Πρώην και εν ενεργεία ποδοσφαιριστές, σφαιροβόλοι, bodybuilders και ιδιοκτήτες γυμναστηρίων περιλαμβάνονται στους πελάτες της οργάνωσης που εξαρθρώθηκε από την ΕΛΑΣ και, όπως αποδείχθηκε, διακινούσε παράνομα αναβολικά καθώς και άλλα φαρμακευτικά σκευάσματα.
Σε δύο μάλιστα από τους αθλητές που λάμβαναν αναβολικά από τη συμμορία καθώς και σε ένα μέλος της οργάνωσης είχαν επιβληθεί ποινές αποκλεισμού από τον Εθνικό Οργανισμό Καταπολέμησης του Ντόπινγκ, σύμφωνα με το protothema.gr.
Το κύκλωμα εξαρθρώθηκε από τα στελέχη της Οικονομικής Αστυνομίας τα οποία προχώρησαν σε πέντε συλλήψεις, ενώ κατασχέθηκαν, μεταξύ άλλων, περισσότερα από 22.000 δισκία αναβολικών ουσιών, 21 πακέτα με απαγορευμένα σκευάσματα, πλήθος ναρκωτικών δισκίων και 773 γραμμάρια κάνναβης. Προηγήθηκε πολύμηνη έρευνα με τη συνδρομή της Υποδιεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας Βορείου Ελλάδος, της Europol, του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων και του Εθνικού Οργανισμού Καταπολέμησης του Ντόπινγκ.
Έκαναν «δουλειές» και στο εξωτερικό
Όπως προέκυψε από την έρευνα, η εγκληματική οργάνωση δραστηριοποιούνταν τουλάχιστον από τον Απρίλιο του 2018 στη διακίνηση παράνομων αναβολικών τα οποία «πλάσαρε» σε αθλούμενους και μη με σκοπό τη βελτίωση της αγωνιστικής διάθεσης, της ικανότητας και απόδοσης των αθλητών κατά τη διάρκεια αθλητικών αγώνων ή εν όψει της συμμετοχής τους σε αυτούς καθώς και τη βελτίωση της φυσικής κατάστασης απλών αθλουμένων.
Παράλληλα, απέκρυπταν την προέλευση των εσόδων που αποκόμιζαν από τη συστηματική παράνομη δραστηριότητά τους και επεδίωκαν να τα νομιμοποιήσουν χρησιμοποιώντας χρηματοπιστωτικές εταιρείες του εξωτερικού.
Μάλιστα, όπως διαπίστωσαν οι αστυνομικοί, η δράση της οργάνωσης δεν περιοριζόταν στην Ελλάδα, αλλά αντίθετα επεκτεινόταν και στο εξωτερικό (Γερμανία, Σλοβακία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ελβετία, Βέλγιο, Φινλανδία και Γαλλία) όπου εντοπίστηκε πλήθος δεμάτων έτοιμων προς αποστολή.
Η προμήθεια των παράνομων σκευασμάτων, τα οποία, όπως αποδείχθηκε, αποτελούσαν σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, πραγματοποιούνταν κυρίως από την Πορτογαλία, τη Βουλγαρία, την Τσεχία, τη Λετονία και την Πολωνία.
Παρακολουθούσαν τα σκευάσματα με κάμερες
Προκειμένου μάλιστα να διασφαλίζουν την παράνομη δραστηριότητά τους και να αποτρέψουν τυχόν έλεγχο από τις Αρχές, τα μέλη της οργάνωσης είχαν τοποθετήσει στους χώρους όπου φυλάσσονταν τα παράνομα σκευάσματα συστήματα τηλεόρασης (κάμερες). Παράλληλα για την περεταίρω διακίνηση των σκευασμάτων χρησιμοποιούσαν ένα γυμναστήριο και ένα κατάστημα πώλησης συμπληρωμάτων διατροφής, ιδιοκτησίας των μελών της οργάνωσης.
Επιπλέον, είχαν εξασφαλίσει και την προμήθεια πλαστών συσκευασιών με στοιχεία νόμιμων φαρμακοβιομηχανιών, στα οποία τοποθετούσαν τα παράνομα σκευάσματα καθώς και πλαστές ταινίες γνησιότητας του Ε.Ο.Φ..
Εκτός των αναβολικών, τα μέλη της οργάνωσης διέθεταν προς πώληση και άλλα σκευάσματα για την αντιμετώπιση παρενεργειών (όπως αντιμετώπιση της στυτικής δυσλειτουργίας κ.α.), καλύπτοντας κατά αυτό τον τρόπο τις αγοραστικές ανάγκες των πελατών τους. Για τη δε αποστολή των δεμάτων δήλωναν στις εταιρείες ταχυμεταφορών ψευδή στοιχεία αποστολέα και διευθύνσεις προκειμένου να αποκρύπτουν τα ίχνη τους.
Πρώην και εν ενεργεία ποδοσφαιριστές, σφαιροβόλοι, bodybuilders και ιδιοκτήτες γυμναστηρίων περιλαμβάνονται στους πελάτες της οργάνωσης που εξαρθρώθηκε από την ΕΛΑΣ και, όπως αποδείχθηκε, διακινούσε παράνομα αναβολικά καθώς και άλλα φαρμακευτικά σκευάσματα.
Σε δύο μάλιστα από τους αθλητές που λάμβαναν αναβολικά από τη συμμορία καθώς και σε ένα μέλος της οργάνωσης είχαν επιβληθεί ποινές αποκλεισμού από τον Εθνικό Οργανισμό Καταπολέμησης του Ντόπινγκ, σύμφωνα με το protothema.gr.
Το κύκλωμα εξαρθρώθηκε από τα στελέχη της Οικονομικής Αστυνομίας τα οποία προχώρησαν σε πέντε συλλήψεις, ενώ κατασχέθηκαν, μεταξύ άλλων, περισσότερα από 22.000 δισκία αναβολικών ουσιών, 21 πακέτα με απαγορευμένα σκευάσματα, πλήθος ναρκωτικών δισκίων και 773 γραμμάρια κάνναβης. Προηγήθηκε πολύμηνη έρευνα με τη συνδρομή της Υποδιεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας Βορείου Ελλάδος, της Europol, του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων και του Εθνικού Οργανισμού Καταπολέμησης του Ντόπινγκ.
Έκαναν «δουλειές» και στο εξωτερικό
Όπως προέκυψε από την έρευνα, η εγκληματική οργάνωση δραστηριοποιούνταν τουλάχιστον από τον Απρίλιο του 2018 στη διακίνηση παράνομων αναβολικών τα οποία «πλάσαρε» σε αθλούμενους και μη με σκοπό τη βελτίωση της αγωνιστικής διάθεσης, της ικανότητας και απόδοσης των αθλητών κατά τη διάρκεια αθλητικών αγώνων ή εν όψει της συμμετοχής τους σε αυτούς καθώς και τη βελτίωση της φυσικής κατάστασης απλών αθλουμένων.
Παράλληλα, απέκρυπταν την προέλευση των εσόδων που αποκόμιζαν από τη συστηματική παράνομη δραστηριότητά τους και επεδίωκαν να τα νομιμοποιήσουν χρησιμοποιώντας χρηματοπιστωτικές εταιρείες του εξωτερικού.
Μάλιστα, όπως διαπίστωσαν οι αστυνομικοί, η δράση της οργάνωσης δεν περιοριζόταν στην Ελλάδα, αλλά αντίθετα επεκτεινόταν και στο εξωτερικό (Γερμανία, Σλοβακία, Ισπανία, Πορτογαλία, Ελβετία, Βέλγιο, Φινλανδία και Γαλλία) όπου εντοπίστηκε πλήθος δεμάτων έτοιμων προς αποστολή.
Η προμήθεια των παράνομων σκευασμάτων, τα οποία, όπως αποδείχθηκε, αποτελούσαν σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, πραγματοποιούνταν κυρίως από την Πορτογαλία, τη Βουλγαρία, την Τσεχία, τη Λετονία και την Πολωνία.
Παρακολουθούσαν τα σκευάσματα με κάμερες
Προκειμένου μάλιστα να διασφαλίζουν την παράνομη δραστηριότητά τους και να αποτρέψουν τυχόν έλεγχο από τις Αρχές, τα μέλη της οργάνωσης είχαν τοποθετήσει στους χώρους όπου φυλάσσονταν τα παράνομα σκευάσματα συστήματα τηλεόρασης (κάμερες). Παράλληλα για την περεταίρω διακίνηση των σκευασμάτων χρησιμοποιούσαν ένα γυμναστήριο και ένα κατάστημα πώλησης συμπληρωμάτων διατροφής, ιδιοκτησίας των μελών της οργάνωσης.
Επιπλέον, είχαν εξασφαλίσει και την προμήθεια πλαστών συσκευασιών με στοιχεία νόμιμων φαρμακοβιομηχανιών, στα οποία τοποθετούσαν τα παράνομα σκευάσματα καθώς και πλαστές ταινίες γνησιότητας του Ε.Ο.Φ..
Εκτός των αναβολικών, τα μέλη της οργάνωσης διέθεταν προς πώληση και άλλα σκευάσματα για την αντιμετώπιση παρενεργειών (όπως αντιμετώπιση της στυτικής δυσλειτουργίας κ.α.), καλύπτοντας κατά αυτό τον τρόπο τις αγοραστικές ανάγκες των πελατών τους. Για τη δε αποστολή των δεμάτων δήλωναν στις εταιρείες ταχυμεταφορών ψευδή στοιχεία αποστολέα και διευθύνσεις προκειμένου να αποκρύπτουν τα ίχνη τους.
ΣΧΟΛΙΑ