Οι εξαγωγές στην υπηρεσία της επικοινωνίας
19/09/2022 16:59
19/09/2022 16:59
Οι τελευταίες έρευνες για την επιχειρηματική δραστηριότητα, (Δείκτες Υπευθύνων Προμηθειών-PMI), προμηνύουν ύφεση στην Ευρώπη. Ο δείκτης PMI προσδιορίζεται από μηνιαίες έρευνες σε πέντε σημαντικούς παράγοντες: νέες παραγγελίες, επίπεδα αποθεμάτων, παραγωγή, παραδόσεις προμηθευτών και απασχόληση.
Ο Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών μειώθηκε από 49,9 σε 49,2 στην ευρωζώνη το τρίτο τρίμηνο του 2022. Όταν ο δείκτης είναι κάτω από το 50, εκτιμάται συρρίκνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην οικονομία.
Ο δείκτης PMI υπηρεσιών υποχώρησε επίσης ραγδαία τον Αύγουστο σε επίπεδο που υποδηλώνει στασιμότητα της δραστηριότητας στο 50,2. Η ζήτηση αποδυναμώθηκε και στον τομέα των υπηρεσιών, καθώς η μετά την πανδημία ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών για υπηρεσίες εξασθενεί.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο παρότι, η ασθενέστερη ζήτηση των καταναλωτών εξασθενεί τις πληθωριστικές πιέσεις, η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους θα αυξήσει τον πληθωρισμό.
Για τους επόμενους μήνες, η οικονομική δυσπραγία αναμένεται να συνεχιστεί, με την ύφεση στην ευρωζώνη να έχει ξεκινήσει, καθώς συνεχίζεται η συμπίεση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.
Ταυτόχρονα, η ΕΚΤ προχώρησε στην μεγαλύτερη αύξηση επιτοκίων από την έναρξη της νομισματικής ένωσης, η ΕΚΤ αύξησε και τα τρία βασικά επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης. Η επιλογή της ΕΚΤ οφείλεται στην έλλειψη εναλλακτικών λύσεων, με στόχο τη διατήρηση της ισοτιμίας του ευρώ με το δολάριο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΚΤ η αύξηση των επιτοκίων δεν θα καθορίσει την πορεία της ύφεσης στην ευρωζώνη, θα επηρεάσει όμως τα επιτόκια δανεισμού ιδιαίτερα σε υπερχρεωμένες χώρες και επιχειρήσεις.
Αυτό το δυσμενές ευρωπαϊκό οικονομικό περιβάλλον προσπαθεί να εκμεταλλευτεί επικοινωνιακά το κυβερνητικό επιτελείο, προβάλλοντας τον «φόβο» στην κοινωνία, καθώς το επικοινωνιακό «manual» προβλέπει σε συνθήκες κρίσης την συσπείρωση των πολιτών γύρω από την κυβέρνηση-πατερούλη.
Προκειμένου η κυβέρνηση να είναι το ασφαλές λιμάνι των πολιτών στην επερχόμενη οικονομική κρίση, επιχειρείται ο εξωραϊσμός της ελληνικής οικονομίας, ως αντίβαρο στο θέμα των παρακολουθήσεων.
Το επικοινωνιακό αφήγημα υποστηρίζει, ότι η αύξηση του ΑΕΠ, οφείλεται στην αύξηση των εξαγωγών και μάλιστα καινοτόμων προϊόντων, ενώ η αύξηση των τουριστικών εσόδων έχει μόνιμα χαρακτηριστικά και δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο λόγω πανδημίας.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι «η Ελλάδα διπλασίασε τις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, στο 41% το 2021 από 22% το 2010», παρότι τα ποσοστά δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα, καθώς το ΑΕΠ του 2010 ήταν 224,5 και του 2021 ήταν 179,1 δισ.€.
Το αφήγημα επισημαίνει ότι «η Ελλάδα πραγματοποίησε περισσότερες εξαγωγές (σε όρους ΑΕΠ) από παραδοσιακές βιομηχανικές δυνάμεις, όπως Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία και άγγιξε το ποσοστό της Πορτογαλίας», έμμεσα υποτιμώντας το εμπορικό ισοζύγιο, τον ακαθάριστο σχηματισμό κεφαλαίου και των αποταμιεύσεων την ίδια περίοδο.
Το άλμα των εξαγωγών αγαθών συντελέστηκε τη διετία 2018-2019 με αύξηση από τα 21 δισ.€ του 2010, στο 33.5 δισ.€ το 2018 και στα 39 δισ.€ το 2019, με ταυτόχρονη μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου από τα 28.5 στα 20.7 και 22 δισ.€ αντίστοιχα.
Οι εξαγωγές το 2021 άγγιξαν τα 40 δισ.€ αλλά συνοδεύτηκαν με την επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου κατά 39,94% το 2021 σε σχέση με το 2020, πλησιάζοντας τα 25.5 δισ.€ και πιο κοντά στο εμπορικό έλλειμμα του 2010, ενώ τα στοιχεία εξαμήνου του 2022 δείχνουν την ίδια ανησυχητική πορεία στο εμπορικό έλλειμμα. Το πρώτο πεντάμηνο του 2022 είχαμε αύξηση των εξαγωγών κατά 23.8%, αλλά και αύξηση των εισαγωγών κατά 35.9%, ενώ το εμπορικό έλλειμμα εκτινάχθηκε στα 14.7 από 6.44 δισ.€ σημειώνοντας αύξηση 77.9%.
Όταν η κατανάλωση στη χώρα αυξάνει λόγω δημοσιονομικής επέκτασης αυξάνουν οι εισαγωγές ταχύτερα από τις εξαγωγές, με ρυθμό υψηλότερο από την αύξηση του ΑΕΠ, αυτή η αρνητική τάση επιτάθηκε την τριετία 2019-2022.
Δυστυχώς για την οικονομία το επικοινωνιακό αφήγημα της αύξησης του ΑΕΠ λόγω εξωστρέφειας, δεν επιβεβαιώνεται, το αντίθετο μάλιστα. Για τον λόγο αυτό προκειμένου να τεκμηριωθεί ο κυβερνητικός ισχυρισμός, χρησιμοποιήθηκε ο δείκτης εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, συνυπολογίζοντας τις υπηρεσίες τουρισμού και μεταφορών.
Ο τουρισμός συνεισφέρει σημαντικά στο ΑΕΠ της χώρας, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί στρέβλωση στη δομή της οικονομίας αυξάνοντας τις εισαγωγές και επιδεινώνοντας το εμπορικό ισοζύγιο, παρά την αύξηση των εξαγωγών. Επιπρόσθετα, οι υπηρεσίες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε περιόδους κρίσεων και λόγω της μεγάλης συμβολής τους στο ΑΕΠ υπονομεύουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας.
Όσο η κυβέρνηση ενισχύει τον μη βιώσιμο τουρισμό εις βάρος της παραγωγής, τόσο υπονομεύεται η οικονομία και το εμπορικό ισοζύγιο. Αυτό συμβαίνει γιατί το υψηλό εμπορικό έλλειμμα καθιστά ελλειμματικό το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών δημιουργώντας νέο χρέος, το οποίο καλύπτεται από δανεισμό. Σημειώνεται ότι σε ορατό διάστημα η πολιτική επιτοκίων της ΕΚΤ θα ωθήσει υψηλά τα επιτόκια δανεισμού στην ελληνική οικονομία.
Η επερχόμενη ύφεση στην ευρωπαϊκή οικονομία καθιστά αναγκαία την άμεση ενίσχυση καινοτόμων επενδύσεων στην πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή, ώστε να υποκατασταθούν κατά το δυνατόν οι εισαγωγές και να τονωθούν οι εξαγωγές διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών. Το συντηρητικό αφήγημα «Θα κοιμηθείτε φτωχοί και θα ξυπνήσετε πλούσιοι ραντιέρηδες», συντηρεί τις παθογένειες της οικονομίας υπηρετώντας το πελατειακό σύστημα, οδηγώντας όμως σε νέα αδιέξοδα τη χώρα.
Καθώς ζούμε σε εποχή αλληλεπικαλυπτόμενων καταστάσεων έκτακτης ανάγκης με την πανδημία να καραδοκεί, την κλιματική κρίση να εντείνεται, την γεωπολιτική σταθερότητα στο ναδίρ και την ενεργειακή κρίση στο απόγειο, απαιτείται ο επανασχεδιασμός της οικονομικής πολιτικής, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, με ετοιμότητα αντιμετώπισης καταστροφών.
Ο συντονισμός μέσω της αγοράς δεν αρκεί για να ανταποκριθεί η ευρωπαϊκή οικονομία στους αναπόφευκτους κλυδωνισμούς που συμβαίνουν, καθώς οι κρίσεις πολλαπλασιάζονται. Ο «εκδημοκρατισμός» της οικονομικής πολιτικής με έμφαση στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων, όχι μέσω επιδομάτων αλλά με μόνιμα μέτρα, κυρίως μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής, επαναφέρει την πρωτοκαθεδρία της πολιτικής στην οικονομία.
Το δίκαιο, απλοποιημένο και σταθερό φορολογικό σύστημα είναι σημαντικότερο από την μείωση της φορολογίας και μαζί με την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης, αποτελούν προϋποθέσεις προσέλκυσης επενδύσεων και ενίσχυσης εξωστρέφειας.
Η κυβέρνηση θα περιορισθεί στην επικοινωνία;
* Οικονομολόγος -πρώην Γενικός Γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων Υπουργείου Εξωτερικών.
* Οι απόψεις είναι αυστηρά προσωπικές.
*Σε πλήρη μορφή το άρθρο που δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17-18.09.2022
Οι τελευταίες έρευνες για την επιχειρηματική δραστηριότητα, (Δείκτες Υπευθύνων Προμηθειών-PMI), προμηνύουν ύφεση στην Ευρώπη. Ο δείκτης PMI προσδιορίζεται από μηνιαίες έρευνες σε πέντε σημαντικούς παράγοντες: νέες παραγγελίες, επίπεδα αποθεμάτων, παραγωγή, παραδόσεις προμηθευτών και απασχόληση.
Ο Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών μειώθηκε από 49,9 σε 49,2 στην ευρωζώνη το τρίτο τρίμηνο του 2022. Όταν ο δείκτης είναι κάτω από το 50, εκτιμάται συρρίκνωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στην οικονομία.
Ο δείκτης PMI υπηρεσιών υποχώρησε επίσης ραγδαία τον Αύγουστο σε επίπεδο που υποδηλώνει στασιμότητα της δραστηριότητας στο 50,2. Η ζήτηση αποδυναμώθηκε και στον τομέα των υπηρεσιών, καθώς η μετά την πανδημία ανάκαμψη των καταναλωτικών δαπανών για υπηρεσίες εξασθενεί.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο παρότι, η ασθενέστερη ζήτηση των καταναλωτών εξασθενεί τις πληθωριστικές πιέσεις, η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους θα αυξήσει τον πληθωρισμό.
Για τους επόμενους μήνες, η οικονομική δυσπραγία αναμένεται να συνεχιστεί, με την ύφεση στην ευρωζώνη να έχει ξεκινήσει, καθώς συνεχίζεται η συμπίεση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.
Ταυτόχρονα, η ΕΚΤ προχώρησε στην μεγαλύτερη αύξηση επιτοκίων από την έναρξη της νομισματικής ένωσης, η ΕΚΤ αύξησε και τα τρία βασικά επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης. Η επιλογή της ΕΚΤ οφείλεται στην έλλειψη εναλλακτικών λύσεων, με στόχο τη διατήρηση της ισοτιμίας του ευρώ με το δολάριο. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΕΚΤ η αύξηση των επιτοκίων δεν θα καθορίσει την πορεία της ύφεσης στην ευρωζώνη, θα επηρεάσει όμως τα επιτόκια δανεισμού ιδιαίτερα σε υπερχρεωμένες χώρες και επιχειρήσεις.
Αυτό το δυσμενές ευρωπαϊκό οικονομικό περιβάλλον προσπαθεί να εκμεταλλευτεί επικοινωνιακά το κυβερνητικό επιτελείο, προβάλλοντας τον «φόβο» στην κοινωνία, καθώς το επικοινωνιακό «manual» προβλέπει σε συνθήκες κρίσης την συσπείρωση των πολιτών γύρω από την κυβέρνηση-πατερούλη.
Προκειμένου η κυβέρνηση να είναι το ασφαλές λιμάνι των πολιτών στην επερχόμενη οικονομική κρίση, επιχειρείται ο εξωραϊσμός της ελληνικής οικονομίας, ως αντίβαρο στο θέμα των παρακολουθήσεων.
Το επικοινωνιακό αφήγημα υποστηρίζει, ότι η αύξηση του ΑΕΠ, οφείλεται στην αύξηση των εξαγωγών και μάλιστα καινοτόμων προϊόντων, ενώ η αύξηση των τουριστικών εσόδων έχει μόνιμα χαρακτηριστικά και δεν είναι συγκυριακό φαινόμενο λόγω πανδημίας.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι «η Ελλάδα διπλασίασε τις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, στο 41% το 2021 από 22% το 2010», παρότι τα ποσοστά δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα, καθώς το ΑΕΠ του 2010 ήταν 224,5 και του 2021 ήταν 179,1 δισ.€.
Το αφήγημα επισημαίνει ότι «η Ελλάδα πραγματοποίησε περισσότερες εξαγωγές (σε όρους ΑΕΠ) από παραδοσιακές βιομηχανικές δυνάμεις, όπως Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία και άγγιξε το ποσοστό της Πορτογαλίας», έμμεσα υποτιμώντας το εμπορικό ισοζύγιο, τον ακαθάριστο σχηματισμό κεφαλαίου και των αποταμιεύσεων την ίδια περίοδο.
Το άλμα των εξαγωγών αγαθών συντελέστηκε τη διετία 2018-2019 με αύξηση από τα 21 δισ.€ του 2010, στο 33.5 δισ.€ το 2018 και στα 39 δισ.€ το 2019, με ταυτόχρονη μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου από τα 28.5 στα 20.7 και 22 δισ.€ αντίστοιχα.
Οι εξαγωγές το 2021 άγγιξαν τα 40 δισ.€ αλλά συνοδεύτηκαν με την επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου κατά 39,94% το 2021 σε σχέση με το 2020, πλησιάζοντας τα 25.5 δισ.€ και πιο κοντά στο εμπορικό έλλειμμα του 2010, ενώ τα στοιχεία εξαμήνου του 2022 δείχνουν την ίδια ανησυχητική πορεία στο εμπορικό έλλειμμα. Το πρώτο πεντάμηνο του 2022 είχαμε αύξηση των εξαγωγών κατά 23.8%, αλλά και αύξηση των εισαγωγών κατά 35.9%, ενώ το εμπορικό έλλειμμα εκτινάχθηκε στα 14.7 από 6.44 δισ.€ σημειώνοντας αύξηση 77.9%.
Όταν η κατανάλωση στη χώρα αυξάνει λόγω δημοσιονομικής επέκτασης αυξάνουν οι εισαγωγές ταχύτερα από τις εξαγωγές, με ρυθμό υψηλότερο από την αύξηση του ΑΕΠ, αυτή η αρνητική τάση επιτάθηκε την τριετία 2019-2022.
Δυστυχώς για την οικονομία το επικοινωνιακό αφήγημα της αύξησης του ΑΕΠ λόγω εξωστρέφειας, δεν επιβεβαιώνεται, το αντίθετο μάλιστα. Για τον λόγο αυτό προκειμένου να τεκμηριωθεί ο κυβερνητικός ισχυρισμός, χρησιμοποιήθηκε ο δείκτης εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, συνυπολογίζοντας τις υπηρεσίες τουρισμού και μεταφορών.
Ο τουρισμός συνεισφέρει σημαντικά στο ΑΕΠ της χώρας, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί στρέβλωση στη δομή της οικονομίας αυξάνοντας τις εισαγωγές και επιδεινώνοντας το εμπορικό ισοζύγιο, παρά την αύξηση των εξαγωγών. Επιπρόσθετα, οι υπηρεσίες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες σε περιόδους κρίσεων και λόγω της μεγάλης συμβολής τους στο ΑΕΠ υπονομεύουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας.
Όσο η κυβέρνηση ενισχύει τον μη βιώσιμο τουρισμό εις βάρος της παραγωγής, τόσο υπονομεύεται η οικονομία και το εμπορικό ισοζύγιο. Αυτό συμβαίνει γιατί το υψηλό εμπορικό έλλειμμα καθιστά ελλειμματικό το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών δημιουργώντας νέο χρέος, το οποίο καλύπτεται από δανεισμό. Σημειώνεται ότι σε ορατό διάστημα η πολιτική επιτοκίων της ΕΚΤ θα ωθήσει υψηλά τα επιτόκια δανεισμού στην ελληνική οικονομία.
Η επερχόμενη ύφεση στην ευρωπαϊκή οικονομία καθιστά αναγκαία την άμεση ενίσχυση καινοτόμων επενδύσεων στην πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή, ώστε να υποκατασταθούν κατά το δυνατόν οι εισαγωγές και να τονωθούν οι εξαγωγές διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών. Το συντηρητικό αφήγημα «Θα κοιμηθείτε φτωχοί και θα ξυπνήσετε πλούσιοι ραντιέρηδες», συντηρεί τις παθογένειες της οικονομίας υπηρετώντας το πελατειακό σύστημα, οδηγώντας όμως σε νέα αδιέξοδα τη χώρα.
Καθώς ζούμε σε εποχή αλληλεπικαλυπτόμενων καταστάσεων έκτακτης ανάγκης με την πανδημία να καραδοκεί, την κλιματική κρίση να εντείνεται, την γεωπολιτική σταθερότητα στο ναδίρ και την ενεργειακή κρίση στο απόγειο, απαιτείται ο επανασχεδιασμός της οικονομικής πολιτικής, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, με ετοιμότητα αντιμετώπισης καταστροφών.
Ο συντονισμός μέσω της αγοράς δεν αρκεί για να ανταποκριθεί η ευρωπαϊκή οικονομία στους αναπόφευκτους κλυδωνισμούς που συμβαίνουν, καθώς οι κρίσεις πολλαπλασιάζονται. Ο «εκδημοκρατισμός» της οικονομικής πολιτικής με έμφαση στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων, όχι μέσω επιδομάτων αλλά με μόνιμα μέτρα, κυρίως μέσω της δημοσιονομικής πολιτικής, επαναφέρει την πρωτοκαθεδρία της πολιτικής στην οικονομία.
Το δίκαιο, απλοποιημένο και σταθερό φορολογικό σύστημα είναι σημαντικότερο από την μείωση της φορολογίας και μαζί με την ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης, αποτελούν προϋποθέσεις προσέλκυσης επενδύσεων και ενίσχυσης εξωστρέφειας.
Η κυβέρνηση θα περιορισθεί στην επικοινωνία;
* Οικονομολόγος -πρώην Γενικός Γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων Υπουργείου Εξωτερικών.
* Οι απόψεις είναι αυστηρά προσωπικές.
*Σε πλήρη μορφή το άρθρο που δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 17-18.09.2022
ΣΧΟΛΙΑ