Ο ΚΟΚ των ντελιβεράδων
Κυκλοφορώντας στους δρόμους της Θεσσαλονίκης αμέτρητες φορές βρέθηκα αντιμέτωπος με δίκυκλο που παραδίδει φαγητό ή καφέ, το οποίο κινούνταν ανάποδα. Αμέτρητες φορές κοίταξα δεξιά σε διασταύρωση με μονόδρομο και βγαίνοντας μου ήρθε σχεδόν στο πρόσωπο από αριστερά η πινακίδα με την πίτσα ή το γύρο.
Αμέτρητες φορές νύχτα διέκρινα με δυσκολία κάτι να κινείται μπροστά μου, για να διαπιστώσω όσο πλησίαζα ότι επρόκειτο για μηχανάκι χωρίς φώτα. Και έτσι αμέτρητες φορές ένιωσα τυχερός που δεν τράκαρα και το συμβάν έμεινε στο… παραλίγο.
Σε μια πρώτη ανάγνωση το θέμα αφορά μια μερίδα εργαζομένων που δουλεύει κάτω από αντίξοες συνθήκες, με ελάχιστα χρήματα, χωρίς τις περισσότερες φορές να απολαμβάνει ούτε τα στοιχειώδη για την ασφάλιση που προβλέπει ο νόμος.
Δικά τους τα μηχανάκια, δικά τους τα κράνη, δικός τους ο εξοπλισμός, όλα πληρωμένα από την τσέπη τους. Το μόνο που τους μένει για να εξασφαλίσουν ένα μεροκάματο είναι να παραδώσουν όσο γίνεται περισσότερες παραγγελίες και με τον τρόπο αυτό να αυξήσουν τα έσοδά τους από τα pourboire. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διανύουν τις αποστάσεις στο μικρότερο δυνατό χρόνο.
Η διαπίστωση αυτή με μια συναισθηματική και αλληλέγγυα προσέγγιση οδηγεί στην αποδοχή του φαινομένου της κατάργησης στην ουσία του Κ.Ο.Κ. λόγω των αναγκών που έχουν οι συγκεκριμένοι οδηγοί δικύκλων. Βρισκόμαστε έτσι μπροστά σε ένα γνώριμο σταυροδρόμι που πάντα φέρνει αμηχανία στην ελληνική κοινωνία. Φιλότιμο ή νόμος; Συναίσθημα και ανθρωπιά ή προσήλωση στους κανόνες;
Είναι προφανές ότι στην Ελλάδα, καλώς ή κακώς, το συναίσθημα και ιδιαίτερα η αίσθηση της υπεράσπισης του αδυνάτου εξακολουθεί να υπερισχύει των κανόνων που εφαρμόζονται με απρόσωπο και ψυχρό τρόπο απέναντι σε όλους, στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Το θέμα είναι ότι πολλές φορές στην προσπάθειά μας να προστατεύσουμε μια ομάδα ανθρώπων, θέτουμε σε κίνδυνο και την ίδια την ομάδα και τους υπόλοιπους.
Άρα τι γίνεται; Δεν φτάνει ο χώρος της στήλης για αναλυτική αναφορά στο γενικότερο. Στο ειδικότερο όμως σίγουρα μπορούν να γίνουν κινήσεις, που θα εγγυώνται ασφάλεια και για τους ντελιβεράδες και για τους άλλους οδηγούς. Μια σκέψη εκτός από το εύκολο και άμεσα εφαρμόσιμο, να μη μας νοιάζει ως πελάτες μόνο να φτάσει γρήγορα η παραγγελία μας, είναι να χρειάζεται άδεια άσκησης επαγγέλματος για τους ντελιβεράδες, όπως γίνεται με τους οδηγούς ταξί. Ίσως έτσι τεθούν οι κανόνες που θα δεσμεύουν όλους όσοι κάνουν αυτήν τη δουλειά και κυρίως τους εργοδότες τους, ώστε να μην προσλαμβάνουν «καμικάζι» που είναι διατεθειμένοι θέσουν τη ζωή τους σε κίνδυνο με το μικρότερο δυνατό μεροκάματο…
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Φεβρουαρίου 2019