ΠΡΩΙΝΟΣ ΚΑΦΕΣ

Πρωϊνός καφές με τον Σπύρο Βούγια (βίντεο)

Ξετυλίξαμε το κουβάρι της ζωής του, ξεκινώντας από τα παιδικά του χρόνια στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Θυμηθήκαμε τις σχολικές του αταξίες, τον Ρήγα Φεραίο, τον Λεωνίδα Κύρκο και τον Κώστα Σημίτη, τις προτάσεις του για τραμ και καραβάκια και τον Ηρακλή...

 06/07/2024 08:00

Πρωϊνός καφές με τον Σπύρο Βούγια (βίντεο)

Νίκος Οικονόμου

«Δεν φοβάμαι τίποτα παρά μόνο το φόβο» είναι το μότο ζωής του Σπύρου Βούγια, που είναι ο σημερινός καλεσμένος του πρωινού καφέ. Με τον πρόεδρο του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης ξετυλίξαμε το κουβάρι της ζωής του, ξεκινώντας από τα παιδικά του χρόνια στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και τη μαθητική περίοδο στο Β’ και μετά στο Ε’ γυμνάσιο. Θυμηθήκαμε τις σχολικές του αταξίες, τον Ρήγα Φεραίο, τον Λεωνίδα Κύρκο και τον Κώστα Σημίτη, τις προτάσεις του (για το τραμ και τα καραβάκια) που παραμένουν επίκαιρες, τον Ηρακλή που όπως λέει ήταν μια παραλλαγή της περίπτωσης του «ΚΚΕ εσωτερικού» στο χώρο του ποδοσφαίρου. Και φτάσαμε στο σήμερα και το αύριο της νέας διοίκησης. «Το μεγάλο στοίχημα είναι να βάλει τέλος σ’ αυτό που ονομάζω «ασημαντότητα» της πόλης, να δώσει δηλαδή σημασία και νόημα στην πολιτική προσπάθεια της διοίκησης να αλλάξει τη ζοφερή πραγματικότητα της Θεσσαλονίκης και να την κάνει πιο φωτεινή, πολύχρωμη και ανθρώπινη», τονίζει.

vougias-proinos-kafes-kentriki-1.JPG

Υπάρχει πρωινός καφές στη ζωή σας;

Υπάρχει. Πρωϊνός, δεκατιανός και απογευματινός. Από τότε που ανακάλυψα τον εσπρέσσο πριν 20 χρόνια, όταν ο Δημήτρης Φίστας μου χάρισε την πρώτη μου καφετιέρα, μια βαριά κλασσική Illy, έχω εξαρτηθεί από αυτό το ευεργετικό ρόφημα που χωρίς να επηρεάζει καθόλου τα νεύρα μου ή το στομάχι με βοηθάει να συγκροτώ κάθε μέρα έναν συνειδητό εαυτό.

Τι καφέ προτιμάτε; Και που τον πίνετε;

Τον πρώτο στο σπίτι. Είναι η πρώτη, υπνοβατική ακόμη, πράξη της ημέρας. Για την ακρίβεια, δεν τον πίνω, αλλά τον «τρώω» (γελάει), αφού τον συνδυάζω με ένα κομμάτι τσουρέκι που μουσκεύει στον καφέ.

Ο δεύτερος;

Ο δεύτερο στο γραφείο, παλιότερα στο πανεπιστήμιο, τώρα στο δημαρχείο, 2-3 ώρες αργότερα, που τον κάνω lungo και τον πίνω αργά για να μου κρατάει συντροφιά ως το μεσημέρι.

Και τον τρίτο το απόγευμα, μετά τη σύντομη μεσημεριανή σιέστα, μια σοφή συνήθεια που προσπαθώ να διατηρήσω όσο μπορώ, για να ξεκινήσω με όρεξη το δεύτερο κομμάτι της ημέρας.

Εδώ στο καφέ του Αρχαιολογικού Μουσείου έρχεστε συχνά;

Δεν έχει πολύ καιρό που αναπτύχθηκε στην πλακόστρωτη αυλή του αριστουργηματικού κτιρίου του Πάτροκλου Καραντινού, κάτω από τη δροσερή σκιά των πλατανιών. Το πρόσεξα στην καθημερινή μου διαδρομή προς τη «νέα μου δουλειά», έτσι μου αρέσει, αστειευόμενος, να τη λέω, και, καθώς είναι τόσο κοντά στο δημαρχείο, το καθιέρωσα ως χώρο εξωτερικών συναντήσεων στη διάρκεια της ημέρας, όπως κάνουμε τώρα κι εμείς.

Παλιά αγαπημένα στέκια της πόλης ποια είναι; Το Sante σίγουρα.

Τα πρώτα μπαράκια της Θεσσαλονίκης στα τέλη της δεκαετίας του ’70, με σημαντικότερο τον «Δον Κιχώτη, μπήκαν στη ζωή μου από την πρώτη στιγμή. Μέχρι τότε, διασκέδαση και εκτόνωση σήμαινε αποκλειστικά ταβέρνα στην Άνω Πόλη, ρετσίνα και αντάρτικα τραγούδια.

Για χρόνια πήγαινα συχνά στο «Φλού», το αραχνιασμένο φάντασμα του οποίου με γεμίζει ακόμη αναμνήσεις όταν περνάω από τη Νικηφόρου Φωκά, και ακριβώς απέναντι το «Time Out”, του οποίου ήμουν για λίγο «μικρομέτοχος», το όνομα του οποίου είχα επιλέξει για να μου θυμίζει τον όρο του μπάσκετ αλλά και το νεανικό περιοδικό του Λονδίνου.

vougias-sante-ypopsifios-dimarxos.jpg

Ως υποψήφιος δήμαρχος στα σκαλάκια του Sante, που ήταν το 1998 το προεκλογικό κέντρο του συνδυασμού του

Και το Sante;

Είναι αλήθεια πως το θρυλικό Sante του Κίκη στη Μητροπόλεως, που ήταν και το εκλογικό μου κέντρο το ’98, μαζί με τον πλωτό “Θερμαϊκό” του Μπάμπη Ζουμπούλη και το “De Facto”, που επιμένει αναλλοίωτο μέχρι σήμερα, σχεδίασαν ανεξίτηλα το απολαυστικό τρίγωνο της ενήλικης ζωής μου, συνδυάζοντας τη διασκέδαση και την κοινωνική συναναστροφή με συνεργάτες, φίλους, συντρόφους, αγαπημένα πρόσωπα και πραγματικούς ή φανταστικούς έρωτες εκείνης της ανεπανάληπτης, για μένα και για την πόλη, εποχής.

vougia-idrytiki-enosi-politon.jpg

Στην ιδρυτική εκδήλωση της Ένωσης Πολιτών Θεσσαλονίκης. Με τον Γιάννη Μπουτάρη και τον Αντώνη Μανιτάκη


Γεννημένος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Σε ποια διεύθυνση;

Γεννήθηκα τον Απρίλιο του 1952 στο κέντρο, στην οδό Κωνσταντίνου Παλαιολόγου 1, το μικρό στενάκι που συνδέει τη Σβώλου με την Εγνατία, αλλά γρήγορα η οικογένεια συγκεντρώθηκε στο ευρύχωρο σπίτι των παππούδων, από την πλευρά της μητέρας μου. Γωνία Ιωαννίνων και Λιτοχώρου στην Αγία Τριάδα.

vougias-me-mitera-voula.jpg

Στα χέρια της μητέρας του Βούλας


Τι θυμάστε από εκείνα τα χρόνια;

Ότι μείναμε εκεί μέχρι το 1959 στον δεύτερο όροφο του νεοκλασσικού με τα μεγάλα οπωροφόρα και το πλυσταριό στην αυλή, όλοι μαζί: παππούδες, γονείς και εμείς, με την κατά 2 χρόνια μικρότερη αγαπημένη αδελφούλα μου Λίλα και ενίοτε 1-2 από τους 4 αγαπημένους μου θείους, αδέλφια της μητέρας μου που έμεναν κι αυτοί περιοδικά. Κοιμόμουν όπου βόλευε, εκτός από την απαραβίαστη κρεβατοκάμαρα των γονέων, σε όλα τα δωμάτια, στο σαλόνι, ακόμη και στην κουζίνα, ξάγρυπνος πολλά βράδια με ένα παιδικό μαχαιράκι κάτω από το μαξιλάρι, για να αντιμετωπίσω πιθανή απόπειρα εισόδου του «Δράκου» στο σπίτι..

Έπαιζα όλη τη μέρα στην αυλή και στις γειτονικές αλάνες γυάλινες μπίλιες, κυνηγητό, φιδάκι και λακκούβες, χαρτάκια με χώρες και φωτογραφίες ποδοσφαιριστών, ξύλινα σπαθιά και βέβαια μπάλα, ώρες ατέλειωτες μέσα στο χώμα, στις πέτρες και στα χορτάρια. Θυμάμαι ακόμη καθαρά κάποιες κρίσιμες φάσεις, καθοριστικές για το τελικό αποτέλεσμα (γελάει).

Αυτή η ονειρεμένη περίοδος της πρώιμης παιδικής ηλικίας τελείωσε απότομα το 1959, όταν ο πατέρας μου, με τη βοήθεια του παππού αγόρασε αυτό που θεωρώ ως «πατρικό» μας σπίτι, το διαμέρισμα στην οδό Μητροπόλεως 127. Σ αυτό, μετά από μια περιπετειώδη περιδιάβαση σε διάφορα ενοικιαζόμενα σπίτια του κέντρου, επιστρέψαμε ύστερα από χρόνια με τη Λένα και μένουμε πλέον μόνιμα σήμερα.

vougias-me-patera-aleko.jpg

Πιτσιρικάς, με τον πατέρα του Αλέκο σε παγκάκι της παραλίας

Οι γονείς τι έκαναν; Τι ρόλο έπαιξαν στη ζωή σας;

Πατέρας μου ήταν ο γεωπόνος Αλέκος Βούγιας από τον Πεντάλοφο Βοΐου Κοζάνης και μητέρα μου η «οικοκυρά» Βούλα Βούγια, το γένος Γιαννουλοπούλου, όπως θα λέγαμε παλιά, από το Λιτόχωρο Πιερίας. Συναντήθηκαν στη Θεσσαλονίκη, όπου ο πατέρας μου εργάζονταν στο Υπουργείο Γεωργίας, μέχρις ότου απολύθηκε λόγω των αριστερών του κοινωνικών φρονημάτων χωρίς να ξαναδουλέψει ποτέ στο δημόσιο. Στη διάρκεια του εμφυλίου εξορίστηκε στη Μακρόνησο και -ευτυχώς, από κάθε άποψη- το 1951 αποφάσισε να κάνει «δήλωση» και να επιστρέψει για να παντρευτεί τη μητέρα μου. Αν δεν έπαιρνε αυτή την απόφαση για πολιτικούς ή μάλλον ερωτικούς λόγους, δεν θα κάναμε αυτή τη συζήτηση σήμερα (γελάει).

Να παρεμβάλω εδώ μια αστεία, όπως όλες, ιστορία. Όταν ήμουν υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη το 2009, ο τότε αρχηγός της ΕΛΑΣ μου έφερε στο γραφείο τον οικογενειακό φάκελο κοινωνικών φρονημάτων από αυτούς που διατηρούνται ακόμη στα αρχεία της Ασφάλειας. Διαπίστωσα -με κάποια υποψία στεναχώριας- ότι η δική μου «δράση» περιορίζονταν σε 3 σελίδες ασήμαντης σχετικά δραστηριότητας στη διάρκεια του Πολυτεχνείου, ενώ η αντίστοιχη του πατέρα μου ήταν πολύ πιο σημαντική στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά και της Εθνικής Αντίστασης.

Οι περίφημοι οικογενειακοί φάκελοι.

Παρότι ήταν πάμπτωχος, η πανέμορφη Βουλίτσα τον ερωτεύτηκε βαθιά για την εύθραυστη γοητεία, την αέρινη κίνηση και την απέραντη καλοσύνη του στα όρια μιας αγαθότητας που βασίζονταν σε μια ρομαντική ερμηνεία του κόσμου. Ήταν ένας αεροβάτης, ιδανικός για μένα ανάλαφρος, επιεικής πατέρας.

Η μητέρα μου, από την πλευρά της, γήινη και δυναμική, κράτησε δυνατά τα γκέμια της πρακτικής πλευράς των οικογενειακών μας υποχρεώσεων, από τα οικονομικά ζητήματα μέχρι την καθημερινή φροντίδα για όλους. Μου μετέδωσε την έμφυτη ικανότητα της προφορικής αυτοσαρκαστικής αφήγησης και μια λοξή ματιά για τα πράγματα που την έχω φτάσει στα άκρα.

Είμαι προφανώς το γινόμενο της ένωσής τους και έχω αντλήσει τόση αγάπη απ’ αυτούς αλλά και τον υπόλοιπο, θηλυκό κυρίως, οικογενειακό περίγυρο που αισθάνομαι ότι εκπέμπω προς κάθε κατεύθυνση υπερβολικές δόσεις από αυτό το πολύτιμο και σπάνιο στην εποχή μας αλλά και συχνά γλυκερό και κουραστικό συναίσθημα.

vougias-diavazei-patriko.jpg

Ενώ διαβάζει στο πατρικό του σπίτι

Σχολείο που πήγατε;

Στις δύο πρώτες τάξεις του Δημοτικού, πήγαινα στη φιλελεύθερη Παιδαγωγική Ακαδημία στην οδό Αρχαιολογικού Μουσείου. Ήμουν, όπως και όλα τα παιδιά στις μικρές τάξεις, καλός μαθητής, αν κρίνω και από τον μεταλλικό κουμπαρά του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου που κέρδισα για την έκθεσή μου τη μέρα της Αποταμίευσης. Τον φυλάγω ακόμη περήφανος ως αναμνηστικό και ισχυρίζομαι ότι έγραφα από τότε καλές εκθέσεις αν και κάποιοι για να με πειράξουν λένε ότι τον κέρδισα επειδή είμαι λιγάκι τσιγγούνης (γελάει), κάτι που δεν πιστεύω ότι ισχύει.

Όταν μετακομίσαμε στο κέντρο, μεταγράφηκα στο 40ο Δημοτικό Σχολείο, το φημισμένο Ιωαννίδειο, στην οδό Φιλικής Εταιρείας, αυστηρό και με αδιανόητους σήμερα κανόνες πειθαρχίας σχολείο. Κούρεμα γουλί, υποχρεωτική ποδιά και, καμμιά φορά, ομαδικές ξυλιές στην ανοιχτή παλάμη με βίτσα από οξιά. Ωστόσο, διατηρώ πολύ θετικές αναμνήσεις. όχι μόνο γιατί πήρα καλές βάσεις πρωτοβάθμιας μόρφωσης, αλλά και γιατί διαπίστωσα εκ των υστέρων ότι ένα καταπιεστικό σύστημα διαμορφώνει αυθόρμητα αντανακλαστικά προβληματισμού και αντίδρασης. Με βοήθησε να αναπτύξω από μικρή ηλικία διαθέσεις αμφισβήτησης και δεξιότητες παράκαμψης των απαγορεύσεων, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα τη διαρκή μάχη για το μήκος των μαλλιών, την κατάργηση του γιακά της ποδιάς, με το εφιαλτικό κουμπάκι πάνω στο καρύδι του λαιμού και άλλες τέτοιες «αντιστασιακές» πράξεις. (γελάει) Στην τελευταία τάξη του δημοτικού, 3 φίλοι συμμαθητές βουτήξαμε στο σχόλασμα την άθραυστη βίτσα από το συρτάρι του γυμνασιάρχη και την πετάξαμε στη θάλασσα. Όσο και να απείλησε όλη την τάξη με αντίποινα, δεν μπόρεσε ποτέ να μάθει ποιοι έκαναν τη δουλειά.

vougias-ioannideio-simaioforos.jpg

Ως σημαιοφόρος στο Ιωαννίδειο

Και ύστερα γυμνάσιο στο θρυλικό Β’ της Ικτίνου.

Κατά κανόνα τα αγόρια του κέντρου πήγαιναν τότε στο υπέροχο, αρχιτεκτονικά και εκπαιδευτικά, συγκρότημα του Β’ Γυμνασίου Αρρένων που χτίστηκε τη δεκαετία του ’30 σε σχέδια του Νίκου Μητσάκη. Παρότι αυστηρό κι αυτό στις συνήθειες, δηλαδή με κούρεμα «εν χρω», στρατιωτικού τύπου γυμναστικές ασκήσεις στο τσιμεντένιο δάπεδο της αυλής και άλλα τέτοια, έδινε έμφαση στην κλασσική παιδεία και γλώσσα και μου έμαθε να αγαπώ τα γράμματα και να απολαμβάνω τα πρωτότυπα κείμενα, αρχαία, ακόμη και λατινικά. Έτσι με όπλισε με εφόδια που αξιοποιώ σε όλη μου τη ζωή για να αντιληφθώ, να ερμηνεύσω και κυρίως να περιγράψω επαρκώς την πολύπλοκη πραγματικότητα και την ανθρώπινη συνθήκη. Το αγνώμον παράδοξο είναι ότι επηρεασμένοι από την επιθυμία μας να εισαχθούμε σε πρακτικές σχολές και ειδικά στο Πολυτεχνείο, η πλειοψηφία των καλύτερων μαθητών, μετοίκησαμε ομαδικά τα τελευταία 2 χρόνια στο «πρακτικό» Ε’ Γυμνάσιο της οδού Κριεζώτου. Έτσι, από μια παράξενη συγκυρία της τύχης, ενώ αισθάνομαι «παιδί» του Β’, είμαι απόφοιτος του Ε’ Γυμνασίου Αρρένων, με το οποίο μάλιστα πρόλαβα να κατακτήσω το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα μπάσκετ γυμνασίων και να σημειώσω την πρώτη μου «πολιτική» επιτυχία ως αιρετός πρόεδρος της τάξης, παρότι νεόφερτος, τη χρονιά της αποφοίτησης

Στην αυλή του Β΄ γυμνάσιου θα κάνατε και τα πρώτα σουτ στη μπασκέτα, έτσι;

Ναι, υπήρχαν δύο γήπεδα μπάσκετ στο πλάτος της αυλής της Ικτίνου και παίζαμε στο διάλειμμα και την ώρα της γυμναστικής. Υπάρχουν εκεί ακόμη και σήμερα. Το καλοκαίρι του ΄66, στα 14, έριξα απότομα 20 ολόκληρους πόντους και είχα ύψος 1.90, σπάνιο τότε γι’ αυτή την ηλικία. Με πήραν αμέσως στην παιδική ομάδα της ΧΑΝΘ και θυμάμαι πως στο πρώτο ματς, με τον Νέστορα, έβαλα 14 πόντους χωρίς καμία προπόνηση. Δυστυχώς για την αθλητική μου καριέρα, αλλά ευτυχώς για την προσωπική μου ισορροπία (γελάει) δεν έβαλα ούτε έναν πόντο ύψος από τότε, με αποτέλεσμα η μπασκετική μου αξία να μειώνεται συνεχώς προς την μετριότητα.

Πρόλαβα πάντως να ζήσω αξέχαστες εμπειρίες στην εφηβική και ανδρική ομάδα της ΧΑΝΘ, που με βοήθησαν να αποκτήσω ομαδικό ήθος και χαρακτήρα και να κάνω φιλίες ζωής που κρατούν μέχρι και σήμερα. Θυμίζω ότι η ερασιτεχνική εκείνη παρέα έφτασε να διεκδικήσει στις αρχές της δεκαετίας του ’90 το πρωτάθλημα Ελλάδος και να παίξει πολλές φορές σε Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα.

vougias-xanth-me-gianouzako.jpg

Στη μάχη για το ριμπάουντ ως παίκτης της ΧΑΝΘ με το νούμερο 8. Με το 7 διακρίνεται ο Μιχάλης Γιαννουζάκος

Πως επιλέξατε τις σπουδές ως τοπογράφος- μηχανικός;

Δεν το επέλεξα. Έδωσα εισαγωγικές εξετάσεις για το Πολυτεχνείο το 1970, στα πιο σκοτεινά χρόνια της δικτατορίας, αλλά δεν έγραψα όσο καλά θα ήθελα και στο μεσοδιάστημα, μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα, πήγα στην Τεργέστη και γράφτηκα στο τμήμα Ναυπηγών. Ευτυχώς, πέρασα τελικά στο Πολυτεχνείο στο τμήμα Τοπογράφων Μηχανικών, και επέλεξα να γυρίσω στην Ελλάδα και να γραφώ στη σχολή. Αποφοίτησα το 1975, περνώντας γρήγορα τα μαθήματα, χωρίς ιδιαίτερα καλούς βαθμούς, αφού διαισθανόμουν πως δεν θα ασκήσω ποτέ αυτό το επάγγελμα. Πρόλαβα όμως να μάθω καλά Οδοποιία, γιατί ο αείμνηστος καθηγητής Σκοπετέας με “έκοψε” 4 φορές στις εξετάσεις και αναγκάστηκα να διαβάσω πολύ για να το περάσω. Έτσι, όταν αναζήτησα, αργότερα, μεταπτυχιακά στο εξωτερικό, οδηγήθηκα στο πλησιέστερο γνωστικό αντικείμενο, τον Συγκοινωνιακό Σχεδιασμό, πού μου άρεσε πολύ αλλά και για την Ελλάδα ήταν και παραμένει στην αιχμή των επιστημονικών και πολεοδομικών αναγκών. Έτσι έγινα συγκοινωνιολόγος, ήμουν ο πρώτος, μάλιστα, από τη Θεσσαλονίκη και αυτή η ιδιότητα καθόρισε απόλυτα την επιστημονική, επαγγελματική, ακόμη και την πολιτική μου διαδρομή.

Είμαστε στα χρόνια της χούντας. Πως ήταν το κλίμα στη Θεσσαλονίκη και στα πανεπιστήμια;

Στο πανεπιστήμιο πολιτικοποιήθηκα έντονα, τόσο κατά τη διάρκεια της χούντας, με αποκορύφωμα την αξέχαστη νύχτα της κατάληψης που ήμουν μέσα στη Σχολή, όσο και στην πρώιμη και θυελλώδη μεταπολιτευτική περίοδο, με την ένταξή μου στο Ρήγα Φεραίο. Το οργιώδες καλοκαίρι του’74 με στρατολόγησε εύκολα στον Ρήγα Φεραίο ο συναρπαστικός Θωμάς Βασιλειάδης και ορίστηκα για ένα χρόνο πριν φύγω για μεταπτυχιακά γραμματέας στην Οργάνωση της Καλαμαριάς του ΚΚΕ εσωτερικού. Από το Πολυτεχνείο κράτησα για πάντα την υπερβατική εμπειρία τη βραδιά της κατάληψης που περιγράφεται ιδανικά από τους στίχους του Ανδρέα Εμπειρίκου: «Έκαναν οίστρο της ζωής το φόβο του θανάτου». Και από την αντιπολίτευση την τρελή ευφορία της ελευθερίας και την επαφή με την πρωτόγνωρη τότε εκδοχή της ανανεωτικής αριστεράς και τον Ευρωπαϊκό δρόμο για τον σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο. Ήταν η πρώτη -και δυστυχώς η μόνη- φορά που ταυτίστηκα απόλυτα με μια πολιτική ιδέα, μια οργάνωση και ένα κόμμα . Έτσι εξηγείται και το γεγονός της χαλαρής οργανωτικής σχέσης μου με άλλους, κεντροαριστερούς κομματικούς φορείς, όπως ο Συνασπισμός και το ΠΑΣΟΚ, που υποστήριξα στη συνέχεια της πολιτικής μου ενασχόλησης.

vougias-proinos-kafes-5.JPG
vougias-neos-epikouros-kathigitis.jpeg

Ως νέος επίκουρος καθηγητής του ΑΠΘ το 1986

Εργαστήκατε στο τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ από το 1980. Πως ήταν το ταξίδι μέχρι τη σύνταξη;

Το 1980, μετά το μεταπτυχιακό Masters στο Imperial College του Λονδίνου και την 26μηνη στρατιωτική μου θητεία στην Αεροπορία -μεγάλη προσωπική εμπειρία- επιλέχθηκα σε θέση επιστημονικού συνεργάτη στην τότε έδρα Συγκοινωνιακής Τεχνικής του τμήματος Πολιτικών Μηχανικών. Από τότε μέχρι το 2019 που αφυπηρέτησα, για 39 χρόνια ως Ομότιμος καθηγητής, τίμησα, πιστεύω, τη θέση αυτή διδάσκοντας αεί γηρασκόμενος, όπως, αστειευόμενος, λέω, τα μυστικά αυτής της γοητευτικής και χρήσιμης ειδικότητας. Επειδή, δε, το πεδίο εφαρμογής και εργαστήριο της θεωρίας του Συγκοινωνιακού Σχεδιασμού είναι η ίδια η πόλη, αισθάνθηκα την ανάγκη να παρέμβω τεκμηριωμένα στα προβλήματά της Θεσσαλονίκης, για να καταθέτοντας απόψεις και προτάσεις για την επίλυσή τους. Αυτή η επιλογή μου να λειτουργήσω ως «δημόσιος επιστήμονας» με οδήγησε σταδιακά στην αυτοδιοικητική και αργότερα στην κεντρική πολιτική σκηνή, γεγονός που επηρέασε απόλυτα και καθοριστικά τη ζωή μου.

Μετά το τέλος αυτής της συναρπαστικής διαδρομής, αναλογίζομαι ότι όλα όσα έμαθα και έζησα, όσα πρόσφερα και μετέδωσα στους φοιτητές μου, όσα μπόρεσα να εφαρμόσω και να ολοκληρώσω στην πράξη, όσα, τέλος, κατάφερα να κατανοήσω για μένα τον ίδιο, οφείλονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στη διαχρονική σχέση μου με το πανεπιστήμιο. Γι’ αυτό, αντί άλλων λιγότερο σημαντικών στοιχείων, σε ένα απολογιστικό δελτίο ταυτότητας της ζωής μου, θα μπορούσε, κάτω απ’ το όνομά μου να γράφει, μόνο: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

vougias-omilia-apoxairetismoy-apth.jpg

Ως ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ στην αποχαιρετιστήρια εκδήλωση

vougias-proinos-kafes-3.JPG


Πολιτικά κινηθήκατε πάντα στο χώρο της κεντροαριστεράς. Πολιτικό ίνδαλμα ποιος ήταν; Κύρκος ή Σημίτης;

Επειδή, ίσως, με γνωρίζετε πολλά χρόνια, αναφέρατε σωστά δύο ονόματα πολιτικών που επηρέασαν περισσότερο και με διαφορετικό τρόπο ο καθένας τις πολιτικές μου επιλογές. Πιστεύω ότι αποτελούν συμπληρωματικές και όχι ανταγωνιστικές προσωπικότητες: από τη μια πλευρά μια γοητευτική και αφηγηματική εκδοχή που απευθύνεται στο λυτρωτικό συναίσθημα και στον κινητήριο μύθο για κοινωνική αλλαγή, δηλαδή ο Κύρκος και από την άλλη ο ρεαλιστικά εφαρμοσμένος πραγματισμός αυτής της ιδέας με εργατικότητα, συνέπεια και μέθοδο, δηλαδή ο Σημίτης.

Μια σύνθεση όμως, αυτών των δύο, που προηγήθηκε χρονικά στην πινακοθήκη των πολιτικών μου «ινδαλμάτων» ήταν ο Γρηγόρης Λαμπράκης που για μένα συνδύαζε ιδανικά το τρίπτυχο των ιδιοτήτων μιας «ολοκληρωμένης» για μένα προσωπικότητας: πολιτικός, επιστήμονας και αθλητής. Ο παππούς μου ο Περικλής Γιαννουλόπουλος που περπάτησε 85 χρονών τα 42 χιλιόμετρα όλης της Μαραθώνιας Πορείας στη μνήμη του Γρηγόρη Λαμπράκη, ήταν παρών ως οπαδός του κινήματος ειρήνης Μπέρτραντ Ράσσελ στην ομιλία του, την καταραμένη μέρα της επαίσχυντης δολοφονίας του στη γωνία Σπανδωνή και Ερμού, τον Μάϊο του 1963.

vougias-pale-ypopsifios-dimarxos-2002.jpg

Συγκέντρωση στο Παλέ ως υποψήφιος δήμαρχος με τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ το 2002. Στην πρώτη σειρά διακρίνονται οι Άκης Τσοχατζόπουλος, Βαγγέλης
Βενιζέλος, Γιώργος Πεταλωτής, Χρύσα Αράπογλου, Νίκος Ακριτίδης και Κώστας Παπαδόπουλος


Πάμε στον ιδιώτη Σπύρο Βούγια. Παντρεμένος με τη Λένα Κωνσταντίνου εδώ και πολλά χρόνια. Πως κρατά ένας γάμος τόσα χρόνια; Και δύο παιδιά, η Αλεξάνδρα και ο Ορέστης, αλλά και εγγόνια...

Πραγματικά δεν ήξερα ότι ένας πολιτικός γάμος κρατάει τόσο πολύ. (γελάει). Είχαμε γνωριστεί μόλις πριν 6 μήνες και μάλιστα καλοκαιρινούς και δεν υπήρχε σε κανέναν οποιαδήποτε σκέψη για γάμο. Το Νοέμβριο όμως η Λένα έμεινε έγκυος και αποφασίσαμε, δική μου φαεινή ιδέα, να το κρατήσουμε για να μην ρίξουμε καμία σκιά λογικής σε μια παράφορη σχέση. Έτσι γεννήθηκε η Αλεξάνδρα, παιδί του έρωτα και της νεανικής τρέλας.

Στις 23 Δεκεμβρίου, λοιπόν, του 1982, αφού ειδοποιήσαμε τελευταία στιγμή τους εμβρόντητους γονείς, κανονίσαμε να παντρευτούμε με πολιτικό γάμο στις 10 το πρωί, στο Καραβάν Σαράι, το παλιό Δημαρχείο της Θεσσαλονίκης. Έριχνε, θυμάμαι, ένα παγωμένο χιονόνερο και είχε, όπως πάντα, τρομερή κίνηση στο κέντρο λόγω των γιορτών. Είχε πάει παρά 5 και έκανα γύρους να βρω παρκάρισμα: «Φίλε μου, παντρευόμαστε στο Δημαρχείο και έχουμε αργήσει», παρακάλεσα απελπισμένος ένα παιδί που πουλούσε πορτοκάλια γωνία Βενιζέλου με Ιουστινιανού, σπρώχνει αυτός λίγο το καρότσι, στριμώχνω στα γρήγορα το πράσινο Mini και φτάνουμε στην ώρα μας.

Μας πάντρεψε "ενώπιον λαού και ανθρώπων", ο πολύ σπουδαίος κομμουνιστής δήμαρχος Θανάσης Γιαννούσης και σε μια ώρα κατεβήκαμε χαρούμενοι τις σκάλες, πήραμε και πορτοκάλια για το σπίτι απ' το παλικάρι και, αυτό ήταν. Ήρεμα, έλεγα, δεν είναι τίποτα, ένας πολιτικός γάμος είναι. Οκτώ χρόνια αργότερα γεννήθηκε και ο Ορέστης, παιδί αυτός της λογικής, της γαλήνης και του ζεστού συναισθήματος. Σήμερα, 40 χρόνια μετά, γελάμε πολύ με τα παιδιά και τους φίλους όταν θυμόμαστε εκείνη την περίοδο και χαιρόμαστε που φτάσαμε μαζί ως εδώ, εμπαίζοντας πλαγίως τη φθορά του χρόνου.

vougias-me-lena-konstantinoy.jpg

Με τη σύζυγό του Λένα Κωνσταντίνου

vougias-me-kori-alexandra.jpg

Με την κόρη του Αλεξάνδρα

vougias-me-gio-oresti.jpg

Έχοντας στην αγκαλιά τον γιο του Ορέστη


vougias-politikos-gamos-me-giannousi.JPG

Πολιτικός γάμος. Με τη Λένα Κωνσταντίνου στο δημαρχείο Θεσσαλονίκης, μαζί και ο τότε δήμαρχος Θεσσαλονίκης Θανάσης Γιαννούσης

Γιατί Ηρακλής;

Ηρακλής έγινα στην αρχή, από παιδική πονηριά. Είχα δύο αγαπημένους θείους, έναν Παοκτζή κι έναν Αρειανό, που προσπαθούσαν να με δελεάσουν να επιλέξω την ομάδα τους, παίρνοντάς με στο γήπεδο κάθε Κυριακή, ο ένας στην Τούμπα και ο άλλος στου Χαριλάου. Για να μη στεναχωρήσω κανέναν απ’ τους δύο αλλά και για να εξασφαλίσω τη συνεχή ποδοσφαιρική απόλαυση, δήλωσα Ηρακλειδέας κι έτσι ήμασταν όλοι ευχαριστημένοι.

Αργότερα, στα τέλη της θαμπής δεκαετίας του ’70, είδα τον Ηρακλή του Χατζηπαναγή στο Καυτατζόγλειο και, από τότε, αγάπησα οριστικά αυτή την ομάδα. Γιατί, βλέποντας τις χορευτικές κινήσεις αυτού του παίκτη μέσα στο γήπεδο, με τις ιδιοφυείς προσποιήσεις, τις βέβηλες πάσες και τις απίθανες επινοήσεις του, μπορούσα να βρω τα σπάνια στοιχεία που αναζητούσα πάντοτε στην τέχνη και τη ζωή: τη δύναμη της φαντασίας, την αναίρεση του ακατόρθωτου, την υπέρβαση της λογικής, την ευκολία του προφανούς.

Άλλωστε, από τότε έγραφα πως ο Ηρακλής ήταν μια παραλλαγή της περίπτωσης του «ΚΚΕ εσωτερικού» στο χώρο του ποδοσφαίρου με την ιδιαίτερη ποιότητα, τους ήπιους τόνους, τις άδικες ήττες και τη σκληρή, ενοχική αυτοκριτική.

Εύχομαι, λοιπόν, στην ομάδα μου να ξαναγυρίσει στη μεγάλη κατηγορία και να ξαναγεμίσει το Καυτατζόγλειο, όπως εκείνη την αξέχαστη μέρα του ’83, νομίζω, που έγινε το απόλυτο ρεκόρ προσέλευσης φιλάθλων στη πόλη μας, σε ένα παιχνίδι Ηρακλή- Παναθηναϊκού, 1-0 με γκολ του Ζαφειρίδη- που παρακολούθησα παρέα με τον Μανώλη Αναγνωστάκη και τον γιο του Ανέστη. Ώστε να επιβεβαιωθεί αυτό που όλοι ξέρουμε: ότι, δηλαδή, οι Ηρακλειδείς, οι «γριές», είμαστε πάρα πολλές και πως, όταν μας δοθεί η δυνατότητα, μπορούμε να κάνουμε θαύματα, όπως για παράδειγμα να διεκδικήσουμε και να κερδίσουμε τις εκλογές στο Δήμο Θεσσαλονίκης.

vougias-proinos-kafes-2.JPG

Πάμε στο σήμερα: Ποιος είναι ο στόχος σου για τη θητεία του προέδρου του δημοτικού συμβουλίου

Γενικά, να συνυπάρξουμε αυτή την πενταετία όλοι στο Δημοτικό Συμβούλιο με αξιοπρέπεια, ποιότητα λόγου και αλληλοσεβασμό. Ειδικότερα, έχω βάλει 4 στόχους: Πρώτον, να τροφοδοτούμε τη Διοίκηση με σαφείς και τεκμηριωμένες αποφάσεις που θα βοηθήσουν την αποτελεσματικότητα του έργου της Δεύτερον, να διασφαλίσουμε την ισονομία και την ισηγορία μεταξύ διοίκησης και αντιπολίτευσης, διατηρώντας ευλαβικά τη σχετική ανεξαρτησία του θεσμού Τρίτον, να καταστήσουμε το Δημοτικό Συμβούλιο βήμα άμεσης έκφρασης των αιτημάτων και των προβλημάτων της κοινωνίας των πολιτών, σαν γέφυρα ανάμεσα στην κοινωνία και την συχνά απόμακρη πολιτεία. Και τέταρτον, να διευρύνουμε τα όρια του προβληματισμού και της σκέψης των δημοτικών συμβούλων αλλά και των συμπολιτών μας, καλώντας στις συνεδριάσεις σημαντικούς ανθρώπους από την επιστήμη, την κοινωνία και τις τέχνες για σύντομες εισηγήσεις πάνω σε μεγάλα θέματα που απασχολούν την καθημερινή μας ζωή. Στα μισά της θητείας θα αξιολογήσω την πρόοδο στους παραπάνω τομείς και θα αποφασίσω αν θα συνεχίσω ως πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου, εφ’ όσον, βέβαια, συμφωνεί και ο Δήμαρχος.

vougias-dimotiko-symvoylio-proedreio.jpg

Εν ώρα συνεδρίασης, μαζί με το προεδρείο του δημοτικού συμβουλίου

Ποια είναι τα στοιχήματα της θητείας του Στέλιου Αγγελούδη;

Το μεγάλο στοίχημα είναι να βάλει τέλος σ’ αυτό που ονομάζω «ασημαντότητα» της πόλης, να δώσει δηλαδή σημασία και νόημα στην πολιτική προσπάθεια της διοίκησης να αλλάξει τη ζοφερή πραγματικότητα της Θεσσαλονίκης και να την κάνει πιο φωτεινή, πολύχρωμη και ανθρώπινη.

Και, μέχρι τώρα, τα πάει κατά γενική ομολογία πολύ καλά, με σταθερό χαρακτηριστικό ότι δεν μιλάει θεωρητικά, ούτε γκρινιάζει, αλλά πράττει. Με σηκωμένα τα μανίκια και με την εργασιομανία που τον διακρίνει, παρασύρει όλη την ομάδα σε μια κατά μέτωπο επίθεση απέναντι σε όλα τα προβλήματα που θέριευαν χρόνια από την απραξία.

Η θεαματική επιτυχία της διοίκησης στον τομέα της καθαριότητας από την πρώτη μέρα ήταν μια ευχάριστη έκπληξη για τους Θεσσαλονικείς που είχαν χρόνια να δουν άδειους κάδους, σάρωθρα και πλύσιμο των πεζοδρομίων. Η ασυδοσία των καταστημάτων στο δημόσιο χώρο περιορίστηκε με αυστηρό αλλά και δίκαιο έλεγχο και τα άνυδρα σιντριβάνια της πόλης άρχισαν πάλι να λειτουργούν. Ξεκίνησαν αμέσως έργα που καθυστερούσαν αδικαιολόγητα επί πολλά χρόνια, όπως η πλατεία Ελευθερίας που θα γίνει πάρκο μνήμης για τους αδικοχαμένους Εβραίους συμπολίτες μας και άλλα πολλά. Δεν μου αρέσει όμως να ευλογώ τα γένια μας και σταματάω εδώ. Οι πολίτες μας παρακολουθούν και κρίνουν αντικειμενικά, συνομολογώντας μεταξύ τους με χαμόγελο: «Επιτέλους η πόλη έχει Δήμαρχο και φαίνεται πως είναι καλός. Μακάρι να συνεχίσει έτσι». Το ακούω κάθε μέρα στο δρόμο, χαμογελώ χαρούμενος και παίρνω κουράγιο να συνεχίσω.

vougias-skitso.jpg

Σκίτσο του που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Τα Νέα»


Το μότο ζωής του Σπύρου Βούγια;

Είναι μια ατάκα από την ταινία του Βιμ Βέντερς «ο Αμερικανός φίλος»: «Δεν φοβάμαι τίποτα παρά μόνο το φόβο». Αυτή η φαινομενικά αντιφατική φράση με βοήθησε να μη φοβάμαι κυριολεκτικά τίποτα, πηγαίνοντας κατάφατσα να αντιμετωπίσω με θάρρος οποιαδήποτε δύσκολη κατάσταση προκύπτει. Και για να ξαναγυρίσουμε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε, ο στίχος του Τόμας Έλιοτ «Μέτρησα τη ζωή μου με ένα κουταλάκι του καφέ» που ταιριάζει και με τον τίτλο της στήλης σας (γελάει).

vougias-sto-grafeio-tram-karavakia.jpg

Στο γραφείο του, έχοντας ως φόντο δύο αφίσες για το τραμ και τη θαλάσσια συγκοινωνία


Για το τέλος η ερώτηση με το μαγικό ραβδί. Αν είχατε τι θα αλλάζατε στην πολεοδομία και τη συγκοινωνία της Θεσσαλονίκης;

Παρότι μάγοι και μαγικές συνταγές δεν υπάρχουν ούτε και μαγικά ραβδιά σαν επίμονος συγκοινωνιολόγος και δημόσιος επιστήμονας χρόνια κτυπώ αδιάκοπα το ίδιο αμόνι, την ίδια συνολική ιδέα, μιας πόλης διαφορετικής που συμπεριλαμβάνει εκτός από το αυτονόητο μετρό, για το οποίο παλεύουμε χρόνια, ενναλακτικά Μέσα Μαζικής Μεταφοράς που σε όλο τον κόσμο επανέρχονται, όπως το τραμ και η θαλάσσια συγκοινωνία. Γιατί πιστεύω ότι κάθε πόλη έχει μνήμη, θυμάται και επανέρχεται επιμένοντας στα μέσα που έζησε τα προηγούμενα χρόνια στη σύγχρονη βέβαια και βελτιωμένη μορφή τους. Άρα ένα τραμ που συμπληρώνει τις γραμμές του μετρό, πολύ πιο φτηνό, επιφανειακό που αλλάζει όλη την πόλη στη διάρκεια της διαδρομής του και μια θαλάσσια συγκοινωνία που συνδέει το κέντρο της πόλης, τον αστικό ιστό, με τις απέναντι ακτές του Θερμαϊκού που σε λίγο θα γίνουν ένα με την πόλη και θα δίνει την εικόνα της από μια άλλη πλευρά, τη θηλυκή, που είναι και η ομορφότερη και την οποία δεν την έχουμε δει ποτέ και είναι τόσο γοητευτική, θα σε κάνει να ερωτευτείς την πόλη. Αυτό είναι το σχέδιο που ονειρεύομαι και χωρίς μαγικό ραβδί και μαγικές συνταγές. Το σχέδιο στο οποίο θα επιμένω όσο έχω φωνή και δύναμη για να υλοποιηθεί. Και να το δω αν όχι, εγώ τα παιδιά μου και σίγουρα τα εγγόνια μου.





«Δεν φοβάμαι τίποτα παρά μόνο το φόβο» είναι το μότο ζωής του Σπύρου Βούγια, που είναι ο σημερινός καλεσμένος του πρωινού καφέ. Με τον πρόεδρο του δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης ξετυλίξαμε το κουβάρι της ζωής του, ξεκινώντας από τα παιδικά του χρόνια στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και τη μαθητική περίοδο στο Β’ και μετά στο Ε’ γυμνάσιο. Θυμηθήκαμε τις σχολικές του αταξίες, τον Ρήγα Φεραίο, τον Λεωνίδα Κύρκο και τον Κώστα Σημίτη, τις προτάσεις του (για το τραμ και τα καραβάκια) που παραμένουν επίκαιρες, τον Ηρακλή που όπως λέει ήταν μια παραλλαγή της περίπτωσης του «ΚΚΕ εσωτερικού» στο χώρο του ποδοσφαίρου. Και φτάσαμε στο σήμερα και το αύριο της νέας διοίκησης. «Το μεγάλο στοίχημα είναι να βάλει τέλος σ’ αυτό που ονομάζω «ασημαντότητα» της πόλης, να δώσει δηλαδή σημασία και νόημα στην πολιτική προσπάθεια της διοίκησης να αλλάξει τη ζοφερή πραγματικότητα της Θεσσαλονίκης και να την κάνει πιο φωτεινή, πολύχρωμη και ανθρώπινη», τονίζει.

vougias-proinos-kafes-kentriki-1.JPG

Υπάρχει πρωινός καφές στη ζωή σας;

Υπάρχει. Πρωϊνός, δεκατιανός και απογευματινός. Από τότε που ανακάλυψα τον εσπρέσσο πριν 20 χρόνια, όταν ο Δημήτρης Φίστας μου χάρισε την πρώτη μου καφετιέρα, μια βαριά κλασσική Illy, έχω εξαρτηθεί από αυτό το ευεργετικό ρόφημα που χωρίς να επηρεάζει καθόλου τα νεύρα μου ή το στομάχι με βοηθάει να συγκροτώ κάθε μέρα έναν συνειδητό εαυτό.

Τι καφέ προτιμάτε; Και που τον πίνετε;

Τον πρώτο στο σπίτι. Είναι η πρώτη, υπνοβατική ακόμη, πράξη της ημέρας. Για την ακρίβεια, δεν τον πίνω, αλλά τον «τρώω» (γελάει), αφού τον συνδυάζω με ένα κομμάτι τσουρέκι που μουσκεύει στον καφέ.

Ο δεύτερος;

Ο δεύτερο στο γραφείο, παλιότερα στο πανεπιστήμιο, τώρα στο δημαρχείο, 2-3 ώρες αργότερα, που τον κάνω lungo και τον πίνω αργά για να μου κρατάει συντροφιά ως το μεσημέρι.

Και τον τρίτο το απόγευμα, μετά τη σύντομη μεσημεριανή σιέστα, μια σοφή συνήθεια που προσπαθώ να διατηρήσω όσο μπορώ, για να ξεκινήσω με όρεξη το δεύτερο κομμάτι της ημέρας.

Εδώ στο καφέ του Αρχαιολογικού Μουσείου έρχεστε συχνά;

Δεν έχει πολύ καιρό που αναπτύχθηκε στην πλακόστρωτη αυλή του αριστουργηματικού κτιρίου του Πάτροκλου Καραντινού, κάτω από τη δροσερή σκιά των πλατανιών. Το πρόσεξα στην καθημερινή μου διαδρομή προς τη «νέα μου δουλειά», έτσι μου αρέσει, αστειευόμενος, να τη λέω, και, καθώς είναι τόσο κοντά στο δημαρχείο, το καθιέρωσα ως χώρο εξωτερικών συναντήσεων στη διάρκεια της ημέρας, όπως κάνουμε τώρα κι εμείς.

Παλιά αγαπημένα στέκια της πόλης ποια είναι; Το Sante σίγουρα.

Τα πρώτα μπαράκια της Θεσσαλονίκης στα τέλη της δεκαετίας του ’70, με σημαντικότερο τον «Δον Κιχώτη, μπήκαν στη ζωή μου από την πρώτη στιγμή. Μέχρι τότε, διασκέδαση και εκτόνωση σήμαινε αποκλειστικά ταβέρνα στην Άνω Πόλη, ρετσίνα και αντάρτικα τραγούδια.

Για χρόνια πήγαινα συχνά στο «Φλού», το αραχνιασμένο φάντασμα του οποίου με γεμίζει ακόμη αναμνήσεις όταν περνάω από τη Νικηφόρου Φωκά, και ακριβώς απέναντι το «Time Out”, του οποίου ήμουν για λίγο «μικρομέτοχος», το όνομα του οποίου είχα επιλέξει για να μου θυμίζει τον όρο του μπάσκετ αλλά και το νεανικό περιοδικό του Λονδίνου.

vougias-sante-ypopsifios-dimarxos.jpg

Ως υποψήφιος δήμαρχος στα σκαλάκια του Sante, που ήταν το 1998 το προεκλογικό κέντρο του συνδυασμού του

Και το Sante;

Είναι αλήθεια πως το θρυλικό Sante του Κίκη στη Μητροπόλεως, που ήταν και το εκλογικό μου κέντρο το ’98, μαζί με τον πλωτό “Θερμαϊκό” του Μπάμπη Ζουμπούλη και το “De Facto”, που επιμένει αναλλοίωτο μέχρι σήμερα, σχεδίασαν ανεξίτηλα το απολαυστικό τρίγωνο της ενήλικης ζωής μου, συνδυάζοντας τη διασκέδαση και την κοινωνική συναναστροφή με συνεργάτες, φίλους, συντρόφους, αγαπημένα πρόσωπα και πραγματικούς ή φανταστικούς έρωτες εκείνης της ανεπανάληπτης, για μένα και για την πόλη, εποχής.

vougia-idrytiki-enosi-politon.jpg

Στην ιδρυτική εκδήλωση της Ένωσης Πολιτών Θεσσαλονίκης. Με τον Γιάννη Μπουτάρη και τον Αντώνη Μανιτάκη


Γεννημένος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Σε ποια διεύθυνση;

Γεννήθηκα τον Απρίλιο του 1952 στο κέντρο, στην οδό Κωνσταντίνου Παλαιολόγου 1, το μικρό στενάκι που συνδέει τη Σβώλου με την Εγνατία, αλλά γρήγορα η οικογένεια συγκεντρώθηκε στο ευρύχωρο σπίτι των παππούδων, από την πλευρά της μητέρας μου. Γωνία Ιωαννίνων και Λιτοχώρου στην Αγία Τριάδα.

vougias-me-mitera-voula.jpg

Στα χέρια της μητέρας του Βούλας


Τι θυμάστε από εκείνα τα χρόνια;

Ότι μείναμε εκεί μέχρι το 1959 στον δεύτερο όροφο του νεοκλασσικού με τα μεγάλα οπωροφόρα και το πλυσταριό στην αυλή, όλοι μαζί: παππούδες, γονείς και εμείς, με την κατά 2 χρόνια μικρότερη αγαπημένη αδελφούλα μου Λίλα και ενίοτε 1-2 από τους 4 αγαπημένους μου θείους, αδέλφια της μητέρας μου που έμεναν κι αυτοί περιοδικά. Κοιμόμουν όπου βόλευε, εκτός από την απαραβίαστη κρεβατοκάμαρα των γονέων, σε όλα τα δωμάτια, στο σαλόνι, ακόμη και στην κουζίνα, ξάγρυπνος πολλά βράδια με ένα παιδικό μαχαιράκι κάτω από το μαξιλάρι, για να αντιμετωπίσω πιθανή απόπειρα εισόδου του «Δράκου» στο σπίτι..

Έπαιζα όλη τη μέρα στην αυλή και στις γειτονικές αλάνες γυάλινες μπίλιες, κυνηγητό, φιδάκι και λακκούβες, χαρτάκια με χώρες και φωτογραφίες ποδοσφαιριστών, ξύλινα σπαθιά και βέβαια μπάλα, ώρες ατέλειωτες μέσα στο χώμα, στις πέτρες και στα χορτάρια. Θυμάμαι ακόμη καθαρά κάποιες κρίσιμες φάσεις, καθοριστικές για το τελικό αποτέλεσμα (γελάει).

Αυτή η ονειρεμένη περίοδος της πρώιμης παιδικής ηλικίας τελείωσε απότομα το 1959, όταν ο πατέρας μου, με τη βοήθεια του παππού αγόρασε αυτό που θεωρώ ως «πατρικό» μας σπίτι, το διαμέρισμα στην οδό Μητροπόλεως 127. Σ αυτό, μετά από μια περιπετειώδη περιδιάβαση σε διάφορα ενοικιαζόμενα σπίτια του κέντρου, επιστρέψαμε ύστερα από χρόνια με τη Λένα και μένουμε πλέον μόνιμα σήμερα.

vougias-me-patera-aleko.jpg

Πιτσιρικάς, με τον πατέρα του Αλέκο σε παγκάκι της παραλίας

Οι γονείς τι έκαναν; Τι ρόλο έπαιξαν στη ζωή σας;

Πατέρας μου ήταν ο γεωπόνος Αλέκος Βούγιας από τον Πεντάλοφο Βοΐου Κοζάνης και μητέρα μου η «οικοκυρά» Βούλα Βούγια, το γένος Γιαννουλοπούλου, όπως θα λέγαμε παλιά, από το Λιτόχωρο Πιερίας. Συναντήθηκαν στη Θεσσαλονίκη, όπου ο πατέρας μου εργάζονταν στο Υπουργείο Γεωργίας, μέχρις ότου απολύθηκε λόγω των αριστερών του κοινωνικών φρονημάτων χωρίς να ξαναδουλέψει ποτέ στο δημόσιο. Στη διάρκεια του εμφυλίου εξορίστηκε στη Μακρόνησο και -ευτυχώς, από κάθε άποψη- το 1951 αποφάσισε να κάνει «δήλωση» και να επιστρέψει για να παντρευτεί τη μητέρα μου. Αν δεν έπαιρνε αυτή την απόφαση για πολιτικούς ή μάλλον ερωτικούς λόγους, δεν θα κάναμε αυτή τη συζήτηση σήμερα (γελάει).

Να παρεμβάλω εδώ μια αστεία, όπως όλες, ιστορία. Όταν ήμουν υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη το 2009, ο τότε αρχηγός της ΕΛΑΣ μου έφερε στο γραφείο τον οικογενειακό φάκελο κοινωνικών φρονημάτων από αυτούς που διατηρούνται ακόμη στα αρχεία της Ασφάλειας. Διαπίστωσα -με κάποια υποψία στεναχώριας- ότι η δική μου «δράση» περιορίζονταν σε 3 σελίδες ασήμαντης σχετικά δραστηριότητας στη διάρκεια του Πολυτεχνείου, ενώ η αντίστοιχη του πατέρα μου ήταν πολύ πιο σημαντική στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά και της Εθνικής Αντίστασης.

Οι περίφημοι οικογενειακοί φάκελοι.

Παρότι ήταν πάμπτωχος, η πανέμορφη Βουλίτσα τον ερωτεύτηκε βαθιά για την εύθραυστη γοητεία, την αέρινη κίνηση και την απέραντη καλοσύνη του στα όρια μιας αγαθότητας που βασίζονταν σε μια ρομαντική ερμηνεία του κόσμου. Ήταν ένας αεροβάτης, ιδανικός για μένα ανάλαφρος, επιεικής πατέρας.

Η μητέρα μου, από την πλευρά της, γήινη και δυναμική, κράτησε δυνατά τα γκέμια της πρακτικής πλευράς των οικογενειακών μας υποχρεώσεων, από τα οικονομικά ζητήματα μέχρι την καθημερινή φροντίδα για όλους. Μου μετέδωσε την έμφυτη ικανότητα της προφορικής αυτοσαρκαστικής αφήγησης και μια λοξή ματιά για τα πράγματα που την έχω φτάσει στα άκρα.

Είμαι προφανώς το γινόμενο της ένωσής τους και έχω αντλήσει τόση αγάπη απ’ αυτούς αλλά και τον υπόλοιπο, θηλυκό κυρίως, οικογενειακό περίγυρο που αισθάνομαι ότι εκπέμπω προς κάθε κατεύθυνση υπερβολικές δόσεις από αυτό το πολύτιμο και σπάνιο στην εποχή μας αλλά και συχνά γλυκερό και κουραστικό συναίσθημα.

vougias-diavazei-patriko.jpg

Ενώ διαβάζει στο πατρικό του σπίτι

Σχολείο που πήγατε;

Στις δύο πρώτες τάξεις του Δημοτικού, πήγαινα στη φιλελεύθερη Παιδαγωγική Ακαδημία στην οδό Αρχαιολογικού Μουσείου. Ήμουν, όπως και όλα τα παιδιά στις μικρές τάξεις, καλός μαθητής, αν κρίνω και από τον μεταλλικό κουμπαρά του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου που κέρδισα για την έκθεσή μου τη μέρα της Αποταμίευσης. Τον φυλάγω ακόμη περήφανος ως αναμνηστικό και ισχυρίζομαι ότι έγραφα από τότε καλές εκθέσεις αν και κάποιοι για να με πειράξουν λένε ότι τον κέρδισα επειδή είμαι λιγάκι τσιγγούνης (γελάει), κάτι που δεν πιστεύω ότι ισχύει.

Όταν μετακομίσαμε στο κέντρο, μεταγράφηκα στο 40ο Δημοτικό Σχολείο, το φημισμένο Ιωαννίδειο, στην οδό Φιλικής Εταιρείας, αυστηρό και με αδιανόητους σήμερα κανόνες πειθαρχίας σχολείο. Κούρεμα γουλί, υποχρεωτική ποδιά και, καμμιά φορά, ομαδικές ξυλιές στην ανοιχτή παλάμη με βίτσα από οξιά. Ωστόσο, διατηρώ πολύ θετικές αναμνήσεις. όχι μόνο γιατί πήρα καλές βάσεις πρωτοβάθμιας μόρφωσης, αλλά και γιατί διαπίστωσα εκ των υστέρων ότι ένα καταπιεστικό σύστημα διαμορφώνει αυθόρμητα αντανακλαστικά προβληματισμού και αντίδρασης. Με βοήθησε να αναπτύξω από μικρή ηλικία διαθέσεις αμφισβήτησης και δεξιότητες παράκαμψης των απαγορεύσεων, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα τη διαρκή μάχη για το μήκος των μαλλιών, την κατάργηση του γιακά της ποδιάς, με το εφιαλτικό κουμπάκι πάνω στο καρύδι του λαιμού και άλλες τέτοιες «αντιστασιακές» πράξεις. (γελάει) Στην τελευταία τάξη του δημοτικού, 3 φίλοι συμμαθητές βουτήξαμε στο σχόλασμα την άθραυστη βίτσα από το συρτάρι του γυμνασιάρχη και την πετάξαμε στη θάλασσα. Όσο και να απείλησε όλη την τάξη με αντίποινα, δεν μπόρεσε ποτέ να μάθει ποιοι έκαναν τη δουλειά.

vougias-ioannideio-simaioforos.jpg

Ως σημαιοφόρος στο Ιωαννίδειο

Και ύστερα γυμνάσιο στο θρυλικό Β’ της Ικτίνου.

Κατά κανόνα τα αγόρια του κέντρου πήγαιναν τότε στο υπέροχο, αρχιτεκτονικά και εκπαιδευτικά, συγκρότημα του Β’ Γυμνασίου Αρρένων που χτίστηκε τη δεκαετία του ’30 σε σχέδια του Νίκου Μητσάκη. Παρότι αυστηρό κι αυτό στις συνήθειες, δηλαδή με κούρεμα «εν χρω», στρατιωτικού τύπου γυμναστικές ασκήσεις στο τσιμεντένιο δάπεδο της αυλής και άλλα τέτοια, έδινε έμφαση στην κλασσική παιδεία και γλώσσα και μου έμαθε να αγαπώ τα γράμματα και να απολαμβάνω τα πρωτότυπα κείμενα, αρχαία, ακόμη και λατινικά. Έτσι με όπλισε με εφόδια που αξιοποιώ σε όλη μου τη ζωή για να αντιληφθώ, να ερμηνεύσω και κυρίως να περιγράψω επαρκώς την πολύπλοκη πραγματικότητα και την ανθρώπινη συνθήκη. Το αγνώμον παράδοξο είναι ότι επηρεασμένοι από την επιθυμία μας να εισαχθούμε σε πρακτικές σχολές και ειδικά στο Πολυτεχνείο, η πλειοψηφία των καλύτερων μαθητών, μετοίκησαμε ομαδικά τα τελευταία 2 χρόνια στο «πρακτικό» Ε’ Γυμνάσιο της οδού Κριεζώτου. Έτσι, από μια παράξενη συγκυρία της τύχης, ενώ αισθάνομαι «παιδί» του Β’, είμαι απόφοιτος του Ε’ Γυμνασίου Αρρένων, με το οποίο μάλιστα πρόλαβα να κατακτήσω το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα μπάσκετ γυμνασίων και να σημειώσω την πρώτη μου «πολιτική» επιτυχία ως αιρετός πρόεδρος της τάξης, παρότι νεόφερτος, τη χρονιά της αποφοίτησης

Στην αυλή του Β΄ γυμνάσιου θα κάνατε και τα πρώτα σουτ στη μπασκέτα, έτσι;

Ναι, υπήρχαν δύο γήπεδα μπάσκετ στο πλάτος της αυλής της Ικτίνου και παίζαμε στο διάλειμμα και την ώρα της γυμναστικής. Υπάρχουν εκεί ακόμη και σήμερα. Το καλοκαίρι του ΄66, στα 14, έριξα απότομα 20 ολόκληρους πόντους και είχα ύψος 1.90, σπάνιο τότε γι’ αυτή την ηλικία. Με πήραν αμέσως στην παιδική ομάδα της ΧΑΝΘ και θυμάμαι πως στο πρώτο ματς, με τον Νέστορα, έβαλα 14 πόντους χωρίς καμία προπόνηση. Δυστυχώς για την αθλητική μου καριέρα, αλλά ευτυχώς για την προσωπική μου ισορροπία (γελάει) δεν έβαλα ούτε έναν πόντο ύψος από τότε, με αποτέλεσμα η μπασκετική μου αξία να μειώνεται συνεχώς προς την μετριότητα.

Πρόλαβα πάντως να ζήσω αξέχαστες εμπειρίες στην εφηβική και ανδρική ομάδα της ΧΑΝΘ, που με βοήθησαν να αποκτήσω ομαδικό ήθος και χαρακτήρα και να κάνω φιλίες ζωής που κρατούν μέχρι και σήμερα. Θυμίζω ότι η ερασιτεχνική εκείνη παρέα έφτασε να διεκδικήσει στις αρχές της δεκαετίας του ’90 το πρωτάθλημα Ελλάδος και να παίξει πολλές φορές σε Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα.

vougias-xanth-me-gianouzako.jpg

Στη μάχη για το ριμπάουντ ως παίκτης της ΧΑΝΘ με το νούμερο 8. Με το 7 διακρίνεται ο Μιχάλης Γιαννουζάκος

Πως επιλέξατε τις σπουδές ως τοπογράφος- μηχανικός;

Δεν το επέλεξα. Έδωσα εισαγωγικές εξετάσεις για το Πολυτεχνείο το 1970, στα πιο σκοτεινά χρόνια της δικτατορίας, αλλά δεν έγραψα όσο καλά θα ήθελα και στο μεσοδιάστημα, μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα, πήγα στην Τεργέστη και γράφτηκα στο τμήμα Ναυπηγών. Ευτυχώς, πέρασα τελικά στο Πολυτεχνείο στο τμήμα Τοπογράφων Μηχανικών, και επέλεξα να γυρίσω στην Ελλάδα και να γραφώ στη σχολή. Αποφοίτησα το 1975, περνώντας γρήγορα τα μαθήματα, χωρίς ιδιαίτερα καλούς βαθμούς, αφού διαισθανόμουν πως δεν θα ασκήσω ποτέ αυτό το επάγγελμα. Πρόλαβα όμως να μάθω καλά Οδοποιία, γιατί ο αείμνηστος καθηγητής Σκοπετέας με “έκοψε” 4 φορές στις εξετάσεις και αναγκάστηκα να διαβάσω πολύ για να το περάσω. Έτσι, όταν αναζήτησα, αργότερα, μεταπτυχιακά στο εξωτερικό, οδηγήθηκα στο πλησιέστερο γνωστικό αντικείμενο, τον Συγκοινωνιακό Σχεδιασμό, πού μου άρεσε πολύ αλλά και για την Ελλάδα ήταν και παραμένει στην αιχμή των επιστημονικών και πολεοδομικών αναγκών. Έτσι έγινα συγκοινωνιολόγος, ήμουν ο πρώτος, μάλιστα, από τη Θεσσαλονίκη και αυτή η ιδιότητα καθόρισε απόλυτα την επιστημονική, επαγγελματική, ακόμη και την πολιτική μου διαδρομή.

Είμαστε στα χρόνια της χούντας. Πως ήταν το κλίμα στη Θεσσαλονίκη και στα πανεπιστήμια;

Στο πανεπιστήμιο πολιτικοποιήθηκα έντονα, τόσο κατά τη διάρκεια της χούντας, με αποκορύφωμα την αξέχαστη νύχτα της κατάληψης που ήμουν μέσα στη Σχολή, όσο και στην πρώιμη και θυελλώδη μεταπολιτευτική περίοδο, με την ένταξή μου στο Ρήγα Φεραίο. Το οργιώδες καλοκαίρι του’74 με στρατολόγησε εύκολα στον Ρήγα Φεραίο ο συναρπαστικός Θωμάς Βασιλειάδης και ορίστηκα για ένα χρόνο πριν φύγω για μεταπτυχιακά γραμματέας στην Οργάνωση της Καλαμαριάς του ΚΚΕ εσωτερικού. Από το Πολυτεχνείο κράτησα για πάντα την υπερβατική εμπειρία τη βραδιά της κατάληψης που περιγράφεται ιδανικά από τους στίχους του Ανδρέα Εμπειρίκου: «Έκαναν οίστρο της ζωής το φόβο του θανάτου». Και από την αντιπολίτευση την τρελή ευφορία της ελευθερίας και την επαφή με την πρωτόγνωρη τότε εκδοχή της ανανεωτικής αριστεράς και τον Ευρωπαϊκό δρόμο για τον σοσιαλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο. Ήταν η πρώτη -και δυστυχώς η μόνη- φορά που ταυτίστηκα απόλυτα με μια πολιτική ιδέα, μια οργάνωση και ένα κόμμα . Έτσι εξηγείται και το γεγονός της χαλαρής οργανωτικής σχέσης μου με άλλους, κεντροαριστερούς κομματικούς φορείς, όπως ο Συνασπισμός και το ΠΑΣΟΚ, που υποστήριξα στη συνέχεια της πολιτικής μου ενασχόλησης.

vougias-proinos-kafes-5.JPG
vougias-neos-epikouros-kathigitis.jpeg

Ως νέος επίκουρος καθηγητής του ΑΠΘ το 1986

Εργαστήκατε στο τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ από το 1980. Πως ήταν το ταξίδι μέχρι τη σύνταξη;

Το 1980, μετά το μεταπτυχιακό Masters στο Imperial College του Λονδίνου και την 26μηνη στρατιωτική μου θητεία στην Αεροπορία -μεγάλη προσωπική εμπειρία- επιλέχθηκα σε θέση επιστημονικού συνεργάτη στην τότε έδρα Συγκοινωνιακής Τεχνικής του τμήματος Πολιτικών Μηχανικών. Από τότε μέχρι το 2019 που αφυπηρέτησα, για 39 χρόνια ως Ομότιμος καθηγητής, τίμησα, πιστεύω, τη θέση αυτή διδάσκοντας αεί γηρασκόμενος, όπως, αστειευόμενος, λέω, τα μυστικά αυτής της γοητευτικής και χρήσιμης ειδικότητας. Επειδή, δε, το πεδίο εφαρμογής και εργαστήριο της θεωρίας του Συγκοινωνιακού Σχεδιασμού είναι η ίδια η πόλη, αισθάνθηκα την ανάγκη να παρέμβω τεκμηριωμένα στα προβλήματά της Θεσσαλονίκης, για να καταθέτοντας απόψεις και προτάσεις για την επίλυσή τους. Αυτή η επιλογή μου να λειτουργήσω ως «δημόσιος επιστήμονας» με οδήγησε σταδιακά στην αυτοδιοικητική και αργότερα στην κεντρική πολιτική σκηνή, γεγονός που επηρέασε απόλυτα και καθοριστικά τη ζωή μου.

Μετά το τέλος αυτής της συναρπαστικής διαδρομής, αναλογίζομαι ότι όλα όσα έμαθα και έζησα, όσα πρόσφερα και μετέδωσα στους φοιτητές μου, όσα μπόρεσα να εφαρμόσω και να ολοκληρώσω στην πράξη, όσα, τέλος, κατάφερα να κατανοήσω για μένα τον ίδιο, οφείλονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στη διαχρονική σχέση μου με το πανεπιστήμιο. Γι’ αυτό, αντί άλλων λιγότερο σημαντικών στοιχείων, σε ένα απολογιστικό δελτίο ταυτότητας της ζωής μου, θα μπορούσε, κάτω απ’ το όνομά μου να γράφει, μόνο: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

vougias-omilia-apoxairetismoy-apth.jpg

Ως ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ στην αποχαιρετιστήρια εκδήλωση

vougias-proinos-kafes-3.JPG


Πολιτικά κινηθήκατε πάντα στο χώρο της κεντροαριστεράς. Πολιτικό ίνδαλμα ποιος ήταν; Κύρκος ή Σημίτης;

Επειδή, ίσως, με γνωρίζετε πολλά χρόνια, αναφέρατε σωστά δύο ονόματα πολιτικών που επηρέασαν περισσότερο και με διαφορετικό τρόπο ο καθένας τις πολιτικές μου επιλογές. Πιστεύω ότι αποτελούν συμπληρωματικές και όχι ανταγωνιστικές προσωπικότητες: από τη μια πλευρά μια γοητευτική και αφηγηματική εκδοχή που απευθύνεται στο λυτρωτικό συναίσθημα και στον κινητήριο μύθο για κοινωνική αλλαγή, δηλαδή ο Κύρκος και από την άλλη ο ρεαλιστικά εφαρμοσμένος πραγματισμός αυτής της ιδέας με εργατικότητα, συνέπεια και μέθοδο, δηλαδή ο Σημίτης.

Μια σύνθεση όμως, αυτών των δύο, που προηγήθηκε χρονικά στην πινακοθήκη των πολιτικών μου «ινδαλμάτων» ήταν ο Γρηγόρης Λαμπράκης που για μένα συνδύαζε ιδανικά το τρίπτυχο των ιδιοτήτων μιας «ολοκληρωμένης» για μένα προσωπικότητας: πολιτικός, επιστήμονας και αθλητής. Ο παππούς μου ο Περικλής Γιαννουλόπουλος που περπάτησε 85 χρονών τα 42 χιλιόμετρα όλης της Μαραθώνιας Πορείας στη μνήμη του Γρηγόρη Λαμπράκη, ήταν παρών ως οπαδός του κινήματος ειρήνης Μπέρτραντ Ράσσελ στην ομιλία του, την καταραμένη μέρα της επαίσχυντης δολοφονίας του στη γωνία Σπανδωνή και Ερμού, τον Μάϊο του 1963.

vougias-pale-ypopsifios-dimarxos-2002.jpg

Συγκέντρωση στο Παλέ ως υποψήφιος δήμαρχος με τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ το 2002. Στην πρώτη σειρά διακρίνονται οι Άκης Τσοχατζόπουλος, Βαγγέλης
Βενιζέλος, Γιώργος Πεταλωτής, Χρύσα Αράπογλου, Νίκος Ακριτίδης και Κώστας Παπαδόπουλος


Πάμε στον ιδιώτη Σπύρο Βούγια. Παντρεμένος με τη Λένα Κωνσταντίνου εδώ και πολλά χρόνια. Πως κρατά ένας γάμος τόσα χρόνια; Και δύο παιδιά, η Αλεξάνδρα και ο Ορέστης, αλλά και εγγόνια...

Πραγματικά δεν ήξερα ότι ένας πολιτικός γάμος κρατάει τόσο πολύ. (γελάει). Είχαμε γνωριστεί μόλις πριν 6 μήνες και μάλιστα καλοκαιρινούς και δεν υπήρχε σε κανέναν οποιαδήποτε σκέψη για γάμο. Το Νοέμβριο όμως η Λένα έμεινε έγκυος και αποφασίσαμε, δική μου φαεινή ιδέα, να το κρατήσουμε για να μην ρίξουμε καμία σκιά λογικής σε μια παράφορη σχέση. Έτσι γεννήθηκε η Αλεξάνδρα, παιδί του έρωτα και της νεανικής τρέλας.

Στις 23 Δεκεμβρίου, λοιπόν, του 1982, αφού ειδοποιήσαμε τελευταία στιγμή τους εμβρόντητους γονείς, κανονίσαμε να παντρευτούμε με πολιτικό γάμο στις 10 το πρωί, στο Καραβάν Σαράι, το παλιό Δημαρχείο της Θεσσαλονίκης. Έριχνε, θυμάμαι, ένα παγωμένο χιονόνερο και είχε, όπως πάντα, τρομερή κίνηση στο κέντρο λόγω των γιορτών. Είχε πάει παρά 5 και έκανα γύρους να βρω παρκάρισμα: «Φίλε μου, παντρευόμαστε στο Δημαρχείο και έχουμε αργήσει», παρακάλεσα απελπισμένος ένα παιδί που πουλούσε πορτοκάλια γωνία Βενιζέλου με Ιουστινιανού, σπρώχνει αυτός λίγο το καρότσι, στριμώχνω στα γρήγορα το πράσινο Mini και φτάνουμε στην ώρα μας.

Μας πάντρεψε "ενώπιον λαού και ανθρώπων", ο πολύ σπουδαίος κομμουνιστής δήμαρχος Θανάσης Γιαννούσης και σε μια ώρα κατεβήκαμε χαρούμενοι τις σκάλες, πήραμε και πορτοκάλια για το σπίτι απ' το παλικάρι και, αυτό ήταν. Ήρεμα, έλεγα, δεν είναι τίποτα, ένας πολιτικός γάμος είναι. Οκτώ χρόνια αργότερα γεννήθηκε και ο Ορέστης, παιδί αυτός της λογικής, της γαλήνης και του ζεστού συναισθήματος. Σήμερα, 40 χρόνια μετά, γελάμε πολύ με τα παιδιά και τους φίλους όταν θυμόμαστε εκείνη την περίοδο και χαιρόμαστε που φτάσαμε μαζί ως εδώ, εμπαίζοντας πλαγίως τη φθορά του χρόνου.

vougias-me-lena-konstantinoy.jpg

Με τη σύζυγό του Λένα Κωνσταντίνου

vougias-me-kori-alexandra.jpg

Με την κόρη του Αλεξάνδρα

vougias-me-gio-oresti.jpg

Έχοντας στην αγκαλιά τον γιο του Ορέστη


vougias-politikos-gamos-me-giannousi.JPG

Πολιτικός γάμος. Με τη Λένα Κωνσταντίνου στο δημαρχείο Θεσσαλονίκης, μαζί και ο τότε δήμαρχος Θεσσαλονίκης Θανάσης Γιαννούσης

Γιατί Ηρακλής;

Ηρακλής έγινα στην αρχή, από παιδική πονηριά. Είχα δύο αγαπημένους θείους, έναν Παοκτζή κι έναν Αρειανό, που προσπαθούσαν να με δελεάσουν να επιλέξω την ομάδα τους, παίρνοντάς με στο γήπεδο κάθε Κυριακή, ο ένας στην Τούμπα και ο άλλος στου Χαριλάου. Για να μη στεναχωρήσω κανέναν απ’ τους δύο αλλά και για να εξασφαλίσω τη συνεχή ποδοσφαιρική απόλαυση, δήλωσα Ηρακλειδέας κι έτσι ήμασταν όλοι ευχαριστημένοι.

Αργότερα, στα τέλη της θαμπής δεκαετίας του ’70, είδα τον Ηρακλή του Χατζηπαναγή στο Καυτατζόγλειο και, από τότε, αγάπησα οριστικά αυτή την ομάδα. Γιατί, βλέποντας τις χορευτικές κινήσεις αυτού του παίκτη μέσα στο γήπεδο, με τις ιδιοφυείς προσποιήσεις, τις βέβηλες πάσες και τις απίθανες επινοήσεις του, μπορούσα να βρω τα σπάνια στοιχεία που αναζητούσα πάντοτε στην τέχνη και τη ζωή: τη δύναμη της φαντασίας, την αναίρεση του ακατόρθωτου, την υπέρβαση της λογικής, την ευκολία του προφανούς.

Άλλωστε, από τότε έγραφα πως ο Ηρακλής ήταν μια παραλλαγή της περίπτωσης του «ΚΚΕ εσωτερικού» στο χώρο του ποδοσφαίρου με την ιδιαίτερη ποιότητα, τους ήπιους τόνους, τις άδικες ήττες και τη σκληρή, ενοχική αυτοκριτική.

Εύχομαι, λοιπόν, στην ομάδα μου να ξαναγυρίσει στη μεγάλη κατηγορία και να ξαναγεμίσει το Καυτατζόγλειο, όπως εκείνη την αξέχαστη μέρα του ’83, νομίζω, που έγινε το απόλυτο ρεκόρ προσέλευσης φιλάθλων στη πόλη μας, σε ένα παιχνίδι Ηρακλή- Παναθηναϊκού, 1-0 με γκολ του Ζαφειρίδη- που παρακολούθησα παρέα με τον Μανώλη Αναγνωστάκη και τον γιο του Ανέστη. Ώστε να επιβεβαιωθεί αυτό που όλοι ξέρουμε: ότι, δηλαδή, οι Ηρακλειδείς, οι «γριές», είμαστε πάρα πολλές και πως, όταν μας δοθεί η δυνατότητα, μπορούμε να κάνουμε θαύματα, όπως για παράδειγμα να διεκδικήσουμε και να κερδίσουμε τις εκλογές στο Δήμο Θεσσαλονίκης.

vougias-proinos-kafes-2.JPG

Πάμε στο σήμερα: Ποιος είναι ο στόχος σου για τη θητεία του προέδρου του δημοτικού συμβουλίου

Γενικά, να συνυπάρξουμε αυτή την πενταετία όλοι στο Δημοτικό Συμβούλιο με αξιοπρέπεια, ποιότητα λόγου και αλληλοσεβασμό. Ειδικότερα, έχω βάλει 4 στόχους: Πρώτον, να τροφοδοτούμε τη Διοίκηση με σαφείς και τεκμηριωμένες αποφάσεις που θα βοηθήσουν την αποτελεσματικότητα του έργου της Δεύτερον, να διασφαλίσουμε την ισονομία και την ισηγορία μεταξύ διοίκησης και αντιπολίτευσης, διατηρώντας ευλαβικά τη σχετική ανεξαρτησία του θεσμού Τρίτον, να καταστήσουμε το Δημοτικό Συμβούλιο βήμα άμεσης έκφρασης των αιτημάτων και των προβλημάτων της κοινωνίας των πολιτών, σαν γέφυρα ανάμεσα στην κοινωνία και την συχνά απόμακρη πολιτεία. Και τέταρτον, να διευρύνουμε τα όρια του προβληματισμού και της σκέψης των δημοτικών συμβούλων αλλά και των συμπολιτών μας, καλώντας στις συνεδριάσεις σημαντικούς ανθρώπους από την επιστήμη, την κοινωνία και τις τέχνες για σύντομες εισηγήσεις πάνω σε μεγάλα θέματα που απασχολούν την καθημερινή μας ζωή. Στα μισά της θητείας θα αξιολογήσω την πρόοδο στους παραπάνω τομείς και θα αποφασίσω αν θα συνεχίσω ως πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου, εφ’ όσον, βέβαια, συμφωνεί και ο Δήμαρχος.

vougias-dimotiko-symvoylio-proedreio.jpg

Εν ώρα συνεδρίασης, μαζί με το προεδρείο του δημοτικού συμβουλίου

Ποια είναι τα στοιχήματα της θητείας του Στέλιου Αγγελούδη;

Το μεγάλο στοίχημα είναι να βάλει τέλος σ’ αυτό που ονομάζω «ασημαντότητα» της πόλης, να δώσει δηλαδή σημασία και νόημα στην πολιτική προσπάθεια της διοίκησης να αλλάξει τη ζοφερή πραγματικότητα της Θεσσαλονίκης και να την κάνει πιο φωτεινή, πολύχρωμη και ανθρώπινη.

Και, μέχρι τώρα, τα πάει κατά γενική ομολογία πολύ καλά, με σταθερό χαρακτηριστικό ότι δεν μιλάει θεωρητικά, ούτε γκρινιάζει, αλλά πράττει. Με σηκωμένα τα μανίκια και με την εργασιομανία που τον διακρίνει, παρασύρει όλη την ομάδα σε μια κατά μέτωπο επίθεση απέναντι σε όλα τα προβλήματα που θέριευαν χρόνια από την απραξία.

Η θεαματική επιτυχία της διοίκησης στον τομέα της καθαριότητας από την πρώτη μέρα ήταν μια ευχάριστη έκπληξη για τους Θεσσαλονικείς που είχαν χρόνια να δουν άδειους κάδους, σάρωθρα και πλύσιμο των πεζοδρομίων. Η ασυδοσία των καταστημάτων στο δημόσιο χώρο περιορίστηκε με αυστηρό αλλά και δίκαιο έλεγχο και τα άνυδρα σιντριβάνια της πόλης άρχισαν πάλι να λειτουργούν. Ξεκίνησαν αμέσως έργα που καθυστερούσαν αδικαιολόγητα επί πολλά χρόνια, όπως η πλατεία Ελευθερίας που θα γίνει πάρκο μνήμης για τους αδικοχαμένους Εβραίους συμπολίτες μας και άλλα πολλά. Δεν μου αρέσει όμως να ευλογώ τα γένια μας και σταματάω εδώ. Οι πολίτες μας παρακολουθούν και κρίνουν αντικειμενικά, συνομολογώντας μεταξύ τους με χαμόγελο: «Επιτέλους η πόλη έχει Δήμαρχο και φαίνεται πως είναι καλός. Μακάρι να συνεχίσει έτσι». Το ακούω κάθε μέρα στο δρόμο, χαμογελώ χαρούμενος και παίρνω κουράγιο να συνεχίσω.

vougias-skitso.jpg

Σκίτσο του που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Τα Νέα»


Το μότο ζωής του Σπύρου Βούγια;

Είναι μια ατάκα από την ταινία του Βιμ Βέντερς «ο Αμερικανός φίλος»: «Δεν φοβάμαι τίποτα παρά μόνο το φόβο». Αυτή η φαινομενικά αντιφατική φράση με βοήθησε να μη φοβάμαι κυριολεκτικά τίποτα, πηγαίνοντας κατάφατσα να αντιμετωπίσω με θάρρος οποιαδήποτε δύσκολη κατάσταση προκύπτει. Και για να ξαναγυρίσουμε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε, ο στίχος του Τόμας Έλιοτ «Μέτρησα τη ζωή μου με ένα κουταλάκι του καφέ» που ταιριάζει και με τον τίτλο της στήλης σας (γελάει).

vougias-sto-grafeio-tram-karavakia.jpg

Στο γραφείο του, έχοντας ως φόντο δύο αφίσες για το τραμ και τη θαλάσσια συγκοινωνία


Για το τέλος η ερώτηση με το μαγικό ραβδί. Αν είχατε τι θα αλλάζατε στην πολεοδομία και τη συγκοινωνία της Θεσσαλονίκης;

Παρότι μάγοι και μαγικές συνταγές δεν υπάρχουν ούτε και μαγικά ραβδιά σαν επίμονος συγκοινωνιολόγος και δημόσιος επιστήμονας χρόνια κτυπώ αδιάκοπα το ίδιο αμόνι, την ίδια συνολική ιδέα, μιας πόλης διαφορετικής που συμπεριλαμβάνει εκτός από το αυτονόητο μετρό, για το οποίο παλεύουμε χρόνια, ενναλακτικά Μέσα Μαζικής Μεταφοράς που σε όλο τον κόσμο επανέρχονται, όπως το τραμ και η θαλάσσια συγκοινωνία. Γιατί πιστεύω ότι κάθε πόλη έχει μνήμη, θυμάται και επανέρχεται επιμένοντας στα μέσα που έζησε τα προηγούμενα χρόνια στη σύγχρονη βέβαια και βελτιωμένη μορφή τους. Άρα ένα τραμ που συμπληρώνει τις γραμμές του μετρό, πολύ πιο φτηνό, επιφανειακό που αλλάζει όλη την πόλη στη διάρκεια της διαδρομής του και μια θαλάσσια συγκοινωνία που συνδέει το κέντρο της πόλης, τον αστικό ιστό, με τις απέναντι ακτές του Θερμαϊκού που σε λίγο θα γίνουν ένα με την πόλη και θα δίνει την εικόνα της από μια άλλη πλευρά, τη θηλυκή, που είναι και η ομορφότερη και την οποία δεν την έχουμε δει ποτέ και είναι τόσο γοητευτική, θα σε κάνει να ερωτευτείς την πόλη. Αυτό είναι το σχέδιο που ονειρεύομαι και χωρίς μαγικό ραβδί και μαγικές συνταγές. Το σχέδιο στο οποίο θα επιμένω όσο έχω φωνή και δύναμη για να υλοποιηθεί. Και να το δω αν όχι, εγώ τα παιδιά μου και σίγουρα τα εγγόνια μου.





ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία