Πρωινός καφές με τον Κώστα Γκιουλέκα (βίντεο)
28/10/2023 08:07
28/10/2023 08:07
Στο Πολεμικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης ήπιαμε σήμερα τον «πρωινό καφέ». Λίγες ώρες πριν γιορτάσουμε τη διπλή φετινή επέτειο συζητήσαμε με τον Κώστα Γκιουλέκα για τα παιδικά του χρόνια, την ενασχόληση με τη δημοσιογραφία και την πολιτική, τις δύσκολες στιγμές της, αλλά κυρίως για το τι σημαίνει σήμερα το ψηλάφισμα της ιστορίας.
Ένα ψηλάφισμα που ξεκίνησε από το «παράσημο του Κωστάκη» που του έριξε οι παππούς του στη λεκάνη του μπάνιου του μετά τη βάφτισή του και το οποίο επηρέασε σε μεγάλο βαθμό της ζωή του.
Ακόμη θυμάται το τηλεφώνημα του Κώστα Καραμανλή όταν το 2000 του πρότεινε να είναι υποψήφιος βουλευτής, ενώ απαντά στο ερώτημα για τον σημερινό αντίπαλο της κυβέρνησης, αλλά και για το μήνυμα της επετείου της 28ης Οκτωβρίου.
Τέτοιες ημέρες που ο καιρός έχει αρχίσει να κρυώνει τι πίνετε το πρωί;
Πάντα πρωινό ελληνικό καφέ, σκέτο (γελάει). Πάντα και κάθε μέρα. Με πολύ φρέσκο κρύο γάλα. Το συνηθίζω μάλιστα να τον πίνω έξω. Δεν είναι μόνο ο καλός καιρός. Είναι και η Θεσσαλονίκη που σε τραβά να είσαι έξω. Είναι μια πόλη που σε τραβά να περπατήσεις στα σοκάκια της, να ακούσεις τους καημούς της, να αφουγκραστείς τον παλμό και το ρυθμό της.
Ο Κώστας Γκιουλέκας σε παιδική ηλικία
Πάμε αρκετά χρόνια πίσω: γεννηθήκατε στη Θεσσαλονίκη.
Εδώ γεννημένος. Γέννημα θρέμμα Σαλονικιός.
Σε ποια γειτονιά;
Στην περιοχή της Αγίας Σοφίας και στη συνέχεια μεγάλωσα στην Ανάληψη.
Αναμνήσεις από τη Θεσσαλονίκη εκείνης της εποχής;
Ενώ ήμασταν πιτσιρικάδες και θα έπρεπε να ασχολούμαστε με άλλα πράγματα, δηλαδή με τα κορίτσια, τους φίλους και τις παρέες, εμείς ασχολούμασταν με τη συμφωνία της Βάρκιζας και με όλα αυτά τα γεγονότα.
Γιατί αυτό;
Γιατί έγινε η μεταπολίτευση και για όλα αυτά τα θέματα έπρεπε να αντικρούω τους συμμαθητές μου που οι περισσότεροι την περίοδο του σχολείου ήταν ενταγμένοι στην Αριστερά. Αντί να διαβάζουμε τον Λούκυ Λουκ και τον Αστερίξ, που και αυτά τα διαβάζαμε, καθόμασταν και μελετούσαμε τη συμφωνία της Βάρκιζας και το τί έγινε στον πρώτο και τον δεύτερο γύρο. Η γενιά μας μεγάλωσε απότομα, γιατί άρχισε να καταλαβαίνει έννοιες, όπως δημοκρατία και ελευθερία. Στα 12 σου χρόνια σίγουρα είναι κάτι που δεν το βιώνεις, αν δεν είσαι από οικογένεια που έχει υποστεί διώξεις. Εμείς αναγκαστήκαμε να μάθουμε τι σημαίνουν όλα αυτά. Τι σημαίνει χούντα, τι σημαίνει περιορισμός των ελευθεριών, τι σημαίνει αναστολή άρθρων του Συντάγματος, που δεν τα καταλαβαίναμε. Ήταν έννοιες αφηρημένες που αναγκαστικά έπρεπε να τις κατανοήσουμε για να μπορούμε να αντιπαρατεθούμε στον διάλογο της εποχής. Και επειδή το κλίμα ήταν έντονα πολιτικοποιημένο, αν ο παππούς ήταν αριστερός και εσύ γινόσουν αριστερός και έπρεπε να υπερασπίζεσαι τους αγώνες του παππού σου. Εγώ που ήμουν από τη δεξιά μπάντα έπρεπε να υπερασπίζομαι τους αγώνες της εθνικής παράταξης. Άρα, έπρεπε να ξέρω για να τους υπερασπίζομαι
Με τον πατέρα του
Κατάγεστε από εμπορική οικογένεια, έτσι;
Εμπορική οικογένεια, ναι. Πέτρος Γκιουλέκας ο πατέρας μου, Μαγδαληνή η μάνα μου.
Και ενασχόληση με αθλητικά είδη.
Τα «ΓΚΙΟΥΛΕΚΑΣ ΣΠΟΡ». Ο πατέρας μου διείδε τότε ότι δεν υπάρχει πάνω από την Αθήνα μαγαζί που να πουλά αθλητικά είδη. Εκεί είμασταν όλοι. Ο πατέρας, ο αδελφός μου ο Άκης και εγώ. Δούλευα και σπούδαζα.
Πιτσιρικάς στο κατάστημα του πατέρα του ΓΚΙΟΥΛΕΚΑΣ ΣΠΟΡ
Η σχέση με τον αδελφό; Φίλοι ή ανταγωνιστές;
(Γέλια) Ήταν μια σχέση πάρα πολύ έντονη και εκρηκτική. Πλακωνόμασταν με τον Άκη, αλλά ήμασταν όχι απλώς δεμένοι και αδέλφια, αλλά ο ένας συμπλήρωνε τον άλλο.
Σχολείο που πήγατε;
Στο Ε’ γυμνάσιο και στο Ε Λύκειο. Μια εκπληκτική εμπειρία. Χρωστώ σε αυτούς τους δασκάλους, γιατί περάσαμε στο πανεπιστήμιο χωρίς να το καταλάβουμε. Επειδή γινόταν πολύ καλή δουλειά στο σχολείο. Το Ε’, όπως και το Πειραματικό, ήταν δύο σχολεία πολύ δύσκολα και όπου για να επιβιώσεις έπρεπε να δουλεύεις, δηλαδή να διαβάζεις.
Στην αυλή του Ε' Λυκείου ως μαθητής
Kοπάνα με συμμαθητές στο Λευκό ΠύργοΣτέκια;
Το Tiffanys.
Στο κέντρο…
Όλοι κατεβαίναμε στο κέντρο, γιατί εκεί συναντιόμασταν. Στην «Ωραία», στον «Τάφο» και στο Τiffanys ή στην ντισκοτέκ «Calcana’s». Όλα αυτά τα ευαγή ιδρύματα (γελάει), τα οποία γαλούχησαν γενιές και γενιές.
Εκτός από την ενασχόληση με αυτές τις δύσκολες έννοιες της πολιτικής υπήρχαν και πιο light χόμπι; Μπάλα ή κάτι τέτοιο;
Υπήρξε στίβος. Έτρεχα και μου άρεζε πάρα πολύ. Αλλά επειδή από μικρός ήμουν (γελάει) πολυπράγμων και ασχολιόμουν με διάφορα πράγματα συνέχισα τον στίβο μέχρι μεγάλος.
Γιατί επιλέξατε Νομική;
Η Νομική προέκυψε ψάχνοντας να βρω τι θα κάνω στη ζωή μου. Τότε θυμάμαι έβλεπα σε κάποιες ταινίες τους δικηγόρους να αγορεύουν σε ποινικά δικαστήρια και έλεγα ότι αυτό είναι κάτι που μου αρέσει. Ακόμη ένας φίλος της οικογένειας μου ασκούσε μια γοητεία, γιατί ήταν ρήτορας, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι κάνει ένας δικηγόρος, γιατί ο πατέρας μου ήταν έμπορος. Ωστόσο η επαφή μου με τη Νομική ήρθε μέσα από όλες αυτές τις προσλαμβάνουσες εικόνες από διάφορα μέρη, αλλά και από τις ταινίες. Έτσι είπα ότι αυτό είναι κάτι που μου πάει παρά πολύ.
Δεύτερη αγάπη η δημοσιογραφία…
Η δημοσιογραφία μπήκε στη ζωή μου όταν ήμουν τρίτη Λυκείου, όπου πήγα να διοργανώσω μια γιορτή για την 28η Οκτωβρίου. Πηγαίνω στην τότε ΥΕΝΕΔ για να ζητήσω ηχητικά ντοκουμέντα από τον πόλεμο του ’40. Εκεί γνώρισα τον Λευτέρη τον Κογκαλίδη, ο οποίος διέγνωσε ότι είχα ένα περίεργο θάρρος, ίσως και θράσος. «Σε ενδιαφέρει η δημοσιογραφία;» με ρώτησε. Δεν τον πολυσκέφτηκα και του λέω: «Ναι». «Την άλλη ημέρα θα έρθεις στον Ελληνικό Βορρά», μου λέει. Έτσι από τον Οκτώβριο του 1977 ξεκίνησα στην εφημερίδα.
Ο Κογκαλίδης φταίει, δηλαδή;
Ναι, αυτός. Και στη συνέχεια ο Γιάννης Λογοθέτης, ο Γιώργος Σαλονικίδης, ο Νίκος Μέρτζος, ο Γεράσιμος Δώσσας, ο Κώστας Δημάδης. Μια κάστα δημοσιογράφων που έγραφαν με άλλη πέννα.
Στη δημοτική τηλεόραση και στην εκπομπή «Εν ονόματι του λόγου». Με καλεσμένους τον Κώστα Καραμανλή και τον Αναστάσιο Πεπονή
Στο Καστελόριζο σε δημοσιογραφική αποστολή
Μεγάλη αγάπη σας ήταν και είναι ο πολιτισμός και ιδιαίτερα οι άνθρωποί του. Γιατί;
Πολύ μεγάλη αγάπη για ένα χώρο, όπως είναι η τέχνη. Από μικρό παιδί θα έλεγα. Θυμάμαι σε ηλικία 13 χρονών συναντώ τη Σοφία Βέμπο σε ένα θέατρο δίπλα στην «Αυλαία». Πηγαίνω να της εκφράσω το θαυμασμό μου γιατί είναι η τραγουδίστρια της νίκης και με ρωτάει. «Εσύ που με ξέρεις;» Και της λέω: «Δεν ξέρω την τραγουδίστρια της νίκης; Είναι δυνατόν, κυρία Βέμπο». Από τότε με παίρνουν μαζί τους με τον Τραϊφόρο και γίνεται μια πνευματική υιοθεσία, που συνεχίζεται για όλη την περίοδο και όσο ζούσε η Σοφία.
Άλλες τέτοιες γνωριμίες;
Με τον Νίκο Ξυλούρη, τον οποίο γνώρισα στα 13 μου. Τον είδα στο «Μεγάλο μας Τσίρκο», στο Παλέ Ντε Σπορ, μαζί με τον Κώστα Καζάκο και την Τζένη Καρέζη. Τον βλέπω και καταλαβαίνω τι σημαίνει η λέξη παλικάρι. Φορούσε στιβάνια, κιλότα κρητική, μαύρο πουκάμισο με κεφαλομάντηλο, μακριά μαλλιά και ήταν πιο σεμνός από ό,τι ήμουν εγώ στα 13 μου χρόνια. Από τότε μέχρι να πεθάνει ήμουν μαζί του
Με τον Ντίνο Ηλιόπουλο και το Νίκο Σταυρίδη
Με τον Μίμη Φωτόπουλο
Με την Αλίκη Βουγιουκλάκη
Άλλες αδυναμίες από τον χώρο της τέχνης;
Μίμης Φωτόπουλος, Ντίνος Ηλιόπουλος, είναι οι άνθρωποι στους οποίους χρωστώ παρά πολλά.
Μετά ήρθε η πολιτική. Αληθεύει ότι η πρόταση να είστε υποψήφιος ήρθε από τον Καραμανλή;
Τρεις βδομάδες πριν από τις εκλογές του 2000 δούλευα στην TV100 και έγραφα μια εκπομπή. Μου λένε από το τηλεφωνικό κέντρο: «Γκιουλέκα, στο τηλέφωνο». Τους λέω: «Να πάρουν αργότερα». Μου λένε: «Είναι από την Αθήνα». Λέω ξανά: «Να πάρουν αργότερα». Λένε ότι είναι από τη ΝΔ. Λέω και πάλι να πάρουν αργότερα. Μου λένε: «Είναι από το γραφείο προέδρου». Εκεί δε λες να πάρουν αργότερα, αλλά διακόπτεις αυτό που κάνεις και πας στο τηλέφωνο. Ήταν μια γνωστή φωνή που μου λέει: «Αύριο ανακοινώνω ψηφοδέλτια στην Α’ Θεσσαλονίκης και θα είσαι υποψήφιος». Εκεί μου βγαίνει το αυθόρμητο: «Μα σε 3 εβδομάδες θα έχουμε εκλογές. Θα τελειώσουν, θα πάω άπατος και δε θα πάρει κανείς χαμπάρι ότι κατέβηκα υποψήφιος». «Εγώ θα σε ανακοινώσω και αν θέλεις διάψευσέ μου», μου λέει ο Καραμανλής. Και κρακ μου κλείνει το τηλέφωνο.
Η συνέχεια;
Την άλλη ημέρα δίκαζα στο Εφετείο στην Κοζάνη και ο αντιεισαγγελέας στην έδρα είχε διαβάσει στη «Μακεδονία» τους υποψήφιους και είχε δει το όνομά μου. Με φωνάζει, λοιπόν την ώρα της δίκης και μου λέει: «Κύριε, συνήγορε, για πλησιάστε. Παιδί μου, διάβασα στη Μακεδονία σήμερα ότι κάποιος Γκιουλέκας Κώστας είναι υποψήφιος στην Α’ Θεσσαλονίκης. Τι σχέση έχεις;» Του λέω: «Εγώ είμαι». «Και καλά δικάζεις στην Κοζάνη; Σε τρεις εβδομάδες έχουμε εκλογές», μου λέει. «Ε, χτες το βράδυ μου το είπαν. Τι να έλεγα στον πελάτη; Ότι δεν μπορώ να τον εκπροσωπήσω επειδή κατεβαίνω υποψήφιος;» Έτσι προέκυψαν όλα. Ξαφνικά.
Και μετά ήρθε η εκλογή;
Ήταν μια εκλογή που δεν την περίμενα. Υπολόγιζα σε 500, άντε 800 σταυρούς, άντε στην καλύτερη περίπτωση 3.000 και 4000 σταυρούς, αλλά τελικά συγκεντρώνω 42.000 σταυρούς και βγαίνω βουλευτής με το που κατέβηκα. Σε αυτό βέβαια συντέλεσε η ηλεκτρονική δημοσιογραφία γιατί σου δίνει μια αναγνωρισιμότητα. Από τότε μπήκα στην πολιτική.
Και μετά;
Έμεινα ένα χρόνο βουλευτής, γιατί χάνω την έδρα από μια ένσταση που μου έκανε ο Σωτήρης ο Κούβελας. Και ξαναμπαίνω στη Βουλή το 2004
Βουλευτής από το 2004. Μια δύσκολη στιγμή; Η διαγραφή σας από τη ΝΔ για το μνημόνιο;
Η πρώτη δύσκολη στιγμή ήταν το εκλογοδικείο, για το οποίο δε θα ήθελα σήμερα να επεκταθώ. Η δεύτερη μεγάλη σύγκρουση που θυμάμαι ήταν όταν ξαφνικά ειδοποιηθήκαμε ότι θα έπρεπε να ψηφίσουμε το δεύτερο μνημόνιο. Δεν είχαμε ψηφίσει το πρώτο, αρνούμασταν να ψηφίσουμε μνημόνια και αυτό το οποίο είπα ήταν ότι «εγώ δε θα ήθελα να ψηφίσω ένα μνημόνιο το οποίο δεν το πιστεύω και το οποίο προκύπτει χωρίς να το έχει διαπραγματευτεί η χώρα μου όσο μπορούσε. Έτσι αποφασίζω να μην ψηφίσω το μνημόνιο, με πρόεδρο τον Αντώνη Σαμαρά. 23 άνθρωποι, μαζί ο Μανόλης ο Κεφαλογιάννης και διάφοροι άλλοι χωρίς να είμαστε συνεννοημένοι συμπίπτουμε στην ίδια άποψη. Καταψηφίζουμε το μνημόνιο, την ίδια ώρα γίνεται η διαγραφή μας από την ΚΟ και την επομένη –και αυτό ήταν που μου κόστισε πάρα πολύ- ήρθε η διαγραφή μου από τη ΝΔ. Στη ΝΔ μπήκα 13 χρόνων παιδάκι, είμαι το τρίτο μέλος της νεολαίας του κόμματος στη Βόρεια Ελλάδα, στη ΜΑΚΙ και μου κόστισε πάρα πολύ το ότι κάποιος μου έδειξε την πόρτα της εξόδου. Όχι, μόνο από την ΚΟ που ήταν και απόλυτα φυσιολογικό, αλλά από τη ΝΔ που τη θεωρώ ως ένα χώρο που εκεί ζύμωσα τις ιδέες μου, εκεί έμαθα πάρα πολλά και υπηρετώ σε αυτήν την παράταξη γιατί πιστεύω στις ιδέες της.
Αυτό έγινε το 2012. Έντεκα χρόνια μετά σας στεναχωρεί που δεν είστε στη σημερινή κυβέρνηση;
Με στεναχωρεί πολλές φορές που οι επιλογές που γίνονται δεν είναι πάντοτε επιλογές με αξιοκρατικά κριτήρια και το λέω γενικότερα αυτό. Ένας πολιτικός φυσικά θέλει να έχει την ευκαιρία να μπορέσει από μια θέση ευθύνης να αγωνιστεί και να παλέψει.
Είμαστε λίγες ώρες πριν τη φετινή επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Άλλο ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής σας είναι και η ενασχόληση με την ιστορία. Πως ξεκίνησε αυτή η τάση σας;
Αυτό ξεκίνησε γιατί οι παππούδες μου, όπως και οι παππούδες πολλών άλλων Ελλήνων, σε κάποιους πολέμους πολέμησαν. Γιατί δεν υπήρξαν γενιές πριν από το 50 που να μην είχαν κάπου πολεμήσει. Και οι δικοί μου οι παππούδες μετείχαν στον μακεδονικό αγώνα, στη μικρασιατική ο άλλος και στους βαλκανικούς πολέμους. Όλα αυτά ήταν θέματα συζήτησης μέσα στο σπίτι. Εγώ είχα μια έφεση να τα ρουφάω όλα αυτά, προφανώς φαινόταν ότι θα γινόμουν δημοσιογράφος και έπαιρνα συνεντεύξεις από τους παππούδες μου, κρατώντας σημειώσεις με λεπτομέρειες. Τους ρωτούσα: «Που πήγες;» Και μετά άνοιγα το χάρτη για να βρω το μέρος. Όλα αυτά όμως ξεκίνησαν από ένα παράσημο.
Τι παράσημο;
Ένα παράσημο του παππού μου, Ηλία Γκιουλέκα, ο οποίος το έριξε αντί για χρυσή λίρα όταν μετά τη βάφτισή μου μου έκαναν μπάνιο για να φύγουν τα λάδια. Εκεί, λοιπόν το έθιμο ήταν να ρίχνουν μια χρυσή λίρα. Σε εμένα επειδή ο παππούς μου δεν είχε χρυσή λίρα γιατί ήταν φτωχός και έριξε ένα παράσημο από τη δράση του. Αυτό το παράσημο το έριξε μέσα δίνοντας την ευχή σε εμένα να είμαι ένας από εκείνους που αν χρειαστεί να πέσουν στη φωτιά για την πατρίδα, όπως έκανε και η δικιά του γενιά. Αυτό ήταν κάτι που όταν εγώ μεγάλωνα το άκουγα στο πλαίσιο της οικογενειακής συζήτησης. Αυτό το παράσημο επονομάστηκε «το παράσημο του Κωστάκη». Όλο αυτό μου κίνησε την περιέργεια να δω τι ήταν όλα αυτά τα άψυχα αντικείμενα που κάποια στιγμή έπαιρναν φωτιά στα χέρια των παλικαριών μας. Δηλαδή σκουριασμένα όπλα, κράνη, στολές, παράσημα, ξίφη που είναι το σύμβολο της τιμής εντός αξιωματικού. Και ξαφνικά όλα αυτά τα έβλεπα να είναι σε ένα παζάρι πεταμένα στη γη και να κάνεις κανείς παζάρι για το πόσο θα το αγοράσεις. Όλα αυτά μου γέννησαν την ιδέα ότι αυτά τα κειμήλια κάποιοι πρέπει να τα συγκεντρώσουν. Ένας από αυτούς του κάποιους θέλησα να είμαι και εγώ.
Έτσι ξεκίνησε η συλλογή κειμηλίων;
Από 14 χρονών.
Τι μαζεύατε;
Κυρίως αντικείμενα από τη στρατιωτική μας ιστορία. Φωτογραφίες, ιστορίες, επιστολικά δελτάρια, κράνη, στολές. Και αυτό συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Όλοι οι μισθοί μου κατατέθηκαν σε ένα ταμείο παρακαταθηκών που λέγεται εθνικό ταμείο. Δε σου επιστρέφεται τίποτα, αλλά χαίρεσαι γιατί όλα αυτά πρέπει κάπου να καταλήγουν. Το να κάνεις μια μεγάλη συλλογή, αυτό δε λέει τίποτα. Είναι μια μωροφιλοδοξία και μια εγωιστική διάθεση. Το να τα δώσεις εκεί που ανήκουν και εν προκειμένω όταν μιλάμε για στρατιωτική ιστορία αυτά είναι τα Πολεμικά μας Μουσεία, αυτό είναι το σημαντικό. Έτσι ένα μεγάλο κομμάτι όλων αυτών των κειμηλίων βρίσκεται εδώ, που μιλάμε. Στο Πολεμικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Πόσα σπίτια θα μπορούσαν να γεμίσουν;
Περίπου 10 διαμερίσματα
Το σύμφωνο παράδοσης της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους στον ελληνικό στρατό το 1912, γραμμένο στα γαλλικά
Από τα δεκάδες εκθέματα στο Πολεμικό Μουσείο Θεσσαλονίκης που προέρχονται από τη συλλογή του Κώστα Γκιουλέκα
Η γνώση της ιστορίας για ένα λαό είναι πολύ σημαντική. Η 28η Οκτωβρίου τι σημαίνει για εσάς;
Κάτι πολύ ζωντανό. Γιατί αρκετοί από αυτούς που κατάφεραν να δημιουργήσουν το Έπος του ‘40 ακόμη ζουν. Όχι όσοι πολέμησαν, αλλά τα παιδιά τους. Είναι οι δικοί μας πατεράδες και οι δικοί μας παππούδες. Άρα από τη στιγμή που είναι ζωντανοί δεν μπορείς να τους εγκαταλείψεις σε ένα ράφι ενός Μουσείου και να το ξεσκονίζεις κάθε φορά που ξεκινά μια εθνική επέτειος, αλλά πρέπει όλα αυτά να τα περνάς από γενιά σε γενιά.
Γιατί;
Γιατί η ιστορία όχι μόνο επαναλαμβάνεται, αλλά ειδικά στον τόπο μας έχει αποδειχτεί και μάλιστα με τραγικό τρόπο ότι επαναλαμβάνεται όχι ως φάρσα, αλλά ως τραγωδία. Άρα, το να ξέρεις ιστορία και ιδίως όταν πολιτεύεσαι, το να ξέρεις τι συνέβη σε αυτόν τον τόπο για να αποφύγουμε να κάνουμε στο μέλλον τα ίδια λάθη που έκαναν κάποτε οι άλλοι στη θέση μας αυτό είναι κάτι πολύ χρήσιμο. Και λυπάμαι να πω ότι δυστυχώς πολλοί στον τόπο μας δεν ξέρουν στοιχειώδεις πτυχές της ελληνικής ιστορίας.
Αυτό πως αντιμετωπίζεται; Πως αλλάζει;
Παιδεία, αγωγή και πάνω απ΄ όλα ένα φρόνημα που πρέπει να καλλιεργείται. Χωρίς εθνικισμούς και ακρότητες. . Το να ξέρουν αυτά τα παιδιά που βλέπουμε δίπλα μας και αυτήν την ώρα επισκέπτονται το Μουσείο τα βασικά πράγματα είναι χρέος της πολιτείας. Και το να κρατάει κανείς ψηλά το φρόνημα δεν είναι για να υπάρχει ένας ετοιμοπόλεμος λαός, αλλά για να μπορεί ένα λαός να διαφυλάσσει την ειρήνη του. Άρα να ξέρει πως θα προστατεύει αυτό το πολύτομο αγαθό. Την ειρήνη και τη δημοκρατία.
Πόσα βιβλία έχετε γράψει για την 28η Οκτωβρίου;
Άρθρα πάρα πολλά. Το πιο βασικό βιβλίο για την 28η Οκτωβρίου είναι ένα δίτομο έργο 1.250 σελίδων που είναι ο πόλεμος του 1940-41 όπως καταγράφηκε μέσα από τις εφημερίδες της εποχής. Ύστερα από χρόνια αναζήτησης και έρευνας συγκέντρωσα ένα αρχείο για το 1940 από τις καθημερινές εφημερίδες. Μέσα από όλα αυτά βγαίνουν εκπληκτικά τεκμήρια ιστορίας, όπως τα κύρια άρθρα ή κάποιες επιστολές. Ένας εύζωνας του 1912 για παράδειγμα που γράφει στον τότε πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά ότι έμαθε πως ο γιός του Όθωνας σκοτώθηκε στο Πόγραδετς. «Έχω έναν άλλο γιο, πέστε μου που να τον στείλω» του έγραφε. Όλα αυτά δεν είναι στοιχεία κάποιας εθνικής προπαγάνδας, είναι κυρίως στοιχεία ενός Έπους. Το ‘40 ήταν Έπος, το 12-13 ήταν Έπος. Ο μακεδονικός αγώνας ήταν Έπος, όπως φυσικά και η επανάσταση του 1821. Αυτό το βιβλίο είναι το πρώτο που έγραψα το 2008, ακολούθησαν και άλλα και ένα βιβλίο για τον μακεδονικό αγώνα 600 σελίδων το 2016 πάλι βασισμένο σε ένα προσωπικό αρχείο από εφημερίδες της περιόδου.
Η ιστορία σας γεμίζει και σας συναρπάζει
Αγαπώ παρά πολύ την ιστορία και κυρίως αγαπώ το να ψηλαφώ τα χνάρια της ιστορίας. Και να βρίσκω μια ιστορία που παραμένει μέχρι τα σήμερα ζωντανή. Η μεγάλη ιστορία δεν είναι τίποτα άλλο παρά πολλές μικρές ιστορίες κάποιων απλών ανθρώπων που όταν τους χρειάστηκε η πατρίδα έγιναν ήρωες. Πήγαν, πολέμησαν και κάποιοι δεν γύρισαν. Έτσι, λοιπόν έτυχε μετά από χρόνια να συναντήσω ανθρώπους που ήταν συμπολεμιστές ενός ήρωα και οι οποίοι μου συμπλήρωσαν τη γνώση για τον ήρωα που είχα μαζέψει. Ένα ρεπορτάζ της ιστορίας που συνέχεια σε τροφοδοτεί με νέα στοιχεία.
Θα πηγαίνατε να πολεμήσατε;
Είναι αυτονόητο. Ο καθένας μας αν χρειαστεί. Εύχομαι φυσικά να μη χρειαστεί ποτέ. Θα αγωνιζόμαστε πάντα έτσι ώστε η Ελλάδα να απολαμβάνει την ειρήνη. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε σε μια επικίνδυνη γειτονιά, άρα πρέπει να ξέρουμε ότι αν ποτέ χρειαστεί θα πρέπει να κάνουμε αυτό που έκαναν οι άλλοι στο παρελθόν. Το καθήκον μας, δηλαδή.
Τι αισθάνεστε βλέποντας αυτές τις ημέρες σκηνές πολέμου στη Μέση Ανατολή;
Είναι μια σύγχρονη τραγωδία, γιατί η γη μετατράπηκε σε νεκροταφείο. Είναι φοβερό ότι συνεχίζουν μέχρι σήμερα αυτήν την ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή που δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια επανάληψη διαφόρων άλλων φάσεων μια συνεχόμενης τραγωδίας, η οποία τώρα πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις Το ίδιο συμβαίνει και στην Ουκρανία. Μόνο αν εμβαθύνει κανείς μπορεί να δει τα αίτια που οδηγούν σε όλα αυτά. Ως μέχρι πρότινος πρόεδρος της Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής παρακολούθησα μια πολύ σημαντική φάση για τον τόπο μας, αυτή των μεγάλων εξοπλισμών που ήταν απαραίτητοι για να είναι οχυρωμένη η ειρήνη μας. Σε μια δύσκολη γειτονιά είναι πολύ σημαντικό να μπορεί να πεις ότι είμαι σε θέση να εξασφαλίσω και την ειρήνη του ελληνικού λαού και την ασφάλεια αυτού του τόπου
Με τι χαλαρώνετε σήμερα;
Κλέβω χρόνο για να βλέπω θέατρο. Γιατί έχω παρά πολλούς φίλους μέσα από τον χώρο της τέχνης, το οποίο αγαπώ ιδιαίτερα.
Μια ωραία παράσταση που είδατε τελευταία;
Η «Πινακοθήκη των Ηλιθίων» στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδα. Τώρα γράφω και ένα θεατρικό έργο…
Με τι θέμα;
Θα είναι η ζωή της Σοφίας Βέμπο και του Μίμη Τραϊφόρου. «Βέμπο, Τραϊφόρος τα παιδιά της Ελλάδος». Με φόντο την ιστορία. Συνδυάζω την αγάπη μου για αυτούς τους ανθρώπους και την αγάπη μου για την ιστορία του τόπου. Γιατί αυτοί οι άνθρωποι είναι μέρος της ιστορίας της Ελλάδας.
Με το συγγραφέα του «Παιδιά της Ελλάδος παιδιά» Μίμη Τραϊφόρο
Υπάρχει περίπτωση να παίξει σε αυτό το έργο ο γιός σου, που επίσης έχει ιδιαίτερη σχέση με το Θέατρο;
(Γελάει). Ρωτήστε τον ίδιο.
Πως έγινε αυτή η σχέση του γιου με το Θέατρο;
Προφανώς γιατί μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον κοντά στον πολιτισμό και την τέχνη. Η οικογένειά μας έχει άμεση σχέση με την τέχνη και από μικρός συνήθιζα να τον έχω κοντά στην τέχνη και στο Θέατρο. Όλα αυτά σίγουρα τον παρακίνησαν. Αλλά βέβαια είναι οι δικοί του λόγοι που τον οδήγησαν να πάει εκεί. Πήρε το καλλιτεχνικό αίμα του πατέρα του πίσω (γελάει).
Τελειώνουμε με την πολιτική. Ποιος είναι ο μεγαλύτερος αντίπαλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη σήμερα; Ο εαυτός της, τα προβλήματα;
Παρά το ότι δεν υπάρχει ισχυρή αντιπολίτευση τα προβλήματα παραμένουν για να μας θυμίζουν ότι δεν υπάρχει ούτε μια ώρα ούτε ένα λεπτό για χάσιμο. Ο μεγαλύτερος εχθρός για εμάς τώρα που δεν υπάρχει αντιπολίτευση είναι ο κίνδυνος της αλαζονείας και της έπαρσης. Έτσι, λοιπόν χαίρομαι που ο ίδιος ο Κυριάκος ο Μητσοτάκης έστειλε πρόσφατα το μήνυμα ότι πρέπει να πατάμε γερά με τα πόδια μας στη γη και ότι τέτοια φαινόμενα είναι φαινόμενα ξένα που ο ίδιος δεν πρόκειται να τα επιτρέψει να εκδηλωθούν.
Είμαστε λίγες ώρες προς τη φετινή διπλή επέτειο. Ποιο θα ήταν το μήνυμα που θα στέλνατε;
Ότι οι λέξεις τιμή, καθήκον, εθνική αξιοπρέπεια θα πρέπει να είναι λέξεις που στο καθημερινό λεξιλόγιο των Ελλήνων θα πρέπει να έχουν μια κορυφαία θέση. Δεν πρέπει να τους ξεχνάμε γιατί οι άνθρωποι αυτοί έδωσαν την ευκαιρία σε εμάς τους νεότερους να ζούμε σε μια χώρα όχι μόνο ελεύθερη αλλά κυρίως μια χώρα υπερήφανη. Άρα το μήνυμα της 28ης Οκτωβρίου είναι ότι αυτές οι επέτειοι πρέπει να υπάρχουν μόνο και μόνο για να μας θυμίζουν το χρέος και το καθήκον μας.
Στο Πολεμικό Μουσείο της Θεσσαλονίκης ήπιαμε σήμερα τον «πρωινό καφέ». Λίγες ώρες πριν γιορτάσουμε τη διπλή φετινή επέτειο συζητήσαμε με τον Κώστα Γκιουλέκα για τα παιδικά του χρόνια, την ενασχόληση με τη δημοσιογραφία και την πολιτική, τις δύσκολες στιγμές της, αλλά κυρίως για το τι σημαίνει σήμερα το ψηλάφισμα της ιστορίας.
Ένα ψηλάφισμα που ξεκίνησε από το «παράσημο του Κωστάκη» που του έριξε οι παππούς του στη λεκάνη του μπάνιου του μετά τη βάφτισή του και το οποίο επηρέασε σε μεγάλο βαθμό της ζωή του.
Ακόμη θυμάται το τηλεφώνημα του Κώστα Καραμανλή όταν το 2000 του πρότεινε να είναι υποψήφιος βουλευτής, ενώ απαντά στο ερώτημα για τον σημερινό αντίπαλο της κυβέρνησης, αλλά και για το μήνυμα της επετείου της 28ης Οκτωβρίου.
Τέτοιες ημέρες που ο καιρός έχει αρχίσει να κρυώνει τι πίνετε το πρωί;
Πάντα πρωινό ελληνικό καφέ, σκέτο (γελάει). Πάντα και κάθε μέρα. Με πολύ φρέσκο κρύο γάλα. Το συνηθίζω μάλιστα να τον πίνω έξω. Δεν είναι μόνο ο καλός καιρός. Είναι και η Θεσσαλονίκη που σε τραβά να είσαι έξω. Είναι μια πόλη που σε τραβά να περπατήσεις στα σοκάκια της, να ακούσεις τους καημούς της, να αφουγκραστείς τον παλμό και το ρυθμό της.
Ο Κώστας Γκιουλέκας σε παιδική ηλικία
Πάμε αρκετά χρόνια πίσω: γεννηθήκατε στη Θεσσαλονίκη.
Εδώ γεννημένος. Γέννημα θρέμμα Σαλονικιός.
Σε ποια γειτονιά;
Στην περιοχή της Αγίας Σοφίας και στη συνέχεια μεγάλωσα στην Ανάληψη.
Αναμνήσεις από τη Θεσσαλονίκη εκείνης της εποχής;
Ενώ ήμασταν πιτσιρικάδες και θα έπρεπε να ασχολούμαστε με άλλα πράγματα, δηλαδή με τα κορίτσια, τους φίλους και τις παρέες, εμείς ασχολούμασταν με τη συμφωνία της Βάρκιζας και με όλα αυτά τα γεγονότα.
Γιατί αυτό;
Γιατί έγινε η μεταπολίτευση και για όλα αυτά τα θέματα έπρεπε να αντικρούω τους συμμαθητές μου που οι περισσότεροι την περίοδο του σχολείου ήταν ενταγμένοι στην Αριστερά. Αντί να διαβάζουμε τον Λούκυ Λουκ και τον Αστερίξ, που και αυτά τα διαβάζαμε, καθόμασταν και μελετούσαμε τη συμφωνία της Βάρκιζας και το τί έγινε στον πρώτο και τον δεύτερο γύρο. Η γενιά μας μεγάλωσε απότομα, γιατί άρχισε να καταλαβαίνει έννοιες, όπως δημοκρατία και ελευθερία. Στα 12 σου χρόνια σίγουρα είναι κάτι που δεν το βιώνεις, αν δεν είσαι από οικογένεια που έχει υποστεί διώξεις. Εμείς αναγκαστήκαμε να μάθουμε τι σημαίνουν όλα αυτά. Τι σημαίνει χούντα, τι σημαίνει περιορισμός των ελευθεριών, τι σημαίνει αναστολή άρθρων του Συντάγματος, που δεν τα καταλαβαίναμε. Ήταν έννοιες αφηρημένες που αναγκαστικά έπρεπε να τις κατανοήσουμε για να μπορούμε να αντιπαρατεθούμε στον διάλογο της εποχής. Και επειδή το κλίμα ήταν έντονα πολιτικοποιημένο, αν ο παππούς ήταν αριστερός και εσύ γινόσουν αριστερός και έπρεπε να υπερασπίζεσαι τους αγώνες του παππού σου. Εγώ που ήμουν από τη δεξιά μπάντα έπρεπε να υπερασπίζομαι τους αγώνες της εθνικής παράταξης. Άρα, έπρεπε να ξέρω για να τους υπερασπίζομαι
Με τον πατέρα του
Κατάγεστε από εμπορική οικογένεια, έτσι;
Εμπορική οικογένεια, ναι. Πέτρος Γκιουλέκας ο πατέρας μου, Μαγδαληνή η μάνα μου.
Και ενασχόληση με αθλητικά είδη.
Τα «ΓΚΙΟΥΛΕΚΑΣ ΣΠΟΡ». Ο πατέρας μου διείδε τότε ότι δεν υπάρχει πάνω από την Αθήνα μαγαζί που να πουλά αθλητικά είδη. Εκεί είμασταν όλοι. Ο πατέρας, ο αδελφός μου ο Άκης και εγώ. Δούλευα και σπούδαζα.
Πιτσιρικάς στο κατάστημα του πατέρα του ΓΚΙΟΥΛΕΚΑΣ ΣΠΟΡ
Η σχέση με τον αδελφό; Φίλοι ή ανταγωνιστές;
(Γέλια) Ήταν μια σχέση πάρα πολύ έντονη και εκρηκτική. Πλακωνόμασταν με τον Άκη, αλλά ήμασταν όχι απλώς δεμένοι και αδέλφια, αλλά ο ένας συμπλήρωνε τον άλλο.
Σχολείο που πήγατε;
Στο Ε’ γυμνάσιο και στο Ε Λύκειο. Μια εκπληκτική εμπειρία. Χρωστώ σε αυτούς τους δασκάλους, γιατί περάσαμε στο πανεπιστήμιο χωρίς να το καταλάβουμε. Επειδή γινόταν πολύ καλή δουλειά στο σχολείο. Το Ε’, όπως και το Πειραματικό, ήταν δύο σχολεία πολύ δύσκολα και όπου για να επιβιώσεις έπρεπε να δουλεύεις, δηλαδή να διαβάζεις.
Στην αυλή του Ε' Λυκείου ως μαθητής
Kοπάνα με συμμαθητές στο Λευκό ΠύργοΣτέκια;
Το Tiffanys.
Στο κέντρο…
Όλοι κατεβαίναμε στο κέντρο, γιατί εκεί συναντιόμασταν. Στην «Ωραία», στον «Τάφο» και στο Τiffanys ή στην ντισκοτέκ «Calcana’s». Όλα αυτά τα ευαγή ιδρύματα (γελάει), τα οποία γαλούχησαν γενιές και γενιές.
Εκτός από την ενασχόληση με αυτές τις δύσκολες έννοιες της πολιτικής υπήρχαν και πιο light χόμπι; Μπάλα ή κάτι τέτοιο;
Υπήρξε στίβος. Έτρεχα και μου άρεζε πάρα πολύ. Αλλά επειδή από μικρός ήμουν (γελάει) πολυπράγμων και ασχολιόμουν με διάφορα πράγματα συνέχισα τον στίβο μέχρι μεγάλος.
Γιατί επιλέξατε Νομική;
Η Νομική προέκυψε ψάχνοντας να βρω τι θα κάνω στη ζωή μου. Τότε θυμάμαι έβλεπα σε κάποιες ταινίες τους δικηγόρους να αγορεύουν σε ποινικά δικαστήρια και έλεγα ότι αυτό είναι κάτι που μου αρέσει. Ακόμη ένας φίλος της οικογένειας μου ασκούσε μια γοητεία, γιατί ήταν ρήτορας, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τι κάνει ένας δικηγόρος, γιατί ο πατέρας μου ήταν έμπορος. Ωστόσο η επαφή μου με τη Νομική ήρθε μέσα από όλες αυτές τις προσλαμβάνουσες εικόνες από διάφορα μέρη, αλλά και από τις ταινίες. Έτσι είπα ότι αυτό είναι κάτι που μου πάει παρά πολύ.
Δεύτερη αγάπη η δημοσιογραφία…
Η δημοσιογραφία μπήκε στη ζωή μου όταν ήμουν τρίτη Λυκείου, όπου πήγα να διοργανώσω μια γιορτή για την 28η Οκτωβρίου. Πηγαίνω στην τότε ΥΕΝΕΔ για να ζητήσω ηχητικά ντοκουμέντα από τον πόλεμο του ’40. Εκεί γνώρισα τον Λευτέρη τον Κογκαλίδη, ο οποίος διέγνωσε ότι είχα ένα περίεργο θάρρος, ίσως και θράσος. «Σε ενδιαφέρει η δημοσιογραφία;» με ρώτησε. Δεν τον πολυσκέφτηκα και του λέω: «Ναι». «Την άλλη ημέρα θα έρθεις στον Ελληνικό Βορρά», μου λέει. Έτσι από τον Οκτώβριο του 1977 ξεκίνησα στην εφημερίδα.
Ο Κογκαλίδης φταίει, δηλαδή;
Ναι, αυτός. Και στη συνέχεια ο Γιάννης Λογοθέτης, ο Γιώργος Σαλονικίδης, ο Νίκος Μέρτζος, ο Γεράσιμος Δώσσας, ο Κώστας Δημάδης. Μια κάστα δημοσιογράφων που έγραφαν με άλλη πέννα.
Στη δημοτική τηλεόραση και στην εκπομπή «Εν ονόματι του λόγου». Με καλεσμένους τον Κώστα Καραμανλή και τον Αναστάσιο Πεπονή
Στο Καστελόριζο σε δημοσιογραφική αποστολή
Μεγάλη αγάπη σας ήταν και είναι ο πολιτισμός και ιδιαίτερα οι άνθρωποί του. Γιατί;
Πολύ μεγάλη αγάπη για ένα χώρο, όπως είναι η τέχνη. Από μικρό παιδί θα έλεγα. Θυμάμαι σε ηλικία 13 χρονών συναντώ τη Σοφία Βέμπο σε ένα θέατρο δίπλα στην «Αυλαία». Πηγαίνω να της εκφράσω το θαυμασμό μου γιατί είναι η τραγουδίστρια της νίκης και με ρωτάει. «Εσύ που με ξέρεις;» Και της λέω: «Δεν ξέρω την τραγουδίστρια της νίκης; Είναι δυνατόν, κυρία Βέμπο». Από τότε με παίρνουν μαζί τους με τον Τραϊφόρο και γίνεται μια πνευματική υιοθεσία, που συνεχίζεται για όλη την περίοδο και όσο ζούσε η Σοφία.
Άλλες τέτοιες γνωριμίες;
Με τον Νίκο Ξυλούρη, τον οποίο γνώρισα στα 13 μου. Τον είδα στο «Μεγάλο μας Τσίρκο», στο Παλέ Ντε Σπορ, μαζί με τον Κώστα Καζάκο και την Τζένη Καρέζη. Τον βλέπω και καταλαβαίνω τι σημαίνει η λέξη παλικάρι. Φορούσε στιβάνια, κιλότα κρητική, μαύρο πουκάμισο με κεφαλομάντηλο, μακριά μαλλιά και ήταν πιο σεμνός από ό,τι ήμουν εγώ στα 13 μου χρόνια. Από τότε μέχρι να πεθάνει ήμουν μαζί του
Με τον Ντίνο Ηλιόπουλο και το Νίκο Σταυρίδη
Με τον Μίμη Φωτόπουλο
Με την Αλίκη Βουγιουκλάκη
Άλλες αδυναμίες από τον χώρο της τέχνης;
Μίμης Φωτόπουλος, Ντίνος Ηλιόπουλος, είναι οι άνθρωποι στους οποίους χρωστώ παρά πολλά.
Μετά ήρθε η πολιτική. Αληθεύει ότι η πρόταση να είστε υποψήφιος ήρθε από τον Καραμανλή;
Τρεις βδομάδες πριν από τις εκλογές του 2000 δούλευα στην TV100 και έγραφα μια εκπομπή. Μου λένε από το τηλεφωνικό κέντρο: «Γκιουλέκα, στο τηλέφωνο». Τους λέω: «Να πάρουν αργότερα». Μου λένε: «Είναι από την Αθήνα». Λέω ξανά: «Να πάρουν αργότερα». Λένε ότι είναι από τη ΝΔ. Λέω και πάλι να πάρουν αργότερα. Μου λένε: «Είναι από το γραφείο προέδρου». Εκεί δε λες να πάρουν αργότερα, αλλά διακόπτεις αυτό που κάνεις και πας στο τηλέφωνο. Ήταν μια γνωστή φωνή που μου λέει: «Αύριο ανακοινώνω ψηφοδέλτια στην Α’ Θεσσαλονίκης και θα είσαι υποψήφιος». Εκεί μου βγαίνει το αυθόρμητο: «Μα σε 3 εβδομάδες θα έχουμε εκλογές. Θα τελειώσουν, θα πάω άπατος και δε θα πάρει κανείς χαμπάρι ότι κατέβηκα υποψήφιος». «Εγώ θα σε ανακοινώσω και αν θέλεις διάψευσέ μου», μου λέει ο Καραμανλής. Και κρακ μου κλείνει το τηλέφωνο.
Η συνέχεια;
Την άλλη ημέρα δίκαζα στο Εφετείο στην Κοζάνη και ο αντιεισαγγελέας στην έδρα είχε διαβάσει στη «Μακεδονία» τους υποψήφιους και είχε δει το όνομά μου. Με φωνάζει, λοιπόν την ώρα της δίκης και μου λέει: «Κύριε, συνήγορε, για πλησιάστε. Παιδί μου, διάβασα στη Μακεδονία σήμερα ότι κάποιος Γκιουλέκας Κώστας είναι υποψήφιος στην Α’ Θεσσαλονίκης. Τι σχέση έχεις;» Του λέω: «Εγώ είμαι». «Και καλά δικάζεις στην Κοζάνη; Σε τρεις εβδομάδες έχουμε εκλογές», μου λέει. «Ε, χτες το βράδυ μου το είπαν. Τι να έλεγα στον πελάτη; Ότι δεν μπορώ να τον εκπροσωπήσω επειδή κατεβαίνω υποψήφιος;» Έτσι προέκυψαν όλα. Ξαφνικά.
Και μετά ήρθε η εκλογή;
Ήταν μια εκλογή που δεν την περίμενα. Υπολόγιζα σε 500, άντε 800 σταυρούς, άντε στην καλύτερη περίπτωση 3.000 και 4000 σταυρούς, αλλά τελικά συγκεντρώνω 42.000 σταυρούς και βγαίνω βουλευτής με το που κατέβηκα. Σε αυτό βέβαια συντέλεσε η ηλεκτρονική δημοσιογραφία γιατί σου δίνει μια αναγνωρισιμότητα. Από τότε μπήκα στην πολιτική.
Και μετά;
Έμεινα ένα χρόνο βουλευτής, γιατί χάνω την έδρα από μια ένσταση που μου έκανε ο Σωτήρης ο Κούβελας. Και ξαναμπαίνω στη Βουλή το 2004
Βουλευτής από το 2004. Μια δύσκολη στιγμή; Η διαγραφή σας από τη ΝΔ για το μνημόνιο;
Η πρώτη δύσκολη στιγμή ήταν το εκλογοδικείο, για το οποίο δε θα ήθελα σήμερα να επεκταθώ. Η δεύτερη μεγάλη σύγκρουση που θυμάμαι ήταν όταν ξαφνικά ειδοποιηθήκαμε ότι θα έπρεπε να ψηφίσουμε το δεύτερο μνημόνιο. Δεν είχαμε ψηφίσει το πρώτο, αρνούμασταν να ψηφίσουμε μνημόνια και αυτό το οποίο είπα ήταν ότι «εγώ δε θα ήθελα να ψηφίσω ένα μνημόνιο το οποίο δεν το πιστεύω και το οποίο προκύπτει χωρίς να το έχει διαπραγματευτεί η χώρα μου όσο μπορούσε. Έτσι αποφασίζω να μην ψηφίσω το μνημόνιο, με πρόεδρο τον Αντώνη Σαμαρά. 23 άνθρωποι, μαζί ο Μανόλης ο Κεφαλογιάννης και διάφοροι άλλοι χωρίς να είμαστε συνεννοημένοι συμπίπτουμε στην ίδια άποψη. Καταψηφίζουμε το μνημόνιο, την ίδια ώρα γίνεται η διαγραφή μας από την ΚΟ και την επομένη –και αυτό ήταν που μου κόστισε πάρα πολύ- ήρθε η διαγραφή μου από τη ΝΔ. Στη ΝΔ μπήκα 13 χρόνων παιδάκι, είμαι το τρίτο μέλος της νεολαίας του κόμματος στη Βόρεια Ελλάδα, στη ΜΑΚΙ και μου κόστισε πάρα πολύ το ότι κάποιος μου έδειξε την πόρτα της εξόδου. Όχι, μόνο από την ΚΟ που ήταν και απόλυτα φυσιολογικό, αλλά από τη ΝΔ που τη θεωρώ ως ένα χώρο που εκεί ζύμωσα τις ιδέες μου, εκεί έμαθα πάρα πολλά και υπηρετώ σε αυτήν την παράταξη γιατί πιστεύω στις ιδέες της.
Αυτό έγινε το 2012. Έντεκα χρόνια μετά σας στεναχωρεί που δεν είστε στη σημερινή κυβέρνηση;
Με στεναχωρεί πολλές φορές που οι επιλογές που γίνονται δεν είναι πάντοτε επιλογές με αξιοκρατικά κριτήρια και το λέω γενικότερα αυτό. Ένας πολιτικός φυσικά θέλει να έχει την ευκαιρία να μπορέσει από μια θέση ευθύνης να αγωνιστεί και να παλέψει.
Είμαστε λίγες ώρες πριν τη φετινή επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. Άλλο ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής σας είναι και η ενασχόληση με την ιστορία. Πως ξεκίνησε αυτή η τάση σας;
Αυτό ξεκίνησε γιατί οι παππούδες μου, όπως και οι παππούδες πολλών άλλων Ελλήνων, σε κάποιους πολέμους πολέμησαν. Γιατί δεν υπήρξαν γενιές πριν από το 50 που να μην είχαν κάπου πολεμήσει. Και οι δικοί μου οι παππούδες μετείχαν στον μακεδονικό αγώνα, στη μικρασιατική ο άλλος και στους βαλκανικούς πολέμους. Όλα αυτά ήταν θέματα συζήτησης μέσα στο σπίτι. Εγώ είχα μια έφεση να τα ρουφάω όλα αυτά, προφανώς φαινόταν ότι θα γινόμουν δημοσιογράφος και έπαιρνα συνεντεύξεις από τους παππούδες μου, κρατώντας σημειώσεις με λεπτομέρειες. Τους ρωτούσα: «Που πήγες;» Και μετά άνοιγα το χάρτη για να βρω το μέρος. Όλα αυτά όμως ξεκίνησαν από ένα παράσημο.
Τι παράσημο;
Ένα παράσημο του παππού μου, Ηλία Γκιουλέκα, ο οποίος το έριξε αντί για χρυσή λίρα όταν μετά τη βάφτισή μου μου έκαναν μπάνιο για να φύγουν τα λάδια. Εκεί, λοιπόν το έθιμο ήταν να ρίχνουν μια χρυσή λίρα. Σε εμένα επειδή ο παππούς μου δεν είχε χρυσή λίρα γιατί ήταν φτωχός και έριξε ένα παράσημο από τη δράση του. Αυτό το παράσημο το έριξε μέσα δίνοντας την ευχή σε εμένα να είμαι ένας από εκείνους που αν χρειαστεί να πέσουν στη φωτιά για την πατρίδα, όπως έκανε και η δικιά του γενιά. Αυτό ήταν κάτι που όταν εγώ μεγάλωνα το άκουγα στο πλαίσιο της οικογενειακής συζήτησης. Αυτό το παράσημο επονομάστηκε «το παράσημο του Κωστάκη». Όλο αυτό μου κίνησε την περιέργεια να δω τι ήταν όλα αυτά τα άψυχα αντικείμενα που κάποια στιγμή έπαιρναν φωτιά στα χέρια των παλικαριών μας. Δηλαδή σκουριασμένα όπλα, κράνη, στολές, παράσημα, ξίφη που είναι το σύμβολο της τιμής εντός αξιωματικού. Και ξαφνικά όλα αυτά τα έβλεπα να είναι σε ένα παζάρι πεταμένα στη γη και να κάνεις κανείς παζάρι για το πόσο θα το αγοράσεις. Όλα αυτά μου γέννησαν την ιδέα ότι αυτά τα κειμήλια κάποιοι πρέπει να τα συγκεντρώσουν. Ένας από αυτούς του κάποιους θέλησα να είμαι και εγώ.
Έτσι ξεκίνησε η συλλογή κειμηλίων;
Από 14 χρονών.
Τι μαζεύατε;
Κυρίως αντικείμενα από τη στρατιωτική μας ιστορία. Φωτογραφίες, ιστορίες, επιστολικά δελτάρια, κράνη, στολές. Και αυτό συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Όλοι οι μισθοί μου κατατέθηκαν σε ένα ταμείο παρακαταθηκών που λέγεται εθνικό ταμείο. Δε σου επιστρέφεται τίποτα, αλλά χαίρεσαι γιατί όλα αυτά πρέπει κάπου να καταλήγουν. Το να κάνεις μια μεγάλη συλλογή, αυτό δε λέει τίποτα. Είναι μια μωροφιλοδοξία και μια εγωιστική διάθεση. Το να τα δώσεις εκεί που ανήκουν και εν προκειμένω όταν μιλάμε για στρατιωτική ιστορία αυτά είναι τα Πολεμικά μας Μουσεία, αυτό είναι το σημαντικό. Έτσι ένα μεγάλο κομμάτι όλων αυτών των κειμηλίων βρίσκεται εδώ, που μιλάμε. Στο Πολεμικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Πόσα σπίτια θα μπορούσαν να γεμίσουν;
Περίπου 10 διαμερίσματα
Το σύμφωνο παράδοσης της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους στον ελληνικό στρατό το 1912, γραμμένο στα γαλλικά
Από τα δεκάδες εκθέματα στο Πολεμικό Μουσείο Θεσσαλονίκης που προέρχονται από τη συλλογή του Κώστα Γκιουλέκα
Η γνώση της ιστορίας για ένα λαό είναι πολύ σημαντική. Η 28η Οκτωβρίου τι σημαίνει για εσάς;
Κάτι πολύ ζωντανό. Γιατί αρκετοί από αυτούς που κατάφεραν να δημιουργήσουν το Έπος του ‘40 ακόμη ζουν. Όχι όσοι πολέμησαν, αλλά τα παιδιά τους. Είναι οι δικοί μας πατεράδες και οι δικοί μας παππούδες. Άρα από τη στιγμή που είναι ζωντανοί δεν μπορείς να τους εγκαταλείψεις σε ένα ράφι ενός Μουσείου και να το ξεσκονίζεις κάθε φορά που ξεκινά μια εθνική επέτειος, αλλά πρέπει όλα αυτά να τα περνάς από γενιά σε γενιά.
Γιατί;
Γιατί η ιστορία όχι μόνο επαναλαμβάνεται, αλλά ειδικά στον τόπο μας έχει αποδειχτεί και μάλιστα με τραγικό τρόπο ότι επαναλαμβάνεται όχι ως φάρσα, αλλά ως τραγωδία. Άρα, το να ξέρεις ιστορία και ιδίως όταν πολιτεύεσαι, το να ξέρεις τι συνέβη σε αυτόν τον τόπο για να αποφύγουμε να κάνουμε στο μέλλον τα ίδια λάθη που έκαναν κάποτε οι άλλοι στη θέση μας αυτό είναι κάτι πολύ χρήσιμο. Και λυπάμαι να πω ότι δυστυχώς πολλοί στον τόπο μας δεν ξέρουν στοιχειώδεις πτυχές της ελληνικής ιστορίας.
Αυτό πως αντιμετωπίζεται; Πως αλλάζει;
Παιδεία, αγωγή και πάνω απ΄ όλα ένα φρόνημα που πρέπει να καλλιεργείται. Χωρίς εθνικισμούς και ακρότητες. . Το να ξέρουν αυτά τα παιδιά που βλέπουμε δίπλα μας και αυτήν την ώρα επισκέπτονται το Μουσείο τα βασικά πράγματα είναι χρέος της πολιτείας. Και το να κρατάει κανείς ψηλά το φρόνημα δεν είναι για να υπάρχει ένας ετοιμοπόλεμος λαός, αλλά για να μπορεί ένα λαός να διαφυλάσσει την ειρήνη του. Άρα να ξέρει πως θα προστατεύει αυτό το πολύτομο αγαθό. Την ειρήνη και τη δημοκρατία.
Πόσα βιβλία έχετε γράψει για την 28η Οκτωβρίου;
Άρθρα πάρα πολλά. Το πιο βασικό βιβλίο για την 28η Οκτωβρίου είναι ένα δίτομο έργο 1.250 σελίδων που είναι ο πόλεμος του 1940-41 όπως καταγράφηκε μέσα από τις εφημερίδες της εποχής. Ύστερα από χρόνια αναζήτησης και έρευνας συγκέντρωσα ένα αρχείο για το 1940 από τις καθημερινές εφημερίδες. Μέσα από όλα αυτά βγαίνουν εκπληκτικά τεκμήρια ιστορίας, όπως τα κύρια άρθρα ή κάποιες επιστολές. Ένας εύζωνας του 1912 για παράδειγμα που γράφει στον τότε πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά ότι έμαθε πως ο γιός του Όθωνας σκοτώθηκε στο Πόγραδετς. «Έχω έναν άλλο γιο, πέστε μου που να τον στείλω» του έγραφε. Όλα αυτά δεν είναι στοιχεία κάποιας εθνικής προπαγάνδας, είναι κυρίως στοιχεία ενός Έπους. Το ‘40 ήταν Έπος, το 12-13 ήταν Έπος. Ο μακεδονικός αγώνας ήταν Έπος, όπως φυσικά και η επανάσταση του 1821. Αυτό το βιβλίο είναι το πρώτο που έγραψα το 2008, ακολούθησαν και άλλα και ένα βιβλίο για τον μακεδονικό αγώνα 600 σελίδων το 2016 πάλι βασισμένο σε ένα προσωπικό αρχείο από εφημερίδες της περιόδου.
Η ιστορία σας γεμίζει και σας συναρπάζει
Αγαπώ παρά πολύ την ιστορία και κυρίως αγαπώ το να ψηλαφώ τα χνάρια της ιστορίας. Και να βρίσκω μια ιστορία που παραμένει μέχρι τα σήμερα ζωντανή. Η μεγάλη ιστορία δεν είναι τίποτα άλλο παρά πολλές μικρές ιστορίες κάποιων απλών ανθρώπων που όταν τους χρειάστηκε η πατρίδα έγιναν ήρωες. Πήγαν, πολέμησαν και κάποιοι δεν γύρισαν. Έτσι, λοιπόν έτυχε μετά από χρόνια να συναντήσω ανθρώπους που ήταν συμπολεμιστές ενός ήρωα και οι οποίοι μου συμπλήρωσαν τη γνώση για τον ήρωα που είχα μαζέψει. Ένα ρεπορτάζ της ιστορίας που συνέχεια σε τροφοδοτεί με νέα στοιχεία.
Θα πηγαίνατε να πολεμήσατε;
Είναι αυτονόητο. Ο καθένας μας αν χρειαστεί. Εύχομαι φυσικά να μη χρειαστεί ποτέ. Θα αγωνιζόμαστε πάντα έτσι ώστε η Ελλάδα να απολαμβάνει την ειρήνη. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε σε μια επικίνδυνη γειτονιά, άρα πρέπει να ξέρουμε ότι αν ποτέ χρειαστεί θα πρέπει να κάνουμε αυτό που έκαναν οι άλλοι στο παρελθόν. Το καθήκον μας, δηλαδή.
Τι αισθάνεστε βλέποντας αυτές τις ημέρες σκηνές πολέμου στη Μέση Ανατολή;
Είναι μια σύγχρονη τραγωδία, γιατί η γη μετατράπηκε σε νεκροταφείο. Είναι φοβερό ότι συνεχίζουν μέχρι σήμερα αυτήν την ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή που δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια επανάληψη διαφόρων άλλων φάσεων μια συνεχόμενης τραγωδίας, η οποία τώρα πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις Το ίδιο συμβαίνει και στην Ουκρανία. Μόνο αν εμβαθύνει κανείς μπορεί να δει τα αίτια που οδηγούν σε όλα αυτά. Ως μέχρι πρότινος πρόεδρος της Επιτροπής Εθνικής Άμυνας και εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής παρακολούθησα μια πολύ σημαντική φάση για τον τόπο μας, αυτή των μεγάλων εξοπλισμών που ήταν απαραίτητοι για να είναι οχυρωμένη η ειρήνη μας. Σε μια δύσκολη γειτονιά είναι πολύ σημαντικό να μπορεί να πεις ότι είμαι σε θέση να εξασφαλίσω και την ειρήνη του ελληνικού λαού και την ασφάλεια αυτού του τόπου
Με τι χαλαρώνετε σήμερα;
Κλέβω χρόνο για να βλέπω θέατρο. Γιατί έχω παρά πολλούς φίλους μέσα από τον χώρο της τέχνης, το οποίο αγαπώ ιδιαίτερα.
Μια ωραία παράσταση που είδατε τελευταία;
Η «Πινακοθήκη των Ηλιθίων» στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδα. Τώρα γράφω και ένα θεατρικό έργο…
Με τι θέμα;
Θα είναι η ζωή της Σοφίας Βέμπο και του Μίμη Τραϊφόρου. «Βέμπο, Τραϊφόρος τα παιδιά της Ελλάδος». Με φόντο την ιστορία. Συνδυάζω την αγάπη μου για αυτούς τους ανθρώπους και την αγάπη μου για την ιστορία του τόπου. Γιατί αυτοί οι άνθρωποι είναι μέρος της ιστορίας της Ελλάδας.
Με το συγγραφέα του «Παιδιά της Ελλάδος παιδιά» Μίμη Τραϊφόρο
Υπάρχει περίπτωση να παίξει σε αυτό το έργο ο γιός σου, που επίσης έχει ιδιαίτερη σχέση με το Θέατρο;
(Γελάει). Ρωτήστε τον ίδιο.
Πως έγινε αυτή η σχέση του γιου με το Θέατρο;
Προφανώς γιατί μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον κοντά στον πολιτισμό και την τέχνη. Η οικογένειά μας έχει άμεση σχέση με την τέχνη και από μικρός συνήθιζα να τον έχω κοντά στην τέχνη και στο Θέατρο. Όλα αυτά σίγουρα τον παρακίνησαν. Αλλά βέβαια είναι οι δικοί του λόγοι που τον οδήγησαν να πάει εκεί. Πήρε το καλλιτεχνικό αίμα του πατέρα του πίσω (γελάει).
Τελειώνουμε με την πολιτική. Ποιος είναι ο μεγαλύτερος αντίπαλος της κυβέρνησης Μητσοτάκη σήμερα; Ο εαυτός της, τα προβλήματα;
Παρά το ότι δεν υπάρχει ισχυρή αντιπολίτευση τα προβλήματα παραμένουν για να μας θυμίζουν ότι δεν υπάρχει ούτε μια ώρα ούτε ένα λεπτό για χάσιμο. Ο μεγαλύτερος εχθρός για εμάς τώρα που δεν υπάρχει αντιπολίτευση είναι ο κίνδυνος της αλαζονείας και της έπαρσης. Έτσι, λοιπόν χαίρομαι που ο ίδιος ο Κυριάκος ο Μητσοτάκης έστειλε πρόσφατα το μήνυμα ότι πρέπει να πατάμε γερά με τα πόδια μας στη γη και ότι τέτοια φαινόμενα είναι φαινόμενα ξένα που ο ίδιος δεν πρόκειται να τα επιτρέψει να εκδηλωθούν.
Είμαστε λίγες ώρες προς τη φετινή διπλή επέτειο. Ποιο θα ήταν το μήνυμα που θα στέλνατε;
Ότι οι λέξεις τιμή, καθήκον, εθνική αξιοπρέπεια θα πρέπει να είναι λέξεις που στο καθημερινό λεξιλόγιο των Ελλήνων θα πρέπει να έχουν μια κορυφαία θέση. Δεν πρέπει να τους ξεχνάμε γιατί οι άνθρωποι αυτοί έδωσαν την ευκαιρία σε εμάς τους νεότερους να ζούμε σε μια χώρα όχι μόνο ελεύθερη αλλά κυρίως μια χώρα υπερήφανη. Άρα το μήνυμα της 28ης Οκτωβρίου είναι ότι αυτές οι επέτειοι πρέπει να υπάρχουν μόνο και μόνο για να μας θυμίζουν το χρέος και το καθήκον μας.
ΣΧΟΛΙΑ