ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Μειώνεται και γερνάει ο πληθυσμός της χώρας

Τι έδειξε η απογραφή 2021 για τους δήμους της Θεσσαλονίκης - Οι κερδισμένοι και οι χαμένοι

 23/01/2023 07:00

 Μειώνεται και γερνάει ο πληθυσμός της χώρας

Βαγγέλης Στολάκης

Η Ελλάδα μικραίνει και ο πληθυσμός της γερνάει. Η παραπάνω φράση συμπυκνώνει τα αποτελέσματα της απογραφής του 2021, η οποία παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις από την προηγούμενη, εκείνη του 2011. 

Τα συμπεράσματα της απογραφής, τόσο για την ηλικία του πληθυσμού όσο και για την υπερσυγκέντρωσή του σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην ερημοποίηση της περιφέρειας, από τη μία προκαλούν έντονο προβληματισμό, από την άλλη μπορούν να αποτελέσουν την αφορμή για την ανάληψη πρωτοβουλιών και μίας σειράς πολιτικών, που κρίνονται αναγκαίες και απαραίτητες. 

Οι ειδικοί μεταξύ άλλων επισημαίνουν πως είναι... αργά για δάκρυα «βλέποντας» διαχρονική αδιαφορία, λάθος πολιτικές και επιδερμική αντιμετώπιση του προβλήματος και κρούουν των κώδωνα του κινδύνου με τα σενάρια για την εξέλιξη του πληθυσμού της χώρας τις επόμενες (κοντινές) δεκαετίες να είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά. 

Ένας από τους βασικούς λόγους μείωσης του πληθυσμού είναι το αρνητικό πρόσημο που φέρει μπροστά του το φυσικό ισοζύγιο (ο αριθμός των θανάτων ήταν δηλαδή την περασμένη δεκαετία μεγαλύτερος από τον αριθμό των γεννήσεων), γεγονός που εντείνει το πολυπαραγοντικό δημογραφικό ζήτημα της χώρας μας που βρίσκεται εδώ και χρόνια στο «κόκκινο» και παραμένει γόρδιος δεσμός της πολιτείας που αναζητά λύση.

Η διαφορά μόνιμου και νόμιμου πληθυσμού

Σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής που δημοσίευσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή στα τέλη του περασμένου Δεκεμβρίου σε ό,τι αφορά τον νόμιμο πληθυσμό της χώρας παρουσιάζεται σε σχέση με την απογραφή του 2011 μείωση της τάξης του 1,9%. Το 2021 ο νόμιμος πληθυσμός ανερχόταν σε 9.716.889, έναντι 9.904.286 το 2011, μειωμένος δηλαδή κατά 187.397 πολίτες. 

Σύμφωνα πάλι με την ΕΛΣΤΑΤ, όπως προκύπτει από τα προσωρινά αποτελέσματα (καθώς οι οριστικοί πίνακες δεν έχουν ακόμα δοθεί στην δημοσιότητα), που δημοσιεύτηκαν τον Ιούλιο 2022 παρατηρείται μείωση του μόνιμου πληθυσμού κατά 3,5% σε σχέση με μία δεκαετία πριν, μείωση που όπως αναφέρουν οι ειδικοί εκτιμάται ότι είναι μεγαλύτερη στην πραγματικότητα. 

Αυτό σημαίνει ότι το 2021 κατοικούσαν στην Ελλάδα περίπου 383.000 πολίτες λιγότεροι σε σχέση με το 2011. Σε απόλυτους αριθμούς ο μόνιμος πληθυσμός της Ελλάδας το 2021 ανέρχονταν σε 10.432.481 πολίτες, ενώ το 2011 σε 10.816.286 πολίτες. 

Οι γυναίκες ανέρχονται σε 5.357.232 άτομα και αποτελούν το 51,3% του πληθυσμού, ενώ οι άνδρες είναι 5.075.249 άτομα. Με βάση τα προσωρινά αποτελέσματα της «Απογραφής Πληθυσμού - Κατοικιών 2021» από τις 13 περιφέρειες της χώρας σημειώθηκε μείωση πληθυσμού σε 12 από αυτές, με εξαίρεση την περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, όπου σημειώθηκε αύξηση. Ειδικότερα στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας όπου ζουν 1.792.069 κάτοικοι, παρατηρήθηκε μείωση κατά 90.000 κατοίκους περίπου σε σχέση με το 2011, δηλαδή 4,8%.

Όπως εξηγούν οι επιστήμονες η διαφορά νόμιμου και μόνιμου πληθυσμού έγκειται στο γεγονός ότι ως νόμιμος πληθυσμός λογίζεται το σύνολο των δημοτών μίας περιοχής, που έχουν εκλογικά δικαιώματα δηλαδή, ενώ ως μόνιμος πληθυσμός λογίζεται το σύνολο των κατοίκων μίας περιοχής, είτε ψηφίζουν εκεί, είτε όχι.

Μειώθηκαν οι Θεσσαλονικείς

Ειδικότερα για τη Θεσσαλονίκη παρατηρείται σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας μία μείωση της τάξης του 1,7% σε σχέση με το 2011. Συνολικά στη Θεσσαλονίκη κατοικούν 1.091.424 πολίτες, με τους άνδρες να είναι 518.196 και τις γυναίκες να φτάνουν τις 573.228. Στον κεντρικό δήμο Θεσσαλονίκης καταγράφηκε η μεγαλύτερη μείωση πληθυσμού τη δεκαετία που μας πέρασε. Το 2011 ο πληθυσμός του δήμου ήταν 325.182 κάτοικοι ενώ το 2021 οι απογραφείς κατέγραψαν 317.778 κατοίκους. 

Η πιο μεγάλη αύξηση του πληθυσμού καταγράφηκε στο δήμο Κορδελιού-Ευόσμου. Το 2011 οι απογραφείς είχαν καταγράψει 101.753 κατοίκους ενώ το 2021 ο πληθυσμός του δήμου ήταν 105.426. Σε έξι από τους 14 δήμους του νομού ο πληθυσμός αυξήθηκε έστω και οριακά. Αναλυτικά, μείωση καταγράφηκε στους πληθυσμούς των δήμων Θεσσαλονίκης, Αμπελοκήπων-Μενεμένης, Βόλβης, Δέλτα, Θερμαϊκού, Λαγκαδά, Νεάπολης-Συκεών και Χαλκηδόνας. Αντιθέτως, αύξηση πληθυσμού παρουσιάστηκε σε Θέρμη, Καλαμαριά, Κορδελιού-Ευόσμου, Παύλου Μελά, Πυλαίας-Χορτιάτη και Ωραιοκάστρου.

Αναμενόμενο

Όπως αναφέρει στη «ΜτΚ» η καθηγήτρια Οικονομικής Δημογραφίας στο Τμήμα Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, Αλεξάνδρα Τραγάκη «μέχρι σήμερα ο πληθυσμός από τη μία απογραφή στην άλλη παρουσίαζε αύξηση. Είναι η πρώτη φορά που υπάρχει μείωση πληθυσμού. Η μείωση ωστόσο ήταν αναμενόμενη. Οι εκτιμήσεις μας για μείωση του πληθυσμού προέρχονταν από το φυσικό ισοζύγιο, δηλαδή τις γεννήσεις και τους θανάτους. Το φυσικό ισοζύγιο άλλωστε είναι ο ένας από τους δύο παράγοντες που καθορίζουν τον πληθυσμό. 

Ο δεύτερος είναι το μεταναστευτικό ισοζύγιο. Ο πληθυσμός καθορίζεται από τέσσερις μεταβλητές: τις γεννήσεις, τους θανάτους, τις μεταναστευτικές ροές που εισέρχονται και τις μεταναστευτικές ροές που εξέρχονται της χώρας. Από τη στιγμή που υπήρχε αρνητικό φυσικό ισοζύγιο και ελαφρά αρνητικό μεταναστευτικό, αναμέναμε ότι θα σημειωθεί μείωση του πληθυσμού» εξηγεί η κ. Τραγάκη. «Είναι το λεγόμενο brain drain που επηρέασε» τονίζει.

«Η απογραφή του 2021 είχε μία διαφορετική διαδικασία στην υλοποίησή της κι αυτό δημιουργεί κάποια ερωτηματικά δεδομένου ότι η απογραφή δεν έγινε τον Μάρτιο, όπως ήταν αρχικά προγραμματισμένο, δεν έγινε σε διάστημα δεκαπέντε ημερών αλλά κράτησε αρκετά και έγινε ηλεκτρονικά, και ενδεχομένως να υπήρχε κάποια διαρροή» εξηγεί η κ. Τραγάκη τονίζοντας επίσης ότι από την απογραφή αναδεικνύεται έντονα το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας. 

«Εδώ και χρόνια χτυπούσαν καμπανάκια αλλά δεν τα άκουγε κανείς, γιατί οι γεννήσεις ήταν περισσότερες από τους θανάτους, οι μεταναστευτικές ροές ήταν αυξημένες. Τα αποτελέσματα της απογραφής επιβεβαιώνουν τα καμπανάκια που δεν τους δίναμε σημασία» εξηγεί η κ. Τραγάκη.

Ειδικότερα για την περιφερειακή ενότητα Θεσσαλονίκης, η κ. Τραγάκη σημειώνει πως παρατηρήθηκε μείωση σε σχέση με την απογραφή του 2011 κατά 19.000 κατοίκους, με την διαφορά γεννήσεων - θανάτων για την περασμένη δεκαετία να ανέρχεται σε 12.000. «Η Θεσσαλονίκη είναι σε λίγο καλύτερη κατάσταση σε σχέση με τον πανελλαδικό μέσο όρο. Υπάρχουν βέβαια και εντός Θεσσαλονίκης κάποιοι δήμοι που αυξάνονται οι πληθυσμοί και άλλοι που μειώνονται. Φαίνεται, βάσει αριθμών ότι το κέντρο και της Θεσσαλονίκης όπως άλλωστε και της Αθήνας, χάνει την αίγλη του» εξηγεί.

Τα... σενάρια

Οι εκτιμήσεις πάντως των ειδικών και για το μέλλον είναι δυσοίωνες, καθώς εκτιμάται πως και την επόμενη δεκαετία θα υπάρξει μείωση του μόνιμου πληθυσμού της χώρας. Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε το 2016 ο Οργανισμός Έρευνας και Ανάλυσης «διαΝΕΟσις» (η έρευνα διεξήχθη από το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του πανεπιστημίου Θεσσαλίας, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Βύρωνα Κοτζαμάνη) το 2050 ο πληθυσμός της χώρας υπολογίζεται ανάμεσα στα 10 εκατομμύρια (σύμφωνα με το πιο αισιόδοξο σενάριο) και τα 8,3 εκατομμύρια (στο πιο απαισιόδοξο). Σε κάθε περίπτωση ο πληθυσμός της χώρας στο μέλλον θα έχει μειωθεί σημαντικά. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, στα διάφορα σενάρια που εξετάζονται η ελάττωση του πληθυσμού θα κυμανθεί από περίπου 800 χιλιάδες μέχρι 2,5 εκατομμύρια άτομα.

Από την πλευρά του, ο Βύρων Κοτζαμάνης, καθηγητής Δημογραφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας εξηγεί ότι η περίοδος των 10,5 ετών που χωρίζει την προτελευταία και την τελευταία απογραφή συνοδεύτηκε από τα εξής γεγονότα: «Πρώτον, παρά την προσφυγική κρίση και την είσοδο αλλοδαπών υπάρχει αρνητικό μεταναστευτικό ισοζύγιο εισόδων - εξόδων από την Ελλάδα. Αυτό σημαίνει ότι οι μόνιμοι κάτοικοι που φεύγουν είναι περισσότεροι από εκείνους που έρχονται. Ταυτόχρονα, το φυσικό ισοζύγιο είναι επίσης αρνητικό. 

Οι δύο αρνητικές ζυγαριές κάνουν ένα μεγαλύτερο αρνητικό αποτέλεσμα» εξηγεί. Ο ίδιος, εκτιμά μάλιστα ότι η μείωση του πληθυσμού μεταξύ των δύο απογραφών είναι μεγαλύτερη του ανακοινωμένου από την ΕΛΣΤΑΤ (πρόκειται για προσωρινά στοιχεία απογραφής) και ανέρχεται περίπου στις 600.000 κατοίκους. «Παράλληλα, έχει αλλάξει η κατανομή του πληθυσμού μας κατά ηλικιακές ομάδες. Έχει μειωθεί δηλαδή το πλήθος των νέων και των ενδιάμεσων ηλικιών και έχει μειωθεί το πλήθος των ηλικιωμένων. Στη δημογραφία το αποκαλούμε ως επιτάχυνση της γήρανσης. Αυξάνεται όλο και περισσότερο και με μεγαλύτερη ταχύτητα το ποσοστό των ηλικιωμένων. Σχεδόν το 23% είναι άνω των 65 ετών» συμπληρώνει ο κ. Κοτζαμάνης.

«Ο πληθυσμός της Ελλάδας κατά τη μεταπολεμική περίοδο έχει αυξηθεί σημαντικά -από 7,6 εκατομμύρια το 1951 στα 10,6 εκατομμύρια το 2022» λέει ο κ. Κοτζαμάνης. «Η αύξηση αυτή προήλθε αποκλειστικά από τους 20 ετών και άνω, καθώς το πλήθος το 0-19 ετών μειώθηκε κατά 900 χιλιάδες περίπου ανάμεσα στο 1951 και το 2021. Την ίδια περίοδο οι άνω των 65 ετών και οι άνω των 85 ετών αυξήθηκαν ταχύτατα με αποτέλεσμα την γήρανση του συνολικού πληθυσμού που αποτυπώνεται και στην αύξηση της μέσης ηλικίας από 30,2 έτη το 1951 σε 44,2 έτη σήμερα» συμπληρώνει.

Συνολικά για το φαινόμενο της μείωσης του πληθυσμού, για το οποίο επισημαίνει ότι είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει εξηγεί: «Δεν είχαμε καταλάβει τι σημασία που έχει η παράμετρος πληθυσμός στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Αργήσαμε να το καταλάβουμε. Η χώρα σε ορισμένους τομείς κάνει πολιτικές, χωρίς να στηρίζονται σε αναλύσεις. Στο δημογραφικό οποιοδήποτε μέτρο και να ληφθεί σε έχει άμεσα αποτελέσματα αλλά μετά από 15 ή 20 χρόνια, για παράδειγμα» τονίζει ο κ. Κοτζαμάνης.

Η αλλαγή του πληθυσμού, αλλάζει και τις ανάγκες

Από την πλευρά της, η καθηγήτρια Πολεοδομίας ΑΠΘ, Αθηνά Γιαννακού, μιλώντας στη «ΜτΚ» υποστηρίζει πως τα στοιχεία από τους προσωρινούς πίνακες της ΕΛΣΤΑΤ φανερώνουν τάσεις. «Μία από αυτές είναι ότι αυξάνεται ο ηλικιωμένος πληθυσμός των πόλεων» υποστηρίζει. «Φαινόμενο όχι μόνο ελληνικό αλλά παγκόσμιο, ωστόσο στην Ελλάδα είναι πιο έντονο γιατί υπάρχει συνολικά δημογραφικό πρόβλημα. 

Η Θεσσαλονίκη είναι μία χαρακτηριστική περίπτωση» λέει. Εξηγεί δε, ότι είναι σημαντικό να γίνει αυτό κατανοητό καθώς η δημογραφική αλλαγή του πληθυσμού των πόλεων σηματοδοτεί και αλλαγές στις ανάγκες των κατοίκων, κάτι που πρέπει να λάβουν υπόψη όσοι διαμορφώνουν τις πολιτικές. «Με αυτό τον τρόπο διαφοροποιείται η ατζέντα της πόλης» λέει η κ. Γιαννακού. 

«Δημιουργούνται ανάγκες για περισσότερους χώρους πρασίνου, ανακατανομή των χώρων υγείας για παράδειγμα» υποστηρίζει. Ειδικότερα για τη Θεσσαλονίκη, η καθηγήτρια του ΑΠΘ σημειώνει πως είναι η πρώτη φορά που μεταπολιτευτικά η πόλη παρουσιάζει μείωση στον πληθυσμό της» τονίζει, συμπληρώνοντας ότι από τη δεκαετία του 90 σημειώθηκε αύξηση που συνεχίστηκε και την δεκαετία του 2000.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 22.01.2023
Σχετικά Άρθρα

Η Ελλάδα μικραίνει και ο πληθυσμός της γερνάει. Η παραπάνω φράση συμπυκνώνει τα αποτελέσματα της απογραφής του 2021, η οποία παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις από την προηγούμενη, εκείνη του 2011. 

Τα συμπεράσματα της απογραφής, τόσο για την ηλικία του πληθυσμού όσο και για την υπερσυγκέντρωσή του σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην ερημοποίηση της περιφέρειας, από τη μία προκαλούν έντονο προβληματισμό, από την άλλη μπορούν να αποτελέσουν την αφορμή για την ανάληψη πρωτοβουλιών και μίας σειράς πολιτικών, που κρίνονται αναγκαίες και απαραίτητες. 

Οι ειδικοί μεταξύ άλλων επισημαίνουν πως είναι... αργά για δάκρυα «βλέποντας» διαχρονική αδιαφορία, λάθος πολιτικές και επιδερμική αντιμετώπιση του προβλήματος και κρούουν των κώδωνα του κινδύνου με τα σενάρια για την εξέλιξη του πληθυσμού της χώρας τις επόμενες (κοντινές) δεκαετίες να είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά. 

Ένας από τους βασικούς λόγους μείωσης του πληθυσμού είναι το αρνητικό πρόσημο που φέρει μπροστά του το φυσικό ισοζύγιο (ο αριθμός των θανάτων ήταν δηλαδή την περασμένη δεκαετία μεγαλύτερος από τον αριθμό των γεννήσεων), γεγονός που εντείνει το πολυπαραγοντικό δημογραφικό ζήτημα της χώρας μας που βρίσκεται εδώ και χρόνια στο «κόκκινο» και παραμένει γόρδιος δεσμός της πολιτείας που αναζητά λύση.

Η διαφορά μόνιμου και νόμιμου πληθυσμού

Σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής που δημοσίευσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή στα τέλη του περασμένου Δεκεμβρίου σε ό,τι αφορά τον νόμιμο πληθυσμό της χώρας παρουσιάζεται σε σχέση με την απογραφή του 2011 μείωση της τάξης του 1,9%. Το 2021 ο νόμιμος πληθυσμός ανερχόταν σε 9.716.889, έναντι 9.904.286 το 2011, μειωμένος δηλαδή κατά 187.397 πολίτες. 

Σύμφωνα πάλι με την ΕΛΣΤΑΤ, όπως προκύπτει από τα προσωρινά αποτελέσματα (καθώς οι οριστικοί πίνακες δεν έχουν ακόμα δοθεί στην δημοσιότητα), που δημοσιεύτηκαν τον Ιούλιο 2022 παρατηρείται μείωση του μόνιμου πληθυσμού κατά 3,5% σε σχέση με μία δεκαετία πριν, μείωση που όπως αναφέρουν οι ειδικοί εκτιμάται ότι είναι μεγαλύτερη στην πραγματικότητα. 

Αυτό σημαίνει ότι το 2021 κατοικούσαν στην Ελλάδα περίπου 383.000 πολίτες λιγότεροι σε σχέση με το 2011. Σε απόλυτους αριθμούς ο μόνιμος πληθυσμός της Ελλάδας το 2021 ανέρχονταν σε 10.432.481 πολίτες, ενώ το 2011 σε 10.816.286 πολίτες. 

Οι γυναίκες ανέρχονται σε 5.357.232 άτομα και αποτελούν το 51,3% του πληθυσμού, ενώ οι άνδρες είναι 5.075.249 άτομα. Με βάση τα προσωρινά αποτελέσματα της «Απογραφής Πληθυσμού - Κατοικιών 2021» από τις 13 περιφέρειες της χώρας σημειώθηκε μείωση πληθυσμού σε 12 από αυτές, με εξαίρεση την περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, όπου σημειώθηκε αύξηση. Ειδικότερα στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας όπου ζουν 1.792.069 κάτοικοι, παρατηρήθηκε μείωση κατά 90.000 κατοίκους περίπου σε σχέση με το 2011, δηλαδή 4,8%.

Όπως εξηγούν οι επιστήμονες η διαφορά νόμιμου και μόνιμου πληθυσμού έγκειται στο γεγονός ότι ως νόμιμος πληθυσμός λογίζεται το σύνολο των δημοτών μίας περιοχής, που έχουν εκλογικά δικαιώματα δηλαδή, ενώ ως μόνιμος πληθυσμός λογίζεται το σύνολο των κατοίκων μίας περιοχής, είτε ψηφίζουν εκεί, είτε όχι.

Μειώθηκαν οι Θεσσαλονικείς

Ειδικότερα για τη Θεσσαλονίκη παρατηρείται σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας μία μείωση της τάξης του 1,7% σε σχέση με το 2011. Συνολικά στη Θεσσαλονίκη κατοικούν 1.091.424 πολίτες, με τους άνδρες να είναι 518.196 και τις γυναίκες να φτάνουν τις 573.228. Στον κεντρικό δήμο Θεσσαλονίκης καταγράφηκε η μεγαλύτερη μείωση πληθυσμού τη δεκαετία που μας πέρασε. Το 2011 ο πληθυσμός του δήμου ήταν 325.182 κάτοικοι ενώ το 2021 οι απογραφείς κατέγραψαν 317.778 κατοίκους. 

Η πιο μεγάλη αύξηση του πληθυσμού καταγράφηκε στο δήμο Κορδελιού-Ευόσμου. Το 2011 οι απογραφείς είχαν καταγράψει 101.753 κατοίκους ενώ το 2021 ο πληθυσμός του δήμου ήταν 105.426. Σε έξι από τους 14 δήμους του νομού ο πληθυσμός αυξήθηκε έστω και οριακά. Αναλυτικά, μείωση καταγράφηκε στους πληθυσμούς των δήμων Θεσσαλονίκης, Αμπελοκήπων-Μενεμένης, Βόλβης, Δέλτα, Θερμαϊκού, Λαγκαδά, Νεάπολης-Συκεών και Χαλκηδόνας. Αντιθέτως, αύξηση πληθυσμού παρουσιάστηκε σε Θέρμη, Καλαμαριά, Κορδελιού-Ευόσμου, Παύλου Μελά, Πυλαίας-Χορτιάτη και Ωραιοκάστρου.

Αναμενόμενο

Όπως αναφέρει στη «ΜτΚ» η καθηγήτρια Οικονομικής Δημογραφίας στο Τμήμα Γεωγραφίας του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, Αλεξάνδρα Τραγάκη «μέχρι σήμερα ο πληθυσμός από τη μία απογραφή στην άλλη παρουσίαζε αύξηση. Είναι η πρώτη φορά που υπάρχει μείωση πληθυσμού. Η μείωση ωστόσο ήταν αναμενόμενη. Οι εκτιμήσεις μας για μείωση του πληθυσμού προέρχονταν από το φυσικό ισοζύγιο, δηλαδή τις γεννήσεις και τους θανάτους. Το φυσικό ισοζύγιο άλλωστε είναι ο ένας από τους δύο παράγοντες που καθορίζουν τον πληθυσμό. 

Ο δεύτερος είναι το μεταναστευτικό ισοζύγιο. Ο πληθυσμός καθορίζεται από τέσσερις μεταβλητές: τις γεννήσεις, τους θανάτους, τις μεταναστευτικές ροές που εισέρχονται και τις μεταναστευτικές ροές που εξέρχονται της χώρας. Από τη στιγμή που υπήρχε αρνητικό φυσικό ισοζύγιο και ελαφρά αρνητικό μεταναστευτικό, αναμέναμε ότι θα σημειωθεί μείωση του πληθυσμού» εξηγεί η κ. Τραγάκη. «Είναι το λεγόμενο brain drain που επηρέασε» τονίζει.

«Η απογραφή του 2021 είχε μία διαφορετική διαδικασία στην υλοποίησή της κι αυτό δημιουργεί κάποια ερωτηματικά δεδομένου ότι η απογραφή δεν έγινε τον Μάρτιο, όπως ήταν αρχικά προγραμματισμένο, δεν έγινε σε διάστημα δεκαπέντε ημερών αλλά κράτησε αρκετά και έγινε ηλεκτρονικά, και ενδεχομένως να υπήρχε κάποια διαρροή» εξηγεί η κ. Τραγάκη τονίζοντας επίσης ότι από την απογραφή αναδεικνύεται έντονα το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας. 

«Εδώ και χρόνια χτυπούσαν καμπανάκια αλλά δεν τα άκουγε κανείς, γιατί οι γεννήσεις ήταν περισσότερες από τους θανάτους, οι μεταναστευτικές ροές ήταν αυξημένες. Τα αποτελέσματα της απογραφής επιβεβαιώνουν τα καμπανάκια που δεν τους δίναμε σημασία» εξηγεί η κ. Τραγάκη.

Ειδικότερα για την περιφερειακή ενότητα Θεσσαλονίκης, η κ. Τραγάκη σημειώνει πως παρατηρήθηκε μείωση σε σχέση με την απογραφή του 2011 κατά 19.000 κατοίκους, με την διαφορά γεννήσεων - θανάτων για την περασμένη δεκαετία να ανέρχεται σε 12.000. «Η Θεσσαλονίκη είναι σε λίγο καλύτερη κατάσταση σε σχέση με τον πανελλαδικό μέσο όρο. Υπάρχουν βέβαια και εντός Θεσσαλονίκης κάποιοι δήμοι που αυξάνονται οι πληθυσμοί και άλλοι που μειώνονται. Φαίνεται, βάσει αριθμών ότι το κέντρο και της Θεσσαλονίκης όπως άλλωστε και της Αθήνας, χάνει την αίγλη του» εξηγεί.

Τα... σενάρια

Οι εκτιμήσεις πάντως των ειδικών και για το μέλλον είναι δυσοίωνες, καθώς εκτιμάται πως και την επόμενη δεκαετία θα υπάρξει μείωση του μόνιμου πληθυσμού της χώρας. Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε το 2016 ο Οργανισμός Έρευνας και Ανάλυσης «διαΝΕΟσις» (η έρευνα διεξήχθη από το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του πανεπιστημίου Θεσσαλίας, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Βύρωνα Κοτζαμάνη) το 2050 ο πληθυσμός της χώρας υπολογίζεται ανάμεσα στα 10 εκατομμύρια (σύμφωνα με το πιο αισιόδοξο σενάριο) και τα 8,3 εκατομμύρια (στο πιο απαισιόδοξο). Σε κάθε περίπτωση ο πληθυσμός της χώρας στο μέλλον θα έχει μειωθεί σημαντικά. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, στα διάφορα σενάρια που εξετάζονται η ελάττωση του πληθυσμού θα κυμανθεί από περίπου 800 χιλιάδες μέχρι 2,5 εκατομμύρια άτομα.

Από την πλευρά του, ο Βύρων Κοτζαμάνης, καθηγητής Δημογραφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας εξηγεί ότι η περίοδος των 10,5 ετών που χωρίζει την προτελευταία και την τελευταία απογραφή συνοδεύτηκε από τα εξής γεγονότα: «Πρώτον, παρά την προσφυγική κρίση και την είσοδο αλλοδαπών υπάρχει αρνητικό μεταναστευτικό ισοζύγιο εισόδων - εξόδων από την Ελλάδα. Αυτό σημαίνει ότι οι μόνιμοι κάτοικοι που φεύγουν είναι περισσότεροι από εκείνους που έρχονται. Ταυτόχρονα, το φυσικό ισοζύγιο είναι επίσης αρνητικό. 

Οι δύο αρνητικές ζυγαριές κάνουν ένα μεγαλύτερο αρνητικό αποτέλεσμα» εξηγεί. Ο ίδιος, εκτιμά μάλιστα ότι η μείωση του πληθυσμού μεταξύ των δύο απογραφών είναι μεγαλύτερη του ανακοινωμένου από την ΕΛΣΤΑΤ (πρόκειται για προσωρινά στοιχεία απογραφής) και ανέρχεται περίπου στις 600.000 κατοίκους. «Παράλληλα, έχει αλλάξει η κατανομή του πληθυσμού μας κατά ηλικιακές ομάδες. Έχει μειωθεί δηλαδή το πλήθος των νέων και των ενδιάμεσων ηλικιών και έχει μειωθεί το πλήθος των ηλικιωμένων. Στη δημογραφία το αποκαλούμε ως επιτάχυνση της γήρανσης. Αυξάνεται όλο και περισσότερο και με μεγαλύτερη ταχύτητα το ποσοστό των ηλικιωμένων. Σχεδόν το 23% είναι άνω των 65 ετών» συμπληρώνει ο κ. Κοτζαμάνης.

«Ο πληθυσμός της Ελλάδας κατά τη μεταπολεμική περίοδο έχει αυξηθεί σημαντικά -από 7,6 εκατομμύρια το 1951 στα 10,6 εκατομμύρια το 2022» λέει ο κ. Κοτζαμάνης. «Η αύξηση αυτή προήλθε αποκλειστικά από τους 20 ετών και άνω, καθώς το πλήθος το 0-19 ετών μειώθηκε κατά 900 χιλιάδες περίπου ανάμεσα στο 1951 και το 2021. Την ίδια περίοδο οι άνω των 65 ετών και οι άνω των 85 ετών αυξήθηκαν ταχύτατα με αποτέλεσμα την γήρανση του συνολικού πληθυσμού που αποτυπώνεται και στην αύξηση της μέσης ηλικίας από 30,2 έτη το 1951 σε 44,2 έτη σήμερα» συμπληρώνει.

Συνολικά για το φαινόμενο της μείωσης του πληθυσμού, για το οποίο επισημαίνει ότι είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει εξηγεί: «Δεν είχαμε καταλάβει τι σημασία που έχει η παράμετρος πληθυσμός στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Αργήσαμε να το καταλάβουμε. Η χώρα σε ορισμένους τομείς κάνει πολιτικές, χωρίς να στηρίζονται σε αναλύσεις. Στο δημογραφικό οποιοδήποτε μέτρο και να ληφθεί σε έχει άμεσα αποτελέσματα αλλά μετά από 15 ή 20 χρόνια, για παράδειγμα» τονίζει ο κ. Κοτζαμάνης.

Η αλλαγή του πληθυσμού, αλλάζει και τις ανάγκες

Από την πλευρά της, η καθηγήτρια Πολεοδομίας ΑΠΘ, Αθηνά Γιαννακού, μιλώντας στη «ΜτΚ» υποστηρίζει πως τα στοιχεία από τους προσωρινούς πίνακες της ΕΛΣΤΑΤ φανερώνουν τάσεις. «Μία από αυτές είναι ότι αυξάνεται ο ηλικιωμένος πληθυσμός των πόλεων» υποστηρίζει. «Φαινόμενο όχι μόνο ελληνικό αλλά παγκόσμιο, ωστόσο στην Ελλάδα είναι πιο έντονο γιατί υπάρχει συνολικά δημογραφικό πρόβλημα. 

Η Θεσσαλονίκη είναι μία χαρακτηριστική περίπτωση» λέει. Εξηγεί δε, ότι είναι σημαντικό να γίνει αυτό κατανοητό καθώς η δημογραφική αλλαγή του πληθυσμού των πόλεων σηματοδοτεί και αλλαγές στις ανάγκες των κατοίκων, κάτι που πρέπει να λάβουν υπόψη όσοι διαμορφώνουν τις πολιτικές. «Με αυτό τον τρόπο διαφοροποιείται η ατζέντα της πόλης» λέει η κ. Γιαννακού. 

«Δημιουργούνται ανάγκες για περισσότερους χώρους πρασίνου, ανακατανομή των χώρων υγείας για παράδειγμα» υποστηρίζει. Ειδικότερα για τη Θεσσαλονίκη, η καθηγήτρια του ΑΠΘ σημειώνει πως είναι η πρώτη φορά που μεταπολιτευτικά η πόλη παρουσιάζει μείωση στον πληθυσμό της» τονίζει, συμπληρώνοντας ότι από τη δεκαετία του 90 σημειώθηκε αύξηση που συνεχίστηκε και την δεκαετία του 2000.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 22.01.2023

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία