Μετά τη «λάμψη» της 86ης Έκθεσης ας δούμε την πραγματική εικόνα της ΔΕΘ και το νέο εκθεσιακό κέντρο
25/09/2022 08:00
25/09/2022 08:00
Πέρασε στην ιστορία από το βράδυ της περασμένης Κυριακής η 86η ΔΕΘ. Με τα συνήθη... Θεσσαλονικιώτικα κριτήρια ήταν μια επιτυχημένη διοργάνωση. Έκοψε περισσότερα από 200.000 εισιτήρια, κι ας αφορούσαν τα περισσότερα τις βραδινές συναυλίες· γέμισε τα ξενοδοχεία, τουλάχιστον τα δύο σαββατοκύριακα· κατέκλυσε τα τραπεζοκαθίσματα σε μπαρ, ταβέρνες και μπουζουξίδικα... Εν ολίγοις έκανε σημαντικούς τζίρους στην πόλη, δίνοντας βαθιά οικονομική ανάσα στις κάθε λογής επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους κλάδους του τουρισμού και της ψυχαγωγίας οι οποίες είχαν στεγνώσει την περίοδο της πανδημίας. Φιλοξένησε επίσης και αρκετές εκατοντάδες επιχειρηματικές συναντήσεις, ανάμεσα σε ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους Άραβες των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων που ήταν η τιμώμενη χώρα οι οποίες, οι οποίες θα δούμε στο μέλλον εάν θα μετουσιωθούν σε επιχειρηματικές συμφωνίες.
Το πρόσημο λοιπόν, της 86ης ΔΕΘ είναι θετικό. Όμως εκείνο που έχει ενδιαφέρον είναι η μεγάλη εικόνα η οποία εμπεριέχει δύο παραμέτρους που συνδέονται μεταξύ τους: τη θέση την οποία καταλαμβάνει σήμερα η ΔΕΘ στον εξόχως ανταγωνιστικό εκθεσιακό κλάδο και την τύχη των εκθεσιακών χώρων που έχει στη διάθεσή της. Είναι κοινό μυστικό ότι εδώ και αρκετά χρόνια η ΔΕΘ βρίσκεται σε διαρκή υποχώρηση όσον αφορά το μερίδιό της στην εκθεσιακή δραστηριότητα με αποτέλεσμα σήμερα να βρίσκεται σε μονοψήφια ποσοστά. Σχεδόν το σύνολο των εκθεσιακών γεγονότων στην Ελλάδα γίνονται πλέον στο λεκανοπέδιο όπου σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα αναπτύχθηκαν δυναμικές και ευέλικτες επιχειρήσεις στον εκθεσιακό κλάδο, έγιναν σύγχρονοι εκθεσιακοί χώροι, μακριά από το κέντρο της πόλης, μονοπωλώντας το ενδιαφέρον του επιχειρηματικού κόσμου. Στη Θεσσαλονίκη, πέρα από τη γενική έκθεση του Σεπτεμβρίου η οποία έχει περισσότερο πανηγυρικό, παρά εμπορικό-επιχειρηματικό χαρακτήρα, απέμειναν δυο τρεις κλαδικές εκθέσεις οι οποίες αφορούν τον τουρισμό, τον αγροτικό κόσμο και το χώρο του μαρμάρου. Εκθέσεις, δηλαδή, οι οποίες λόγω αντικειμένου και χωρικότητας δεν ενδιαφέρουν το λεκανοπέδιο.
Ένας από τους λόγους που επικαλούνται ορισμένοι προκειμένου να δικαιολογήσουν την καθήλωση της ΔΕΘ σε μονοψήφια μερίδια στον απαιτητικό εκθεσιακό κλάδο, είναι η έλλειψη ενός σύγχρονου εκθεσιακού κέντρου. Η άποψη αυτή είναι εν μέρει ορθή αν και η καθήλωση της ΔΕΘ δεν οφείλεται μόνον στην έλλειψη σύγχρονων εκθεσιακών χώρων. Απόδειξη ότι το εκθεσιακό κέντρο που διαθέτει στο Μαρούσι, το οποίο μπορεί να μην είναι πρώτης κατηγορίας, αλλά δεν είναι και παραγκούπολη, έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί. Όμως, πράγματι, η ΔΕΘ δεν μπορεί να κάνει ούτε βήμα μπροστά εάν δεν αποκτήσει ένα σύγχρονο εκθεσιακό κέντρο. Το ζήτημα αυτό βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα της πόλης τα τελευταία δέκα χρόνια, με αφορμή το πρότζεκτ το οποίο έχει παρουσιάσει η διοίκηση της ΔΕΘ-HELEXPO για την ανάπλαση του σημερινού εκθεσιακού κέντρου.
Για την οικονομία της συζήτησης αφήνω κατά μέρος το εάν το νέο εκθεσιακό κέντρο θα πρέπει να γίνει στο κέντρο της πόλης ή δυτικά, εάν το σχέδιο το οποίο έχει προκριθεί είναι το ιδεατό ή όχι (για όλα αυτά έχουμε γράψει πολλάκις κατά καιρούς) και εστιάζω σε αυτήν καθ' αυτήν την προτεινόμενη λύση. Όσα ειπώθηκαν τις τελευταίες ημέρες από τη διοίκηση της ΔΕΘ-HELEXPO αναφορικά με αυτό το θέμα ενισχύουν τις αμφιβολίες για το κατά πόσο το συγκεκριμένο πρότζεκτ μπορεί να υλοποιηθεί καθώς γεννούν ερωτήματα για τα οποία δεν έχουν δοθεί απαντήσεις.
1. Το πρώτο και θεμελιώδες ερώτημα αφορά τη χρηματοδότηση του φιλόδοξου εγχειρήματος. Αρχικά το κόστος του είχε προϋπολογιστεί λίγο πάνω από τα 130 εκατ. ευρώ. Σήμερα το παρουσιάζουν στα 280, χωρίς να εξηγούν για ποιο λόγο υπερδιπλασιάστηκε. Το σημαντικότερο, όμως είναι, ποιος θα βάλει τα χρήματα. Η διοίκηση της ΔΕΘ-HELEXPO διακηρύσσει ότι θα κατασκευαστεί με ΣΔΙΤ, οι όροι του οποίου όμως, παραμένουν άγνωστοι. Τι ακριβώς θα παραχωρηθεί στον ιδιώτη και για πόσο χρονικό διάστημα, προκειμένου να χρηματοδοτήσει το έργο; Και τι θα εισφέρει, αν θα εισφέρει, το ελληνικό δημόσιο; Κι επίσης, ποιος διασφαλίζει ότι τα 280 εκατ. δεν θα φτάσουν αύριο μεθαύριο στα 300 και 350;
2. Άλλωστε, εκτός από το χρηματοδοτικό σχήμα, λείπουν από το έργο και πολλές άλλες σημαντικές παράμετροι οι οποίες καθορίζουν, εκτός των άλλων και το τελικό κόστος. Λείπουν, για παράδειγμα, μια σειρά από βασικές μελέτες οι οποίες αφενός θα καθορίσουν την τελική μορφή του έργου (σήμερα έχουμε δει μόνον κάποιες φωτογραφίες), αφετέρου θα κρίνουν κατά πόσο αυτό μπορεί να υλοποιηθεί. Χωρίς αυτές τις μελέτες (αρχαιολογική, κυκλοφοριακή, αντιπλημμυρική, κατεδάφισης κτιρίων και αξιοποίησης όσων θα παραμείνουν κ.λπ.) η ταυτότητα του έργου παραμένει θολή, γεγονός που δυσχεραίνει έτι περαιτέρω την εξεύρεση χρηματοδότη.
3. Παρατηρείται διαρκής διολίσθηση του χρόνου υλοποίησης και ολοκλήρωσης του έργου. Απολύτως λογική εξέλιξη με βάση τα δύο προηγούμενα. Χωρίς χρήματα και χωρίς μελέτες, έργο δεν μπορεί να ξεκινήσει. Ο αρχικός στόχος, η 90η ΔΕΘ η οποία συμπίπτει με την επέτειο των εκατό χρόνων από την πρώτη διοργάνωση του 1926, εγκαταλείπεται. Πλέον, επιδίωξη είναι έως τότε να έχουν τουλάχιστον ξεκινήσει οι εργασίες για την κατασκευή του νέου εκθεσιακού κέντρου, με νέο ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2028. Λέγεται μάλιστα, ότι οι εκθέσεις τις οποίες διοργανώνει η ΔΕΘ θα συνεχίσουν να γίνονται στο σημερινό χώρο και κατά το στάδιο της κατασκευής του νέου εκθεσιακού κέντρου!
Όλα τα ανωτέρω γεννούν σοβαρές αμφιβολίες για το κατά πόσο το συγκεκριμένο πρότζεκτ είναι βιώσιμο και μπορεί να υλοποιηθεί. Η ηγεσία της πόλης δεν είναι δυνατόν να παρακολουθεί άβουλη και αμέτοχη τις εξελίξεις. Οφείλει να αναζητήσει συγκεκριμένες απαντήσεις. Όχι μόνο για τη βιωσιμότητα του έργου, αλλά πλέον, και για την αναγκαιότητά του.
Πέρασε στην ιστορία από το βράδυ της περασμένης Κυριακής η 86η ΔΕΘ. Με τα συνήθη... Θεσσαλονικιώτικα κριτήρια ήταν μια επιτυχημένη διοργάνωση. Έκοψε περισσότερα από 200.000 εισιτήρια, κι ας αφορούσαν τα περισσότερα τις βραδινές συναυλίες· γέμισε τα ξενοδοχεία, τουλάχιστον τα δύο σαββατοκύριακα· κατέκλυσε τα τραπεζοκαθίσματα σε μπαρ, ταβέρνες και μπουζουξίδικα... Εν ολίγοις έκανε σημαντικούς τζίρους στην πόλη, δίνοντας βαθιά οικονομική ανάσα στις κάθε λογής επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους κλάδους του τουρισμού και της ψυχαγωγίας οι οποίες είχαν στεγνώσει την περίοδο της πανδημίας. Φιλοξένησε επίσης και αρκετές εκατοντάδες επιχειρηματικές συναντήσεις, ανάμεσα σε ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους Άραβες των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων που ήταν η τιμώμενη χώρα οι οποίες, οι οποίες θα δούμε στο μέλλον εάν θα μετουσιωθούν σε επιχειρηματικές συμφωνίες.
Το πρόσημο λοιπόν, της 86ης ΔΕΘ είναι θετικό. Όμως εκείνο που έχει ενδιαφέρον είναι η μεγάλη εικόνα η οποία εμπεριέχει δύο παραμέτρους που συνδέονται μεταξύ τους: τη θέση την οποία καταλαμβάνει σήμερα η ΔΕΘ στον εξόχως ανταγωνιστικό εκθεσιακό κλάδο και την τύχη των εκθεσιακών χώρων που έχει στη διάθεσή της. Είναι κοινό μυστικό ότι εδώ και αρκετά χρόνια η ΔΕΘ βρίσκεται σε διαρκή υποχώρηση όσον αφορά το μερίδιό της στην εκθεσιακή δραστηριότητα με αποτέλεσμα σήμερα να βρίσκεται σε μονοψήφια ποσοστά. Σχεδόν το σύνολο των εκθεσιακών γεγονότων στην Ελλάδα γίνονται πλέον στο λεκανοπέδιο όπου σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα αναπτύχθηκαν δυναμικές και ευέλικτες επιχειρήσεις στον εκθεσιακό κλάδο, έγιναν σύγχρονοι εκθεσιακοί χώροι, μακριά από το κέντρο της πόλης, μονοπωλώντας το ενδιαφέρον του επιχειρηματικού κόσμου. Στη Θεσσαλονίκη, πέρα από τη γενική έκθεση του Σεπτεμβρίου η οποία έχει περισσότερο πανηγυρικό, παρά εμπορικό-επιχειρηματικό χαρακτήρα, απέμειναν δυο τρεις κλαδικές εκθέσεις οι οποίες αφορούν τον τουρισμό, τον αγροτικό κόσμο και το χώρο του μαρμάρου. Εκθέσεις, δηλαδή, οι οποίες λόγω αντικειμένου και χωρικότητας δεν ενδιαφέρουν το λεκανοπέδιο.
Ένας από τους λόγους που επικαλούνται ορισμένοι προκειμένου να δικαιολογήσουν την καθήλωση της ΔΕΘ σε μονοψήφια μερίδια στον απαιτητικό εκθεσιακό κλάδο, είναι η έλλειψη ενός σύγχρονου εκθεσιακού κέντρου. Η άποψη αυτή είναι εν μέρει ορθή αν και η καθήλωση της ΔΕΘ δεν οφείλεται μόνον στην έλλειψη σύγχρονων εκθεσιακών χώρων. Απόδειξη ότι το εκθεσιακό κέντρο που διαθέτει στο Μαρούσι, το οποίο μπορεί να μην είναι πρώτης κατηγορίας, αλλά δεν είναι και παραγκούπολη, έχει σχεδόν εγκαταλειφθεί. Όμως, πράγματι, η ΔΕΘ δεν μπορεί να κάνει ούτε βήμα μπροστά εάν δεν αποκτήσει ένα σύγχρονο εκθεσιακό κέντρο. Το ζήτημα αυτό βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα της πόλης τα τελευταία δέκα χρόνια, με αφορμή το πρότζεκτ το οποίο έχει παρουσιάσει η διοίκηση της ΔΕΘ-HELEXPO για την ανάπλαση του σημερινού εκθεσιακού κέντρου.
Για την οικονομία της συζήτησης αφήνω κατά μέρος το εάν το νέο εκθεσιακό κέντρο θα πρέπει να γίνει στο κέντρο της πόλης ή δυτικά, εάν το σχέδιο το οποίο έχει προκριθεί είναι το ιδεατό ή όχι (για όλα αυτά έχουμε γράψει πολλάκις κατά καιρούς) και εστιάζω σε αυτήν καθ' αυτήν την προτεινόμενη λύση. Όσα ειπώθηκαν τις τελευταίες ημέρες από τη διοίκηση της ΔΕΘ-HELEXPO αναφορικά με αυτό το θέμα ενισχύουν τις αμφιβολίες για το κατά πόσο το συγκεκριμένο πρότζεκτ μπορεί να υλοποιηθεί καθώς γεννούν ερωτήματα για τα οποία δεν έχουν δοθεί απαντήσεις.
1. Το πρώτο και θεμελιώδες ερώτημα αφορά τη χρηματοδότηση του φιλόδοξου εγχειρήματος. Αρχικά το κόστος του είχε προϋπολογιστεί λίγο πάνω από τα 130 εκατ. ευρώ. Σήμερα το παρουσιάζουν στα 280, χωρίς να εξηγούν για ποιο λόγο υπερδιπλασιάστηκε. Το σημαντικότερο, όμως είναι, ποιος θα βάλει τα χρήματα. Η διοίκηση της ΔΕΘ-HELEXPO διακηρύσσει ότι θα κατασκευαστεί με ΣΔΙΤ, οι όροι του οποίου όμως, παραμένουν άγνωστοι. Τι ακριβώς θα παραχωρηθεί στον ιδιώτη και για πόσο χρονικό διάστημα, προκειμένου να χρηματοδοτήσει το έργο; Και τι θα εισφέρει, αν θα εισφέρει, το ελληνικό δημόσιο; Κι επίσης, ποιος διασφαλίζει ότι τα 280 εκατ. δεν θα φτάσουν αύριο μεθαύριο στα 300 και 350;
2. Άλλωστε, εκτός από το χρηματοδοτικό σχήμα, λείπουν από το έργο και πολλές άλλες σημαντικές παράμετροι οι οποίες καθορίζουν, εκτός των άλλων και το τελικό κόστος. Λείπουν, για παράδειγμα, μια σειρά από βασικές μελέτες οι οποίες αφενός θα καθορίσουν την τελική μορφή του έργου (σήμερα έχουμε δει μόνον κάποιες φωτογραφίες), αφετέρου θα κρίνουν κατά πόσο αυτό μπορεί να υλοποιηθεί. Χωρίς αυτές τις μελέτες (αρχαιολογική, κυκλοφοριακή, αντιπλημμυρική, κατεδάφισης κτιρίων και αξιοποίησης όσων θα παραμείνουν κ.λπ.) η ταυτότητα του έργου παραμένει θολή, γεγονός που δυσχεραίνει έτι περαιτέρω την εξεύρεση χρηματοδότη.
3. Παρατηρείται διαρκής διολίσθηση του χρόνου υλοποίησης και ολοκλήρωσης του έργου. Απολύτως λογική εξέλιξη με βάση τα δύο προηγούμενα. Χωρίς χρήματα και χωρίς μελέτες, έργο δεν μπορεί να ξεκινήσει. Ο αρχικός στόχος, η 90η ΔΕΘ η οποία συμπίπτει με την επέτειο των εκατό χρόνων από την πρώτη διοργάνωση του 1926, εγκαταλείπεται. Πλέον, επιδίωξη είναι έως τότε να έχουν τουλάχιστον ξεκινήσει οι εργασίες για την κατασκευή του νέου εκθεσιακού κέντρου, με νέο ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2028. Λέγεται μάλιστα, ότι οι εκθέσεις τις οποίες διοργανώνει η ΔΕΘ θα συνεχίσουν να γίνονται στο σημερινό χώρο και κατά το στάδιο της κατασκευής του νέου εκθεσιακού κέντρου!
Όλα τα ανωτέρω γεννούν σοβαρές αμφιβολίες για το κατά πόσο το συγκεκριμένο πρότζεκτ είναι βιώσιμο και μπορεί να υλοποιηθεί. Η ηγεσία της πόλης δεν είναι δυνατόν να παρακολουθεί άβουλη και αμέτοχη τις εξελίξεις. Οφείλει να αναζητήσει συγκεκριμένες απαντήσεις. Όχι μόνο για τη βιωσιμότητα του έργου, αλλά πλέον, και για την αναγκαιότητά του.
ΣΧΟΛΙΑ