ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Μπορεί να μπει ένα τέλος στους πύρινους εφιάλτες;

Πυροσβέστες και δασολόγοι μιλούν στη «ΜτΚ» για την μεγαλύτερη φωτιά των τελευταίων 50 ετών στη χώρα μας

 15/08/2021 17:30

Μπορεί να μπει ένα τέλος στους πύρινους εφιάλτες;

Θεολόγος Ηλιού

«Μια φορά στα 50 χρόνια βλέπουμε τέτοιες καταστροφές μέχρι στιγμής. Η τελευταία με μεγάλες πυρκαγιές στη χώρα μας ήταν το 1977». Με αυτά τα λόγια περιγράφει το μέγεθος της καταστροφής που εξελίσσεται στην Ελλάδα ο καθηγητής Δασολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος. «Αν και ακόμα δεν έχουμε ακριβή στοιχεία, υπολογίζεται χοντρικά πως από τις πυρκαγιές καταστράφηκε γύρω στο 10% της συνολικής έκτασης των δασών της χώρας» αναφέρει. Για περισσότερες από 10 ημέρες οι φλόγες δεν έσβηναν στα πύρινα μέτωπα σε Αττική, Εύβοια, Αρχαία Ολυμπία, Αιγιάλεια, Μεσσηνία, Ανατολική Μάνη αλλά και τη Ρόδο. Μέχρι τα μέσα της εβδομάδας, το τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών κατέγραψε συνολικά 888.280 στρέμματα που έγιναν στάχτη. H συνολική καταγραφή αναμένεται να είναι οδυνηρή, με τους ειδικούς να κάνουν λόγο για την μεγαλύτερη φυσική καταστροφή στη χλωρίδα και την πανίδα στη χώρα, αλλά και στις περιουσίες πολιτών.

«Δεν υπήρχε περίπτωση να περιοριστούν αυτές οι πυρκαγιές. Είχαν διαστάσεις φυσικής καταστροφής που ξεπερνούν τις ανθρώπινες δυνάμεις. Παρόμοιες πυρκαγιές καταγράφονται ταυτόχρονα και σε άλλες χώρες της νοτιανατολικής Ευρώπης» σημειώνει ο κ. Δημητρακόπουλος, κάνοντας λόγο για μία δραματική συγκυρία που βασίζεται στην κλιματική αλλαγή και τα ακραία καιρικά φαινόμενα. «Λόγω των ακραίων θερμοκρασιών, και της παρατεταμένης ξηρασίας, η υγρασία της καύσιμης ύλης ήταν χαμηλά στο 6% με 8% με αποτέλεσμα να συσσωρευτεί μεγάλο θερμικό φορτίο που έκανε την ανάφλεξη ευκολότερη και την καύση γρηγορότερη» εξηγεί.

Ο καύσωνας και το μικροκλίμα της φωτιάς

Παγκοσμίως πλέον μιλούν για κλιματική κρίση στον πλανήτη που οδηγεί στα ακραία φαινόμενα και τις φυσικές καταστροφές. Το έδαφος της χώρας προετοιμαζόταν για μία μεγάλη φωτιά από τον Μάιο, σύμφωνα με τον μετεωρολόγο Μιχάλη Σιούτα. «Υπάρχει παρατεταμένη ανομβρία στη χώρα από τον Μάιο, με αποτέλεσμα οι συνθήκες ξηρασίας στο φυσικό και δασικό περιβάλλον να αποτελούν ιδανικές συνθήκες για τις πυρκαγιές και δυσμενείς για την κατάσβεση. Δυστυχώς, αυτό συνεχίζει να ευνοεί την εξάπλωση των πυρκαγιών -όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο το βόρειο ημισφαίριο της Γης» τονίζει.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του κ. Σιούτα, ο καύσωνας θα συνεχιστεί μέχρι τα τέλη του μήνα αλλά και τον Σεπτέμβριο. «Είναι ανησυχητικό γιατί παρατείνεται η ανομβρία» σχολιάζει, ενώ επισημαίνει πως συνεπακόλουθη συνέπεια από τις πυρκαγιές είναι η υποβάθμιση του περιβάλλοντος. «Όταν λέμε ότι η φωτιά προκαλεί το δικό της μικροκλίμα, εννοούμε ότι όταν ξεσπάσει, υπάρχει ενίσχυση των ανέμων που μπορεί να φτάσει 2-3 μποφόρ τοπικά. Ωστόσο, η καταστροφή των δασών αλλάζει το κλίμα της περιοχής, υπάρχουν διακυμάνσεις της θερμοκρασίας με καύσωνες, ισχυρούς παγετούς και ανομβρία. Οι περιοχές που έχουν πληγεί θα παρουσιάσουν υποβάθμιση του κλίματος».

Πώς θα αποφύγουμε φωτιές σε δάση και οικίες

Σαφώς, οι καιρικές συνθήκες και η κλιματική κρίση ήταν βασικός παράγοντας για τις ανεξέλεγκτες φλόγες που έζωσαν τη χώρα, όμως διαχρονικά μεγάλο ζήτημα είναι η ελλιπής πρόβλεψη πυρκαγιών και η συντήρηση των δασών. Για παράδειγμα, οι δασικές εκτάσεις της Εύβοιας είχαν καεί ξανά το 1977 και ξαναγεννήθηκαν μέσα από τις στάχτες τους με αυτοφυής βλάστηση που δημιούργησε ένα συμπαγές δάσος. Από αυτό δάσος όμως, όπως φαίνεται, έλειπαν βασικές υποδομές για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών.

«Για να αποφευχθούν οι πυρκαγιές που είδαμε, κύρια προϋπόθεση είναι η συντήρηση των δασών. Αυτό σημαίνει καθαρισμός, διάνοιγμα δρόμων εντός τους που θα είναι ικανοί να εξυπηρετήσουν δυνάμεις της πυροσβεστικής, αφαίρεση δέντρων που έχουν ξεραθεί ή αρρωστήσει και καθαρισμός παρεδάφιας βλάστησης» τονίζει ο αντιστράτηγος ε.α. Πυροσβεστικού Τμήματος και δικαστικός πραγματογνώμονας ειδικός σε θέματα πυρκαγιών Νίκος Διαμαντής για όσα έλειπαν από τα δάση που κάηκαν και όσα πρέπει να γίνουν στο εξής.

Όπως αναφέρει ο κ. Διαμαντής πρέπει τα ελληνικά δάση να γεμίσουν με δεξαμενές νερού και κρόνους, αλλά και να υπάρχουν περισσότερα προγράμματα πρόβλεψης για την προστασία τους. «Βλέπουμε να γίνονται δράσεις, αλλά όχι σε μεγάλη κλίμακα. Δεν υπάρχουν προϋπολογισμοί. Αν και φέτος, έγινε μια προσπάθεια καθαρισμού 18 σημείων που θεωρήθηκαν επικίνδυνα, ανάμεσα τους και η Ιπποκράτειος Πολιτεία, ωστόσο και αυτές οι δράσεις σταμάτησαν προσωρινά» σημειώνει.

«Πρέπει να υπάρχουν συχνοί καθαρισμοί, κλαδεύσεις και απομάκρυνση της καύσιμης ύλης από τα δάση και κυρίως γύρω από τα σπίτια» τονίζει από την πλευρά του και ο καθηγητής Δασολογίας του ΑΠΘ, Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος. «Δάση με την ίδια μορφή στην Εύβοια υπάρχουν και στα Επτάνησα και αυτό με φοβίζει. Είναι καλύτερες οι συνθήκες εκεί αλλά ο κίνδυνος για ανάφλεξη είναι μεγάλος. Στη Θεσσαλονίκη, προς το παρόν δεν έχουμε σημεία που μας ανησυχούν» συμπληρώνει ο καθηγητής. Βέβαια, η άναρχη ανοικοδόμηση μέσα σε δάση είναι ένα ακόμα μεγάλο κεφάλαιο στη χώρα μας, που απασχόλησε ιδιαίτερα μετά την δολοφονική πυρκαγιά στο Μάτι. «Δεν μπορούμε να γκρεμίσουμε τα αυθαίρετα ό,τι κι αν γίνει. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχουν αντιπυρικές ζώνες γύρω από τα σπίτια και τους οικισμούς. Ειδικά στις αυλές των σπιτιών να μην έχουν πεύκα που μπορούν να αρπάξουν εύκολα, αλλά να διατηρούν στην περίγυρο χαμηλή βλάστηση» συμβουλεύει ο κ. Διαμαντής.

«Περιθώριο βελτίωσης συνεργασίας ΠΥ και δασικής υπηρεσίας»

Στη χώρα μας η διαχείριση, πρόληψη και καταστολή των δασικών πυρκαγιών δεν έχει ενιαία προσέγγιση, καθώς την διαχείριση την έχουν οι δασικές υπηρεσίας αλλά την καταστολή η Πυροσβεστική Υπηρεσία. Κατά καιρούς υπάρχουν συζητήσεις αλλά και διαφωνίες για την αντιμετώπιση του φαινομένου αλλά και την συνεργασία των δασικών υπηρεσιών με τα σώματα ασφαλείας, τους ΟΤΑ και άλλους εμπλεκόμενους φορείς.

«Τις χαρακτηρίζουμε δασικές πυρκαγιές, το ‘δασικές’ αφορά την δασική υπηρεσία και το ‘πυρκαγιές’ την Πυροσβεστική. Πρέπει να συνεργαστούν τόσο στην πρόληψη όσο και στην καταστολή. Οι δασικοί ξέρουν τα μέρη και το δάσος και μπορούν να βοηθήσουν τους πυροσβέστες. Υπάρχει μεγάλο περιθώριο βελτίωσης αυτής της συνεργασίας. Σε κάθε περίπτωση η διαχείριση των δασών πρέπει να μείνει στις δασικές υπηρεσίες» δηλώνει ο καθηγητής του ΑΠΘ Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος.

«Υπάρχει μια άποψη ότι πρέπει να γυρίσει η δασοπυρόσβεση στο δασαρχείο, ωστόσο το θέμα δεν είναι αυτό. Το θέμα είναι να μην ξεσπούν φωτιές. Οι δύο υπηρεσίες συμπληρώνουν η μία την άλλη. Η καταστολή έρχεται εκεί που δεν επαρκεί η πρόβλεψη» λέει για το ζήτημα ο αντιστράτηγος ε.α. Νίκος Διαμαντής, τονίζοντας πως «δεν υπάρχει διαμάχη για την διαχείριση των δασών. Όλοι πρέπει να κάνουμε αυτό που μπορούμε από την πλευρά μας».

Ποια είναι τα κατάλληλα δέντρα για τις αναδασώσεις

Στο διάγγελμα του ο πρωθυπουργός ανέφερε πως στις καμένες δασικές θα γίνουν αναδασώσεις με τα κατάλληλα δέντρα. Η καταλληλότητα σχετίζεται με το βαθμό ευφλεκτότητας των δέντρων που θα τοποθετηθούν, ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος νέων μεγάλων πυρκαγιών.

«Θεωρείται ότι τα κωνοφόρα είναι περισσότερο εύφλεκτα από τα πλατύφυλλα, δηλαδή αυτά που έχουν βελόνες. Δεν ξέρω αν είναι καλύτερο να μπαίνουν πλατύφυλλα στα δάση. Απλά οι δρυς που έχουν φύλλα είναι λιγότερο εύφλεκτα. Αυτό φαντάζομαι εννοούσε ο πρωθυπουργός» λέει ο καθηγητής Δασολογίας του ΑΠΘ Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος.

«Η ανθρώπινη ζωή ύψιστη προτεραιότητα»

Η φυσική καταστροφή δεν μπορεί να υπολογιστεί σε αξία, καθώς για να αναζωογονηθεί ένα μέρος του δάσους που κάηκε μπορεί να χρειαστεί και 20 χρόνια. Σε καμία περίπτωση, επίσης, κανείς δεν μπορεί να νιώσει τον πόνο ενός ανθρώπου που έχασε από τη φωτιά το σπίτι του, την επιχείρηση του, το βιός του. Αν και η κυβέρνηση εγγυήθηκε πως θα υπάρχουν μέτρα στήριξης και τα σπίτια των πληγέντων θα χτιστούν ξανά. Ωστόσο, η αγανάκτηση και οι βολές των πολιτών για την διαχείριση και τον συντονισμό στην αντιμετώπιση της πυρκαγιάς, δικαιολογούνται από όσα είδαν τα μάτια τους όταν η πύρινη λαίλαπα κατέστρεφε όσα έχτισαν οι ίδιοι.

Μέσα στην μεγάλη αυτή καταστροφή, έχασε τη ζωή του ένας εθελοντής πυροσβέστης την ώρα που επιχειρούσε, με την απώλεια του να σκορπίζει θλίψη στο πανελλήνιο. Οι εκκενώσεις όμως φαίνεται πως απέτρεψαν την καταγραφή περισσότερων θυμάτων στις περιοχές που εκδηλώθηκαν οι πυρκαγιές. «Οφείλω να ομολογήσω ότι έμεινα έκπληκτος με τις εκκενώσεις» λέει ο αντιστράτηγος ε.α. Νίκος Διαμαντής «οι οργανωμένες απομακρύνσεις του πληθυσμού έγιναν και λειτούργησαν υποδειγματικά. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα σε αυτές τις επιχειρήσεις, να έχεις αξιολογήσει σωστά τον αναγκαίο χρόνο για την απομάκρυνση του πληθυσμού και το διαθέσιμο χρόνο που έχεις μέχρι να φτάσει η φωτιά. Αν ο αναγκαίος χρόνος είναι μεγαλύτερος από το διαθέσιμο τότε τα πράγματα είναι δύσκολα».

«Η ύψιστη προτεραιότητα είναι η ανθρώπινη ζωή. Προηγείται του περιβάλλοντος και των πάντων» τονίζει ο καθηγητής Δασολογίας του ΑΠΘ Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος. «Προηγείται ο άνθρωπος, μετά είναι το περιβάλλον και οι υποδομές. Πάντα υπάρχουν και κρατικές υποδομές που πρέπει να προστατεύουν κατά προτεραιότητα, όπως για παράδειγμα στη φωτιά στην Βαρυπόμπη, έπρεπε να προστατευτεί το αεροδρόμιο» συμπληρώνει ο κ. Διαμαντής.

Γιατί δεν επιχειρούσαν τα εναέρια στην Εύβοια

Τα παράπονα και τα αιτήματα των πολιτών στις περιοχές που έδιναν μάχες με τις φλόγες ήταν πολλά για τα εναέρια μέσα. Πολίτες και τοπικοί φορείς ζητούσαν συνεχώς βοήθεια από αέρος στις μητέρες των μαχών, αλλά δεν εύρισκαν ανταπόκριση με την αγανάκτησή τους να κορυφώνεται όταν η φωτιά πλησίαζε οικίες.

Ο αντιστράτηγος ε.α. Νίκος Διαμαντής μιλώντας στη «ΜτΚ» εξηγεί τους λόγους που τα εναέρια μέσα δεν μπόρεσαν να επιχειρήσουν πάνω από τα μέτωπα της Εύβοιας, την ώρα που οι φλόγες κάλπαζαν στους οικισμούς. «Αρχικά τις πρώτες ήμερες τα καναντέρ CL-215 δεν μπορούσαν να επιχειρήσουν, καθώς δεν μπορούν να πλησιάσουν όταν η θερμοκρασία είναι πάνω από 34 βαθμούς. Η θερμοκρασία επηρεάζει τον κινητήρα και μπορεί να υπάρχει σοβαρή βλάβη» αναφέρει για τον συγκεκριμένο τύπο αεροσκαφών αλλά επισημαίνει γενικά για τα εναέρια μέσα πως: «Επιχειρούν στη φωτιά δια ζώσης, βλέπουν που είναι και ρίχνουν. Όταν δεν έχουν οπτική επαφή δεν μπορούν να ρίξουν. Επίσης, σε αυτές τις περιπτώσεις η θερμοκρασία της φωτιάς μπορεί να προκαλέσει αναταράξεις στα αεροσκάφη».

Σύμφωνα με τον κ. Διαμαντή, πρέπει να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των χειριστών για να επιχειρήσουν πάνω από την φωτιά. «Δεν έχει νόημα απλά να πετούν πάνω από τη φωτιά για τα μάτια του κόσμου, πρέπει να υπάρχει αποτέλεσμα» σχολιάζει.

Τέλος, ο αντιστράτηγος ε.α. στηρίζει πως φέτος «για πρώτη φορά η Ελλάδα είχε όλα τα είδη των εναερίων μεσών. Δεν είχαμε έλλειψη, αλλά πάντα μια καταστροφή τέτοιου μεγέθους θέλει περισσότερα μέσα, για αυτό και ήρθαν ενισχύσεις από άλλες χώρες».

mpota-liomeni-ethelontes.jpg

Έλιωσαν οι μπότες εθελοντών από τη Θεσσαλονίκη

Στα πύρινα μέτωπα της Πελοποννήσου βρέθηκαν για να συνδράμουν δέκα μέλη της του Ομίλου Φίλων Κυνηγών Ακτής Θερμαϊκού (Ο.Φ.Κ.Α.Θ), δίνοντας τον καλύτερο τους εαυτό για τέσσερις ημέρες συνεχόμενα. Η προσπάθεια τους αποτυπώθηκε στις μπότες τους, που πραγματικά έλιωσαν από την φωτιά.

«Ξεκινήσαμε 8 δασοπυροσβέστες, ένας γιατρός και ένας βοηθός για την Αττική. Στον δρόμο μας πήραν τηλέφωνο και μας είπαν τελικά να πάμε στην Πελοπόννησο. Βρεθήκαμε στο χωρίο Κάτω Καρέα στην ανατολική Μάνη. Εκεί υπήρχε μόνο ένα πυροσβεστικό όχημα με δύο πυροσβέστες! Επί τρεις ημέρες επιχειρούσαμε μαζί τους για να μην καεί το χωριά. Δυστυχώς, η Άνω Καρέα κάηκε αλλά καταφέραμε να σώσουμε την Κάτω Καρέα» εξιστορεί στη «ΜτΚ» ο πρόεδρος της εθελοντικής ομάδας Ο.Φ.Κ.Α.Θ. Χρήστος Ράμος.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 14-15 Αυγούστου 2021

«Μια φορά στα 50 χρόνια βλέπουμε τέτοιες καταστροφές μέχρι στιγμής. Η τελευταία με μεγάλες πυρκαγιές στη χώρα μας ήταν το 1977». Με αυτά τα λόγια περιγράφει το μέγεθος της καταστροφής που εξελίσσεται στην Ελλάδα ο καθηγητής Δασολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος. «Αν και ακόμα δεν έχουμε ακριβή στοιχεία, υπολογίζεται χοντρικά πως από τις πυρκαγιές καταστράφηκε γύρω στο 10% της συνολικής έκτασης των δασών της χώρας» αναφέρει. Για περισσότερες από 10 ημέρες οι φλόγες δεν έσβηναν στα πύρινα μέτωπα σε Αττική, Εύβοια, Αρχαία Ολυμπία, Αιγιάλεια, Μεσσηνία, Ανατολική Μάνη αλλά και τη Ρόδο. Μέχρι τα μέσα της εβδομάδας, το τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών κατέγραψε συνολικά 888.280 στρέμματα που έγιναν στάχτη. H συνολική καταγραφή αναμένεται να είναι οδυνηρή, με τους ειδικούς να κάνουν λόγο για την μεγαλύτερη φυσική καταστροφή στη χλωρίδα και την πανίδα στη χώρα, αλλά και στις περιουσίες πολιτών.

«Δεν υπήρχε περίπτωση να περιοριστούν αυτές οι πυρκαγιές. Είχαν διαστάσεις φυσικής καταστροφής που ξεπερνούν τις ανθρώπινες δυνάμεις. Παρόμοιες πυρκαγιές καταγράφονται ταυτόχρονα και σε άλλες χώρες της νοτιανατολικής Ευρώπης» σημειώνει ο κ. Δημητρακόπουλος, κάνοντας λόγο για μία δραματική συγκυρία που βασίζεται στην κλιματική αλλαγή και τα ακραία καιρικά φαινόμενα. «Λόγω των ακραίων θερμοκρασιών, και της παρατεταμένης ξηρασίας, η υγρασία της καύσιμης ύλης ήταν χαμηλά στο 6% με 8% με αποτέλεσμα να συσσωρευτεί μεγάλο θερμικό φορτίο που έκανε την ανάφλεξη ευκολότερη και την καύση γρηγορότερη» εξηγεί.

Ο καύσωνας και το μικροκλίμα της φωτιάς

Παγκοσμίως πλέον μιλούν για κλιματική κρίση στον πλανήτη που οδηγεί στα ακραία φαινόμενα και τις φυσικές καταστροφές. Το έδαφος της χώρας προετοιμαζόταν για μία μεγάλη φωτιά από τον Μάιο, σύμφωνα με τον μετεωρολόγο Μιχάλη Σιούτα. «Υπάρχει παρατεταμένη ανομβρία στη χώρα από τον Μάιο, με αποτέλεσμα οι συνθήκες ξηρασίας στο φυσικό και δασικό περιβάλλον να αποτελούν ιδανικές συνθήκες για τις πυρκαγιές και δυσμενείς για την κατάσβεση. Δυστυχώς, αυτό συνεχίζει να ευνοεί την εξάπλωση των πυρκαγιών -όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο το βόρειο ημισφαίριο της Γης» τονίζει.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του κ. Σιούτα, ο καύσωνας θα συνεχιστεί μέχρι τα τέλη του μήνα αλλά και τον Σεπτέμβριο. «Είναι ανησυχητικό γιατί παρατείνεται η ανομβρία» σχολιάζει, ενώ επισημαίνει πως συνεπακόλουθη συνέπεια από τις πυρκαγιές είναι η υποβάθμιση του περιβάλλοντος. «Όταν λέμε ότι η φωτιά προκαλεί το δικό της μικροκλίμα, εννοούμε ότι όταν ξεσπάσει, υπάρχει ενίσχυση των ανέμων που μπορεί να φτάσει 2-3 μποφόρ τοπικά. Ωστόσο, η καταστροφή των δασών αλλάζει το κλίμα της περιοχής, υπάρχουν διακυμάνσεις της θερμοκρασίας με καύσωνες, ισχυρούς παγετούς και ανομβρία. Οι περιοχές που έχουν πληγεί θα παρουσιάσουν υποβάθμιση του κλίματος».

Πώς θα αποφύγουμε φωτιές σε δάση και οικίες

Σαφώς, οι καιρικές συνθήκες και η κλιματική κρίση ήταν βασικός παράγοντας για τις ανεξέλεγκτες φλόγες που έζωσαν τη χώρα, όμως διαχρονικά μεγάλο ζήτημα είναι η ελλιπής πρόβλεψη πυρκαγιών και η συντήρηση των δασών. Για παράδειγμα, οι δασικές εκτάσεις της Εύβοιας είχαν καεί ξανά το 1977 και ξαναγεννήθηκαν μέσα από τις στάχτες τους με αυτοφυής βλάστηση που δημιούργησε ένα συμπαγές δάσος. Από αυτό δάσος όμως, όπως φαίνεται, έλειπαν βασικές υποδομές για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών.

«Για να αποφευχθούν οι πυρκαγιές που είδαμε, κύρια προϋπόθεση είναι η συντήρηση των δασών. Αυτό σημαίνει καθαρισμός, διάνοιγμα δρόμων εντός τους που θα είναι ικανοί να εξυπηρετήσουν δυνάμεις της πυροσβεστικής, αφαίρεση δέντρων που έχουν ξεραθεί ή αρρωστήσει και καθαρισμός παρεδάφιας βλάστησης» τονίζει ο αντιστράτηγος ε.α. Πυροσβεστικού Τμήματος και δικαστικός πραγματογνώμονας ειδικός σε θέματα πυρκαγιών Νίκος Διαμαντής για όσα έλειπαν από τα δάση που κάηκαν και όσα πρέπει να γίνουν στο εξής.

Όπως αναφέρει ο κ. Διαμαντής πρέπει τα ελληνικά δάση να γεμίσουν με δεξαμενές νερού και κρόνους, αλλά και να υπάρχουν περισσότερα προγράμματα πρόβλεψης για την προστασία τους. «Βλέπουμε να γίνονται δράσεις, αλλά όχι σε μεγάλη κλίμακα. Δεν υπάρχουν προϋπολογισμοί. Αν και φέτος, έγινε μια προσπάθεια καθαρισμού 18 σημείων που θεωρήθηκαν επικίνδυνα, ανάμεσα τους και η Ιπποκράτειος Πολιτεία, ωστόσο και αυτές οι δράσεις σταμάτησαν προσωρινά» σημειώνει.

«Πρέπει να υπάρχουν συχνοί καθαρισμοί, κλαδεύσεις και απομάκρυνση της καύσιμης ύλης από τα δάση και κυρίως γύρω από τα σπίτια» τονίζει από την πλευρά του και ο καθηγητής Δασολογίας του ΑΠΘ, Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος. «Δάση με την ίδια μορφή στην Εύβοια υπάρχουν και στα Επτάνησα και αυτό με φοβίζει. Είναι καλύτερες οι συνθήκες εκεί αλλά ο κίνδυνος για ανάφλεξη είναι μεγάλος. Στη Θεσσαλονίκη, προς το παρόν δεν έχουμε σημεία που μας ανησυχούν» συμπληρώνει ο καθηγητής. Βέβαια, η άναρχη ανοικοδόμηση μέσα σε δάση είναι ένα ακόμα μεγάλο κεφάλαιο στη χώρα μας, που απασχόλησε ιδιαίτερα μετά την δολοφονική πυρκαγιά στο Μάτι. «Δεν μπορούμε να γκρεμίσουμε τα αυθαίρετα ό,τι κι αν γίνει. Γι’ αυτό πρέπει να υπάρχουν αντιπυρικές ζώνες γύρω από τα σπίτια και τους οικισμούς. Ειδικά στις αυλές των σπιτιών να μην έχουν πεύκα που μπορούν να αρπάξουν εύκολα, αλλά να διατηρούν στην περίγυρο χαμηλή βλάστηση» συμβουλεύει ο κ. Διαμαντής.

«Περιθώριο βελτίωσης συνεργασίας ΠΥ και δασικής υπηρεσίας»

Στη χώρα μας η διαχείριση, πρόληψη και καταστολή των δασικών πυρκαγιών δεν έχει ενιαία προσέγγιση, καθώς την διαχείριση την έχουν οι δασικές υπηρεσίας αλλά την καταστολή η Πυροσβεστική Υπηρεσία. Κατά καιρούς υπάρχουν συζητήσεις αλλά και διαφωνίες για την αντιμετώπιση του φαινομένου αλλά και την συνεργασία των δασικών υπηρεσιών με τα σώματα ασφαλείας, τους ΟΤΑ και άλλους εμπλεκόμενους φορείς.

«Τις χαρακτηρίζουμε δασικές πυρκαγιές, το ‘δασικές’ αφορά την δασική υπηρεσία και το ‘πυρκαγιές’ την Πυροσβεστική. Πρέπει να συνεργαστούν τόσο στην πρόληψη όσο και στην καταστολή. Οι δασικοί ξέρουν τα μέρη και το δάσος και μπορούν να βοηθήσουν τους πυροσβέστες. Υπάρχει μεγάλο περιθώριο βελτίωσης αυτής της συνεργασίας. Σε κάθε περίπτωση η διαχείριση των δασών πρέπει να μείνει στις δασικές υπηρεσίες» δηλώνει ο καθηγητής του ΑΠΘ Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος.

«Υπάρχει μια άποψη ότι πρέπει να γυρίσει η δασοπυρόσβεση στο δασαρχείο, ωστόσο το θέμα δεν είναι αυτό. Το θέμα είναι να μην ξεσπούν φωτιές. Οι δύο υπηρεσίες συμπληρώνουν η μία την άλλη. Η καταστολή έρχεται εκεί που δεν επαρκεί η πρόβλεψη» λέει για το ζήτημα ο αντιστράτηγος ε.α. Νίκος Διαμαντής, τονίζοντας πως «δεν υπάρχει διαμάχη για την διαχείριση των δασών. Όλοι πρέπει να κάνουμε αυτό που μπορούμε από την πλευρά μας».

Ποια είναι τα κατάλληλα δέντρα για τις αναδασώσεις

Στο διάγγελμα του ο πρωθυπουργός ανέφερε πως στις καμένες δασικές θα γίνουν αναδασώσεις με τα κατάλληλα δέντρα. Η καταλληλότητα σχετίζεται με το βαθμό ευφλεκτότητας των δέντρων που θα τοποθετηθούν, ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος νέων μεγάλων πυρκαγιών.

«Θεωρείται ότι τα κωνοφόρα είναι περισσότερο εύφλεκτα από τα πλατύφυλλα, δηλαδή αυτά που έχουν βελόνες. Δεν ξέρω αν είναι καλύτερο να μπαίνουν πλατύφυλλα στα δάση. Απλά οι δρυς που έχουν φύλλα είναι λιγότερο εύφλεκτα. Αυτό φαντάζομαι εννοούσε ο πρωθυπουργός» λέει ο καθηγητής Δασολογίας του ΑΠΘ Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος.

«Η ανθρώπινη ζωή ύψιστη προτεραιότητα»

Η φυσική καταστροφή δεν μπορεί να υπολογιστεί σε αξία, καθώς για να αναζωογονηθεί ένα μέρος του δάσους που κάηκε μπορεί να χρειαστεί και 20 χρόνια. Σε καμία περίπτωση, επίσης, κανείς δεν μπορεί να νιώσει τον πόνο ενός ανθρώπου που έχασε από τη φωτιά το σπίτι του, την επιχείρηση του, το βιός του. Αν και η κυβέρνηση εγγυήθηκε πως θα υπάρχουν μέτρα στήριξης και τα σπίτια των πληγέντων θα χτιστούν ξανά. Ωστόσο, η αγανάκτηση και οι βολές των πολιτών για την διαχείριση και τον συντονισμό στην αντιμετώπιση της πυρκαγιάς, δικαιολογούνται από όσα είδαν τα μάτια τους όταν η πύρινη λαίλαπα κατέστρεφε όσα έχτισαν οι ίδιοι.

Μέσα στην μεγάλη αυτή καταστροφή, έχασε τη ζωή του ένας εθελοντής πυροσβέστης την ώρα που επιχειρούσε, με την απώλεια του να σκορπίζει θλίψη στο πανελλήνιο. Οι εκκενώσεις όμως φαίνεται πως απέτρεψαν την καταγραφή περισσότερων θυμάτων στις περιοχές που εκδηλώθηκαν οι πυρκαγιές. «Οφείλω να ομολογήσω ότι έμεινα έκπληκτος με τις εκκενώσεις» λέει ο αντιστράτηγος ε.α. Νίκος Διαμαντής «οι οργανωμένες απομακρύνσεις του πληθυσμού έγιναν και λειτούργησαν υποδειγματικά. Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα σε αυτές τις επιχειρήσεις, να έχεις αξιολογήσει σωστά τον αναγκαίο χρόνο για την απομάκρυνση του πληθυσμού και το διαθέσιμο χρόνο που έχεις μέχρι να φτάσει η φωτιά. Αν ο αναγκαίος χρόνος είναι μεγαλύτερος από το διαθέσιμο τότε τα πράγματα είναι δύσκολα».

«Η ύψιστη προτεραιότητα είναι η ανθρώπινη ζωή. Προηγείται του περιβάλλοντος και των πάντων» τονίζει ο καθηγητής Δασολογίας του ΑΠΘ Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος. «Προηγείται ο άνθρωπος, μετά είναι το περιβάλλον και οι υποδομές. Πάντα υπάρχουν και κρατικές υποδομές που πρέπει να προστατεύουν κατά προτεραιότητα, όπως για παράδειγμα στη φωτιά στην Βαρυπόμπη, έπρεπε να προστατευτεί το αεροδρόμιο» συμπληρώνει ο κ. Διαμαντής.

Γιατί δεν επιχειρούσαν τα εναέρια στην Εύβοια

Τα παράπονα και τα αιτήματα των πολιτών στις περιοχές που έδιναν μάχες με τις φλόγες ήταν πολλά για τα εναέρια μέσα. Πολίτες και τοπικοί φορείς ζητούσαν συνεχώς βοήθεια από αέρος στις μητέρες των μαχών, αλλά δεν εύρισκαν ανταπόκριση με την αγανάκτησή τους να κορυφώνεται όταν η φωτιά πλησίαζε οικίες.

Ο αντιστράτηγος ε.α. Νίκος Διαμαντής μιλώντας στη «ΜτΚ» εξηγεί τους λόγους που τα εναέρια μέσα δεν μπόρεσαν να επιχειρήσουν πάνω από τα μέτωπα της Εύβοιας, την ώρα που οι φλόγες κάλπαζαν στους οικισμούς. «Αρχικά τις πρώτες ήμερες τα καναντέρ CL-215 δεν μπορούσαν να επιχειρήσουν, καθώς δεν μπορούν να πλησιάσουν όταν η θερμοκρασία είναι πάνω από 34 βαθμούς. Η θερμοκρασία επηρεάζει τον κινητήρα και μπορεί να υπάρχει σοβαρή βλάβη» αναφέρει για τον συγκεκριμένο τύπο αεροσκαφών αλλά επισημαίνει γενικά για τα εναέρια μέσα πως: «Επιχειρούν στη φωτιά δια ζώσης, βλέπουν που είναι και ρίχνουν. Όταν δεν έχουν οπτική επαφή δεν μπορούν να ρίξουν. Επίσης, σε αυτές τις περιπτώσεις η θερμοκρασία της φωτιάς μπορεί να προκαλέσει αναταράξεις στα αεροσκάφη».

Σύμφωνα με τον κ. Διαμαντή, πρέπει να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των χειριστών για να επιχειρήσουν πάνω από την φωτιά. «Δεν έχει νόημα απλά να πετούν πάνω από τη φωτιά για τα μάτια του κόσμου, πρέπει να υπάρχει αποτέλεσμα» σχολιάζει.

Τέλος, ο αντιστράτηγος ε.α. στηρίζει πως φέτος «για πρώτη φορά η Ελλάδα είχε όλα τα είδη των εναερίων μεσών. Δεν είχαμε έλλειψη, αλλά πάντα μια καταστροφή τέτοιου μεγέθους θέλει περισσότερα μέσα, για αυτό και ήρθαν ενισχύσεις από άλλες χώρες».

mpota-liomeni-ethelontes.jpg

Έλιωσαν οι μπότες εθελοντών από τη Θεσσαλονίκη

Στα πύρινα μέτωπα της Πελοποννήσου βρέθηκαν για να συνδράμουν δέκα μέλη της του Ομίλου Φίλων Κυνηγών Ακτής Θερμαϊκού (Ο.Φ.Κ.Α.Θ), δίνοντας τον καλύτερο τους εαυτό για τέσσερις ημέρες συνεχόμενα. Η προσπάθεια τους αποτυπώθηκε στις μπότες τους, που πραγματικά έλιωσαν από την φωτιά.

«Ξεκινήσαμε 8 δασοπυροσβέστες, ένας γιατρός και ένας βοηθός για την Αττική. Στον δρόμο μας πήραν τηλέφωνο και μας είπαν τελικά να πάμε στην Πελοπόννησο. Βρεθήκαμε στο χωρίο Κάτω Καρέα στην ανατολική Μάνη. Εκεί υπήρχε μόνο ένα πυροσβεστικό όχημα με δύο πυροσβέστες! Επί τρεις ημέρες επιχειρούσαμε μαζί τους για να μην καεί το χωριά. Δυστυχώς, η Άνω Καρέα κάηκε αλλά καταφέραμε να σώσουμε την Κάτω Καρέα» εξιστορεί στη «ΜτΚ» ο πρόεδρος της εθελοντικής ομάδας Ο.Φ.Κ.Α.Θ. Χρήστος Ράμος.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 14-15 Αυγούστου 2021

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία