Ποιος φοβάται τον εθισμό στα social media;
02/09/2019 15:10
02/09/2019 15:10
Κορυφαίος καθηγητής Ιατρικής, στην ηλικία των δεύτερων -ήντα, άνθρωπος σοφός, έγραψε πριν από λίγες μέρες -πού αλλού;- στο facebook:
«Φίλες και φίλοι, καλημέρα. Επί μια εβδομάδα έχασα δυστυχώς την επικοινωνία μαζί σας λόγω βλάβης του κινητού μου. Σας ομολογώ ότι αισθάνθηκα ένα σύνδρομο έλλειψης παρόμοιο με το σύνδρομο στέρησης που αισθάνεται ένας καπνιστής μετά τη διακοπή του καπνίσματος (μόνο που εγώ δεν είχα τρόμο και ιδρώτες).
Το συμπέρασμα είναι να χρησιμοποιούμε με σύνεση και μέτρο όλα τα καλά της επικοινωνίας που μας προσφέρει αφειδώς η νέα τεχνολογία, εφαρμόζοντας έτσι και το ρητό των αρχαίων προγόνων μας, το πολύ σπουδαίο «παν μέτρον άριστον».
Ο εθισμός στα social media. Δεν είναι ούτε φυσιολογικό φαινόμενο ούτε μέσα στην «κανονικότητα», για να χρησιμοποιήσουμε μία λατρεμένη ή μισητή λέξη της μόδας. Είναι περίπλοκο, αλλά είναι και ασθένεια;
Πρέπει κάποτε να πάψουμε να ερμηνεύουμε όσα συμβαίνουν γύρω μας με τους όρους και τα «εργαλεία» του 20ού αιώνα. Ας σκεφτούμε στο κάτω κάτω ότι έχουν αλλάξει από το 1990 σχεδόν όλα τα υλικά και οι συσκευές που μας περιβάλλουν. Γιατί όχι και οι συνήθειες, οι τάσεις, οι προτεραιότητες και ο ίδιος τρόπος κατανόησης της ζωής;
Ας απαντήσουμε λοιπόν, ειλικρινά: Θα μπορούσε κανείς να σταθεί στην καθημερινή ζωή και να ζήσει χωρίς smartphone, το 2019; Θα μπορούσε να ζήσει αρμονικά με τους άλλους αν ο ίδιος φύγει από τα κοινωνικά μέσα;
Εδώ χρειάζεται προσοχή. Υπάρχουν χρήστες των social media, ακόμα και γιατροί που υποστηρίζουν ότι αν το αποφασίσεις και έχεις «σιδερένια θέληση», μπορείς να το καταφέρεις εύκολα.
Δεν θα συμφωνήσουν όμως πολλοί άνθρωποι που προσπαθούν να επιπλεύσουν εργασιακά και οικονομικά σε μία επισφαλή, εξαρτημένη από το διαδίκτυο αγορά εργασίας.
Προσωπικά αυτές οι μεγαλοστομίες μου θυμίζουν το παλιό ανέκδοτο όπου ένας έλεγε στους φίλους ότι το κόψιμο του καπνίσματος είναι πολύ εύκολη υπόθεση και κατέληγε θριαμβευτικά: «Απόδειξη είναι το ότι εγώ το έχω κόψει δεκάδες φορές»!
Το Facebook έχει συνολικά τρία δισεκατομμύρια χρήστες σε όλον τον κόσμο. Άρα η συζήτηση για να το απαγορεύσει κανείς, να το περιορίσει ή να το «λογοκρίνει» είναι πιο πολύ θεωρητική. Το να λύσει κανείς όμως το «θεματάκι» ή τη «θεματάρα» που έχει μαζί του φαίνεται πολύ επείγουσα υπόθεση.
Πριν από είκοσι χρόνια στο σπίτι ανησυχούσαν με το πόσες ώρες αφιέρωνα στις εφημερίδες, τα βιβλία, την ακρόαση δίσκων και παρακολούθηση ταινιών στο DVD.
Τώρα μου λένε μπράβο, διότι το αδιάψευστο smartphone που έχω μαζί μου καταγράφει περπάτημα πάνω από 7 χιλιόμετρα την ημέρα, αλλά και μου τα χώνουν κανονικά, προτρέποντας με να με δει αμέσως γιατρός, αφού στην ίδια συσκευή έρχεται και η (προ)ειδοποίηση: «Το περασμένο 24ωρο ήσασταν στο διαδίκτυο 2,5 ώρες»!
Δηλαδή 33,5 μέρες το χρόνο! Πάνω από έναν μήνα.
«Δεν είναι φυσιολογικό αυτό που κάνουν τα social media, και ειδικά σε αυτούς που είμαστε ‘heavy users’ (επίμονοι χρήστες). Πόσο ‘κανονικό’ είναι να υποβάλλει κανείς καθημερινά τη γνώμη του για έγκριση σε ένα πλήθος on line ή να καταναλώνει γνώμες αγνώστων αδιακρίτως;».
«Πόσο είναι φυσιολογικό να ζούμε υπό την εποπτεία εταιρειών software, οι οποίες προσαρμόζουν τη διαφήμισή τους με τέτοια αινιγματική ακρίβεια πάνω μας, που μας φαίνεται σχεδόν αδύνατο να μην ακούν στις συνομιλίες μας;»
Τα παραπάνω έγραψε στον «Guardian’ η συγγραφέας και δημοσιογράφος Roisin Kibert από το Δουβλίνο, που ειδικεύεται σε θέματα κουλτούρας και τεχνολογίας καθώς και στην αλληλεπίδραση μεταξύ τους.
Συζήτησα το θέμα με φίλους, ειδικά της γενιάς μου, αυτής της χαμένης στη μεταπολίτευση, στην οποία αφιέρωσε ο Νίκος Πορτοκάλογλου το υπέροχο τραγούδι του «Υπάρχει λόγος σοβαρός». Είναι και άλλοι που ξυπνούν τη νύχτα και μπαίνουν στο διαδίκτυο ή περνούν πολλές ώρες την εβδομάδα σ’ αυτό. Καμία από αυτές τις συμπεριφορές δεν θα ήταν «φυσιολογική» πριν από μερικές δεκαετίες, αλλά και σήμερα είναι αμφίβολο αν εξυπηρετούν σε κάτι ή είναι ιδιαίτερα χρήσιμες. Κι όμως, σ’ αυτές καταφεύγουν δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο.
«Τα κοινωνικά μέσα που κάποτε υποσχέθηκαν να λειτουργήσουν ως παράθυρο στον κόσμο, σιγά σιγά αλλά σταθερά έγιναν κινητήρια δύναμη για ένα είδος παγκόσμιας αυτοκρατίας (solipsism) -φιλοσοφική θεωρία, σύμφωνα με την οποία το προσωπικό (ατομικό) εγώ αποτελεί τη μόνη αληθινή πραγματικότητα», συμπληρώνει η Roisin Kibert και υποστηρίζει ότι «εξελίσσονται σε ένα πεδίο αναπαραγωγής ‘ψεύτικων νέων’, μεροληψίας, καταναγκασμού και ματαιοδοξίας». Η ίδια ομολόγησε ότι τα social media κάποια στιγμή την «ενθάρρυναν» να σκέφτεται με τον απλουστευτικό και «ασπρόμαυρο» δυαδικό τρόπο χωρισμού του κόσμου μεταξύ «καλών και κακών», που συχνά απαντάται στις διαταραχές της προσωπικότητας και στην κατάθλιψη.
Πριν από 20 χρόνια ο ιάπωνας ψυχολόγος Tamaki Saitο είχε προβλέψει ότι έρχεται μια γενιά στην Ιαπωνία που έχει μαζέψει την κατανάλωση, την κοινωνική ζωή, τα βιντεοπαιχνίδια μέσα στο διαδίκτυο και η οποία θα οδηγηθεί σε μια «εφηβεία δίχως τέλος». Ο ίδιος δημιούργησε τον όρο «hikikomori», για να το ονομάσει όλο αυτό.
Τελικά εμείς οι ίδιοι εκχωρούμε τα συναισθήματά μας, τις σχέσεις μας και την επαγγελματική μας ζωή στο διαδίκτυο. Μπορεί άραγε αυτή η συμπεριφορά να είναι μια «ασθένεια»; Τι ασθένεια είναι αυτή που απειλεί 3 δισεκατομμύρια χρήστες; Μήπως είναι -είτε για καλό ή για κακό- απλώς η ίδια η εξέλιξη;
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" την 1η Σεπτεμβρίου 2019
Κορυφαίος καθηγητής Ιατρικής, στην ηλικία των δεύτερων -ήντα, άνθρωπος σοφός, έγραψε πριν από λίγες μέρες -πού αλλού;- στο facebook:
«Φίλες και φίλοι, καλημέρα. Επί μια εβδομάδα έχασα δυστυχώς την επικοινωνία μαζί σας λόγω βλάβης του κινητού μου. Σας ομολογώ ότι αισθάνθηκα ένα σύνδρομο έλλειψης παρόμοιο με το σύνδρομο στέρησης που αισθάνεται ένας καπνιστής μετά τη διακοπή του καπνίσματος (μόνο που εγώ δεν είχα τρόμο και ιδρώτες).
Το συμπέρασμα είναι να χρησιμοποιούμε με σύνεση και μέτρο όλα τα καλά της επικοινωνίας που μας προσφέρει αφειδώς η νέα τεχνολογία, εφαρμόζοντας έτσι και το ρητό των αρχαίων προγόνων μας, το πολύ σπουδαίο «παν μέτρον άριστον».
Ο εθισμός στα social media. Δεν είναι ούτε φυσιολογικό φαινόμενο ούτε μέσα στην «κανονικότητα», για να χρησιμοποιήσουμε μία λατρεμένη ή μισητή λέξη της μόδας. Είναι περίπλοκο, αλλά είναι και ασθένεια;
Πρέπει κάποτε να πάψουμε να ερμηνεύουμε όσα συμβαίνουν γύρω μας με τους όρους και τα «εργαλεία» του 20ού αιώνα. Ας σκεφτούμε στο κάτω κάτω ότι έχουν αλλάξει από το 1990 σχεδόν όλα τα υλικά και οι συσκευές που μας περιβάλλουν. Γιατί όχι και οι συνήθειες, οι τάσεις, οι προτεραιότητες και ο ίδιος τρόπος κατανόησης της ζωής;
Ας απαντήσουμε λοιπόν, ειλικρινά: Θα μπορούσε κανείς να σταθεί στην καθημερινή ζωή και να ζήσει χωρίς smartphone, το 2019; Θα μπορούσε να ζήσει αρμονικά με τους άλλους αν ο ίδιος φύγει από τα κοινωνικά μέσα;
Εδώ χρειάζεται προσοχή. Υπάρχουν χρήστες των social media, ακόμα και γιατροί που υποστηρίζουν ότι αν το αποφασίσεις και έχεις «σιδερένια θέληση», μπορείς να το καταφέρεις εύκολα.
Δεν θα συμφωνήσουν όμως πολλοί άνθρωποι που προσπαθούν να επιπλεύσουν εργασιακά και οικονομικά σε μία επισφαλή, εξαρτημένη από το διαδίκτυο αγορά εργασίας.
Προσωπικά αυτές οι μεγαλοστομίες μου θυμίζουν το παλιό ανέκδοτο όπου ένας έλεγε στους φίλους ότι το κόψιμο του καπνίσματος είναι πολύ εύκολη υπόθεση και κατέληγε θριαμβευτικά: «Απόδειξη είναι το ότι εγώ το έχω κόψει δεκάδες φορές»!
Το Facebook έχει συνολικά τρία δισεκατομμύρια χρήστες σε όλον τον κόσμο. Άρα η συζήτηση για να το απαγορεύσει κανείς, να το περιορίσει ή να το «λογοκρίνει» είναι πιο πολύ θεωρητική. Το να λύσει κανείς όμως το «θεματάκι» ή τη «θεματάρα» που έχει μαζί του φαίνεται πολύ επείγουσα υπόθεση.
Πριν από είκοσι χρόνια στο σπίτι ανησυχούσαν με το πόσες ώρες αφιέρωνα στις εφημερίδες, τα βιβλία, την ακρόαση δίσκων και παρακολούθηση ταινιών στο DVD.
Τώρα μου λένε μπράβο, διότι το αδιάψευστο smartphone που έχω μαζί μου καταγράφει περπάτημα πάνω από 7 χιλιόμετρα την ημέρα, αλλά και μου τα χώνουν κανονικά, προτρέποντας με να με δει αμέσως γιατρός, αφού στην ίδια συσκευή έρχεται και η (προ)ειδοποίηση: «Το περασμένο 24ωρο ήσασταν στο διαδίκτυο 2,5 ώρες»!
Δηλαδή 33,5 μέρες το χρόνο! Πάνω από έναν μήνα.
«Δεν είναι φυσιολογικό αυτό που κάνουν τα social media, και ειδικά σε αυτούς που είμαστε ‘heavy users’ (επίμονοι χρήστες). Πόσο ‘κανονικό’ είναι να υποβάλλει κανείς καθημερινά τη γνώμη του για έγκριση σε ένα πλήθος on line ή να καταναλώνει γνώμες αγνώστων αδιακρίτως;».
«Πόσο είναι φυσιολογικό να ζούμε υπό την εποπτεία εταιρειών software, οι οποίες προσαρμόζουν τη διαφήμισή τους με τέτοια αινιγματική ακρίβεια πάνω μας, που μας φαίνεται σχεδόν αδύνατο να μην ακούν στις συνομιλίες μας;»
Τα παραπάνω έγραψε στον «Guardian’ η συγγραφέας και δημοσιογράφος Roisin Kibert από το Δουβλίνο, που ειδικεύεται σε θέματα κουλτούρας και τεχνολογίας καθώς και στην αλληλεπίδραση μεταξύ τους.
Συζήτησα το θέμα με φίλους, ειδικά της γενιάς μου, αυτής της χαμένης στη μεταπολίτευση, στην οποία αφιέρωσε ο Νίκος Πορτοκάλογλου το υπέροχο τραγούδι του «Υπάρχει λόγος σοβαρός». Είναι και άλλοι που ξυπνούν τη νύχτα και μπαίνουν στο διαδίκτυο ή περνούν πολλές ώρες την εβδομάδα σ’ αυτό. Καμία από αυτές τις συμπεριφορές δεν θα ήταν «φυσιολογική» πριν από μερικές δεκαετίες, αλλά και σήμερα είναι αμφίβολο αν εξυπηρετούν σε κάτι ή είναι ιδιαίτερα χρήσιμες. Κι όμως, σ’ αυτές καταφεύγουν δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο.
«Τα κοινωνικά μέσα που κάποτε υποσχέθηκαν να λειτουργήσουν ως παράθυρο στον κόσμο, σιγά σιγά αλλά σταθερά έγιναν κινητήρια δύναμη για ένα είδος παγκόσμιας αυτοκρατίας (solipsism) -φιλοσοφική θεωρία, σύμφωνα με την οποία το προσωπικό (ατομικό) εγώ αποτελεί τη μόνη αληθινή πραγματικότητα», συμπληρώνει η Roisin Kibert και υποστηρίζει ότι «εξελίσσονται σε ένα πεδίο αναπαραγωγής ‘ψεύτικων νέων’, μεροληψίας, καταναγκασμού και ματαιοδοξίας». Η ίδια ομολόγησε ότι τα social media κάποια στιγμή την «ενθάρρυναν» να σκέφτεται με τον απλουστευτικό και «ασπρόμαυρο» δυαδικό τρόπο χωρισμού του κόσμου μεταξύ «καλών και κακών», που συχνά απαντάται στις διαταραχές της προσωπικότητας και στην κατάθλιψη.
Πριν από 20 χρόνια ο ιάπωνας ψυχολόγος Tamaki Saitο είχε προβλέψει ότι έρχεται μια γενιά στην Ιαπωνία που έχει μαζέψει την κατανάλωση, την κοινωνική ζωή, τα βιντεοπαιχνίδια μέσα στο διαδίκτυο και η οποία θα οδηγηθεί σε μια «εφηβεία δίχως τέλος». Ο ίδιος δημιούργησε τον όρο «hikikomori», για να το ονομάσει όλο αυτό.
Τελικά εμείς οι ίδιοι εκχωρούμε τα συναισθήματά μας, τις σχέσεις μας και την επαγγελματική μας ζωή στο διαδίκτυο. Μπορεί άραγε αυτή η συμπεριφορά να είναι μια «ασθένεια»; Τι ασθένεια είναι αυτή που απειλεί 3 δισεκατομμύρια χρήστες; Μήπως είναι -είτε για καλό ή για κακό- απλώς η ίδια η εξέλιξη;
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" την 1η Σεπτεμβρίου 2019
18/11/2024 10:59
18/11/2024 17:00
18/11/2024 21:15
22/11/2024 23:50
22/11/2024 23:36
22/11/2024 22:50
22/11/2024 22:40
22/11/2024 22:20
22/11/2024 22:10
22/11/2024 21:40
ΣΧΟΛΙΑ