Να γίνει ο Σεπτέμβριος ο μήνας της λογοδοσίας
23/09/2020 07:00
23/09/2020 07:00
Διαπιστώσεις, εξαγγελίες και επαναλήψεις. Μπορεί φέτος να μην πραγματοποιήθηκε η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης όμως κάποιες «αξίες» παραμένουν σταθερές. Στο ομολογουμένως πετυχημένο 1ο Thessaloniki Helexpo Forum ακούσαμε για μία φορά διαπιστώσεις σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης της Θεσσαλονίκης και εξαγγελίες για έργα- κάποια είναι τα ίδια έργα, για τα οποία ακούμε εδώ και χρόνια. Το θέμα, βέβαια, είναι να κάνουμε το επόμενο βήμα.
Εκτός από τη διαπίστωση ότι η Θεσσαλονίκη διαθέτει αξιόλογο και καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό και βρίσκεται σε κομβική θέση που τις δίνει δυνατότητες ανάπτυξης, αν συνδεθεί με τη βαλκανική ενδοχώρα, υπάρχει και η διαπίστωση ότι η πόλη πάσχει σε βασικές λειτουργίες της.
Μία πόλη ενός εκατομμυρίου κατοίκων που εξυπηρετείται από έναν γερασμένο στόλο 350 λεωφορείων (δηλαδή ένα λεωφορείο για πάνω από 2.500 κατοίκους), χωρίς μετρό, χωρίς εναλλακτικές οδούς για να διοχετεύει η κίνηση των οχημάτων. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι, σε δημοσκόπηση της «to the point» που δημοσίευσε η «ΜτΚ» ένας στους τρεις αξιολογεί το κυκλοφοριακό ως το σημαντικότερο πρόβλημα, σημαντικότερο και από την ανεργία.
Υπάρχουν κι άλλα, εξίσου καθημερινά προβλήματα με το κυκλοφοριακό -το ελάχιστο πράσινο στους επίσης ελάχιστους κοινόχρηστους χώρους, η αντιπλημμυρική προστασία, που τη θυμόμαστε όταν πλημμυρίζουν οι δρόμοι με την πρώτη δυνατή βροχή, η απορρύπανση του Θερμαϊκού, δηλαδή της βιτρίνας της Θεσσαλονίκης- που αν λυθούν θα προσδώσουν αξία στην πόλη, πρώτα από όλα για τους ίδιους τους κατοίκους της, κι ύστερα για αυτούς που φιλοδοξεί να προσελκύσει, είτε ως τουρίστες είτε ως επενδυτές.
Η Θεσσαλονίκη που πορεύτηκε επί δεκαετίες σε ένα κλίμα μιζέριας, στη σκιά της Αθήνας. Εξάλλου εκεί γίνονται τα μεγάλα έργα, εκεί έπεσαν τα πολλά χρήματα. Είναι καιρός λοιπόν, η πόλη να διεκδικήσει όχι μόνο τα αυτονόητα -συγκοινωνίες και δρόμους- αλλά και το κάτι παραπάνω.
Χρειαζόμαστε ένα κοινά συμφωνημένο σχέδιο, με στόχους, χρονοδιαγράμματα και έλεγχο. Όχι άλλες μεγαλοστομίες ότι θα μπορούσαμε να γίνουμε κάποτε στο μέλλον «επίκεντρο της Νοτιανατολικής Ευρώπης», «τεχνολογικό hub» και «διαμετακομιστικό κέντρο». Θα μπορούσαμε, αλλά δεν είμαστε. Και δεν θα γίνουμε, απλώς και μόνο επειδή κάθε χρόνο το επαναλαμβάνουμε μονότονα στους εαυτούς μας. Να περάσουμε από τα λόγια στα έργα, και κυρίως με ορίζοντα υλοποίησης και έλεγχο του αν τηρούνται οι υποσχέσεις. Μιλάμε για έργα όπως η σύνδεση του λιμανιού με τους αυτοκινητόδρομους και το σιδηρόδρομο. Έργα όπως το μετρό. Έργα όπως η συντονισμένη και όχι αποσπασματική προβολή της πόλης. Έργα όπως η αναβάθμιση της περιφερειακής οδού. Όλα αυτά τα έργα που θα προσδώσουν στη Θεσσαλονίκη χαρακτηριστικά ενός ισχυρού πόλου ανάπτυξης κι επιρροής, στην περιοχή που εκ των πραγμάτων είναι το δικό μας «γήπεδο».
Το Βελιγράδι, η Σόφια, τα Σκόπια, τα Τίρανα είναι η γειτονιά μας, πόλεις που είναι πιο κοντά στη Θεσσαλονίκη από ό,τι η Αθήνα. Είναι μία αγορά 55 εκατομμυρίων ανθρώπων, δηλαδή πέντε φορές όσο η Ελλάδα. Σε αυτή τη γειτονιά, πρωτίστως, θα απευθυνθούμε για να πουλήσουμε τα προϊόντα μας. Αυτούς τους ανθρώπους θα επιδιώξουμε να προσελκύσουμε ως τουρίστες, αγοραστές των ακινήτων μας ή ως σπουδαστές στα πανεπιστήμια και τις ιδιωτικές σχολές της πόλης. Αρκεί να μην τους προσεγγίσουμε με την υπεροψία του ισχυρού, του δυνατού, του πολιτισμένου (ή απλώς του πλουσιότερου). Δεν γινόμαστε «πρωτεύουσα των Βαλκανίων» επειδή απλώς ακούγεται ωραία στο εσωτερικό ακροατήριο. Δεν χτίζονται έτσι οι γέφυρες της συνεργασίας.
Το Thessaloniki Helexpo Forum, που φαίνεται ότι θα καθιερωθεί (και από του χρόνου ελπίζουμε να αποτελέσει μέρος της ΔΕΘ), είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να λειτουργήσει ως βήμα λογοδοσίας. Για όσα είχε υποσχεθεί ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί την προηγούμενη χρονιά. Αλλά και για όσα είχε υποσχεθεί η τοπική αυτοδιοίκηση. Οι δήμαρχοι να θέτουν στόχους και την επόμενη χρονιά να «κάνουν ταμείο». Να γίνει ο Σεπτέμβριος ο μήνας που όλοι κάθονται στο ίδιο τραπέζι, συνεργάζονται πάνω σε μία κοινή ατζέντα. Και από κοινού να ασκούνται πιέσεις προς το κεντρικό κράτος για να λυθούν τα προβλήματα, να επισπευστούν οι διαδικασίες. Όχι ζητιανεύοντας αλλά απαιτώντας και προτείνοντας. Αυτό βέβαια προϋποθέτει την ύπαρξη ενός κοινού οράματος και κάτι ακόμη δυσκολότερο: την απουσία μικροπολιτικών φιλοδοξιών για το ποιος θα πιστωθεί το κάθε έργο και σε ποιον θα μετατεθεί η ευθύνη, σε περίπτωση μη υλοποίησης.
Μία σειρά από έργα, δημόσια κατά βάση, αλλά και ιδιωτικά, έχουν δρομολογηθεί ή απλώς ανακοινωθεί. Μετρό, fly over, ανάπλαση ΔΕΘ, έργα στο λιμάνι και το αεροδρόμιο. Υπάρχουν και πιο μακροπρόθεσμοι σχεδιασμοί για έργα υπερτοπικής σημασίας, όπως το Μουσείο Ολοκαυτώματος, το μητροπολιτικό πάρκο Παύλου Μελά και η ενοποίηση του παραλιακού μετώπου.
Η «Μακεδονία» θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εξέλιξή τους, να επισημαίνει τις καθυστερήσεις και τις αστοχίες, να επικροτεί τις αναπτυξιακές προσπάθειες. Να διεκδικεί, εκ του ρόλου της, το καλύτερο μέλλον που αξίζει σε αυτή την πόλη.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 20 Σεπτεμβρίου 2020
Διαπιστώσεις, εξαγγελίες και επαναλήψεις. Μπορεί φέτος να μην πραγματοποιήθηκε η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης όμως κάποιες «αξίες» παραμένουν σταθερές. Στο ομολογουμένως πετυχημένο 1ο Thessaloniki Helexpo Forum ακούσαμε για μία φορά διαπιστώσεις σχετικά με τις προοπτικές ανάπτυξης της Θεσσαλονίκης και εξαγγελίες για έργα- κάποια είναι τα ίδια έργα, για τα οποία ακούμε εδώ και χρόνια. Το θέμα, βέβαια, είναι να κάνουμε το επόμενο βήμα.
Εκτός από τη διαπίστωση ότι η Θεσσαλονίκη διαθέτει αξιόλογο και καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό και βρίσκεται σε κομβική θέση που τις δίνει δυνατότητες ανάπτυξης, αν συνδεθεί με τη βαλκανική ενδοχώρα, υπάρχει και η διαπίστωση ότι η πόλη πάσχει σε βασικές λειτουργίες της.
Μία πόλη ενός εκατομμυρίου κατοίκων που εξυπηρετείται από έναν γερασμένο στόλο 350 λεωφορείων (δηλαδή ένα λεωφορείο για πάνω από 2.500 κατοίκους), χωρίς μετρό, χωρίς εναλλακτικές οδούς για να διοχετεύει η κίνηση των οχημάτων. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι, σε δημοσκόπηση της «to the point» που δημοσίευσε η «ΜτΚ» ένας στους τρεις αξιολογεί το κυκλοφοριακό ως το σημαντικότερο πρόβλημα, σημαντικότερο και από την ανεργία.
Υπάρχουν κι άλλα, εξίσου καθημερινά προβλήματα με το κυκλοφοριακό -το ελάχιστο πράσινο στους επίσης ελάχιστους κοινόχρηστους χώρους, η αντιπλημμυρική προστασία, που τη θυμόμαστε όταν πλημμυρίζουν οι δρόμοι με την πρώτη δυνατή βροχή, η απορρύπανση του Θερμαϊκού, δηλαδή της βιτρίνας της Θεσσαλονίκης- που αν λυθούν θα προσδώσουν αξία στην πόλη, πρώτα από όλα για τους ίδιους τους κατοίκους της, κι ύστερα για αυτούς που φιλοδοξεί να προσελκύσει, είτε ως τουρίστες είτε ως επενδυτές.
Η Θεσσαλονίκη που πορεύτηκε επί δεκαετίες σε ένα κλίμα μιζέριας, στη σκιά της Αθήνας. Εξάλλου εκεί γίνονται τα μεγάλα έργα, εκεί έπεσαν τα πολλά χρήματα. Είναι καιρός λοιπόν, η πόλη να διεκδικήσει όχι μόνο τα αυτονόητα -συγκοινωνίες και δρόμους- αλλά και το κάτι παραπάνω.
Χρειαζόμαστε ένα κοινά συμφωνημένο σχέδιο, με στόχους, χρονοδιαγράμματα και έλεγχο. Όχι άλλες μεγαλοστομίες ότι θα μπορούσαμε να γίνουμε κάποτε στο μέλλον «επίκεντρο της Νοτιανατολικής Ευρώπης», «τεχνολογικό hub» και «διαμετακομιστικό κέντρο». Θα μπορούσαμε, αλλά δεν είμαστε. Και δεν θα γίνουμε, απλώς και μόνο επειδή κάθε χρόνο το επαναλαμβάνουμε μονότονα στους εαυτούς μας. Να περάσουμε από τα λόγια στα έργα, και κυρίως με ορίζοντα υλοποίησης και έλεγχο του αν τηρούνται οι υποσχέσεις. Μιλάμε για έργα όπως η σύνδεση του λιμανιού με τους αυτοκινητόδρομους και το σιδηρόδρομο. Έργα όπως το μετρό. Έργα όπως η συντονισμένη και όχι αποσπασματική προβολή της πόλης. Έργα όπως η αναβάθμιση της περιφερειακής οδού. Όλα αυτά τα έργα που θα προσδώσουν στη Θεσσαλονίκη χαρακτηριστικά ενός ισχυρού πόλου ανάπτυξης κι επιρροής, στην περιοχή που εκ των πραγμάτων είναι το δικό μας «γήπεδο».
Το Βελιγράδι, η Σόφια, τα Σκόπια, τα Τίρανα είναι η γειτονιά μας, πόλεις που είναι πιο κοντά στη Θεσσαλονίκη από ό,τι η Αθήνα. Είναι μία αγορά 55 εκατομμυρίων ανθρώπων, δηλαδή πέντε φορές όσο η Ελλάδα. Σε αυτή τη γειτονιά, πρωτίστως, θα απευθυνθούμε για να πουλήσουμε τα προϊόντα μας. Αυτούς τους ανθρώπους θα επιδιώξουμε να προσελκύσουμε ως τουρίστες, αγοραστές των ακινήτων μας ή ως σπουδαστές στα πανεπιστήμια και τις ιδιωτικές σχολές της πόλης. Αρκεί να μην τους προσεγγίσουμε με την υπεροψία του ισχυρού, του δυνατού, του πολιτισμένου (ή απλώς του πλουσιότερου). Δεν γινόμαστε «πρωτεύουσα των Βαλκανίων» επειδή απλώς ακούγεται ωραία στο εσωτερικό ακροατήριο. Δεν χτίζονται έτσι οι γέφυρες της συνεργασίας.
Το Thessaloniki Helexpo Forum, που φαίνεται ότι θα καθιερωθεί (και από του χρόνου ελπίζουμε να αποτελέσει μέρος της ΔΕΘ), είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να λειτουργήσει ως βήμα λογοδοσίας. Για όσα είχε υποσχεθεί ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί την προηγούμενη χρονιά. Αλλά και για όσα είχε υποσχεθεί η τοπική αυτοδιοίκηση. Οι δήμαρχοι να θέτουν στόχους και την επόμενη χρονιά να «κάνουν ταμείο». Να γίνει ο Σεπτέμβριος ο μήνας που όλοι κάθονται στο ίδιο τραπέζι, συνεργάζονται πάνω σε μία κοινή ατζέντα. Και από κοινού να ασκούνται πιέσεις προς το κεντρικό κράτος για να λυθούν τα προβλήματα, να επισπευστούν οι διαδικασίες. Όχι ζητιανεύοντας αλλά απαιτώντας και προτείνοντας. Αυτό βέβαια προϋποθέτει την ύπαρξη ενός κοινού οράματος και κάτι ακόμη δυσκολότερο: την απουσία μικροπολιτικών φιλοδοξιών για το ποιος θα πιστωθεί το κάθε έργο και σε ποιον θα μετατεθεί η ευθύνη, σε περίπτωση μη υλοποίησης.
Μία σειρά από έργα, δημόσια κατά βάση, αλλά και ιδιωτικά, έχουν δρομολογηθεί ή απλώς ανακοινωθεί. Μετρό, fly over, ανάπλαση ΔΕΘ, έργα στο λιμάνι και το αεροδρόμιο. Υπάρχουν και πιο μακροπρόθεσμοι σχεδιασμοί για έργα υπερτοπικής σημασίας, όπως το Μουσείο Ολοκαυτώματος, το μητροπολιτικό πάρκο Παύλου Μελά και η ενοποίηση του παραλιακού μετώπου.
Η «Μακεδονία» θα συνεχίσει να παρακολουθεί την εξέλιξή τους, να επισημαίνει τις καθυστερήσεις και τις αστοχίες, να επικροτεί τις αναπτυξιακές προσπάθειες. Να διεκδικεί, εκ του ρόλου της, το καλύτερο μέλλον που αξίζει σε αυτή την πόλη.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 20 Σεπτεμβρίου 2020
ΣΧΟΛΙΑ