Οι start up... υπερήρωες
17/09/2018 15:12
17/09/2018 15:12
Υπάρχει start up οικοσύστημα στη Θεσσαλονίκη; Πριν από μία δεκαετία η ερώτηση θα προκαλούσε μειδιάματα, αν όχι βλέμματα απορίας. Σήμερα η ερώτηση είναι ρητορική. Όχι μόνο υπάρχει, αλλά ορισμένες από τις start ups της Θεσσαλονίκης πωλούν προϊόντα και υπηρεσίες τους στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Οι start ups της πόλης είχαν τη δική τους θέση στο συνέδριο Tech Olympus Summit, που διοργάνωσε στο πλαίσιο της 83ης ΔΕΘ η πρεσβεία των ΗΠΑ, σε συνεργασία με το Found.Ation και το TEDxAthens. O τίτλος της ενότητας του συνεδρίου ήταν χαρακτηριστικός: Local Heroes. «Αυτό που μας συνδέει με τους υπερήρωες είναι ότι και αυτοί ξυπνούν κάθε πρωί και δεν ξέρουν ποια σουπερ αποστολή θα φέρουν εις πέρας. Έτσι κι εμείς» σχολίασε ένας εκ των ομιλητών, αναφερόμενος όμως στις εκπλήξεις που επιφυλάσσει κάθε μέρα η γραφειοκρατία και εν γένει η ελληνική πραγματικότητα.
Για τη start up σκηνή της Θεσσαλονίκης μίλησαν οι Δημήτρης Δημητριάδης, Νίκος Παπανώτας και Δημήτρης Κουρτέσης. Ο Νίκος θυμάται την περίοδο που τα πρώτα open coffee γίνονταν στο πατάρι μιας καφετέριας με μετρημένους στα δάχτυλά τους start upers. «Ήμασταν 5 άτομα σε ένα δωμάτιο ενθουσιασμένοι να είμαστε εμείς κι άλλοι τέσσερις. Τώρα 140 εταιρείες (εκ των οποίων και αρκετές από τη Θεσσαλονίκη) παρουσιάζουν τα προϊόντα τους στη ΔΕΘ. Είναι πολύ πιο ανεπτυγμένο το οικοσύστημα». Πλέον τα open coffee είναι μηνιαίες συναντήσεις με δεκάδες ή και εκατοντάδες συμμετέχοντες, που είτε παρουσιάζουν τη δουλειά τους είτε έρχονται εκεί γιατί «ψάχνονται», αναζητώντας ιδέες, δικτύωση, ομάδα. «Συγκεντρώθηκε εμπειρία στην πόλη, πλέον υπάρχουν εταιρείες, υπάρχει κόσμος που έχει διάθεση να δοκιμάσει» λέει ο Δημήτρης Κουρτέσης. Δεν είναι μόνο η ανάγκη, λοιπόν, που ωθεί τους νέους να δημιουργήσουν επιχειρήσεις, αλλά και η κουλτούρα που αρχίζει να διαμορφώνεται, η έμπνευση που αντλούν από κάποιες πετυχημένες ελληνικές startups, όπως η Workable που αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς στις ΗΠΑ, η Taxibeat και η Innoetics, την οποία εξαγόρασε η Sumsung. «Υπάρχει δυναμικό στην πόλη. Βλέπουμε συνέχεια κόσμο να λέει ‘θα ξεκινήσω δική μου επιχείρηση’ όχι ’θα μπω στο δημόσιο’ κι αυτό δείχνει την αλλαγή κουλτούρας» λέει ο Δημήτρης Δημητριάδης.
Όλα τα παραπάνω είναι παραδείγματα του πώς η εξαιρετική έρευνα μπορεί να μεταφραστεί σε πετυχημένη επιχείρηση, αλλά και του πώς (στην περίπτωση της Taxibeat) το κράτος μπορεί να λειτουργήσει περιοριστικά.
Τι θέλουν οι startups να κάνει το κράτος; Η απάντηση είναι κοινή και μάλλον εκφράζει όλους τους επιχειρηματίες: «Θέλουμε απλώς να μην μπαίνει στα πόδια μας. Προσπαθούμε να λειτουργήσουμε με 24% ΦΠΑ, με capital, με νομοθεσία untidumping και πολλές άλλες στρεβλώσεις… Θέλουμε σταθερότητα, όχι μόνο στους φορολογικούς συντελεστές. Δεν θέλουμε άλλες εκπλήξεις, σε όλα τα επίπεδα» λέει ο Δημήτρης Δημητριάδης, φέρνοντας ένα παράδειγμα: Το προωθητικό υλικό της εταιρείας του έμεινε παγιδευμένο στο πλοίο που θα πήγαινε Κρήτη και δεν μπορούσε κανείς να το βγάλει, για να μεταφερθεί αεροπορικώς και να είναι στην ώρα του για την έναρξη λειτουργίας του συστήματος bikesharing στο Ρέθυμνο.
«Η Θεσσαλονίκη έχει δυναμικό, δεν χρειάζεται τη βοήθεια της πολιτείας, το μόνο που αρκεί είναι να μην την εμποδίζει να πάει παρακάτω. Με το που ιδρύεις την εταιρεία, δίνεις το 40% του προϋπολογισμού σου στο κράτος, κι έτσι τίθεται εν αμφιβόλω η αξία τού να δημιουργείς. Μετά διαπιστώνεις ότι πρέπει να ασχολείσαι με το ελληνικό κράτος καθημερινά και να έρχεσαι αντιμέτωπος με πολύ παραλογισμό. Τελικά είναι εξαιρετικά δύσκολο να ασχολείσαι με την πραγματική σου δουλειά, που είναι το προϊόν» σύμφωνα με τον Νίκο Παπανώτα.
Όσοι έμειναν και το παλεύουν από τη Θεσσαλονίκη, έχουν λιγότερες ευκαιρίες σε σχέση με τους νέους επιχειρηματίες που έχουν έδρα στην Αθήνα; Η απάντηση είναι και «ναι» και «όχι». Ναι, γιατί στην Αθήνα είναι συγκεντρωμένες όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις, δηλαδή οι δυνητικοί πελάτες των start ups, που ταυτόχρονα είναι και «σχολεία» για την αναζήτηση στελεχών, σύμφωνα με τον Δημήτρη Κουρτέση.
«Δεν ξέρω αν είναι περισσότερο ή δύσκολο να είσαι στη Θεσσαλονίκη. Ξέρω ότι η ανάγκη είναι η μητέρα της εφευρετικότητας. Στην Αθήνα υπήρχε η αγορά και οι start ups εστίασαν εκεί. Εδώ έχεις ‘καμένη γη’ και αναγκαστικά από την πρώτη μέρα λειτουργίας της επιχείρησής σου πρέπει να βγεις στην παγκόσμια αγορά και να ψάχνεις πελάτες στην Αμερική» λέει ο Νίκος Παπανώτας, μιλώντας εξ ιδίας πείρας. Η εταιρεία του Venture Gigs πουλά προϊόντα σε εταιρείες όπως οι Sony, IBM, Shopify.
Το να έχεις δικτύωση με πελάτες σε όλο τον κόσμο, ανεξαρτήτως πού έχεις έδρα (αυτό που στη γλώσσα των επιχειρήσεων εκφράζεται με τον όρο global remote) είναι μονόδρομος, συμφωνούν και οι δύο. Με αυτόν τον τρόπο δεν χρειάζεται καν να είσαι στη Σίλικον Βάλεϊ. Για τους ίδιους η «Μέκκα των startups» είναι πια περισσότερο ιδέα (state of mind) παρά τόπος.
Τι θα συμβούλευαν κάποιον που σκέφτεται να ξεκινήσει τώρα; «Να το κάνει, να μην αναλώνεται σε ατέλειωτες κουβέντες, να προχωρήσει στο επόμενο βήμα» λέει ο Δημήτρη Δημητριάδης. «Όλα είναι το προϊόν. Εκεί πρέπει να δώσει έμφαση. Και να πάει σε συναντήσεις, για να γνωρίσει κόσμο από την κοινότητα» συμβουλεύει ο Νίκος Παπανώτας.
Καλά όλα αυτά, αλλά πώς κάνει κανείς το πρώτο βήμα αν δεν έχει κεφάλαιο; Οι περισσότεροι αναζητούν χρήματα από τα τρία F (friends, family, fools δηλαδή φίλους, οικογένεια και… τρελούς). Κι αν είναι τυχεροί, θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον κάποιου fund. Μπορεί να δημιουργούνται τώρα χρηματοδοτικά σχήματα για τη χρηματοδότηση start ups, μέσω της συμμετοχής στο εταιρικό σχήμα, αλλά το βασικό πρόβλημα για τον Δημήτρη Δημητριάδη είναι ότι δεν υπάρχει επαρκής χρηματοδότηση αρχικού σταδίου (seed funds).
«Όταν ξεκινάς μια ιδέα, είναι γιατί την πιστεύεις, όχι για να πάρεις χρηματοδότηση. Στην πορεία θα διαπιστώσεις ότι έχεις πολύ πιο σοβαρά προβλήματα από τη χρηματοδότηση» λέει από την πλευρά του ο Νίκος Παπανώτας και προσθέτει: «Η χρηματοδότηση απλώς θα επιταχύνει την επιτυχία ή την αποτυχία, αν το προϊόν δεν βρει αγορά».
Τo σημαντικότερο ίσως ερώτημα είναι πώς μια εταιρεία διευρύνει το μερίδιο αγοράς και πώς εκτός από τους λίγους που διέβλεψαν ότι μια ιδέα ήταν καλή, και ενδεχομένως να τη χρηματοδότησαν, πείθει μια κρίσιμη μάζα πελατών. Αυτό ήταν το κρίσιμο και για την good.vidio του Δημήτρη Κουρτέση που έπεισε τους early adopters, έλαβε χρηματοδότηση, αλλά δεν κατάφερε να βρει μεγαλύτερη αγορά «Η ομάδα μας διένυσε μια πορεία γνώσης και εμπειρίας» λέει ο ίδιος. Κι αυτό είναι εξίσου σημαντικό για την επιτυχία μιας start up.
Υπάρχει start up οικοσύστημα στη Θεσσαλονίκη; Πριν από μία δεκαετία η ερώτηση θα προκαλούσε μειδιάματα, αν όχι βλέμματα απορίας. Σήμερα η ερώτηση είναι ρητορική. Όχι μόνο υπάρχει, αλλά ορισμένες από τις start ups της Θεσσαλονίκης πωλούν προϊόντα και υπηρεσίες τους στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Οι start ups της πόλης είχαν τη δική τους θέση στο συνέδριο Tech Olympus Summit, που διοργάνωσε στο πλαίσιο της 83ης ΔΕΘ η πρεσβεία των ΗΠΑ, σε συνεργασία με το Found.Ation και το TEDxAthens. O τίτλος της ενότητας του συνεδρίου ήταν χαρακτηριστικός: Local Heroes. «Αυτό που μας συνδέει με τους υπερήρωες είναι ότι και αυτοί ξυπνούν κάθε πρωί και δεν ξέρουν ποια σουπερ αποστολή θα φέρουν εις πέρας. Έτσι κι εμείς» σχολίασε ένας εκ των ομιλητών, αναφερόμενος όμως στις εκπλήξεις που επιφυλάσσει κάθε μέρα η γραφειοκρατία και εν γένει η ελληνική πραγματικότητα.
Για τη start up σκηνή της Θεσσαλονίκης μίλησαν οι Δημήτρης Δημητριάδης, Νίκος Παπανώτας και Δημήτρης Κουρτέσης. Ο Νίκος θυμάται την περίοδο που τα πρώτα open coffee γίνονταν στο πατάρι μιας καφετέριας με μετρημένους στα δάχτυλά τους start upers. «Ήμασταν 5 άτομα σε ένα δωμάτιο ενθουσιασμένοι να είμαστε εμείς κι άλλοι τέσσερις. Τώρα 140 εταιρείες (εκ των οποίων και αρκετές από τη Θεσσαλονίκη) παρουσιάζουν τα προϊόντα τους στη ΔΕΘ. Είναι πολύ πιο ανεπτυγμένο το οικοσύστημα». Πλέον τα open coffee είναι μηνιαίες συναντήσεις με δεκάδες ή και εκατοντάδες συμμετέχοντες, που είτε παρουσιάζουν τη δουλειά τους είτε έρχονται εκεί γιατί «ψάχνονται», αναζητώντας ιδέες, δικτύωση, ομάδα. «Συγκεντρώθηκε εμπειρία στην πόλη, πλέον υπάρχουν εταιρείες, υπάρχει κόσμος που έχει διάθεση να δοκιμάσει» λέει ο Δημήτρης Κουρτέσης. Δεν είναι μόνο η ανάγκη, λοιπόν, που ωθεί τους νέους να δημιουργήσουν επιχειρήσεις, αλλά και η κουλτούρα που αρχίζει να διαμορφώνεται, η έμπνευση που αντλούν από κάποιες πετυχημένες ελληνικές startups, όπως η Workable που αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς στις ΗΠΑ, η Taxibeat και η Innoetics, την οποία εξαγόρασε η Sumsung. «Υπάρχει δυναμικό στην πόλη. Βλέπουμε συνέχεια κόσμο να λέει ‘θα ξεκινήσω δική μου επιχείρηση’ όχι ’θα μπω στο δημόσιο’ κι αυτό δείχνει την αλλαγή κουλτούρας» λέει ο Δημήτρης Δημητριάδης.
Όλα τα παραπάνω είναι παραδείγματα του πώς η εξαιρετική έρευνα μπορεί να μεταφραστεί σε πετυχημένη επιχείρηση, αλλά και του πώς (στην περίπτωση της Taxibeat) το κράτος μπορεί να λειτουργήσει περιοριστικά.
Τι θέλουν οι startups να κάνει το κράτος; Η απάντηση είναι κοινή και μάλλον εκφράζει όλους τους επιχειρηματίες: «Θέλουμε απλώς να μην μπαίνει στα πόδια μας. Προσπαθούμε να λειτουργήσουμε με 24% ΦΠΑ, με capital, με νομοθεσία untidumping και πολλές άλλες στρεβλώσεις… Θέλουμε σταθερότητα, όχι μόνο στους φορολογικούς συντελεστές. Δεν θέλουμε άλλες εκπλήξεις, σε όλα τα επίπεδα» λέει ο Δημήτρης Δημητριάδης, φέρνοντας ένα παράδειγμα: Το προωθητικό υλικό της εταιρείας του έμεινε παγιδευμένο στο πλοίο που θα πήγαινε Κρήτη και δεν μπορούσε κανείς να το βγάλει, για να μεταφερθεί αεροπορικώς και να είναι στην ώρα του για την έναρξη λειτουργίας του συστήματος bikesharing στο Ρέθυμνο.
«Η Θεσσαλονίκη έχει δυναμικό, δεν χρειάζεται τη βοήθεια της πολιτείας, το μόνο που αρκεί είναι να μην την εμποδίζει να πάει παρακάτω. Με το που ιδρύεις την εταιρεία, δίνεις το 40% του προϋπολογισμού σου στο κράτος, κι έτσι τίθεται εν αμφιβόλω η αξία τού να δημιουργείς. Μετά διαπιστώνεις ότι πρέπει να ασχολείσαι με το ελληνικό κράτος καθημερινά και να έρχεσαι αντιμέτωπος με πολύ παραλογισμό. Τελικά είναι εξαιρετικά δύσκολο να ασχολείσαι με την πραγματική σου δουλειά, που είναι το προϊόν» σύμφωνα με τον Νίκο Παπανώτα.
Όσοι έμειναν και το παλεύουν από τη Θεσσαλονίκη, έχουν λιγότερες ευκαιρίες σε σχέση με τους νέους επιχειρηματίες που έχουν έδρα στην Αθήνα; Η απάντηση είναι και «ναι» και «όχι». Ναι, γιατί στην Αθήνα είναι συγκεντρωμένες όλες οι μεγάλες επιχειρήσεις, δηλαδή οι δυνητικοί πελάτες των start ups, που ταυτόχρονα είναι και «σχολεία» για την αναζήτηση στελεχών, σύμφωνα με τον Δημήτρη Κουρτέση.
«Δεν ξέρω αν είναι περισσότερο ή δύσκολο να είσαι στη Θεσσαλονίκη. Ξέρω ότι η ανάγκη είναι η μητέρα της εφευρετικότητας. Στην Αθήνα υπήρχε η αγορά και οι start ups εστίασαν εκεί. Εδώ έχεις ‘καμένη γη’ και αναγκαστικά από την πρώτη μέρα λειτουργίας της επιχείρησής σου πρέπει να βγεις στην παγκόσμια αγορά και να ψάχνεις πελάτες στην Αμερική» λέει ο Νίκος Παπανώτας, μιλώντας εξ ιδίας πείρας. Η εταιρεία του Venture Gigs πουλά προϊόντα σε εταιρείες όπως οι Sony, IBM, Shopify.
Το να έχεις δικτύωση με πελάτες σε όλο τον κόσμο, ανεξαρτήτως πού έχεις έδρα (αυτό που στη γλώσσα των επιχειρήσεων εκφράζεται με τον όρο global remote) είναι μονόδρομος, συμφωνούν και οι δύο. Με αυτόν τον τρόπο δεν χρειάζεται καν να είσαι στη Σίλικον Βάλεϊ. Για τους ίδιους η «Μέκκα των startups» είναι πια περισσότερο ιδέα (state of mind) παρά τόπος.
Τι θα συμβούλευαν κάποιον που σκέφτεται να ξεκινήσει τώρα; «Να το κάνει, να μην αναλώνεται σε ατέλειωτες κουβέντες, να προχωρήσει στο επόμενο βήμα» λέει ο Δημήτρη Δημητριάδης. «Όλα είναι το προϊόν. Εκεί πρέπει να δώσει έμφαση. Και να πάει σε συναντήσεις, για να γνωρίσει κόσμο από την κοινότητα» συμβουλεύει ο Νίκος Παπανώτας.
Καλά όλα αυτά, αλλά πώς κάνει κανείς το πρώτο βήμα αν δεν έχει κεφάλαιο; Οι περισσότεροι αναζητούν χρήματα από τα τρία F (friends, family, fools δηλαδή φίλους, οικογένεια και… τρελούς). Κι αν είναι τυχεροί, θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον κάποιου fund. Μπορεί να δημιουργούνται τώρα χρηματοδοτικά σχήματα για τη χρηματοδότηση start ups, μέσω της συμμετοχής στο εταιρικό σχήμα, αλλά το βασικό πρόβλημα για τον Δημήτρη Δημητριάδη είναι ότι δεν υπάρχει επαρκής χρηματοδότηση αρχικού σταδίου (seed funds).
«Όταν ξεκινάς μια ιδέα, είναι γιατί την πιστεύεις, όχι για να πάρεις χρηματοδότηση. Στην πορεία θα διαπιστώσεις ότι έχεις πολύ πιο σοβαρά προβλήματα από τη χρηματοδότηση» λέει από την πλευρά του ο Νίκος Παπανώτας και προσθέτει: «Η χρηματοδότηση απλώς θα επιταχύνει την επιτυχία ή την αποτυχία, αν το προϊόν δεν βρει αγορά».
Τo σημαντικότερο ίσως ερώτημα είναι πώς μια εταιρεία διευρύνει το μερίδιο αγοράς και πώς εκτός από τους λίγους που διέβλεψαν ότι μια ιδέα ήταν καλή, και ενδεχομένως να τη χρηματοδότησαν, πείθει μια κρίσιμη μάζα πελατών. Αυτό ήταν το κρίσιμο και για την good.vidio του Δημήτρη Κουρτέση που έπεισε τους early adopters, έλαβε χρηματοδότηση, αλλά δεν κατάφερε να βρει μεγαλύτερη αγορά «Η ομάδα μας διένυσε μια πορεία γνώσης και εμπειρίας» λέει ο ίδιος. Κι αυτό είναι εξίσου σημαντικό για την επιτυχία μιας start up.
ΣΧΟΛΙΑ