ΑΠΟΨΕΙΣ

Να εμπλακεί κανείς ή να μην εμπλακεί;

Έτσι όπως πάει το πράγμα το δίλημμα είναι ένα και είναι αμείλικτο: ή τον σταματάμε ή συνεχίζουμε τη ζωούλα μας μαζί με κάποιες δράσεις ανακούφισης, οι οποίες πρώτα απ’ όλα ανακουφίζουν τις τύψεις μας και μετά τους πρόσφυγες

 28/03/2022 07:00

Να εμπλακεί κανείς ή να μην εμπλακεί;

Μιχάλης Αλεξανδρίδης

Ένας μήνας και τρεις μέρες σήμερα Κυριακή από την αποφράδα μέρα της εισβολής του Πούτιν στην Ουκρανία και ήδη έχω την εντύπωση πως και τούτη τη φρίκη τη συνηθίζουμε. Οι έξω από το χορό και τους βομβαρδισμούς δηλαδή κι όχι φυσικά οι εκατομμύρια Ουκρανοί (αλλά και οι αντιπουτινικοί της Ρωσίας) που ζουν αδιανόητες καταστάσεις εν έτει 2022.

Μπορούμε όμως ή καλύτερα δικαιούμαστε να συνηθίζουμε τη φρίκη; Όπως, έλεγε και το παλιό σύνθημα «ο πόλεμος δεν είναι εικόνα στις ειδήσεις», όμως αυτές ακριβώς οι εικόνες και κυρίως εκείνες των παιδιών στα καταφύγια ή στους δρόμους της προσφυγιάς, αλλά και όσα έρχονται στις οθόνες μας από τη μαρτυρική Μαριούπολη, είναι που δεν πρέπει επ’ ουδενί να μας αφήνουν ασυγκίνητους ή αδρανείς.

Εκείνο που με βασανίζει ιδιαίτερα όσο περνούν οι μέρες και είναι πασιφανές πως το αρχικό σχέδιο του Πούτιν να υποτάξει σε μια δυο μέρες τους Ουκρανούς, να τους κλέψει το Ντονμπάς (και ό,τι άλλο θεωρεί, όπως όλοι οι παράφρονες, πως του ανήκει) ναυάγησε, είναι που κανείς πια δεν ξέρει όχι απλώς πού το πάει, αλλά ουσιαστικά μέχρι πού θα φτάσει. Διάβαζα τελευταία και κάποιες αναλύσεις αμερικανικών μέσων που έλεγαν πως ο Πούτιν υποτίμησε την αντίσταση των Ουκρανών, αλλά η Δύση υποτιμά το μέγεθος της βαρβαρότητας του Πούτιν και σε συνδυασμό με τις εικόνες απόλυτης φρίκης από έναν τόπο που πριν ένα μήνα ήταν πόλη και λεγόταν Μαριούπολη με κάνει ακόμη πιο ανήσυχο, πιο προβληματισμένο.

Δυστυχώς, έτσι όπως πάει το πράγμα το δίλημμα είναι ένα και είναι αμείλικτο: ή τον σταματάμε ή συνεχίζουμε τη ζωούλα μας μαζί με κάποιες δράσεις ανακούφισης, οι οποίες –ας το παραδεχτούμε, μεγάλα παιδιά είμαστε- πρώτα απ’ όλα ανακουφίζουν τις τύψεις μας, την ψυχή μας και μετά τα εκατομμύρια των προσφύγων.

Δηλαδή από τη μια σκέφτομαι -όπως οι περισσότεροι, φαντάζομαι και ελπίζω- πώς δεν είναι δυνατόν το 2022 στην καρδιά της Ευρώπης-με μαθηματική ακρίβεια αυτό- να ισοπεδώνονται πόλεις, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι να παίρνουν τα τρένα της προσφυγιάς, πτώματα να κείτονται στους δρόμους για μέρες, φαγητό και νερό να μην υπάρχει για δείγμα και εμείς οι Ευρωπαίοι και λοιποί δυτικοί να αγκαλιαζόμαστε σε πλατείες φορώντας κίτρινα και μπλε, να ανάβουμε ρεσώ, να κάνουμε συναυλίες, να στέλνουμε και καμιά κονσέρβα και τίποτα φάρμακα και στο τσακίρ κέφι να βάζουμε στο προφίλ μας στο Facebook την ουκρανική σημαία και τα τσιτάτα #standwithUkraine κι άλλες αμερικανιές.

Και εδώ μπαίνει το δεύτερο μέρος του διλήμματος που σας έλεγα. Η μόνη λύση στην απραξία με ψήγματα δράσης που περιέγραψα παραπάνω είναι η εμπλοκή μας –όλων μας όχι μόνο της Ελλάδας στον πόλεμο. Μπαίνεις όμως εύκολα σε έναν πόλεμο, ειδικά σε κάποιον που όλα δείχνουν πως μπορεί να εξελιχθεί στον Γ’ Παγκόσμιο; Όχι δεν μπαίνεις είναι η απάντηση και στην περίπτωση αυτή δε μπορεί κανείς να μας κατηγορήσει 100% πως κοιτάμε μόνο τη βόλεψή μας.

Ξεκαθαρίζω ευθύς εξαρχής πως επ’ ουδενί συγκρίνω το πραγματικό δράμα, την ανθρώπινη τραγωδία με τις δυσκολίες. Όμως, θέλω να πω πως και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι και κυρίως οι πιο αδύναμοι οικονομικά, δηλαδή η μεγάλη πλειονότητα, είμαστε εξαντλημένοι ψυχικά και οικονομικά από τα δύο χρόνια της πανδημίας. Και ήρθε από τα τέλη του φθινοπώρου η ακρίβεια και πλέον λόγω του πολέμου, πολλοί λένε το ψωμί ψωμάκι στην κυριολεξία. Εξαντλημένοι είναι οι άνθρωποι, χωρίς άλλα κουράγια, χωρίς καν ελπίδα. Και ανοίγουν τους φακέλους και βλέπουν τα 600άρια της ΔΕΗ και τα 800άρια του αερίου και δυσκολεύονται να πάρουν ανάσα. Η βόλεψή μας, λοιπόν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία δεν είναι η παλιά, αλλά πρόκειται για την επιβίωση καθενός από μας και των παιδιών μας.

Αδιανόητο το δίλημμα, λοιπόν και προσωπικά δεν ξέρω πώς να απαντήσω. Είναι λες και το «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα» (πιο δραστήρια εμπλοκή στην σύρραξη ή ουδετερότητα με λεκτική επιλογή πλευράς) βρήκε την κυριολεκτική του αποτύπωση. Ας ελπίσουμε το κακό να σταματήσει εδώ, ο Πούτιν και το σινάφι του να σταματήσει να δολοφονεί μαζικά αθώους ανθρώπους και όλοι μαζί να βοηθήσουμε να επουλωθούν οι πληγές και κυρίως να μην αφήσουμε –οι ηγέτες μας, δηλαδή- να ξαναγίνει τέτοιο κακό.

Όπως και ας ελπίσουμε η παγκόσμια κατακραυγή σε συνδυασμό με την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων να παίξουν τον ρόλο τους οδηγώντας την Ρωσία σε κάθαρση και την επικράτηση μελλοντικά μιας ηγεσίας που θα μπορεί να βρίσκει λύνει τις διαφορές της με τη Δύση με βάση τους κανόνες του διεθνούς δικαίου.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 27.03.2022

Ένας μήνας και τρεις μέρες σήμερα Κυριακή από την αποφράδα μέρα της εισβολής του Πούτιν στην Ουκρανία και ήδη έχω την εντύπωση πως και τούτη τη φρίκη τη συνηθίζουμε. Οι έξω από το χορό και τους βομβαρδισμούς δηλαδή κι όχι φυσικά οι εκατομμύρια Ουκρανοί (αλλά και οι αντιπουτινικοί της Ρωσίας) που ζουν αδιανόητες καταστάσεις εν έτει 2022.

Μπορούμε όμως ή καλύτερα δικαιούμαστε να συνηθίζουμε τη φρίκη; Όπως, έλεγε και το παλιό σύνθημα «ο πόλεμος δεν είναι εικόνα στις ειδήσεις», όμως αυτές ακριβώς οι εικόνες και κυρίως εκείνες των παιδιών στα καταφύγια ή στους δρόμους της προσφυγιάς, αλλά και όσα έρχονται στις οθόνες μας από τη μαρτυρική Μαριούπολη, είναι που δεν πρέπει επ’ ουδενί να μας αφήνουν ασυγκίνητους ή αδρανείς.

Εκείνο που με βασανίζει ιδιαίτερα όσο περνούν οι μέρες και είναι πασιφανές πως το αρχικό σχέδιο του Πούτιν να υποτάξει σε μια δυο μέρες τους Ουκρανούς, να τους κλέψει το Ντονμπάς (και ό,τι άλλο θεωρεί, όπως όλοι οι παράφρονες, πως του ανήκει) ναυάγησε, είναι που κανείς πια δεν ξέρει όχι απλώς πού το πάει, αλλά ουσιαστικά μέχρι πού θα φτάσει. Διάβαζα τελευταία και κάποιες αναλύσεις αμερικανικών μέσων που έλεγαν πως ο Πούτιν υποτίμησε την αντίσταση των Ουκρανών, αλλά η Δύση υποτιμά το μέγεθος της βαρβαρότητας του Πούτιν και σε συνδυασμό με τις εικόνες απόλυτης φρίκης από έναν τόπο που πριν ένα μήνα ήταν πόλη και λεγόταν Μαριούπολη με κάνει ακόμη πιο ανήσυχο, πιο προβληματισμένο.

Δυστυχώς, έτσι όπως πάει το πράγμα το δίλημμα είναι ένα και είναι αμείλικτο: ή τον σταματάμε ή συνεχίζουμε τη ζωούλα μας μαζί με κάποιες δράσεις ανακούφισης, οι οποίες –ας το παραδεχτούμε, μεγάλα παιδιά είμαστε- πρώτα απ’ όλα ανακουφίζουν τις τύψεις μας, την ψυχή μας και μετά τα εκατομμύρια των προσφύγων.

Δηλαδή από τη μια σκέφτομαι -όπως οι περισσότεροι, φαντάζομαι και ελπίζω- πώς δεν είναι δυνατόν το 2022 στην καρδιά της Ευρώπης-με μαθηματική ακρίβεια αυτό- να ισοπεδώνονται πόλεις, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι να παίρνουν τα τρένα της προσφυγιάς, πτώματα να κείτονται στους δρόμους για μέρες, φαγητό και νερό να μην υπάρχει για δείγμα και εμείς οι Ευρωπαίοι και λοιποί δυτικοί να αγκαλιαζόμαστε σε πλατείες φορώντας κίτρινα και μπλε, να ανάβουμε ρεσώ, να κάνουμε συναυλίες, να στέλνουμε και καμιά κονσέρβα και τίποτα φάρμακα και στο τσακίρ κέφι να βάζουμε στο προφίλ μας στο Facebook την ουκρανική σημαία και τα τσιτάτα #standwithUkraine κι άλλες αμερικανιές.

Και εδώ μπαίνει το δεύτερο μέρος του διλήμματος που σας έλεγα. Η μόνη λύση στην απραξία με ψήγματα δράσης που περιέγραψα παραπάνω είναι η εμπλοκή μας –όλων μας όχι μόνο της Ελλάδας στον πόλεμο. Μπαίνεις όμως εύκολα σε έναν πόλεμο, ειδικά σε κάποιον που όλα δείχνουν πως μπορεί να εξελιχθεί στον Γ’ Παγκόσμιο; Όχι δεν μπαίνεις είναι η απάντηση και στην περίπτωση αυτή δε μπορεί κανείς να μας κατηγορήσει 100% πως κοιτάμε μόνο τη βόλεψή μας.

Ξεκαθαρίζω ευθύς εξαρχής πως επ’ ουδενί συγκρίνω το πραγματικό δράμα, την ανθρώπινη τραγωδία με τις δυσκολίες. Όμως, θέλω να πω πως και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι και κυρίως οι πιο αδύναμοι οικονομικά, δηλαδή η μεγάλη πλειονότητα, είμαστε εξαντλημένοι ψυχικά και οικονομικά από τα δύο χρόνια της πανδημίας. Και ήρθε από τα τέλη του φθινοπώρου η ακρίβεια και πλέον λόγω του πολέμου, πολλοί λένε το ψωμί ψωμάκι στην κυριολεξία. Εξαντλημένοι είναι οι άνθρωποι, χωρίς άλλα κουράγια, χωρίς καν ελπίδα. Και ανοίγουν τους φακέλους και βλέπουν τα 600άρια της ΔΕΗ και τα 800άρια του αερίου και δυσκολεύονται να πάρουν ανάσα. Η βόλεψή μας, λοιπόν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία δεν είναι η παλιά, αλλά πρόκειται για την επιβίωση καθενός από μας και των παιδιών μας.

Αδιανόητο το δίλημμα, λοιπόν και προσωπικά δεν ξέρω πώς να απαντήσω. Είναι λες και το «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα» (πιο δραστήρια εμπλοκή στην σύρραξη ή ουδετερότητα με λεκτική επιλογή πλευράς) βρήκε την κυριολεκτική του αποτύπωση. Ας ελπίσουμε το κακό να σταματήσει εδώ, ο Πούτιν και το σινάφι του να σταματήσει να δολοφονεί μαζικά αθώους ανθρώπους και όλοι μαζί να βοηθήσουμε να επουλωθούν οι πληγές και κυρίως να μην αφήσουμε –οι ηγέτες μας, δηλαδή- να ξαναγίνει τέτοιο κακό.

Όπως και ας ελπίσουμε η παγκόσμια κατακραυγή σε συνδυασμό με την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων να παίξουν τον ρόλο τους οδηγώντας την Ρωσία σε κάθαρση και την επικράτηση μελλοντικά μιας ηγεσίας που θα μπορεί να βρίσκει λύνει τις διαφορές της με τη Δύση με βάση τους κανόνες του διεθνούς δικαίου.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 27.03.2022

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία