#PRESS_21 Διηγήματα για την Επανάσταση και τη Δημοσιογραφία
21/05/2021 09:00
21/05/2021 09:00
Μια ημέρα των ημερών παραμονές Χριστουγέννων του έτους ᾳωκα’ εγώ, ο Ζαν-Πιερ Μπουαγιέ ή Μπόγερ ή Βόγερ, ισόβιος πρόεδρος του μαργαρίτη των Αντιλλών Χαϊτίου, είχα αποσυρθεί στα κτήματά μου επί της αρδεύσιμης πεδιάδας της απλωμένης με κήπους, οπωρώνες και αγρούς στα περίχωρα της πόλης Μιρεμπαλαί παρά την νότια κοίτη του ποταμού Αρτιμπονίτ υπό τη σκέπη τη κορυφής Τρουχίλο ή Ντουάρτε των Μαύρων Ορέων της διχοτομημένης νήσου Ισπανιόλα. Αν και είχαν ήδη συμπληρωθεί σχεδόν δύο δεκαετηρίδες από εκείνη την Πρωτοχρονιά του έτους ᾳωδ’ και την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας μας από τον ζυγό των Γάλλων, εξακολουθούσα να εργάζομαι σκληρά νυχθημερόν για τις εθνικές υποθέσεις και εκείνη η συγκυρία της ανάπαυλας αποτελούσε τόσο σπάνια πολυτέλεια και ανταμοιβή. Τη μοναδική υποχρέωση την οποία είχα επιτρέψει εις εαυτόν ήταν απλώς να αναγνώσω κάποια επιστολή που είχε φτάσει στα χέρια μου από μια μακρινή επαναστατική επιτροπή της Μεσογείου και αποζητούσε τη διεθνή αναγνώριση της εξέγερσης των Ελλήνων και, επιπλέον, υλική βοήθεια.
Ωστόσο, εκεί στα βημόθυρα του εξώστη της αγροικίας, μετά το γεύμα, απολαμβάνοντας την θέα των αντικρινών Ιλ ντε λα Γκονάβ της Καραϊβικής Θάλασσας με είχε συνεπάρει το μεγαλείο της φύσης, η ησυχία και το χαδιάρικο αεράκι του νότιου ημισφαιρίου, ώστε λησμόνησα εντελώς το γράμμα εκείνο. Αποκοιμήθηκα, μάλιστα, στο ανάκλιντρο γλυκά ως βρέφος. Δίχως να γνωρίζω αν αυτό κράτησε ορισμένα μόνο λεπτά της ώρας ή όλο το απόγευμα, στον ύπνο μου εμφανίστηκε εμπρός μου σαν σε όραμα λευκοντυμένος και φασματικός ο εκλιπών δημοσιογράφος Μπονιφάς Αριστίντ της παλαιάς οικογενείας των ευγενών Μπονιφάς, ανταποκριτής κάποτε της εφημερίδας «Λιμπερτέ» εκ Παρισίων και επί πολλά έτη πιστός μου γραμματικός λέγοντάς μου:
«Ζαν-Πιερ, παιδί μου, ξύπνα, σήκω αμέσως και ετοιμάσου να συγγράψεις αυτή την απαντητική επιστολή, αφηγουμένη εν συντομία όσων μεγάλων θαυμαστών έχεις ζήσει και επιζήσει, επιστολή που θα ενθαρρύνει τους μακρινούς της αποστολείς να συνεχίσουν νικηφόρα τον απεργαζόμενο πόλεμο στα χώματά τους, με την οποία θα ευαρεστηθούν αν τους φανερωθεί αναγνώριση από εσένα, η πρώτη από όλα τα πολιτισμένα έθνη της υφ΄ ήλιον γης. Να γνωρίζεις πως αν το πράξεις, ο καλός Θεός θα παρατείνει τη ζωή σου ως ευτυχή ηλικία και θα σου χαρίσει ευλογημένα τέλη. Τήρησες τις εντολές που έλαβες από το λαό σου. Τον απελευθέρωσες από τους Γάλλους κατακτητές και απέδωσες τη δυτική Ισπανιόλα στο Χαΐτιον. Ένωσες τον βορρά με τον νότο του εις Δημοκρατία μία. Χάρισες την ελευθερία σε όσους ήταν υπόδουλοι σε ορυχεία και σε φυτείες ζάχαρης. Αναγνώρισες ως ισότιμους πολίτες τους σκλάβους που έφεραν από την Αφρική οι επίγονοι Ισπανοί του επάρατου Χριστοφόρου Κολόμβου αφού εξόντωσαν τους ιθαγενείς Ίντιος. Ίδρυσες το πρώτο ανεξάρτητο κράτος μαύρων στον Νέο Κόσμο. Εργάζεσαι καθημερινά για την ειρήνη με τον όμορο και εισέτι κατεχόμενο από τους κονκισταδόρες Άγιο Κυρϊακό της διχασμένης σου νήσου. Ποτέ δεν επιθύμησες να αντιγυρίσεις το κακό με κακό σε κανέναν υπό την εξουσία σου. Πολλοί άνδρες σημαντικοί που τέθηκαν στις προσταγές σου σε πρόδωσαν, σε πλήγωσαν και αναλογίστηκαν τον θάνατό τους όταν έπεσαν στα χέρια σου. Και ενώ εκείνοι θεώρησαν κάτι παραπάνω από βέβαιο το χαμό τους, εσύ αντιθέτως τούς παρέδωσες στην κρίση του Κυρίου, τους ελευθέρωσες από τη φυλακή και τους απέστειλες στη χώρα τους σώους και αβλαβείς, ενδεδυμένους μάλιστα με ιματισμό ταιριαστό με το αξίωμα του καθενός. Να αποκριθείς, λοιπόν, σε αυτήν την επιστολή, διότι δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος ζωντανός σήμερα στον κόσμο που θα μπορούσε να το πράξει με μεγαλύτερη ειλικρίνεια από εσένα. Και στην επιτροπή αυτή να γράψεις πως οποιοσδήποτε και εάν είναι στο μέλλον κυβερνήτης της Ελλάδος, αυτός οφείλει να πράττει ορθά δρώντας με παρόμοιο με εσένα τρόπο προς ευλογία του λαού του. Είναι απαραίτητο να πιστέψει αληθινά πως η ελληνική υπόθεση θα πηγαίνει από το καλό στο καλύτερο όσο εκείνη υιοθετεί και αφιερώνει το χρόνο της στην ακεραιότητα· να κατέχει πως όσο βαδίζει ηθικά στη ζωή κοινοποιώντας παντού το δίκαιο αίτημά της, τότε ο πόλεμος που χρηματοδοτεί έστω και με λίγους μόνο ακολούθους θα εξυψωθεί από τον Θεό και Εκείνος θα χαρίσει την οριστική νίκη επί του κατακτητή και θα ικανώσει το γένος των Γραικών να διαλύσει τους αντιπάλους που βαδίζουν εναντίον του με έπαρση και πολυάριθμους στρατούς. Για όλους αυτούς του λόγους, ξύπνησε, αγαπητό μου παιδί, Ζαν-Πιερ, σήκω και άρχισε να συντάσσεις την απάντησή σου με τον καλύτερο τρόπο εφόσον ο Θεός και η επιτροπή εσένα επέλεξαν και εσένα αξίωσαν».
Ξύπνησα έντρομος περιμένοντας να βρω εκεί δίπλα μου τον ευγενή Μπονιφάς Αριστίντ. Δε βρήκα όμως κανέναν. Επέστρεψα δίχως καμία διάθεση την επομένη στο γραφείο μου στο κυβερνείο του Λιμένος-του-Πρίγκηπος και άφησα να περάσουν οι ημέρες χωρίς καμία επιθυμία να ξεκινήσω καμία επιστολή και θεωρώντας το όραμα τίποτε άλλο παρά αφελές όνειρο, ώσπου μια νύχτα είδα και πάλι στον ύπνο μου λευκοντυμένο και φασματικό τον εκλιπόντα δημοσιογράφο Μπονιφάς Αριστίντ, ανταποκριτή κάποτε της εφημερίδας «Λιμπερτέ» εκ Παρισίων και επί πολλά έτη πιστό μου γραμματικό, να επαναλαμβάνει βλοσυρά:
«Ζαν-Πιερ, μα γιατί περιφρονείς αυτό που σου είπα; Ξύπνα αμέσως και απάντησε στην επαναστατική επιτροπή των Ελλήνων! Να γνωρίζεις πως εάν το πράξεις, η οικογένειά σου, όλοι οι συγγενείς και φίλοι σου θα ανταμειφθούν δαψιλώς εξαιτίας του δικού σου κόπου και μόχθου και περισσότερο εσύ ο ίδιος, περισσότερο ακόμα και από κάθε κυβερνήτη που θα βλαστήσει στο μέλλον από κάθε αρχοντία της Ισπανιόλας».
Και μου πρότεινε κόνδυλο και γαλανή μελάνη, σφραγίδα και ράβδο κηρού και εξαφανίστηκε. Και τότε αποφάσισα να εγκαταλείψω την μονήρη μου σιωπή. Κάλεσα και υπαγόρευσα στο νυν γραμματικό μου Σαρλ Λεκλέρκ την παρακάτω επιστολή ως επίσημη αναγνώριση του δίκαιου αγώνα των Ελλήνων με την εντολή να την ταχυδρομήσει στην ελληνική επαναστατική επιτροπή και ταυτόχρονα να τη δημοσιεύσει σε περίοπτη θέση στις στήλες της εφημερίδας «Λιμπερτέ». Και όλοι όσοι τη διαβάσετε να την πιστέψετε, διότι ειλικρινά όλα όσα γράφει είναι πέρα ως πέρα αληθινά και να μην αμφισβητήσετε τίποτα. Και ας γνωρίζετε όλοι ότι δεν μπορώ παρά να έχω την εδραία πεποίθηση ότι η ελληνική επανάσταση που άναψε το έτος ᾳωκα’ και η οποία έχει προχωρήσει τόσο πολύ θα καταφέρει τελικώς να επικρατήσει, διότι θα συμβούν πάλι αυτά τα δύο τα οποία οι Γραικοί πάντα έχουν στο μέτωπό τους: αφενός πως οποιαδήποτε νίκη κατακτούν την αποδίδουν στην από κοινού αντί στην κατά μόνας προσπάθεια και αφετέρου πως επιθυμούν να βασιλεύει η δικαιοσύνη ανάμεσά τους. Και αυτά τα δύο τα τηρούν όλοι, από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο:
Εν Λιμένι-του-Πρίγκηπος,
Χαΐτιοιν,
ιε’ Ιανουαρίου ᾳωκβ’
και έτους ιθ’ από την Ανεξαρτησία.
Προς τους Πολίτες της Ελλάδος
κυρίους
Adamance Coray, ωρίμου διδασκάλου των ελληνικών γραμμάτων,
Κωνσταντίνο Πολυχρονιάδη ή Πολυχρόνη, νεαρού λογίου εκ Ζαγορίου,
Αλέξανδρο Στεφάνου Βογορίδην ή Αλέκο-πασά και
Χριστόδουλο Κλονάρη ή Κλωνάρην, εξαίρετου νομικού από το Λιασκόβετσι ή Λεπτοκαρυά Ηπείρου.
Αγαπητοί μου πολίτες,
λίγο προτού λάβουμε την επιστολή σας, η οποία έφτασε εις χείρας μας την εικοστή ημέρα παρελθόντος Αυγούστου έτους ᾳωκα’, πληροφορηθήκαμε μετά μεγάλης μας χαράς από τον διεθνή Τύπο την είδηση της επανάστασης των συμπολιτών σας εναντίον του οθωμανικού δεσποτισμού, εκείνου του οποίου διήρκεσε περισσότερο από τρεις και πλέον εκατονταετηρίδες. Με μεγάλο ενθουσιασμό λάβαμε γνώση πως η Ελλάς ανέλαβε τα όπλα προκειμένου να αποκτήσει την ελευθερία και τη θέση της μεταξύ των ελεύθερων εθνών του κόσμου. Μία τόσον ωραία και τόσο νόμιμη υπόθεση και προ πάντων οι πρώτες επιτυχίες που τη συνόδευσαν δεν είναι ούτε άγνωστες ούτε αδιάφορες εν Χαϊτίνοις, οι οποίοι, όπως και οι Ελληνες επί μακρόν έσκυβαν τον τράχηλο σε ζυγό επονείδιστο, εσηκώθηκαν όμως σήμερα και με αυτές τις ίδιες αλυσίδες των δεσμών συνέθλιψαν το κρανίο της τυραννίας. Ευχόμαστε προς τον ουρανό να υπερασπισθεί τους απογόνους του Λεωνίδου, σκεφθήκαμε μάλιστα να συντρέξουμε τις γενναίες σας δυνάμεις, αν όχι διά στρατευμάτων και πολεμοφοδίων, τουλάχιστον διά χρημάτων για την προμήθεια όπλων των οποίων έχετε τόσο ανάγκη. Γεγονότα ωστόσο τα οποία υπέβαλαν την πατρίδα μας σε μεγάλη ανάγκη εξάντλησαν κάθε χρηματικό απόθεμα στο θησαυροφυλάκιό της και ως εκ τούτου η Διοίκησή μας αδυνατεί να καταβάλει έστω και μέρος εκείνου του ποσού του οποίου είχαμε αρχικά κατά νου: διαρκεί ακόμα η επανάσταση στο ανατολικό τμήμα της διχοτομημένης μας Νήσου, το επονομαζόμενο Άγιος Κυρϊακός και το οποίο βρίσκεται ακόμη υπό το ισπανικό στέμμα. Επιπλέον, το βόρειο τμήμα του Χαϊτίου το οποίο ενώθηκε πρόσφατα με τη Δημοκρατία της οποίας προεδρεύουμε ζει σε μεγάλη ένδεια και δικαιολογημένα καταδαπανά το ταμείο μας. Εάν, βέβαια, στο μέλλον επισυμβούν οι κατάλληλες, όπως το επιθυμούμε και το ευχόμαστε άλλωστε, περιστάσεις, τότε θα είμαστε σε θέση να βοηθήσουμε περισσότερο και κατά το μέτρο του δυνατού τα παιδιά της Ελλάδας.
Αντ’ αυτής, ωστόσο, της χρηματικής βοήθειας που επί του παρόντος κωλυόμαστε να σας προσφέρουμε, παρακαλούμε την αγάπη σας να δεχθεί εκ μέρους μας, συμβολικώς μεν, αλλά προς μεγάλη μας τιμή τα εξής: την αποστολή με’ τόνων εκλεκτής ποικιλίας καφέ ρομβούστας προκειμένου από την πώλησή του να αγοραστούν όπλα καριοφίλια και λοιπά τυφέκια, την οποία επιπλέον θα συνοδεύσουν ως τη γη σας ρ’ Χαϊτινοί εθελοντές, όλοι τους νέοι λαμπροί της νεαρής μας Δημοκρατίας, ώστε να πολεμήσουν στο πλάι σας. Για το σκοπό αυτό θα ναυλώσουμε αποκλειστικά και με εξ ολοκλήρου δική μας έξοδα το ατμόπλοιο χύδην φορτίου «Κλερμόντ» προκειμένου να μεταφέρει με ασφάλεια τόσο το εκστρατευτικό σώμα όσο και το εμπόρευμα σε ασφαλή λιμένα που θα μας υποδείξετε.
Πολίτες!
Διαβιβάστε προς τους συμπατριώτες σας τις θερμότερες ευχές μας τις οποίες ο λαός του Χαϊτίου αναπέμπει υπέρ της ελευθέρωσής τους! Οι μεταγενέστεροι Έλληνες ας ελπίζουν στην αναγεννημένη τους ιστορία να κατακτήσουν τρόπαια παρόμοια της Σαλαμίνος! Μακάρι να αναδειχθούν με παρόμοιο τρόπο ισάξιοι των προγόνων τους και υπό τη διεύθυνση των διαταγών κάθε σύγχρονου Μιλτιάδου να καταφέρουν στο πεδίο του νέου Μαραθώνος τον θρίαμβο της ιεράς υποθέσεως, την οποία επιχείρησαν υπέρ των δικαιωμάτων τους, υπέρ της θρησκείας και υπέρ της πατρίδος. Μακάρι, τέλος, διά μέσου συνετών και φρονίμων διαταγών να μνημονευθούν στην Ιστορία ως οι κληρονόμοι της καρτερίας και των αρετών των προγόνων τους!
Διάπυρος κατά Θεόν ευχέτης,
Ιωάννης – Πέτρος Μπουαγιέ ή Βόγιερ ή Μπόγερ,
ελέω Θεού πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Και αν το ατμόπλοιο χύδην φορτίου «Κλερμόντ» δεν έφτασε ποτέ στον τελικό του προορισμό είναι ίσως επειδή του αφαίρεσαν για κούρσος τούς σαράντα πέντε τόνους καφέ που μετέφερε Χριστιανοί πειρατές κάπου ανοιχτά της Μάλτας για να τον μοσχοπουλήσουν στις αγορές της Ιταλίας. Το πλήρωμα και τους εκατό λαμπρούς νέους εθελοντές από την Αϊτή τους πούλησαν κοψοχρονιά σε κάποιους Μουσουλμάνους κουρσάρους από το Τούνεζι κι εκείνοι με τη σειρά τους τούς μεταπώλησαν στα σκλαβοπάζαρα της Μπαρμπαριάς.
Όσο για το σκαρί του «Κλερμόντ» ποτέ καμία εφημερίδα, της «Λιμπερτέ» συμπεριλαμβανομένης, δεν έγραψε τι απέγινε, αν τελικά βυθίστηκε στα νερά της Μεσογείου ή έγινε κι αυτό σκάντζα με την αλήθεια της διήγησης, πράγμα που ούτε ο εκλιπών δημοσιογράφος Μπονιφάς Αριστίντ της παλαιάς οικογενείας των ευγενών Μπονιφάς και ανταποκριτής του παρισινού φύλλου εν Χαϊτίω θα είχε καταφέρει να προβλέψει, έτσι κι αλλιώς η ειδησεογραφία της εποχής ήταν εξαιρετικά απορροφημένη με την οριστική επικράτηση του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων και τον αντίκτυπό της στην Ευρώπη, ώστε να ασχοληθεί με ένα βαπόρι και μάλιστα φορτηγό.
O Γιώργος Γκόζης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1970. Έχει δημοσιεύσει ως σήμερα τέσσερα προσωπικά πεζογραφικά και ένα αγιολογικό έργο. Κείμενά του έχουν συμπεριληφθεί στα περισσότερα ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά, σε αφιερώματα, σε ανθολογίες, στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, ενώ μεταφράζει σερβική πεζογραφία του εικοστού αιώνα.
Έργο του έχει συμπεριληφθεί στο θεατρικό αναλόγιο «Ανασκαφή-1» του ΚΘΒΕ.
Από το 2016 είναι τακτικό μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης.
Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί στα αλβανικά, στα σουηδικά και στα ισπανικά.
Επίσημη ιστοσελίδα: georgegozis.gr
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 16 Μαΐου 2021Μια ημέρα των ημερών παραμονές Χριστουγέννων του έτους ᾳωκα’ εγώ, ο Ζαν-Πιερ Μπουαγιέ ή Μπόγερ ή Βόγερ, ισόβιος πρόεδρος του μαργαρίτη των Αντιλλών Χαϊτίου, είχα αποσυρθεί στα κτήματά μου επί της αρδεύσιμης πεδιάδας της απλωμένης με κήπους, οπωρώνες και αγρούς στα περίχωρα της πόλης Μιρεμπαλαί παρά την νότια κοίτη του ποταμού Αρτιμπονίτ υπό τη σκέπη τη κορυφής Τρουχίλο ή Ντουάρτε των Μαύρων Ορέων της διχοτομημένης νήσου Ισπανιόλα. Αν και είχαν ήδη συμπληρωθεί σχεδόν δύο δεκαετηρίδες από εκείνη την Πρωτοχρονιά του έτους ᾳωδ’ και την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας μας από τον ζυγό των Γάλλων, εξακολουθούσα να εργάζομαι σκληρά νυχθημερόν για τις εθνικές υποθέσεις και εκείνη η συγκυρία της ανάπαυλας αποτελούσε τόσο σπάνια πολυτέλεια και ανταμοιβή. Τη μοναδική υποχρέωση την οποία είχα επιτρέψει εις εαυτόν ήταν απλώς να αναγνώσω κάποια επιστολή που είχε φτάσει στα χέρια μου από μια μακρινή επαναστατική επιτροπή της Μεσογείου και αποζητούσε τη διεθνή αναγνώριση της εξέγερσης των Ελλήνων και, επιπλέον, υλική βοήθεια.
Ωστόσο, εκεί στα βημόθυρα του εξώστη της αγροικίας, μετά το γεύμα, απολαμβάνοντας την θέα των αντικρινών Ιλ ντε λα Γκονάβ της Καραϊβικής Θάλασσας με είχε συνεπάρει το μεγαλείο της φύσης, η ησυχία και το χαδιάρικο αεράκι του νότιου ημισφαιρίου, ώστε λησμόνησα εντελώς το γράμμα εκείνο. Αποκοιμήθηκα, μάλιστα, στο ανάκλιντρο γλυκά ως βρέφος. Δίχως να γνωρίζω αν αυτό κράτησε ορισμένα μόνο λεπτά της ώρας ή όλο το απόγευμα, στον ύπνο μου εμφανίστηκε εμπρός μου σαν σε όραμα λευκοντυμένος και φασματικός ο εκλιπών δημοσιογράφος Μπονιφάς Αριστίντ της παλαιάς οικογενείας των ευγενών Μπονιφάς, ανταποκριτής κάποτε της εφημερίδας «Λιμπερτέ» εκ Παρισίων και επί πολλά έτη πιστός μου γραμματικός λέγοντάς μου:
«Ζαν-Πιερ, παιδί μου, ξύπνα, σήκω αμέσως και ετοιμάσου να συγγράψεις αυτή την απαντητική επιστολή, αφηγουμένη εν συντομία όσων μεγάλων θαυμαστών έχεις ζήσει και επιζήσει, επιστολή που θα ενθαρρύνει τους μακρινούς της αποστολείς να συνεχίσουν νικηφόρα τον απεργαζόμενο πόλεμο στα χώματά τους, με την οποία θα ευαρεστηθούν αν τους φανερωθεί αναγνώριση από εσένα, η πρώτη από όλα τα πολιτισμένα έθνη της υφ΄ ήλιον γης. Να γνωρίζεις πως αν το πράξεις, ο καλός Θεός θα παρατείνει τη ζωή σου ως ευτυχή ηλικία και θα σου χαρίσει ευλογημένα τέλη. Τήρησες τις εντολές που έλαβες από το λαό σου. Τον απελευθέρωσες από τους Γάλλους κατακτητές και απέδωσες τη δυτική Ισπανιόλα στο Χαΐτιον. Ένωσες τον βορρά με τον νότο του εις Δημοκρατία μία. Χάρισες την ελευθερία σε όσους ήταν υπόδουλοι σε ορυχεία και σε φυτείες ζάχαρης. Αναγνώρισες ως ισότιμους πολίτες τους σκλάβους που έφεραν από την Αφρική οι επίγονοι Ισπανοί του επάρατου Χριστοφόρου Κολόμβου αφού εξόντωσαν τους ιθαγενείς Ίντιος. Ίδρυσες το πρώτο ανεξάρτητο κράτος μαύρων στον Νέο Κόσμο. Εργάζεσαι καθημερινά για την ειρήνη με τον όμορο και εισέτι κατεχόμενο από τους κονκισταδόρες Άγιο Κυρϊακό της διχασμένης σου νήσου. Ποτέ δεν επιθύμησες να αντιγυρίσεις το κακό με κακό σε κανέναν υπό την εξουσία σου. Πολλοί άνδρες σημαντικοί που τέθηκαν στις προσταγές σου σε πρόδωσαν, σε πλήγωσαν και αναλογίστηκαν τον θάνατό τους όταν έπεσαν στα χέρια σου. Και ενώ εκείνοι θεώρησαν κάτι παραπάνω από βέβαιο το χαμό τους, εσύ αντιθέτως τούς παρέδωσες στην κρίση του Κυρίου, τους ελευθέρωσες από τη φυλακή και τους απέστειλες στη χώρα τους σώους και αβλαβείς, ενδεδυμένους μάλιστα με ιματισμό ταιριαστό με το αξίωμα του καθενός. Να αποκριθείς, λοιπόν, σε αυτήν την επιστολή, διότι δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος ζωντανός σήμερα στον κόσμο που θα μπορούσε να το πράξει με μεγαλύτερη ειλικρίνεια από εσένα. Και στην επιτροπή αυτή να γράψεις πως οποιοσδήποτε και εάν είναι στο μέλλον κυβερνήτης της Ελλάδος, αυτός οφείλει να πράττει ορθά δρώντας με παρόμοιο με εσένα τρόπο προς ευλογία του λαού του. Είναι απαραίτητο να πιστέψει αληθινά πως η ελληνική υπόθεση θα πηγαίνει από το καλό στο καλύτερο όσο εκείνη υιοθετεί και αφιερώνει το χρόνο της στην ακεραιότητα· να κατέχει πως όσο βαδίζει ηθικά στη ζωή κοινοποιώντας παντού το δίκαιο αίτημά της, τότε ο πόλεμος που χρηματοδοτεί έστω και με λίγους μόνο ακολούθους θα εξυψωθεί από τον Θεό και Εκείνος θα χαρίσει την οριστική νίκη επί του κατακτητή και θα ικανώσει το γένος των Γραικών να διαλύσει τους αντιπάλους που βαδίζουν εναντίον του με έπαρση και πολυάριθμους στρατούς. Για όλους αυτούς του λόγους, ξύπνησε, αγαπητό μου παιδί, Ζαν-Πιερ, σήκω και άρχισε να συντάσσεις την απάντησή σου με τον καλύτερο τρόπο εφόσον ο Θεός και η επιτροπή εσένα επέλεξαν και εσένα αξίωσαν».
Ξύπνησα έντρομος περιμένοντας να βρω εκεί δίπλα μου τον ευγενή Μπονιφάς Αριστίντ. Δε βρήκα όμως κανέναν. Επέστρεψα δίχως καμία διάθεση την επομένη στο γραφείο μου στο κυβερνείο του Λιμένος-του-Πρίγκηπος και άφησα να περάσουν οι ημέρες χωρίς καμία επιθυμία να ξεκινήσω καμία επιστολή και θεωρώντας το όραμα τίποτε άλλο παρά αφελές όνειρο, ώσπου μια νύχτα είδα και πάλι στον ύπνο μου λευκοντυμένο και φασματικό τον εκλιπόντα δημοσιογράφο Μπονιφάς Αριστίντ, ανταποκριτή κάποτε της εφημερίδας «Λιμπερτέ» εκ Παρισίων και επί πολλά έτη πιστό μου γραμματικό, να επαναλαμβάνει βλοσυρά:
«Ζαν-Πιερ, μα γιατί περιφρονείς αυτό που σου είπα; Ξύπνα αμέσως και απάντησε στην επαναστατική επιτροπή των Ελλήνων! Να γνωρίζεις πως εάν το πράξεις, η οικογένειά σου, όλοι οι συγγενείς και φίλοι σου θα ανταμειφθούν δαψιλώς εξαιτίας του δικού σου κόπου και μόχθου και περισσότερο εσύ ο ίδιος, περισσότερο ακόμα και από κάθε κυβερνήτη που θα βλαστήσει στο μέλλον από κάθε αρχοντία της Ισπανιόλας».
Και μου πρότεινε κόνδυλο και γαλανή μελάνη, σφραγίδα και ράβδο κηρού και εξαφανίστηκε. Και τότε αποφάσισα να εγκαταλείψω την μονήρη μου σιωπή. Κάλεσα και υπαγόρευσα στο νυν γραμματικό μου Σαρλ Λεκλέρκ την παρακάτω επιστολή ως επίσημη αναγνώριση του δίκαιου αγώνα των Ελλήνων με την εντολή να την ταχυδρομήσει στην ελληνική επαναστατική επιτροπή και ταυτόχρονα να τη δημοσιεύσει σε περίοπτη θέση στις στήλες της εφημερίδας «Λιμπερτέ». Και όλοι όσοι τη διαβάσετε να την πιστέψετε, διότι ειλικρινά όλα όσα γράφει είναι πέρα ως πέρα αληθινά και να μην αμφισβητήσετε τίποτα. Και ας γνωρίζετε όλοι ότι δεν μπορώ παρά να έχω την εδραία πεποίθηση ότι η ελληνική επανάσταση που άναψε το έτος ᾳωκα’ και η οποία έχει προχωρήσει τόσο πολύ θα καταφέρει τελικώς να επικρατήσει, διότι θα συμβούν πάλι αυτά τα δύο τα οποία οι Γραικοί πάντα έχουν στο μέτωπό τους: αφενός πως οποιαδήποτε νίκη κατακτούν την αποδίδουν στην από κοινού αντί στην κατά μόνας προσπάθεια και αφετέρου πως επιθυμούν να βασιλεύει η δικαιοσύνη ανάμεσά τους. Και αυτά τα δύο τα τηρούν όλοι, από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο:
Εν Λιμένι-του-Πρίγκηπος,
Χαΐτιοιν,
ιε’ Ιανουαρίου ᾳωκβ’
και έτους ιθ’ από την Ανεξαρτησία.
Προς τους Πολίτες της Ελλάδος
κυρίους
Adamance Coray, ωρίμου διδασκάλου των ελληνικών γραμμάτων,
Κωνσταντίνο Πολυχρονιάδη ή Πολυχρόνη, νεαρού λογίου εκ Ζαγορίου,
Αλέξανδρο Στεφάνου Βογορίδην ή Αλέκο-πασά και
Χριστόδουλο Κλονάρη ή Κλωνάρην, εξαίρετου νομικού από το Λιασκόβετσι ή Λεπτοκαρυά Ηπείρου.
Αγαπητοί μου πολίτες,
λίγο προτού λάβουμε την επιστολή σας, η οποία έφτασε εις χείρας μας την εικοστή ημέρα παρελθόντος Αυγούστου έτους ᾳωκα’, πληροφορηθήκαμε μετά μεγάλης μας χαράς από τον διεθνή Τύπο την είδηση της επανάστασης των συμπολιτών σας εναντίον του οθωμανικού δεσποτισμού, εκείνου του οποίου διήρκεσε περισσότερο από τρεις και πλέον εκατονταετηρίδες. Με μεγάλο ενθουσιασμό λάβαμε γνώση πως η Ελλάς ανέλαβε τα όπλα προκειμένου να αποκτήσει την ελευθερία και τη θέση της μεταξύ των ελεύθερων εθνών του κόσμου. Μία τόσον ωραία και τόσο νόμιμη υπόθεση και προ πάντων οι πρώτες επιτυχίες που τη συνόδευσαν δεν είναι ούτε άγνωστες ούτε αδιάφορες εν Χαϊτίνοις, οι οποίοι, όπως και οι Ελληνες επί μακρόν έσκυβαν τον τράχηλο σε ζυγό επονείδιστο, εσηκώθηκαν όμως σήμερα και με αυτές τις ίδιες αλυσίδες των δεσμών συνέθλιψαν το κρανίο της τυραννίας. Ευχόμαστε προς τον ουρανό να υπερασπισθεί τους απογόνους του Λεωνίδου, σκεφθήκαμε μάλιστα να συντρέξουμε τις γενναίες σας δυνάμεις, αν όχι διά στρατευμάτων και πολεμοφοδίων, τουλάχιστον διά χρημάτων για την προμήθεια όπλων των οποίων έχετε τόσο ανάγκη. Γεγονότα ωστόσο τα οποία υπέβαλαν την πατρίδα μας σε μεγάλη ανάγκη εξάντλησαν κάθε χρηματικό απόθεμα στο θησαυροφυλάκιό της και ως εκ τούτου η Διοίκησή μας αδυνατεί να καταβάλει έστω και μέρος εκείνου του ποσού του οποίου είχαμε αρχικά κατά νου: διαρκεί ακόμα η επανάσταση στο ανατολικό τμήμα της διχοτομημένης μας Νήσου, το επονομαζόμενο Άγιος Κυρϊακός και το οποίο βρίσκεται ακόμη υπό το ισπανικό στέμμα. Επιπλέον, το βόρειο τμήμα του Χαϊτίου το οποίο ενώθηκε πρόσφατα με τη Δημοκρατία της οποίας προεδρεύουμε ζει σε μεγάλη ένδεια και δικαιολογημένα καταδαπανά το ταμείο μας. Εάν, βέβαια, στο μέλλον επισυμβούν οι κατάλληλες, όπως το επιθυμούμε και το ευχόμαστε άλλωστε, περιστάσεις, τότε θα είμαστε σε θέση να βοηθήσουμε περισσότερο και κατά το μέτρο του δυνατού τα παιδιά της Ελλάδας.
Αντ’ αυτής, ωστόσο, της χρηματικής βοήθειας που επί του παρόντος κωλυόμαστε να σας προσφέρουμε, παρακαλούμε την αγάπη σας να δεχθεί εκ μέρους μας, συμβολικώς μεν, αλλά προς μεγάλη μας τιμή τα εξής: την αποστολή με’ τόνων εκλεκτής ποικιλίας καφέ ρομβούστας προκειμένου από την πώλησή του να αγοραστούν όπλα καριοφίλια και λοιπά τυφέκια, την οποία επιπλέον θα συνοδεύσουν ως τη γη σας ρ’ Χαϊτινοί εθελοντές, όλοι τους νέοι λαμπροί της νεαρής μας Δημοκρατίας, ώστε να πολεμήσουν στο πλάι σας. Για το σκοπό αυτό θα ναυλώσουμε αποκλειστικά και με εξ ολοκλήρου δική μας έξοδα το ατμόπλοιο χύδην φορτίου «Κλερμόντ» προκειμένου να μεταφέρει με ασφάλεια τόσο το εκστρατευτικό σώμα όσο και το εμπόρευμα σε ασφαλή λιμένα που θα μας υποδείξετε.
Πολίτες!
Διαβιβάστε προς τους συμπατριώτες σας τις θερμότερες ευχές μας τις οποίες ο λαός του Χαϊτίου αναπέμπει υπέρ της ελευθέρωσής τους! Οι μεταγενέστεροι Έλληνες ας ελπίζουν στην αναγεννημένη τους ιστορία να κατακτήσουν τρόπαια παρόμοια της Σαλαμίνος! Μακάρι να αναδειχθούν με παρόμοιο τρόπο ισάξιοι των προγόνων τους και υπό τη διεύθυνση των διαταγών κάθε σύγχρονου Μιλτιάδου να καταφέρουν στο πεδίο του νέου Μαραθώνος τον θρίαμβο της ιεράς υποθέσεως, την οποία επιχείρησαν υπέρ των δικαιωμάτων τους, υπέρ της θρησκείας και υπέρ της πατρίδος. Μακάρι, τέλος, διά μέσου συνετών και φρονίμων διαταγών να μνημονευθούν στην Ιστορία ως οι κληρονόμοι της καρτερίας και των αρετών των προγόνων τους!
Διάπυρος κατά Θεόν ευχέτης,
Ιωάννης – Πέτρος Μπουαγιέ ή Βόγιερ ή Μπόγερ,
ελέω Θεού πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Και αν το ατμόπλοιο χύδην φορτίου «Κλερμόντ» δεν έφτασε ποτέ στον τελικό του προορισμό είναι ίσως επειδή του αφαίρεσαν για κούρσος τούς σαράντα πέντε τόνους καφέ που μετέφερε Χριστιανοί πειρατές κάπου ανοιχτά της Μάλτας για να τον μοσχοπουλήσουν στις αγορές της Ιταλίας. Το πλήρωμα και τους εκατό λαμπρούς νέους εθελοντές από την Αϊτή τους πούλησαν κοψοχρονιά σε κάποιους Μουσουλμάνους κουρσάρους από το Τούνεζι κι εκείνοι με τη σειρά τους τούς μεταπώλησαν στα σκλαβοπάζαρα της Μπαρμπαριάς.
Όσο για το σκαρί του «Κλερμόντ» ποτέ καμία εφημερίδα, της «Λιμπερτέ» συμπεριλαμβανομένης, δεν έγραψε τι απέγινε, αν τελικά βυθίστηκε στα νερά της Μεσογείου ή έγινε κι αυτό σκάντζα με την αλήθεια της διήγησης, πράγμα που ούτε ο εκλιπών δημοσιογράφος Μπονιφάς Αριστίντ της παλαιάς οικογενείας των ευγενών Μπονιφάς και ανταποκριτής του παρισινού φύλλου εν Χαϊτίω θα είχε καταφέρει να προβλέψει, έτσι κι αλλιώς η ειδησεογραφία της εποχής ήταν εξαιρετικά απορροφημένη με την οριστική επικράτηση του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων και τον αντίκτυπό της στην Ευρώπη, ώστε να ασχοληθεί με ένα βαπόρι και μάλιστα φορτηγό.
O Γιώργος Γκόζης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1970. Έχει δημοσιεύσει ως σήμερα τέσσερα προσωπικά πεζογραφικά και ένα αγιολογικό έργο. Κείμενά του έχουν συμπεριληφθεί στα περισσότερα ελληνικά λογοτεχνικά περιοδικά, σε αφιερώματα, σε ανθολογίες, στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, ενώ μεταφράζει σερβική πεζογραφία του εικοστού αιώνα.
Έργο του έχει συμπεριληφθεί στο θεατρικό αναλόγιο «Ανασκαφή-1» του ΚΘΒΕ.
Από το 2016 είναι τακτικό μέλος της Εταιρείας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης.
Διηγήματά του έχουν μεταφραστεί στα αλβανικά, στα σουηδικά και στα ισπανικά.
Επίσημη ιστοσελίδα: georgegozis.gr
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 16 Μαΐου 2021
ΣΧΟΛΙΑ