ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όταν ο Μίκης Θεοδωράκης επισκέφθηκε το σπίτι της μητέρας του στη Μικρά Ασία

Ο ίδιος είχε πει πως ένιωθε μία μεγάλη εσωτερική ανάγκη να βρεθεί στην πατρίδα της μητέρας του

 03/09/2021 15:20

Όταν ο Μίκης Θεοδωράκης επισκέφθηκε το σπίτι της μητέρας του στη Μικρά Ασία
φωτ. αρχείου

Στα «Θεοδωράκεια» που οργάνωσαν τον Σεπτέμβριο του 2005 οι Δήμοι Χίου και Τσεσμέ, προς τιμή των 80 χρόνων του, συμμετείχε ο Μίκης Θεοδωράκης.

Το γεγονός αποτέλεσε αφορμή ο Μίκης να επισκεφθεί το σπίτι της μάνας του της Τσεσμελιάς, στον αντικρινό από τη Χίο Τσεσμέ, αλλά και το σπίτι όπου γεννήθηκε στη Χίο.

Μιλώντας στις εκδηλώσεις στη Χίο, ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρθηκε στην ανάγκη να επισκεφθεί την πατρίδα της μητέρας του. «Ήταν μια μεγάλη εσωτερική ανάγκη και όσο δεν το έκανα, ήταν σαν να πετούσα με μια φτερούγα» είχε πει τότε. Κι είχε προσθέσει: «Από το 1933 έως τον πόλεμο του 1940, δηλαδή από 8 έως 14 ετών, τα καλοκαίρια τα περνούσα εδώ στη Χίο, όπου έμεναν οι γονείς και οι συγγενείς της μητέρας μου. Εκείνο που χαράχτηκε βαθειά μέσα στην ψυχή μου ήταν η καθημερινή ιεροτελεστία, όταν η γιαγιά μου Σταματία με τις δύο αδελφές της, την Ερωφίλη και το Μαριγάκι και τις δύο κόρες της, την Φρόσω και την Ασπασία, τη μητέρα μου, άνοιγαν το απόγευμα το παράθυρο, απ' όπου βλέπαμε τη Μικρασία. Όλη μέρα ήταν κλειστό, ακριβώς για να ανοίγει όσο βαστούσε η "τελετή", που ξεκινούσε με ψαλμούς μπροστά στα εικονίσματα….

"Αυτή η καθημερινή σκηνή ήταν επόμενο να προκαλέσει μέσα μου μια βαθειά πληγή, που αιμορραγούσε μέχρι χτες. Χτες που πάτησα τα ιερά χώματα, ένοιωσα τις σκιές των γυναικών μέσα μου να ημερεύουν, να γαληνεύουν και κοντά τους γαλήνεψα κι εγώ. Θα μου πείτε, τι τις χρειάζομαι τώρα στα 80 μου χρόνια τις δυο φτερούγες. Κι όμως η εκπλήρωση του Χρέους, όποτε κι αν έρθει, είναι ένα μεγάλο δώρο για κάποιον που θέλει να ζήσει ως την τελευταία του στιγμή ακέραιος" είχε καταλήξει ο Μίκης, αναφερόμενος στο ταξίδι του την περασμένη μέρα στον Τσεσμέ όπου με φροντίδα του εκεί δήμου είχε βρεθεί το σπίτι της οικογένειας του το οποίο και είχε επισκεφθεί.

Σήμερα, 16 χρόνια μετά, Τούρκοι του Τσεσμέ που ήταν παρόντες στο γεγονός και με αφορμή τον θάνατο του, πλημύρισαν το διαδίκτυο με φωτογραφίες από εκείνη τη μέρα.

Ο μικρασιατικός όμως Τσεσμές φαίνεται πως είχε σφραγίσει το Μίκη Θεοδωράκη. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά στο βιβλίο του «Οι δρόμοι του Αρχάγγελου». Μιλά για το σπίτι της οικογένειας όπως το γνώρισε μέσα από τους συγγενείς του στη Χίο όποτε τους επισκεπτόταν:

«Στο σπίτι, μιλούσαν όλο για τον Τσεσμέ. Η θεία Ερωφίλη, όταν δεν ήταν στο κρεβάτι, ντυνόταν με ωραία μακριά φορέματα, που είχαν πάντα νταντέλες στο λαιμό. Λιγνή, ψηλή, με μάτια θλιμμένα, πάντα αυστηρή, κρατούσε τα κλειδιά του μπαούλου όπου είχαν φυλαγμένα τα "χαρτιά". Καθόντουσαν τακτικά και οι πέντε γυναίκες γύρω-γύρω και, όταν η θεία Ερωφίλη το άνοιγε και έβγαζε έξω τους "τίτλους ιδιοκτησίας", τις έπιανε όλες μαζί ένα κλάμα σιγανό. Μοιρολογούσανε τον χαμένο παράδεισο. Η μία έλεγε για το σπίτι, η άλλη για το μποστάνι και η άλλη για την ωραία ζωή... Ύστερα ανοίγανε το παράθυρο, που το είχανε πάντα κλειστό, και βλέπανε με τη σειρά τη Μικρασία, δυο βήματα από τη Χίο, και κάτω δεξιά ο Τσεσμές. "Μίκη, έλα να σου δείξω", μου 'λεγε η γιαγιά η Σταματία· "Βλέπεις εκείνα τα σπίτια...να, εκεί στην άκρη, είναι το σπίτι μας. Πάνω στη θάλασσα...ποιος να 'χει τώρα τη βάρκα του παππού σου του συγχωρεμένου...». Και τότε τσίριζε πιο πολύ η θεία Φρόσω που 'χε φωνή σοπράνο. Κάνανε όλες μαζί το σταυρό τους. Η γιαγιά μου άρχιζε τις μετάνοιες, ως το πάτωμα. Το Μαρικάκι έφερνε το θυμιατό με το λιβάνι. Πήγαιναν κατά το εικονοστάσι και ανάμεσα στους θρήνους και τις στριγκλιές λέγανε και κανένα τροπάριο για την Παναγία...παράξενα πράγματα, σκεφτόμουν. Ακατανόητα. Έβλεπα μια τις εικόνες, μια το μπαούλο με τα χαρτιά και μια τις πέντε γυναίκες, που κλαίγανε και ψάλλανε μαζί και κάπου-κάπου αντικρίζανε από το παράθυρο το σπίτι και τον μπαξέ τους στην Τουρκία...».

Στα «Θεοδωράκεια» που οργάνωσαν τον Σεπτέμβριο του 2005 οι Δήμοι Χίου και Τσεσμέ, προς τιμή των 80 χρόνων του, συμμετείχε ο Μίκης Θεοδωράκης.

Το γεγονός αποτέλεσε αφορμή ο Μίκης να επισκεφθεί το σπίτι της μάνας του της Τσεσμελιάς, στον αντικρινό από τη Χίο Τσεσμέ, αλλά και το σπίτι όπου γεννήθηκε στη Χίο.

Μιλώντας στις εκδηλώσεις στη Χίο, ο Μίκης Θεοδωράκης αναφέρθηκε στην ανάγκη να επισκεφθεί την πατρίδα της μητέρας του. «Ήταν μια μεγάλη εσωτερική ανάγκη και όσο δεν το έκανα, ήταν σαν να πετούσα με μια φτερούγα» είχε πει τότε. Κι είχε προσθέσει: «Από το 1933 έως τον πόλεμο του 1940, δηλαδή από 8 έως 14 ετών, τα καλοκαίρια τα περνούσα εδώ στη Χίο, όπου έμεναν οι γονείς και οι συγγενείς της μητέρας μου. Εκείνο που χαράχτηκε βαθειά μέσα στην ψυχή μου ήταν η καθημερινή ιεροτελεστία, όταν η γιαγιά μου Σταματία με τις δύο αδελφές της, την Ερωφίλη και το Μαριγάκι και τις δύο κόρες της, την Φρόσω και την Ασπασία, τη μητέρα μου, άνοιγαν το απόγευμα το παράθυρο, απ' όπου βλέπαμε τη Μικρασία. Όλη μέρα ήταν κλειστό, ακριβώς για να ανοίγει όσο βαστούσε η "τελετή", που ξεκινούσε με ψαλμούς μπροστά στα εικονίσματα….

"Αυτή η καθημερινή σκηνή ήταν επόμενο να προκαλέσει μέσα μου μια βαθειά πληγή, που αιμορραγούσε μέχρι χτες. Χτες που πάτησα τα ιερά χώματα, ένοιωσα τις σκιές των γυναικών μέσα μου να ημερεύουν, να γαληνεύουν και κοντά τους γαλήνεψα κι εγώ. Θα μου πείτε, τι τις χρειάζομαι τώρα στα 80 μου χρόνια τις δυο φτερούγες. Κι όμως η εκπλήρωση του Χρέους, όποτε κι αν έρθει, είναι ένα μεγάλο δώρο για κάποιον που θέλει να ζήσει ως την τελευταία του στιγμή ακέραιος" είχε καταλήξει ο Μίκης, αναφερόμενος στο ταξίδι του την περασμένη μέρα στον Τσεσμέ όπου με φροντίδα του εκεί δήμου είχε βρεθεί το σπίτι της οικογένειας του το οποίο και είχε επισκεφθεί.

Σήμερα, 16 χρόνια μετά, Τούρκοι του Τσεσμέ που ήταν παρόντες στο γεγονός και με αφορμή τον θάνατο του, πλημύρισαν το διαδίκτυο με φωτογραφίες από εκείνη τη μέρα.

Ο μικρασιατικός όμως Τσεσμές φαίνεται πως είχε σφραγίσει το Μίκη Θεοδωράκη. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά στο βιβλίο του «Οι δρόμοι του Αρχάγγελου». Μιλά για το σπίτι της οικογένειας όπως το γνώρισε μέσα από τους συγγενείς του στη Χίο όποτε τους επισκεπτόταν:

«Στο σπίτι, μιλούσαν όλο για τον Τσεσμέ. Η θεία Ερωφίλη, όταν δεν ήταν στο κρεβάτι, ντυνόταν με ωραία μακριά φορέματα, που είχαν πάντα νταντέλες στο λαιμό. Λιγνή, ψηλή, με μάτια θλιμμένα, πάντα αυστηρή, κρατούσε τα κλειδιά του μπαούλου όπου είχαν φυλαγμένα τα "χαρτιά". Καθόντουσαν τακτικά και οι πέντε γυναίκες γύρω-γύρω και, όταν η θεία Ερωφίλη το άνοιγε και έβγαζε έξω τους "τίτλους ιδιοκτησίας", τις έπιανε όλες μαζί ένα κλάμα σιγανό. Μοιρολογούσανε τον χαμένο παράδεισο. Η μία έλεγε για το σπίτι, η άλλη για το μποστάνι και η άλλη για την ωραία ζωή... Ύστερα ανοίγανε το παράθυρο, που το είχανε πάντα κλειστό, και βλέπανε με τη σειρά τη Μικρασία, δυο βήματα από τη Χίο, και κάτω δεξιά ο Τσεσμές. "Μίκη, έλα να σου δείξω", μου 'λεγε η γιαγιά η Σταματία· "Βλέπεις εκείνα τα σπίτια...να, εκεί στην άκρη, είναι το σπίτι μας. Πάνω στη θάλασσα...ποιος να 'χει τώρα τη βάρκα του παππού σου του συγχωρεμένου...». Και τότε τσίριζε πιο πολύ η θεία Φρόσω που 'χε φωνή σοπράνο. Κάνανε όλες μαζί το σταυρό τους. Η γιαγιά μου άρχιζε τις μετάνοιες, ως το πάτωμα. Το Μαρικάκι έφερνε το θυμιατό με το λιβάνι. Πήγαιναν κατά το εικονοστάσι και ανάμεσα στους θρήνους και τις στριγκλιές λέγανε και κανένα τροπάριο για την Παναγία...παράξενα πράγματα, σκεφτόμουν. Ακατανόητα. Έβλεπα μια τις εικόνες, μια το μπαούλο με τα χαρτιά και μια τις πέντε γυναίκες, που κλαίγανε και ψάλλανε μαζί και κάπου-κάπου αντικρίζανε από το παράθυρο το σπίτι και τον μπαξέ τους στην Τουρκία...».

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία