Μια από τις σημαντικότερες συλλήψεις στην Ευρώπη στο λαθρεμπόριο έργων τέχνης και αρχαιοτήτων
30/11/2019 11:00
30/11/2019 11:00
Η Τασούλα Χατζητοφή είναι «Η Κυνηγός Εικόνων». Είναι Κύπρια που το καλοκαίρι του 1974 μαζί με πολλούς άλλους συμπατριώτες της ξεριζώθηκαν από την πατρίδα τους και έχασαν τα πάντα εξαιτίας της τουρκικής εισβολής. Εκείνη και η οικογένειά της αναγκάστηκαν λόγω της συγκυρίας να μετοικήσουν στην Ολλανδία όπου ζει μέχρι και σήμερα. Εγκατεστημένη στη Χάγη, επιτυχημένη επιχειρηματίας, λόγω της ιδιότητας που είχε ως επίτιμη πρόξενος της Κύπρου στην Ολλανδία, αφιέρωσε πάνω από δύο δεκαετίες στην ανάκτηση της κλεμμένης πολιτιστικής και θρησκευτικής κληρονομιάς της πατρίδας της, αφού, ως γνωστόν, όταν καταστράφηκαν και συλήθηκαν εκατοντάδες κυπριακές εκκλησίες και μνημεία σε μια προσπάθεια να σβηστεί κάθε ίχνος του ελληνοκυπριακού πολιτισμού από τον τόπο, ήταν πολλοί οι θησαυροί που έπεσαν στα χέρια παράνομων διακινητών έργων τέχνης και αρχαιοτήτων.
Η Χατζητοφή, πρόσφυγας από τότε, δεν σταμάτησε την προσπάθειά της να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη και να αντιμετωπίσει τους «εμπόρους του Θεού», δηλαδή τον υπόκοσμο του λαθρεμπορίου. Μια προσπάθεια που κορυφώθηκε το 1997 με την υπόθεση του Μονάχου, όταν επετεύχθη μια από τις σημαντικότερες συλλήψεις στα χρονικά της παράνομης διακίνησης έργων τέχνης στην Ευρώπη…
Το απόσταγμα όλης αυτής της εμπειρίας της αποτυπώνει στην αυτοβιογραφία της με τίτλο «Η Κυνηγός Εικόνων» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη. Σ’ αυτό η συγγραφέας από την Αμμόχωστο αποκαλύπτει την επικίνδυνη περιπέτεια που έζησε ενορχηστρώνοντας την επιχείρηση του Μονάχου.
Η αρχή αυτού του αγώνα έγινε εντελώς τυχαία όταν βρέθηκαν στον δρόμο της κάποιοι έμποροι για να της πουλήσουν έργα τέχνης που εντελώς συμπτωματικά ανήκαν στην οικογένειά της από τα Κατεχόμενα. Τότε, τόσο εκείνη όσο και οι οικείοι της έπαθαν ένα μεγάλο σοκ. «Έτσι είπα ότι αυτοί οι θησαυροί πρέπει να επιστραφούν εκεί που ανήκουν», λέει η ίδια στο makthes.gr .
Τα υψηλής τέχνης ψηφιδωτά και οι εικόνες από τις εκκλησιές και τους ναούς της κατεχόμενης Κύπρου που βρίσκονταν στα χέρια αρχαιοκάπηλων και πωλούνταν σε ολόκληρο τον κόσμο έπρεπε να γυρίσουν στον φυσικό τους χώρο. «Οι δυσκολίες ήταν πάρα πολλές και η αρχή πολύ δύσκολη, αλλά είχα την τύχη να έχω στο πλευρό μου ανθρώπους που πίστεψαν σε μένα και να συμβάλλουν τα μέγιστα σε αυτή την υπερπροσπάθεια που ήταν πρωτοφανής τότε για τα δεδομένα της Κύπρου αλλά και για μένα την ίδια», επισημαίνει.
Ο υπόκοσμος του λαθρεμπορίου και οι κίνδυνοι
Νιώθει ευλογημένη σήμερα, που ο τότε Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Α’ της παρείχε μία άριστη ομάδα νομικών συμβούλων. «Ήταν οι καλύτεροι, ίσως, στον κόσμο που με προετοίμαζαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ώστε σε κάθε μάχη ανάκτησης κλεμμένων θησαυρών να είμαι πολύ καλά προετοιμασμένη. Στρέφοντας σήμερα το βλέμμα μου πίσω στο χρόνο, σε όλο αυτό το ταξίδι αναζήτησης κλεμμένων θησαυρών της πατρίδας μου δεν νιώθω πως κοπίασα ή θυσιάστηκα, νιώθω ότι έπραξα αυτό που η συνείδησή μου υπαγόρευε να κάνω, ήταν καθήκον μου. Αν και βίωσα εξουθενωτικές μέρες, τόσο ψυχικά όσο και σωματικά, ο κάθε επαναπατρισμός μου πρόσφερε αγαλλίαση ψυχής και ένα χαμόγελο δικαίωσης τόσο για μένα όσο και για ολόκληρη την ομάδα που δουλεύαμε μαζί. Αυτό ήταν η καλύτερη ανταμοιβή», τονίζει η συγγραφέας.
Μέσα από όλη αυτή την προσπάθεια γνώρισε καλά τον υπόκοσμο του λαθρεμπορίου και κινδύνευσε πολλές φορές. «Όταν μπαίνεις σε τέτοια μονοπάτια οι κίνδυνοι είναι σαφείς και τους βλέπεις μπροστά σου. Ίσως κινήθηκα και με άγνοια κινδύνου σε κάποιες περιπτώσεις, δεν ξέρω. Εκείνο όμως που ξέρω είναι ότι καταφέραμε κάτι το μοναδικό που αν δεν ερχόμασταν σε επαφή με τους εμπόρους δεν θα πετυχαίναμε με τίποτα. Μπορώ όμως με βεβαιότητα να σας πω ότι εκείνη την περίοδο διακινδύνευσα τα πάντα προκειμένου να πετύχω τον επαναπατρισμό των ιερών θησαυρών του τόπου μου, γνωρίζοντας την ξεχωριστή θέση που κατέχουν αυτές οι εικόνες στην καρδιά των ορθόδοξων χριστιανών της πατρίδας μου», θυμάται σήμερα η Τασούλα Χατζητοφή.
«Τα κειμήλια είναι φορείς ταυτότητας, ιστορίας και πολιτισμού»
Από τη στιγμή που μπήκε στη διαδικασία να γράψει αυτό το βιβλίο ήθελε να πει τη δική της αλήθεια, να αφηγηθεί πραγματικά γεγονότα και περιπετειώδεις καταστάσεις που στιγμάτισαν τη ζωή της για πάντα. Έτσι, δεν θέλησε καθόλου να αυτολογοκριθεί. «Αν δεν περιέγραφα τα γεγονότα ως έχουν δεν θα είχα κανέναν λόγο να κυκλοφορήσω αυτόν τον τόμο. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να τονίσω ότι αυτό το βιβλίο δεν θα είχε εκδοθεί αν δεν βρισκόταν δίπλα μου μία γυναίκα που έγινε η φωνή μου. Πρόκειται για την Kathy Barrett που με τη στενή μας συνεργασία έγινε κατορθωτή η έκδοση, πρώτα στα αγγλικά το 2016 και σήμερα πλέον στα ελληνικά. Εκείνη με βοήθησε να βρω τον τρόπο με τον οποίο οι Αμερικανοί αναγνώστες θα συνδέονταν μαζί μου και με έκανε να πιστέψω ότι η ιστορία μου είχε αξία για να εκδοθεί και να διαβαστεί».
Η αναζήτηση κυπριακών θησαυρών και ο επαναπατρισμός τους είναι στην ουσία για εκείνην η συνεχής προσπάθεια της επιστροφής της θρυμματισμένης ψυχής της Κύπρου στον τόπο που ανήκει.
«Τα κειμήλια δεν είναι απλώς αντικείμενα, είναι φορείς ταυτότητας, ιστορίας και πολιτισμού. Είναι τα δοχεία της ύπαρξής μας, του παρελθόντος και του μέλλοντος. Είναι ίσως τα μόνα σύμβολα αξιών που μπορούν να ενεργοποιηθούν ως πρεσβευτές ειρήνης και ομόνοιας. Έγινα στόχος των λαθρεμπόρων που νόμιζαν ότι μπορούσαν να με εξαπατήσουν, χωρίς να γνωρίζουν όμως ότι αυτό που έκαναν μου έδινε μεγαλύτερη δύναμη να συνεχίσω τον αγώνα μου», λέει.
Έτσι, όνειρό της είναι να ανοίξει τον δρόμο για την κάθε “Τασούλα” στην Αίγυπτο, την Υεμένη, τη Συρία να κάνει το ίδιο, γιατί «αυτή διαδρομή για εμένα ήταν η απελευθέρωσή μου», όπως τονίζει χαρακτηριστικά. Έτσι δημιούργησε το 2011 τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό «Walk of Truth» που σκοπό έχει να στηρίξει αυτές τις ιδέες και να μεταδώσει τις γνώσεις που αποκτήθηκαν από την αναζήτηση αυτών των κειμηλίων. «Είναι για μένα σκοπός ζωής και ιερό καθήκον η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς ως ενός από τα σημαντικότερα αγαθά για την επίτευξη ειρήνης. Μέσω αυτής της οδού, το κυπριακό δράμα παραμένει στην επικαιρότητα και, συγκρίνοντας τις αδικίες που έγιναν στην Κύπρο με άλλες χώρες, ελπίζω να συμβάλλω έστω και λίγο στη δικαίωσή της», καταλήγει.
Στη Θεσσαλονίκη η παρουσίαση του βιβλίου θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου στις 7μμ στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών.
Η Τασούλα Χατζητοφή είναι «Η Κυνηγός Εικόνων». Είναι Κύπρια που το καλοκαίρι του 1974 μαζί με πολλούς άλλους συμπατριώτες της ξεριζώθηκαν από την πατρίδα τους και έχασαν τα πάντα εξαιτίας της τουρκικής εισβολής. Εκείνη και η οικογένειά της αναγκάστηκαν λόγω της συγκυρίας να μετοικήσουν στην Ολλανδία όπου ζει μέχρι και σήμερα. Εγκατεστημένη στη Χάγη, επιτυχημένη επιχειρηματίας, λόγω της ιδιότητας που είχε ως επίτιμη πρόξενος της Κύπρου στην Ολλανδία, αφιέρωσε πάνω από δύο δεκαετίες στην ανάκτηση της κλεμμένης πολιτιστικής και θρησκευτικής κληρονομιάς της πατρίδας της, αφού, ως γνωστόν, όταν καταστράφηκαν και συλήθηκαν εκατοντάδες κυπριακές εκκλησίες και μνημεία σε μια προσπάθεια να σβηστεί κάθε ίχνος του ελληνοκυπριακού πολιτισμού από τον τόπο, ήταν πολλοί οι θησαυροί που έπεσαν στα χέρια παράνομων διακινητών έργων τέχνης και αρχαιοτήτων.
Η Χατζητοφή, πρόσφυγας από τότε, δεν σταμάτησε την προσπάθειά της να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη και να αντιμετωπίσει τους «εμπόρους του Θεού», δηλαδή τον υπόκοσμο του λαθρεμπορίου. Μια προσπάθεια που κορυφώθηκε το 1997 με την υπόθεση του Μονάχου, όταν επετεύχθη μια από τις σημαντικότερες συλλήψεις στα χρονικά της παράνομης διακίνησης έργων τέχνης στην Ευρώπη…
Το απόσταγμα όλης αυτής της εμπειρίας της αποτυπώνει στην αυτοβιογραφία της με τίτλο «Η Κυνηγός Εικόνων» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη. Σ’ αυτό η συγγραφέας από την Αμμόχωστο αποκαλύπτει την επικίνδυνη περιπέτεια που έζησε ενορχηστρώνοντας την επιχείρηση του Μονάχου.
Η αρχή αυτού του αγώνα έγινε εντελώς τυχαία όταν βρέθηκαν στον δρόμο της κάποιοι έμποροι για να της πουλήσουν έργα τέχνης που εντελώς συμπτωματικά ανήκαν στην οικογένειά της από τα Κατεχόμενα. Τότε, τόσο εκείνη όσο και οι οικείοι της έπαθαν ένα μεγάλο σοκ. «Έτσι είπα ότι αυτοί οι θησαυροί πρέπει να επιστραφούν εκεί που ανήκουν», λέει η ίδια στο makthes.gr .
Τα υψηλής τέχνης ψηφιδωτά και οι εικόνες από τις εκκλησιές και τους ναούς της κατεχόμενης Κύπρου που βρίσκονταν στα χέρια αρχαιοκάπηλων και πωλούνταν σε ολόκληρο τον κόσμο έπρεπε να γυρίσουν στον φυσικό τους χώρο. «Οι δυσκολίες ήταν πάρα πολλές και η αρχή πολύ δύσκολη, αλλά είχα την τύχη να έχω στο πλευρό μου ανθρώπους που πίστεψαν σε μένα και να συμβάλλουν τα μέγιστα σε αυτή την υπερπροσπάθεια που ήταν πρωτοφανής τότε για τα δεδομένα της Κύπρου αλλά και για μένα την ίδια», επισημαίνει.
Ο υπόκοσμος του λαθρεμπορίου και οι κίνδυνοι
Νιώθει ευλογημένη σήμερα, που ο τότε Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος Α’ της παρείχε μία άριστη ομάδα νομικών συμβούλων. «Ήταν οι καλύτεροι, ίσως, στον κόσμο που με προετοίμαζαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ώστε σε κάθε μάχη ανάκτησης κλεμμένων θησαυρών να είμαι πολύ καλά προετοιμασμένη. Στρέφοντας σήμερα το βλέμμα μου πίσω στο χρόνο, σε όλο αυτό το ταξίδι αναζήτησης κλεμμένων θησαυρών της πατρίδας μου δεν νιώθω πως κοπίασα ή θυσιάστηκα, νιώθω ότι έπραξα αυτό που η συνείδησή μου υπαγόρευε να κάνω, ήταν καθήκον μου. Αν και βίωσα εξουθενωτικές μέρες, τόσο ψυχικά όσο και σωματικά, ο κάθε επαναπατρισμός μου πρόσφερε αγαλλίαση ψυχής και ένα χαμόγελο δικαίωσης τόσο για μένα όσο και για ολόκληρη την ομάδα που δουλεύαμε μαζί. Αυτό ήταν η καλύτερη ανταμοιβή», τονίζει η συγγραφέας.
Μέσα από όλη αυτή την προσπάθεια γνώρισε καλά τον υπόκοσμο του λαθρεμπορίου και κινδύνευσε πολλές φορές. «Όταν μπαίνεις σε τέτοια μονοπάτια οι κίνδυνοι είναι σαφείς και τους βλέπεις μπροστά σου. Ίσως κινήθηκα και με άγνοια κινδύνου σε κάποιες περιπτώσεις, δεν ξέρω. Εκείνο όμως που ξέρω είναι ότι καταφέραμε κάτι το μοναδικό που αν δεν ερχόμασταν σε επαφή με τους εμπόρους δεν θα πετυχαίναμε με τίποτα. Μπορώ όμως με βεβαιότητα να σας πω ότι εκείνη την περίοδο διακινδύνευσα τα πάντα προκειμένου να πετύχω τον επαναπατρισμό των ιερών θησαυρών του τόπου μου, γνωρίζοντας την ξεχωριστή θέση που κατέχουν αυτές οι εικόνες στην καρδιά των ορθόδοξων χριστιανών της πατρίδας μου», θυμάται σήμερα η Τασούλα Χατζητοφή.
«Τα κειμήλια είναι φορείς ταυτότητας, ιστορίας και πολιτισμού»
Από τη στιγμή που μπήκε στη διαδικασία να γράψει αυτό το βιβλίο ήθελε να πει τη δική της αλήθεια, να αφηγηθεί πραγματικά γεγονότα και περιπετειώδεις καταστάσεις που στιγμάτισαν τη ζωή της για πάντα. Έτσι, δεν θέλησε καθόλου να αυτολογοκριθεί. «Αν δεν περιέγραφα τα γεγονότα ως έχουν δεν θα είχα κανέναν λόγο να κυκλοφορήσω αυτόν τον τόμο. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να τονίσω ότι αυτό το βιβλίο δεν θα είχε εκδοθεί αν δεν βρισκόταν δίπλα μου μία γυναίκα που έγινε η φωνή μου. Πρόκειται για την Kathy Barrett που με τη στενή μας συνεργασία έγινε κατορθωτή η έκδοση, πρώτα στα αγγλικά το 2016 και σήμερα πλέον στα ελληνικά. Εκείνη με βοήθησε να βρω τον τρόπο με τον οποίο οι Αμερικανοί αναγνώστες θα συνδέονταν μαζί μου και με έκανε να πιστέψω ότι η ιστορία μου είχε αξία για να εκδοθεί και να διαβαστεί».
Η αναζήτηση κυπριακών θησαυρών και ο επαναπατρισμός τους είναι στην ουσία για εκείνην η συνεχής προσπάθεια της επιστροφής της θρυμματισμένης ψυχής της Κύπρου στον τόπο που ανήκει.
«Τα κειμήλια δεν είναι απλώς αντικείμενα, είναι φορείς ταυτότητας, ιστορίας και πολιτισμού. Είναι τα δοχεία της ύπαρξής μας, του παρελθόντος και του μέλλοντος. Είναι ίσως τα μόνα σύμβολα αξιών που μπορούν να ενεργοποιηθούν ως πρεσβευτές ειρήνης και ομόνοιας. Έγινα στόχος των λαθρεμπόρων που νόμιζαν ότι μπορούσαν να με εξαπατήσουν, χωρίς να γνωρίζουν όμως ότι αυτό που έκαναν μου έδινε μεγαλύτερη δύναμη να συνεχίσω τον αγώνα μου», λέει.
Έτσι, όνειρό της είναι να ανοίξει τον δρόμο για την κάθε “Τασούλα” στην Αίγυπτο, την Υεμένη, τη Συρία να κάνει το ίδιο, γιατί «αυτή διαδρομή για εμένα ήταν η απελευθέρωσή μου», όπως τονίζει χαρακτηριστικά. Έτσι δημιούργησε το 2011 τον μη κερδοσκοπικό οργανισμό «Walk of Truth» που σκοπό έχει να στηρίξει αυτές τις ιδέες και να μεταδώσει τις γνώσεις που αποκτήθηκαν από την αναζήτηση αυτών των κειμηλίων. «Είναι για μένα σκοπός ζωής και ιερό καθήκον η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς ως ενός από τα σημαντικότερα αγαθά για την επίτευξη ειρήνης. Μέσω αυτής της οδού, το κυπριακό δράμα παραμένει στην επικαιρότητα και, συγκρίνοντας τις αδικίες που έγιναν στην Κύπρο με άλλες χώρες, ελπίζω να συμβάλλω έστω και λίγο στη δικαίωσή της», καταλήγει.
Στη Θεσσαλονίκη η παρουσίαση του βιβλίου θα πραγματοποιηθεί την Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου στις 7μμ στην Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών.
ΣΧΟΛΙΑ