ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Κυβέρνηση: Αναζητείται η «φυγή προς τα εμπρός» πριν τη ΔΕΘ

Η ενίσχυση και η θεσμική θωράκιση της ΕΥΠ, η προβληματική σχέση με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και τα καλά νέα από την οικονομία

 14/08/2022 22:00

Κυβέρνηση:  Αναζητείται η «φυγή προς τα εμπρός» πριν τη ΔΕΘ

Νίκος Οικονόμου

Τρόπους για να πετύχει την φυγή προς τα εμπρός αναζητούν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του που αυτές τις ημέρες πραγματοποιούν τις καλοκαιρινές τους διακοπές προετοιμαζόμενοι για ένα δύσκολο και γεμάτο πολιτικά χειμώνα.

Με στόχο αφού πρώτα δοθούν οι απαραίτητες απαντήσεις και μάλιστα γρήγορα (αν γίνεται πριν τη ΔΕΘ) στα βασικά ερωτήματα της υπόθεσης των υποκλοπών να την αφήσουν πίσω τους. Μετά τις εξηγήσεις δια μέσου του πρωθυπουργικού διαγγέλματος αλλά και την ενεργοποίηση του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου που έδωσε απαντήσεις σε επιλεγμένες τηλεοπτικές εμφανίσεις του ακολουθεί η συζήτηση που θα γίνει στη Βουλή σε επίπεδο αρχηγών για το θέμα, γεγονός που οδήγησε την κυβέρνηση στην απόφαση να ανοίξει κατά μια εβδομάδα νωρίτερα τη Βουλή.

Στο Μέγαρο Μαξίμου επιθυμούν να χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση και να μην υπάρξουν σκιές όπως δήλωσε και ο πρωθυπουργός στην αρχή του διαγγέλματός του την περασμένη Δευτέρα. Την ίδια στιγμή βέβαια πρόθεση των ενοίκων του Μεγάρου Μαξίμου είναι αφού συζητηθεί το θέμα να κλείσει και να μην αποτελεί καθημερινό θέμα συζήτησης όπως επιθυμούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης και κυρίως το ΚΙΝΑΛ αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Στην κυβέρνηση τονίζουν ότι παρότι είναι σαφές ότι τηρήθηκαν οι προβλεπόμενες νομικές διαδικασίες, ο χειρισμός εκ μέρους της ΕΥΠ ήταν λανθασμένος και ελλιπής, καθώς υποτιμήθηκαν οι πολιτικές διαστάσεις της υπόθεσης. Επίσης σημειώνουν ότι είναι σαφές πως δεν υπήρξε εγκαίρως ενημέρωση για τη νόμιμη παρακολούθηση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη, παρότι η ΕΥΠ βρίσκεται υπό την εποπτεία του Γραφείου του πρωθυπουργού. Γι’ αυτό και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε και έλαβε την παραίτηση του Διοικητή της ΕΥΠ.

Για την παραίτηση του Γενικού Γραμματέα του πρωθυπουργού Γρηγόρη Δημητριάδη, ο οποίος ανέλαβε και την αντικειμενική πολιτική ευθύνη, σημειώνουν ότι ήταν μια πολιτική κίνηση ευθιξίας και συνέπεια του ανεπαρκούς χειρισμού από μεριάς ΕΥΠ.

Κυβερνητικές πηγές τονίζουν ότι με το διάγγελμά του ο πρωθυπουργός έκανε σαφές ότι, αν και η διαδικασία ήταν νόμιμη στις επιμέρους εκφάνσεις της, ήταν λανθασμένη εν συνόλω και δεν θα την επέτρεπε, ως έχων την εποπτεία της ΕΥΠ, αν είχε λάβει γνώση των σχετικών διαδικασιών πριν από την έναρξη της νόμιμης παρακολούθησης. Επειδή, όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, «η παρακολούθηση ενός πολιτικού προσώπου ασφαλώς και προϋποθέτει εγγυήσεις πέρα και από την κρίση ακόμη ενός έμπειρου και ικανού δικαστικού λειτουργού».

Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι λανθασμένη διαχείριση της υπόθεσης του κ. Ανδρουλάκη δεν πρέπει όμως επουδενί να οδηγήσει σε επικίνδυνες ατραπούς. Δηλαδή να ρίξουμε το λίθο του αναθέματος στην ΕΥΠ. Όπως διευκρίνισε ο πρωθυπουργός, η προσφορά της είναι σημαντική. Αποτυπώνεται εμφατικά στην ετοιμότητα της Ελλάδος να αντιμετωπίσει προκλήσεις, όπως αυτές στον Έβρο ή στο Αιγαίο, αποτυπώνεται στη διαρκή διπλωματική και αμυντική μας θωράκιση, αλλά και στην καθημερινή μάχη της κοινωνίας με την τρομοκρατία και το έγκλημα. «Ένα ολίσθημα, συνεπώς, ένα λάθος, δεν μπορεί να σκιάσει ένα έργο με μετρήσιμο εθνικό όφελος. Και δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί πόσο πολύτιμες είναι οι αξιόπιστες πληροφορίες σε έναν σύνθετο κόσμο που ζούμε» τονίζεται από κυβερνητικής πλευράς.

Ταυτόχρονα βέβαια ακόμη και στελέχη που βρίσκονται κοντά στο περιβάλλον του πρωθυπουργού εκτιμούν πως η κυβέρνηση δε μπορεί εύκολα να ξεφύγει από την υπόθεση με αποτέλεσμα να υπάρχουν κραδασμοί, αλλά και επιφυλάξεις από κομματικά και κυβερνητικά στελέχη. Δεν είναι τυχαίο πως το θέμα δεν σχολιάζουν δημόσια πολλά στέλεχος με εξαίρεση ένα στενό πυρήνα συνεργατών του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Οι κραδασμοί στην εικόνα της κυβέρνησης είναι ορατοί και αυτό που προβληματίζει είναι αν αυτή η αρνητική εικόνα μπορεί να αντιστραφεί άμεσα, αλλά και αν υπάρχουν και άλλες «δύσκολες» πτυχές γύρω από την υπόθεση με τις παρακολουθήσεις, οι οποίες θα αναδειχτούν στην πορεία. Σε αυτή τη χρονική στιγμή, με τα ως τα τώρα δεδομένα για την υπόθεση των παρακολουθήσεων, οι συζητήσεις στην κυβερνώσα παράταξη εστιάζουν σε δύο σημεία:

- Στο αν οι αλλαγές στη λειτουργία της ΕΥΠ, που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός και περιλαμβάνονται στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που κατέθεσε η κυβέρνηση, μπορούν να βελτιώσουν το κλίμα και να επαναφέρουν το αίσθημα εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς;

- Στο αν μπορεί η κυβέρνηση να πραγματοποιήσει… «φυγή προς τα μπρος»;

Το σενάριο ενός δομικού ανασχηματισμού εξετάζεται σοβαρά, ενώ υπάρχουν εισηγήσεις να αναλάβει η κυβέρνηση την πρωτοβουλία για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, με χρονικό πεδίο έρευνας για τα πεπραγμένα της ΕΥΠ την περίοδο της τελευταίας διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή από το 2009 και μετά.

Σε επιχειρησιακό επίπεδο η κυβέρνηση δεν εξετάζει την πιθανότητα αλλαγής σε ό,τι αφορά στην υπαγωγή της στο γραφείο του πρωθυπουργού, ενώ στο επίπεδο των θεσμικών αλλαγών εντάσσονται τα 4 πεδία αλλαγών που προτείνονται, δηλαδή:

1ον. Ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ και της εποπτείας του Κοινοβουλίου μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας.

2ον. Αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για την καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών και της ΕΥΠ.

3ον. Θωράκιση του πλαισίου νόμιμων επισυνδέσεων για πολιτικά πρόσωπα.

4ον. Αλλαγές στο εσωτερικό της ΕΥΠ για την ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου, της διαφάνειας, της εξωστρέφειας και της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της.

Σε πολιτικό επίπεδο δεν πρέπει να ξεφεύγει της προσοχής μας το μέτωπο που έχει ανοίξει η κυβέρνηση με τον κ. Ανδρουλάκη, που -όπως λένε κυβερνητικές πηγές- «στην ουσία απορρίπτει και δεν αξιοποιεί καμιά θεσμική δυνατότητα ενημέρωσης: ούτε από την κυβέρνηση, ούτε από το κοινοβούλιο, ούτε από τις Δημόσιες Αρχές. Και ενώ αρνείται να ενημερωθεί αρμοδίως και ενδελεχώς, προβαίνει σε μια πλειάδα δηλώσεων που βασίζονται σε συμπεράσματα αυθαίρετα, χωρίς να έχει γνώση όλων των γεγονότων».

Ταυτόχρονα η πολιτική αντιπαράθεση με τον Ευάγγελο Βενιζέλο που θεωρείται βαρόμετρο της συμπεριφοράς του λεγόμενου κεντρώου χώρου και ο οποίος για πρώτη φορά και με αφορμή την υπόθεση άσκησε προσωπική κριτική στον Κυριάκο Μητσοτάκη, δημιουργεί προβληματισμούς και συζητήσεις εντός της ΝΔ σε ό,τι αφορά στο μέλλον αλλά και στη σκοπιμότητα μιας τέτοιας αντιπαράθεσης.

Τα θετικά νέα

Υπάρχουν και τα θετικά νέα που η κυβέρνηση αναμένεται να εκμεταλλευθεί πολιτικά στην πορεία προς τη ΔΕΘ. Όπως το γεγονός ότι η ανεργία βρίσκεται στα χαμηλότερα από το 2010 επίπεδα (έπεσε στο 12,1%), ότι η 20η Αυγούστου φέρνει και επίσημα το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας και ότι από την 21η του ίδιου μήνα η χώρα θα βρίσκεται σε απλή εποπτεία με ανά εξάμηνο αξιολογήσεις, ότι ο τουρισμός πάει για να σπάσει το ρεκόρ του 2019, αλλά και ότι από τον Ιανουάριο έρχεται -για πρώτη φορά ύστερα από 12 χρόνια- τριπλή αύξηση στις συντάξεις.

Στη «φυγή προς τα εμπρός» εντάσσεται όπως είπαμε και το σενάριο του ανασχηματισμού. Μόνο που αυτή τη φορά δε θα μιλάμε για μικροδιορθώσεις, αλλά για δομικές αλλαγές. Αν είναι κάτι τέτοιο στις προθέσεις του πρωθυπουργού μένει να φανεί τις επόμενες ημέρες. Και λίγο πριν πάρει το αεροπλάνο για να ανέβει στη Θεσσαλονίκη για να εγκαινιάσει την 86η ΔΕΘ.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 13-14.08.2022

Τρόπους για να πετύχει την φυγή προς τα εμπρός αναζητούν ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι συνεργάτες του που αυτές τις ημέρες πραγματοποιούν τις καλοκαιρινές τους διακοπές προετοιμαζόμενοι για ένα δύσκολο και γεμάτο πολιτικά χειμώνα.

Με στόχο αφού πρώτα δοθούν οι απαραίτητες απαντήσεις και μάλιστα γρήγορα (αν γίνεται πριν τη ΔΕΘ) στα βασικά ερωτήματα της υπόθεσης των υποκλοπών να την αφήσουν πίσω τους. Μετά τις εξηγήσεις δια μέσου του πρωθυπουργικού διαγγέλματος αλλά και την ενεργοποίηση του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου που έδωσε απαντήσεις σε επιλεγμένες τηλεοπτικές εμφανίσεις του ακολουθεί η συζήτηση που θα γίνει στη Βουλή σε επίπεδο αρχηγών για το θέμα, γεγονός που οδήγησε την κυβέρνηση στην απόφαση να ανοίξει κατά μια εβδομάδα νωρίτερα τη Βουλή.

Στο Μέγαρο Μαξίμου επιθυμούν να χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση και να μην υπάρξουν σκιές όπως δήλωσε και ο πρωθυπουργός στην αρχή του διαγγέλματός του την περασμένη Δευτέρα. Την ίδια στιγμή βέβαια πρόθεση των ενοίκων του Μεγάρου Μαξίμου είναι αφού συζητηθεί το θέμα να κλείσει και να μην αποτελεί καθημερινό θέμα συζήτησης όπως επιθυμούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης και κυρίως το ΚΙΝΑΛ αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Στην κυβέρνηση τονίζουν ότι παρότι είναι σαφές ότι τηρήθηκαν οι προβλεπόμενες νομικές διαδικασίες, ο χειρισμός εκ μέρους της ΕΥΠ ήταν λανθασμένος και ελλιπής, καθώς υποτιμήθηκαν οι πολιτικές διαστάσεις της υπόθεσης. Επίσης σημειώνουν ότι είναι σαφές πως δεν υπήρξε εγκαίρως ενημέρωση για τη νόμιμη παρακολούθηση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη, παρότι η ΕΥΠ βρίσκεται υπό την εποπτεία του Γραφείου του πρωθυπουργού. Γι’ αυτό και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε και έλαβε την παραίτηση του Διοικητή της ΕΥΠ.

Για την παραίτηση του Γενικού Γραμματέα του πρωθυπουργού Γρηγόρη Δημητριάδη, ο οποίος ανέλαβε και την αντικειμενική πολιτική ευθύνη, σημειώνουν ότι ήταν μια πολιτική κίνηση ευθιξίας και συνέπεια του ανεπαρκούς χειρισμού από μεριάς ΕΥΠ.

Κυβερνητικές πηγές τονίζουν ότι με το διάγγελμά του ο πρωθυπουργός έκανε σαφές ότι, αν και η διαδικασία ήταν νόμιμη στις επιμέρους εκφάνσεις της, ήταν λανθασμένη εν συνόλω και δεν θα την επέτρεπε, ως έχων την εποπτεία της ΕΥΠ, αν είχε λάβει γνώση των σχετικών διαδικασιών πριν από την έναρξη της νόμιμης παρακολούθησης. Επειδή, όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, «η παρακολούθηση ενός πολιτικού προσώπου ασφαλώς και προϋποθέτει εγγυήσεις πέρα και από την κρίση ακόμη ενός έμπειρου και ικανού δικαστικού λειτουργού».

Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι λανθασμένη διαχείριση της υπόθεσης του κ. Ανδρουλάκη δεν πρέπει όμως επουδενί να οδηγήσει σε επικίνδυνες ατραπούς. Δηλαδή να ρίξουμε το λίθο του αναθέματος στην ΕΥΠ. Όπως διευκρίνισε ο πρωθυπουργός, η προσφορά της είναι σημαντική. Αποτυπώνεται εμφατικά στην ετοιμότητα της Ελλάδος να αντιμετωπίσει προκλήσεις, όπως αυτές στον Έβρο ή στο Αιγαίο, αποτυπώνεται στη διαρκή διπλωματική και αμυντική μας θωράκιση, αλλά και στην καθημερινή μάχη της κοινωνίας με την τρομοκρατία και το έγκλημα. «Ένα ολίσθημα, συνεπώς, ένα λάθος, δεν μπορεί να σκιάσει ένα έργο με μετρήσιμο εθνικό όφελος. Και δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί πόσο πολύτιμες είναι οι αξιόπιστες πληροφορίες σε έναν σύνθετο κόσμο που ζούμε» τονίζεται από κυβερνητικής πλευράς.

Ταυτόχρονα βέβαια ακόμη και στελέχη που βρίσκονται κοντά στο περιβάλλον του πρωθυπουργού εκτιμούν πως η κυβέρνηση δε μπορεί εύκολα να ξεφύγει από την υπόθεση με αποτέλεσμα να υπάρχουν κραδασμοί, αλλά και επιφυλάξεις από κομματικά και κυβερνητικά στελέχη. Δεν είναι τυχαίο πως το θέμα δεν σχολιάζουν δημόσια πολλά στέλεχος με εξαίρεση ένα στενό πυρήνα συνεργατών του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Οι κραδασμοί στην εικόνα της κυβέρνησης είναι ορατοί και αυτό που προβληματίζει είναι αν αυτή η αρνητική εικόνα μπορεί να αντιστραφεί άμεσα, αλλά και αν υπάρχουν και άλλες «δύσκολες» πτυχές γύρω από την υπόθεση με τις παρακολουθήσεις, οι οποίες θα αναδειχτούν στην πορεία. Σε αυτή τη χρονική στιγμή, με τα ως τα τώρα δεδομένα για την υπόθεση των παρακολουθήσεων, οι συζητήσεις στην κυβερνώσα παράταξη εστιάζουν σε δύο σημεία:

- Στο αν οι αλλαγές στη λειτουργία της ΕΥΠ, που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός και περιλαμβάνονται στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που κατέθεσε η κυβέρνηση, μπορούν να βελτιώσουν το κλίμα και να επαναφέρουν το αίσθημα εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς;

- Στο αν μπορεί η κυβέρνηση να πραγματοποιήσει… «φυγή προς τα μπρος»;

Το σενάριο ενός δομικού ανασχηματισμού εξετάζεται σοβαρά, ενώ υπάρχουν εισηγήσεις να αναλάβει η κυβέρνηση την πρωτοβουλία για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, με χρονικό πεδίο έρευνας για τα πεπραγμένα της ΕΥΠ την περίοδο της τελευταίας διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή από το 2009 και μετά.

Σε επιχειρησιακό επίπεδο η κυβέρνηση δεν εξετάζει την πιθανότητα αλλαγής σε ό,τι αφορά στην υπαγωγή της στο γραφείο του πρωθυπουργού, ενώ στο επίπεδο των θεσμικών αλλαγών εντάσσονται τα 4 πεδία αλλαγών που προτείνονται, δηλαδή:

1ον. Ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ και της εποπτείας του Κοινοβουλίου μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας.

2ον. Αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για την καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών και της ΕΥΠ.

3ον. Θωράκιση του πλαισίου νόμιμων επισυνδέσεων για πολιτικά πρόσωπα.

4ον. Αλλαγές στο εσωτερικό της ΕΥΠ για την ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου, της διαφάνειας, της εξωστρέφειας και της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της.

Σε πολιτικό επίπεδο δεν πρέπει να ξεφεύγει της προσοχής μας το μέτωπο που έχει ανοίξει η κυβέρνηση με τον κ. Ανδρουλάκη, που -όπως λένε κυβερνητικές πηγές- «στην ουσία απορρίπτει και δεν αξιοποιεί καμιά θεσμική δυνατότητα ενημέρωσης: ούτε από την κυβέρνηση, ούτε από το κοινοβούλιο, ούτε από τις Δημόσιες Αρχές. Και ενώ αρνείται να ενημερωθεί αρμοδίως και ενδελεχώς, προβαίνει σε μια πλειάδα δηλώσεων που βασίζονται σε συμπεράσματα αυθαίρετα, χωρίς να έχει γνώση όλων των γεγονότων».

Ταυτόχρονα η πολιτική αντιπαράθεση με τον Ευάγγελο Βενιζέλο που θεωρείται βαρόμετρο της συμπεριφοράς του λεγόμενου κεντρώου χώρου και ο οποίος για πρώτη φορά και με αφορμή την υπόθεση άσκησε προσωπική κριτική στον Κυριάκο Μητσοτάκη, δημιουργεί προβληματισμούς και συζητήσεις εντός της ΝΔ σε ό,τι αφορά στο μέλλον αλλά και στη σκοπιμότητα μιας τέτοιας αντιπαράθεσης.

Τα θετικά νέα

Υπάρχουν και τα θετικά νέα που η κυβέρνηση αναμένεται να εκμεταλλευθεί πολιτικά στην πορεία προς τη ΔΕΘ. Όπως το γεγονός ότι η ανεργία βρίσκεται στα χαμηλότερα από το 2010 επίπεδα (έπεσε στο 12,1%), ότι η 20η Αυγούστου φέρνει και επίσημα το τέλος της ενισχυμένης εποπτείας και ότι από την 21η του ίδιου μήνα η χώρα θα βρίσκεται σε απλή εποπτεία με ανά εξάμηνο αξιολογήσεις, ότι ο τουρισμός πάει για να σπάσει το ρεκόρ του 2019, αλλά και ότι από τον Ιανουάριο έρχεται -για πρώτη φορά ύστερα από 12 χρόνια- τριπλή αύξηση στις συντάξεις.

Στη «φυγή προς τα εμπρός» εντάσσεται όπως είπαμε και το σενάριο του ανασχηματισμού. Μόνο που αυτή τη φορά δε θα μιλάμε για μικροδιορθώσεις, αλλά για δομικές αλλαγές. Αν είναι κάτι τέτοιο στις προθέσεις του πρωθυπουργού μένει να φανεί τις επόμενες ημέρες. Και λίγο πριν πάρει το αεροπλάνο για να ανέβει στη Θεσσαλονίκη για να εγκαινιάσει την 86η ΔΕΘ.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 13-14.08.2022

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία