νέων βιομηχανικών πάρκων.
Η τρίτη δόση ύψους 3,6 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 1,72 δισ. ευρώ αφορά επιδοτήσεις και 1,84 δισ. ευρώ δάνεια, συνδέεται με την επίτευξη επιπλέον 40 «οροσήμων» έως το τέλος του τετάρτου τριμήνου 2022.
Επιπλέον, η Ελλάδα πρέπει να εκπληρώσει έως το τέλος του 2022 και τις 22 εκκρεμότητες της ενισχυμένης εποπτείας, ώστε να εισπράξει τα 748 εκατ. ευρώ από την επιστροφή κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών που εκκρεμούν από το 2019.
Υπενθυμίζεται πως τον Ιούλιο του 2021 ανακοινώθηκε το πρώτο «πακέτο» εντάξεων στο Ταμείο, συγκεκριμένα αφορούσε 12 έργα, συνολικού ύψους 1,42 δισ. ευρώ. Σε αυτά προστέθηκαν 36 έργα (1,34 δισ. ευρώ) τον Οκτώβριο του 2021, ακόμη 55 (3,35 δισ. ευρώ) τον Ιανουάριο του 2022 και 70 (2,4 δισ. ευρώ) τον Μάρτιο του 2022.
Παράλληλα, αν και δεκάδες αιτήσεις υποβάλλονται καθημερινά στις τράπεζες για τα χαμηλότοκα δάνεια του Ταμείου, τα μεγάλα ψάρια φαίνεται να μαζεύουν μέχρι στιγμής όλο το χαρτί. Αξίζει να σημειωθεί πως η σχεδόν μηδενική δανειοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης συμπληρώνεται από ένα χαμηλότοκο τραπεζικό δάνειο, περίοδο χάριτος και αποπληρωμή σε έως 15 έτη. Ο επιχειρηματίας βάζει από το τσέπη του μόνο το 20% της επένδυσης. Όλη η διαδικασία «τρέχει» μέσω των τραπεζών χωρίς εμπλοκή του δημοσίου (πέραν της αξιολόγησης συγκεκριμένων σημείων από ανεξάρτητο ελεγκτή του ταμείου).
Και οι μικρομεσαίοι κύριε;
Γιατί όμως δεν υπάρχει (αν και ακρίβεια, πόλεμος και αβεβαιότητα είναι αποτρεπτικοί παράγοντες), έκρηξη επενδυτικού ενδιαφέροντος από μικρομεσαίους;
Το καίριο ζητούμενο που είναι η πραγματική ενίσχυση των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, σε μία χώρα που στηρίζεται σε συντριπτικό ποσοστό στους μικρούς (το 99,9% των επιχειρήσεων του μη χρηματοπιστωτικού τομέα είναι ΜμΕ, με αυτές να συμβάλλουν δε στο 83% της απασχόλησης}, δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται. Η επιλογή της διοχέτευσης των πόρων του Ταμείου (και αυτό ανεξάρτητα από τις δυσμενείς συνθήκες που διμαορφώνονται) κατά κύριο λόγο μέσω των τραπεζών, η οποία συνεπάγεται την επικράτηση της εναλλακτικής του δανεισμού έναντι της επιχορήγησης, θέτει εν αμφιβόλω την επιτυχία του προγράμματος. Τα χαμηλά επιτόκια μπορεί να είναι μεν ελκυστικά, ωστόσο πολλές επιχειρήσεις μένουν de facto εκτός δανεισμού καθώς συχνά δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που θέτουν οι τράπεζες. Ευνοούνται κατά κύριο λόγο οι μεγάλοι παίκτες και οι συνενώσεις επιχειρήσεων.
Πολλά κράτη διέβλεψαν τον κίνδυνο αυτόν και έχουν κατανείμει ήδη διαφορετικά τους πόρους, ώστε να υπάρχει επαρκής χώρος για επιχορηγήσεις. Ενδεικτικά, τα παραδείγματα της Φινλανδίας, με την παροχή επιχορηγήσεων επιχειρηματικής ανάπτυξης και ενίσχυσης των ικανοτήτων διεθνοποίησης των ΜμΕ, της Λετονίας με χορηγούμενες δράσεις για τις ψηφιακές δεξιότητες και στόχο την επανειδίκευση και την αναβάθμιση δεξιοτήτων και την υποστήριξη καινοτόμων ψηφιακών υποδομών των ΜμΕ, και τέλος της Γαλλίας η οποία θα στηρίξει την ενεργειακή ανακαίνιση των ΜμΕ με μέτρο έκπτωσης φόρου και με ειδικό πρόγραμμα επιχορηγήσεων για την υποστήριξη βιοτεχνών, μικρεμπόρων και αυτοαπασχολουμένων.
Η δικαιότερη κατανομή των πόρων, ώστε πόροι του ταμείου να πέφτουν μέσω επιχορηγήσεων και στις ελληνικές ΜμΕ, καθώς και ένα σύστημα κρατικής εγγύησης που θα τους επιτρέπει τον δανεισμό μέσω χαμηλών επιτοκίων, στα πρότυπα αντίστοιχων συστημάτων που ενεργοποιήθηκαν τα χρόνια της κρίσης θα μπορούσαν να δώσουν το φιλί της ζωής στο μικρομεσαίο επιχειρείν που αυτή τη στιγμή αισθάνεται πλήρως εκτός συστήματος κι ενώ πάνω από τα κεφάλια του στήνεται χορός δισεκατομμυρίων…
Δεύτερο ζητούμενο είναι η επαρκής ενημέρωση όλων των ενδιαφερόμενων μερών για τις δυνατότητες αξιοποίησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Σε μεγάλο βαθμό στην αγορά κυριαρχεί κλίμα αμφιβολίας και εν μέρει αμφισβήτησης του Ταμείου (σαν κάτι που δεν αφορά το μικρομεσαίο επιχειρείν), που προέρχεται μέχρι ένα σημείο από την ελλιπή ενημέρωση για τη διαδικασία. Οι εξωτερικοί σύμβουλοι που προσφέρουν σχετικές υπηρεσίες δεν επαρκούν, είναι συχνά υποενημερωμένοι και οι ίδιοι, ενώ το κόστος τους επιβαρύνει σημαντικά τις ΜμΕ.
Το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί
Καθίσταται σαφές πως παρά τις αναμφισβήτητα καλές προθέσεις, μέχρι στιγμής και ενώ προχωρούν κάποιες διαδικασίες περισσεύουν ακόμα τα «αν» και τα «θα» με το απτό αποτέλεσμα να απουσιάζει, αν και σίγουρα απαιτείται χρόνος για να δρέψει η οικονομία τους αναπτυξιακούς καρπούς.
Το κρισιμότερο όμως στοίχημα που θα κρίνει την επιτυχία του εγχειρήματος είναι η διάχυση των ωφελειών, άμεσων και έμμεσων που θα προκύψουν σε όλο τον παραγωγικό και κοινωνικό ιστό. Μπορεί όλα αυτά να ακούγονται ωραία και ελπιδοφόρα, ωστόσο το μικρομεσαίο επιχειρείν που κράτησε όρθια την χώρα εν μέσω πανδημίας και παλεύει ακόμα να συνέλθει από το κορονοσόκ ακούει να στήνεται χορός δισεκατομμυρίων δίπλα του χωρίς, προς ώρας, να υπάρχει ένα συγκροτημένο σχέδιο για το πώς θα καρπωθεί και αυτό τα οφέλη. Με άλλα λόγια, χρειάζεται η κοινωνία να πειστεί πως όλοι θα λάβουν κομμάτι της πλούσιας πίτας για να υπάρξει ευρύτερη συστράτευση των κοινωνικών και παραγωγικών δυνάμεων ώστε να στεφθεί με επιτυχία το project.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 11-12.06.2022
ΣΧΟΛΙΑ