Magoutes Winery: Πάνω στα χνάρια της Σιατιστινής αμπελο-οινικής παράδοσης
26/03/2024 07:00
26/03/2024 07:00
Πριν φτάσεις στη Μπάρα για να στρίψεις δεξιά και να πάρεις τον ανηφορικό δρόμο για τη Σιάτιστα, θα δεις στα δεξιά σου το νέο οινοποιείο που φτιάχνουν ο Δημήτρης Διαμαντής, οινοποιός τρίτης γενιάς , με τον Γιώργο Παπαγεωργίου, της γνωστής οικογένειας επιχειρηματιών και ευεργετών. Εκεί, στις Μαγκούτες, την περιοχή που άλλοι ονομάζουν Δερβένι, γίνεται μία μεγάλη προσπάθεια για την αναβίωση των τοπικών ποικιλιών οινοστάφυλων και την ανάπτυξη της άλλοτε ξακουστής Σιατιστινής οινοποιίας, πριν τη συμπαρασύρει η μονοκαλλιέργεια της Γούνας.
«Συνεργαστήκαμε με τον Γιώργο Παπαγεωργίου και μέσα από την κοινή εταιρεία που ιδρύσαμε, προσπαθούμε να δώσουμε μία δυναμική ώθηση στην αμπελοκαλλιέργεια και την οινοποιία, τιμώντας τη μεγάλη οινική παράδοση της Σιάτιστας. Δουλεύουμε πάνω στις ελληνικές ποικιλίες και προσπαθούμε, μέσα από τους παλιούς αμπελώνες που συντηρούμε σαν πολύτιμη τράπεζα γενετικού υλικού, να διασώσουμε τις τοπικές ποικιλίες. Παίρνουμε τα ρίσκα που συνεπάγεται η ήπια καλλιέργεια, η αναγεννητική γεωργία και δίνουμε στο κρασί το χρόνο που χρειάζεται για να απελευθερώσει τα χαρακτηριστικά της κάθε ποικιλίας, προσφέροντας τελικά ένα ποιοτικό προϊόν στον καταναλωτή».
Τα παραπάνω τόνισε στο makthes.gr o Δημήτρης Διαμαντής , από το μικρό οινοποιείο που είχε στήσει ο πατέρας του, στη περιοχή της Γεράνειας, έχοντας πλάτη στη σκιερή κάβα, με τις φιάλες πλαγιασμένες να ξεκουράζονται, χωρισμένες ανά ετικέτα και έτος παραγωγής.
Οι παραγωγικές εγκαταστάσεις του καινούργιου οινοποιείου είναι σχεδόν έτοιμες και σε λίγους μήνες θα αρχίσει να λειτουργεί η νέα βάση της «Magoutes Winery».
Οι δύο άνδρες, που συνένωσαν δυνάμεις για να δώσουν, νέα, δυναμική προοπτική στη Σιατιστινή οινοποιία, δεν βιάζονται για να ολοκληρώσουν το επισκέψιμο τμήμα του Οινοποιείου, που πρέπει να σχεδιαστεί προσεκτικά, καθώς σε αυτό θα γίνονται εκπαιδευτικά σεμινάρια, παρουσιάσεις και γευσιγνωσίες, με σκοπό να προβληθεί η Σιάτιστα της αμπέλου και του οίνου.
Στους χώρους του οινοποιείου έχουν ήδη τοποθετηθεί δρύϊνα βαρέλια, ανοξείδωτες δεξαμενές, αλλά και τσιμεντένιες δεξαμενές ζύμωσης, που έφεραν από Ιταλία. Οι τσιμεντένιες δεξαμενές, έχουν γίνει κάτι σαν μόδα παγκόσμια, επειδή «αναπνέουν» οπότε είναι κατάλληλες και για την ωρίμανση του μούστου, εκτός από τη ζύμωση. Στη Σιάτιστα, παρόμοιες δεξαμενές υπήρχαν και παλιότερα , τις οποίες, όπως είπε ο Δημήτρης Διαμαντής, τις ονόμαζαν πουστάβια.
Σε αυτή τη συνάντηση, όπου φυσικά δοκιμάστηκε το λιαστό ή ηλιαστό κρασί της οινοποιίας, «το προϊόν που κράτησε ζωντανή τη Σιάτιστα οινικά», όπως είπε ο κ. Διαμαντής, έγινε αναφορά και στην προσπάθεια που ξεκίνησε το 1995 ο πατέρας του, όταν προφητικά αποφάσισε να στραφεί στην οινοποιία, αφήνοντας πίσω τη γουνοποιΐα, η οποία στα επόμενα χρόνια κατέληξε να συρρικνωθεί δραματικά.
«Στη Σιάτιστα, παραδοσιακά, η αμπελουργία ήταν η σημαντικότερη καλλιέργεια. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο αμπελώνας της Σιάτιστας ξεπερνούσε τις 11.000 στρέμματα, ήταν τριπλάσιος σε μέγεθος εκείνου της Νάουσας. Ευτυχώς, τα σκληρά, ασβεστολιθικά εδάφη, βοήθησαν για να διασωθεί σημαντικό τμήμα του αμπελώνα, από τη φυλλοξήρα που χτύπησε τις αμπελοοινικές περιοχές της Ευρώπης. Ό,τι όμως δεν έκανε η φυλλοξήρα, το έκανε η σχεδόν αποκλειστική στροφή των κατοίκων στη Γούνα.
«Σήμερα, μετά από νέες φυτεύσεις που έγιναν τα τελευταία χρόνια, υπολογίζω ότι ο Σιατιστινός αμπελώνας καλύπτει περίπου 2.500 στρέμματα, γιατί εκτός από τις φυτεύσεις υπήρξε και εγκατάλειψη πολλών παλιών, μη αποδοτικών αμπελιών, που γύρισαν στο εθνικό αποθεματικό. Εμείς, στα 270 στρέμματα που έχουμε ιδιόκτητα, κρατάμε ως κόρη οφθαλμού περίπου 80 στρέμματα , παλιά αμπέλια, από τα οποία διαλέγουμε τα καλύτερα οινοστάφυλα, αλλά κυρίως προστατεύουμε γιατί αποτελούν τράπεζα τοπικών ποικιλιών» πρόσθεσε ο Δημήτρης Διαμαντής.
Η οικογένεια Διαμαντή, αναβίωσε πρώτα το Μοσχόμαυρο, τοπική ερυθρή ποικιλία , παίρνοντας υλικό από παλιά κλήματα, το οποίο αφού εργαστηριακά ελέγχθηκε, χρησιμοποιήθηκε για καινούργιες φυτεύσεις. Φέτος , από αυτή την ποικιλία, έχουν γίνει και νέες φυτεύσεις, με τους καλύτερους βιότυπους (κλώνους).
Αξίζει να αναφερθεί ότι το Μοσχόμαυρο του Δημήτρη Διαμαντή ήταν ένα από τα 12 ελληνικά κόκκινα κρασιά, των οποίων το εγκώμιο είχε πλέξει στους New York Times, το 2021, ο κριτικός οίνου Eric Asimov.
Έχει όμως αξιόλογο δυναμικό ο Σιατιστινός αμπελώνας; Eίχε τόσο σημαντική οινική παράδοση η Σιάτιστα ώστε να μπορέσει , σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, να στηρίξει την ανάπτυξη της οινοποιΐας;
Να θυμίσουμε ότι ο γνωστός γιατρός και περιηγητής, Φρανσουά Πουκεβίλ, που ταξίδεψε και στη Δυτική Μακεδονία περί το 1806, έγραφε, μεταξύ άλλων, στις λεπτομερείς του καταγραφές ότι «τα κρασιά της Σιάτιστας, ήταν τα άριστα της Μακεδονίας».
«Τοπικές ποικιλίες είναι το Μοσχόμαυρο, ερυθρή ποικιλία, το Νιγρικιώτικο, επίσης ερυθρή ποικιλία, ενώ μέσα σε παλιούς αμπελώνες υπάρχουν ως και 10-12 ποικιλίες που δεν έχουν καταχωρηθεί.
«Σειρά στην προσπάθεια αναβίωσης των τοπικών ποικιλιών, έχει το Νιγρικιώτικο, καθώς ήδη φυτεύτηκε ένας νέος αμπελώνας. Επίσης, περιμένουμε αποτελέσματα από εργαστήριο της Γαλλίας, για μία παλιά , λευκή ποικιλία που βρέθηκε, η οποία δεν ταιριάζει με κάποια άλλη, κάνοντας συγκρίσεις με την εθνική τράπεζα ποικιλιών. Εδώ, την ονομάζουμε Λευκό Ξινόμαυρο. Αν αποκλειστεί το ενδεχόμενο, να είναι κλώνος διεθνούς ποικιλίας – μη ξεχνάμε ότι η γαλλική στρατιά της Ανατολής είχε φέρει κλήματα στην Ελλάδα- τότε θα προχωρήσουμε τη διαδικασία καθιέρωσής της στον εθνικό κατάλογο ελληνικών ποικιλιών», είπε ο κ. Διαμαντής.
Ο Δημήτρης Διαμαντής, ανέλαβε το οινοποιείο, το 2009, όταν πέθανε ο πατέρας του, παίρνοντας προίκα μόλις 10 στρέμματα ιδιόκτητου αμπελώνα, μία μικρή οινοποιητική εγκατάσταση και πολύ μεράκι για το αμπέλι και το καλό κρασί. Σταδιακά, ως το 2015, αύξησε τα ιδιόκτητα αμπέλια σε 60 στρέμματα, όλα στις Μαγκούτες, σε υψόμετρο από 800 ως 900 μέτρα Σήμερα, μαζί με τον Γιώργο Παπαγεωργίου, έχουν αυξήσει την αμπελοκαλλιέργεια στα 270 στρέμματα, στην θεωρούμενη και ως καλύτερη περιοχή της Σιάτιστας για το αμπέλι, καθώς έχει νότια έκθεση, αρκετή κλίση ενώ, τα δύστροπα, ασβεστολιθικά πετρώματα, έχουν καλή στράγγιση αλλά και τα θρεπτικά στοιχεία που χρειάζεται το αμπέλι ( εδάφη αλκαλικά με αρκετά ιχνοστοιχεία) .
Από αυτά τα 270 στρέμματα, περίπου 80 στρέμματα, είναι παλιοί αμπελώνες, που κρύβουν πολύτιμο γενετικό υλικό, το οποίο και ερευνά η οινοποιΐα σε συνεργασία, με εξειδικευμένους επιστήμονες.
Η «Magoutes Winery», οινοποιεί σταφύλια αποκλειστικά δικής της παραγωγής, για να ελέγχει απόλυτα όλη την παραγωγή, από τον αμπελώνα ως και το τελικό προϊόν.
Σήμερα η «Μagoutes Winery», παράγει περί τις 60.000-70.000 φιάλες κρασιού το χρόνο, ενώ η παραγωγή του Λιαστού, δεν ξεπερνάει τα 500 λίτρα.
«Το 80% του αμπελώνα είναι φυτεμένο με Ξινόμαυρο, ποικιλία που στην περιοχή μας δίνει κρασιά λιγότερο τανικά, πιο elegant θα έλεγα, για τα οποία συμβαίνει να υπάρχει ζωηρή ζήτηση στο εξωτερικό. Το υπόλοιπο 20% του αμπελώνα είναι φυτεμένο με τις υπόλοιπες ποικιλίες, Μοσχόμαυρο και Νιγρικιώτικο, ενώ υπάρχουν οι διάφορες άλλες, αταξινόμητες ποικιλίες, τις οποίες με μία λέξη, τις ονόμαζαν, «τα γλυκά».
«Ευτυχώς στη Σιάτιστα (περιοχή Π.Γ.Ε.), όπως και σε άλλες ορεινές περιοχές της Μακεδονίας, την Ηπείρου και της Θράκης, σώθηκαν από την φυλλοξήρα αυτόχθονες ποικιλίες και έτσι, σήμερα, παράγονται πολύ ενδιαφέροντα και εμπορικά δυναμικά κρασιά. Οι διεθνείς ποικιλίες μπορεί να βοήθησαν , οινοποιεία από την Ανατολική Μακεδονία, να μπούνε ευκολότερα στην αγορά, αλλά εμείς πιστεύουμε ότι το μέλλον βρίσκεται στις ελληνικές ποικιλίες και στις ήπιες καλλιεργητικές μεθόδους, σε πρακτικές που αξιοποιούν τη σοφία των παραδοσιακών καλλιεργητικών μεθόδων που ήταν προσαρμοσμένες τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής».
Η «Magoustes Winery», είναι προσανατολισμένη στη διεθνή αγορά, κυρίως την Ευρωπαϊκή, ενώ εξάγει και στις ΗΠΑ.
«Το 80% των κρασιών που παράγουμε εξάγεται στις ΗΠΑ, στην Αγγλία κυρίως Λονδίνο, στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, όπως επίσης στο Βέλγιο , τη Νορβηγία και την Φιλανδία, ενώ μέσα στο 2023 αρχίσαμε εξαγωγές σε Δανία και Ιρλανδία. Κρασιά του οινοποιείου μας είναι σε wine lists που δύσκολα βρίσκεις κρασιά ακόμη και από τα γνωστά ελληνικά οινοποιεία.
«Στην Ελλάδα, διαθέτουμε τα κρασιά μας, σε δύο κάβες, μία στη Θεσσαλονίκη και μία στην Αθήνα. Δεν μπήκαμε σε δίκτυο, γιατί θεωρούμε ότι στα δίκτυα, το προϊόν χάνεται. Θέλουμε να το συστήνουμε εμείς στην αγορά, να το μιλάμε το κρασί μας, γι’ αυτό και προτιμούμε τις στοχευμένες παρουσιάσεις. Στο νέο οινοποιείο, σκεπτόμαστε να συνδυάσουμε το κρασί με την τοπική γαστρονομία, κάνοντας το λεγόμενο pairing», είπε ο Δημήτρης Διαμαντής.
Η ζήτηση από τις αγορές του εξωτερικού, τουλάχιστον σε ότι αφορά στα κρασιά που προτείνει η συγκεκριμένη οινοποιΐα, είναι κυρίως για τα ερυθρά. Η παγκόσμια αγορά ζητάει κρασιά γαστρονομικά εύκολα και όχι υψηλόβαθμα και, ως επί το πλείστον, ξηρά. Αυτή η τάση, όπως υποστήριξε ο κ. Διαμαντής, ευνοεί τα κρασιά που παράγονται στη Βόρειο Ελλάδα.
Σήμερα η «Magoutes Winery» παράγει ένα λευκό από παλιά κλήματα (Vieilles Vignes Blanc- οι ποικιλίες δεν αναφέρονται γιατί δεν είναι στον εθνικό κατάλογο) , ένα ροζέ από Ξινόμαυρο και Μοσχόμαυρο, ένα ερυθρό από Μοσχόμαυρο, ένα ερυθρό από Ξινόμαυρο και ένα επίσης Ξινόμαυρο από επιλεγμένα κλήματα, όπως και το βραβευμένο ‘Magoutes Liastos’.
«Θα συνεχίσουμε να επεκτείνουμε τον αμπελώνα μας, μέχρι να φθάσουμε το πολύ στα 400 στρέμματα. Έτσι, η παραγωγή μας, από 60.000-70.000 φιάλες, θα φτάσει το πολύ στις 150.000 φιάλες , επειδή οι στρεμματικές αποδόσεις που έχουμε είναι μικρές.
«Με την αναγεννητική γεωργία προσπαθούμε να προστατεύσουμε το περιβάλλον της περιοχής μας, παράγοντας παράλληλα ποιοτικά κρασιά. Η αμπελουργία και η οινοποιΐα, μέσα από τον οινικό τουρισμό, θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα στηρίξουν την οικονομία της Σιάτιστας», κατέληξε ο Δημήτρης Διαμαντής.
Πριν φτάσεις στη Μπάρα για να στρίψεις δεξιά και να πάρεις τον ανηφορικό δρόμο για τη Σιάτιστα, θα δεις στα δεξιά σου το νέο οινοποιείο που φτιάχνουν ο Δημήτρης Διαμαντής, οινοποιός τρίτης γενιάς , με τον Γιώργο Παπαγεωργίου, της γνωστής οικογένειας επιχειρηματιών και ευεργετών. Εκεί, στις Μαγκούτες, την περιοχή που άλλοι ονομάζουν Δερβένι, γίνεται μία μεγάλη προσπάθεια για την αναβίωση των τοπικών ποικιλιών οινοστάφυλων και την ανάπτυξη της άλλοτε ξακουστής Σιατιστινής οινοποιίας, πριν τη συμπαρασύρει η μονοκαλλιέργεια της Γούνας.
«Συνεργαστήκαμε με τον Γιώργο Παπαγεωργίου και μέσα από την κοινή εταιρεία που ιδρύσαμε, προσπαθούμε να δώσουμε μία δυναμική ώθηση στην αμπελοκαλλιέργεια και την οινοποιία, τιμώντας τη μεγάλη οινική παράδοση της Σιάτιστας. Δουλεύουμε πάνω στις ελληνικές ποικιλίες και προσπαθούμε, μέσα από τους παλιούς αμπελώνες που συντηρούμε σαν πολύτιμη τράπεζα γενετικού υλικού, να διασώσουμε τις τοπικές ποικιλίες. Παίρνουμε τα ρίσκα που συνεπάγεται η ήπια καλλιέργεια, η αναγεννητική γεωργία και δίνουμε στο κρασί το χρόνο που χρειάζεται για να απελευθερώσει τα χαρακτηριστικά της κάθε ποικιλίας, προσφέροντας τελικά ένα ποιοτικό προϊόν στον καταναλωτή».
Τα παραπάνω τόνισε στο makthes.gr o Δημήτρης Διαμαντής , από το μικρό οινοποιείο που είχε στήσει ο πατέρας του, στη περιοχή της Γεράνειας, έχοντας πλάτη στη σκιερή κάβα, με τις φιάλες πλαγιασμένες να ξεκουράζονται, χωρισμένες ανά ετικέτα και έτος παραγωγής.
Οι παραγωγικές εγκαταστάσεις του καινούργιου οινοποιείου είναι σχεδόν έτοιμες και σε λίγους μήνες θα αρχίσει να λειτουργεί η νέα βάση της «Magoutes Winery».
Οι δύο άνδρες, που συνένωσαν δυνάμεις για να δώσουν, νέα, δυναμική προοπτική στη Σιατιστινή οινοποιία, δεν βιάζονται για να ολοκληρώσουν το επισκέψιμο τμήμα του Οινοποιείου, που πρέπει να σχεδιαστεί προσεκτικά, καθώς σε αυτό θα γίνονται εκπαιδευτικά σεμινάρια, παρουσιάσεις και γευσιγνωσίες, με σκοπό να προβληθεί η Σιάτιστα της αμπέλου και του οίνου.
Στους χώρους του οινοποιείου έχουν ήδη τοποθετηθεί δρύϊνα βαρέλια, ανοξείδωτες δεξαμενές, αλλά και τσιμεντένιες δεξαμενές ζύμωσης, που έφεραν από Ιταλία. Οι τσιμεντένιες δεξαμενές, έχουν γίνει κάτι σαν μόδα παγκόσμια, επειδή «αναπνέουν» οπότε είναι κατάλληλες και για την ωρίμανση του μούστου, εκτός από τη ζύμωση. Στη Σιάτιστα, παρόμοιες δεξαμενές υπήρχαν και παλιότερα , τις οποίες, όπως είπε ο Δημήτρης Διαμαντής, τις ονόμαζαν πουστάβια.
Σε αυτή τη συνάντηση, όπου φυσικά δοκιμάστηκε το λιαστό ή ηλιαστό κρασί της οινοποιίας, «το προϊόν που κράτησε ζωντανή τη Σιάτιστα οινικά», όπως είπε ο κ. Διαμαντής, έγινε αναφορά και στην προσπάθεια που ξεκίνησε το 1995 ο πατέρας του, όταν προφητικά αποφάσισε να στραφεί στην οινοποιία, αφήνοντας πίσω τη γουνοποιΐα, η οποία στα επόμενα χρόνια κατέληξε να συρρικνωθεί δραματικά.
«Στη Σιάτιστα, παραδοσιακά, η αμπελουργία ήταν η σημαντικότερη καλλιέργεια. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο αμπελώνας της Σιάτιστας ξεπερνούσε τις 11.000 στρέμματα, ήταν τριπλάσιος σε μέγεθος εκείνου της Νάουσας. Ευτυχώς, τα σκληρά, ασβεστολιθικά εδάφη, βοήθησαν για να διασωθεί σημαντικό τμήμα του αμπελώνα, από τη φυλλοξήρα που χτύπησε τις αμπελοοινικές περιοχές της Ευρώπης. Ό,τι όμως δεν έκανε η φυλλοξήρα, το έκανε η σχεδόν αποκλειστική στροφή των κατοίκων στη Γούνα.
«Σήμερα, μετά από νέες φυτεύσεις που έγιναν τα τελευταία χρόνια, υπολογίζω ότι ο Σιατιστινός αμπελώνας καλύπτει περίπου 2.500 στρέμματα, γιατί εκτός από τις φυτεύσεις υπήρξε και εγκατάλειψη πολλών παλιών, μη αποδοτικών αμπελιών, που γύρισαν στο εθνικό αποθεματικό. Εμείς, στα 270 στρέμματα που έχουμε ιδιόκτητα, κρατάμε ως κόρη οφθαλμού περίπου 80 στρέμματα , παλιά αμπέλια, από τα οποία διαλέγουμε τα καλύτερα οινοστάφυλα, αλλά κυρίως προστατεύουμε γιατί αποτελούν τράπεζα τοπικών ποικιλιών» πρόσθεσε ο Δημήτρης Διαμαντής.
Η οικογένεια Διαμαντή, αναβίωσε πρώτα το Μοσχόμαυρο, τοπική ερυθρή ποικιλία , παίρνοντας υλικό από παλιά κλήματα, το οποίο αφού εργαστηριακά ελέγχθηκε, χρησιμοποιήθηκε για καινούργιες φυτεύσεις. Φέτος , από αυτή την ποικιλία, έχουν γίνει και νέες φυτεύσεις, με τους καλύτερους βιότυπους (κλώνους).
Αξίζει να αναφερθεί ότι το Μοσχόμαυρο του Δημήτρη Διαμαντή ήταν ένα από τα 12 ελληνικά κόκκινα κρασιά, των οποίων το εγκώμιο είχε πλέξει στους New York Times, το 2021, ο κριτικός οίνου Eric Asimov.
Έχει όμως αξιόλογο δυναμικό ο Σιατιστινός αμπελώνας; Eίχε τόσο σημαντική οινική παράδοση η Σιάτιστα ώστε να μπορέσει , σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, να στηρίξει την ανάπτυξη της οινοποιΐας;
Να θυμίσουμε ότι ο γνωστός γιατρός και περιηγητής, Φρανσουά Πουκεβίλ, που ταξίδεψε και στη Δυτική Μακεδονία περί το 1806, έγραφε, μεταξύ άλλων, στις λεπτομερείς του καταγραφές ότι «τα κρασιά της Σιάτιστας, ήταν τα άριστα της Μακεδονίας».
«Τοπικές ποικιλίες είναι το Μοσχόμαυρο, ερυθρή ποικιλία, το Νιγρικιώτικο, επίσης ερυθρή ποικιλία, ενώ μέσα σε παλιούς αμπελώνες υπάρχουν ως και 10-12 ποικιλίες που δεν έχουν καταχωρηθεί.
«Σειρά στην προσπάθεια αναβίωσης των τοπικών ποικιλιών, έχει το Νιγρικιώτικο, καθώς ήδη φυτεύτηκε ένας νέος αμπελώνας. Επίσης, περιμένουμε αποτελέσματα από εργαστήριο της Γαλλίας, για μία παλιά , λευκή ποικιλία που βρέθηκε, η οποία δεν ταιριάζει με κάποια άλλη, κάνοντας συγκρίσεις με την εθνική τράπεζα ποικιλιών. Εδώ, την ονομάζουμε Λευκό Ξινόμαυρο. Αν αποκλειστεί το ενδεχόμενο, να είναι κλώνος διεθνούς ποικιλίας – μη ξεχνάμε ότι η γαλλική στρατιά της Ανατολής είχε φέρει κλήματα στην Ελλάδα- τότε θα προχωρήσουμε τη διαδικασία καθιέρωσής της στον εθνικό κατάλογο ελληνικών ποικιλιών», είπε ο κ. Διαμαντής.
Ο Δημήτρης Διαμαντής, ανέλαβε το οινοποιείο, το 2009, όταν πέθανε ο πατέρας του, παίρνοντας προίκα μόλις 10 στρέμματα ιδιόκτητου αμπελώνα, μία μικρή οινοποιητική εγκατάσταση και πολύ μεράκι για το αμπέλι και το καλό κρασί. Σταδιακά, ως το 2015, αύξησε τα ιδιόκτητα αμπέλια σε 60 στρέμματα, όλα στις Μαγκούτες, σε υψόμετρο από 800 ως 900 μέτρα Σήμερα, μαζί με τον Γιώργο Παπαγεωργίου, έχουν αυξήσει την αμπελοκαλλιέργεια στα 270 στρέμματα, στην θεωρούμενη και ως καλύτερη περιοχή της Σιάτιστας για το αμπέλι, καθώς έχει νότια έκθεση, αρκετή κλίση ενώ, τα δύστροπα, ασβεστολιθικά πετρώματα, έχουν καλή στράγγιση αλλά και τα θρεπτικά στοιχεία που χρειάζεται το αμπέλι ( εδάφη αλκαλικά με αρκετά ιχνοστοιχεία) .
Από αυτά τα 270 στρέμματα, περίπου 80 στρέμματα, είναι παλιοί αμπελώνες, που κρύβουν πολύτιμο γενετικό υλικό, το οποίο και ερευνά η οινοποιΐα σε συνεργασία, με εξειδικευμένους επιστήμονες.
Η «Magoutes Winery», οινοποιεί σταφύλια αποκλειστικά δικής της παραγωγής, για να ελέγχει απόλυτα όλη την παραγωγή, από τον αμπελώνα ως και το τελικό προϊόν.
Σήμερα η «Μagoutes Winery», παράγει περί τις 60.000-70.000 φιάλες κρασιού το χρόνο, ενώ η παραγωγή του Λιαστού, δεν ξεπερνάει τα 500 λίτρα.
«Το 80% του αμπελώνα είναι φυτεμένο με Ξινόμαυρο, ποικιλία που στην περιοχή μας δίνει κρασιά λιγότερο τανικά, πιο elegant θα έλεγα, για τα οποία συμβαίνει να υπάρχει ζωηρή ζήτηση στο εξωτερικό. Το υπόλοιπο 20% του αμπελώνα είναι φυτεμένο με τις υπόλοιπες ποικιλίες, Μοσχόμαυρο και Νιγρικιώτικο, ενώ υπάρχουν οι διάφορες άλλες, αταξινόμητες ποικιλίες, τις οποίες με μία λέξη, τις ονόμαζαν, «τα γλυκά».
«Ευτυχώς στη Σιάτιστα (περιοχή Π.Γ.Ε.), όπως και σε άλλες ορεινές περιοχές της Μακεδονίας, την Ηπείρου και της Θράκης, σώθηκαν από την φυλλοξήρα αυτόχθονες ποικιλίες και έτσι, σήμερα, παράγονται πολύ ενδιαφέροντα και εμπορικά δυναμικά κρασιά. Οι διεθνείς ποικιλίες μπορεί να βοήθησαν , οινοποιεία από την Ανατολική Μακεδονία, να μπούνε ευκολότερα στην αγορά, αλλά εμείς πιστεύουμε ότι το μέλλον βρίσκεται στις ελληνικές ποικιλίες και στις ήπιες καλλιεργητικές μεθόδους, σε πρακτικές που αξιοποιούν τη σοφία των παραδοσιακών καλλιεργητικών μεθόδων που ήταν προσαρμοσμένες τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής».
Η «Magoustes Winery», είναι προσανατολισμένη στη διεθνή αγορά, κυρίως την Ευρωπαϊκή, ενώ εξάγει και στις ΗΠΑ.
«Το 80% των κρασιών που παράγουμε εξάγεται στις ΗΠΑ, στην Αγγλία κυρίως Λονδίνο, στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, όπως επίσης στο Βέλγιο , τη Νορβηγία και την Φιλανδία, ενώ μέσα στο 2023 αρχίσαμε εξαγωγές σε Δανία και Ιρλανδία. Κρασιά του οινοποιείου μας είναι σε wine lists που δύσκολα βρίσκεις κρασιά ακόμη και από τα γνωστά ελληνικά οινοποιεία.
«Στην Ελλάδα, διαθέτουμε τα κρασιά μας, σε δύο κάβες, μία στη Θεσσαλονίκη και μία στην Αθήνα. Δεν μπήκαμε σε δίκτυο, γιατί θεωρούμε ότι στα δίκτυα, το προϊόν χάνεται. Θέλουμε να το συστήνουμε εμείς στην αγορά, να το μιλάμε το κρασί μας, γι’ αυτό και προτιμούμε τις στοχευμένες παρουσιάσεις. Στο νέο οινοποιείο, σκεπτόμαστε να συνδυάσουμε το κρασί με την τοπική γαστρονομία, κάνοντας το λεγόμενο pairing», είπε ο Δημήτρης Διαμαντής.
Η ζήτηση από τις αγορές του εξωτερικού, τουλάχιστον σε ότι αφορά στα κρασιά που προτείνει η συγκεκριμένη οινοποιΐα, είναι κυρίως για τα ερυθρά. Η παγκόσμια αγορά ζητάει κρασιά γαστρονομικά εύκολα και όχι υψηλόβαθμα και, ως επί το πλείστον, ξηρά. Αυτή η τάση, όπως υποστήριξε ο κ. Διαμαντής, ευνοεί τα κρασιά που παράγονται στη Βόρειο Ελλάδα.
Σήμερα η «Magoutes Winery» παράγει ένα λευκό από παλιά κλήματα (Vieilles Vignes Blanc- οι ποικιλίες δεν αναφέρονται γιατί δεν είναι στον εθνικό κατάλογο) , ένα ροζέ από Ξινόμαυρο και Μοσχόμαυρο, ένα ερυθρό από Μοσχόμαυρο, ένα ερυθρό από Ξινόμαυρο και ένα επίσης Ξινόμαυρο από επιλεγμένα κλήματα, όπως και το βραβευμένο ‘Magoutes Liastos’.
«Θα συνεχίσουμε να επεκτείνουμε τον αμπελώνα μας, μέχρι να φθάσουμε το πολύ στα 400 στρέμματα. Έτσι, η παραγωγή μας, από 60.000-70.000 φιάλες, θα φτάσει το πολύ στις 150.000 φιάλες , επειδή οι στρεμματικές αποδόσεις που έχουμε είναι μικρές.
«Με την αναγεννητική γεωργία προσπαθούμε να προστατεύσουμε το περιβάλλον της περιοχής μας, παράγοντας παράλληλα ποιοτικά κρασιά. Η αμπελουργία και η οινοποιΐα, μέσα από τον οινικό τουρισμό, θέλουμε να πιστεύουμε ότι θα στηρίξουν την οικονομία της Σιάτιστας», κατέληξε ο Δημήτρης Διαμαντής.
ΣΧΟΛΙΑ