Ποιες είναι οι συνθήκες διασωλήνωσης εκτός ΜΕΘ
19/12/2021 21:00
19/12/2021 21:00
Στο τέταρτο κύμα της πανδημίας οι διασωληνωμένοι που βρίσκονται εκτός Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) σε χειρουργικές αίθουσες ή ακόμα και σε απλούς θαλάμους αποτελεί μία καθημερινότητα στα νοσοκομεία της χώρας, με τους γιατρούς να ενημερώνουν καθημερινά για τον αριθμό των ασθενών που η ζωή τους κρέμεται σε μια λεπτή κλωστή υπό μη κατάλληλες συνθήκες.
Στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης τους τελευταίους δύο μήνες οι ΜΕΘ είναι σταθερά γεμάτες και οι διασωληνωμένοι σε άλλους χώρους φτάνουν ακόμα και πάνω από 20, σε κάποιες εφημερίες. Σε καμία περίπτωση, όπως λένε εντατικολόγοι και καθηγητές πανεπιστημίου στη «ΜτΚ», δεν είναι ίδια η περίθαλψη σε διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ είτε από μηχανική υποστήριξη είτε από ιατρική παρακολούθηση.
Πολλοί γιατροί εξέφραζαν την άποψη ότι οι συγκεκριμένοι ασθενείς βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο και έχουν περισσότερες πιθανότητες να χάσουν τη μάχη. Δηλώσεις που επιβεβαιώνονται και στην μελέτη του καθηγητή και προέδρου Επιτροπής Δημόσιας Υγείας και αντιμετώπισης της πανδημίας Σωτήρη Τσιόδρα και του επιδημιολόγου και καθηγητή Δημόσιας Υγείας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου Θεόδωρου Λύτρα. Η μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Scandinavian Journal of Public Health αναφέρεται στην ανισότητα της περίθαλψης στους διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ και το ποσοστό θνητότητας.
Τα στοιχεία της μελέτης αναφέρουν πως «η διασωλήνωση εκτός ΜΕΘ σημαίνει ποσοστό θνητότητας 87%». Επίσης, σύμφωνα με την μελέτη, το χρονικό διάστημα 1 Σεπτεμβρίου 2020-6 Μαΐου 2021, από τους 3.988 θανάτους που εξετάστηκαν οι 1.535 θα είχαν αποτραπεί αν όλοι νοσηλεύονταν με χαμηλό φόρτο στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (<200 διασωληνωμένους) σε νοσοκομεία Αττικής και εντός ΜΕΘ. Στη μελέτη αναφέρεται πως 947 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους λόγω της αυξημένης πίεσης στο ΕΣΥ, 133 γιατί δεν βρήκαν κρεβάτι σε ΜΕΘ και παρέμειναν διασωληνωμένοι εκτός και 656 γιατί νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομείο εκτός Αττικής. Δηλαδή, φαίνεται μια ανισότητα συγκριτικά με τα νοσοκομεία της πρωτεύουσας και της επαρχίας. Συγκεκριμένα, για τη Θεσσαλονίκη αναφέρουν πως αν και η ηλικία των θυμάτων που εξετάστηκαν ήταν μικρότερη από της Αθήνας, η θνητότητα ήταν κατά 35% μεγαλύτερη.
Η συγκεκριμένη μελέτη ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και ξέσπασε πολιτική αντιπαράθεση. Δημοσίως στην καθιερωμένη ενημέρωση, η Μίνα Γκάγκα και ο Γκίκας Μαγιορκίνης αναφερόμενοι στην μελέτη ανέφεραν πως περιέχει μη ασφαλή συμπεράσματα για την κατάσταση στις ΜΕΘ. Από την μεριά του ο κ. Τσιόδρας, με ανακοίνωσή του εξέφρασε την απογοήτευσή του για την μετατροπή των στοιχείων της μελέτης σε άγρια πολιτική κόντρα. «Προξενεί μεγάλη θλίψη σε έναν επιστήμονα αλλά και σε ένα απλό πολίτη, η χρήση παλαιότερης επιστημονικής ανάλυσης, ως μέσου πολιτικής αντιπαράθεσης. Η συγκεκριμένη δημοσίευση επιβεβαιώνει παρόμοιες παρατηρήσεις σε προηγούμενες επιδημίες, αλλά και στην παρούσα πανδημία σε παγκόσμιο επίπεδο. Εστιάζει στην πίεση στις κλίνες ΜΕΘ, και την εξ αυτής προκαλούμενη αυξημένη θνητότητα, η οποία επηρεάζεται από πολλαπλούς παράγοντες κινδύνου (π.χ. αυξημένη ηλικία, υποκείμενα νοσήματα, βαρύτητα νόσου), συνεχίζεται και σήμερα, και αφορά στην πλειονότητά της ανεμβολίαστους συμπολίτες μας» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι άνθρωποι της πρώτης γραμμής στη μάχη με τον κορονοϊό επιβεβαιώνουν σε μεγάλο ποσοστό τις διαφορές που υπάρχουν στην περίθαλψη εντός και εκτός ΜΕΘ.
«Περισσότερες πιθανότητες να πεθάνει ένας βαρέως πάσχων εκτός ΜΕΘ»
«Η ανάγκη για κλίνες στις ΜΕΘ παραμένει μεγάλη» δηλώνει η διευθύντρια της ΜΕΘ στο «ΑΧΕΠΑ» Ελένη Γκέγκα και συμπληρώνει «δεν περιμέναμε φέτος ότι θα ζήσουμε αυτή την κατάσταση, ελπίζαμε ότι δεν θα φτάσουμε σε διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ».
Στο «ΑΧΕΠΑ» το παρήγορο αυτή την εβδομάδα ήταν ότι οι διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ μειώθηκαν στους πέντε. «Δεν υπάρχουν ακόμα στατιστικά σε εμάς για ποσοστό θνητότητας ασθενών με κορονοϊό εκτός ΜΕΘ. Αλλά οποιοσδήποτε μπορεί να δει αντικειμενικά ότι ένας βαρέως πάσχων έχει περισσότερες πιθανότητες να πεθάνει εκτός ΜΕΘ. Πάντα όμως εξαρτάται από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ασθενή. Δεν συγκρίνουμε τους ασθενείς εντός και εκτός ΜΕΘ, αλλά τον ίδιο ασθενή πως θα ήταν περιθαλπόμενος μέσα στην μονάδα από το να νοσηλεύεται διασωληνωμένος σε άλλο χώρο» τονίζει η κ. Γκέγκα.
Η διευθύντρια της ΜΕΘ στο «ΑΧΕΠΑ» επισημαίνει πως οι εντατικολόγοι λειτουργούν συμβουλευτικά για τους ασθενείς που βρίσκονται διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ. «Η βασική διαφορά είναι η παρακολούθηση σε 24ωρη βάση που υπάρχει στην μονάδα. Όσοι βρίσκονται εκτός, τους επιβλέπουν θεράποντες ιατροί -κυρίως παθολόγοι- και οι ενταντικολόγοι προσφέρουν συμβουλευτικά τις υπηρεσίες τους, καθώς πρέπει να βρίσκονται στην μονάδα» αναφέρει η Ελένη Γκέκα.
Όσο για τις διαφορές στην μηχανική υποστήριξη, η κ. Γκέγκα λέει πως «ορισμένα κρεβάτια έχουν περίπου τα ίδια μηχανήματα με την ΜΕΘ, αλλά οι αναπνευστήρες στην πλειονότητα είναι διαφορετικοί. Εκτός ΜΕΘ χρησιμοποιούνται αναπνευστήρες μεταφοράς που δεν είναι σίγουρα όπως της εντατικής αλλά μπορούν να βοηθήσουν τον ασθενή».
«Θα είχαν αποτραπεί πολλοί θάνατοι αν νοσηλεύονταν στη ΜΕΘ»
Ο ομότιμος Καθηγητής Πνευμονολογίας - Λοιμωξιολογίας του ΑΠΘ Ιωάννης Κιουμής, μιλώντας στη «ΜτΚ» δηλώνει ότι «υπάρχει μεγαλύτερη επικινδυνότητα για έναν διασωληνωμένο εκτός ΜΕΘ, συγκριτικά με έναν ασθενή που αντιμετωπίζει τα ίδια ακριβώς και νοσηλεύεται στην εντατική».
Όπως σημειώνει ο κ. Κιουμής οι διαφορές στην περίθαλψη είναι πολλές. «Αρχικά, είναι διαφορετική η υποστήριξη των ζωτικών οργάνων και η αναπνευστική υποστήριξη. Στη ΜΕΘ υπάρχει monitoring για την παρακολούθηση των ασθενών και αντιλαμβάνονται γρήγορα πότε ένας ασθενής κινδυνεύει. Εκτός της ΜΕΘ, δεν υπάρχει monitoring, διότι κυρίως δεν υπάρχει εκπαιδευμένο προσωπικό πάνω από τους διασηλωνομένους σε χειρουργικές αίθουσες και θαλάμους που μπορούν να το διαχειριστούν» αναφέρει ο ομότιμος καθηγητής.
«Θα είχαν αποτραπεί πολλοί θάνατοι αν οι ασθενείς πήγαιναν έγκαιρα στο νοσοκομείο και νοσηλεύονταν εντός ΜΕΘ και όχι σε υποτιθέμενες συνθήκες εντατικής» λέει ξεκάθαρα ο κ. Κιουμής. «Δεν είναι το κρεβάτι και το μηχάνημα που κάνει διαφορά αλλά το εκπαιδευμένο προσωπικό που επιβλέπει επί 24 ώρες τον ασθενή» συμπληρώνει.
«Μειώνεται η ποιότητα εκτός αλλά και εντός ΜΕΘ»
Χειρότερη από πέρυσι είναι η κατάσταση στο νοσοκομείο Παπανικολάου, σύμφωνα με την διευθύντρια της Α’ ΜΕΘ Μίλλυ Μπιτζάνη. «Είναι ανεξέλεγκτη η κατάσταση, πιεζόμαστε αφόρητα και πλέον είμαστε κουρασμένοι και ψυχικά. Πέρυσι στην έξαρση του Νοεμβρίου είχαν αναπτυχθεί 44 κλίνες ΜΕΘ, ενώ τώρα έχουμε 48» αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Μπιτζάνη.
Για την διαχείριση των διασωληνωμένων ασθενών εκτός ΜΕΘ, η κ. Μπιτζάνη σημειώνει πως εξαρτάται από τον φόρτο του κάθε νοσοκομείου. «Στο ‘Παπανικολάου’ μόνο δύο ασθενείς έμειναν διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ για τέσσερις ημέρες. Καθημερινά κάνουμε ενέργειες ώστε να μην μένει κανείς εκτός ΜΕΘ για περισσότερο από μία ημέρα. Τους απορροφάμε γρήγορα στη μονάδα».
Όπως επισημαίνει η διευθύντρια της Α’ ΜΕΘ στο «Παπανικολάου», οι αυτοσχέδιες κλίνες εντατικής σε διαφορετικούς χώρους επηρεάζουν την περίθαλψη και των ασθενών που βρίσκονται εντός της μονάδας. «Όταν τρεις γιατροί πρέπει να βλέπουν ταυτόχρονα 27 ασθενείς που είναι σκορπισμένοι στη ΜΕΘ και σε άλλους χώρους και άλλους ορόφους, νιώθεις ανασφάλεια και κουράζεσαι περισσότερο. Δεν τους βλέπουν τόσο καλά όπως προβλέπεται όταν τρέχεις από όροφο σε όροφο. Όποιος λέει το αντίθετο, λέει ψέματα. Μάλιστα, όταν ένας νοσηλευτής της ΜΕΘ στερείται από την μονάδα για να πάει να δει διασωληνωμένους σε άλλους χώρους, επιφορτίζονται οι υπόλοιποι νοσηλευτές και αυτό οδηγεί στη μείωση ποιότητας εκτός αλλά και εντός ΜΕΘ» εξηγεί κ. Μπιτζάνη.
«Η σύγκριση των εντός και εκτός ΜΕΘ είναι σχετική. Το σίγουρο είναι πως είναι πιο εκτιθέμενοι οι διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ. Σε κάθε περίπτωση διαφέρει να είναι ο ασθενής σε οργανωμένο χώρο με έμπειρο προσωπικό από το να είναι σε έναν θάλαμο μόνος του με φορητό αναπνευστήρα και έναν νοσηλευτή χωρίς ειδίκευση» συμπληρώνει η κ. Μπιτζάνη.
Λυπηρά είναι τα συναισθήματα των υγειονομικών, που μετά από δύο χρόνια μάχης με τον κορονοϊό πλέον νιώθουν ότι δεν υπάρχει φως στο τούνελ όσο ο κόσμος δεν εμβολιάζεται. «Πέρυσι υπήρχε μία ελπίδα, αυτή του εμβολίου, και κάναμε ένα κουράγιο. Τώρα βλέπουμε ότι δεν υπάρχει ελπίδα και οι υγειονομικοί πραγματικά έχουν εξαντληθεί. Πέρυσι νιώθαμε αγωνία να σώσουμε κόσμο, φέτος υπάρχει και οργή γιατί δεν κάνουν να τίποτα για να σωθούν οι ίδιοι. Ακόμα και αύριο να πάνε να εμβολιαστούν όλοι οι ανεμβολίαστοι, η επίδραση στα νοσοκομεία θα έρθει σε δύο μήνες και εμείς θα χρειαστούμε πέντε χρόνια για να συνέλθουμε» δηλώνει η Μίλλυ Μπιτζάνη.
Με αφετηρία τη Θεσσαλονίκη τα Post COVID Ιατρεία
Η παιδίατρος Ελένη Ιασωνίδου νόσησε 15 μήνες πριν από κορονοϊό. Είχε ήπια συμπτώματα αλλά η περιπέτεια της άρχισε 20 ημέρες από την ανάρρωση. «Οι σφίξεις έφτασαν τις 55 και ήμουν έτοιμη να λιποθυμήσω. Κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγε καλά. Η διάγνωση ήταν περικαρδίτιδα». Έτσι ξεκίνησαν οι επιπτώσεις του συνδρόμου long COVID. Η παιδίατρος που δημιούργησε την Ελληνική Ένωση Ατόμων που πάσχουν από τις μακροχρόνιες συνέπειες της COVID-19 με έδρα τη Θεσσαλονίκη, την περασμένη εβδομάδα συναντήθηκε με τον υπουργό Υγείας και συμφωνήθηκε να αρχίσει η φάση υλοποίησης της δημιουργίας οργανωμένων ιατρικών δομών για ασθενείς που πάσχουν από το σύνδρομο long COVID. Σύμφωνα με τις πρώτες μελέτες, το 10% έως 30% από όσους νόησαν φαίνεται μέχρι στιγμής να αντιμετωπίζει μακροχρόνια επιπτώσεις του κορονοϊού.
«Με τον υπουργό Υγείας Θάνο Πλεύρη συζητήσαμε για τα post COVID ιατρεία που θα έχουν τρίπτυχη λειτουργία: αναγνώριση, διεπιστημονική έρευνα και αποκατάσταση. Μέχρι στιγμής, όσοι έχουν τον σύνδρομο και δεν είχαν νοσηλευτεί σε νοσοκομεία κατά την νόσηση, δεν έχουν πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα για αποκατάσταση. Πρέπει να υπάρχει μία συλλογική επίβλεψη των ασθενών με αυτό το σύνδρομο, διότι τρέχουμε σε 15 γιατρούς διαφορετικών ειδικοτήτων λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε» δηλώνει στη «ΜτΚ» η κ. Ιασωνίδου.
Η παιδίατρος συνεχίζει να αντιμετωπίζει υποτροπές και πλέον η ζωή της έχει αλλάξει ριζικά. «Με πιάνει δύσπνοια, ταχυκαρδία κυρίως σε όρθια θέση, λαχάνιασμα και κόπωση. Σίγουρα δεν μπορώ να λειτουργήσω το ίδιο όπως λειτουργούσα πριν νοσήσω. Κάνω οικονομία δυνάμεων για να μπορώ να ανταπεξέλθω στις οικογενειακές και επαγγελματικές υποχρεώσεις μου» αναφέρει.
«Κυρίως οι επιπλοκές που προκαλούνται είναι νευρολογικές. Ακόμα μαθαίνουμε για το συγκεκριμένο σύνδρομο. Εκδηλώνεται σε υγιή και αθλητικά άτομα, όπως ήμουν εγώ, ακόμα και σε παιδιά. Υπάρχουν κάποιες καταγραφές ότι μετά τους 3 μήνες τα συμπτώματα μειώνονται σε ορισμένους, αλλά και ότι ο 18ος μήνας είναι ένα σημαντικό σκαλοπάτι. Εγώ μετά από 15 μήνες ακόμα αντιμετωπίζω προβλήματα» σημειώνει η παιδίατρος για το σύνδρομο.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19 Δεκεμβρίου 2021
Στο τέταρτο κύμα της πανδημίας οι διασωληνωμένοι που βρίσκονται εκτός Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) σε χειρουργικές αίθουσες ή ακόμα και σε απλούς θαλάμους αποτελεί μία καθημερινότητα στα νοσοκομεία της χώρας, με τους γιατρούς να ενημερώνουν καθημερινά για τον αριθμό των ασθενών που η ζωή τους κρέμεται σε μια λεπτή κλωστή υπό μη κατάλληλες συνθήκες.
Στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης τους τελευταίους δύο μήνες οι ΜΕΘ είναι σταθερά γεμάτες και οι διασωληνωμένοι σε άλλους χώρους φτάνουν ακόμα και πάνω από 20, σε κάποιες εφημερίες. Σε καμία περίπτωση, όπως λένε εντατικολόγοι και καθηγητές πανεπιστημίου στη «ΜτΚ», δεν είναι ίδια η περίθαλψη σε διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ είτε από μηχανική υποστήριξη είτε από ιατρική παρακολούθηση.
Πολλοί γιατροί εξέφραζαν την άποψη ότι οι συγκεκριμένοι ασθενείς βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο και έχουν περισσότερες πιθανότητες να χάσουν τη μάχη. Δηλώσεις που επιβεβαιώνονται και στην μελέτη του καθηγητή και προέδρου Επιτροπής Δημόσιας Υγείας και αντιμετώπισης της πανδημίας Σωτήρη Τσιόδρα και του επιδημιολόγου και καθηγητή Δημόσιας Υγείας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου Θεόδωρου Λύτρα. Η μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Scandinavian Journal of Public Health αναφέρεται στην ανισότητα της περίθαλψης στους διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ και το ποσοστό θνητότητας.
Τα στοιχεία της μελέτης αναφέρουν πως «η διασωλήνωση εκτός ΜΕΘ σημαίνει ποσοστό θνητότητας 87%». Επίσης, σύμφωνα με την μελέτη, το χρονικό διάστημα 1 Σεπτεμβρίου 2020-6 Μαΐου 2021, από τους 3.988 θανάτους που εξετάστηκαν οι 1.535 θα είχαν αποτραπεί αν όλοι νοσηλεύονταν με χαμηλό φόρτο στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (<200 διασωληνωμένους) σε νοσοκομεία Αττικής και εντός ΜΕΘ. Στη μελέτη αναφέρεται πως 947 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους λόγω της αυξημένης πίεσης στο ΕΣΥ, 133 γιατί δεν βρήκαν κρεβάτι σε ΜΕΘ και παρέμειναν διασωληνωμένοι εκτός και 656 γιατί νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομείο εκτός Αττικής. Δηλαδή, φαίνεται μια ανισότητα συγκριτικά με τα νοσοκομεία της πρωτεύουσας και της επαρχίας. Συγκεκριμένα, για τη Θεσσαλονίκη αναφέρουν πως αν και η ηλικία των θυμάτων που εξετάστηκαν ήταν μικρότερη από της Αθήνας, η θνητότητα ήταν κατά 35% μεγαλύτερη.
Η συγκεκριμένη μελέτη ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων και ξέσπασε πολιτική αντιπαράθεση. Δημοσίως στην καθιερωμένη ενημέρωση, η Μίνα Γκάγκα και ο Γκίκας Μαγιορκίνης αναφερόμενοι στην μελέτη ανέφεραν πως περιέχει μη ασφαλή συμπεράσματα για την κατάσταση στις ΜΕΘ. Από την μεριά του ο κ. Τσιόδρας, με ανακοίνωσή του εξέφρασε την απογοήτευσή του για την μετατροπή των στοιχείων της μελέτης σε άγρια πολιτική κόντρα. «Προξενεί μεγάλη θλίψη σε έναν επιστήμονα αλλά και σε ένα απλό πολίτη, η χρήση παλαιότερης επιστημονικής ανάλυσης, ως μέσου πολιτικής αντιπαράθεσης. Η συγκεκριμένη δημοσίευση επιβεβαιώνει παρόμοιες παρατηρήσεις σε προηγούμενες επιδημίες, αλλά και στην παρούσα πανδημία σε παγκόσμιο επίπεδο. Εστιάζει στην πίεση στις κλίνες ΜΕΘ, και την εξ αυτής προκαλούμενη αυξημένη θνητότητα, η οποία επηρεάζεται από πολλαπλούς παράγοντες κινδύνου (π.χ. αυξημένη ηλικία, υποκείμενα νοσήματα, βαρύτητα νόσου), συνεχίζεται και σήμερα, και αφορά στην πλειονότητά της ανεμβολίαστους συμπολίτες μας» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι άνθρωποι της πρώτης γραμμής στη μάχη με τον κορονοϊό επιβεβαιώνουν σε μεγάλο ποσοστό τις διαφορές που υπάρχουν στην περίθαλψη εντός και εκτός ΜΕΘ.
«Περισσότερες πιθανότητες να πεθάνει ένας βαρέως πάσχων εκτός ΜΕΘ»
«Η ανάγκη για κλίνες στις ΜΕΘ παραμένει μεγάλη» δηλώνει η διευθύντρια της ΜΕΘ στο «ΑΧΕΠΑ» Ελένη Γκέγκα και συμπληρώνει «δεν περιμέναμε φέτος ότι θα ζήσουμε αυτή την κατάσταση, ελπίζαμε ότι δεν θα φτάσουμε σε διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ».
Στο «ΑΧΕΠΑ» το παρήγορο αυτή την εβδομάδα ήταν ότι οι διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ μειώθηκαν στους πέντε. «Δεν υπάρχουν ακόμα στατιστικά σε εμάς για ποσοστό θνητότητας ασθενών με κορονοϊό εκτός ΜΕΘ. Αλλά οποιοσδήποτε μπορεί να δει αντικειμενικά ότι ένας βαρέως πάσχων έχει περισσότερες πιθανότητες να πεθάνει εκτός ΜΕΘ. Πάντα όμως εξαρτάται από τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ασθενή. Δεν συγκρίνουμε τους ασθενείς εντός και εκτός ΜΕΘ, αλλά τον ίδιο ασθενή πως θα ήταν περιθαλπόμενος μέσα στην μονάδα από το να νοσηλεύεται διασωληνωμένος σε άλλο χώρο» τονίζει η κ. Γκέγκα.
Η διευθύντρια της ΜΕΘ στο «ΑΧΕΠΑ» επισημαίνει πως οι εντατικολόγοι λειτουργούν συμβουλευτικά για τους ασθενείς που βρίσκονται διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ. «Η βασική διαφορά είναι η παρακολούθηση σε 24ωρη βάση που υπάρχει στην μονάδα. Όσοι βρίσκονται εκτός, τους επιβλέπουν θεράποντες ιατροί -κυρίως παθολόγοι- και οι ενταντικολόγοι προσφέρουν συμβουλευτικά τις υπηρεσίες τους, καθώς πρέπει να βρίσκονται στην μονάδα» αναφέρει η Ελένη Γκέκα.
Όσο για τις διαφορές στην μηχανική υποστήριξη, η κ. Γκέγκα λέει πως «ορισμένα κρεβάτια έχουν περίπου τα ίδια μηχανήματα με την ΜΕΘ, αλλά οι αναπνευστήρες στην πλειονότητα είναι διαφορετικοί. Εκτός ΜΕΘ χρησιμοποιούνται αναπνευστήρες μεταφοράς που δεν είναι σίγουρα όπως της εντατικής αλλά μπορούν να βοηθήσουν τον ασθενή».
«Θα είχαν αποτραπεί πολλοί θάνατοι αν νοσηλεύονταν στη ΜΕΘ»
Ο ομότιμος Καθηγητής Πνευμονολογίας - Λοιμωξιολογίας του ΑΠΘ Ιωάννης Κιουμής, μιλώντας στη «ΜτΚ» δηλώνει ότι «υπάρχει μεγαλύτερη επικινδυνότητα για έναν διασωληνωμένο εκτός ΜΕΘ, συγκριτικά με έναν ασθενή που αντιμετωπίζει τα ίδια ακριβώς και νοσηλεύεται στην εντατική».
Όπως σημειώνει ο κ. Κιουμής οι διαφορές στην περίθαλψη είναι πολλές. «Αρχικά, είναι διαφορετική η υποστήριξη των ζωτικών οργάνων και η αναπνευστική υποστήριξη. Στη ΜΕΘ υπάρχει monitoring για την παρακολούθηση των ασθενών και αντιλαμβάνονται γρήγορα πότε ένας ασθενής κινδυνεύει. Εκτός της ΜΕΘ, δεν υπάρχει monitoring, διότι κυρίως δεν υπάρχει εκπαιδευμένο προσωπικό πάνω από τους διασηλωνομένους σε χειρουργικές αίθουσες και θαλάμους που μπορούν να το διαχειριστούν» αναφέρει ο ομότιμος καθηγητής.
«Θα είχαν αποτραπεί πολλοί θάνατοι αν οι ασθενείς πήγαιναν έγκαιρα στο νοσοκομείο και νοσηλεύονταν εντός ΜΕΘ και όχι σε υποτιθέμενες συνθήκες εντατικής» λέει ξεκάθαρα ο κ. Κιουμής. «Δεν είναι το κρεβάτι και το μηχάνημα που κάνει διαφορά αλλά το εκπαιδευμένο προσωπικό που επιβλέπει επί 24 ώρες τον ασθενή» συμπληρώνει.
«Μειώνεται η ποιότητα εκτός αλλά και εντός ΜΕΘ»
Χειρότερη από πέρυσι είναι η κατάσταση στο νοσοκομείο Παπανικολάου, σύμφωνα με την διευθύντρια της Α’ ΜΕΘ Μίλλυ Μπιτζάνη. «Είναι ανεξέλεγκτη η κατάσταση, πιεζόμαστε αφόρητα και πλέον είμαστε κουρασμένοι και ψυχικά. Πέρυσι στην έξαρση του Νοεμβρίου είχαν αναπτυχθεί 44 κλίνες ΜΕΘ, ενώ τώρα έχουμε 48» αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Μπιτζάνη.
Για την διαχείριση των διασωληνωμένων ασθενών εκτός ΜΕΘ, η κ. Μπιτζάνη σημειώνει πως εξαρτάται από τον φόρτο του κάθε νοσοκομείου. «Στο ‘Παπανικολάου’ μόνο δύο ασθενείς έμειναν διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ για τέσσερις ημέρες. Καθημερινά κάνουμε ενέργειες ώστε να μην μένει κανείς εκτός ΜΕΘ για περισσότερο από μία ημέρα. Τους απορροφάμε γρήγορα στη μονάδα».
Όπως επισημαίνει η διευθύντρια της Α’ ΜΕΘ στο «Παπανικολάου», οι αυτοσχέδιες κλίνες εντατικής σε διαφορετικούς χώρους επηρεάζουν την περίθαλψη και των ασθενών που βρίσκονται εντός της μονάδας. «Όταν τρεις γιατροί πρέπει να βλέπουν ταυτόχρονα 27 ασθενείς που είναι σκορπισμένοι στη ΜΕΘ και σε άλλους χώρους και άλλους ορόφους, νιώθεις ανασφάλεια και κουράζεσαι περισσότερο. Δεν τους βλέπουν τόσο καλά όπως προβλέπεται όταν τρέχεις από όροφο σε όροφο. Όποιος λέει το αντίθετο, λέει ψέματα. Μάλιστα, όταν ένας νοσηλευτής της ΜΕΘ στερείται από την μονάδα για να πάει να δει διασωληνωμένους σε άλλους χώρους, επιφορτίζονται οι υπόλοιποι νοσηλευτές και αυτό οδηγεί στη μείωση ποιότητας εκτός αλλά και εντός ΜΕΘ» εξηγεί κ. Μπιτζάνη.
«Η σύγκριση των εντός και εκτός ΜΕΘ είναι σχετική. Το σίγουρο είναι πως είναι πιο εκτιθέμενοι οι διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ. Σε κάθε περίπτωση διαφέρει να είναι ο ασθενής σε οργανωμένο χώρο με έμπειρο προσωπικό από το να είναι σε έναν θάλαμο μόνος του με φορητό αναπνευστήρα και έναν νοσηλευτή χωρίς ειδίκευση» συμπληρώνει η κ. Μπιτζάνη.
Λυπηρά είναι τα συναισθήματα των υγειονομικών, που μετά από δύο χρόνια μάχης με τον κορονοϊό πλέον νιώθουν ότι δεν υπάρχει φως στο τούνελ όσο ο κόσμος δεν εμβολιάζεται. «Πέρυσι υπήρχε μία ελπίδα, αυτή του εμβολίου, και κάναμε ένα κουράγιο. Τώρα βλέπουμε ότι δεν υπάρχει ελπίδα και οι υγειονομικοί πραγματικά έχουν εξαντληθεί. Πέρυσι νιώθαμε αγωνία να σώσουμε κόσμο, φέτος υπάρχει και οργή γιατί δεν κάνουν να τίποτα για να σωθούν οι ίδιοι. Ακόμα και αύριο να πάνε να εμβολιαστούν όλοι οι ανεμβολίαστοι, η επίδραση στα νοσοκομεία θα έρθει σε δύο μήνες και εμείς θα χρειαστούμε πέντε χρόνια για να συνέλθουμε» δηλώνει η Μίλλυ Μπιτζάνη.
Με αφετηρία τη Θεσσαλονίκη τα Post COVID Ιατρεία
Η παιδίατρος Ελένη Ιασωνίδου νόσησε 15 μήνες πριν από κορονοϊό. Είχε ήπια συμπτώματα αλλά η περιπέτεια της άρχισε 20 ημέρες από την ανάρρωση. «Οι σφίξεις έφτασαν τις 55 και ήμουν έτοιμη να λιποθυμήσω. Κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγε καλά. Η διάγνωση ήταν περικαρδίτιδα». Έτσι ξεκίνησαν οι επιπτώσεις του συνδρόμου long COVID. Η παιδίατρος που δημιούργησε την Ελληνική Ένωση Ατόμων που πάσχουν από τις μακροχρόνιες συνέπειες της COVID-19 με έδρα τη Θεσσαλονίκη, την περασμένη εβδομάδα συναντήθηκε με τον υπουργό Υγείας και συμφωνήθηκε να αρχίσει η φάση υλοποίησης της δημιουργίας οργανωμένων ιατρικών δομών για ασθενείς που πάσχουν από το σύνδρομο long COVID. Σύμφωνα με τις πρώτες μελέτες, το 10% έως 30% από όσους νόησαν φαίνεται μέχρι στιγμής να αντιμετωπίζει μακροχρόνια επιπτώσεις του κορονοϊού.
«Με τον υπουργό Υγείας Θάνο Πλεύρη συζητήσαμε για τα post COVID ιατρεία που θα έχουν τρίπτυχη λειτουργία: αναγνώριση, διεπιστημονική έρευνα και αποκατάσταση. Μέχρι στιγμής, όσοι έχουν τον σύνδρομο και δεν είχαν νοσηλευτεί σε νοσοκομεία κατά την νόσηση, δεν έχουν πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα για αποκατάσταση. Πρέπει να υπάρχει μία συλλογική επίβλεψη των ασθενών με αυτό το σύνδρομο, διότι τρέχουμε σε 15 γιατρούς διαφορετικών ειδικοτήτων λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε» δηλώνει στη «ΜτΚ» η κ. Ιασωνίδου.
Η παιδίατρος συνεχίζει να αντιμετωπίζει υποτροπές και πλέον η ζωή της έχει αλλάξει ριζικά. «Με πιάνει δύσπνοια, ταχυκαρδία κυρίως σε όρθια θέση, λαχάνιασμα και κόπωση. Σίγουρα δεν μπορώ να λειτουργήσω το ίδιο όπως λειτουργούσα πριν νοσήσω. Κάνω οικονομία δυνάμεων για να μπορώ να ανταπεξέλθω στις οικογενειακές και επαγγελματικές υποχρεώσεις μου» αναφέρει.
«Κυρίως οι επιπλοκές που προκαλούνται είναι νευρολογικές. Ακόμα μαθαίνουμε για το συγκεκριμένο σύνδρομο. Εκδηλώνεται σε υγιή και αθλητικά άτομα, όπως ήμουν εγώ, ακόμα και σε παιδιά. Υπάρχουν κάποιες καταγραφές ότι μετά τους 3 μήνες τα συμπτώματα μειώνονται σε ορισμένους, αλλά και ότι ο 18ος μήνας είναι ένα σημαντικό σκαλοπάτι. Εγώ μετά από 15 μήνες ακόμα αντιμετωπίζω προβλήματα» σημειώνει η παιδίατρος για το σύνδρομο.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19 Δεκεμβρίου 2021
ΣΧΟΛΙΑ