Νικορέστης Χανιωτάκης στη «ΜτΚ»: Η τέχνη είναι απαραίτητη στη ζωή μας για να εξαγνίζει
05/05/2024 18:15
05/05/2024 18:15
Ο «Μάρτυρας κατηγορίας» είναι η παράσταση στην οποία έπαιξε για πρώτη φορά ως ερασιτέχνης ηθοποιός με την ομάδα των αποφοίτων του σχολείου του. Επίσης, είναι λάτρης και θαυμάζει τη γραφή της συγγραφέως του κειμένου Αγκάθα Κρίστι, αφού μάλιστα σπούδασε σκηνοθεσία στο Λονδίνο που ζει και αναπνέει στους ρυθμούς της συγκεκριμένης δημιουργού.
Τώρα ο Νικορέστης Χανιωτάκης επιστρέφει στο έργο από το οποίο ξεκίνησε, αυτή τη φορά ως επαγγελματίας σκηνοθέτης, μετά από πρόταση του παραγωγού Δημήτρη Αρχιμανδρίτη, που έχει ανεβάσει ξανά Αγκάθα Κρίστι δημιουργώντας ένα κοινό το οποίο αγαπάει το μυστήριο. «Ένα τέτοιο έργο σαφώς και μου δίνει το κίνητρο και τον στόχο να διατηρήσω την αγωνία του θεατή αμείωτη μέχρι το φινάλε», λέει στη «ΜτΚ» ο σκηνοθέτης.
Περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο προσπάθησε αυτό να το δημιουργήσει: «Θέλησα να συνδέσω την πλατεία με τη σκηνή, να φτιάξω μία παράσταση που το δικαστήριο δεν θα είναι μόνο πάνω στην κουίντα, αλλά σε όλο το θέατρο. Έτσι, υπάρχουν κανονικά οι θεατές, από κάτω τους βλέπουν οι ηθοποιοί, πάνω στη σκηνή έχουν ενόρκους-θεατές που είναι διαφορετικοί σε κάθε παράσταση. Οι θεατές δηλαδή ψηφίζουν για το αν είναι αθώος ή ένοχος ο κατηγορούμενος. Αυτό είναι μία βασική σκηνοθετική ιδέα που με βοήθησε στο να πετύχω αυτόν τον στόχο. Είμαι λάτρης της διάδρασης και της άμεσης σύνδεσης του θεατή με τον ηθοποιό, ειδικά σε έργα που έχουν να κάνουν με μυστήριο και μπορεί να καθορίσει ο θεατής το αποτέλεσμα».
Επίσης στην παράσταση ενέταξε και το χιούμορ. «Δεν μπορώ να κάνω μία παράσταση, αν δεν εντοπίσω το χιούμορ του κάθε συγγραφέα. Εδώ, πιστέψτε με, υπάρχει πολύ. Δεν περιορίζεται μόνο στο δικαστικό δράμα αυτό το έργο. Είναι πολύ ανθρώπινο. Οι χαρακτήρες είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, οπότε έχουν χιούμορ, έχουν μία λαϊκότητα, έχουν κάτι αφελές και όλο αυτό βοηθάει στο να δημιουργηθούν οι αντιθέσεις που είναι κάτι πολύ σημαντικό για εμένα σκηνοθετικά. Μου αρέσει σε μία παράσταση να πηγαίνουμε από το γέλιο στη συγκίνηση, από την αγωνία στο χιούμορ, από το ένα συναίσθημα στο άλλο», επισημαίνει ο Νικορέστης Χανιωτάκης.
Η πολλή μελέτη για το έργο
Στη Θεσσαλονίκη, πέρα από τη σκηνοθεσία αναλαμβάνει και την ερμηνεία του χαρακτήρα που δικάζεται. Παρόλα αυτά δεν είναι υπέρ του να σκηνοθετεί και ταυτόχρονα να αυτοσκηνοθετείται. Αυτό ήταν μία λύση που επέλεξε στη διάρκεια του COVID, όταν αναγκαζόταν να κάνει αντικαταστάσεις επειδή αρρώσταιναν κατά καιρούς ηθοποιοί.
«Δεν σκηνοθετώ τον εαυτό μου κατά έναν τρόπο. Μπαίνω στη θέση ενός άλλου. Όταν κάνω πρόβες για να πρωτοανεβάσω μία παράσταση θέλω να είμαι από κάτω δεν θέλω να είμαι πάνω στη σκηνή. Όταν συμβαίνει αυτό νομίζω δεν μπορείς να είσαι αποτελεσματικός και στα δύο. Εδώ η παράσταση έχει βρει τον ρυθμό της, την έχω ήδη δει ολοκληρωμένη και γενικά μπαίνω στα παπούτσια του ρόλου πολύ πιο εύκολα από ότι αν έπαιζα από την αρχή», τονίζει ο σκηνοθέτης.
Για το έργο χρειάστηκε να μελετήσουν πολύ όλοι. «Είχαμε και έξωθεν βοήθεια διότι μιλούσαμε με πολλούς νομικούς - δικαστικούς όρους. Χρειαζόμασταν βοήθεια για να δούμε για παράδειγμα τι γίνεται όταν υποβάλλει κάποιος ένσταση, πώς απευθυνόμαστε στην έδρα, πώς απευθύνεται η πρόεδρος σε εμάς, πότε διακόπτεται μια δίκη, τι πάει να πει ένορκος, πώς ψηφίζουν. Κάναμε μεγάλη έρευνα γιατί διατηρούμε και την εποχή του έργου. Είμαστε στο Λονδίνο της δεκαετίας του 1950 και το δικαστικό σύστημα είναι διαφορετικό. Μιλάμε για μια περίοδο που αν κριθείς ένοχος για φόνο, καταδικάζεσαι σε θάνατο, οδηγείσαι στην κρεμάλα. Η επικινδυνότητα δηλαδή είναι πολύ πιο μεγάλη από ότι είναι σήμερα. Κάναμε μεγάλη έρευνα και εγώ προσωπικά και όλοι οι συντελεστές και οι ηθοποιοί σε όλα τα επίπεδα. Ευτυχώς, η Ευγενία Δημητροπούλου που πρωταγωνιστεί στην παράσταση έχει επίσης σπουδάσει νομική και μας βοήθησε και εκείνη», υπογραμμίζει ο Νικορέστης Χανιωτάκης.
Η υγεία δεν είναι κάτι αυτονόητο
Για εκείνον το θέατρο είναι ένας ζωντανός οργανισμός. «Οι παραστάσεις δεν είναι όπως στην πρεμιέρα. Εξελίσσονται και αναδιαμορφώνονται και με τον θεατή. Μου αρέσει να εμπιστεύομαι και αγαπώ τους ηθοποιούς. Δεν πηγαίνω κάθε μέρα στην παράσταση ως σκηνοθέτης και ευτυχώς είμαι πολύ χαρούμενος γιατί 99% των περιπτώσεων των ηθοποιών που έχω συνεργαστεί είναι άξιοι εμπιστοσύνης και άψογοι επαγγελματίες. Προσπαθώ και μέσα από τις πρόβες να τους κάνω συνδημιουργούς μου, να νιώσουν δηλαδή ότι η παράσταση δεν είναι δική μου ιδέα, είναι μια ιδέα όλων και με έναν τρόπο γίνεται κτήμα του ηθοποιού. Τώρα που παίζω δενόμαστε ακόμα πιο πολύ με τους ηθοποιούς σε ένα ψυχικό επίπεδο».
Τέλος, εκφράζει τις ευχές του για το Πάσχα και την Ανάσταση. «Θα ήθελα να ευχηθώ υγεία. Είναι ένα αγαθό που θεωρούμε δεδομένο μερικές φορές. Ειδικά οι νέοι νομίζουμε ότι είμαστε σούπερ ήρωες, αλλά η υγεία δεν είναι κάτι αυτονόητο, ούτε η δική μας, ούτε των αγαπημένων μας. Αν υπάρχουν αυτά τα συστατικά, αν υπάρχει σεβασμός προς τη διαφορετικότητα, τις ανάγκες, τις δυσκολίες του καθενός, τότε όλος ο κόσμος θα είναι μια αγκαλιά. Επίσης, θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι η τέχνη είναι απαραίτητη στη ζωή μας για να εξαγνίζει. Ίσως έτσι να μπορούμε να δούμε πιο καθαρά αυτές τις ανάγκες και να τις διεκδικούμε. Να βλέπουμε πάντα την καλή πρόθεση του άλλου και να έχουμε καλή πρόθεση και εμείς απέναντι στους άλλους».
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
«Μάρτυρας κατηγορίας»
Θέατρο Κολοσσαίον
Πρεμιέρα: Παρασκευή 10 Μαΐου
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28.04.2024
Ο «Μάρτυρας κατηγορίας» είναι η παράσταση στην οποία έπαιξε για πρώτη φορά ως ερασιτέχνης ηθοποιός με την ομάδα των αποφοίτων του σχολείου του. Επίσης, είναι λάτρης και θαυμάζει τη γραφή της συγγραφέως του κειμένου Αγκάθα Κρίστι, αφού μάλιστα σπούδασε σκηνοθεσία στο Λονδίνο που ζει και αναπνέει στους ρυθμούς της συγκεκριμένης δημιουργού.
Τώρα ο Νικορέστης Χανιωτάκης επιστρέφει στο έργο από το οποίο ξεκίνησε, αυτή τη φορά ως επαγγελματίας σκηνοθέτης, μετά από πρόταση του παραγωγού Δημήτρη Αρχιμανδρίτη, που έχει ανεβάσει ξανά Αγκάθα Κρίστι δημιουργώντας ένα κοινό το οποίο αγαπάει το μυστήριο. «Ένα τέτοιο έργο σαφώς και μου δίνει το κίνητρο και τον στόχο να διατηρήσω την αγωνία του θεατή αμείωτη μέχρι το φινάλε», λέει στη «ΜτΚ» ο σκηνοθέτης.
Περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο προσπάθησε αυτό να το δημιουργήσει: «Θέλησα να συνδέσω την πλατεία με τη σκηνή, να φτιάξω μία παράσταση που το δικαστήριο δεν θα είναι μόνο πάνω στην κουίντα, αλλά σε όλο το θέατρο. Έτσι, υπάρχουν κανονικά οι θεατές, από κάτω τους βλέπουν οι ηθοποιοί, πάνω στη σκηνή έχουν ενόρκους-θεατές που είναι διαφορετικοί σε κάθε παράσταση. Οι θεατές δηλαδή ψηφίζουν για το αν είναι αθώος ή ένοχος ο κατηγορούμενος. Αυτό είναι μία βασική σκηνοθετική ιδέα που με βοήθησε στο να πετύχω αυτόν τον στόχο. Είμαι λάτρης της διάδρασης και της άμεσης σύνδεσης του θεατή με τον ηθοποιό, ειδικά σε έργα που έχουν να κάνουν με μυστήριο και μπορεί να καθορίσει ο θεατής το αποτέλεσμα».
Επίσης στην παράσταση ενέταξε και το χιούμορ. «Δεν μπορώ να κάνω μία παράσταση, αν δεν εντοπίσω το χιούμορ του κάθε συγγραφέα. Εδώ, πιστέψτε με, υπάρχει πολύ. Δεν περιορίζεται μόνο στο δικαστικό δράμα αυτό το έργο. Είναι πολύ ανθρώπινο. Οι χαρακτήρες είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, οπότε έχουν χιούμορ, έχουν μία λαϊκότητα, έχουν κάτι αφελές και όλο αυτό βοηθάει στο να δημιουργηθούν οι αντιθέσεις που είναι κάτι πολύ σημαντικό για εμένα σκηνοθετικά. Μου αρέσει σε μία παράσταση να πηγαίνουμε από το γέλιο στη συγκίνηση, από την αγωνία στο χιούμορ, από το ένα συναίσθημα στο άλλο», επισημαίνει ο Νικορέστης Χανιωτάκης.
Η πολλή μελέτη για το έργο
Στη Θεσσαλονίκη, πέρα από τη σκηνοθεσία αναλαμβάνει και την ερμηνεία του χαρακτήρα που δικάζεται. Παρόλα αυτά δεν είναι υπέρ του να σκηνοθετεί και ταυτόχρονα να αυτοσκηνοθετείται. Αυτό ήταν μία λύση που επέλεξε στη διάρκεια του COVID, όταν αναγκαζόταν να κάνει αντικαταστάσεις επειδή αρρώσταιναν κατά καιρούς ηθοποιοί.
«Δεν σκηνοθετώ τον εαυτό μου κατά έναν τρόπο. Μπαίνω στη θέση ενός άλλου. Όταν κάνω πρόβες για να πρωτοανεβάσω μία παράσταση θέλω να είμαι από κάτω δεν θέλω να είμαι πάνω στη σκηνή. Όταν συμβαίνει αυτό νομίζω δεν μπορείς να είσαι αποτελεσματικός και στα δύο. Εδώ η παράσταση έχει βρει τον ρυθμό της, την έχω ήδη δει ολοκληρωμένη και γενικά μπαίνω στα παπούτσια του ρόλου πολύ πιο εύκολα από ότι αν έπαιζα από την αρχή», τονίζει ο σκηνοθέτης.
Για το έργο χρειάστηκε να μελετήσουν πολύ όλοι. «Είχαμε και έξωθεν βοήθεια διότι μιλούσαμε με πολλούς νομικούς - δικαστικούς όρους. Χρειαζόμασταν βοήθεια για να δούμε για παράδειγμα τι γίνεται όταν υποβάλλει κάποιος ένσταση, πώς απευθυνόμαστε στην έδρα, πώς απευθύνεται η πρόεδρος σε εμάς, πότε διακόπτεται μια δίκη, τι πάει να πει ένορκος, πώς ψηφίζουν. Κάναμε μεγάλη έρευνα γιατί διατηρούμε και την εποχή του έργου. Είμαστε στο Λονδίνο της δεκαετίας του 1950 και το δικαστικό σύστημα είναι διαφορετικό. Μιλάμε για μια περίοδο που αν κριθείς ένοχος για φόνο, καταδικάζεσαι σε θάνατο, οδηγείσαι στην κρεμάλα. Η επικινδυνότητα δηλαδή είναι πολύ πιο μεγάλη από ότι είναι σήμερα. Κάναμε μεγάλη έρευνα και εγώ προσωπικά και όλοι οι συντελεστές και οι ηθοποιοί σε όλα τα επίπεδα. Ευτυχώς, η Ευγενία Δημητροπούλου που πρωταγωνιστεί στην παράσταση έχει επίσης σπουδάσει νομική και μας βοήθησε και εκείνη», υπογραμμίζει ο Νικορέστης Χανιωτάκης.
Η υγεία δεν είναι κάτι αυτονόητο
Για εκείνον το θέατρο είναι ένας ζωντανός οργανισμός. «Οι παραστάσεις δεν είναι όπως στην πρεμιέρα. Εξελίσσονται και αναδιαμορφώνονται και με τον θεατή. Μου αρέσει να εμπιστεύομαι και αγαπώ τους ηθοποιούς. Δεν πηγαίνω κάθε μέρα στην παράσταση ως σκηνοθέτης και ευτυχώς είμαι πολύ χαρούμενος γιατί 99% των περιπτώσεων των ηθοποιών που έχω συνεργαστεί είναι άξιοι εμπιστοσύνης και άψογοι επαγγελματίες. Προσπαθώ και μέσα από τις πρόβες να τους κάνω συνδημιουργούς μου, να νιώσουν δηλαδή ότι η παράσταση δεν είναι δική μου ιδέα, είναι μια ιδέα όλων και με έναν τρόπο γίνεται κτήμα του ηθοποιού. Τώρα που παίζω δενόμαστε ακόμα πιο πολύ με τους ηθοποιούς σε ένα ψυχικό επίπεδο».
Τέλος, εκφράζει τις ευχές του για το Πάσχα και την Ανάσταση. «Θα ήθελα να ευχηθώ υγεία. Είναι ένα αγαθό που θεωρούμε δεδομένο μερικές φορές. Ειδικά οι νέοι νομίζουμε ότι είμαστε σούπερ ήρωες, αλλά η υγεία δεν είναι κάτι αυτονόητο, ούτε η δική μας, ούτε των αγαπημένων μας. Αν υπάρχουν αυτά τα συστατικά, αν υπάρχει σεβασμός προς τη διαφορετικότητα, τις ανάγκες, τις δυσκολίες του καθενός, τότε όλος ο κόσμος θα είναι μια αγκαλιά. Επίσης, θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι η τέχνη είναι απαραίτητη στη ζωή μας για να εξαγνίζει. Ίσως έτσι να μπορούμε να δούμε πιο καθαρά αυτές τις ανάγκες και να τις διεκδικούμε. Να βλέπουμε πάντα την καλή πρόθεση του άλλου και να έχουμε καλή πρόθεση και εμείς απέναντι στους άλλους».
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
«Μάρτυρας κατηγορίας»
Θέατρο Κολοσσαίον
Πρεμιέρα: Παρασκευή 10 Μαΐου
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28.04.2024
ΣΧΟΛΙΑ