Νίκος Παρασκευόπουλος: Οι ψηφοφόροι θα εκτιμήσουν το τιτάνιο έργο της εξόδου από τα μνημόνια
18/02/2019 14:00
18/02/2019 14:00
Ποιες είναι οι βασικές αιχμές που προωθεί το κυβερνών κόμμα για την επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση;
Οι αιχμές της τρέχουσας συνταγματικής αναθεώρησης είναι δύο: η πρώτη αφορά τις λειτουργίες της Δημοκρατίας. Η μεταπολιτευτική εμπειρία έχει δείξει ότι ορισμένες ρυθμίσεις διαρκώς προξενούσαν τριβές και κωλύματα στο πολίτευμα. Κύριο παράδειγμα συνιστά η διάλυση της Βουλής σε περίπτωση αδυναμίας εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας.
Χωρίς μεταβολή του θεμελιακού δημοκρατικού μοντέλου, που παραμένει αυτό της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, οι προτάσεις του κυβερνώντος κόμματος προσπαθούν να διορθώσουν τις δυσλειτουργίες που έχουν παρατηρηθεί. Η δεύτερη αιχμή της αναθεώρησης προσβλέπει στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, ιδίως στα τελευταία. Ιστορικά καταξιωμένες θεσμικές κατακτήσεις, όπως είναι ο δημόσιος χαρακτήρας της ανώτατης εκπαίδευσης, μένουν με την πρόταση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ αλώβητες.
Σε άλλες περιπτώσεις όμως προτείνονται μεταβολές που οδηγούν σε μεγαλύτερη προστασία των ατομικών δικαιωμάτων, του επιπέδου διαβίωσης και των εργασιακών σχέσεων. Ιδιαίτερα θα ήθελα να επισημάνω τη θέσπιση της ρήτρας της επιείκειας στη γενική ρύθμιση του άρθρου 25 του συντάγματος. Η ρήτρα αυτή μπορεί, αν ζυμωθεί από τη νομολογία, να παράσχει ευελιξία στον εφαρμοστή, ώστε να αποφεύγονται ακρότητες, π.χ. κατασχέσεις ή αρνήσεις χορήγησης φορολογικής ενημερότητας για οφειλή 1 ευρώ.
Θεωρείτε ότι μπορούν να υπάρξουν συγκλίσεις και συμφωνίες με τις αντιπολιτευόμενες πολιτικές δυνάμεις στη δεύτερη φάση της αναθεώρησης;
Ήδη στην παρούσα πρώτη φάση της αναθεώρησης έχουν φανεί κάποιες δυνατότητες για συγκλίσεις. Θα έλεγα ότι κανόνα αποτελεί η διαφοροποίηση των προτάσεων των βουλευτών των δύο μεγάλων κομμάτων και ότι εξαίρεση συνιστούν οι συγκλίσεις. Με δεδομένο ότι έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας και ότι παρεμβάλλονται εκλογές πριν από τη δεύτερη αναθεωρητική Βουλή, είναι δύσκολο να διακινδυνεύσουμε εξειδικευμένες προβλέψεις.
Η αναθεώρηση ενός συντάγματος εκτιμάτε ότι πρέπει να προσαρμόζεται στις υπάρχουσες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες ή να «ανοίγει» δρόμο προς το μέλλον;
Το σύνταγμα, ως ανώτατος θεσμικός χάρτης της χώρας, πρέπει να περιλαμβάνει ρυθμίσεις ανθεκτικές στο χρόνο. Επομένως, η απάντηση είναι θετική και στα δύο σκέλη του ερωτήματός σας, αφού δεν είναι αναγκαία η διάζευξη. Οι υπάρχουσες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες πρέπει να σταθμίζονται, αλλά από αυτές όχι όσες είναι συγκυριακές από κομματική, πολιτική, οικονομική άποψη. Το σύνταγμα ενδιαφέρεται ταυτόχρονα για την παρούσα γενιά, αλλά και για την επόμενη, για την ιστορία, για το έθνος, για την εξέλιξη του λαού.
Είστε αισιόδοξος ότι η επόμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, μετά τις εθνικές εκλογές, όποτε και αν γίνουν, θα έχει προοδευτικό πρόσημο, για να προχωρήσει τις εν λόγω αλλαγές;
Είμαι αισιόδοξος. Πιστεύω ότι οι έλληνες ψηφοφόροι θα εκτιμήσουν το τιτάνιο έργο της εξόδου από τα μνημόνια, της προσπάθειας στήριξης των πιο αδύναμων πολιτών και την εντυπωσιακή βελτίωση της διεθνούς εικόνας της χώρας. Ιδίως η τελευταία αυτή μεταβολή είναι ιδιαίτερα σημαντική και θα βοηθήσει πολύ τη διεθνή μας θέση.
Από «κράτος σπάταλο και ανεύθυνο ως προς τις διεθνείς του υποχρεώσεις», αντιμετωπιζόμαστε ως χώρα που κάνει σοβαρές οικονομικές προσπάθειες και είναι αξιόπιστη σε ό,τι αφορά την πολιτική της απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα. Στα τελευταία χρόνια έχουμε εξάλλου αντιμετωπίσει ένα πρόσθετο βάρος εξαιτίας των προσφυγικών ροών, χωρίς να έχουμε ευρύτερη ευρωπαϊκή στήριξη. Η Ευρώπη αυτήν τη στιγμή αμφιταλαντεύεται ανάμεσα σε μία ακροδεξιά ξενοφοβική προοπτική και σε μια προσπάθεια διαχείρισης του προβλήματος με σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και αλληλεγγύη. Η ελληνική στάση είναι σταθερά ανθρωπιστική, παρά τις εξαιρέσεις.
Πώς αποτιμάτε την πορεία της χώρας τους πρώτους μήνες μετά την έξοδο από τα μνημόνια, θετικά ή αρνητικά;
Στην ουσία έχει γυρίσει η καμπύλη. Η είσοδός μας στα μνημόνια είχε φέρει μια δημοσιονομική προσαρμογή με απότομες και πολύ δυσμενείς κοινωνικές συνέπειες. Στα τελευταία χρόνια, από τον Οκτώβριο του 2015 μέχρι τον Αύγουστο του 2018, είχαμε φθάσει τουλάχιστον στο σημείο αντί να έχουμε κατηφορικούς δείκτες ανάπτυξης και συνθηκών ζωής, να έχουμε μια στασιμότητα. Από τον Αύγουστο του 2018, ωστόσο, έχουμε πια μια αργή αλλά σταθερή πρόοδο. Θυμίζω ότι όλοι οι δείκτες άλλαξαν πορεία. Εκεί που είχαμε διαρκώς αύξηση της ανεργίας, περάσαμε πια στην αύξηση της απασχόλησης.
Περάσαμε στην εξυγίανση του ασφαλιστικού συστήματος, το οποίο λίγα χρόνια πριν πιστεύαμε ότι είναι αθεράπευτο και οδηγούνταν προς την καταστροφή. Έχουμε πλέον χορήγηση αναδρομικών αποδοχών από τα ειδικά μισθολόγια. Έχουμε την ανάπτυξη ενός συστήματος αλληλεγγύης με πολύ χειροπιαστές και πολύτιμες παροχές και την αποφυγή του μέτρου της περικοπής των κύριων συντάξεων. Είναι σαφές, εξάλλου, ότι η αργόσυρτη έστω πρόοδος δεν χαρακτηρίζει μόνο τα οικονομικά μεγέθη.
Αφορά και την αυτονομία της διοίκησης: Συνεχίζουμε βέβαια να ελεγχόμαστε ως προς την εκπλήρωση του οικονομικού μας χρέους, αλλά έχουμε πλέον επιλογές σε ό,τι αφορά τον τρόπο ανταπόκρισής μας.
Η Συμφωνία των Πρεσπών θα συνεχίσει να είναι «πολιτικός καταλύτης» στο δρόμο προς τις πολλαπλές κάλπες ή θα αλλάξει η ατζέντα στη Βόρεια Ελλάδα;
Κατά τη γνώμη μου η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί παράμετρο, ιδίως στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά όχι και «καταλύτη» των εκλογών. Πιστεύω ότι με την πάροδο του χρόνου θα φθίνει ο φανατισμός των λίγων και θα διαπιστώνουν οι πολίτες πόσο ενισχύεται η θέση της χώρας με τη Συμφωνία αυτή, τόσο στο ευρύτερο διεθνές πλαίσιο και τους διεθνείς οργανισμούς όσο και στο εγγύτερο γειτονικό της περιβάλλον.
Επίσης, πολλοί θα συνειδητοποιήσουν ότι είναι διεθνώς πρωτοφανές μια χώρα (όπως η γειτονική) να αλλάζει, επειδή το ζητά μια άλλη (όπως η δική μας), το όνομά της, να αποκαθηλώνει σύμβολα, να αναθεωρεί το σύνταγμά της και να αποδέχεται ότι στο παρελθόν πλαστογραφούσε και καπηλευόταν την ιστορία.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Φεβρουαρίου 2019
Ποιες είναι οι βασικές αιχμές που προωθεί το κυβερνών κόμμα για την επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση;
Οι αιχμές της τρέχουσας συνταγματικής αναθεώρησης είναι δύο: η πρώτη αφορά τις λειτουργίες της Δημοκρατίας. Η μεταπολιτευτική εμπειρία έχει δείξει ότι ορισμένες ρυθμίσεις διαρκώς προξενούσαν τριβές και κωλύματα στο πολίτευμα. Κύριο παράδειγμα συνιστά η διάλυση της Βουλής σε περίπτωση αδυναμίας εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας.
Χωρίς μεταβολή του θεμελιακού δημοκρατικού μοντέλου, που παραμένει αυτό της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, οι προτάσεις του κυβερνώντος κόμματος προσπαθούν να διορθώσουν τις δυσλειτουργίες που έχουν παρατηρηθεί. Η δεύτερη αιχμή της αναθεώρησης προσβλέπει στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, ιδίως στα τελευταία. Ιστορικά καταξιωμένες θεσμικές κατακτήσεις, όπως είναι ο δημόσιος χαρακτήρας της ανώτατης εκπαίδευσης, μένουν με την πρόταση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ αλώβητες.
Σε άλλες περιπτώσεις όμως προτείνονται μεταβολές που οδηγούν σε μεγαλύτερη προστασία των ατομικών δικαιωμάτων, του επιπέδου διαβίωσης και των εργασιακών σχέσεων. Ιδιαίτερα θα ήθελα να επισημάνω τη θέσπιση της ρήτρας της επιείκειας στη γενική ρύθμιση του άρθρου 25 του συντάγματος. Η ρήτρα αυτή μπορεί, αν ζυμωθεί από τη νομολογία, να παράσχει ευελιξία στον εφαρμοστή, ώστε να αποφεύγονται ακρότητες, π.χ. κατασχέσεις ή αρνήσεις χορήγησης φορολογικής ενημερότητας για οφειλή 1 ευρώ.
Θεωρείτε ότι μπορούν να υπάρξουν συγκλίσεις και συμφωνίες με τις αντιπολιτευόμενες πολιτικές δυνάμεις στη δεύτερη φάση της αναθεώρησης;
Ήδη στην παρούσα πρώτη φάση της αναθεώρησης έχουν φανεί κάποιες δυνατότητες για συγκλίσεις. Θα έλεγα ότι κανόνα αποτελεί η διαφοροποίηση των προτάσεων των βουλευτών των δύο μεγάλων κομμάτων και ότι εξαίρεση συνιστούν οι συγκλίσεις. Με δεδομένο ότι έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας και ότι παρεμβάλλονται εκλογές πριν από τη δεύτερη αναθεωρητική Βουλή, είναι δύσκολο να διακινδυνεύσουμε εξειδικευμένες προβλέψεις.
Η αναθεώρηση ενός συντάγματος εκτιμάτε ότι πρέπει να προσαρμόζεται στις υπάρχουσες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες ή να «ανοίγει» δρόμο προς το μέλλον;
Το σύνταγμα, ως ανώτατος θεσμικός χάρτης της χώρας, πρέπει να περιλαμβάνει ρυθμίσεις ανθεκτικές στο χρόνο. Επομένως, η απάντηση είναι θετική και στα δύο σκέλη του ερωτήματός σας, αφού δεν είναι αναγκαία η διάζευξη. Οι υπάρχουσες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες πρέπει να σταθμίζονται, αλλά από αυτές όχι όσες είναι συγκυριακές από κομματική, πολιτική, οικονομική άποψη. Το σύνταγμα ενδιαφέρεται ταυτόχρονα για την παρούσα γενιά, αλλά και για την επόμενη, για την ιστορία, για το έθνος, για την εξέλιξη του λαού.
Είστε αισιόδοξος ότι η επόμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, μετά τις εθνικές εκλογές, όποτε και αν γίνουν, θα έχει προοδευτικό πρόσημο, για να προχωρήσει τις εν λόγω αλλαγές;
Είμαι αισιόδοξος. Πιστεύω ότι οι έλληνες ψηφοφόροι θα εκτιμήσουν το τιτάνιο έργο της εξόδου από τα μνημόνια, της προσπάθειας στήριξης των πιο αδύναμων πολιτών και την εντυπωσιακή βελτίωση της διεθνούς εικόνας της χώρας. Ιδίως η τελευταία αυτή μεταβολή είναι ιδιαίτερα σημαντική και θα βοηθήσει πολύ τη διεθνή μας θέση.
Από «κράτος σπάταλο και ανεύθυνο ως προς τις διεθνείς του υποχρεώσεις», αντιμετωπιζόμαστε ως χώρα που κάνει σοβαρές οικονομικές προσπάθειες και είναι αξιόπιστη σε ό,τι αφορά την πολιτική της απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα. Στα τελευταία χρόνια έχουμε εξάλλου αντιμετωπίσει ένα πρόσθετο βάρος εξαιτίας των προσφυγικών ροών, χωρίς να έχουμε ευρύτερη ευρωπαϊκή στήριξη. Η Ευρώπη αυτήν τη στιγμή αμφιταλαντεύεται ανάμεσα σε μία ακροδεξιά ξενοφοβική προοπτική και σε μια προσπάθεια διαχείρισης του προβλήματος με σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και αλληλεγγύη. Η ελληνική στάση είναι σταθερά ανθρωπιστική, παρά τις εξαιρέσεις.
Πώς αποτιμάτε την πορεία της χώρας τους πρώτους μήνες μετά την έξοδο από τα μνημόνια, θετικά ή αρνητικά;
Στην ουσία έχει γυρίσει η καμπύλη. Η είσοδός μας στα μνημόνια είχε φέρει μια δημοσιονομική προσαρμογή με απότομες και πολύ δυσμενείς κοινωνικές συνέπειες. Στα τελευταία χρόνια, από τον Οκτώβριο του 2015 μέχρι τον Αύγουστο του 2018, είχαμε φθάσει τουλάχιστον στο σημείο αντί να έχουμε κατηφορικούς δείκτες ανάπτυξης και συνθηκών ζωής, να έχουμε μια στασιμότητα. Από τον Αύγουστο του 2018, ωστόσο, έχουμε πια μια αργή αλλά σταθερή πρόοδο. Θυμίζω ότι όλοι οι δείκτες άλλαξαν πορεία. Εκεί που είχαμε διαρκώς αύξηση της ανεργίας, περάσαμε πια στην αύξηση της απασχόλησης.
Περάσαμε στην εξυγίανση του ασφαλιστικού συστήματος, το οποίο λίγα χρόνια πριν πιστεύαμε ότι είναι αθεράπευτο και οδηγούνταν προς την καταστροφή. Έχουμε πλέον χορήγηση αναδρομικών αποδοχών από τα ειδικά μισθολόγια. Έχουμε την ανάπτυξη ενός συστήματος αλληλεγγύης με πολύ χειροπιαστές και πολύτιμες παροχές και την αποφυγή του μέτρου της περικοπής των κύριων συντάξεων. Είναι σαφές, εξάλλου, ότι η αργόσυρτη έστω πρόοδος δεν χαρακτηρίζει μόνο τα οικονομικά μεγέθη.
Αφορά και την αυτονομία της διοίκησης: Συνεχίζουμε βέβαια να ελεγχόμαστε ως προς την εκπλήρωση του οικονομικού μας χρέους, αλλά έχουμε πλέον επιλογές σε ό,τι αφορά τον τρόπο ανταπόκρισής μας.
Η Συμφωνία των Πρεσπών θα συνεχίσει να είναι «πολιτικός καταλύτης» στο δρόμο προς τις πολλαπλές κάλπες ή θα αλλάξει η ατζέντα στη Βόρεια Ελλάδα;
Κατά τη γνώμη μου η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί παράμετρο, ιδίως στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά όχι και «καταλύτη» των εκλογών. Πιστεύω ότι με την πάροδο του χρόνου θα φθίνει ο φανατισμός των λίγων και θα διαπιστώνουν οι πολίτες πόσο ενισχύεται η θέση της χώρας με τη Συμφωνία αυτή, τόσο στο ευρύτερο διεθνές πλαίσιο και τους διεθνείς οργανισμούς όσο και στο εγγύτερο γειτονικό της περιβάλλον.
Επίσης, πολλοί θα συνειδητοποιήσουν ότι είναι διεθνώς πρωτοφανές μια χώρα (όπως η γειτονική) να αλλάζει, επειδή το ζητά μια άλλη (όπως η δική μας), το όνομά της, να αποκαθηλώνει σύμβολα, να αναθεωρεί το σύνταγμά της και να αποδέχεται ότι στο παρελθόν πλαστογραφούσε και καπηλευόταν την ιστορία.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Φεβρουαρίου 2019
ΣΧΟΛΙΑ