Πιο έτοιμη φέτος η Πυροσβεστική για τις «καυτές» ημέρες της αντιπυρικής περιόδου (Φωτ.)
22/06/2020 07:00
22/06/2020 07:00
Αν και η δύσκολη περίοδος αρχίζει τώρα για το Πυροσβεστικό Σώμα, από την αρχή της αντιπυρικής περιόδου η υπηρεσία ήταν σε μεγαλύτερη ετοιμότητα, συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια. «Τα δεδομένα φέτος είναι καλύτερα από πέρυσι και τα προηγούμενα χρόνια. Χαρακτηριστικά να σας αναφέρω ότι φέτος εγκρίθηκε η πρόσληψη 1.300 επιπλέον εποχικών εργατών δασοπυρόσβεσης, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό θα στελεχώσουν 80 εποχιακά κλιμάκια σε όλη τη χώρα.
Εκτός, από την ενίσχυση προσωπικού, υπάρχει μια καλή κατάσταση στα περισσότερα οχήματα μας, ενώ προμηθευτήκαμε και μερικά καινούρια. Επίσης, δόθηκε χρηματοδότηση και για το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζαμε με την συντήρηση των ελαστικών των οχημάτων» αναφέρει ενδεικτικά ο κ. Βαρσάμης. Σε όλα αυτά προστίθενται τα νέα κλιμάκια, νέα ελικόπτερα βαρέως τύπου και η ενίσχυση του ατομικού εξοπλισμού κάθε πυροσβέστη.
«Όσο οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν, μπαίνουμε και πιο βαθιά στην αντιπυρική περίοδο, γι’ αυτό η υπηρεσία είναι σε αυξημένη ετοιμότητα. Το προσωπικό είναι σε εγρήγορση και φροντίζουμε να υπάρχει μια καλή διασπορά οχημάτων, ώστε να γίνεται εύκολα και γρήγορα η πρώτη επέμβαση» σημειώνει ο υποστράτηγος της Πυροσβεστικής, προσθέτοντας ότι το μεγαλύτερο στοίχημα για αυτούς είναι «μια μεγάλη φωτιά να σβήνει στο πρώτο 24ωρο, ώστε να μην δεσμεύονται μεγάλες δυνάμεις σε ένα σημείο».
Ένας από τους φόβους στο Πυροσβεστικό Σώμα, σύμφωνα με τον κ. Βαρσάμη, είναι ο συνδυασμός ακραίων καιρικών φαινόμενων με μία εκδήλωση πυρκαγιάς, ενώ το χειρότερο σενάριο αποτελεί η ταυτόχρονη εκδήλωση πολλών μεγάλων πυρκαγιών, που έχει ως αποτέλεσμα την διάσπαση των δυνάμεων. Πάντως, μέχρι στιγμής, στην αντιπυρική περίοδο υπήρχαν περισσότερες κλήσεις για άντληση υδάτων και πλημμύρες, πάρα για φωτιές. «Δεν είναι σίγουρο πάντα ότι αυτές οι βροχές βοηθούν. Ο καιρός είναι μεταβαλλόμενος και οι περισσότερες βροχές είναι τοπικές. Συνήθως, τέλη Μαΐου και αρχές Ιουνίου, αντιμετωπίζουμε περισσότερα πλημμυρικά φαινόμενα» τονίζει ο υποστράτηγος.
Λόγω των έντονων καιρικών συνθηκών τον χειμώνα, σε πολλές περιοχές υπάρχουν ζημιές σε δασική και αγροτική οδοποιία. «Σε περίπτωση πυρκαγιάς, θα αντιμετωπίσουμε προβλήματα στην κίνηση των οχημάτων, καθώς οι διαδικασίες αποκατάστασης είναι ακόμα σε εξέλιξη» επισημαίνει ο κ. Βαρσάμης. Όμως, ακόμα ένας προβληματισμός για την Πυροσβεστική, αποτελούν και οι άτυπες χωματερές με μπάζα, ογκώδη αντικείμενα και κλαδιά που αποτελούν πιθανές εστίες φωτιάς.
Τα νέα κλιμάκια στη Βόρεια Ελλάδα
Εννέα νέα πυροσβεστικά κλιμάκια θα στηθούν στη Βόρεια Ελλάδα, ενόψει της φετινής αντιπυρικής περιόδου και σύμφωνα με την Πολιτική Προστασία θα διατηρηθούν και τις επόμενες χρονιές. Σε κάθε κλιμάκιο θα υπάρχου από 15 έως 20 πυροσβέστες και θα διαθέτουν τουλάχιστον ένα υδροφόρο όχημα.
Από ένα νέο κλιμάκιο θα υπάρχει στη Θάσο, στον Έβρο και στις Πρέσπες, μία ιδιαίτερη και προστατευόμενη περιοχή, που για χρόνια δεν καλυπτόταν από δυνάμεις πυροπροστασίας. Τα υπόλοιπα έξι κλιμάκια θα εγκατασταθούν στη Χαλκιδική, καθώς ο νομός αποτελεί πρώτη ζώνη επικινδυνότητας στην Κεντρική Μακεδονία. Συγκεκριμένα, από τις 5 Ιουλίου θα υπάρχουν νέα κλιμάκια στην είσοδο των Μουδανίων, στην Αγία Παρασκευή -που θα καλύπτει το νότιο τμήμα της Κασσάνδρας- στη Σάρτη, στα Πλανά, στην Ουρανούπολη -για πιθανές επεμβάσεις και στο Άγιο Όρος- και στην Ολυμπιάδα, που έχει πληγεί από βροχές και διαθέτει μεγάλη δασική έκταση.
Όπως ανακοίνωσε ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας, Νίκος Χαρδαλιάς, η Θεσσαλονίκη αναμένεται να αποκτήσει και έναν νέο πυροσβεστικό σταθμό, λόγω της μεταφοράς της 2ης ΕΜΑΚ στο ΣΕΔΕΣ. Ο νέος σταθμός πιθανόν να ιδρυθεί στην Επανομή, για να καλύψει όλη την περιοχή της ανατολικής Θεσσαλονίκης, που μέχρι στιγμής ήταν στην αρμοδιότητα της 2η ΕΜΑΚ.
Γιατί η Χαλκιδική αποτελεί την πιο επικίνδυνη ζώνη
Η ενίσχυση της Χαλκιδικής με 6 νέα κλιμάκια, δείχνει και το βαθμό ανησυχίας για την περιοχή. Ο νομός, ύστερα από σχετική μελέτη έχει χαρακτηριστεί με προεδρικό διάταγμα ως πρώτη ζώνη υψηλής επικινδυνότητας και για αυτό οι αρχές είναι σε ετοιμότητα ανά πάσα στιγμή.
«Έχει δοθεί αυτός ο χαρακτηρισμός στη Χαλκιδική, επειδή το μεγαλύτερο τμήμα της καλύπτεται από δάσος και μάλιστα πεύκη, που φλέγεται εύκολα. Παράλληλα, έχει έντονη τουριστική κινητικότητα, ενώ τα τελευταία χρόνια διακρίνουμε ότι μέσα σε δάση υπάρχουν οικισμοί και κτίρια» εξηγεί ο κ. Βαρσάμης, για τους λόγους που η Χαλκιδική αποτελεί σημείο αναφοράς στην αντιπυρική περίοδο. Όπως διευκρινίζει, δεν υπάρχουν ιδιομορφίες στο νομό που να θυμίζουν το Μάτι της Αττικής. «Θα έλεγα ότι έχουμε εντοπίσει άναρχη δόμηση στα παράλια της Χαλκιδικής, από τα Μουδανιά μέχρι και την Καλλικράτεια, αλλά στις περιοχές αυτές δεν υπάρχει πυκνή και υψηλή βλάστηση, ώστε να φοβόμαστε για φαινόμενα όπως το Μάτι» τονίζει ο υποστράτηγος και συμπληρώνει: «όμως, έχουμε προβληματισμούς για περιοχές όπως η δυτική Κασσάνδρα, όπου η βλάστηση αναπτύχθηκε και πλησίασε κατοικίες και κτίρια ή στη Χανιώτη, όπου ο οικισμός επεκτάθηκε πάνω στο βουνό αλλά και για τον οικισμό του Παρθενώνα, που είναι μέσα σε δάσος». Επίσης, οι πολλές παιδικές κατασκηνώσεις στην περιοχή αποτελούν κάθε χρόνο προβληματισμό για την Πυροσβεστική.
Η Χαλκιδική θεωρείται ζώνη υψηλής επικινδυνότητας και λόγω του εδάφους της, καθώς είναι πλούσιο σε πετρώματα και ελκύει χιλιάδες κεραυνούς, που αποτελούν την σπίθα για μια πυρκαγιά, ιδιαίτερα με το φαινόμενο της ξηρής καταιγίδας. «Συνήθως υπάρχει έντονη βροχόπτωση στη Θεσσαλονίκη και η καταιγίδα στη Χαλκιδική φτάνει με έντονη νέφωση, ισχυρό αέρα και πολλούς κεραυνούς αλλά με ελάχιστη ή μηδενική βροχή. Πρόκειται για ένα καταστροφικό συνδυασμό, από τον οποίο ξέσπασε και η μεγάλη φωτιά στην Κασσάνδρα το 2006» αναφέρει ο κ. Βαρσάμης.
Σαφώς, προτεραιότητα αποτελεί και το περιαστικό δάσος της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τον Συντονιστή Επιχειρήσεων Κεντρικής Μακεδονία και Αν. Μακεδονίας - Θράκης, επικίνδυνες ζώνες χαρακτηρίζονται και περιοχές της Πιερίας με χαμηλό υψόμετρο, η Θάσος και στον Έβρο η περιοχή από το Σουφλί έως και την παραλία της Αλεξανδρούπολης.
Από τον Βόλο… βολίδα στην Κεντρική Μακεδονία
Η αύξηση των ελικοπτέρων βαρέως τύπου, τα γνωστά «Ericsson», θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη φετινή αντιπυρική περίοδο για την αντιμετώπιση μεγάλων περιστατικών.
Έχουν μισθωθεί 9 ελικόπτερα, ενώ πέρυσι διέθεταν έξι και τα προηγούμενα χρόνια μόνο τέσσερα. «Η εξέλιξη αυτή, επέτρεψε να γίνει μεγαλύτερη διασπορά των ελικοπτέρων σε όλη την Ελλάδα και για πρώτη φορά θα υπάρχει ένα ‘Εricsson’ στο αεροδρόμιο της Αγχιάλου στον Βόλο» σημειώνει ο κ. Βαρσάμης. Το συγκεκριμένο ελικόπτερο θα απογειώνεται για να καλύψει και περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας.
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά αυτών των τύπων ελικοπτέρων είναι ταχύτητα. «Το ‘Ericsson’ από τον Βόλο θα φτάνει πιο γρήγορα στη Χαλκιδική, σε σχέση με το ελικόπτερο μεσαίου τύπου που ξεκινάει συνήθως από τη Θεσσαλονίκη. Δηλαδή θα επεμβαίνει σε λιγότερο από 20’» σημειώνει ο Σπύρος Βαρσάμης. Στον επιχειρησιακό τομέα, τα συγκεκριμένα ελικόπτερα υπερτερούν από τα υπόλοιπα, καθώς χρειάζονται 30 δευτερόλεπτα για υδροληψία, μπορούν να μεταφέρουν 9 τόνους νερού και πραγματοποιούν βολές με απόλυτη ακρίβεια.
Ωστόσο, όπως κάθε χρόνο, στη Θεσσαλονίκη θα υπάρχει ένα ελικόπτερο μεσαίου τύπου και μόνιμα στην 113 Πτέρυγα Μάχης, βρίσκονται δυο καναντέρ 414. Στην υπόλοιπη Βόρεια Ελλάδα, ελικόπτερα μεσαίου τύπου υπάρχουν στην Αλεξανδρούπολη και την Χρυσούπολη. Επίσης, στη Χρυσούπολη έχουν βάση και σκάφη πετζετέλ. Από εκεί και έπειτα, εάν δεν αρκούν αυτά τα εναέρια μέσα για ένα περιστατικό, τα πλησιέστερα διαθέσιμα καναντέρ είναι στην Αγχίαλο και το επόμενο ελικόπτερο «Ericsson» στην Τανάγρα.
Τα οχήματα και το ανθρώπινο δυναμικό
Στην Κεντρική Μακεδονία, η Πυροσβεστική Υπηρεσία στελεχώνεται από 172 αξιωματικούς και 1.498 πυροσβέστες, εκ των οποίων οι 295 είναι πενταετούς σύμβασης και οι 134 εποχικοί. Όλο το ανθρώπινο δυναμικό ξεκίνησε την αντιπυρική περίοδο ενισχυμένο με ατομικό εξοπλισμό. Έπειτα από δωρεά του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», παρέλαβαν όλοι οι πυροσβέστες τον Μάιο από μία στολή πυρκαγιάς, μπότες δασοπυρόσβεσης, αντιπυρικές κουκούλες και στους εθελοντές θα δοθεί ατομικό κράνος δασοπυρόσβεσης.
Βέβαια, κανείς δεν κρύβει ότι ένα από τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η υπηρεσία είναι τα γερασμένα οχήματα. Στην Κεντρική Μακεδονία, υπάρχουν 243 υδροφόρα, 143 βοηθητικά και 40 ειδικά οχήματα. Πολλά από αυτά όμως είναι της δεκαετίας του 80’, ακόμα και σε περιοχές υψηλής επικινδυνότητας, όπως η Χαλκιδική. «Σίγουρα τα οχήματα μας είναι σε καλύτερη κατάσταση φέτος και ο εξοπλισμός μας σε λειτουργία 90%. Δυστυχώς, υπάρχουν σε κάποιες περιοχές παλαιά οχήματα. Στη Θεσσαλονίκη όμως είναι καλύτερα τα πράγματα, αφού πολλά οχήματα αντικαταστάθηκαν στην Ολυμπιάδα» δηλώνει ο Σπύρος Βαρσάμης. Πάντως, μέσω προγράμματος ΕΣΠΑ από την περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, αναμένεται να προμηθευτούν νέα οχήματα οι σταθμοί σε Χαλκιδική και Θεσσαλονίκη.
Το σύστημα που αναβάθμισε το Κέντρο Επιχειρήσεων
Η «ΜτΚ» επισκέφτηκε το περιφερειακό Κέντρο Επιχειρήσεων Πυροσβεστικής της Κεντρικής Μακεδονίας, που στεγάζεται στον 3ο Πυροσβεστικό Σταθμό Θεσσαλονίκης, στην οδό 25ης Μαρτίου. Σε πέντε οθόνες υπολογιστών εμφανίζονται όλα τα γεγονότα που είναι σε εξέλιξη αλλά και δεδομένα που βοηθούν στο συντονισμό και στη σωστή διαχείριση του στόλου. Στην ίδια αίθουσα, σε μια διπλή οθόνη, υπάρχει ένας ξεχωριστός χάρτης με αυτόνομο σύστημα για την διεθνή γραμμή 112.
Το Κέντρο Επιχειρήσεων αναβαθμίστηκε με την εγκατάσταση του προγράμματος «Engage» στους υπολογιστές, δίνοντας νέες δυνατότητες στους συντονιστές. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που λειτουργεί από την 1 Ιανουαρίου του 2019 και επιτρέπει στους διαχειριστές να μεταφέρονται ηλεκτρονικά στο σημείο της φωτιάς. Μπορούν να βλέπουν την περιοχή γύρω από τη φωτιά, να ελέγχουν τα οχήματα για το αν χρειάζονται καύσιμα ή νερό και να λαμβάνουν συνεχώς περισσότερα δεδομένα. Επίσης, μέσω του συστήματος, στέλνουν απευθείας πλοήγηση στα οχήματα της Πυροσβεστικής για την περιοχή που πρέπει να κατευθυνθούν.
«Είναι ένα σύστημα που μας βοήθησε πολύ. Παλιότερα οι συνάδελφοι εντόπιζαν την πυρκαγιά με την εμπειρία τους, ενώ τώρα τους στέλνουν οδηγίες. Το καλό είναι ότι εξελίσσεται συνεχώς και πολλές υπηρεσίες του σώματος προσαρμόζονται σε αυτό» δηλώνει ο υποστράτηγος Σπύρος Βαρσάμης.
Το πρόγραμμα Engage μπορούν να παρακολουθούν αξιωματικοί και από tablet
Στο Σέιχ Σου με πεζοπόρο τμήμα
Μπαίνοντας σε όχημα του πεζοπόρου τμήματος της 2ης ΕΜΑΚ, κατευθυνθήκαμε στο κλιμάκιο του Κέδρινου Λόφου, ώστε να παρακολουθήσουμε τις περιπολίες μέσα στο δάσος του Σέιχ Σου. Το συγκεκριμένο κλιμάκιο αποτελεί την καρδιά προστασίας του δάσους της Θεσσαλονίκης, καθώς επικοινωνεί συνεχώς με τα πέντε φυλάκια της πόλης.
Συνεχώς πραγματοποιούνται περιπολίες, ενώ τέσσερα πυροσβεστικά οχήματα είναι μονίμως διασπαρμένα στο δάσος. Αν ο δείκτης επικινδυνότητας ξεπεράσει τον βαθμό 2, τότε στις περιπολίες συμμετέχει και το πεζοπόρο τμήμα της 2ης ΕΜΑΚ, που αποτελείται από περίπου 160 άτομα. Πρόκειται για ένα τμήμα που συγκροτείται κάθε καλοκαίρι και οι πυροσβέστες επεμβαίνουν πεζοί σε πυρκαγιές που εκδηλώνονται σε δύσβατα σημεία. Επιχειρούν με εργαλεία που κρατούν στο χέρι αλλά και εκτοξεύουν νερό είτε από τις θήκες που κουβαλούν στην πλάτη τους, είτε μέσω σύνδεσης οχημάτων. Το πεζοπόρο τμήμα είναι αερομεταφερόμενο και μπορεί να μεταφερθεί σε όλη την επικράτεια.
Πεζοπόρο τμήμα και μέλη του κλιμακίου της Πυροσβεστικής στο Κέδρινο Λόφο
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21 Ιουνίου 2020
Αν και η δύσκολη περίοδος αρχίζει τώρα για το Πυροσβεστικό Σώμα, από την αρχή της αντιπυρικής περιόδου η υπηρεσία ήταν σε μεγαλύτερη ετοιμότητα, συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια. «Τα δεδομένα φέτος είναι καλύτερα από πέρυσι και τα προηγούμενα χρόνια. Χαρακτηριστικά να σας αναφέρω ότι φέτος εγκρίθηκε η πρόσληψη 1.300 επιπλέον εποχικών εργατών δασοπυρόσβεσης, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό θα στελεχώσουν 80 εποχιακά κλιμάκια σε όλη τη χώρα.
Εκτός, από την ενίσχυση προσωπικού, υπάρχει μια καλή κατάσταση στα περισσότερα οχήματα μας, ενώ προμηθευτήκαμε και μερικά καινούρια. Επίσης, δόθηκε χρηματοδότηση και για το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζαμε με την συντήρηση των ελαστικών των οχημάτων» αναφέρει ενδεικτικά ο κ. Βαρσάμης. Σε όλα αυτά προστίθενται τα νέα κλιμάκια, νέα ελικόπτερα βαρέως τύπου και η ενίσχυση του ατομικού εξοπλισμού κάθε πυροσβέστη.
«Όσο οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν, μπαίνουμε και πιο βαθιά στην αντιπυρική περίοδο, γι’ αυτό η υπηρεσία είναι σε αυξημένη ετοιμότητα. Το προσωπικό είναι σε εγρήγορση και φροντίζουμε να υπάρχει μια καλή διασπορά οχημάτων, ώστε να γίνεται εύκολα και γρήγορα η πρώτη επέμβαση» σημειώνει ο υποστράτηγος της Πυροσβεστικής, προσθέτοντας ότι το μεγαλύτερο στοίχημα για αυτούς είναι «μια μεγάλη φωτιά να σβήνει στο πρώτο 24ωρο, ώστε να μην δεσμεύονται μεγάλες δυνάμεις σε ένα σημείο».
Ένας από τους φόβους στο Πυροσβεστικό Σώμα, σύμφωνα με τον κ. Βαρσάμη, είναι ο συνδυασμός ακραίων καιρικών φαινόμενων με μία εκδήλωση πυρκαγιάς, ενώ το χειρότερο σενάριο αποτελεί η ταυτόχρονη εκδήλωση πολλών μεγάλων πυρκαγιών, που έχει ως αποτέλεσμα την διάσπαση των δυνάμεων. Πάντως, μέχρι στιγμής, στην αντιπυρική περίοδο υπήρχαν περισσότερες κλήσεις για άντληση υδάτων και πλημμύρες, πάρα για φωτιές. «Δεν είναι σίγουρο πάντα ότι αυτές οι βροχές βοηθούν. Ο καιρός είναι μεταβαλλόμενος και οι περισσότερες βροχές είναι τοπικές. Συνήθως, τέλη Μαΐου και αρχές Ιουνίου, αντιμετωπίζουμε περισσότερα πλημμυρικά φαινόμενα» τονίζει ο υποστράτηγος.
Λόγω των έντονων καιρικών συνθηκών τον χειμώνα, σε πολλές περιοχές υπάρχουν ζημιές σε δασική και αγροτική οδοποιία. «Σε περίπτωση πυρκαγιάς, θα αντιμετωπίσουμε προβλήματα στην κίνηση των οχημάτων, καθώς οι διαδικασίες αποκατάστασης είναι ακόμα σε εξέλιξη» επισημαίνει ο κ. Βαρσάμης. Όμως, ακόμα ένας προβληματισμός για την Πυροσβεστική, αποτελούν και οι άτυπες χωματερές με μπάζα, ογκώδη αντικείμενα και κλαδιά που αποτελούν πιθανές εστίες φωτιάς.
Τα νέα κλιμάκια στη Βόρεια Ελλάδα
Εννέα νέα πυροσβεστικά κλιμάκια θα στηθούν στη Βόρεια Ελλάδα, ενόψει της φετινής αντιπυρικής περιόδου και σύμφωνα με την Πολιτική Προστασία θα διατηρηθούν και τις επόμενες χρονιές. Σε κάθε κλιμάκιο θα υπάρχου από 15 έως 20 πυροσβέστες και θα διαθέτουν τουλάχιστον ένα υδροφόρο όχημα.
Από ένα νέο κλιμάκιο θα υπάρχει στη Θάσο, στον Έβρο και στις Πρέσπες, μία ιδιαίτερη και προστατευόμενη περιοχή, που για χρόνια δεν καλυπτόταν από δυνάμεις πυροπροστασίας. Τα υπόλοιπα έξι κλιμάκια θα εγκατασταθούν στη Χαλκιδική, καθώς ο νομός αποτελεί πρώτη ζώνη επικινδυνότητας στην Κεντρική Μακεδονία. Συγκεκριμένα, από τις 5 Ιουλίου θα υπάρχουν νέα κλιμάκια στην είσοδο των Μουδανίων, στην Αγία Παρασκευή -που θα καλύπτει το νότιο τμήμα της Κασσάνδρας- στη Σάρτη, στα Πλανά, στην Ουρανούπολη -για πιθανές επεμβάσεις και στο Άγιο Όρος- και στην Ολυμπιάδα, που έχει πληγεί από βροχές και διαθέτει μεγάλη δασική έκταση.
Όπως ανακοίνωσε ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας, Νίκος Χαρδαλιάς, η Θεσσαλονίκη αναμένεται να αποκτήσει και έναν νέο πυροσβεστικό σταθμό, λόγω της μεταφοράς της 2ης ΕΜΑΚ στο ΣΕΔΕΣ. Ο νέος σταθμός πιθανόν να ιδρυθεί στην Επανομή, για να καλύψει όλη την περιοχή της ανατολικής Θεσσαλονίκης, που μέχρι στιγμής ήταν στην αρμοδιότητα της 2η ΕΜΑΚ.
Γιατί η Χαλκιδική αποτελεί την πιο επικίνδυνη ζώνη
Η ενίσχυση της Χαλκιδικής με 6 νέα κλιμάκια, δείχνει και το βαθμό ανησυχίας για την περιοχή. Ο νομός, ύστερα από σχετική μελέτη έχει χαρακτηριστεί με προεδρικό διάταγμα ως πρώτη ζώνη υψηλής επικινδυνότητας και για αυτό οι αρχές είναι σε ετοιμότητα ανά πάσα στιγμή.
«Έχει δοθεί αυτός ο χαρακτηρισμός στη Χαλκιδική, επειδή το μεγαλύτερο τμήμα της καλύπτεται από δάσος και μάλιστα πεύκη, που φλέγεται εύκολα. Παράλληλα, έχει έντονη τουριστική κινητικότητα, ενώ τα τελευταία χρόνια διακρίνουμε ότι μέσα σε δάση υπάρχουν οικισμοί και κτίρια» εξηγεί ο κ. Βαρσάμης, για τους λόγους που η Χαλκιδική αποτελεί σημείο αναφοράς στην αντιπυρική περίοδο. Όπως διευκρινίζει, δεν υπάρχουν ιδιομορφίες στο νομό που να θυμίζουν το Μάτι της Αττικής. «Θα έλεγα ότι έχουμε εντοπίσει άναρχη δόμηση στα παράλια της Χαλκιδικής, από τα Μουδανιά μέχρι και την Καλλικράτεια, αλλά στις περιοχές αυτές δεν υπάρχει πυκνή και υψηλή βλάστηση, ώστε να φοβόμαστε για φαινόμενα όπως το Μάτι» τονίζει ο υποστράτηγος και συμπληρώνει: «όμως, έχουμε προβληματισμούς για περιοχές όπως η δυτική Κασσάνδρα, όπου η βλάστηση αναπτύχθηκε και πλησίασε κατοικίες και κτίρια ή στη Χανιώτη, όπου ο οικισμός επεκτάθηκε πάνω στο βουνό αλλά και για τον οικισμό του Παρθενώνα, που είναι μέσα σε δάσος». Επίσης, οι πολλές παιδικές κατασκηνώσεις στην περιοχή αποτελούν κάθε χρόνο προβληματισμό για την Πυροσβεστική.
Η Χαλκιδική θεωρείται ζώνη υψηλής επικινδυνότητας και λόγω του εδάφους της, καθώς είναι πλούσιο σε πετρώματα και ελκύει χιλιάδες κεραυνούς, που αποτελούν την σπίθα για μια πυρκαγιά, ιδιαίτερα με το φαινόμενο της ξηρής καταιγίδας. «Συνήθως υπάρχει έντονη βροχόπτωση στη Θεσσαλονίκη και η καταιγίδα στη Χαλκιδική φτάνει με έντονη νέφωση, ισχυρό αέρα και πολλούς κεραυνούς αλλά με ελάχιστη ή μηδενική βροχή. Πρόκειται για ένα καταστροφικό συνδυασμό, από τον οποίο ξέσπασε και η μεγάλη φωτιά στην Κασσάνδρα το 2006» αναφέρει ο κ. Βαρσάμης.
Σαφώς, προτεραιότητα αποτελεί και το περιαστικό δάσος της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τον Συντονιστή Επιχειρήσεων Κεντρικής Μακεδονία και Αν. Μακεδονίας - Θράκης, επικίνδυνες ζώνες χαρακτηρίζονται και περιοχές της Πιερίας με χαμηλό υψόμετρο, η Θάσος και στον Έβρο η περιοχή από το Σουφλί έως και την παραλία της Αλεξανδρούπολης.
Από τον Βόλο… βολίδα στην Κεντρική Μακεδονία
Η αύξηση των ελικοπτέρων βαρέως τύπου, τα γνωστά «Ericsson», θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη φετινή αντιπυρική περίοδο για την αντιμετώπιση μεγάλων περιστατικών.
Έχουν μισθωθεί 9 ελικόπτερα, ενώ πέρυσι διέθεταν έξι και τα προηγούμενα χρόνια μόνο τέσσερα. «Η εξέλιξη αυτή, επέτρεψε να γίνει μεγαλύτερη διασπορά των ελικοπτέρων σε όλη την Ελλάδα και για πρώτη φορά θα υπάρχει ένα ‘Εricsson’ στο αεροδρόμιο της Αγχιάλου στον Βόλο» σημειώνει ο κ. Βαρσάμης. Το συγκεκριμένο ελικόπτερο θα απογειώνεται για να καλύψει και περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας.
Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά αυτών των τύπων ελικοπτέρων είναι ταχύτητα. «Το ‘Ericsson’ από τον Βόλο θα φτάνει πιο γρήγορα στη Χαλκιδική, σε σχέση με το ελικόπτερο μεσαίου τύπου που ξεκινάει συνήθως από τη Θεσσαλονίκη. Δηλαδή θα επεμβαίνει σε λιγότερο από 20’» σημειώνει ο Σπύρος Βαρσάμης. Στον επιχειρησιακό τομέα, τα συγκεκριμένα ελικόπτερα υπερτερούν από τα υπόλοιπα, καθώς χρειάζονται 30 δευτερόλεπτα για υδροληψία, μπορούν να μεταφέρουν 9 τόνους νερού και πραγματοποιούν βολές με απόλυτη ακρίβεια.
Ωστόσο, όπως κάθε χρόνο, στη Θεσσαλονίκη θα υπάρχει ένα ελικόπτερο μεσαίου τύπου και μόνιμα στην 113 Πτέρυγα Μάχης, βρίσκονται δυο καναντέρ 414. Στην υπόλοιπη Βόρεια Ελλάδα, ελικόπτερα μεσαίου τύπου υπάρχουν στην Αλεξανδρούπολη και την Χρυσούπολη. Επίσης, στη Χρυσούπολη έχουν βάση και σκάφη πετζετέλ. Από εκεί και έπειτα, εάν δεν αρκούν αυτά τα εναέρια μέσα για ένα περιστατικό, τα πλησιέστερα διαθέσιμα καναντέρ είναι στην Αγχίαλο και το επόμενο ελικόπτερο «Ericsson» στην Τανάγρα.
Τα οχήματα και το ανθρώπινο δυναμικό
Στην Κεντρική Μακεδονία, η Πυροσβεστική Υπηρεσία στελεχώνεται από 172 αξιωματικούς και 1.498 πυροσβέστες, εκ των οποίων οι 295 είναι πενταετούς σύμβασης και οι 134 εποχικοί. Όλο το ανθρώπινο δυναμικό ξεκίνησε την αντιπυρική περίοδο ενισχυμένο με ατομικό εξοπλισμό. Έπειτα από δωρεά του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», παρέλαβαν όλοι οι πυροσβέστες τον Μάιο από μία στολή πυρκαγιάς, μπότες δασοπυρόσβεσης, αντιπυρικές κουκούλες και στους εθελοντές θα δοθεί ατομικό κράνος δασοπυρόσβεσης.
Βέβαια, κανείς δεν κρύβει ότι ένα από τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η υπηρεσία είναι τα γερασμένα οχήματα. Στην Κεντρική Μακεδονία, υπάρχουν 243 υδροφόρα, 143 βοηθητικά και 40 ειδικά οχήματα. Πολλά από αυτά όμως είναι της δεκαετίας του 80’, ακόμα και σε περιοχές υψηλής επικινδυνότητας, όπως η Χαλκιδική. «Σίγουρα τα οχήματα μας είναι σε καλύτερη κατάσταση φέτος και ο εξοπλισμός μας σε λειτουργία 90%. Δυστυχώς, υπάρχουν σε κάποιες περιοχές παλαιά οχήματα. Στη Θεσσαλονίκη όμως είναι καλύτερα τα πράγματα, αφού πολλά οχήματα αντικαταστάθηκαν στην Ολυμπιάδα» δηλώνει ο Σπύρος Βαρσάμης. Πάντως, μέσω προγράμματος ΕΣΠΑ από την περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, αναμένεται να προμηθευτούν νέα οχήματα οι σταθμοί σε Χαλκιδική και Θεσσαλονίκη.
Το σύστημα που αναβάθμισε το Κέντρο Επιχειρήσεων
Η «ΜτΚ» επισκέφτηκε το περιφερειακό Κέντρο Επιχειρήσεων Πυροσβεστικής της Κεντρικής Μακεδονίας, που στεγάζεται στον 3ο Πυροσβεστικό Σταθμό Θεσσαλονίκης, στην οδό 25ης Μαρτίου. Σε πέντε οθόνες υπολογιστών εμφανίζονται όλα τα γεγονότα που είναι σε εξέλιξη αλλά και δεδομένα που βοηθούν στο συντονισμό και στη σωστή διαχείριση του στόλου. Στην ίδια αίθουσα, σε μια διπλή οθόνη, υπάρχει ένας ξεχωριστός χάρτης με αυτόνομο σύστημα για την διεθνή γραμμή 112.
Το Κέντρο Επιχειρήσεων αναβαθμίστηκε με την εγκατάσταση του προγράμματος «Engage» στους υπολογιστές, δίνοντας νέες δυνατότητες στους συντονιστές. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που λειτουργεί από την 1 Ιανουαρίου του 2019 και επιτρέπει στους διαχειριστές να μεταφέρονται ηλεκτρονικά στο σημείο της φωτιάς. Μπορούν να βλέπουν την περιοχή γύρω από τη φωτιά, να ελέγχουν τα οχήματα για το αν χρειάζονται καύσιμα ή νερό και να λαμβάνουν συνεχώς περισσότερα δεδομένα. Επίσης, μέσω του συστήματος, στέλνουν απευθείας πλοήγηση στα οχήματα της Πυροσβεστικής για την περιοχή που πρέπει να κατευθυνθούν.
«Είναι ένα σύστημα που μας βοήθησε πολύ. Παλιότερα οι συνάδελφοι εντόπιζαν την πυρκαγιά με την εμπειρία τους, ενώ τώρα τους στέλνουν οδηγίες. Το καλό είναι ότι εξελίσσεται συνεχώς και πολλές υπηρεσίες του σώματος προσαρμόζονται σε αυτό» δηλώνει ο υποστράτηγος Σπύρος Βαρσάμης.
Το πρόγραμμα Engage μπορούν να παρακολουθούν αξιωματικοί και από tablet
Στο Σέιχ Σου με πεζοπόρο τμήμα
Μπαίνοντας σε όχημα του πεζοπόρου τμήματος της 2ης ΕΜΑΚ, κατευθυνθήκαμε στο κλιμάκιο του Κέδρινου Λόφου, ώστε να παρακολουθήσουμε τις περιπολίες μέσα στο δάσος του Σέιχ Σου. Το συγκεκριμένο κλιμάκιο αποτελεί την καρδιά προστασίας του δάσους της Θεσσαλονίκης, καθώς επικοινωνεί συνεχώς με τα πέντε φυλάκια της πόλης.
Συνεχώς πραγματοποιούνται περιπολίες, ενώ τέσσερα πυροσβεστικά οχήματα είναι μονίμως διασπαρμένα στο δάσος. Αν ο δείκτης επικινδυνότητας ξεπεράσει τον βαθμό 2, τότε στις περιπολίες συμμετέχει και το πεζοπόρο τμήμα της 2ης ΕΜΑΚ, που αποτελείται από περίπου 160 άτομα. Πρόκειται για ένα τμήμα που συγκροτείται κάθε καλοκαίρι και οι πυροσβέστες επεμβαίνουν πεζοί σε πυρκαγιές που εκδηλώνονται σε δύσβατα σημεία. Επιχειρούν με εργαλεία που κρατούν στο χέρι αλλά και εκτοξεύουν νερό είτε από τις θήκες που κουβαλούν στην πλάτη τους, είτε μέσω σύνδεσης οχημάτων. Το πεζοπόρο τμήμα είναι αερομεταφερόμενο και μπορεί να μεταφερθεί σε όλη την επικράτεια.
Πεζοπόρο τμήμα και μέλη του κλιμακίου της Πυροσβεστικής στο Κέδρινο Λόφο
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21 Ιουνίου 2020
ΣΧΟΛΙΑ