ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Κώστας Γκιουλέκας στη "ΜτΚ": Το μήνυμά μας προς την Άγκυρα

Ο βουλευτής της Α’ Θεσσαλονίκης μιλά για την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από τις ΗΠΑ και το αναφαίρετο δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο Αιγαίο, ενώ ζητά να γίνουν ακόμη περισσότερα για τη Θεσσαλονίκη

 02/05/2021 18:30

Κώστας Γκιουλέκας στη "ΜτΚ":  Το μήνυμά μας προς την Άγκυρα

Νίκος Οικονόμου

«Η Ελλάδα θα συνεχίσει να επιδιώκει τον διάλογο με την Τουρκία, αλλά θα θέτει και τις κόκκινες γραμμές της» τονίζει ο Κώστας Γκιουλέκας. Σε συνέντευξή του στη «ΜτΚ» ο βουλευτής της Α’ Θεσσαλονίκης και πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας κα Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής χαρακτηρίζει την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από τη νέα αμερικανική ηγεσία ως «μια πολύ σημαντική κίνηση και σε συμβολικό και σε ουσιαστικό επίπεδο που αποτελεί ψυχρολουσία για την Τουρκία», τονίζοντας ότι «πολλοί δεν είναι διατεθειμένοι να επιτρέψουν στην Τουρκία να συνεχίσει να είναι ο ταραξίας στην περιοχή μας».

Κύριε Γκιουλέκα, πως αξιολογείτε την απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να αναγνωρίσει τη γενοκτονία των Αρμενίων από τη μεριά της Τουρκίας;

Η αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας από τη νέα αμερικανική ηγεσία ήταν αναμφίβολα μια πολύ σημαντική κίνηση και σε συμβολικό και σε ουσιαστικό επίπεδο. Ήταν μια ψυχρολουσία για την Τουρκία. Ήταν το κερασάκι στην τούρτα, σε μια σειρά ενεργειών των ΗΠΑ που επανακαθορίζουν τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις και πλήττουν το γόητρο μιας χώρας, η οποία θέλει να διαδραματίζει το ρόλο υπερδύναμης στην περιοχή.

Γενικά με την αλλαγή στην προεδρία των ΗΠΑ υπάρχει μία σαφής επιδείνωση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Τι επιπτώσεις βλέπετε να υπάρχουν στα ελληνοτουρκικά;

    Η στάση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής προς την Άγκυρα αλλά και αρκετών άλλων κρατών, όπως της Γαλλίας, δείχνει ότι πολλοί δεν είναι διατεθειμένοι να επιτρέψουν στην Τουρκία να συνεχίσει να είναι ο ταραξίας στην περιοχή μας. Η Ελλάδα οφείλει να χρησιμοποιήσει και να επενδύσει σε αυτά τα «όπλα». Να αξιοποιήσει ακόμη περισσότερο τις ούτως ή άλλως εξαιρετικές σχέσεις με τις ΗΠΑ, τώρα με τη νέα αμερικανική ηγεσία, με την Γαλλία, να επενδύσει και να αναβαθμίσει και τις άλλες συμμαχίες της, όπως κάνει όλο αυτό το διάστημα.

    Πώς αξιολογείτε την επόμενη ημέρα στις σχέσεις μας με τη γείτονα χώρα μετά το θερμό επεισόδιο Δένδια-Τσαβούσογλου στην Άγκυρα; Πολλοί προβλέπουν νέα ένταση από τη μεριά του Ταγίπ Ερντογάν.

    Υπάρχουν δύο ενδεχόμενα. Είτε η Τουρκία να συνεχίσει και, μάλιστα, με μεγαλύτερη ένταση τις προκλήσεις είτε να προσπαθήσει να δείξει στην διεθνή κοινότητα ότι ακολουθεί τον δρόμο του διαλόγου, μέσω των διερευνητικών επαφών. Η Ελλάδα και είναι έτοιμη και οφείλει να είναι πάντοτε έτοιμη για κάθε περίπτωση. Επιδιώκουμε τον διάλογο για την μοναδική διαφορά μας με την Τουρκία, που δεν είναι άλλη από τον ορισμό της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Δεν υπάρχει ούτε μπορεί να τεθεί ως αντικείμενο για συζήτηση οποιαδήποτε άλλη διαφορά πέραν αυτής. Αυτό πρέπει να γίνει ξεκάθαρο προς όλους εκείνους οι οποίοι ενδεχομένως θα ήθελαν να καθίσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, θέτοντας και άλλα ζητήματα. Οχυρώνουμε την ειρήνη μας και εγγυώμεθα την ασφάλεια του ελληνικού λαού. Όλο αυτό το διάστημα, χωρίς πομπώδεις τόνους και σιωπηρά, γίνεται μία πολύ συστηματική δουλειά τόσο σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο όσο και στο επιχειρησιακό σκέλος. Η Ελλάδα θα συνεχίσει να επιδιώκει τον διάλογο, στέλνοντας το μήνυμα ότι, ως σταθεροποιητικός παράγοντας στην περιοχή, εργάζεται για την ειρήνη και επιδιώκει διαρκώς την εκτόνωση της έντασης μέσω του διαλόγου και του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου. Θέτει, όμως, και τις κόκκινες γραμμές της, όπως απέδειξε και η πρόσφατη επίσκεψη Δένδια στην Άγκυρα.

    Πρέπει να συνεχιστούν οι διερευνητικές επαφές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας; Βλέπετε στο βάθος του τούνελ να προβάλλει η παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης;

      Η διέξοδος που διαφαίνεται σε όλη αυτή την κατάσταση είναι η συνέχιση των διερευνητικών επαφών, οι οποίες θα καταλήξουν με μαθηματική ακρίβεια στην διαπίστωση ότι οι δύο χώρες δεν μπορούν παρά να παραπέμψουν κάποια θέματα σε ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, δηλαδή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Αυτή θα ήταν η πιο θετική εξέλιξη της σημερινής κρίσης, γιατί θα σήμαινε ότι προηγουμένως θα υπήρχε συμφωνία για ένα συνυποσχετικό, στο οποίο θα προσδιοριζόταν επακριβώς η διαφορά αλλά και η δέσμευση των δύο πλευρών ότι αυτή θα κριθεί και θα λυθεί δεσμευτικά από την Χάγη.

      Και η Ελλάδα; Πως πρέπει να αντιδράσει σε αυτό το νέο και εύφλεκτο τοπίο; Με πιο ενεργητική εξωτερική πολιτική; Και τι σημαίνει αυτό; Μήπως επέκταση των χωρικών μας υδάτων στο Αιγαίο;

      Όπως προείπα, σε αυτή την πολύ κρίσιμη περίοδο η Ελλάδα έχει εντείνει τις δραστηριότητές της σε τρεις άξονες: τον πολιτικό, τον διπλωματικό και τον επιχειρησιακό. Συνάπτει νέες συμμαχίες και συμφωνίες, όπως η αμυντική συμφωνία με Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, εμβαθύνει τις σχέσεις της και ενισχύει ακόμη περισσότερο τις συμμαχίες της με νέες συμφωνίες, όπως με τις ΗΠΑ, την Γαλλία, καθιστά εμφανέστατη την πολιτική παρουσία της στην ευρύτερη περιοχή, όπως συνέβη με τα πρόσφατα ταξίδια του πρωθυπουργού και του υπουργού των Εξωτερικών στην Λιβύη και, ταυτόχρονα, συστηματικά και αθόρυβα, αναβαθμίζει τις Ένοπλες Δυνάμεις της κάνοντας ακόμη πιο ισχυρό και αποτελεσματικό τον αποτρεπτικό αυτόν παράγοντα που εγγυάται την ειρήνη και την ασφάλεια του ελληνικού λαού. Ακολουθούμε μία ενεργητική εξωτερική πολιτική, η οποία αποφέρει, ήδη, καρπούς. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και το αναφαίρετο δικαίωμα της χώρας μας να επεκτείνει τα χωρικά ύδατά της και στην πλευρά του Αιγαίου. Η Ελλάδα οφείλει να εξετάζει διαρκώς αυτό το ενδεχόμενο και να είναι έτοιμη να ασκήσει το δικαίωμά της, το οποίο αναγνωρίζουν όλα τα κράτη που σέβονται το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας, εκτός από την Τουρκία.

      Πώς βλέπετε να εφαρμόζεται μέχρι στιγμής η συμφωνία των Πρεσπών;

      Σε βάρος της Ελλάδας, με συνεχείς παραβιάσεις της Συμφωνίας των Πρεσπών από τα Σκόπια. Πολλά από εκείνα για τα οποία προειδοποιούσαμε ως αντιπολίτευση την τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για την εθνικά επιζήμια συμφωνία, την οποία εκείνη υπέγραψε και κύρωσε, δυστυχώς, σήμερα γίνονται πράξη. Το γειτονικό κράτος δείχνει ότι δεν σέβεται καν την υπογραφή του, αφού, σε πολλές περιπτώσεις, έχει καταργήσει τον προσδιορισμό «Βόρεια», υιοθετώντας το σκέτο «Μακεδονία». Γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι αναγκαίο να καταγγέλλουμε αυτές τις παραβιάσεις συνεχώς. Κάθε ανοχή σε τέτοια φαινόμενα μπορεί να εκληφθεί, όχι μόνον ως αδράνεια, αλλά, πολύ περισσότερο, ως αποδοχή τετελεσμένων. Και, φυσικά, δεν υπάρχει κανένα τέτοιο περιθώριο.

      Μετά το Πάσχα αναμένεται να έρθουν στη Βουλή τρεις συνοδευτικές συμφωνίες με τη Βόρεια Μακεδονία, που ενισχύουν τη συμφωνία των Πρεσπών. Πως θα τις κρίνετε όταν έρθει η ώρα της ψηφοφορίας στη Βουλή;

      Δεν μπορούμε να μιλάμε για ενίσχυση μίας συμφωνίας όταν αυτή συνεχώς παραβιάζεται από την άλλη πλευρά.

      Κλείνουμε με τη Θεσσαλονίκη: τι χρειάζεται η πόλη την επομένη ημέρα της πανδημίας; Στήριξη των επαγγελματικών ομάδων που επλήγησαν ή επιτάχυνση των έργων;

        Ξεκάθαρα και τα δύο. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αφήσουμε στην άκρη κάτι από τα δύο. Πρωτίστως μας ενδιαφέρουν τα επόμενα βήματα στη νέα κανονικότητα και η ανάκαμψη της οικονομίας, με την απαραίτητη στήριξη όσων επλήγησαν περισσότερο από αυτή την πρωτοφανή κατάσταση. Δεν μπορούμε, όμως, να αφήσουμε στο περιθώριο συγκεκριμένες δεσμεύσεις και προοπτικές για την Θεσσαλονίκη και την Βόρεια Ελλάδα. Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αποδείξει όλο αυτό το διάστημα ότι δεν είναι μόνο λόγια. Έχουν γίνει πολλά -ακόμη και μέσα στην πολύ δύσκολη περίοδο της πανδημίας- αλλά πρέπει να γίνουν ακόμη περισσότερα.

        *Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30 Απριλίου-2 Μαΐου 2021

        «Η Ελλάδα θα συνεχίσει να επιδιώκει τον διάλογο με την Τουρκία, αλλά θα θέτει και τις κόκκινες γραμμές της» τονίζει ο Κώστας Γκιουλέκας. Σε συνέντευξή του στη «ΜτΚ» ο βουλευτής της Α’ Θεσσαλονίκης και πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Εθνικής Άμυνας κα Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής χαρακτηρίζει την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων από τη νέα αμερικανική ηγεσία ως «μια πολύ σημαντική κίνηση και σε συμβολικό και σε ουσιαστικό επίπεδο που αποτελεί ψυχρολουσία για την Τουρκία», τονίζοντας ότι «πολλοί δεν είναι διατεθειμένοι να επιτρέψουν στην Τουρκία να συνεχίσει να είναι ο ταραξίας στην περιοχή μας».

        Κύριε Γκιουλέκα, πως αξιολογείτε την απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν να αναγνωρίσει τη γενοκτονία των Αρμενίων από τη μεριά της Τουρκίας;

        Η αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας από τη νέα αμερικανική ηγεσία ήταν αναμφίβολα μια πολύ σημαντική κίνηση και σε συμβολικό και σε ουσιαστικό επίπεδο. Ήταν μια ψυχρολουσία για την Τουρκία. Ήταν το κερασάκι στην τούρτα, σε μια σειρά ενεργειών των ΗΠΑ που επανακαθορίζουν τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις και πλήττουν το γόητρο μιας χώρας, η οποία θέλει να διαδραματίζει το ρόλο υπερδύναμης στην περιοχή.

        Γενικά με την αλλαγή στην προεδρία των ΗΠΑ υπάρχει μία σαφής επιδείνωση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις. Τι επιπτώσεις βλέπετε να υπάρχουν στα ελληνοτουρκικά;

          Η στάση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής προς την Άγκυρα αλλά και αρκετών άλλων κρατών, όπως της Γαλλίας, δείχνει ότι πολλοί δεν είναι διατεθειμένοι να επιτρέψουν στην Τουρκία να συνεχίσει να είναι ο ταραξίας στην περιοχή μας. Η Ελλάδα οφείλει να χρησιμοποιήσει και να επενδύσει σε αυτά τα «όπλα». Να αξιοποιήσει ακόμη περισσότερο τις ούτως ή άλλως εξαιρετικές σχέσεις με τις ΗΠΑ, τώρα με τη νέα αμερικανική ηγεσία, με την Γαλλία, να επενδύσει και να αναβαθμίσει και τις άλλες συμμαχίες της, όπως κάνει όλο αυτό το διάστημα.

          Πώς αξιολογείτε την επόμενη ημέρα στις σχέσεις μας με τη γείτονα χώρα μετά το θερμό επεισόδιο Δένδια-Τσαβούσογλου στην Άγκυρα; Πολλοί προβλέπουν νέα ένταση από τη μεριά του Ταγίπ Ερντογάν.

          Υπάρχουν δύο ενδεχόμενα. Είτε η Τουρκία να συνεχίσει και, μάλιστα, με μεγαλύτερη ένταση τις προκλήσεις είτε να προσπαθήσει να δείξει στην διεθνή κοινότητα ότι ακολουθεί τον δρόμο του διαλόγου, μέσω των διερευνητικών επαφών. Η Ελλάδα και είναι έτοιμη και οφείλει να είναι πάντοτε έτοιμη για κάθε περίπτωση. Επιδιώκουμε τον διάλογο για την μοναδική διαφορά μας με την Τουρκία, που δεν είναι άλλη από τον ορισμό της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Δεν υπάρχει ούτε μπορεί να τεθεί ως αντικείμενο για συζήτηση οποιαδήποτε άλλη διαφορά πέραν αυτής. Αυτό πρέπει να γίνει ξεκάθαρο προς όλους εκείνους οι οποίοι ενδεχομένως θα ήθελαν να καθίσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, θέτοντας και άλλα ζητήματα. Οχυρώνουμε την ειρήνη μας και εγγυώμεθα την ασφάλεια του ελληνικού λαού. Όλο αυτό το διάστημα, χωρίς πομπώδεις τόνους και σιωπηρά, γίνεται μία πολύ συστηματική δουλειά τόσο σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο όσο και στο επιχειρησιακό σκέλος. Η Ελλάδα θα συνεχίσει να επιδιώκει τον διάλογο, στέλνοντας το μήνυμα ότι, ως σταθεροποιητικός παράγοντας στην περιοχή, εργάζεται για την ειρήνη και επιδιώκει διαρκώς την εκτόνωση της έντασης μέσω του διαλόγου και του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου. Θέτει, όμως, και τις κόκκινες γραμμές της, όπως απέδειξε και η πρόσφατη επίσκεψη Δένδια στην Άγκυρα.

          Πρέπει να συνεχιστούν οι διερευνητικές επαφές μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας; Βλέπετε στο βάθος του τούνελ να προβάλλει η παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης;

            Η διέξοδος που διαφαίνεται σε όλη αυτή την κατάσταση είναι η συνέχιση των διερευνητικών επαφών, οι οποίες θα καταλήξουν με μαθηματική ακρίβεια στην διαπίστωση ότι οι δύο χώρες δεν μπορούν παρά να παραπέμψουν κάποια θέματα σε ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, δηλαδή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Αυτή θα ήταν η πιο θετική εξέλιξη της σημερινής κρίσης, γιατί θα σήμαινε ότι προηγουμένως θα υπήρχε συμφωνία για ένα συνυποσχετικό, στο οποίο θα προσδιοριζόταν επακριβώς η διαφορά αλλά και η δέσμευση των δύο πλευρών ότι αυτή θα κριθεί και θα λυθεί δεσμευτικά από την Χάγη.

            Και η Ελλάδα; Πως πρέπει να αντιδράσει σε αυτό το νέο και εύφλεκτο τοπίο; Με πιο ενεργητική εξωτερική πολιτική; Και τι σημαίνει αυτό; Μήπως επέκταση των χωρικών μας υδάτων στο Αιγαίο;

            Όπως προείπα, σε αυτή την πολύ κρίσιμη περίοδο η Ελλάδα έχει εντείνει τις δραστηριότητές της σε τρεις άξονες: τον πολιτικό, τον διπλωματικό και τον επιχειρησιακό. Συνάπτει νέες συμμαχίες και συμφωνίες, όπως η αμυντική συμφωνία με Ισραήλ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, εμβαθύνει τις σχέσεις της και ενισχύει ακόμη περισσότερο τις συμμαχίες της με νέες συμφωνίες, όπως με τις ΗΠΑ, την Γαλλία, καθιστά εμφανέστατη την πολιτική παρουσία της στην ευρύτερη περιοχή, όπως συνέβη με τα πρόσφατα ταξίδια του πρωθυπουργού και του υπουργού των Εξωτερικών στην Λιβύη και, ταυτόχρονα, συστηματικά και αθόρυβα, αναβαθμίζει τις Ένοπλες Δυνάμεις της κάνοντας ακόμη πιο ισχυρό και αποτελεσματικό τον αποτρεπτικό αυτόν παράγοντα που εγγυάται την ειρήνη και την ασφάλεια του ελληνικού λαού. Ακολουθούμε μία ενεργητική εξωτερική πολιτική, η οποία αποφέρει, ήδη, καρπούς. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και το αναφαίρετο δικαίωμα της χώρας μας να επεκτείνει τα χωρικά ύδατά της και στην πλευρά του Αιγαίου. Η Ελλάδα οφείλει να εξετάζει διαρκώς αυτό το ενδεχόμενο και να είναι έτοιμη να ασκήσει το δικαίωμά της, το οποίο αναγνωρίζουν όλα τα κράτη που σέβονται το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας, εκτός από την Τουρκία.

            Πώς βλέπετε να εφαρμόζεται μέχρι στιγμής η συμφωνία των Πρεσπών;

            Σε βάρος της Ελλάδας, με συνεχείς παραβιάσεις της Συμφωνίας των Πρεσπών από τα Σκόπια. Πολλά από εκείνα για τα οποία προειδοποιούσαμε ως αντιπολίτευση την τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για την εθνικά επιζήμια συμφωνία, την οποία εκείνη υπέγραψε και κύρωσε, δυστυχώς, σήμερα γίνονται πράξη. Το γειτονικό κράτος δείχνει ότι δεν σέβεται καν την υπογραφή του, αφού, σε πολλές περιπτώσεις, έχει καταργήσει τον προσδιορισμό «Βόρεια», υιοθετώντας το σκέτο «Μακεδονία». Γι’ αυτό θεωρώ ότι είναι αναγκαίο να καταγγέλλουμε αυτές τις παραβιάσεις συνεχώς. Κάθε ανοχή σε τέτοια φαινόμενα μπορεί να εκληφθεί, όχι μόνον ως αδράνεια, αλλά, πολύ περισσότερο, ως αποδοχή τετελεσμένων. Και, φυσικά, δεν υπάρχει κανένα τέτοιο περιθώριο.

            Μετά το Πάσχα αναμένεται να έρθουν στη Βουλή τρεις συνοδευτικές συμφωνίες με τη Βόρεια Μακεδονία, που ενισχύουν τη συμφωνία των Πρεσπών. Πως θα τις κρίνετε όταν έρθει η ώρα της ψηφοφορίας στη Βουλή;

            Δεν μπορούμε να μιλάμε για ενίσχυση μίας συμφωνίας όταν αυτή συνεχώς παραβιάζεται από την άλλη πλευρά.

            Κλείνουμε με τη Θεσσαλονίκη: τι χρειάζεται η πόλη την επομένη ημέρα της πανδημίας; Στήριξη των επαγγελματικών ομάδων που επλήγησαν ή επιτάχυνση των έργων;

              Ξεκάθαρα και τα δύο. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να αφήσουμε στην άκρη κάτι από τα δύο. Πρωτίστως μας ενδιαφέρουν τα επόμενα βήματα στη νέα κανονικότητα και η ανάκαμψη της οικονομίας, με την απαραίτητη στήριξη όσων επλήγησαν περισσότερο από αυτή την πρωτοφανή κατάσταση. Δεν μπορούμε, όμως, να αφήσουμε στο περιθώριο συγκεκριμένες δεσμεύσεις και προοπτικές για την Θεσσαλονίκη και την Βόρεια Ελλάδα. Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αποδείξει όλο αυτό το διάστημα ότι δεν είναι μόνο λόγια. Έχουν γίνει πολλά -ακόμη και μέσα στην πολύ δύσκολη περίοδο της πανδημίας- αλλά πρέπει να γίνουν ακόμη περισσότερα.

              *Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30 Απριλίου-2 Μαΐου 2021

              ΣΧΟΛΙΑ

              Επιλέξτε Κατηγορία