Πώς μπορεί να θωρακιστεί στον καύσωνα η Θεσσαλονίκη
25/07/2024 07:00
25/07/2024 07:00
Η κλιματική κρίση βρίσκεται σε νηπιακό στάδιο, σύμφωνα με τους μετεωρολόγους, αλλά ήδη δείχνει τα δόντια της και προϊδεάζει για τις νέες συνθήκες που θα επικρατήσουν στον πλανήτη. Κατάργηση των τεσσάρων εποχών όπως τις ξέρουμε, δημιουργία νέων μεσοπεριόδων, καύσωνες με ακραίες θερμοκρασίες και πλημμυρικά φαινόμενα που όμοια δεν θα έχουμε ξαναζήσει. Την ίδια ώρα που η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την καθημερινότητα των πολιτών παγκοσμίως, οι πόλεις φαίνονται ακόμη αργοκίνητες και διστακτικές να λάβουν νέα μέτρα και να προσαρμοστούν σε νέες τακτικές καλύτερης αστικής ανθεκτικότητας και βιωσιμότητας.
Τα κέντρα των πόλεων συσσωρεύουν τη θερμότητα των παρατεταμένων περιόδων καύσωνα και τις τελευταίες ημέρες το μπετόν «φλέγεται», προκαλώντας αποπνικτική ατμόσφαιρα -και λόγω άπνοιας. Η λύση για τη βελτίωση των συνθηκών έναντι του καύσωνα είναι μία: Περισσότερο πράσινο στον αστικό ιστό.
Δυστυχώς, οι μετρήσεις δείχνουν ότι το πράσινο στη Θεσσαλονίκη δεν αρκεί. «Από οικολογική άποψη, η λύση είναι η αύξηση του αστικού πρασίνου. Στη Θεσσαλονίκη, τα περίπου 40.000 δέντρα απορροφούν τέσσερα εκατ. τόνους διοξειδίου του άνθρακα. Επομένως αν αυξηθεί το πράσινο, θα έχουμε καλύτερα αποτελέσματα. Το πράσινο στην πόλη δεν πλησιάζει καν τα τρία τ.μ. ανά κάτοικο, ενώ το όριο στις ευρωπαϊκές πόλεις είναι 10 τ.μ. ανά κάτοικο. Αν φυτεύονταν όλες οι δενδροδόχοι που είναι άδειες και αντικαθιστούσαν τα ξερά δέντρα, που συνολικά είναι πάνω από 2.000, θα είχαμε σημαντική αύξηση», αναφέρει στη «ΜτΚ» η ομότιμη καθηγήτρια του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, Θέκλα Τσιτσώνη.
Εκτός από την αύξηση, όμως, παίζει ρόλο η ορθολογική διαχείριση αλλά και η σωστή επιλογή των φυτών σε μια πόλη, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη θωράκιση. Κάθε δήμος, πριν προχωρήσει σε οποιαδήποτε κίνηση, θα πρέπει να λαμβάνει τις σωστές οδηγίες από ειδικούς ώστε τα μέτρα έναντι της κλιματικής κρίσης να αποδίδουν καλύτερα. «Έχει σημασία να φυτεύουμε τα σωστά δέντρα. Αυτή την στιγμή στη Β. Όλγας έχουμε ιπποκαστανιές που έχουν ωραία άνθη, αλλά αυτό το δέντρο είναι του Παρισιού. Έχει η Θεσσαλονίκη τις ίδιες συνθήκες και το γεωγραφικό πλάτος με το Παρίσι;» αναρωτιέται η κ. Τσιτσώνη και συνεχίζει λέγοντας ότι «πρέπει να γίνεται σωστή επιλογή. Το καλύτερο δέντρο στη Θεσσαλονίκη είναι κελτίδα, που συναντάμε κυρίως στην Εγνατία. Είναι ένα δέντρο ανθεκτικό στη ρύπανση και τις ξηροθερμικές συνθήκες της πόλης. Άλλο ένα κατάλληλο δέντρο είναι οι κουτσουπιές, που είναι ξεροθερμικές. Ακόμα και με τις φυτεύσεις πλατάνων που έγιναν στη νέα παραλία θα έχουμε πρόβλημα, τοποθετήθηκαν πολύ κοντά ενώ χρειάζονται οκτώ με 10 μέτρα απόσταση. Καλώς τα έβαλαν, αλλά έπρεπε να είναι μεγαλύτερες οι αποστάσεις και λόγω ρίζας αλλά και λόγω της υπέργειας έκτασης».
Σε κάθε περίπτωση όμως, ακόμα και τώρα που φυτεύτηκαν δέντρα που ίσως δεν ταιριάζουν στα χαρακτηριστικά μιας πόλης, πρέπει να υπάρχει κατάλληλη συντήρηση. «Αφού έγινε ήδη η φύτευση δέντρων που είναι έξω από το γεωγραφικό τους πλάτος, θα πρέπει να τα φροντίσουμε με ποτίσματα το καλοκαίρι. Αφού λείπει η θερμοκρασία, η υγρασία και οι θερμοκρασίες υψηλότερων υψομέτρων, πρέπει να τα ποτίζουμε και τα φροντίζουμε κατάλληλα. Το πράσινο δεν έχει μόνο ωφέλεια, αν δεν το συντηρήσουμε μπορεί να δημιουργήσει και καταστροφή», λέει η κ. Τσιτσώνη.
Αφού οι περισσότεροι ελεύθεροι χώροι έχουν καταληφθεί, η επέκταση του πρασίνου θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί ακόμα και σε τοίχους. «Οι πράσινοι τοίχοι, είναι επίσης μία λύση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τοίχος στο κτίριο της αντιδημαρχίας Πρασίνου, απέναντι από το Ιπποκράτειο. Θα μπορούσαμε να επεκτείνουμε το πράσινο σε προσόψεις κτιρίων, έτσι μειώνεται και η χρήση κλιματιστικών στον αστικό χώρο. Τα τσιμέντα συσσωρεύουν τρομακτική θερμότητα και μετά την εκπέμπουν. Για αυτό βλέπουμε ότι ακόμα και να μειωθεί η θερμοκρασία το βράδυ, ακόμα θα έχουμε υψηλή θερμότητα», τονίζει η ο ομότιμη καθηγήτρια του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ.
Το μεγάλο στοίχημα όμως για τις πόλεις είναι η μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, ώστε να βελτιωθούν οι περιβαλλοντολογικές συνθήκες. «Οι πόλεις παράγουν το 70% των αερίων του θερμοκηπίου, κυρίως το διοξείδιο του άνθρακα και αφετέρου αυτό βαραίνει τις ζωές των πολιτών. Η λύση σε αυτό είναι η μείωση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων, δηλαδή να κινηθούμε προς ηλεκτροκίνητα μέσα μεταφοράς», επισημαίνει η κ. Τσιτσώνη.
«Νεκρώνει» ο θερμαϊκός
Εκτός από τον αστικό ιστό και τα πολεοδομικά συγκροτήματα, η κλιματική κρίση, με τις υψηλές θερμοκρασίες, επηρεάζει και τις θάλασσες. Η ερυθρά παλίρροια και η αποκρουστική εικόνα στον Θερμαϊκό, στο παραλιακό μέτωπο της Θεσσαλονίκης, είναι ένα από τα αποτελέσματα των υψηλών θερμοκρασιών και εντός της θάλασσας.
Όπως λέει στη «ΜτΚ» ο καθηγητής του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ Αντώνης Κοκκινάκης, η κλιματική αλλαγή που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες έχει επηρεάσει τα υδάτινα οικοσυστήματα παγκοσμίως, με σοβαρές επιπτώσεις και ειδικότερα στον Θερμαϊκό, που είναι ένας αβαθής, ημίκλειστος κόλπος, παρατηρείται μεγάλη αύξηση της θερμοκρασίας.
«Το φαινόμενο αυτό καταγράφεται κυρίως την τελευταία δεκαετία και έχει προκαλέσει μαζικούς θανάτους μυδιών παγκοσμίως, όπως και στην Ελλάδα και κυρίως σε κλειστούς κόλπους όπως ο Θερμαϊκός, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών, που είναι εκτός των ορίων επιβίωσης των μυδιών που καλλιεργούνται, της υπέρμετρης ανάπτυξης μικροοργανισμών, της αυξημένης κατανάλωσης του διαλυμένου οξυγόνου από αυτούς και της επίδρασης στις υπόλοιπες φυσικοχημικές παραμέτρους του νερού», τονίζει ο κ. Κοκκινάκης.
Σύμφωνα με μελέτες για τα αποτελέσματα της κλιματικής κρίσης που παρουσιάστηκαν σε σύσκεψη ειδικών επιστημόνων στο Γεωτεχνικό Επιμελητήριο, στην Ελλάδα, όπως και στις περισσότερες χώρες της Μεσογείου που παράγονται μύδια, καταγράφηκε θνησιμότητα έως και 100% σε ενήλικα μύδια και σε γόνο, με μεγάλες οικονομικές απώλειες, κυρίως λόγω των έντονων καλοκαιρινών κυμάτων καύσωνα των τελευταίων δύο δεκαετιών. Το καλοκαίρι του 2021 η θερμοκρασία στον Θερμαϊκό κόλπο, κυρίως τον Ιούλιο, ξεπέρασε τους 30οC, με αποτέλεσμα τον θάνατο του μεγαλύτερου όγκου της παραγωγής των ενήλικων μυδιών, των φυσικών αποθεμάτων και πολλών άλλων ειδών αλιευμάτων. Οι απώλειες κατά την περίοδο του καύσωνα ξεπέρασαν τις 24.000 τόνους, με σημαντικές οικονομικές συνέπειες. Επιπλέον, παρατηρήθηκε θνησιμότητα του γόνου σε ποσοστό που άγγιξε ακόμη και το 100%.
Οι επιστήμονες που συμμετείχαν στη σύσκεψη κατέληξαν σε μια σειρά από προτάσεις για τη διάσωση του Θερμαϊκού, τις οποίες παρουσιάζει ο κ. Κοκκινάκης στη «ΜτΚ». «Πρέπει να γίνει καταγραφή προβλημάτων, λόγω περιβαλλοντικών συνθηκών, μετακίνηση μυδοκαλλιεργειών σε βαθύτερα νερά και κατάργηση των παράκτιων (πασσαλωτών) μονάδων μυδοκαλλιέργειας, επειδή η θερμοκρασία είναι χαμηλότερη σε μεγαλύτερα βάθη σε σχέση με τη θερμοκρασία σε ρηχά νερά και η προσβολή των μυδιών από οποιοδήποτε παράσιτο είναι χαμηλότερη στα μύδια που καλλιεργούνται στην ανοικτή θάλασσα σε σύγκριση με εκείνα που καλλιεργούνται στην ακτή. Επίσης, πρέπει να προχωρήσει η δημιουργία μόνιμων ωκεανογραφικών και υδροβιολογικών σταθμών παρακολούθησης στον έξω Θερμαϊκό κόλπο (4-5 σταθμοί), να παρακολουθούνται ποσοτικά και ποιοτικά τα νερά των εκβολικών συστημάτων του ΓΑΛΑ (Γαλλικός, Αξιός, Λουδίας, Αλιάκμονας), άμεση ολοκλήρωση των δύο ΠΟΑΥ του Θερμαϊκού κόλπου (μυδοκαλλιέργειες) σε περιοχές στα ανοικτά, αυστηρή οριοθέτηση των νέων μονάδων μυδοκαλλιέργειας που μετεγκαθίστανται και αντικατάσταση πλωτήρων μυδοκαλλιέργειας με τους κατάλληλους για το σκοπό αυτό που υπάρχουν στη διεθνή αγορά και χρησιμοποιούνται παγκοσμίως», αναφέρει ο κ. Κοκκινάκης.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21.07.2024Η κλιματική κρίση βρίσκεται σε νηπιακό στάδιο, σύμφωνα με τους μετεωρολόγους, αλλά ήδη δείχνει τα δόντια της και προϊδεάζει για τις νέες συνθήκες που θα επικρατήσουν στον πλανήτη. Κατάργηση των τεσσάρων εποχών όπως τις ξέρουμε, δημιουργία νέων μεσοπεριόδων, καύσωνες με ακραίες θερμοκρασίες και πλημμυρικά φαινόμενα που όμοια δεν θα έχουμε ξαναζήσει. Την ίδια ώρα που η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την καθημερινότητα των πολιτών παγκοσμίως, οι πόλεις φαίνονται ακόμη αργοκίνητες και διστακτικές να λάβουν νέα μέτρα και να προσαρμοστούν σε νέες τακτικές καλύτερης αστικής ανθεκτικότητας και βιωσιμότητας.
Τα κέντρα των πόλεων συσσωρεύουν τη θερμότητα των παρατεταμένων περιόδων καύσωνα και τις τελευταίες ημέρες το μπετόν «φλέγεται», προκαλώντας αποπνικτική ατμόσφαιρα -και λόγω άπνοιας. Η λύση για τη βελτίωση των συνθηκών έναντι του καύσωνα είναι μία: Περισσότερο πράσινο στον αστικό ιστό.
Δυστυχώς, οι μετρήσεις δείχνουν ότι το πράσινο στη Θεσσαλονίκη δεν αρκεί. «Από οικολογική άποψη, η λύση είναι η αύξηση του αστικού πρασίνου. Στη Θεσσαλονίκη, τα περίπου 40.000 δέντρα απορροφούν τέσσερα εκατ. τόνους διοξειδίου του άνθρακα. Επομένως αν αυξηθεί το πράσινο, θα έχουμε καλύτερα αποτελέσματα. Το πράσινο στην πόλη δεν πλησιάζει καν τα τρία τ.μ. ανά κάτοικο, ενώ το όριο στις ευρωπαϊκές πόλεις είναι 10 τ.μ. ανά κάτοικο. Αν φυτεύονταν όλες οι δενδροδόχοι που είναι άδειες και αντικαθιστούσαν τα ξερά δέντρα, που συνολικά είναι πάνω από 2.000, θα είχαμε σημαντική αύξηση», αναφέρει στη «ΜτΚ» η ομότιμη καθηγήτρια του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, Θέκλα Τσιτσώνη.
Εκτός από την αύξηση, όμως, παίζει ρόλο η ορθολογική διαχείριση αλλά και η σωστή επιλογή των φυτών σε μια πόλη, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη θωράκιση. Κάθε δήμος, πριν προχωρήσει σε οποιαδήποτε κίνηση, θα πρέπει να λαμβάνει τις σωστές οδηγίες από ειδικούς ώστε τα μέτρα έναντι της κλιματικής κρίσης να αποδίδουν καλύτερα. «Έχει σημασία να φυτεύουμε τα σωστά δέντρα. Αυτή την στιγμή στη Β. Όλγας έχουμε ιπποκαστανιές που έχουν ωραία άνθη, αλλά αυτό το δέντρο είναι του Παρισιού. Έχει η Θεσσαλονίκη τις ίδιες συνθήκες και το γεωγραφικό πλάτος με το Παρίσι;» αναρωτιέται η κ. Τσιτσώνη και συνεχίζει λέγοντας ότι «πρέπει να γίνεται σωστή επιλογή. Το καλύτερο δέντρο στη Θεσσαλονίκη είναι κελτίδα, που συναντάμε κυρίως στην Εγνατία. Είναι ένα δέντρο ανθεκτικό στη ρύπανση και τις ξηροθερμικές συνθήκες της πόλης. Άλλο ένα κατάλληλο δέντρο είναι οι κουτσουπιές, που είναι ξεροθερμικές. Ακόμα και με τις φυτεύσεις πλατάνων που έγιναν στη νέα παραλία θα έχουμε πρόβλημα, τοποθετήθηκαν πολύ κοντά ενώ χρειάζονται οκτώ με 10 μέτρα απόσταση. Καλώς τα έβαλαν, αλλά έπρεπε να είναι μεγαλύτερες οι αποστάσεις και λόγω ρίζας αλλά και λόγω της υπέργειας έκτασης».
Σε κάθε περίπτωση όμως, ακόμα και τώρα που φυτεύτηκαν δέντρα που ίσως δεν ταιριάζουν στα χαρακτηριστικά μιας πόλης, πρέπει να υπάρχει κατάλληλη συντήρηση. «Αφού έγινε ήδη η φύτευση δέντρων που είναι έξω από το γεωγραφικό τους πλάτος, θα πρέπει να τα φροντίσουμε με ποτίσματα το καλοκαίρι. Αφού λείπει η θερμοκρασία, η υγρασία και οι θερμοκρασίες υψηλότερων υψομέτρων, πρέπει να τα ποτίζουμε και τα φροντίζουμε κατάλληλα. Το πράσινο δεν έχει μόνο ωφέλεια, αν δεν το συντηρήσουμε μπορεί να δημιουργήσει και καταστροφή», λέει η κ. Τσιτσώνη.
Αφού οι περισσότεροι ελεύθεροι χώροι έχουν καταληφθεί, η επέκταση του πρασίνου θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί ακόμα και σε τοίχους. «Οι πράσινοι τοίχοι, είναι επίσης μία λύση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τοίχος στο κτίριο της αντιδημαρχίας Πρασίνου, απέναντι από το Ιπποκράτειο. Θα μπορούσαμε να επεκτείνουμε το πράσινο σε προσόψεις κτιρίων, έτσι μειώνεται και η χρήση κλιματιστικών στον αστικό χώρο. Τα τσιμέντα συσσωρεύουν τρομακτική θερμότητα και μετά την εκπέμπουν. Για αυτό βλέπουμε ότι ακόμα και να μειωθεί η θερμοκρασία το βράδυ, ακόμα θα έχουμε υψηλή θερμότητα», τονίζει η ο ομότιμη καθηγήτρια του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ.
Το μεγάλο στοίχημα όμως για τις πόλεις είναι η μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, ώστε να βελτιωθούν οι περιβαλλοντολογικές συνθήκες. «Οι πόλεις παράγουν το 70% των αερίων του θερμοκηπίου, κυρίως το διοξείδιο του άνθρακα και αφετέρου αυτό βαραίνει τις ζωές των πολιτών. Η λύση σε αυτό είναι η μείωση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων, δηλαδή να κινηθούμε προς ηλεκτροκίνητα μέσα μεταφοράς», επισημαίνει η κ. Τσιτσώνη.
«Νεκρώνει» ο θερμαϊκός
Εκτός από τον αστικό ιστό και τα πολεοδομικά συγκροτήματα, η κλιματική κρίση, με τις υψηλές θερμοκρασίες, επηρεάζει και τις θάλασσες. Η ερυθρά παλίρροια και η αποκρουστική εικόνα στον Θερμαϊκό, στο παραλιακό μέτωπο της Θεσσαλονίκης, είναι ένα από τα αποτελέσματα των υψηλών θερμοκρασιών και εντός της θάλασσας.
Όπως λέει στη «ΜτΚ» ο καθηγητής του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ Αντώνης Κοκκινάκης, η κλιματική αλλαγή που παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες έχει επηρεάσει τα υδάτινα οικοσυστήματα παγκοσμίως, με σοβαρές επιπτώσεις και ειδικότερα στον Θερμαϊκό, που είναι ένας αβαθής, ημίκλειστος κόλπος, παρατηρείται μεγάλη αύξηση της θερμοκρασίας.
«Το φαινόμενο αυτό καταγράφεται κυρίως την τελευταία δεκαετία και έχει προκαλέσει μαζικούς θανάτους μυδιών παγκοσμίως, όπως και στην Ελλάδα και κυρίως σε κλειστούς κόλπους όπως ο Θερμαϊκός, λόγω των υψηλών θερμοκρασιών, που είναι εκτός των ορίων επιβίωσης των μυδιών που καλλιεργούνται, της υπέρμετρης ανάπτυξης μικροοργανισμών, της αυξημένης κατανάλωσης του διαλυμένου οξυγόνου από αυτούς και της επίδρασης στις υπόλοιπες φυσικοχημικές παραμέτρους του νερού», τονίζει ο κ. Κοκκινάκης.
Σύμφωνα με μελέτες για τα αποτελέσματα της κλιματικής κρίσης που παρουσιάστηκαν σε σύσκεψη ειδικών επιστημόνων στο Γεωτεχνικό Επιμελητήριο, στην Ελλάδα, όπως και στις περισσότερες χώρες της Μεσογείου που παράγονται μύδια, καταγράφηκε θνησιμότητα έως και 100% σε ενήλικα μύδια και σε γόνο, με μεγάλες οικονομικές απώλειες, κυρίως λόγω των έντονων καλοκαιρινών κυμάτων καύσωνα των τελευταίων δύο δεκαετιών. Το καλοκαίρι του 2021 η θερμοκρασία στον Θερμαϊκό κόλπο, κυρίως τον Ιούλιο, ξεπέρασε τους 30οC, με αποτέλεσμα τον θάνατο του μεγαλύτερου όγκου της παραγωγής των ενήλικων μυδιών, των φυσικών αποθεμάτων και πολλών άλλων ειδών αλιευμάτων. Οι απώλειες κατά την περίοδο του καύσωνα ξεπέρασαν τις 24.000 τόνους, με σημαντικές οικονομικές συνέπειες. Επιπλέον, παρατηρήθηκε θνησιμότητα του γόνου σε ποσοστό που άγγιξε ακόμη και το 100%.
Οι επιστήμονες που συμμετείχαν στη σύσκεψη κατέληξαν σε μια σειρά από προτάσεις για τη διάσωση του Θερμαϊκού, τις οποίες παρουσιάζει ο κ. Κοκκινάκης στη «ΜτΚ». «Πρέπει να γίνει καταγραφή προβλημάτων, λόγω περιβαλλοντικών συνθηκών, μετακίνηση μυδοκαλλιεργειών σε βαθύτερα νερά και κατάργηση των παράκτιων (πασσαλωτών) μονάδων μυδοκαλλιέργειας, επειδή η θερμοκρασία είναι χαμηλότερη σε μεγαλύτερα βάθη σε σχέση με τη θερμοκρασία σε ρηχά νερά και η προσβολή των μυδιών από οποιοδήποτε παράσιτο είναι χαμηλότερη στα μύδια που καλλιεργούνται στην ανοικτή θάλασσα σε σύγκριση με εκείνα που καλλιεργούνται στην ακτή. Επίσης, πρέπει να προχωρήσει η δημιουργία μόνιμων ωκεανογραφικών και υδροβιολογικών σταθμών παρακολούθησης στον έξω Θερμαϊκό κόλπο (4-5 σταθμοί), να παρακολουθούνται ποσοτικά και ποιοτικά τα νερά των εκβολικών συστημάτων του ΓΑΛΑ (Γαλλικός, Αξιός, Λουδίας, Αλιάκμονας), άμεση ολοκλήρωση των δύο ΠΟΑΥ του Θερμαϊκού κόλπου (μυδοκαλλιέργειες) σε περιοχές στα ανοικτά, αυστηρή οριοθέτηση των νέων μονάδων μυδοκαλλιέργειας που μετεγκαθίστανται και αντικατάσταση πλωτήρων μυδοκαλλιέργειας με τους κατάλληλους για το σκοπό αυτό που υπάρχουν στη διεθνή αγορά και χρησιμοποιούνται παγκοσμίως», αναφέρει ο κ. Κοκκινάκης.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21.07.2024
ΣΧΟΛΙΑ