Κορονοϊός: H Θεσσαλονίκη αποκτά ανοσία;
18/02/2021 15:39
18/02/2021 15:39
Να μην επαναληφθεί η θλιβερή δυναμική του δεύτερου κύματος προσπαθούν με κάθε τρόπο ιατρικοί, επιχειρησιακοί και κυβερνητικοί παράγοντες στο τρίτο κύμα, που όπως φαίνεται διανύουμε ήδη. Τα έκτακτα μέτρα και οι περιορισμοί έχουν ως στόχο ο Φεβρουάριος να μη θυμίσει… Νοέμβριο στα νοσοκομεία της χώρας και να μην καταγραφούν οι πολυάριθμες απώλειες ασθενών.
Αυτή τη φορά η Αττική βρίσκεται στο επίκεντρο της πανδημίας με αυξημένες επιφυλάξεις για τη Βόρεια Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη. Το «πάθημα» των περασμένων μηνών προτρέχουν να αποτελέσει «μάθημα» για το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ), τους πολίτες και την κυβέρνηση. Όπως αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Υγείας στη «ΜτΚ», το επιχειρησιακό σχέδιο για το τρίτο κύμα άρχισε να προετοιμάζεται από τη στιγμή που παρουσιάστηκε ύφεση του δεύτερου κύματος στις αρχές Ιανουαρίου.
Ωστόσο, για ακόμα μία φορά υπάρχουν αστάθμητοι παράγοντες. Η μεταβολή του καιρού φαίνεται να επηρεάζει την εξάπλωση του κορονοϊού, με τις πρώτες μελέτες να δείχνουν πως ο άγνωστος εχθρός αποκτά ανθεκτικότητα σε χαμηλές θερμοκρασίες. Όμως, η ψυχολογία του κόσμου αποτελεί ένα μεγαλύτερο στοίχημα, καθώς δεν είναι λίγοι αυτοί που εξαντλήθηκαν με τα επανωτά lockdown, ενώ υπάρχουν και αγανακτισμένοι, κυρίως λόγω της οικονομικής ζημιάς που έχουν υποστεί. Η τήρηση των μέτρων, όπως πάντα, είναι το σημαντικότερο μέτρο κατά της διασποράς, καθώς αν η πλειοψηφία συμμορφωθεί για ακόμα μία φορά, θα αποτραπεί η πίεση στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ.
Πώς επηρεάζει το κρύο
Οι επόμενες ημέρες είναι ιδιαίτερα κρίσιμες για την επιδημιολογική πορεία, καθώς η «Μήδεια» μπορεί να βοηθήσει τον COVID-19 στη μεταδοτικότητα για δύο λόγους. «Ο κορονοϊός είναι μία εποχιακή λοίμωξη του χειμώνα και οι χαμηλές θερμοκρασίες τoν βοηθούν να διατηρείται για περισσότερο χρόνο στην ατμόσφαιρα. Σαφώς όμως επηρεάζει και τη συμπεριφορά του κόσμου, που λόγω του κρύου μένει περισσότερο σε κλειστούς χώρους και ίσως να προκαλείται συγχρωτισμός» δηλώνει στη «ΜτΚ» ο διευθυντής της Β’ ΜΕΘ του Παπανικολάου Νικόλαος Καπραβέλος.
«Οι χαμηλές θερμοκρασίες ενισχύουν τον κορονοϊό, καθώς καταργούν την κοινωνική αποστασιοποίηση που επιβάλλουν τα μέτρα για την αποφυγή της διασποράς. Οι πολίτες μένουν στα σπίτια τους και είναι πιθανόν κάποιος τρίτος να τους επισκεφτεί χωρίς να γνωρίζει ότι νοσεί» αναφέρει ο καθηγητής Πνευμονολογίας και Λοιμωξιολογίας του ΑΠΘ Ιωάννης Κιουμής, τονίζοντας όμως ότι ακόμα δεν έχουν διαπιστωθεί ενδεδειγμένα οι επιπτώσεις της θερμοκρασίας στον ιό.
Σύμφωνα με τον κ. Κιουμή, ο κορονοϊός ενισχύεται από συγκεκριμένους συνδυασμούς της θερμοκρασίας με την υγρασία. «Όπως έχει διαπιστωθεί, μπορεί να εξαπλωθεί εύκολα και στις βόρειες ψυχρές χώρες αλλά και χώρες με υψηλές θερμοκρασίες. Απλά, η πολύ χαμηλή θερμοκρασία τον στεγνώνει και η υψηλή τον ‘πνιγεί’. Οι καλύτερες συνθήκες που τον ευνοούν, είναι ο συνδυασμός της θερμοκρασίας και της υγρασίας σε μέσες τιμές» εξηγεί ο καθηγητής.
Όσα φοβούνται για τα νοσοκομεία
Το 83% άγγιξε η πληρότητα στις ΜΕΘ στα νοσοκομεία της Αττικής την Παρασκευή, παρά το ολικό lockdown που επιβλήθηκε. Οι φόβοι να μην υπάρχουν διαθέσιμες κλίνες ΜΕΘ και οι κλινικές COVID-19 να είναι γεμάτες παραμένουν έντονοι στην Αττική, με τους ειδικούς να απεύχονται να διαδραματιστούν οι εικόνες της Θεσσαλονίκης του περασμένου Νοεμβρίου.
Από την άλλη, στη Θεσσαλονίκη την περασμένη εβδομάδα παρατηρήθηκε αύξηση στις εισαγωγές ασθενών με κορονοϊό που ακόμα χαρακτηρίζεται ήπια, αλλά να δείχνει πως αδημονεί ένας νέος κίνδυνος. Χαρακτηριστικά το νοσοκομείο Παπαγεωργίου ολοκλήρωσε την εφημερία το πρωί της Παρασκευής με 30 εισαγωγές, ενώ την προηγούμενη εφημερία εισήγαγε 17 ασθενείς και πριν δύο εβδομάδες μόλις 9. Η ανησυχία των υγειονομικών στα δημόσια νοσοκομεία είναι έντονη για απότομη κλιμάκωση των εισαγωγών, καθώς ο αριθμός των νοσηλευόμενων δεν απέχει αρκετά από αυτόν που υπήρχε στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης πριν δεχθεί την αφόρητη πίεση. Συγκεκριμένα, στις 2/11 στο «Παπαγεωργίου» νοσηλεύονταν 6 ασθενείς με κορονοϊό σε ΜΕΘ και 20 σε απλές κλίνες. Μέσα σε διάστημα 10 ημερών αυξήθηκαν οι ΜΕΘ σε 43 και τα κρεβάτια στις κλινικές COVID-19 σε 240. Στις αρχές του τρίτου κύματος και συγκεκριμένα στις 11/2, στο νοσοκομείο νοσηλεύονταν 9 άτομα σε ΜΕΘ και στις απλές κλινικές 30.
Περίπου στον ίδιο βαθμό είναι οι εισαγωγές και στα υπόλοιπα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης. Στο «Παπανικολάου» στις 5 Φεβρουαρίου πραγματοποίησαν 19 εισαγωγές, ενώ πέντε ημέρες αργότερα η εφημερία έκλεισε με 25. Το σημαντικό είναι όμως πως οι επιπλέον ΜΕΘ στη Θεσσαλονίκη έχουν «ξεστηθεί» και πλέον πολλές φιλοξενούν και πάλι ασθενείς με διαφορετική νοσηρότητα. «Το ‘Παπανικολάου’ επανήλθε σε κανονικούς ρυθμούς στις 10 Ιανουαρίου, πλέον δεχόμαστε και τα υπόλοιπα περιστατικά και άρχισαν να γίνονται χειρουργεία που είχαν παγώσει από τον Νοέμβριο. Ο εκτροχιασμός για εμάς θα σημαίνει πως πάλι θα σταματήσουν όλα και θα δεχόμαστε μόνο περιστατικά COVID-19. Αυτό δεν θέλουμε να επαναληφθεί» δηλώνει ο Νικόλαος Καπραβέλος. Στη Β’ ΜΕΘ, όπως λέει ο ίδιος, μετά από τρεις μήνες διαχειρίζονται πλέον περιστατικά γενικής νοσηρότητας. «Τον Νοέμβριο μέσα σε 24 ώρες γεμίσαμε μόνο περιστατικά κορονοϊού. Εργάζομαι 40 χρόνια, ποτέ δεν είδα την ΜΕΘ να γεμίζει τόσο γρήγορα. Για αυτό ζητάμε επιπλέον μέτρα, για να διαφυλάξουμε ότι δεν θα μας ξανά συμβεί αυτό » συμπληρώνει.
«Η κατάσταση στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης είναι ακόμα διαχειρίσιμη. Οι ΜΕΘ ακόμα έχουν περιθώριο αλλά από τα επιδημιολογικά νούμερα που παρουσιάζονται είμαστε πλέον σε επιφυλακή. Δεν φαίνεται μέχρι στιγμής να υπάρχει η δυναμική του προηγούμενου κύματος» αναφέρει ο Ιωάννης Κιουμής.
H
Θεσσαλονίκη αποκτά ανοσία ;
Αν και σημειώθηκε αύξηση στην καταγραφή νέων κρουσμάτων, η Θεσσαλονίκη δεν πέρασε σε ολικό lockdown αλλά παρέμεινε σε υψηλή επιτήρηση. Τα στοιχεία που είχε η επιτροπή των ειδικών, φαίνεται να πως οδήγησαν σε αυτή την απόφαση και έδωσαν περιθώρια στην πόλη πριν από το επόμενο σκληρό βήμα, αν αυτό χρειαστεί.
Στους υγειονομικούς κύκλους ακούγεται ενόντα πως η Θεσσαλονίκη απέκτησε ένα μικρό πλεονέκτημα από τη δοκιμασία του Νοεμβρίου. Μιλούν για μία ανοσία που δεν ξεπερνά το 10%, αλλά φαίνεται να είναι ικανή για να αποκρούσει τη δυναμικότητα του τρίτου κύματος. «Το περασμένο διάστημα είχε νοσήσει μεγάλο ποσοστό πολιτών στην πόλη, που δεν το αντιλήφθηκαν ποτέ. Για παράδειγμα, πολλοί έφεραν τους γονείς τους για τεστ στα νοσοκομεία και επί της ευκαιρίας υποβάλλονταν και οι ίδιοι σε τεστ, με τα αποτελέσματα να είναι θετικά. Οι 90 από τους 100 που έβγαιναν θετικοί, ήταν ασυμπτωματικοί» εξηγεί ο Νικόλαος Καπραβέλος.
Τα στοιχεία αυτά, που εξετάζει και ο ΕΟΔΥ, σε συνδυασμό με την διαδικασία του εμβολιασμού που είναι σε εξέλιξη, ίσως να αποτρέψει μια νέα «έκρηξη» στην πόλη. «Θετικό επίσης είναι πλέον δεχόμαστε κυρίως ασθενείς μικρής ηλικίας, έως 50 ετών, που τις περισσότερες φορές δεν χρειάζονται διασωλήνωση» αναφέρει ο κ. Καπραβέλος, τονίζοντας όμως πως πρέπει να ληφθούν έκτακτα μέτρα και στη Θεσσαλονίκη για να αποφευχθεί κάθε πιθανή αύξηση και επιβάρυνση του ΕΣΥ.
Το ιικό φορτίο στα λύματα του πολεδομικού συγκροτήματος παρουσιάζει αύξηση 50%, σύμφωνα με τις μελέτες του ΑΠΘ, αλλά όπως όλα δείχνουν ακόμα αυτό δεν έχει αποτυπωθεί σε νέες εισαγωγές στα νοσοκομεία. «Υπάρχει μία αύξηση στα κρούσματα, αλλά διακρίνεται προς το παρών σταθεροποιητική τάση. Δεν προβλέπουν μέχρι στιγμής ένα νέο ξέσπασα της πανδημίας στην πόλη, αλλά δεν παύει να χρειάζεται καλή παρατήρηση και να είμαστε σε εγρήγορση χωρίς εφησυχασμό» επισημαίνει ο καθηγητής Πνευμονολογίας και Λοιμωξιολογίας του ΑΠΘ Ιωάννης Κιουμής.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 14.02.2021
Να μην επαναληφθεί η θλιβερή δυναμική του δεύτερου κύματος προσπαθούν με κάθε τρόπο ιατρικοί, επιχειρησιακοί και κυβερνητικοί παράγοντες στο τρίτο κύμα, που όπως φαίνεται διανύουμε ήδη. Τα έκτακτα μέτρα και οι περιορισμοί έχουν ως στόχο ο Φεβρουάριος να μη θυμίσει… Νοέμβριο στα νοσοκομεία της χώρας και να μην καταγραφούν οι πολυάριθμες απώλειες ασθενών.
Αυτή τη φορά η Αττική βρίσκεται στο επίκεντρο της πανδημίας με αυξημένες επιφυλάξεις για τη Βόρεια Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη. Το «πάθημα» των περασμένων μηνών προτρέχουν να αποτελέσει «μάθημα» για το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ), τους πολίτες και την κυβέρνηση. Όπως αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Υγείας στη «ΜτΚ», το επιχειρησιακό σχέδιο για το τρίτο κύμα άρχισε να προετοιμάζεται από τη στιγμή που παρουσιάστηκε ύφεση του δεύτερου κύματος στις αρχές Ιανουαρίου.
Ωστόσο, για ακόμα μία φορά υπάρχουν αστάθμητοι παράγοντες. Η μεταβολή του καιρού φαίνεται να επηρεάζει την εξάπλωση του κορονοϊού, με τις πρώτες μελέτες να δείχνουν πως ο άγνωστος εχθρός αποκτά ανθεκτικότητα σε χαμηλές θερμοκρασίες. Όμως, η ψυχολογία του κόσμου αποτελεί ένα μεγαλύτερο στοίχημα, καθώς δεν είναι λίγοι αυτοί που εξαντλήθηκαν με τα επανωτά lockdown, ενώ υπάρχουν και αγανακτισμένοι, κυρίως λόγω της οικονομικής ζημιάς που έχουν υποστεί. Η τήρηση των μέτρων, όπως πάντα, είναι το σημαντικότερο μέτρο κατά της διασποράς, καθώς αν η πλειοψηφία συμμορφωθεί για ακόμα μία φορά, θα αποτραπεί η πίεση στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ.
Πώς επηρεάζει το κρύο
Οι επόμενες ημέρες είναι ιδιαίτερα κρίσιμες για την επιδημιολογική πορεία, καθώς η «Μήδεια» μπορεί να βοηθήσει τον COVID-19 στη μεταδοτικότητα για δύο λόγους. «Ο κορονοϊός είναι μία εποχιακή λοίμωξη του χειμώνα και οι χαμηλές θερμοκρασίες τoν βοηθούν να διατηρείται για περισσότερο χρόνο στην ατμόσφαιρα. Σαφώς όμως επηρεάζει και τη συμπεριφορά του κόσμου, που λόγω του κρύου μένει περισσότερο σε κλειστούς χώρους και ίσως να προκαλείται συγχρωτισμός» δηλώνει στη «ΜτΚ» ο διευθυντής της Β’ ΜΕΘ του Παπανικολάου Νικόλαος Καπραβέλος.
«Οι χαμηλές θερμοκρασίες ενισχύουν τον κορονοϊό, καθώς καταργούν την κοινωνική αποστασιοποίηση που επιβάλλουν τα μέτρα για την αποφυγή της διασποράς. Οι πολίτες μένουν στα σπίτια τους και είναι πιθανόν κάποιος τρίτος να τους επισκεφτεί χωρίς να γνωρίζει ότι νοσεί» αναφέρει ο καθηγητής Πνευμονολογίας και Λοιμωξιολογίας του ΑΠΘ Ιωάννης Κιουμής, τονίζοντας όμως ότι ακόμα δεν έχουν διαπιστωθεί ενδεδειγμένα οι επιπτώσεις της θερμοκρασίας στον ιό.
Σύμφωνα με τον κ. Κιουμή, ο κορονοϊός ενισχύεται από συγκεκριμένους συνδυασμούς της θερμοκρασίας με την υγρασία. «Όπως έχει διαπιστωθεί, μπορεί να εξαπλωθεί εύκολα και στις βόρειες ψυχρές χώρες αλλά και χώρες με υψηλές θερμοκρασίες. Απλά, η πολύ χαμηλή θερμοκρασία τον στεγνώνει και η υψηλή τον ‘πνιγεί’. Οι καλύτερες συνθήκες που τον ευνοούν, είναι ο συνδυασμός της θερμοκρασίας και της υγρασίας σε μέσες τιμές» εξηγεί ο καθηγητής.
Όσα φοβούνται για τα νοσοκομεία
Το 83% άγγιξε η πληρότητα στις ΜΕΘ στα νοσοκομεία της Αττικής την Παρασκευή, παρά το ολικό lockdown που επιβλήθηκε. Οι φόβοι να μην υπάρχουν διαθέσιμες κλίνες ΜΕΘ και οι κλινικές COVID-19 να είναι γεμάτες παραμένουν έντονοι στην Αττική, με τους ειδικούς να απεύχονται να διαδραματιστούν οι εικόνες της Θεσσαλονίκης του περασμένου Νοεμβρίου.
Από την άλλη, στη Θεσσαλονίκη την περασμένη εβδομάδα παρατηρήθηκε αύξηση στις εισαγωγές ασθενών με κορονοϊό που ακόμα χαρακτηρίζεται ήπια, αλλά να δείχνει πως αδημονεί ένας νέος κίνδυνος. Χαρακτηριστικά το νοσοκομείο Παπαγεωργίου ολοκλήρωσε την εφημερία το πρωί της Παρασκευής με 30 εισαγωγές, ενώ την προηγούμενη εφημερία εισήγαγε 17 ασθενείς και πριν δύο εβδομάδες μόλις 9. Η ανησυχία των υγειονομικών στα δημόσια νοσοκομεία είναι έντονη για απότομη κλιμάκωση των εισαγωγών, καθώς ο αριθμός των νοσηλευόμενων δεν απέχει αρκετά από αυτόν που υπήρχε στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης πριν δεχθεί την αφόρητη πίεση. Συγκεκριμένα, στις 2/11 στο «Παπαγεωργίου» νοσηλεύονταν 6 ασθενείς με κορονοϊό σε ΜΕΘ και 20 σε απλές κλίνες. Μέσα σε διάστημα 10 ημερών αυξήθηκαν οι ΜΕΘ σε 43 και τα κρεβάτια στις κλινικές COVID-19 σε 240. Στις αρχές του τρίτου κύματος και συγκεκριμένα στις 11/2, στο νοσοκομείο νοσηλεύονταν 9 άτομα σε ΜΕΘ και στις απλές κλινικές 30.
Περίπου στον ίδιο βαθμό είναι οι εισαγωγές και στα υπόλοιπα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης. Στο «Παπανικολάου» στις 5 Φεβρουαρίου πραγματοποίησαν 19 εισαγωγές, ενώ πέντε ημέρες αργότερα η εφημερία έκλεισε με 25. Το σημαντικό είναι όμως πως οι επιπλέον ΜΕΘ στη Θεσσαλονίκη έχουν «ξεστηθεί» και πλέον πολλές φιλοξενούν και πάλι ασθενείς με διαφορετική νοσηρότητα. «Το ‘Παπανικολάου’ επανήλθε σε κανονικούς ρυθμούς στις 10 Ιανουαρίου, πλέον δεχόμαστε και τα υπόλοιπα περιστατικά και άρχισαν να γίνονται χειρουργεία που είχαν παγώσει από τον Νοέμβριο. Ο εκτροχιασμός για εμάς θα σημαίνει πως πάλι θα σταματήσουν όλα και θα δεχόμαστε μόνο περιστατικά COVID-19. Αυτό δεν θέλουμε να επαναληφθεί» δηλώνει ο Νικόλαος Καπραβέλος. Στη Β’ ΜΕΘ, όπως λέει ο ίδιος, μετά από τρεις μήνες διαχειρίζονται πλέον περιστατικά γενικής νοσηρότητας. «Τον Νοέμβριο μέσα σε 24 ώρες γεμίσαμε μόνο περιστατικά κορονοϊού. Εργάζομαι 40 χρόνια, ποτέ δεν είδα την ΜΕΘ να γεμίζει τόσο γρήγορα. Για αυτό ζητάμε επιπλέον μέτρα, για να διαφυλάξουμε ότι δεν θα μας ξανά συμβεί αυτό » συμπληρώνει.
«Η κατάσταση στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης είναι ακόμα διαχειρίσιμη. Οι ΜΕΘ ακόμα έχουν περιθώριο αλλά από τα επιδημιολογικά νούμερα που παρουσιάζονται είμαστε πλέον σε επιφυλακή. Δεν φαίνεται μέχρι στιγμής να υπάρχει η δυναμική του προηγούμενου κύματος» αναφέρει ο Ιωάννης Κιουμής.
H
Θεσσαλονίκη αποκτά ανοσία ;
Αν και σημειώθηκε αύξηση στην καταγραφή νέων κρουσμάτων, η Θεσσαλονίκη δεν πέρασε σε ολικό lockdown αλλά παρέμεινε σε υψηλή επιτήρηση. Τα στοιχεία που είχε η επιτροπή των ειδικών, φαίνεται να πως οδήγησαν σε αυτή την απόφαση και έδωσαν περιθώρια στην πόλη πριν από το επόμενο σκληρό βήμα, αν αυτό χρειαστεί.
Στους υγειονομικούς κύκλους ακούγεται ενόντα πως η Θεσσαλονίκη απέκτησε ένα μικρό πλεονέκτημα από τη δοκιμασία του Νοεμβρίου. Μιλούν για μία ανοσία που δεν ξεπερνά το 10%, αλλά φαίνεται να είναι ικανή για να αποκρούσει τη δυναμικότητα του τρίτου κύματος. «Το περασμένο διάστημα είχε νοσήσει μεγάλο ποσοστό πολιτών στην πόλη, που δεν το αντιλήφθηκαν ποτέ. Για παράδειγμα, πολλοί έφεραν τους γονείς τους για τεστ στα νοσοκομεία και επί της ευκαιρίας υποβάλλονταν και οι ίδιοι σε τεστ, με τα αποτελέσματα να είναι θετικά. Οι 90 από τους 100 που έβγαιναν θετικοί, ήταν ασυμπτωματικοί» εξηγεί ο Νικόλαος Καπραβέλος.
Τα στοιχεία αυτά, που εξετάζει και ο ΕΟΔΥ, σε συνδυασμό με την διαδικασία του εμβολιασμού που είναι σε εξέλιξη, ίσως να αποτρέψει μια νέα «έκρηξη» στην πόλη. «Θετικό επίσης είναι πλέον δεχόμαστε κυρίως ασθενείς μικρής ηλικίας, έως 50 ετών, που τις περισσότερες φορές δεν χρειάζονται διασωλήνωση» αναφέρει ο κ. Καπραβέλος, τονίζοντας όμως πως πρέπει να ληφθούν έκτακτα μέτρα και στη Θεσσαλονίκη για να αποφευχθεί κάθε πιθανή αύξηση και επιβάρυνση του ΕΣΥ.
Το ιικό φορτίο στα λύματα του πολεδομικού συγκροτήματος παρουσιάζει αύξηση 50%, σύμφωνα με τις μελέτες του ΑΠΘ, αλλά όπως όλα δείχνουν ακόμα αυτό δεν έχει αποτυπωθεί σε νέες εισαγωγές στα νοσοκομεία. «Υπάρχει μία αύξηση στα κρούσματα, αλλά διακρίνεται προς το παρών σταθεροποιητική τάση. Δεν προβλέπουν μέχρι στιγμής ένα νέο ξέσπασα της πανδημίας στην πόλη, αλλά δεν παύει να χρειάζεται καλή παρατήρηση και να είμαστε σε εγρήγορση χωρίς εφησυχασμό» επισημαίνει ο καθηγητής Πνευμονολογίας και Λοιμωξιολογίας του ΑΠΘ Ιωάννης Κιουμής.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 14.02.2021
ΣΧΟΛΙΑ