ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Όταν ο Στέλιος Σαλβαδόρ γνώρισε τον Παύλο Σιδηρόπουλο ντυμένος... παραδείσιο πουλί

Πριν το live τους στη Θεσσαλονίκη, η ψυχή του θρυλικού ροκ συγκροτήματος "Μωρά στη Φωτιά" θυμάται την γνωριμία με τον Σιδηρόπουλο, την εποχή που βρίσκονταν στον πυρήνα των ονείρων τους αλλά και τις κριτικές που δέχθηκαν

 07/05/2022 11:00

Όταν ο Στέλιος Σαλβαδόρ γνώρισε τον Παύλο Σιδηρόπουλο ντυμένος... παραδείσιο πουλί

Βιολέτα Φωτιάδη

Τα «Μωρά στη Φωτιά» βρίσκονται στην τέταρτη δεκαετία της ύπαρξής τους και επιμένουν ελληνικά, με ενέργεια και αδρεναλίνη στη σκηνή. Το συγκρότημα που έγραψε (και γράφει) ιστορία στο ελληνόφωνο ροκ επανέρχεται στη Θεσσαλονίκη για ένα πάρτι όπως αυτά που μας έλειψαν, πλημμυρισμένο από πάθος και δυνατούς ήχους.

Λίγο πριν ανέβει στη σκηνή του Principal, η «ψυχή» του θρυλικού σχήματος και ανυπότακτος ροκάς, Στέλιος «Σαλβαδόρ» Παπαϊωάννου, μας γυρίζει πίσω, στη δεκαετία του 80’, στη γέννηση και τις πρώτες δόξες της μπάντας που τάραξε τα νερά της ελληνικής μουσικής.

Πριν από σχεδόν 40 χρόνια ο Στέλιος «Σαλβαδόρ» Παπαϊωάννου ξεκινάει με τον 14χρονο αδερφό του και τον φίλο του «Μπάννυ» (Δημήτρη Βασιλειάδη) τους «Τεμπέληδες της Εύφορης Κοιλάδας». Ένα όνομα βασισμένο στην βραβευμένη ταινία του Παναγιωτόπουλου το οποίο όμως θα αλλάξει πολύ γρήγορα σε "Μωρά στη Φωτιά", ως αναφορά στον μεγάλο Brian Eno (Baby's on Fire). Το 1987 θα κυκλοφορούν το ομώνυμο άλμπουμ "Μωρά στη Φωτιά", και από εκείνη τη στιγμή το ελληνικό ροκ δεν θα είναι ποτέ ξανά το ίδιο.

Σήμερα ο Στέλιος, θυμάται εκείνους τους πρώτους ήχους, το μεγάλο «μπαμ» μετά τον πρώτο δίσκο αλλά και το πώς ένα ρεμπετάδικο στη Θεσσαλονίκη άλλαξε ταυτότητα και το γύρισε στο ροκ για να παίξουν στη σκηνή του τα «Μωρά στη Φωτιά»:

«Αγαπούσα πάρα πολύ το rock ‘n roll. Είχαμε κοινωνικούς προβληματισμούς που θέλαμε να εκφράσουμε μέσω της μουσικής αλλά το μεγάλο κίνητρο για τη δημιουργία της μπάντας ήταν η αγάπη μας για αυτό το είδος της μουσικής. Δεν πίστευα ότι θα γίνει αυτό έγινε. Στόχευα ψηλά αλλά αρχικά αυτό που ήθελα ήταν να περνάω καλά με φίλους κάνοντας αυτό που αγαπώ.

Υπήρχαν συγκροτήματα και πρόσωπα που άσκησαν πολύ μεγάλη και συγκινητική επιρροή όπως ο Παύλος Σιδηρόπουλος με τον οποίο παίξαμε και μαζί και ήταν από τις ωραιότερες βραδιές που έχω ζήσει στον χώρο της μουσικής. Είχαμε βγάλει τον πρώτο μας δίσκο και ο μαγαζάτορας του ιστορικού ρεμπετάδικου στης Θεσσαλονίκης “Όνειρο”, το οποίο βρισκόταν στην περιοχή της Κωνσταντινουπόλεως, μετέτρεψε το κατάστημα σε ροκάδικο λόγω του θαυμασμού τους προς το συγκρότημα. Ένας μουσικός από εμάς, που δεν ανήκε στον βασικό πυρήνα του συγκροτήματος, πήγε να πιάσει δουλειά στο μαγαζί και ανέφερε στον ιδιοκτήτη ότι δουλεύει και με τα Μωρά στη Φωτιά. Ο μαγαζάτορας έδιωξε την ορχήστρα και μας κάλεσε στο μαγαζί να παίζουμε 4-5 φορές την εβδομάδα και μία φορά το μήνα έφερνε ένα μεγάλο όνομα της ροκ. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν οι Τρύπες και ο Παύλος Σιδηρόπουλος.»

Χειμώνας του 1988 και το «Όνειρο» του Στέλιου θα γινόταν πραγματικότητα. Το ρεμπετάδικο – ροκάδικο της Θεσσαλονίκης θα έφερνε κοντά τον τρυφερό αμφισβητία Παύλο Σιδηρόπουλο και τα «Mωρά στη Φωτιά» αν και η γνωριμία του Σαλβαδόρ με τον πρίγκιπα της ελληνικής ροκ μουσικής κατάφερε να ξεπεράσει κάθε προσδοκία. Ο λόγος ένας: όσο κι αν κάλπαζε η φαντασία του Στέλιου, σίγουρα δεν σκεφτόταν ποτέ ότι θα γνώριζε τον Σιδηρόπουλο ντυμένος… παραδείσιο πουλί με φρύδια που έβγαζαν… φωτιά.

«Ο Παύλος ήταν μία πολύ συγκινητική μορφή και το απόλυτα ροκ είδωλο. Τραγουδούσε και “αγκάλιαζε” το μικρόφωνο σαν να αγκαλιάζει την πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου.

Τη βραδιά που τον γνώρισα μου έδωσε και μία συμβουλή. Εγώ πάνω στη σκηνή έκανα κάτι σαν παράσταση και βαφόμουν ή φορούσα διάφορες ενδυμασίες. Εκείνο το βράδυ είχα ντυθεί παραδείσιο πουλί με πράσινα και γαλάζια πούπουλα. Ήμουν ημίγυμνος, με φτερά και το πρόσωπό μου το είχα βάψει ώστε να θυμίζει νεκροκεφαλή αλλά τα φρύδια μου ήταν βαμμένα σαν φωτιές. Μετά το live πήγα στο μπαρ του μαγαζιού να πιώ ένα ποτό και πίσω από τη μπάρα ήταν ο Παύλος Σιδηρόπουλος ο οποίος συνήθιζε να αναλαμβάνει καθήκοντα μπάρμαν στα μαγαζιά που πήγαινε. Σε αυτή την κατάσταση πήγα να με σερβίρει ο Πάνος Σιδηρόπουλος. Με είδε και μου είπε “πολύ ωραία η παράσταση αλλά όταν θα τελειώνει ή θα πρέπει να ξεβάφεσαι ή θα πρέπει να φεύγεις”. Ήπια πολύ γρήγορα το ποτό μου και έτρεχα στην τουαλέτα για να ξεβαφτώ», θυμάται, γελώντας, ο Σαλβαδόρ.

"Το ότι γράφαμε ροκ μουσική με ελληνικό στίχο ήταν πολύ κατακριτέο εκείνη την εποχή"

Ζητώντας του να περιγράψει εκείνη την περίοδο της αποθέωσης μετά τον πρώτο δίσκο, ο τραγουδοποιός θα χρησιμοποιήσει μία και μόνο λέξη (αλλά με κεφαλαία): ΖΩΗ. Τα όνειρα και το πάθος για την τέχνη τους ήταν η μόνη τους πυξίδα παρόλο που την εποχή εκείνη το έδαφος για το ελληνόφωνο ροκ δεν ήταν και ιδιαίτερα πρόσφορο ακόμα.

«Ζούσαμε χωρίς να σκεφτόμαστε ή να υπολογίζουμε ακόμα και το κόστος ορισμένων επιλογών μας. Ζούσα τη ζωή μου χωρίς κανέναν περιορισμό. Ήμασταν στο κέντρο των ονείρων μας και εξερευνούσαμε τη φιλία, τη μουσική, τη στιγμή. Ακόμα και τις δυσκολίες τις ζούσαμε αλλά τις κάναμε πέρα γιατί είχαμε όνειρα και τα ζούσαμε. Δημιουργούσαμε συνεχώς. Παίζαμε χωρίς αύριο. Ακούραστα για πάνω από οκτώ ώρες αλλά δεν μας ένοιαζε. Παρόλο που ήταν μία δύσκολη δεκαετία για την Ελλάδα γενικά και για τον συγκεκριμένο χώρο ειδικά. Δεν είχαμε καμία ελπίδα ότι αυτό που κάναμε θα οδηγούσε κάπου», εξηγεί ο ίδιος.

Ανάμεσα στις δόξες και τα χειροκροτήματα, υπήρχαν και ορισμένοι που δεν φάνηκαν να πιστεύουν από την αρχή στις καλλιτεχνικές καταθέσεις και το στυλ του συγκροτήματος που ήταν επηρεασμένο από τη διεθνή πανκ σκηνή, είχε έναν πρωτότυπο στίχο και πατούσε «τέρμα το γκάζι». «Είχαμε έναν σκληρό πυρήνα φανατικών θαυμαστών αλλά δεχθήκαμε και πολύ αμφισβήτηση. Είμαστε μία ιδιαίτερη περίπτωση. Από το κοινό εισπράξαμε και εισπράττουμε μόνο αγάπη αλλά από άλλους δεχθήκαμε σκληρή κριτική» αναφέρει ο Σλβαδόρ και εξηγεί πιο αναλυτικά:

«Το ότι γράφαμε ροκ μουσική με ελληνικό στίχο ήταν πολύ κατακριτέο εκείνη την εποχή. Ειρωνικό βέβαια αν σκεφτεί κανείς το τι συνέβη μετά, την δεκαετία του ’90. Το ελληνόφωνο ροκ σκέπασε τα πάντα και αγκαλιάστηκε στην πορεία από πολύ μεγάλες εταιρίες αλλά όταν ξεκινήσαμε εμείς γράφονταν άρθρα, σελίδες ολόκληρες, για το πόσο δεν ταιριάζει η ελληνική γλώσσα με το ροκ και ότι τα αγγλικά “γεννήθηκα” γεννήθηκαν για αυτό το είδος της μουσικής. Γελούσαν μαζί μας και μας έλεγαν γραφικούς. Εγώ ήξερα ότι δεν ήταν έτσι γιατί είχα όνειρο να ντύσω την ελληνική γλώσσα με αυτό τον σκληρό ήχο της ροκ και ήδη υπήρχαν επιτυχημένα παραδείγματα όπως ο Σιδηρόπουλος.

Επίσης, εγώ, ειδικά στην αρχή μας, δοκίμαζα τη φωνή μου και την έφτανα στα όριά της. Προσπαθούσα να βγάλω στην ελληνική γλώσσα το ροκ στοιχείο με καινούρια εκφραστικά μέσα που λειτουργούσαν με αυτόν τον σκληρό ήχο. Για παράδειγμα κραύγαζα ή παραμόρφωνα κάποιες συλλαβές και ορισμένα φωνήεντα. Πολλοί λοιπόν ήταν αυτοί που είπαν “γιατί τραγουδάει έτσι;”. Πολλές φορές σκέφτηκα να αλλάξω. Είμαι σε μία μόνιμη αμφισβήτηση του εαυτού μου και του στυλ μου. Είναι το στοιχείο μου αυτό. Μετά από τόσα χρόνια, από το 1982 που ξεκίνησα, μπορώ να πω ότι είμαι κάπως ευχαριστημένος με τον εαυτό μου και το πως εκφράζομαι πάνω στη σκηνή.»

Aνοιχτό κάλεσμα σε δισκογραφικές και μουσικούς παραγωγούς για τα νέα κομμάτια τους

Η δεκαετία του 90’ ήταν καταλυτική για την άνθιση του ροκ με ελληνικό στίχο που όπως λέει και ο Στέλιος «κάλυψε τα πάντα». Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί πως μαζί με την αποθέωση του είδους ήρθε και η εκμετάλλευσή του ενώ η φήμη πολλών δημοφιλών συγκροτημάτων της εποχής έμελλε να σβήσει στις αρχές της επόμενης δεκαετίας. Για τα «Μωρά στη Φωτιά» όμως, ακόμα και η χρυσή περίοδος του ελληνόφωνου ροκ, θα δοκίμαζε την μπάντα.

«Δεν ξέρω γιατί απέδωσε το ελληνόφωνο ροκ. Εμείς δεν ανήκαμε σε αυτό το “πανηγυράκι” που έγινε τη δεκαετία του 90’ όπου μαζί με πολλά καλά στοιχεία είχαμε και πολλά μέτρια γιατί ήταν και λίγο μόδα. Δεν ξέρω γιατί χάθηκε η αίγλη στην πορεία.

Προσωπικά στα 90’ς δυσκολεύτηκα πολύ να βρω κάποια εταιρία να με βοηθήσει ενώ υπήρχαν τα τραγούδια έτοιμα. Αν ο πρώτος δίσκος ήταν κάτι δυνατό, αυτό που είχα ετοιμάσει εκείνο το καλοκαίρι μετά από αυτό τον δίσκο ήταν κάτι πολύ μεγαλύτερο. Δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να κυκλοφορήσω αυτά τα τραγούδια. Η Αδρεναλίνη, η Βαβυλωνία, η Γυναίκα κλπ. ήταν έτοιμα ήδη από τον Μάρτιο του 1988. Το γκρουπ είχε προχωρήσει φοβερά και για λόγους παραγωγής και μόνο δεν μπόρεσε να βγει αυτή η φοβερή δουλειά. Το πήρα όλο πάνω μου, κατάλαβα ότι έπρεπε να κινηθώ μόνος μου και αυτό ήταν πολύ δύσκολο γιατί δεν ήταν το στοιχείο μου», επισημαίνει ο Στέλιος.

Tέλος, ο ακούραστος δημιουργός, που συνεχίζει να βουτά με τρέλα στη θάλασσα της ροκ μουσικής, μάς ενημερώνει πως τα καλύτερα τραγούδια του δεν τα έχει γράψει ακόμα, κάνοντας έτσι τους φαν τους συγκροτήματος να αναρωτιούνται για το τι έχει στα σκαριά ο Σαλβαδόρ.

Ο ίδιος μάλιστα απευθύνει κάλεσμα σε όποιον μουσικό παραγωγό ή δισκογραφική εταιρία ενδιαφέρεται να ακούσει τη νέα δουλειά της μπάντας να επικοινωνήσει μαζί του καθώς το νέο υλικό που έχουν τα Μωρά στη Φωτιά, είναι όπως λέει «συγκλονιστικό»:

«Απευθύνω κάλεσμα σε οποιαδήποτε δισκογραφική εταιρία ή μουσικό παραγωγό που ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με τα καινούρια πράγματα που έχουν να καταθέσουν τα “Mωρά στη Φωτιά” σήμερα, μετά την πανδημία. Το υλικό που έχουμε τώρα είναι συγκλονιστικό και απευθύνω ανοιχτή πρόσκληση σε όποιον παραγωγό ενδιαφέρεται να επικοινωνήσει ώστε να ακούσει δείγματα της καινούριας μας δουλειάς. Ποτέ δεν μας έλειψε η αγάπη του κόσμου αλλά μας λείπει το επίπεδο της παραγωγής που μπορεί να δείξει το τι είναι αυτό το συγκρότημα. Σε αυτό το κομμάτι αισθανόμουν πάντα αδικημένος και εγώ και το συγκρότημα», καταλήγει ο Στέλιος.

Στέλιος Σαλβαδόρ & Μωρά στη Φωτιά Live

Σάββατο 7 Μαΐου

Principal Club Theater, 26ης Οκτωβρίου 15, Περιοχή FIX

Οι πόρτες ανοίγουν στις 21.00 

Προπώληση εισιτηρίων: viva.gr

mora-sti-fotia-poster-22.jpg


Τα «Μωρά στη Φωτιά» βρίσκονται στην τέταρτη δεκαετία της ύπαρξής τους και επιμένουν ελληνικά, με ενέργεια και αδρεναλίνη στη σκηνή. Το συγκρότημα που έγραψε (και γράφει) ιστορία στο ελληνόφωνο ροκ επανέρχεται στη Θεσσαλονίκη για ένα πάρτι όπως αυτά που μας έλειψαν, πλημμυρισμένο από πάθος και δυνατούς ήχους.

Λίγο πριν ανέβει στη σκηνή του Principal, η «ψυχή» του θρυλικού σχήματος και ανυπότακτος ροκάς, Στέλιος «Σαλβαδόρ» Παπαϊωάννου, μας γυρίζει πίσω, στη δεκαετία του 80’, στη γέννηση και τις πρώτες δόξες της μπάντας που τάραξε τα νερά της ελληνικής μουσικής.

Πριν από σχεδόν 40 χρόνια ο Στέλιος «Σαλβαδόρ» Παπαϊωάννου ξεκινάει με τον 14χρονο αδερφό του και τον φίλο του «Μπάννυ» (Δημήτρη Βασιλειάδη) τους «Τεμπέληδες της Εύφορης Κοιλάδας». Ένα όνομα βασισμένο στην βραβευμένη ταινία του Παναγιωτόπουλου το οποίο όμως θα αλλάξει πολύ γρήγορα σε "Μωρά στη Φωτιά", ως αναφορά στον μεγάλο Brian Eno (Baby's on Fire). Το 1987 θα κυκλοφορούν το ομώνυμο άλμπουμ "Μωρά στη Φωτιά", και από εκείνη τη στιγμή το ελληνικό ροκ δεν θα είναι ποτέ ξανά το ίδιο.

Σήμερα ο Στέλιος, θυμάται εκείνους τους πρώτους ήχους, το μεγάλο «μπαμ» μετά τον πρώτο δίσκο αλλά και το πώς ένα ρεμπετάδικο στη Θεσσαλονίκη άλλαξε ταυτότητα και το γύρισε στο ροκ για να παίξουν στη σκηνή του τα «Μωρά στη Φωτιά»:

«Αγαπούσα πάρα πολύ το rock ‘n roll. Είχαμε κοινωνικούς προβληματισμούς που θέλαμε να εκφράσουμε μέσω της μουσικής αλλά το μεγάλο κίνητρο για τη δημιουργία της μπάντας ήταν η αγάπη μας για αυτό το είδος της μουσικής. Δεν πίστευα ότι θα γίνει αυτό έγινε. Στόχευα ψηλά αλλά αρχικά αυτό που ήθελα ήταν να περνάω καλά με φίλους κάνοντας αυτό που αγαπώ.

Υπήρχαν συγκροτήματα και πρόσωπα που άσκησαν πολύ μεγάλη και συγκινητική επιρροή όπως ο Παύλος Σιδηρόπουλος με τον οποίο παίξαμε και μαζί και ήταν από τις ωραιότερες βραδιές που έχω ζήσει στον χώρο της μουσικής. Είχαμε βγάλει τον πρώτο μας δίσκο και ο μαγαζάτορας του ιστορικού ρεμπετάδικου στης Θεσσαλονίκης “Όνειρο”, το οποίο βρισκόταν στην περιοχή της Κωνσταντινουπόλεως, μετέτρεψε το κατάστημα σε ροκάδικο λόγω του θαυμασμού τους προς το συγκρότημα. Ένας μουσικός από εμάς, που δεν ανήκε στον βασικό πυρήνα του συγκροτήματος, πήγε να πιάσει δουλειά στο μαγαζί και ανέφερε στον ιδιοκτήτη ότι δουλεύει και με τα Μωρά στη Φωτιά. Ο μαγαζάτορας έδιωξε την ορχήστρα και μας κάλεσε στο μαγαζί να παίζουμε 4-5 φορές την εβδομάδα και μία φορά το μήνα έφερνε ένα μεγάλο όνομα της ροκ. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν οι Τρύπες και ο Παύλος Σιδηρόπουλος.»

Χειμώνας του 1988 και το «Όνειρο» του Στέλιου θα γινόταν πραγματικότητα. Το ρεμπετάδικο – ροκάδικο της Θεσσαλονίκης θα έφερνε κοντά τον τρυφερό αμφισβητία Παύλο Σιδηρόπουλο και τα «Mωρά στη Φωτιά» αν και η γνωριμία του Σαλβαδόρ με τον πρίγκιπα της ελληνικής ροκ μουσικής κατάφερε να ξεπεράσει κάθε προσδοκία. Ο λόγος ένας: όσο κι αν κάλπαζε η φαντασία του Στέλιου, σίγουρα δεν σκεφτόταν ποτέ ότι θα γνώριζε τον Σιδηρόπουλο ντυμένος… παραδείσιο πουλί με φρύδια που έβγαζαν… φωτιά.

«Ο Παύλος ήταν μία πολύ συγκινητική μορφή και το απόλυτα ροκ είδωλο. Τραγουδούσε και “αγκάλιαζε” το μικρόφωνο σαν να αγκαλιάζει την πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου.

Τη βραδιά που τον γνώρισα μου έδωσε και μία συμβουλή. Εγώ πάνω στη σκηνή έκανα κάτι σαν παράσταση και βαφόμουν ή φορούσα διάφορες ενδυμασίες. Εκείνο το βράδυ είχα ντυθεί παραδείσιο πουλί με πράσινα και γαλάζια πούπουλα. Ήμουν ημίγυμνος, με φτερά και το πρόσωπό μου το είχα βάψει ώστε να θυμίζει νεκροκεφαλή αλλά τα φρύδια μου ήταν βαμμένα σαν φωτιές. Μετά το live πήγα στο μπαρ του μαγαζιού να πιώ ένα ποτό και πίσω από τη μπάρα ήταν ο Παύλος Σιδηρόπουλος ο οποίος συνήθιζε να αναλαμβάνει καθήκοντα μπάρμαν στα μαγαζιά που πήγαινε. Σε αυτή την κατάσταση πήγα να με σερβίρει ο Πάνος Σιδηρόπουλος. Με είδε και μου είπε “πολύ ωραία η παράσταση αλλά όταν θα τελειώνει ή θα πρέπει να ξεβάφεσαι ή θα πρέπει να φεύγεις”. Ήπια πολύ γρήγορα το ποτό μου και έτρεχα στην τουαλέτα για να ξεβαφτώ», θυμάται, γελώντας, ο Σαλβαδόρ.

"Το ότι γράφαμε ροκ μουσική με ελληνικό στίχο ήταν πολύ κατακριτέο εκείνη την εποχή"

Ζητώντας του να περιγράψει εκείνη την περίοδο της αποθέωσης μετά τον πρώτο δίσκο, ο τραγουδοποιός θα χρησιμοποιήσει μία και μόνο λέξη (αλλά με κεφαλαία): ΖΩΗ. Τα όνειρα και το πάθος για την τέχνη τους ήταν η μόνη τους πυξίδα παρόλο που την εποχή εκείνη το έδαφος για το ελληνόφωνο ροκ δεν ήταν και ιδιαίτερα πρόσφορο ακόμα.

«Ζούσαμε χωρίς να σκεφτόμαστε ή να υπολογίζουμε ακόμα και το κόστος ορισμένων επιλογών μας. Ζούσα τη ζωή μου χωρίς κανέναν περιορισμό. Ήμασταν στο κέντρο των ονείρων μας και εξερευνούσαμε τη φιλία, τη μουσική, τη στιγμή. Ακόμα και τις δυσκολίες τις ζούσαμε αλλά τις κάναμε πέρα γιατί είχαμε όνειρα και τα ζούσαμε. Δημιουργούσαμε συνεχώς. Παίζαμε χωρίς αύριο. Ακούραστα για πάνω από οκτώ ώρες αλλά δεν μας ένοιαζε. Παρόλο που ήταν μία δύσκολη δεκαετία για την Ελλάδα γενικά και για τον συγκεκριμένο χώρο ειδικά. Δεν είχαμε καμία ελπίδα ότι αυτό που κάναμε θα οδηγούσε κάπου», εξηγεί ο ίδιος.

Ανάμεσα στις δόξες και τα χειροκροτήματα, υπήρχαν και ορισμένοι που δεν φάνηκαν να πιστεύουν από την αρχή στις καλλιτεχνικές καταθέσεις και το στυλ του συγκροτήματος που ήταν επηρεασμένο από τη διεθνή πανκ σκηνή, είχε έναν πρωτότυπο στίχο και πατούσε «τέρμα το γκάζι». «Είχαμε έναν σκληρό πυρήνα φανατικών θαυμαστών αλλά δεχθήκαμε και πολύ αμφισβήτηση. Είμαστε μία ιδιαίτερη περίπτωση. Από το κοινό εισπράξαμε και εισπράττουμε μόνο αγάπη αλλά από άλλους δεχθήκαμε σκληρή κριτική» αναφέρει ο Σλβαδόρ και εξηγεί πιο αναλυτικά:

«Το ότι γράφαμε ροκ μουσική με ελληνικό στίχο ήταν πολύ κατακριτέο εκείνη την εποχή. Ειρωνικό βέβαια αν σκεφτεί κανείς το τι συνέβη μετά, την δεκαετία του ’90. Το ελληνόφωνο ροκ σκέπασε τα πάντα και αγκαλιάστηκε στην πορεία από πολύ μεγάλες εταιρίες αλλά όταν ξεκινήσαμε εμείς γράφονταν άρθρα, σελίδες ολόκληρες, για το πόσο δεν ταιριάζει η ελληνική γλώσσα με το ροκ και ότι τα αγγλικά “γεννήθηκα” γεννήθηκαν για αυτό το είδος της μουσικής. Γελούσαν μαζί μας και μας έλεγαν γραφικούς. Εγώ ήξερα ότι δεν ήταν έτσι γιατί είχα όνειρο να ντύσω την ελληνική γλώσσα με αυτό τον σκληρό ήχο της ροκ και ήδη υπήρχαν επιτυχημένα παραδείγματα όπως ο Σιδηρόπουλος.

Επίσης, εγώ, ειδικά στην αρχή μας, δοκίμαζα τη φωνή μου και την έφτανα στα όριά της. Προσπαθούσα να βγάλω στην ελληνική γλώσσα το ροκ στοιχείο με καινούρια εκφραστικά μέσα που λειτουργούσαν με αυτόν τον σκληρό ήχο. Για παράδειγμα κραύγαζα ή παραμόρφωνα κάποιες συλλαβές και ορισμένα φωνήεντα. Πολλοί λοιπόν ήταν αυτοί που είπαν “γιατί τραγουδάει έτσι;”. Πολλές φορές σκέφτηκα να αλλάξω. Είμαι σε μία μόνιμη αμφισβήτηση του εαυτού μου και του στυλ μου. Είναι το στοιχείο μου αυτό. Μετά από τόσα χρόνια, από το 1982 που ξεκίνησα, μπορώ να πω ότι είμαι κάπως ευχαριστημένος με τον εαυτό μου και το πως εκφράζομαι πάνω στη σκηνή.»

Aνοιχτό κάλεσμα σε δισκογραφικές και μουσικούς παραγωγούς για τα νέα κομμάτια τους

Η δεκαετία του 90’ ήταν καταλυτική για την άνθιση του ροκ με ελληνικό στίχο που όπως λέει και ο Στέλιος «κάλυψε τα πάντα». Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί πως μαζί με την αποθέωση του είδους ήρθε και η εκμετάλλευσή του ενώ η φήμη πολλών δημοφιλών συγκροτημάτων της εποχής έμελλε να σβήσει στις αρχές της επόμενης δεκαετίας. Για τα «Μωρά στη Φωτιά» όμως, ακόμα και η χρυσή περίοδος του ελληνόφωνου ροκ, θα δοκίμαζε την μπάντα.

«Δεν ξέρω γιατί απέδωσε το ελληνόφωνο ροκ. Εμείς δεν ανήκαμε σε αυτό το “πανηγυράκι” που έγινε τη δεκαετία του 90’ όπου μαζί με πολλά καλά στοιχεία είχαμε και πολλά μέτρια γιατί ήταν και λίγο μόδα. Δεν ξέρω γιατί χάθηκε η αίγλη στην πορεία.

Προσωπικά στα 90’ς δυσκολεύτηκα πολύ να βρω κάποια εταιρία να με βοηθήσει ενώ υπήρχαν τα τραγούδια έτοιμα. Αν ο πρώτος δίσκος ήταν κάτι δυνατό, αυτό που είχα ετοιμάσει εκείνο το καλοκαίρι μετά από αυτό τον δίσκο ήταν κάτι πολύ μεγαλύτερο. Δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να κυκλοφορήσω αυτά τα τραγούδια. Η Αδρεναλίνη, η Βαβυλωνία, η Γυναίκα κλπ. ήταν έτοιμα ήδη από τον Μάρτιο του 1988. Το γκρουπ είχε προχωρήσει φοβερά και για λόγους παραγωγής και μόνο δεν μπόρεσε να βγει αυτή η φοβερή δουλειά. Το πήρα όλο πάνω μου, κατάλαβα ότι έπρεπε να κινηθώ μόνος μου και αυτό ήταν πολύ δύσκολο γιατί δεν ήταν το στοιχείο μου», επισημαίνει ο Στέλιος.

Tέλος, ο ακούραστος δημιουργός, που συνεχίζει να βουτά με τρέλα στη θάλασσα της ροκ μουσικής, μάς ενημερώνει πως τα καλύτερα τραγούδια του δεν τα έχει γράψει ακόμα, κάνοντας έτσι τους φαν τους συγκροτήματος να αναρωτιούνται για το τι έχει στα σκαριά ο Σαλβαδόρ.

Ο ίδιος μάλιστα απευθύνει κάλεσμα σε όποιον μουσικό παραγωγό ή δισκογραφική εταιρία ενδιαφέρεται να ακούσει τη νέα δουλειά της μπάντας να επικοινωνήσει μαζί του καθώς το νέο υλικό που έχουν τα Μωρά στη Φωτιά, είναι όπως λέει «συγκλονιστικό»:

«Απευθύνω κάλεσμα σε οποιαδήποτε δισκογραφική εταιρία ή μουσικό παραγωγό που ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με τα καινούρια πράγματα που έχουν να καταθέσουν τα “Mωρά στη Φωτιά” σήμερα, μετά την πανδημία. Το υλικό που έχουμε τώρα είναι συγκλονιστικό και απευθύνω ανοιχτή πρόσκληση σε όποιον παραγωγό ενδιαφέρεται να επικοινωνήσει ώστε να ακούσει δείγματα της καινούριας μας δουλειάς. Ποτέ δεν μας έλειψε η αγάπη του κόσμου αλλά μας λείπει το επίπεδο της παραγωγής που μπορεί να δείξει το τι είναι αυτό το συγκρότημα. Σε αυτό το κομμάτι αισθανόμουν πάντα αδικημένος και εγώ και το συγκρότημα», καταλήγει ο Στέλιος.

Στέλιος Σαλβαδόρ & Μωρά στη Φωτιά Live

Σάββατο 7 Μαΐου

Principal Club Theater, 26ης Οκτωβρίου 15, Περιοχή FIX

Οι πόρτες ανοίγουν στις 21.00 

Προπώληση εισιτηρίων: viva.gr

mora-sti-fotia-poster-22.jpg


ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία