Οι ελλείψεις φαρμάκων γεννούν προβλήματα με δύσκολες λύσεις για τους θεράποντες
26/11/2024 08:51
26/11/2024 08:51
Ο 56χρονος Αντόνιο επισκέπτεται τον οικογενειακό του γιατρό επειδή ο φαρμακοποιός τον ενημέρωσε ότι η θεραπεία με σεμαγλουτίδη που λαμβάνει δεν είναι πλέον διαθέσιμη. Το ιατρικό του ιστορικό περιλαμβάνει παχυσαρκία (BMI 32), υπέρταση, καρδιακή ανεπάρκεια, διαβήτη τύπου 2 (με καρδιαγγειακές και νεφρικές επιπλοκές), καθώς και οστεοαρθρίτιδα γονάτου. Ο ασθενής λαμβάνει 2mg σεμαγλουτίδης εβδομαδιαίως, δαπαγλιφλοζίνη και λιναγλιπτίνη. Σύμφωνα με τις τελευταίες εργαστηριακές εξετάσεις, η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη του (HbA1c) είναι 7,5% και η τιμή του ρυθμού σπειραματικής διήθησης (GFR) είναι 32. Τι πρέπει να κάνει ο γιατρός για να αντικαταστήσει το φάρμακο που είναι σε έλλειψη;
Το παραπάνω είναι ένα σενάριο που αναπτύχθηκε από τον Tiago Villanueva, οικογενειακό γιατρό στην Πορτογαλία, Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Γενικών Γιατρών (European Union of General Practiotioners – UEMO) κατά τη διάρκεια της ενημερωτικής εκδήλωσης που οργάνωσε για δημοσιογράφους ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ) με θέμα τις ελλείψεις φαρμάκων. Με το υποθετικό παράδειγμα, ο κ. Villanueva επιχείρησε να εξηγήσει πόσο οι ελλείψεις επηρεάζουν τους ασθενείς και ταυτόχρονα δυσκολεύουν τους γιατρούς για τους οποίους η εύρεση υποκατάστατου είναι σε πολλές περιπτώσεις… σπαζοκεφαλιά.
Προσπαθώντας, μάλιστα, να βρει τη λύση για τον φανταστικό 56χρονο ασθενή, ο οικογενειακός γιατρός σημείωσε τα εξής: Η δαπαγλιφλοζίνη και η λιναγλιπτίνη είναι στη μέγιστη δόση, η μετφορμίνη αντενδείκνυται λόγω κακής νεφρικής λειτουργίας, οι γλιταζόνες επίσης αντενδείκνυνται λόγω καρδιακής ανεπάρκειας. Επιπλέον, η συνταγογράφηση άλλου ανταγωνιστή GLP-1 αντιβαίνει στις κατευθυντήριες γραμμές (Διαβήτης + BMI > 35). Ακόμη κι αν ήταν διαθέσιμο, το πλήρες κόστος θα ήταν πιθανότατα απαγορευτικό για τον ασθενή.
«Οι σουλφονυλουρίες ή η ακαρβόζη θα μπορούσαν να είναι βιώσιμες εναλλακτικές, αλλά ο κλινικός αντίκτυπος θα ήταν πιθανότατα μικρός. Η ινσουλίνη είναι μια πιθανότητα, αλλά έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής του ασθενούς και απαιτεί εκτεταμένη εκπαίδευσή του. Ο έλεγχος του διαβήτη θα ωφελούνταν από την απώλεια βάρους, αλλά ο ασθενής δεν μπορεί να ασκηθεί λόγω οστεοαρθρίτιδας στο γόνατο», ανέφερε ο ειδικός καταλήγοντας ότι ο οικογενειακός γιατρός θα έπρεπε να σκεφτεί την παραπομπή σε ενδοκρινολόγο. Γίνεται, βέβαια, αντιληπτό ότι όλο αυτό το… ταξίδι του ασθενούς για να αντικαταστήσει τη θεραπεία του, που είναι σε έλλειψη, είναι χρονοβόρο και κοστοβόρο.
Πηγή: ygeiamou.gr
Ο 56χρονος Αντόνιο επισκέπτεται τον οικογενειακό του γιατρό επειδή ο φαρμακοποιός τον ενημέρωσε ότι η θεραπεία με σεμαγλουτίδη που λαμβάνει δεν είναι πλέον διαθέσιμη. Το ιατρικό του ιστορικό περιλαμβάνει παχυσαρκία (BMI 32), υπέρταση, καρδιακή ανεπάρκεια, διαβήτη τύπου 2 (με καρδιαγγειακές και νεφρικές επιπλοκές), καθώς και οστεοαρθρίτιδα γονάτου. Ο ασθενής λαμβάνει 2mg σεμαγλουτίδης εβδομαδιαίως, δαπαγλιφλοζίνη και λιναγλιπτίνη. Σύμφωνα με τις τελευταίες εργαστηριακές εξετάσεις, η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη του (HbA1c) είναι 7,5% και η τιμή του ρυθμού σπειραματικής διήθησης (GFR) είναι 32. Τι πρέπει να κάνει ο γιατρός για να αντικαταστήσει το φάρμακο που είναι σε έλλειψη;
Το παραπάνω είναι ένα σενάριο που αναπτύχθηκε από τον Tiago Villanueva, οικογενειακό γιατρό στην Πορτογαλία, Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Γενικών Γιατρών (European Union of General Practiotioners – UEMO) κατά τη διάρκεια της ενημερωτικής εκδήλωσης που οργάνωσε για δημοσιογράφους ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ) με θέμα τις ελλείψεις φαρμάκων. Με το υποθετικό παράδειγμα, ο κ. Villanueva επιχείρησε να εξηγήσει πόσο οι ελλείψεις επηρεάζουν τους ασθενείς και ταυτόχρονα δυσκολεύουν τους γιατρούς για τους οποίους η εύρεση υποκατάστατου είναι σε πολλές περιπτώσεις… σπαζοκεφαλιά.
Προσπαθώντας, μάλιστα, να βρει τη λύση για τον φανταστικό 56χρονο ασθενή, ο οικογενειακός γιατρός σημείωσε τα εξής: Η δαπαγλιφλοζίνη και η λιναγλιπτίνη είναι στη μέγιστη δόση, η μετφορμίνη αντενδείκνυται λόγω κακής νεφρικής λειτουργίας, οι γλιταζόνες επίσης αντενδείκνυνται λόγω καρδιακής ανεπάρκειας. Επιπλέον, η συνταγογράφηση άλλου ανταγωνιστή GLP-1 αντιβαίνει στις κατευθυντήριες γραμμές (Διαβήτης + BMI > 35). Ακόμη κι αν ήταν διαθέσιμο, το πλήρες κόστος θα ήταν πιθανότατα απαγορευτικό για τον ασθενή.
«Οι σουλφονυλουρίες ή η ακαρβόζη θα μπορούσαν να είναι βιώσιμες εναλλακτικές, αλλά ο κλινικός αντίκτυπος θα ήταν πιθανότατα μικρός. Η ινσουλίνη είναι μια πιθανότητα, αλλά έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής του ασθενούς και απαιτεί εκτεταμένη εκπαίδευσή του. Ο έλεγχος του διαβήτη θα ωφελούνταν από την απώλεια βάρους, αλλά ο ασθενής δεν μπορεί να ασκηθεί λόγω οστεοαρθρίτιδας στο γόνατο», ανέφερε ο ειδικός καταλήγοντας ότι ο οικογενειακός γιατρός θα έπρεπε να σκεφτεί την παραπομπή σε ενδοκρινολόγο. Γίνεται, βέβαια, αντιληπτό ότι όλο αυτό το… ταξίδι του ασθενούς για να αντικαταστήσει τη θεραπεία του, που είναι σε έλλειψη, είναι χρονοβόρο και κοστοβόρο.
Πηγή: ygeiamou.gr
ΣΧΟΛΙΑ