Ο χρόνος διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών δεν είναι… πλαστελίνη. Του Πάρη Τσογκαρλίδη
05/05/2022 14:08
05/05/2022 14:08
Πάρης Τσογκαρλίδης,
Ανεξάρτητος Δημοτικός Σύμβουλος Πυλαίας – Χορτιάτη
Μέλος Γενικής Συνέλευσης ΚΕΔΕ
Η συζήτηση που έχει ανοίξει σχετικά με το ενδεχόμενο μετάθεσης της ημερομηνίας διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών για το 2024, προκειμένου να διεξαχθούν μαζί με τις ευρωεκλογές, εκτός από αποπροσανατολιστική, θέτει και ζήτημα αξιοπιστίας της Πολιτείας.
Σε μια ευνομούμενη και οργανωμένη Πολιτεία δεν μπορεί κανείς να παίζει με την ετυμηγορία των πολιτών. Και η κυβέρνηση θα πρέπει να σκεφτεί το ενδεχόμενο να δημιουργεί συνθήκες αναξιοπιστίας. Δικής της και συνολικά της Πολιτείας απέναντι στον πολίτη.
Την ώρα που όλες οι πολιτικές δυνάμεις θέτουν τη σταθερότητα ως κυρίαρχο ζήτημα για την καλύτερη λειτουργία και οργάνωση του κράτους, σε όλες τις βαθμίδες διοίκησης, η αποσταθεροποίηση που είναι η συνέπεια «βολικών» για ορισμένους αλλαγών στη διεξαγωγή των εκλογών δεν βοηθά στην επίτευξη του στόχου.
Όταν η ίδια η κυβέρνηση, ο ίδιος ο πρωθυπουργός, επιμένει πως οι κυβερνήσεις πρέπει να ολοκληρώνουν τη θητεία τους, διότι εκλέχτηκαν με συγκεκριμένο πρόγραμμα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και με σαφή χρονικό ορίζοντα υλοποίησης των δεσμεύσεών τους, από τις οποίες λαμβάνουν και τις ψήφους τους, δεν μπορεί να ακυρώνει το αφήγημα και την επιχειρηματολογία για τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Ο χρόνος δεν μπορεί να είναι ρευστός και η ημερομηνία των εκλογών δεν μπορεί να γίνεται λάστιχο ή πλαστελίνη.
Η διαρκής αλλαγή των δεδομένων και ειδικά του χρόνου των εκλογών, συνιστά «εκτροπή». Διαμορφώνει ανισότιμες καταστάσεις και ανατρέπει προγραμματισμούς, που έχουν συνάφεια με την άσκηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να «παίζει» με το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών, είτε εθνικών, είτε αυτοδιοικητικών. Ο σταθερός χρόνος διεξαγωγής των ευρωεκλογών δείχνει το δρόμο. Κάθε διοίκηση εκλέγεται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, μέσα στο οποίο οφείλει να ολοκληρώσει το πρόγραμμά της για το οποίο εκλέχτηκε και να υποβληθεί εκ νέου στην κρίση των πολιτών, με τον αναγκαίο απολογισμό.
Αυτή είναι η δημοκρατία, αυτό είναι το νόημα της λογοδοσίας, αυτό είναι ένα από τα βασικά κριτήρια της δημοκρατικής επιλογής των πολιτών στην κάλπη.
Η μετάθεση του χρόνου των εκλογών υποκρύπτει σκοπιμότητες. Όταν μάλιστα επιχειρείται για δεύτερη φορά μέσα στο πλαίσιο της ίδιας κυβερνητικής θητείας, είναι αυτονόητο ότι θα προκαλέσει και αντιδράσεις.
Στην ΚΕΔΕ, το κεντρικό όργανο των δήμων της χώρας, της γενικής συνέλευσης της οποίας έχω την τιμή να είμαι μέλος, η συζήτηση πάνω στο ενδεχόμενο εκ νέου μετάθεσης των αυτοδιοικητικών εκλογών για την άνοιξη του 2024 μαζί με τις ευρωεκλογές, έχει δημιουργήσει μείζον ζήτημα.
Οι διοικήσεις των δήμων και τα δημοτικά συμβούλια εκλέχτηκαν για να υπηρετήσουν για τέσσερα χρόνια. Τώρα ενδέχεται να παραταθεί η θητεία τους στα πέντε χρόνια. Ήδη οι αυτοδιοικητικές εκλογές μετατέθηκαν με νόμο του 2020 κατά τέσσερις μήνες. Τώρα η κυβέρνηση προτίθεται, σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, να δώσει νέα παράταση.
Αφενός υπάρχει ο νόμος που η ίδια κυβέρνηση σχεδίασε και ψήφισε και ο οποίος προβλέπει ρητώς εκλογές τον Οκτώβριο του 2023, αφετέρου υπάρχει κι ένα Σύνταγμα… Ενδεχόμενη παράταση στην ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών είναι πιθανό να κριθεί άκυρη ως αντισυνταγματική. Και η κυβέρνηση θα έπρεπε ήδη να προβληματίζεται, διότι ήδη το αρμόδιο τμήμα του ΣτΕ έχει κρίνει αντισυνταγματικές διατάξεις του νόμου Θεοδωρικάκου.
Η οργανωμένη Πολιτεία και η Αυτοδιοίκηση οφείλουν να στηρίξουν τη νομιμότητα και την επί ίσοις όροις διεξαγωγή των εκλογών. Ο τρόπος, ο χρόνος, ο χώρος διεξαγωγής των εκλογών δεν μπορεί να αλλάζει κατά το δοκούν και στη βάση σχεδιασμών, σκοπιμοτήτων ή αμφισβητούμενων κινήτρων. Σταθερότητα και συνέπεια. Αυτά οφείλει να επιδιώξει μια ευνομούμενη οργανωμένη Πολιτεία, αυτά είναι που ζητούν οι πολίτες, προκειμένου να θεωρήσουν ότι ζουν σε ένα αξιόπιστο, φερέγγυο και οργανωμένο κράτος. Σε άλλη περίπτωση, ρίχνουμε όλοι μαζί λάδι στη φωτιά εκείνων που απαξιώνουν τους θεσμούς και μιλούν για κράτος – μπάχαλο, βλέποντας «φαντάσματα», πίσω από κάθε απόφαση.
Πάρης Τσογκαρλίδης,
Ανεξάρτητος Δημοτικός Σύμβουλος Πυλαίας – Χορτιάτη
Μέλος Γενικής Συνέλευσης ΚΕΔΕ
Η συζήτηση που έχει ανοίξει σχετικά με το ενδεχόμενο μετάθεσης της ημερομηνίας διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών για το 2024, προκειμένου να διεξαχθούν μαζί με τις ευρωεκλογές, εκτός από αποπροσανατολιστική, θέτει και ζήτημα αξιοπιστίας της Πολιτείας.
Σε μια ευνομούμενη και οργανωμένη Πολιτεία δεν μπορεί κανείς να παίζει με την ετυμηγορία των πολιτών. Και η κυβέρνηση θα πρέπει να σκεφτεί το ενδεχόμενο να δημιουργεί συνθήκες αναξιοπιστίας. Δικής της και συνολικά της Πολιτείας απέναντι στον πολίτη.
Την ώρα που όλες οι πολιτικές δυνάμεις θέτουν τη σταθερότητα ως κυρίαρχο ζήτημα για την καλύτερη λειτουργία και οργάνωση του κράτους, σε όλες τις βαθμίδες διοίκησης, η αποσταθεροποίηση που είναι η συνέπεια «βολικών» για ορισμένους αλλαγών στη διεξαγωγή των εκλογών δεν βοηθά στην επίτευξη του στόχου.
Όταν η ίδια η κυβέρνηση, ο ίδιος ο πρωθυπουργός, επιμένει πως οι κυβερνήσεις πρέπει να ολοκληρώνουν τη θητεία τους, διότι εκλέχτηκαν με συγκεκριμένο πρόγραμμα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και με σαφή χρονικό ορίζοντα υλοποίησης των δεσμεύσεών τους, από τις οποίες λαμβάνουν και τις ψήφους τους, δεν μπορεί να ακυρώνει το αφήγημα και την επιχειρηματολογία για τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Ο χρόνος δεν μπορεί να είναι ρευστός και η ημερομηνία των εκλογών δεν μπορεί να γίνεται λάστιχο ή πλαστελίνη.
Η διαρκής αλλαγή των δεδομένων και ειδικά του χρόνου των εκλογών, συνιστά «εκτροπή». Διαμορφώνει ανισότιμες καταστάσεις και ανατρέπει προγραμματισμούς, που έχουν συνάφεια με την άσκηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να «παίζει» με το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών, είτε εθνικών, είτε αυτοδιοικητικών. Ο σταθερός χρόνος διεξαγωγής των ευρωεκλογών δείχνει το δρόμο. Κάθε διοίκηση εκλέγεται για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, μέσα στο οποίο οφείλει να ολοκληρώσει το πρόγραμμά της για το οποίο εκλέχτηκε και να υποβληθεί εκ νέου στην κρίση των πολιτών, με τον αναγκαίο απολογισμό.
Αυτή είναι η δημοκρατία, αυτό είναι το νόημα της λογοδοσίας, αυτό είναι ένα από τα βασικά κριτήρια της δημοκρατικής επιλογής των πολιτών στην κάλπη.
Η μετάθεση του χρόνου των εκλογών υποκρύπτει σκοπιμότητες. Όταν μάλιστα επιχειρείται για δεύτερη φορά μέσα στο πλαίσιο της ίδιας κυβερνητικής θητείας, είναι αυτονόητο ότι θα προκαλέσει και αντιδράσεις.
Στην ΚΕΔΕ, το κεντρικό όργανο των δήμων της χώρας, της γενικής συνέλευσης της οποίας έχω την τιμή να είμαι μέλος, η συζήτηση πάνω στο ενδεχόμενο εκ νέου μετάθεσης των αυτοδιοικητικών εκλογών για την άνοιξη του 2024 μαζί με τις ευρωεκλογές, έχει δημιουργήσει μείζον ζήτημα.
Οι διοικήσεις των δήμων και τα δημοτικά συμβούλια εκλέχτηκαν για να υπηρετήσουν για τέσσερα χρόνια. Τώρα ενδέχεται να παραταθεί η θητεία τους στα πέντε χρόνια. Ήδη οι αυτοδιοικητικές εκλογές μετατέθηκαν με νόμο του 2020 κατά τέσσερις μήνες. Τώρα η κυβέρνηση προτίθεται, σύμφωνα με όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, να δώσει νέα παράταση.
Αφενός υπάρχει ο νόμος που η ίδια κυβέρνηση σχεδίασε και ψήφισε και ο οποίος προβλέπει ρητώς εκλογές τον Οκτώβριο του 2023, αφετέρου υπάρχει κι ένα Σύνταγμα… Ενδεχόμενη παράταση στην ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών είναι πιθανό να κριθεί άκυρη ως αντισυνταγματική. Και η κυβέρνηση θα έπρεπε ήδη να προβληματίζεται, διότι ήδη το αρμόδιο τμήμα του ΣτΕ έχει κρίνει αντισυνταγματικές διατάξεις του νόμου Θεοδωρικάκου.
Η οργανωμένη Πολιτεία και η Αυτοδιοίκηση οφείλουν να στηρίξουν τη νομιμότητα και την επί ίσοις όροις διεξαγωγή των εκλογών. Ο τρόπος, ο χρόνος, ο χώρος διεξαγωγής των εκλογών δεν μπορεί να αλλάζει κατά το δοκούν και στη βάση σχεδιασμών, σκοπιμοτήτων ή αμφισβητούμενων κινήτρων. Σταθερότητα και συνέπεια. Αυτά οφείλει να επιδιώξει μια ευνομούμενη οργανωμένη Πολιτεία, αυτά είναι που ζητούν οι πολίτες, προκειμένου να θεωρήσουν ότι ζουν σε ένα αξιόπιστο, φερέγγυο και οργανωμένο κράτος. Σε άλλη περίπτωση, ρίχνουμε όλοι μαζί λάδι στη φωτιά εκείνων που απαξιώνουν τους θεσμούς και μιλούν για κράτος – μπάχαλο, βλέποντας «φαντάσματα», πίσω από κάθε απόφαση.
ΣΧΟΛΙΑ