Υπάρχουν μέρες που παρακολουθώ πλήρη τα δελτία των ειδήσεων από διαφορετικούς ελληνικούς και αλλοδαπούς πομπούς και, όση ψυχραιμία και εάν επιστρατεύσω, είμαι, σχεδόν, βέβαιη ότι ο κόσμος οδεύει ολοταχώς στην άβυσσο. Αν γλυτώσει από την πολεμική καταστροφή, θα ζήσει πρωτοφανή σε έκταση, για την εποχή μας, πείνα και προσφυγιά. Αν βρει τους τρόπους να περιορίσει και να κλείσει τα αιματηρά κεφάλαια των συγκρούσεων, θα βρεθεί αντιμέτωπος με την περιβαλλοντική κρίση, που, προσώρας, υποβάθμισε. Υπάρχουν ωστόσο και μέρες που διαβάζω επιλεκτικά, ίσα για να είμαι ενημερωμένη, ενώ, οι πιο δικές μας, εγχώριες ειδήσεις καταλαμβάνουν τον χώρο του ενδιαφέροντός μου, αφήνοντας άλλοτε την αίσθηση ότι, με τόσα που περάσαμε, πάλι καλά, τον σταυρό μας να κάνουμε, άλλοτε ότι-το πιθανότερο- ζούμε το σύνδρομο του Τιτανικού με τις ορχήστρες των «καλών» και φτιασιδωμένων ειδήσεων να προσπαθούν να καλύψουν τον ήχο των νερών στο κατάστρωμα του εθνικού πλοίου, που, ακόμα και εάν τα καταφέρει ενάντια σε όλους τους καιρούς, σε λίγα χρόνια, με την επιδείνωση του δημογραφικού, θα μείνει από ναύτες. Έχοντας ακατάβλητη πίστη στην Δημοκρατία και θεωρώντας ότι η συμμετοχή των πολιτών στις πολιτικές διαδικασίες, μπορεί να προλάβει θεσμικές παρεκτροπές και επανεμφάνιση φαντασμάτων του εικοστού αιώνα αλλά και να θεραπεύσει από τυφλές αντιπαραθέσεις, βεβαίως και ενθουσιάζομαι με τα πρωτοφανή, και εν πολλοίς ανεξήγητα, νούμερα που αφορούν στην προσέλευση πολιτών σε αμιγώς κομματικές εκλογές. Ακολουθώντας το πρώιμο παράδειγμα του ΠΑΣΟΚ και του Γιώργου Παπανδρέου για εκλογή Προέδρου «από τη βάση», και τα τρία κόμματα, που πρωταγωνιστούν στην πολιτική σκηνή, προστρέχουν σε διευρυμένη ετυμηγορία για την ανάδειξη οργάνων. Αν και παραμένει αξεπέραστο το 1.020.000 του 2004, οι αριθμοί συνεχίζουν να εντυπωσιάζουν. Στην πιο πρόσφατη εκλογή στον ΣΥΡΙΖΑ, που υιοθέτησε για πρώτη φορά αυτό το σύστημα ανάδειξης ηγεσίας προσήλθαν περίπου 170.000 πολίτες, στη διαδικασία εκλογής Προέδρου στο ΠΑΣΟΚ το φθινόπωρο, άνω των 270.000, ενώ στη Νέα Δημοκρατία παλαιότερα, περισσότεροι από 400.000. Ίσως ακόμα πιο εντυπωσιακός ο αριθμός των 160000 που επισκέφθηκε τις κάλπες του Μαΐου για τα τοπικά όργανα και το όνομα του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
Εντέλει, αξίζει, αναλυτές και πολιτικοί επιστήμονες να απαντήσουν εάν η Πολιτική έχει απαξιωθεί ή εάν παραμένει πάντα παρούσα και θελκτική. Είναι προφανές ότι αγαπάμε να ψηφίζουμε, παρά τους διαδικτυακούς μας αφορισμούς αρεσκόμαστε να βγαίνουμε από το παραβάν και, σε κάθε περίπτωση, να συμμετέχουμε σε κάτι που, όσο καχύποπτος και εάν είσαι, είναι μια γιορτή Δημοκρατίας που έλεγε και ο αείμνηστος Ανδρέας, που έζησε δόξες ανεπανάληπτες από τα μεγάλα πλήθη και με έναν, σχεδόν μαγικό τρόπο, επανέρχεται θριαμβικά, διεκδικούμενος από πολλούς. Το θέμα ωστόσο είναι, τι γίνεται την επόμενη μέρα. Καθώς πλέον όλοι ομνύουν στις «μεταρρυθμίσεις» και τις «ψηφιακές καινοτομίες», χρήσιμο είναι αυτός ο άτυπος συναγωνισμός ή άμιλλα κινητοποίησης των πολιτών να μεταφράζεται και σε μία κάποια κομματική λειτουργία πέραν των δεδομένων συσχετισμών στις Κεντρικές Επιτροπές, αν και όποτε συγκαλούνται.
Είμαστε τυχεροί όσοι ζήσαμε τις πρώτες μεταπολιτευτικές δεκαετίες, που μόνον οι απόντες και οι πονηροί τις ταυτίζουν με τα «αρχηγικά κόμματα». Τυχεροί όσοι ζήσαμε εξαντλητικές, υπερβολικές συζητήσεις, διυλίσεις θέσεων, μαχητικές αντιπαραθέσεις μεταξύ και εντός των κομμάτων. Όσοι πιστέψαμε και επιμείναμε στη σημασία της διαρκούς συμμετοχής. Σήμερα, που τα προβλήματα του κόσμου έχουν γίνει πιο πολύπλοκα, που ζούμε τον πληθωρισμό της πληροφορίας και την ένδεια της γνώσης, αλλά και την ευκολία ηλεκτρονικών συζητήσεων και δημοψηφισμάτων, σήμερα, και μιλώντας για την Ελλάδα, τα κόμματα έχασαν τις οδηγίες της εσωτερικής τους λειτουργίας. Ούτε νοσταλγώ, ούτε συμβουλεύω. Δεν βρίσκω ωστόσο ενδιαφέρον πια να μειδιώ βλέποντας γνωστούς μου από άλλους πολιτικούς χώρους να στεκόμαστε στην ίδια ουρά γιατί «κατεβαίνει ένα φιλαράκι». Δεν το βρίσκω χρήσιμο. Ούτε σύγχρονο. Ούτε αντίστοιχο του τρόπου που λειτουργούν τα κόμματα σε πολλές χώρες της υπόλοιπης Ευρώπης. Καθώς μπροστά μας έχουμε πλανητικά παγόβουνα και εθνικά ηφαίστεια, περισσότερο από ποτέ, η Ελλάδα έχει ανάγκη από συμμετοχή και ποιοτική Δημοκρατία.
ΠΕΡΙ ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Όταν αναφερόμαστε σε δημοψηφίσματα, αυτόματα προβάλλει η Ελβετία, όπου, όπως συνήθως λέμε, «εκεί κάνουν δημοψήφισμα για το παραμικρό». Εύκολα μπορείς να ανατρέξεις στα δημοψηφίσματα του μήνα και στα «εγκρίθηκε», «απορρίφθηκε». Χωρίς δράματα. Εδώ δεν κάνουμε δημοψήφισμα για τίποτα. Προσπερνώ το 2015, που ψηφίσαμε για το μεγαλύτερο και αναποδογύρισε μαγικά το αποτέλεσμα. Η «Συμμετοχική Δημοκρατία», μία έκφραση της οποίας είναι τα εθνικά και τοπικά δημοψηφίσματα, αξιολογείται πλέον, σε ολόκληρο τον κόσμο, ως κοινωνικό αιτούμενο και δημοκρατικό προαπαιτούμενο για την προπαρασκευή και νομιμοποίηση των κανονιστικών αποφάσεων. Η συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση κανόνων δικαίου, συμπληρωματική των τυπικών κυβερνητικών και κοινοβουλευτικών λειτουργιών, έχει θεσπιστεί με κοινοτικές οδηγίες και έχει ενσωματωθεί στην εθνική μας νομοθεσία που προβλέπει Δημόσια Διαβούλευση πριν την συζήτηση των νομοσχεδίων στην Βουλή και, με διαφορετικό τρόπο, στην Αυτοδιοίκηση. Το πώς εφαρμόζεται αυτή η δημοκρατική δυνατότητα / αναγκαιότητα στη χώρα μας, είναι ένα θέμα που παρουσιάζει πολιτικό και δημοσιογραφικό ενδιαφέρον. Πώς μπορεί δηλαδή μια δημοκρατική πρόβλεψη που αφορά στην παραγωγική κινητοποίηση της Κοινωνίας για τα δικά της θέματα, να εξελιχθεί σε άλλο ένα κέλυφος λειτουργίας χωρίς ουσία. Σε κάθε περίπτωση, η τεχνολογία που παρέχει δυνατότητα διαρκούς συμμετοχής και οι απαιτήσεις των πολιτών για διαφάνεια, ορίζουν τη Συμμετοχική Δημοκρατία ως μονόδρομο πολιτικής λειτουργίας. Εάν λοιπόν η συμμετοχή είναι το κλειδί στη λειτουργία και στην αποδοχή/νομιμοποίηση των αποφάσεων για τις κυβερνήσεις, πολύ περισσότερο θα έπρεπε να είναι για το εσωτερικό των κομμάτων. Εκεί θαρρώ πως θα κριθεί και η πολιτική «ηγεμονία». Ποιος θα δημιουργήσει, επιτέλους, ένα σύγχρονο, συμμετοχικό κόμμα, που θα ανταποκρίνεται με την καθημερινή του λειτουργία στα θηριώδη νούμερα συμμετοχής που καταγράφονται όταν στήνονται κάλπες.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 22.05.2022
Υπάρχουν μέρες που παρακολουθώ πλήρη τα δελτία των ειδήσεων από διαφορετικούς ελληνικούς και αλλοδαπούς πομπούς και, όση ψυχραιμία και εάν επιστρατεύσω, είμαι, σχεδόν, βέβαιη ότι ο κόσμος οδεύει ολοταχώς στην άβυσσο. Αν γλυτώσει από την πολεμική καταστροφή, θα ζήσει πρωτοφανή σε έκταση, για την εποχή μας, πείνα και προσφυγιά. Αν βρει τους τρόπους να περιορίσει και να κλείσει τα αιματηρά κεφάλαια των συγκρούσεων, θα βρεθεί αντιμέτωπος με την περιβαλλοντική κρίση, που, προσώρας, υποβάθμισε. Υπάρχουν ωστόσο και μέρες που διαβάζω επιλεκτικά, ίσα για να είμαι ενημερωμένη, ενώ, οι πιο δικές μας, εγχώριες ειδήσεις καταλαμβάνουν τον χώρο του ενδιαφέροντός μου, αφήνοντας άλλοτε την αίσθηση ότι, με τόσα που περάσαμε, πάλι καλά, τον σταυρό μας να κάνουμε, άλλοτε ότι-το πιθανότερο- ζούμε το σύνδρομο του Τιτανικού με τις ορχήστρες των «καλών» και φτιασιδωμένων ειδήσεων να προσπαθούν να καλύψουν τον ήχο των νερών στο κατάστρωμα του εθνικού πλοίου, που, ακόμα και εάν τα καταφέρει ενάντια σε όλους τους καιρούς, σε λίγα χρόνια, με την επιδείνωση του δημογραφικού, θα μείνει από ναύτες. Έχοντας ακατάβλητη πίστη στην Δημοκρατία και θεωρώντας ότι η συμμετοχή των πολιτών στις πολιτικές διαδικασίες, μπορεί να προλάβει θεσμικές παρεκτροπές και επανεμφάνιση φαντασμάτων του εικοστού αιώνα αλλά και να θεραπεύσει από τυφλές αντιπαραθέσεις, βεβαίως και ενθουσιάζομαι με τα πρωτοφανή, και εν πολλοίς ανεξήγητα, νούμερα που αφορούν στην προσέλευση πολιτών σε αμιγώς κομματικές εκλογές. Ακολουθώντας το πρώιμο παράδειγμα του ΠΑΣΟΚ και του Γιώργου Παπανδρέου για εκλογή Προέδρου «από τη βάση», και τα τρία κόμματα, που πρωταγωνιστούν στην πολιτική σκηνή, προστρέχουν σε διευρυμένη ετυμηγορία για την ανάδειξη οργάνων. Αν και παραμένει αξεπέραστο το 1.020.000 του 2004, οι αριθμοί συνεχίζουν να εντυπωσιάζουν. Στην πιο πρόσφατη εκλογή στον ΣΥΡΙΖΑ, που υιοθέτησε για πρώτη φορά αυτό το σύστημα ανάδειξης ηγεσίας προσήλθαν περίπου 170.000 πολίτες, στη διαδικασία εκλογής Προέδρου στο ΠΑΣΟΚ το φθινόπωρο, άνω των 270.000, ενώ στη Νέα Δημοκρατία παλαιότερα, περισσότεροι από 400.000. Ίσως ακόμα πιο εντυπωσιακός ο αριθμός των 160000 που επισκέφθηκε τις κάλπες του Μαΐου για τα τοπικά όργανα και το όνομα του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
Εντέλει, αξίζει, αναλυτές και πολιτικοί επιστήμονες να απαντήσουν εάν η Πολιτική έχει απαξιωθεί ή εάν παραμένει πάντα παρούσα και θελκτική. Είναι προφανές ότι αγαπάμε να ψηφίζουμε, παρά τους διαδικτυακούς μας αφορισμούς αρεσκόμαστε να βγαίνουμε από το παραβάν και, σε κάθε περίπτωση, να συμμετέχουμε σε κάτι που, όσο καχύποπτος και εάν είσαι, είναι μια γιορτή Δημοκρατίας που έλεγε και ο αείμνηστος Ανδρέας, που έζησε δόξες ανεπανάληπτες από τα μεγάλα πλήθη και με έναν, σχεδόν μαγικό τρόπο, επανέρχεται θριαμβικά, διεκδικούμενος από πολλούς. Το θέμα ωστόσο είναι, τι γίνεται την επόμενη μέρα. Καθώς πλέον όλοι ομνύουν στις «μεταρρυθμίσεις» και τις «ψηφιακές καινοτομίες», χρήσιμο είναι αυτός ο άτυπος συναγωνισμός ή άμιλλα κινητοποίησης των πολιτών να μεταφράζεται και σε μία κάποια κομματική λειτουργία πέραν των δεδομένων συσχετισμών στις Κεντρικές Επιτροπές, αν και όποτε συγκαλούνται.
Είμαστε τυχεροί όσοι ζήσαμε τις πρώτες μεταπολιτευτικές δεκαετίες, που μόνον οι απόντες και οι πονηροί τις ταυτίζουν με τα «αρχηγικά κόμματα». Τυχεροί όσοι ζήσαμε εξαντλητικές, υπερβολικές συζητήσεις, διυλίσεις θέσεων, μαχητικές αντιπαραθέσεις μεταξύ και εντός των κομμάτων. Όσοι πιστέψαμε και επιμείναμε στη σημασία της διαρκούς συμμετοχής. Σήμερα, που τα προβλήματα του κόσμου έχουν γίνει πιο πολύπλοκα, που ζούμε τον πληθωρισμό της πληροφορίας και την ένδεια της γνώσης, αλλά και την ευκολία ηλεκτρονικών συζητήσεων και δημοψηφισμάτων, σήμερα, και μιλώντας για την Ελλάδα, τα κόμματα έχασαν τις οδηγίες της εσωτερικής τους λειτουργίας. Ούτε νοσταλγώ, ούτε συμβουλεύω. Δεν βρίσκω ωστόσο ενδιαφέρον πια να μειδιώ βλέποντας γνωστούς μου από άλλους πολιτικούς χώρους να στεκόμαστε στην ίδια ουρά γιατί «κατεβαίνει ένα φιλαράκι». Δεν το βρίσκω χρήσιμο. Ούτε σύγχρονο. Ούτε αντίστοιχο του τρόπου που λειτουργούν τα κόμματα σε πολλές χώρες της υπόλοιπης Ευρώπης. Καθώς μπροστά μας έχουμε πλανητικά παγόβουνα και εθνικά ηφαίστεια, περισσότερο από ποτέ, η Ελλάδα έχει ανάγκη από συμμετοχή και ποιοτική Δημοκρατία.
ΠΕΡΙ ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Όταν αναφερόμαστε σε δημοψηφίσματα, αυτόματα προβάλλει η Ελβετία, όπου, όπως συνήθως λέμε, «εκεί κάνουν δημοψήφισμα για το παραμικρό». Εύκολα μπορείς να ανατρέξεις στα δημοψηφίσματα του μήνα και στα «εγκρίθηκε», «απορρίφθηκε». Χωρίς δράματα. Εδώ δεν κάνουμε δημοψήφισμα για τίποτα. Προσπερνώ το 2015, που ψηφίσαμε για το μεγαλύτερο και αναποδογύρισε μαγικά το αποτέλεσμα. Η «Συμμετοχική Δημοκρατία», μία έκφραση της οποίας είναι τα εθνικά και τοπικά δημοψηφίσματα, αξιολογείται πλέον, σε ολόκληρο τον κόσμο, ως κοινωνικό αιτούμενο και δημοκρατικό προαπαιτούμενο για την προπαρασκευή και νομιμοποίηση των κανονιστικών αποφάσεων. Η συμμετοχή των πολιτών στη διαμόρφωση κανόνων δικαίου, συμπληρωματική των τυπικών κυβερνητικών και κοινοβουλευτικών λειτουργιών, έχει θεσπιστεί με κοινοτικές οδηγίες και έχει ενσωματωθεί στην εθνική μας νομοθεσία που προβλέπει Δημόσια Διαβούλευση πριν την συζήτηση των νομοσχεδίων στην Βουλή και, με διαφορετικό τρόπο, στην Αυτοδιοίκηση. Το πώς εφαρμόζεται αυτή η δημοκρατική δυνατότητα / αναγκαιότητα στη χώρα μας, είναι ένα θέμα που παρουσιάζει πολιτικό και δημοσιογραφικό ενδιαφέρον. Πώς μπορεί δηλαδή μια δημοκρατική πρόβλεψη που αφορά στην παραγωγική κινητοποίηση της Κοινωνίας για τα δικά της θέματα, να εξελιχθεί σε άλλο ένα κέλυφος λειτουργίας χωρίς ουσία. Σε κάθε περίπτωση, η τεχνολογία που παρέχει δυνατότητα διαρκούς συμμετοχής και οι απαιτήσεις των πολιτών για διαφάνεια, ορίζουν τη Συμμετοχική Δημοκρατία ως μονόδρομο πολιτικής λειτουργίας. Εάν λοιπόν η συμμετοχή είναι το κλειδί στη λειτουργία και στην αποδοχή/νομιμοποίηση των αποφάσεων για τις κυβερνήσεις, πολύ περισσότερο θα έπρεπε να είναι για το εσωτερικό των κομμάτων. Εκεί θαρρώ πως θα κριθεί και η πολιτική «ηγεμονία». Ποιος θα δημιουργήσει, επιτέλους, ένα σύγχρονο, συμμετοχικό κόμμα, που θα ανταποκρίνεται με την καθημερινή του λειτουργία στα θηριώδη νούμερα συμμετοχής που καταγράφονται όταν στήνονται κάλπες.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 22.05.2022
ΣΧΟΛΙΑ