Πόσο ελληνική είναι η σχέση μας με το δημόσιο χώρο;
02/12/2019 20:19
02/12/2019 20:19
Ανεξάρτητα από τους επιστημονικούς ορισμούς που έχουν δοθεί για την έννοια του «δημοσίου χώρου», όλοι συμφωνούμε ότι οι λειτουργικές ασυνέχειες στο δομημένο περιβάλλον, οι τόποι συνεύρεσης, συναναστροφής και κοινών δράσεων, στη νεοελληνική τα πάρκα και οι πλατείες, αποτελούν ανάγκη και δείκτη ποιότητας μιας πόλης. Μικρής και μεγάλης. Αρχαίας ή σύγχρονης.
Όλοι αναφερόμαστε και υπερήφανα προβάλλουμε την «Αρχαία Ελληνική Αγορά», αλλά και τη συνέχειά της που είναι το «Ρωμαϊκό Forum», όχι μόνο ως τόπο οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, αλλά ως τοπόσημο της ίδιας της δημοκρατίας.
Οι ανασκαφές των τελευταίων δεκαετιών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη -για να μιλήσουμε για τα δικά μας- και κυρίως η δυνατότητα επίσκεψης έδειξαν και στον τελευταίο αδιάφορο ότι ο δημόσιος χώρος σχεδιάζεται ως σημείο σημαντικό, συνοψίζει τον αρχιτεκτονικό πλούτο αντιλήψεων της εποχής και προβάλλει ως τόπος μεγαλοπρεπέστερος του ιδιωτικού.
Έχω την εντύπωση ότι μόνο στη νεότερη Ελλάδα ο δημόσιος χώρος είναι τόσο παραγνωρισμένος και υποδεέστερος του μέσου ιδιωτικού. Νομίζω ότι πρώτη φορά τα σχολεία μας, τα δικαστήρια, οι πλατείες υπολείπονται σε τέτοιο βαθμό των κατοικιών μας. Σε σχεδιασμό, σε λειτουργικότητα, σε καθαριότητα, σε προσοχή.
Προσπερνώ τις αναλύσεις περί αστυφιλίας, άναρχης δόμησης, «ανάγκης» αντιπαροχής, αιτιολογίες με τις οποίες χαϊδέψαμε τα αυτιά μας και απενοχοποιήσαμε εν μέρει τους εαυτούς μας για το χάλι των περισσότερων ελληνικών πόλεων. Η δεκαετία του 1960 είναι ήδη πολύ μακριά και αυτή η αναφορά που επιχειρούμε κάθε φορά που μιλάμε για αναβάθμιση του δημοσίου χώρου μού θυμίζει τις δικαιολογίες μας για την τουρκοκρατία κάθε φορά που αναφερόμαστε στη θεσμική μας υστέρηση.
Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη με τη χειρότερη αναλογία πρασίνου ανά κάτοικο στην Ευρώπη και ταυτοχρόνως με εκατοντάδες μικρού ή μεσαίου μεγέθους πλατείες εγκαταλειμμένες και βρόμικες. Το χειρότερο είναι ότι όλοι οι ανοιχτοί χώροι που κατά καιρούς διεκδικήθηκαν από την αυτοδιοίκηση ή από ομάδες πολιτών, ακόμα και εάν γλίτωσαν την ανοικοδόμηση, παραμένουν εδώ και δεκαετίες αναξιοποίητοι ως χώροι απόθεσης σκουπιδιών ή στην καλύτερη περίπτωση αποκρουστικές παραμελημένες περιοχές, που τις περπατάς περιμετρικά, γιατί τίποτα δεν σε προσκαλεί να τις διασχίσεις.
Από τα στρατόπεδα της δυτικής Θεσσαλονίκης και την περιοχή πίσω από τον Μύλο μέχρι το παραθαλάσσιο μέτωπο στην ανατολική πλευρά συμπεριλαμβανομένου του Κόδρα που δεν μπορείς ούτε να πλησιάσεις το βράδυ, από τους περιβάλλοντες χώρους μνημειακών συνόλων μέχρι το πάρκο μπροστά στο πατρικό μου στην πλατεία Σκρα, από την πλατεία Διοικητηρίου μέχρι την πλατεία Ελευθερίας, όλα βοούν ότι η σχέση μας με το δημόσιο χώρο είναι εξαιρετικά προβληματική. Στη νεοελληνική μας αδιαφορία και την πεποίθηση ότι όλα είναι υπόθεση «του κράτους», προστέθηκαν οι νεότερες γρανιτένιες αντιλήψεις των δήμων ότι δεν βάζουμε χέρι αν δεν ενταχθεί το έργο «αναβάθμισης» στο ΕΣΠΑ και δεν προκηρυχθεί η σχετική εργολαβία, αλλά και οι νεότερες, που σχετίζονται με την ιδιοκτησία του χώρου. Ανήκει ο χώρος στο δήμο, στην Κτηματική Εταιρεία, στα Ανταλλάξιμα, στον κληρονόμο του τούρκου αγά που έχει ταπί, στην Εκκλησία που έχει αυτοκρατορικά χρυσόβουλα ή στο περιβόητο ΤΑΙΠΕΔ;
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΗΤΑΝ
Περιττεύουν οι σχολιασμοί για τη σημασία που δίνουν στο δημόσιο χώρο σε όλες τις πόλεις ανατολής και δύσης, καθώς όλοι λίγο πολύ ταξιδεύουμε τα τελευταία χρόνια. Είναι όλες αυτές οι περιοχές με προσεγμένες παρεμβάσεις σε ιστορικούς δημόσιους χώρους, τα νεότερα τοπόσημα που κάθε πόλη που σέβεται τον εαυτό της κατασκευάζει, αλλά και οι μικρές πλατείες γειτονιάς με πεντακάθαρους παιδότοπους. Είναι η πολεοδομική αποτύπωση της λειτουργίας μιας σύγχρονης πόλης αλλά και η συλλογική προσπάθεια αναβάθμισης του φυσικού και κοινωνικού της μικροκλίματος.
Είναι τα σημεία που επιλέγουν όσοι αγαπούν να βγάζουν σέλφι και να τις αναρτούν στα κοινωνικά δίκτυα. Κάθε φορά που χαμογελάμε μπροστά στην κάμερα, σε μια γειτονιά της Λουμπλιάνας, της Βαρκελόνης ή του Φράιμπουργκ, ας αναλογιστούμε τη δική μας γειτονιά, τη στασιμότητα, την εγκατάλειψη ή τα ελάχιστα που θα μπορούσαν να της δώσουν μιαν άλλη εικόνα. Ίσως να μην είναι απαραίτητες οι μεγάλες εργολαβίες και οι υψηλοί προϋπολογισμοί. Υπάρχουν δεκάδες έργα αναβάθμισης που πληρώθηκαν ακριβά και τα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά. Εστιάζοντας στη Θεσσαλονίκη, είναι ώρα να καταγραφούν οι ανοιχτοί χώροι με το ακριβές ιδιοκτησιακό τους καθεστώς και να ιεραρχηθούν, με δημόσια ανάρτηση και δέσμευση, οι παρεμβάσεις της επόμενης μέρας. Ταυτοχρόνως να αναπτυχθεί/ενισχυθεί ένας κίνημα γειτονιάς, που δεν θα ικανοποιείται με την πρώτη μικρή νίκη της αποφυγής μιας ανοικοδόμησης, αλλά θα διεκδικεί με συνέχεια και θα υιοθετεί με ευθύνη το χώρο «έξω από την πόρτα μας». Κι αυτός δικός μας είναι. Θυμάστε τις γυναίκες να σκουπίζουν έξω από το σπίτι τους στις παλιές γειτονιές της Θεσσαλονίκης, στα χωριά και τα νησιά; Δεν ήταν υπανάπτυξη. Πολιτισμός ήταν!
ΟΙ ΕΞΥΠΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ
Υποβαθμισμένες θεωρούνται οι πόλεις όπου πρωταγωνιστεί το αυτοκίνητο και εγκαταλειμμένες αυτές όπου έχει εντελώς καταργηθεί το περπάτημα και η δημόσια ζωή. Αρκετές συναντάμε στην Ευρώπη και περισσότερες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σε κάποιες από αυτές οι τελευταίοι ελεύθεροι χώροι έχουν καταληφθεί από τροχοφόρα και το να περπατάς νύχτα στους δρόμους είναι λόγος, για να σε ελέγξει η αστυνομία.
Υπάρχουν και οι έξυπνες πόλεις. Το Στρασβούργο με τις εκτεταμένες αστικές αναπλάσεις, η Λυών, το Πόρτλαντ και βέβαια η Κοπεγχάγη, που θεωρείται πλέον μία από τις πιο ανθρωποκεντρικές πόλεις του κόσμου. Στην κρύα πρωτεύουσα της Δανίας, όταν ξεκίνησαν οι σχεδιασμοί των πεζοδρομήσεων και της διάθεσης κοινόχρηστων χώρων, οι περισσότεροι αμφισβητούσαν την επιτυχία του εγχειρήματος, γιατί οι Σκανδιναβοί ήταν συνηθισμένοι να οδηγούν και δεν φημίζονταν για την κοινωνική τους ζωή. Με μικρές παρεμβάσεις, με σταδιακή υποχώρηση του αυτοκινήτου, χωρίς φαραωνικούς σχεδιασμούς αλλά με συνέπεια δεκαετιών, σήμερα η Κοπεγχάγη διακρίνεται ως πόλη να ζεις, τόπος με τους ευτυχέστερους ανθρώπους, όπου όλοι περπατούν ή χρησιμοποιούν ποδήλατο, όπου η κοινωνική ζωή έχει αναδειχθεί σε αξία.
Ο τουρισμός αυξάνεται συνεχώς, οι καινοτομίες αστικού σχεδιασμού είναι εντυπωσιακές, η περιοχή προσελκύει τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του κόσμου παρά την αυξημένη φορολογία και το υψηλό κόστος ζωής. Η πόλη εξελίσσεται διαρκώς. Η σχέση ιδιωτικού και δημόσιου χώρου είναι πλέον τέτοια, που σε πολλές περιοχές οι Δανοί στα παράθυρά τους δεν έχουν κουρτίνες και σε ορισμένες περιπτώσεις ολόκληροι τοίχοι είναι γυάλινοι, δηλαδή κοινωνικά διαφανείς, για να εισβάλλει όσο το δυνατόν περισσότερο φως και πράσινο αλλά και να γίνεται ανεπαίσθητη η διάκριση ατομικού και συλλογικού. Και εάν όλα αυτά ακούγονται λίγο υπερβολικά, επιχειρήστε μια επίσκεψη στην Κοπεγχάγη και προσέξτε τα παιδιά. Πουθενά αλλού δεν είδα πιο χαρούμενα παιδικά πρόσωπα.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ", 1 Δεκεμβρίου 2019
Ανεξάρτητα από τους επιστημονικούς ορισμούς που έχουν δοθεί για την έννοια του «δημοσίου χώρου», όλοι συμφωνούμε ότι οι λειτουργικές ασυνέχειες στο δομημένο περιβάλλον, οι τόποι συνεύρεσης, συναναστροφής και κοινών δράσεων, στη νεοελληνική τα πάρκα και οι πλατείες, αποτελούν ανάγκη και δείκτη ποιότητας μιας πόλης. Μικρής και μεγάλης. Αρχαίας ή σύγχρονης.
Όλοι αναφερόμαστε και υπερήφανα προβάλλουμε την «Αρχαία Ελληνική Αγορά», αλλά και τη συνέχειά της που είναι το «Ρωμαϊκό Forum», όχι μόνο ως τόπο οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, αλλά ως τοπόσημο της ίδιας της δημοκρατίας.
Οι ανασκαφές των τελευταίων δεκαετιών σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη -για να μιλήσουμε για τα δικά μας- και κυρίως η δυνατότητα επίσκεψης έδειξαν και στον τελευταίο αδιάφορο ότι ο δημόσιος χώρος σχεδιάζεται ως σημείο σημαντικό, συνοψίζει τον αρχιτεκτονικό πλούτο αντιλήψεων της εποχής και προβάλλει ως τόπος μεγαλοπρεπέστερος του ιδιωτικού.
Έχω την εντύπωση ότι μόνο στη νεότερη Ελλάδα ο δημόσιος χώρος είναι τόσο παραγνωρισμένος και υποδεέστερος του μέσου ιδιωτικού. Νομίζω ότι πρώτη φορά τα σχολεία μας, τα δικαστήρια, οι πλατείες υπολείπονται σε τέτοιο βαθμό των κατοικιών μας. Σε σχεδιασμό, σε λειτουργικότητα, σε καθαριότητα, σε προσοχή.
Προσπερνώ τις αναλύσεις περί αστυφιλίας, άναρχης δόμησης, «ανάγκης» αντιπαροχής, αιτιολογίες με τις οποίες χαϊδέψαμε τα αυτιά μας και απενοχοποιήσαμε εν μέρει τους εαυτούς μας για το χάλι των περισσότερων ελληνικών πόλεων. Η δεκαετία του 1960 είναι ήδη πολύ μακριά και αυτή η αναφορά που επιχειρούμε κάθε φορά που μιλάμε για αναβάθμιση του δημοσίου χώρου μού θυμίζει τις δικαιολογίες μας για την τουρκοκρατία κάθε φορά που αναφερόμαστε στη θεσμική μας υστέρηση.
Η Θεσσαλονίκη είναι η πόλη με τη χειρότερη αναλογία πρασίνου ανά κάτοικο στην Ευρώπη και ταυτοχρόνως με εκατοντάδες μικρού ή μεσαίου μεγέθους πλατείες εγκαταλειμμένες και βρόμικες. Το χειρότερο είναι ότι όλοι οι ανοιχτοί χώροι που κατά καιρούς διεκδικήθηκαν από την αυτοδιοίκηση ή από ομάδες πολιτών, ακόμα και εάν γλίτωσαν την ανοικοδόμηση, παραμένουν εδώ και δεκαετίες αναξιοποίητοι ως χώροι απόθεσης σκουπιδιών ή στην καλύτερη περίπτωση αποκρουστικές παραμελημένες περιοχές, που τις περπατάς περιμετρικά, γιατί τίποτα δεν σε προσκαλεί να τις διασχίσεις.
Από τα στρατόπεδα της δυτικής Θεσσαλονίκης και την περιοχή πίσω από τον Μύλο μέχρι το παραθαλάσσιο μέτωπο στην ανατολική πλευρά συμπεριλαμβανομένου του Κόδρα που δεν μπορείς ούτε να πλησιάσεις το βράδυ, από τους περιβάλλοντες χώρους μνημειακών συνόλων μέχρι το πάρκο μπροστά στο πατρικό μου στην πλατεία Σκρα, από την πλατεία Διοικητηρίου μέχρι την πλατεία Ελευθερίας, όλα βοούν ότι η σχέση μας με το δημόσιο χώρο είναι εξαιρετικά προβληματική. Στη νεοελληνική μας αδιαφορία και την πεποίθηση ότι όλα είναι υπόθεση «του κράτους», προστέθηκαν οι νεότερες γρανιτένιες αντιλήψεις των δήμων ότι δεν βάζουμε χέρι αν δεν ενταχθεί το έργο «αναβάθμισης» στο ΕΣΠΑ και δεν προκηρυχθεί η σχετική εργολαβία, αλλά και οι νεότερες, που σχετίζονται με την ιδιοκτησία του χώρου. Ανήκει ο χώρος στο δήμο, στην Κτηματική Εταιρεία, στα Ανταλλάξιμα, στον κληρονόμο του τούρκου αγά που έχει ταπί, στην Εκκλησία που έχει αυτοκρατορικά χρυσόβουλα ή στο περιβόητο ΤΑΙΠΕΔ;
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΗΤΑΝ
Περιττεύουν οι σχολιασμοί για τη σημασία που δίνουν στο δημόσιο χώρο σε όλες τις πόλεις ανατολής και δύσης, καθώς όλοι λίγο πολύ ταξιδεύουμε τα τελευταία χρόνια. Είναι όλες αυτές οι περιοχές με προσεγμένες παρεμβάσεις σε ιστορικούς δημόσιους χώρους, τα νεότερα τοπόσημα που κάθε πόλη που σέβεται τον εαυτό της κατασκευάζει, αλλά και οι μικρές πλατείες γειτονιάς με πεντακάθαρους παιδότοπους. Είναι η πολεοδομική αποτύπωση της λειτουργίας μιας σύγχρονης πόλης αλλά και η συλλογική προσπάθεια αναβάθμισης του φυσικού και κοινωνικού της μικροκλίματος.
Είναι τα σημεία που επιλέγουν όσοι αγαπούν να βγάζουν σέλφι και να τις αναρτούν στα κοινωνικά δίκτυα. Κάθε φορά που χαμογελάμε μπροστά στην κάμερα, σε μια γειτονιά της Λουμπλιάνας, της Βαρκελόνης ή του Φράιμπουργκ, ας αναλογιστούμε τη δική μας γειτονιά, τη στασιμότητα, την εγκατάλειψη ή τα ελάχιστα που θα μπορούσαν να της δώσουν μιαν άλλη εικόνα. Ίσως να μην είναι απαραίτητες οι μεγάλες εργολαβίες και οι υψηλοί προϋπολογισμοί. Υπάρχουν δεκάδες έργα αναβάθμισης που πληρώθηκαν ακριβά και τα αποτελέσματα ήταν απογοητευτικά. Εστιάζοντας στη Θεσσαλονίκη, είναι ώρα να καταγραφούν οι ανοιχτοί χώροι με το ακριβές ιδιοκτησιακό τους καθεστώς και να ιεραρχηθούν, με δημόσια ανάρτηση και δέσμευση, οι παρεμβάσεις της επόμενης μέρας. Ταυτοχρόνως να αναπτυχθεί/ενισχυθεί ένας κίνημα γειτονιάς, που δεν θα ικανοποιείται με την πρώτη μικρή νίκη της αποφυγής μιας ανοικοδόμησης, αλλά θα διεκδικεί με συνέχεια και θα υιοθετεί με ευθύνη το χώρο «έξω από την πόρτα μας». Κι αυτός δικός μας είναι. Θυμάστε τις γυναίκες να σκουπίζουν έξω από το σπίτι τους στις παλιές γειτονιές της Θεσσαλονίκης, στα χωριά και τα νησιά; Δεν ήταν υπανάπτυξη. Πολιτισμός ήταν!
ΟΙ ΕΞΥΠΝΕΣ ΠΟΛΕΙΣ
Υποβαθμισμένες θεωρούνται οι πόλεις όπου πρωταγωνιστεί το αυτοκίνητο και εγκαταλειμμένες αυτές όπου έχει εντελώς καταργηθεί το περπάτημα και η δημόσια ζωή. Αρκετές συναντάμε στην Ευρώπη και περισσότερες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σε κάποιες από αυτές οι τελευταίοι ελεύθεροι χώροι έχουν καταληφθεί από τροχοφόρα και το να περπατάς νύχτα στους δρόμους είναι λόγος, για να σε ελέγξει η αστυνομία.
Υπάρχουν και οι έξυπνες πόλεις. Το Στρασβούργο με τις εκτεταμένες αστικές αναπλάσεις, η Λυών, το Πόρτλαντ και βέβαια η Κοπεγχάγη, που θεωρείται πλέον μία από τις πιο ανθρωποκεντρικές πόλεις του κόσμου. Στην κρύα πρωτεύουσα της Δανίας, όταν ξεκίνησαν οι σχεδιασμοί των πεζοδρομήσεων και της διάθεσης κοινόχρηστων χώρων, οι περισσότεροι αμφισβητούσαν την επιτυχία του εγχειρήματος, γιατί οι Σκανδιναβοί ήταν συνηθισμένοι να οδηγούν και δεν φημίζονταν για την κοινωνική τους ζωή. Με μικρές παρεμβάσεις, με σταδιακή υποχώρηση του αυτοκινήτου, χωρίς φαραωνικούς σχεδιασμούς αλλά με συνέπεια δεκαετιών, σήμερα η Κοπεγχάγη διακρίνεται ως πόλη να ζεις, τόπος με τους ευτυχέστερους ανθρώπους, όπου όλοι περπατούν ή χρησιμοποιούν ποδήλατο, όπου η κοινωνική ζωή έχει αναδειχθεί σε αξία.
Ο τουρισμός αυξάνεται συνεχώς, οι καινοτομίες αστικού σχεδιασμού είναι εντυπωσιακές, η περιοχή προσελκύει τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του κόσμου παρά την αυξημένη φορολογία και το υψηλό κόστος ζωής. Η πόλη εξελίσσεται διαρκώς. Η σχέση ιδιωτικού και δημόσιου χώρου είναι πλέον τέτοια, που σε πολλές περιοχές οι Δανοί στα παράθυρά τους δεν έχουν κουρτίνες και σε ορισμένες περιπτώσεις ολόκληροι τοίχοι είναι γυάλινοι, δηλαδή κοινωνικά διαφανείς, για να εισβάλλει όσο το δυνατόν περισσότερο φως και πράσινο αλλά και να γίνεται ανεπαίσθητη η διάκριση ατομικού και συλλογικού. Και εάν όλα αυτά ακούγονται λίγο υπερβολικά, επιχειρήστε μια επίσκεψη στην Κοπεγχάγη και προσέξτε τα παιδιά. Πουθενά αλλού δεν είδα πιο χαρούμενα παιδικά πρόσωπα.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ", 1 Δεκεμβρίου 2019
18/11/2024 10:59
18/11/2024 17:00
18/11/2024 21:15
22/11/2024 23:50
22/11/2024 23:36
22/11/2024 22:50
22/11/2024 22:40
22/11/2024 22:20
22/11/2024 22:10
22/11/2024 21:40
ΣΧΟΛΙΑ